«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2017

Πῶς κάνουμε σωστὰ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ;


Πῶς ὅμως θὰ γίνει καὶ γιὰ μᾶς φυλακτήριο τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ; Πῶς θὰ γίνει στὰ χέρια μᾶς φόβητρο τῶν δαιμόνων; Ἂν τὸ κάνουμε σωστά! Ἂν τὸ κάνουμε, ὅπως μᾶς παραδίδει καὶ μᾶς διδάσκει ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας, δηλαδὴ μὲ πίστη, εὐλάβεια, συναίσθηση, ἱεροπρέπεια, ταπείνωση καὶ διάκριση.
Πῶς δηλαδή;
Ἀρχικὰ ἑνώνουμε τὰ τρία πρῶτα δάκτυλα τοῦ δεξιοῦ χεριοῦ, ὀμολογώντας ἔτσι τὴν πίστη μας σ᾿ ἕνα Θεό, ποὺ εἶναι ταυτόχρονα καὶ τρεῖς ὑποστάσεις, τρία πρόσωπα -ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα-, ὁμοούσια, ἑνωμένα μεταξύ τους «ἀχωρίστως» καὶ «ἀδιαιρέτως». Τὰ ἄλλα δύο δάκτυλα, ποὺ ἀκουμποῦν στὴν παλάμη, συμβολίζουν τὶς δύο φύσεις, δύο θελήσεις καὶ δύο ἐνέργειες τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τὴ θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη. Μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο κάνουμε μιὰ συμβολικὴ ὁμολογία τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας, ποὺ βάσεις καὶ θεμέλιά της ἀποτελοῦν τὸ τριαδολογικὸ καὶ τὸ χριστολογικὸ δόγμα.


Μετὰ φέρνουμε τὸ χέρι στὸ μέτωπο, τὴ σωματικὴ περιοχὴ τῆς διανοητικῆς λειτουργίας, φανερώνοντας ἔτσι ὅτι ἀγαποῦμε τὸν Θεὸ μ᾿ ὅλη τὴ διάνοιά μας, καὶ ὅτι ἀφιερώνουμε σ᾿ Αὐτὸν ὅλες τὶς σκέψεις μας.

Τὸ χέρι ἔρχεται κατόπιν στὴν κοιλιά. Ἔτσι δηλώνουμε συμβολικὰ ὅτι προσφέρουμε στὸν Κύριο ὅλες τὶς ἐπιθυμίες μας καὶ ὅλα τὰ συναισθήματά μας.

Τέλος, φέρνουμε τὸ χέρι στοὺς ὤμους, πρῶτα στὸν δεξιὸ καὶ μετὰ στὸν ἀριστερό, ὀμολογώντας ἔτσι ὅτι καὶ κάθε σωματική μας δραστηριότητα ἀνήκει σ᾿ Ἐκεῖνον.

Μιὰ ἄλλη συμπληρωματικὴ ἑρμηνεία, θεολογικώτατη μέσα στὴν ἁπλότητά της, μᾶς δίνει στὴν πέμπτη διδαχή του ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὃ Αἰτωλός:


«Ἀκούσατε, χριστιανοί μου, πῶς πρέπει νὰ γίνεται ὁ σταυρὸς καὶ τί σημαίνει. Μᾶς λέγει τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον πὼς ἡ ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, δοξάζεται εἰς τὸν οὐρανὸν περισσότερον ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους. Τί πρέπει νὰ κάμῃς καὶ ἐσύ; Σμίγεις τὰ τρία σου δάκτυλα μὲ τὸ δεξιὸν τὸ χέρι σου καί, μὴν ἠμπορώντας νὰ ἀνεβῇς εἰς τὸν οὐρανὸν νὰ προσκυνήσῃς, βάνεις τὸ χέρι σου εἰς τὸ κεφάλι σου, διότι τὸ κεφάλι σου εἶναι στρογγυλὸ καὶ φανερώνει τὸν οὐρανόν, καὶ λέγεις μὲ τὸ στόμα: Καθὼς ἐσεῖς οἱ ἄγγελοι δοξάζετε τὴν ἁγίαν Τριάδα εἰς τὸν οὐρανόν, ἔτσι καὶ ἐγώ, ὡς δοῦλος ἀνάξιος, δοξάζω καὶ προσκυνῶ τὴν ἁγίαν Τριάδα. Καὶ καθὼς αὐτὰ τὰ δάκτυλα εἶναι τρία -εἶναι ξεχωριστά, εἶναι καὶ μαζὶ- ἔτσι εἶναι καὶ ἡ ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, τρία πρόσωπα καὶ ἕνας μόνος Θεός. Κατεβάζεις τὸ χέρι σου ἀπὸ τὸ κεφάλι σου καὶ τὸ βάνεις εἰς τὴν κοιλίαν σου καὶ λέγεις: Σὲ προσκυνῶ καὶ σὲ λατρεύω, Κύριέ μου, ὅτι κατεδέχθης καὶ ἐσαρκώθης εἰς τὴν κοιλίαν τῆς Θεοτόκου διὰ τὰς ἁμαρτίας μας. Τὸ βάζεις πάλιν εἰς τὸν δεξιόν σου ὦμον καὶ λέγεις: Σὲ παρακαλῶ, Θεέ μου, νὰ μὲ συγχωρήσῃς καὶ νὰ μὲ βάλῃς εἰς τὰ δεξιὰ μὲ τοὺς δικαίους. Βάνοντάς το πάλι εἰς τὸν ἀριστερὸν ὦμον, λέγεις: Σὲ παρακαλῶ, Κύριέ μου, μὴ μὲ βάλῃς εἰς τὰ ἀριστερὰ μὲ τοὺς ἁμαρτωλούς. Ἔπειτα, κύπτοντας κάτω εἰς τὴν γῆν: Σὲ δοξάζω, Θεέ μου, σὲ προσκυνῶ καὶ σὲ λατρεύω ὅτι, καθὼς ἐβάλθηκες εἰς τὸν τάφον, ἔτσι θὰ βαλθῶ καὶ ἐγώ. Καὶ ὅταν σηκώνεσαι ὀρθός, φανερώνεις τὴν Ἀνάστασιν, καὶ λέγεις: Σὲ δοξάζω, Κύριέ μου, σὲ προσκυνῶ καὶ σὲ λατρεύω, πὼς ἀναστήθηκες ἀπὸ τοὺς νεκρούς, διὰ νὰ μᾶς χαρίσῃς τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον. Αὐτὸ σημαίνει ὁ πανάγιος σταυρός.»