«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2023

Σταχυολογήματα Ὁσίου Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ

 



Ὅπου βρίσκεται ὁ Θεός, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχει κακό. Ὅλα ὅσα προέρχονται ἀπὸ τὸ Θεό, ἔχουν μέσα τους τὴν εἰρήνη καὶ ὁδηγοῦν τὸν ἄνθρωπο στὴν αὐτοκατάκριση καὶ τὴν ταπείνωση.

«Ἡ πίστη χωρίς τὰ ἔργα εἶναι νεκρή» (Ἰακ 2:26). Ἡ ἀληθινή πίστη δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει χωρίς τὰ ἔργα. Ὅποιος πραγματικὰ πιστεύει, ἐκεῖνος ὁπωσδήποτε θὰ κάνει καὶ καλὰ ἔργα.

Ἂν ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ ἀγάπη στὸ Θεό καὶ ἀπὸ ἀφοσίωση στὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς, δὲν πολυμεριμνᾶ γιὰ τὸν ἑαυτό του, πιστεύοντας ὅτι γι’ αὐτὸν φροντίζει ὁ Θεός, αὐτή του ἡ ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ εἶναι καὶ γνήσια καὶ συνετή.

Ὅποιος πραγματικὰ ἀγαπάει τὸν Θεόν, θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του ταξιδιώτη καὶ ξένο στὴ γῆ αὐτή. Στὴν ἐπιδίωξή του νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεόν, Αὐτὸν μονάχα ἀτενίζει συνεχῶς μὲ τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ του.

Ὁ ἄνθρωπος ποὺ θ' ἀποφασίσει νὰ ζήσει τὴν ἐσωτερική ζωή, πρῶτ' ἀπ’ ὅλα πρέπει νὰ ἔχει τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι καὶ ἡ ἀρχή τῆς σοφίας.(Παροιμ. 1:7)

Ὁ νοῦς τοῦ προσεκτικοῦ ἀνθρώπου μοιάζει μὲ ἄγρυπνο φύλακα καὶ φρουρὸ τῆς ἐσωτερικῆς Ἱερουσαλήμ. Ἀπό τὸ ὕψος τῆς πνευματικῆς ζωῆς, βλέπει μὲ τὸ καθαρό του μάτι τὶς ἐνάντιες δυνάμεις, γύρω του καί μέσα στὴν ψυχή του, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Ψαλμωδοῦ: «Καὶ εἶδαν τὰ μάτια μου τὶ ἔπαθαν οἱ ἐχθροί μου» (Ψαλμ. 53:9).

Ὁ ἄνθρωπος, ὅσο ἔχει τὴν σάρκα του, μοιάζει μὲ ἀναμμένο κερί. Ὅπως τὸ κερί εἶναι προορισμένο νὰ λιώσει, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ πεθάνει. Ἡ ψυχή του ὅμως εἶναι ἀθάνατη, γι’ αὐτὸ καὶ πρέπει νὰ μεριμνοῦμε περισσότερο γιὰ τὴν ψυχή παρὰ γιὰ τὸ σῶμα: «Τὶ ὠφελεῖται ὁ ἄνθρωπος, ἄν κερδίσει ὁλόκληρο τὸν κόσμο, χάσει ὅμως τὴν ψυχή του; Ἢ τὶ μπορεῖ νὰ δώσει ὁ ἄνθρωπος ὡς ἀντάλλαγμα γιὰ τὴν ψυχή του». (Ματθ. 16:26)

Ἂν ἐπιτρέψει ὁ Κύριος νὰ δοκιμάσει ὁ ἄνθρωπος ἀσθένειες, τότε Ἐκεῖνος θὰ τοῦ δώσει καὶ τὴ δύναμη τῆς ὑπομονῆς.

Πρέπει νὰ συνηθίσεις τὸν νοῦ σου νὰ «κολυμπάει» στον νόμο τοῦ Κυρίου. Κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγηση Ἐκείνου νὰ προσαρμόζεις καὶ τὴν ζωή σου.

Ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς ἀποκτᾶται μὲ τὶς θλίψεις. Ἡ Γραφή λέει: «Περάσαμε ἀπὸ τὴ φωτιὰ καὶ τὸν κατακλυσμὸ τῶν θλίψεων. Τελικά, ὅμως, μᾶς ὁδήγησες σὲ τόπο ἀναψυχῆς». (Ψαλμ. 65:12)

Τίποτε δὲν συμβάλλει τόσο στὴν ἀπόκτηση τῆς ἐσωτερικῆς εἰρήνης, ὅσο ἡ σιωπὴ καὶ ἡ συζήτηση μὲ τὸν ἑαυτό μας μᾶλλον παρὰ μὲ τοὺς ἄλλους.

Μπορεῖς, βλέποντας τὸν ἥλιο μὲ τὰ φυσικὰ μάτια, νὰ μὴ χαίρεσαι; Μὰ πόσο μεγαλύτερη χαρὰ θὰ νοιώθεις, ὅταν ὁ νοῦς σου βλέπει μὲ τὰ ἐσωτερικὰ μάτια τὸν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης, τὸ Χριστό;

Γιὰ νὰ διατηρήσεις τὴν ψυχική εἰρήνη πρέπει νὰ διώχνεις ἀπὸ κοντά σου τὴν ἀθυμία, νὰ προσπαθεῖς νὰ ἔχεις τὸ πνεῦμα τῆς χαράς, νὰ ἀποφεύγεις τὴν κατάκριση τῶν ἄλλων καὶ νὰ συγκαταβαίνεις στὶς ἀδυναμίες τῶν ἀδελφῶν σου.

Κάθε πρόοδο καὶ ἐπιτυχία, σ’ ὁποιονδήποτε τομέα τῆς ζωῆς μας, πρέπει νὰ τὶς ἀποδίδουμε στὸν Κύριο. Καὶ μαζί μὲ τὸν προφήτη νὰ λέμε: «Ὄχι σ' ἐμᾶς, Κύριε, ὄχι σ' ἐμᾶς, ἀλλὰ στ' ὄνομά σου δῶσε δόξα(Ψαλμ. 113:9)

Στὸ 35ο ἔτος τῆς ηλικίας του, δηλαδή στὰ μισὰ τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, ὁ ἄνθρωπος κάνει συνήθως μεγάλο ἀγώνα γιὰ νὰ συγκρατήσει τὸν ἑαυτό του. Πολλοί, σ’ αὐτὴ τὴν ἡλικία, δὲν παραμένουν στὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς. Ξεφεύγουν καὶ ἀκολουθοῦν τὸν δρόμο τῶν ἐπιθυμιῶν τους.

Ὅποιος θέλει νὰ σωθεῖ πρέπει νὰ διατηρεῖ τὴν καρδιά του σὲ κατάσταση μετανοίας καὶ συντριβῆς: «Θυσία εὐάρεστη γιὰ τὸ Θεό εἶναι ἡ ψυχή ποὺ ἔχει συντριβεῖ μὲ τὴ μετάνοια. Ποτὲ δὲν θὰ καταφρονήσει ὁ Θεός καρδιὰ ποὺ νιώθει συντριβή καὶ ταπείνωση.» (Ψαλμ. 50:19)

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νὰ ἔχει καρδιὰ ταπεινὴ καὶ λογισμό εἰρηνικό, τότε ὅλες οἱ σκευωρίες τοῦ ἐχθροῦ μένουν ἀνενέργητες. Γιατὶ ὅπου ὑπάρχει ἡ εἰρήνη τῶν λογισμῶν, ἐκεῖ ἀναπαύεται ὁ ἴδιος ὁ Θεός.

Ἡ ἀπελπισία εἶναι ἡ μεγαλύτερη χαρὰ τοῦ διαβόλου. Εἶναι ἁμαρτία θανάσιμη.

Προτοῦ ἀκούσεις τὸν ἄλλον δὲν πρέπει νὰ ἀπαντᾶς. «Ἐκεῖνος ποὺ ἀποκρίνεται χωρὶς ν' ἀκούσει πρῶτα, εἶναι ἀσύνετος καὶ ντροπιάζεται». (Παροιμ. 18:13)

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δεχθεῖ κάτι τὸ θεϊκό μέσα του, ἡ καρδιά του χαίρεται. Ὅταν ἀντίθετα, δεχθεῖ κάτι τὸ διαβολικό, τότε συγχύζεται καὶ ταράζεται.

Ὅποιος σηκώνει τὴν ἀρρώστια μὲ ὑπομονή καὶ εὐγνωμοσύνη στὸ Θεό, στεφανώνεται σὰν μάρτυρας.

Πρέπει νὰ διώχνουμε μακριὰ τοὺς ἀκάθαρτους λογισμούς, ιδιαίτερα ὅταν προσευχόμαστε στὸ Θεό. Γιατὶ δὲν εἶναι δυνατόν νὰ συνυπάρχουν ἡ δυσοσμία μὲ τὴν εὐωδία.

Ἂν ἐμεῖς δὲν συμφωνοῦμε μὲ τοὺς κακούς λογισμούς, ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὸ διάβολο, κάνουμε πολὺ καλά. Γιατὶ τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα μόνο στοὺς ἐμπαθεῖς ἀνθρώπους ἀσκεῖ ἀποτελεσματικὰ τὴν ἐπίδρασή του, ἐνῶ τοὺς ἀπαθεῖς προσπαθεῖ νὰ τοὺς ἐπηρεάσει ἀπὸ μακριά.

Ὁ νέος ἄνθρωπος εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴν ταράζεται ἀπὸ σαρκικούς λογισμούς. Πρέπει γι’ αὐτὸ νὰ προσεύχεται ἐπίμονα στον Θεό, γιὰ νὰ σβήνει τὴ σπίθα τῶν αἰσχρῶν ἐπιθυμιῶν μόλις ἐμφανίζεται. Ἔτσι δὲν θὰ δυναμώσει ποτὲ ἡ φλόγα.

Πρέπει νὰ τὰ ὑπομένουμε ὅλα γιὰ χάρη τοῦ Θεού μὲ εὐχαρίστηση. Ἡ ζωή μας, συγκριτικὰ μὲ τὴν αἰωνιότητα, εἶναι μια στιγμή. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀπόστολος λέει πὼς «ὅσα ὑποφέρουμε τώρα, δὲν ἰσοσταθμίζουν τὴ δόξα ποὺ μᾶς ἐπιφυλάσσει ὁ Θεός στὸ μέλλον.» (Ρωμ. 8:18)

Ἂς ἀγαπήσουμε τὴν ταπεινοφροσύνη, γιὰ νὰ δοῦμε τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, γιατὶ ὅπου στάζει ἡ ταπεινοφροσύνη, ἐκεῖ ἀναβλύζει ἡ θεϊκή δόξα.

Χωρίς τὸ φῶς, ὅλα εἶναι σκοτεινά. Καὶ χωρίς τὴν ταπεινοφροσύνη, τίποτα δὲν ὑπάρχει μέσα στὸν ἄνθρωπο, παρὰ μόνο σκοτάδι.

Ὅπως τὸ κερί ἂν δὲν ζεσταθεῖ καὶ δὲν μαλακώσει, δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ πάνω του σφραγίδα, ἔτσι καὶ ἡ ψυχή, ἂν δὲν δοκιμαστεῖ μὲ τοὺς κόπους καὶ τὶς ἀσθένειες, δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ πάνω της τὴ σφραγίδα τῆς ἀρετῆς.

Στοὺς συνανθρώπους μας πρέπει νὰ φερόμαστε μὲ λεπτότητα, χωρίς οὔτε μὲ τὸ βλέμμα μας νὰ τοὺς προσβάλλουμε.

Τὸν συγχυσμένο καὶ θλιμμένο ἄνθρωπο φρόντισε νὰ τὸν ἐνθαρρύνεις μὲ λόγια ἀγάπης.

Γιὰ τὴν ἀδικία ποὺ σοῦ προξενοῦν οἱ ἄλλοι, ὅποια κι’ ἂν εἶναι αὐτή, δὲν πρέπει νὰ ἐκδικεῖσαι. Ἀπεναντίας νὰ συγχωρεῖς ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς σου ἐκεῖνον ποὺ σὲ ἀδίκησε.

Δὲν πρέπει νὰ τρέφεις στὴν καρδιά σου μίσος καὶ ἀντιπάθεια ἐναντίον ἐκείνου ποὺ σὲ ἐχθρεύεται. Ἀλλὰ νὰ τὸν ἀγαπᾶς καὶ νὰ τοῦ κάνεις ὅσο μπορεῖς τὸ καλό, ἀκολουθώντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ: «Ν' ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας, νὰ εὐεργετεῖτε αὐτοὺς ποὺ σᾶς μισοῦν».(Ματθ. 5:44)

Ἡ πύλη τῆς μετανοίας εἶναι γιὰ ὅλους ἀνοιχτή, καὶ κανείς δὲν ξέρει ποιὸς θὰ τὴν πρωτοπεράσει∙ ἐσὺ ποὺ κατακρίνεις τὸν ἄλλον ἢ αὐτὸς ποὺ κατακρίνεται ἀπὸ σένα; Κατάκρινε πάντοτε τὸν ἑαυτό σου καὶ θὰ πάψεις νὰ κατακρίνεις τοὺς ἄλλους.

Μπορεῖς νὰ κατακρίνεις μιὰ πράξη κακή, ποτὲ ὅμως ἐκεῖνον ποὺ τὴν ἔκανε.

Ὅταν ἐγκαταλειφθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ Θεό, τότε ὁ διάβολος εἶναι ἕτοιμος νὰ τὸν ἀφανίσει, ὅπως ἀφανίζει ἡ μυλόπετρα τὸ σπόρο τοῦ σιταριοῦ.

Ἡ περιττὴ μέριμνα γιὰ τὰ βιοτικὰ πράγματα εἶναι γνώρισμα ἄνθρωπου ἄπιστου καὶ μικρόψυχου. Καὶ εἶναι συμφορά, ἂν φροντίζουμε οἱ ἴδιοι γιὰ τὸν ἑαυτό μας, καὶ δὲν στηριζόμαστε στὸ Θεό, ποὺ φροντίζει γιὰ μᾶς!

Εἶναι καλύτερο νὰ περιφρονοῦμε ὅσα δὲν εἶναι δικά μας, δηλαδή τὰ πρόσκαιρα καὶ τὰ παροδικά, καὶ νὰ ζητᾶμε τὰ δικά μας, δηλαδὴ τὰ ἄφθαρτα καὶ τὰ αἰώνια.

Ἡ θλίψη εἶναι τὸ σκουλήκι τῆς καρδιᾶς, ποὺ κατατρώει τὴ μητέρα ποὺ τὸ γέννησε.

Ὅποιος νίκησε τὰ πάθη, αὐτὸς νίκησε καὶ τὴ θλίψη. Ὅποιος νικιέται ἀπὸ τὰ πάθη, δὲν θὰ ἀποφύγει τὰ δεσμὰ τῆς θλίψεως. Ὅπως ὁ ἅρρωστος φαίνεται ἀπὸ τὸ χρῶμα τοῦ προσώπου του, ἔτσι καὶ ὁ ἐμπαθὴς ἀπὸ τὴν κατάθλιψη.

Ὁ Κύριος φροντίζει γιὰ τὴν σωτηρία μας. Ὁ ἀνθρωποκτόνος ὅμως διάβολος προσπαθεῖ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀπελπισία.

Δὲν πρέπει νὰ κλονιζόμαστε στὴν πνευματικὴ ζωὴ ἀπὸ καμιὰ ἐχθρική δύναμη. Ἀντίθετα, νὰ στηριζόμαστε στὰ λόγια τοῦ Θεοῦ: «Μὴ φοβηθεῖτε ὅ,τι αὐτοὶ φοβοῦνται, οὕτε νὰ ταραχθεῖτε, γιατὶ ὁ Θεός εἶναι μαζί μας. Μόνο τὸν Κύριο νὰ τιμᾶτε ὡς ἅγιο, καὶ μόνο αὐτὸς νὰ σᾶς ἐμπνέει σεβασμὸ καὶ φόβο» (πρβλ. Ἡσ. 8:12-13)

 

Ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ

 

 Πηγή: orthodoxfathers.com




Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2022

Tοῦ Ὁσίου Σεραφεὶμ τοῦ Σαρώφ

 

 


 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ ἐκ νεότητος ἀκολουθήσας θερμῶς, 

εὐχαῖς καὶ δεήσεσιν, ἐν τῇ ἐρήμῳ Σαρώφ, 

ὡς ἄσαρκος ἤσκησας· 

ὅθεν τοῦ Παρακλήτου, δεδεγμένος τὴν χάριν, 

ὤφθης τῆς Θεοτόκου, θεοφόρος θεράπων· 

διὸ σε μακαρίζομεν, Σεραφεὶμ Πάτερ Ὅσιε.


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν Σάρωφ ὡς ἄγγελος, βεβιωμένος, 

Σεραφεὶμ μακάριε, ὤφθης δοχεῖον ἐκλεκτόν, 

τῶν χαρισμάτων, τοῦ Πνεύματος, 

λόγῳ πλουσίῳ ἐκφαίνων τὰ κρείττονα.


Μεγαλυνάριον
Ὅλος ἀνακείμενος τῷ Χριστῷ, 

χαρίτων τῶν θείων, ἀναδέδειξαι θησαυρός, 

θαύμασι καὶ λόγοις, καὶ θείαις ὑποθήκαις 

ὦ Σεραφεὶμ παμμάκαρ, φωτίζων ἅπαντας.

 

Πηγή: saint.gr 

Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2021

Ἂς ἀγαπήσουμε τὴν ταπεινοφροσύνη - Ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σαρώφ

 

 

 

* Ὅποιος σηκώνει τὴν ἀρρώστια μὲ ὑπομονή καὶ εὐγνωμοσύνη στὸ Θεό, στεφανώνεται σὰν μάρτυρας.

 

* Πρέπει νὰ τὰ ὑπομένουμε ὅλα γιὰ χάρη τοῦ Θεού μὲ εὐχαρίστηση. Ἡ ζωή μας, συγκριτικὰ μὲ τὴν αἰωνιότητα, εἶναι μια στιγμή. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀπόστολος λέει πὼς «ὅσα ὑποφέρουμε τώρα, δὲν ἰσοσταθμίζουν τὴ δόξα ποὺ μᾶς ἐπιφυλάσσει ὁ Θεός στὸ μέλλον.» (Ρωμ. 8:18)

 

* Ἂς ἀγαπήσουμε τὴν ταπεινοφροσύνη, γιὰ νὰ δοῦμε τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, γιατὶ ὅπου στάζει ἡ ταπεινοφροσύνη, ἐκεῖ ἀναβλύζει ἡ θεϊκή δόξα.

 

Ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σαρώφ

Πηγή: orthodoxfathers.com

Ὁ Ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ

 

 

https://www.youtube.com/watch?v=Bw8UOvz9Y3o

Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2020

Ὁ βίος τοῦ Ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ


Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ γεννήθηκε στὸ Κοὺρσκ τῆς Ρωσίας στὶς 19 Ἰουλίου 1759 καὶ ὀνομάσθηκε Πρόχορος. Οἱ γονεῖς του, Ἰσίδωρος καὶ Ἀγάθη Μοσνίν, ἦταν εὐκατάστατοι ἔμποροι. Ὁ πατέρας του εἶχε ἐργοστάσια πλινθοποιίας καὶ παράλληλα ἀναλάμβανε τὴν ἀνέγερση πέτρινων οἰκοδομημάτων, ναῶν καὶ σπιτιῶν. Κάποτε ἄρχισε νὰ χτίζει στὸ Κοὺρσκ ἕνα ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Ὁσίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ, τοῦ Θαυματουργοῦ, ἀλλὰ ξαφνικὰ τὸ 1762, πεθαίνει, ἀφήνοντας στὴν σύζυγό του τὴ μέριμνα γιὰ τὴν ὁλοκλήρωση τοῦ ναοῦ. Ὁ Πρόχορος κληρονόμησε τὶς ἀρετὲς τῶν γονέων του καὶ ἰδίως τὴν εὐσέβειά τους.

Σὲ ἡλικία δέκα ἐτῶν ἄρχισε νὰ μαθαίνει μὲ ζῆλο τὰ ἱερὰ γράμματα, ἀλλὰ ἀρρώστησε ξαφνικὰ βαριὰ χωρὶς ἐλπίδα ἀναρρώσεως. Στὴν κρισιμότερη καμπὴ τῆς ἀσθένειας εἶδε στὸν ὕπνο του τὴν Παναγία, ἡ ὁποία ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ τὸν ἐπισκεφθεῖ καὶ θὰ τὸν θεραπεύσει. Πράγματι, ἔτυχε μία μέρα νὰ γίνεται λιτανεία καὶ νὰ περνᾷ ἔξω ἀπὸ τὴν οἰκία τοῦ μικροῦ ἄρρωστου παιδιοῦ, ἡ θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. Τὴν στιγμὴ ἐκείνη ἔπιασε δυνατὴ βροχή. Ἡ λιτανεία σταμάτησε καὶ ἡ εἰκόνα μεταφέρθηκε στὴν αὐλὴ τῆς οἰκίας τοῦ Προχόρου, μέχρι νὰ περάσει ἡ μπόρα. Τότε ἡ μητέρα του Ἀγάθη, κατέβασε τὸ ἄρρωστο παιδί της καὶ τὸ πέρασε κάτω ἀπὸ τὴν εἰκόνα. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἡ ὑγεία του βελτιώθηκε μέχρι ποὺ ἀποκαταστάθηκε τελείως.

Νέος ἐγκαταλείπει τὸ πατρικό του σπίτι, στὴν πόλη Κούρσκ, καὶ ἔρχεται νὰ μονάσει στὴ μονὴ τοῦ Σάρωφ. Ἡ δοκιμασία του προκειμένου νὰ γίνει Μοναχὸς διαρκεῖ ὀκτὼ χρόνια. Στὶς 13 Αὐγούστου τοῦ 1786 κείρεται Μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Σεραφείμ. Σὲ δυὸ μῆνες χειροτονεῖται Διάκονος.

Περιφρουρούμενος μὲ τὸ ταπεινὸ φρόνημα ὁ Διάκονος Σεραφείμ, ἀνέρχεται στὴν Πνευματικὴ ζωὴ «ἐκ δυνάμεως εἰς δύναμιν». Ὡς Διάκονος παραμένει ὅλη τὴν ἡμέρα στὸ Μοναστῆρι, διακονεῖ στὶς Ἀκολουθίες, τηρεῖ μὲ ἀκρίβεια τοὺς μοναστηριακοὺς κανονισμοὺς καὶ ἐκτελεῖ τὰ διακονήματά του. Τὸ βράδυ ὅμως ἀπομακρύνεται στὸ δάσος, στὸ ἐρημικό του κελί, ὅπου διέρχεται τὶς νυκτερινὲς ὧρες μὲ προσευχή, καὶ πολὺ πρωὶ ἐπιστρέφει πάλι στὸ μοναστῆρι.

Στὶς 2 Σεπτεμβρίου 1793 χειροτονεῖται Ἱερεὺς καὶ ἀποδύεται μὲ μεγαλύτερο ζῆλο καὶ ἀγάπη στὸν Πνευματικὸ ἀγῶνα. Τώρα πλέον δὲν τὸν ἱκανοποιεῖ ὁ βαρὺς γιὰ τοὺς ἄλλους μόχθος τῆς κοινοβιακῆς ζωῆς, δηλαδὴ ἡ κοινὴ προσευχή, ἡ νηστεία, ἡ ὑπακοή, ἡ ἀκτημοσύνη. Μέσα του φουντώνει ἡ δίψα γιὰ πιὸ ὑψηλὲς Πνευματικὲς ἀσκήσεις. 



Ἐγκαταλείπει λοιπόν, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ἡγουμένου, τὴ Μονὴ καὶ ἀποσύρεται μέσα στὸ πυκνὸ δάσος τοῦ Σάρωφ. Περνᾶ ἐκεῖ δεκαπέντε χρόνια σὲ τέλεια ἀπομόνωση, μὲ αὐστηρὴ νηστεία, ἀδιάλειπτη προσευχή, μελέτη τοῦ Θείου Λόγου καὶ σωματικοὺς κόπους. Γιὰ χίλιες ἡμέρες καὶ χίλιες νύκτες μιμεῖται τοῦ παλιοὺς στυλῖτες τῆς Ἐκκλησίας. Ἀνεβασμένος σὲ μία πέτρα καὶ μὲ τὰ χέρια ὑψωμένα στὸν οὐρανό, προσεύχεται : «Ὁ Θεὸς ἰλάσθητι μοὶ τῷ ἁμαρτωλῷ».



Τελειώνοντας τὴν ἀναχωρητικὴ ζωὴ ἐπανέρχεται στὴ Μονὴ τοῦ Σάρωφ καὶ κλείνεται σὰν σὲ μνῆμα στὴν ἀπομόνωση γιὰ ἄλλα δεκαπέντε χρόνια. Γιὰ τὰ πρῶτα πέντε βάζει τὸν ἑαυτό του στὸν κανόνα τῆς σιωπῆς. Μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ φωτίζει ὁλόκληρος ἀπὸ τὴν Θεία Χάρη καὶ ἀξιώνεται νὰ ζήσει Πνευματικὲς ἀναβάσεις καὶ νὰ δεῖ θεϊκὰ ὁράματα. Μετὰ τὸν ἐγκλεισμό, ὥριμος πλέον στὴν Πνευματικὴ ζωὴ καὶ γέροντας στὴν ἡλικία, ἀφιερώνεται στὴ διακονία τοῦ πλησίον, τοῦ ἐλάχιστου ἀδελφοῦ. Μὲ τὴν αὐστηρὴ ἀσκητικὴ ζωή του καὶ τὴν φωτεινὴ μορφή του εἶχε προσελκύσει γύρω του πλῆθος Χριστιανῶν, ποὺ τὸν ἀγαποῦσαν καὶ πίστευαν ἀκράδαντα  στὴν θαυματουργικὴ δύναμη τῶν ἁγίων του προσευχῶν. Πλούσιοι καὶ φτωχοί, διάσημοι καὶ ἄσημοι συνέρρεαν καθημερινὰ στὸ κελί του, γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του καὶ τὴν Πνευματικὴ καθοδήγηση γιὰ τὴ ζωή τους. Τοὺς δεχόταν ὅλους μὲ ἀγάπη καὶ ὅταν ἔβλεπε τὰ πρόσωπά τους ἀναφωνοῦσε: «Χαρά μου!».



Ἐξομολογοῦσε πολλούς, θεράπευε ἀσθενεῖς, ἐνῷ σὲ ἄλλους ἔδιδε νὰ ἀσπασθοῦν τὸν σταυρὸ ποὺ εἶχε κρεμασμένο στὸ στῆθος του ἢ τὴν εἰκόνα ποὺ εἶχε στὸ τραπέζι τοῦ κελιοῦ του. Σὲ πολλοὺς πρόσφερε ὡς εὐλογία ἀντίδωρο, ἁγίασμα ἢ παξιμάδια, ἄλλους τοὺς σταύρωνε στὸ μέτωπο μὲ λάδι ἀπὸ τὸ καντῆλι, ἐνῷ μερικοὺς τοὺς ἀγκάλιαζε καὶ τοὺς ἀσπαζόταν λέγοντας: «Χριστὸς Ἀνέστη!».


Τὴν 1η Ἰανουαρίου 1833, ἡμέρα Κυριακή, ὁ Ὅσιος ᾖλθε γιὰ τελευταία φορὰ στὸ Ναὸ τοῦ νοσοκομείου τῶν Ἁγίων Ζωσιμᾶ καὶ Σαββατίου. Ἄναψε κερὶ σὲ ὅλες τὶς εἰκόνες καὶ τὶς ἀσπάσθηκε. Μετάλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ μετὰ τὸ τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας ζήτησε συγχώρεση ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀδελφούς, τοὺς εὐλόγησε, τοὺς ἀσπάσθηκε καὶ παρηγορητικὰ τοὺς εἶπε: «Σώζεσθε, μὴν ἀκηδιᾶτε, ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε. Στέφανοι μᾶς ἑτοιμάζονται». Ὁ Μοναχὸς Παῦλος πρόσεξε ὅτι ὁ Ὅσιος ἐκείνη τὴν ἡμέρα πῆγε τρεῖς φορὲς στὸν τόπο ποὺ εἶχε ὑποδείξει γιὰ τὸν ἐνταφιασμό του. Καθόταν ἐκεῖ καὶ κοίταζε ἀρκετὴ ὥρα στὴ γῆ. Τὸ βράδυ τὸν ἄκουσε νὰ ψάλλει στὸ κελί του Πασχαλινοὺς ὕμνους: «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι…», «Φωτίζου, φωτίζου ἡ νέα Ἱερουσαλήμ…», «Ὤ, Πάσχα τὸ μέγα καὶ ἱερώτατον, Χριστέ…».

Ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὶς 2 Ἰανουαρίου 1833. Οἱ μοναχοὶ τὸν εἶδαν μὲ τὸ λευκὸ ζωστικό, γονατιστὸ σὲ στάση προσευχῆς μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, ἀσκεπῆ, μὲ τὸ χάλκινο σταυρὸ στὸ λαιμὸ καὶ μὲ τὰ χέρια στὸ στῆθος σὲ σχῆμα σταυροῦ. Νόμιζαν ὅτι τὸν εἶχε πάρει ὁ ὕπνος.

 
Τὰ ἱερὰ λείψανά του ἐξαφανίστηκαν κατὰ τὴν περίοδο τῆς Ὀκτωβριανῆς ἐπαναστάσεως καὶ ξαναβρέθηκαν τὸ 1990, στὴν Ἁγία Πετρούπολη. Τὸ 1991 ἐπέστρεψαν στὴν μονὴ Ντιβέγιεβο.


Πηγή: synaxarion.gr

Πρὸς τιμὴν τοῦ Ὁσίου Σεραφεὶμ τοῦ Σαρώφ



Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ . Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ ἐκ νεότητος ἀκολουθήσας θερμῶς, 
εὐχαῖς καὶ δεήσεσιν, ἐν τῇ ἐρήμῳ Σαρώφ, 
 ὡς ἄσαρκος ἤσκησας· 
ὅθεν τοῦ Παρακλήτου, δεδεγμένος τὴν χάριν, 
ὤφθης τῆς Θεοτόκου, θεοφόρος θεράπων· 
διὸ σε μακαρίζομεν, Σεραφεὶμ Πάτερ Ὅσιε.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν Σάρωφ ὡς ἄγγελος, βεβιωμένος, 
Σεραφεὶμ μακάριε, ὤφθης δοχεῖον ἐκλεκτόν, 
 τῶν χαρισμάτων, τοῦ Πνεύματος
, λόγῳ πλουσίῳ ἐκφαίνων τὰ κρείττονα.

Μεγαλυνάριον.
Ὅλος ἀνακείμενος τῷ Χριστῷ, 
χαρίτων τῶν θείων, ἀναδέδειξαι θησαυρός, 
θαύμασι καὶ λόγοις, καὶ θείαις ὑποθήκαις 
ὦ Σεραφεὶμ παμμάκαρ, φωτίζων ἅπαντας.

Πηγή: synaxarion.gr

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2019

Περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διδασκαλία - Ὅσιος Σεραφεὶμ του Σάρωφ


Ὁ κτηματίας Νικόλαος Μοτοβίλωφ, πού τό 1831 θεραπεύθηκε θαυματουργικά ἀπό σοβαρή ἀσθένεια μέ τήν προσευχή τοῦ ὁσίου Σεραφείμ, ἀπέκτησε τήν εὔνοιά του καί ἀξιώθηκε νά συζητήση πολύ μαζί του γύρω ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα. Τή συζήτησί του αὐτή κατέγραψε σέ σημειώσεις, οἱ ὁποῖες παρέμειναν στή μονή Ντιβέγιεβο περισσότερο ἀπό ἑξῆντα χρόνια. Τό 1902 τίς παρέλαβε ὁ Σ.Α. Νεῖλος ἀπό τή γερόντισσα Ἑλένα Νικαλάεβνα, χήρα τοῦ Μοτοβίλωφ, καί μέ τήν ἄδεια τῆς ἡγουμένης Μαρίας τίς ἔφερε στό φῶς τῆς δημοσιότητος τό 1903 στά «Μοσχοβίτικα χρονικά» τοῦ Ἰουλίου μέ τόν τίτλο: «Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἀναπαυόταν φανερά στόν πατέρα Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, στή συζήτησί του γιά τόν σκοπό τῆς χριστιανικῆς ζωῆς».
Ἀργότερα οἱ σημειώσεις αὐτές ἀναδημοσιεύθηκαν ἀπό τόν Λ. Ντενίσωφ στό βιβλίο του «Ὁ βίος τοῦ ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ» καί ἀπό τόν πατέρα Π. Φλορένσκυ στό ἔργο του «Στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας».


Ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας

Ἦταν Πέμπτη, γράφει ὁ Μοτοβίλωφ. Ἡμέρα συννεφιασμένη. Τό χιόνι στή γῆ εἶχε ἀνεβῆ στούς 25 πόντους, ἐνῶ ἀπό τόν οὐρανό ἐξακολουθοῦσαν νά πέφτουν πυκνές νιφάδες, ὅταν ὁ πατήρ Σεραφείμ ἄρχισε νά συζητᾶ μαζί μου. Μέ ἔβαλε νά καθήσω στόν κορμό ἑνός δένδρου πού μόλις εἶχε κόψει, καί ὁ ἴδιος κάθησε ἀπέναντί μου. Βρισκόμασταν μέσα στό δάσος, κοντά στό ἐρημητήριό του, πάνω στόν λόφο πού κατέληγε στίς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Σάρωφκα.
— Ὁ Κύριος μοῦ ἀπεκάλυψε, εἶπε ὁ μεγάλος στάρετς, ὅτι ἀπό τά παιδικά σας χρόνια ἐπιθυμούσατε πολύ νά μάθετε ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, καί εἴχατε ρωτήσει πολλές φορές μεγάλες πνευματικές προσωπικότητες.
— Πράγματι, ἀπάντησα, ἀπό τήν ἡλικία τῶν δώδεκα ἐτῶν μέ ἀπασχολοῦσε ἐπίμονα αὐτός ὁ λογισμός καί εἶχα ἀπευθυνθῆ σέ πολλούς πνευματικούς ἀνθρώπους, ἀλλά οἱ ἀπαντήσεις τους δέν μέ ἱκανοποιοῦσαν.
— Μάλιστα, συνέχισε ὁ πατήρ Σεραφείμ. Κανείς σέν σᾶς εἶχε δώσει ὁριστική ἀπάντησι. Νά ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, ἔλεγαν: Νά πηγαίνεις στήν ἐκκλησία, νά προσεύχεσαι στόν Θεό, νά τηρῆς τίς ἐντολές Του, νά κάνεις τό καλό. Ὡρισμένοι δυσανασχετοῦσαν μαζί σας καί σᾶς ἔλεγαν ὅτι ἀσχολεῖσθε μέ μία περιέργεια πού δέν ἀρέσει στόν Θεό. «Μή ζητᾶς πράγματα πάνω ἀπό τίς δυνάμεις σου», συμπλήρωναν. Κανείς ὅμως δέν σᾶς ἔδωσε τή σωστή ἀπάντησι. Ὁρίστε λοιπόν, ἐγώ ὁ πτωχός Σεραφείμ θά σᾶς ἐξηγήσω τώρα ποιός εἶναι πράγματι αὐτός ὁ σκοπός:
Ἡ προσευχή, ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καί κάθε χριστιανικό ἔργο, ὅσο κι ἄν εἶναι καλό καθ᾽ ἑαυτό, δέν ἀποτελεῖ τόν σκοπό τῆς χριστιανικῆς μας ζωῆς, ἀλλά χρησιμεύει σάν μέσο γιά τήν ἐπιτυχία του. Ὁ πραγματικός σκοπός τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτησις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τά καλά ἔργα
Πρέπει νά γνωρίζετε, ἀγαπητέ, πώς μόνο ὅταν γίνεται χάριν τοῦ Χριστοῦ ἕνα καλό ἔργο φέρνει τούς καρπούς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τό καλό βέβαια, κι ἄν ἀκόμη δέν ἔχει γίνει γιά τόν Χριστό, δέν παύει νά εἶναι καλό. Ἡ Γραφή λέει: «Ἐν παντί ἔθνει ὁ φοβούμενος αὐτόν καί ἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτός αὐτῷ ἐστι» (Πράξ. ι´ 35). Πόσο εὐάρεστος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ἐργάζεται τή δικαιοσύνη, φαίνεται στήν περίπτωσι τοῦ ἑκατοντάρχου Κορνηλίου στήν εὐαγγελική ἱστορία. Ὁ Κορνήλιος ἦταν θεοφοβούμενος καί πολύ ἐλεήμων. Σ᾽ αὐτόν λοιπόν, ἐνῶ προσευχόταν, ἐμφανίσθηκε ἄγγελος Κυρίου καί τοῦ εἶπε: «Πέμψον εἰς Ἰόππην καί μετακάλεσαι Σίμωνα ὅς ἐπικαλεῖται Πέτρος· οὗτος ξενίζεται ἐν οἰκίᾳ Σίμωνος βυρσέως... ὅς παραγενόμενος λαλήσει σοι» (Πράξ. ι´ 32). Ὁ Πέτρος μίλησε στόν Κορνήλιο γιά τήν αἰώνια ζωή καί πίστεψε κι αὐτός καί ὅλη ἡ οἰκογένειά του.
Ὁ Κύριος χρησιμοποιεῖ ὅλα τά θεϊκά Του μέσα, γιά νά δώση τήν εὐκαιρία σ᾽ ἕνα τέτοιον ἄνθρωπο, σάν ἀμοιβή γιά τά καλά του ἔργα, νά μή στερηθῆ τήν αἰώνια μακαριότητα.
Ἀπό τήν εὐαγγελική αὐτή διήγησι συμπεραίνουμε πώς ὁ Κύριος, ὅσον ἀφορᾶ τά καλά ἔργα πού δέν γίνονται γι᾽ Αὐτόν, περιορίζεται στό νά μᾶς δώση τά μέσα γιά νά τά ἀξιοποιήσουμε. Καί ἀπό ἐμᾶς πλέον ἐξαρτᾶται, ἄν θά τά ἀξιοποιήσουμε ἤ ὄχι. Νά γιατί εἶπε ὁ Κύριος στούς Ἑβραίους: «Εἰ τυφλοί ἦτε, οὐκ ἄν εἴχετε ἁμαρτίαν· νῦν δέ λέγετε ὅτι βλέπομεν· ἡ οὖν ἁμαρτία ὑμῶν μένει» (Ἰωάν. θ´ 41).
Ὅταν λοιπόν κάποιος ἀγαθοεργῆ σάν τόν Κορνήλιο ὄχι γιά τόν Χριστό, ἀλλά κατόπιν πιστέψη σ᾽ Αὐτόν, τότε τά καλά του ἔργα εἶναι σάν νά ἔγιναν γιά τόν Χριστό. Ἄν ὅμως δέν πιστέψη στόν Χριστό, δέν ἔχει δικαίωμα νά παραπονεθῆ ὅτι τά καλά του ἔργα δέν καρποφόρησαν. Γιατί τό καλό ἔργο ἀποβαίνει ὠφέλιμο μόνο ὅταν γίνεται χάριν τοῦ Χριστοῦ ὁπότε καί στή μέλλουσα ζωή μᾶς ἐξασφαλίζει τό στεφάνι τῆς δικαιοσύνης, ἀλλά καί στήν παροῦσα μᾶς γεμίζει μέ τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί καθώς ἔχει γραφῆ:«Οὐ γάρ ἐκ μέτρου δίδωσιν ὁ Θεός τό Πνεῦμα» (Ἰωάν. γ´ 34).
Ἔτσι εἶναι φιλόθεε. Ὁ σκοπός τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτησις τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. Ἡ προσευχή, ἡ ἀγρυπνία, ἡ νηστεία, ἡ ἐλεημοσύνη καί τά ἄλλα καλά ἔργα, πού γίνονται χάριν τοῦ Χριστοῦ, εἶναι μόνο μέσα γιά τήν ἀπόκτησι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
— Τί σημαίνει ἀπόκτησις; ρώτησα τόν στάρετς. Δέν μπορῶ νά τό καταλάβω.
— Ἀποκτῶ, σημαίνει μαζεύω, συγκεντρώνω, ἀποκρίθηκε ἐκεῖνος. Γνωρίζω τί σημαίνει ἀποκτῶ χρήματα. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τήν ἀπόκτησι τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. Γνωρίζεις τή σημασία τῆς λέξεως «ἀποκτῶ» μέ τή κοσμική ἔννοια; Ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τῶν κοσμικῶν ἀνθρώπων εἶναι ἡ ἀπόκτησις χρημάτων, ἐνῶ τῶν εὐγενῶν — ἐκτός ἀπό τά χρήματα — καί ἡ ἀπόκτησις τιμῶν, διακρίσεων, καί ἄλλων ἀνταμοιβῶν γιά τίς ὑπηρεσίες τους στό κράτος.
Ἡ ἀπόκτησις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι κάτι παρόμοιο, μόνο πού εἶναι εὐλογημένο καί αἰώνιο. Ἀποκτᾶται μέ τούς ἴδιους περίπου τρόπους, ὅπως τό χρηματικό κεφάλαιο ἤ τά διάφορα ἀξιώματα.
Ὁ Θεός Λόγος, ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, παρωμοίασε τή ζωή μας μέ ἀγορά καί τά ἔργα μας μέ ἐμπορευόμενα πράγματα καί μᾶς λέει: «Πραγματεύσασθε ἐν ᾧ ἔρχομαι»(Λουκ. ιθ´ 13), «ἐξαγοραζόμενοι τόν καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσι» (Ἐφεσ. ε´16). Δηλαδή, ἐκμεταλλευθῆτε τό χρόνο σας, ὥστε μέ τά ἐπίγεια ἀγαθά νά ἀποκτήσετε τά οὐράνια. Ἐπίγεια ἐμπορεύματα εἶναι τά καλά ἔργα πού γίνονται γιά τόν Χριστό καί μᾶς ἐξασφαλίζουν τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Χωρίς Αὐτό δέν ὑπάρχει σωτηρία.
Τό Ἅγιον Πνεῦμα ἐγκαθίσταται μόνο Του στίς ψυχές μας. Γιά νά κατοικήση ὅμως καί νά συμπαραμείνη μέ τό δικό μας πνεῦμα, πρέπει προηγουμένως νά ἀγωνισθοῦμε μέ ὅλες μας τίς δυνάμεις γιά νά τό ἀποκτήσουμε. Τότε ἐκεῖνο θά προετοιμάση στήν ψυχή καί στό σῶμα μας τήν κατοικία Του, σύμφωνα μέ τόν ἀψευδῆ λόγο τοῦ Κυρίου: «Ἐνοικήσω ἐν ὑμῖν καί ἐμπεριπατήσω καί ἔσομαι ὑμῶν Θεός, καί ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι λαός» (πρβλ. Λευϊτ. κστ´ 12).



Ἡ προσευχή
Κάθε ἀρετή πού γίνεται γιά τόν Χριστό μᾶς δίνει τή χάρι τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Περισσότερο ὅμως ἀπ̉ ὅλες μᾶς τή δίνει ἡ προσευχή, γιατί αὐτή τήν ἔχουμε πάντοτε στά χέρια μας σάν ἕνα εὔχρηστο πνευματικό ὅπλο. Θά θέλατε π.χ. νά πᾶτε στήν ἐκκλησία, ἀλλά ἐκκλησία δέν ὑπάρχει ἤ μπορεῖ ἡ ἀκολουθία νά ἔχη τελειώσει. Θά θέλατε νά δώσετε κάτι στόν ἐπαίτη, ἀλλά ἐπαίτης δέν ὑπάρχει ἤ μπορεῖ νά μήν ἔχετε νά τοῦ δώσετε. Θά θέλατε ἴσως νά φυλάξετε παρθενία, ἀλλά εἴτε ἡ ἰδιοσυγκρασία σας εἴτε ἡ πίεσις τῶν τεχνασμάτων τοῦ ἐχθροῦ ἐν συνδυασμῷ μέ τήν ἀδυναμία σας δέν σᾶς ἀφήνουν νά ἀντισταθῆτε καί νά ἐκπληρώσετε αὐτή τήν ἐπιθυμία σας. Θά θέλατε ἀκόμη νά κάνετε καί κάποια ἄλλη ἀρετή χάριν τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά δέν ἔχετε δυνάμεις ἤ δέν δίδεται ἡ κατάλληλη εὐκαιρία.
Μέ τήν προσευχή ὅμως δέν συμβαίνει τό ἵδιο. Γι᾿ αὐτή ὑπάρχει πάντοτε καί γιά τόν καθένα ἡ δυνατότης: γιά τόν πλούσιο καί τόν πτωχό, τόν ἰσχυρό καί τόν ἀδύνατο, τόν διάσημο καί τόν ἄσημο, τόν ὑγιῆ καί τόν ἀσθενῆ, τόν δίκαιο καί τόν ἁμαρτωλό. Μεγάλη εἶναι ἡ δύναμις τῆς προσευχῆς. Αὐτή περισσότερο ἀπ̉ ὅλα μᾶς παρέχει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, καί αὐτήν εὐκολώτερα ἀπ̉ ὅλα μπορεῖ καθένας νά τήν ἐπιτελέση. Μέ τήν προσευχή ἀξιωνόμαστε νά συζητᾶμε μέ τόν Πανάγαθο Θεό καί Σωτῆρα μας. Πρέπει ὅμως νά προσευχώμαστε μόνο μέχρις ὅτου ὁ Θεός, τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μᾶς ἐπισκεφθῆ μέ τή χάρι Του στό μέτρο πού Αὐτός γνωρίζει. Καί ὅταν Αὐτός εὐδοκήση νά μᾶς ἐπισκεφθῆ, τότε πρέπει νά σταματήσουμε τήν προσευχή. Γιατί νά τοῦ λέμε «ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν», ἀφοῦ ἤδη βρίσκεται μέσα στίς ψυχές μας;
Οἱ ἄλλες ἀρετές
— Μέχρι τώρα, μπάτουσκα, μιλήσατε μόνο γιά τήν προσευχή. Τί θά λέγατε γιά τίς ἄλλες ἀρετές πού γίνονται γιά τόν Χριστό καί τήν ἀπόκτησι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος;
— Τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μπορεῖτε νά τήν ἀποκτήσετε καί μέ ὅλες τίς ἄλλες ἀρετές, πού γίνονται χάριν τοῦ Χριστοῦ. Ἐμπορευθῆτε ἀπό τίς ἀρετές ἐκεῖνες ποῦ σᾶς δίνουν περισσότερο κέρδος. Συγκεντρῶστε κεφάλαιο ἀπό τά εὐλογημένα κέρδη τῆς θείας χάριτος καί νά τά καταθέσετε στό αἰώνιο ταμιευτήριο, πού θά σᾶς ἀποφέρη τόκο σέ κάθε πνευματικό ρούβλι ὄχι 4 ἤ 6%, ἀλλά 100%, καί ἀναρίθμητες φορές περισσότερο.
Ἄν π.χ. σᾶς δίνη περισσότερη χάρι ἡ προσευχή καί ἡ ἀγρυπνία, ἀγρυπνεῖτε καί προσεύχεσθε. Ἄν σᾶς δίνη περισσότερη ἡ νηστεία, νηστεύετε. Ἄν σᾶς δίνη ἡ ἐλεημοσύνη, δῶστε ἐλεημοσύνη. Παρόμοια σκεφθῆτε καί γιά κάθε ἄλλη ἀρετή πού γίνεται γιά τόν Χριστό.
Ἔτσι νά ἐμπορεύεσθε πνευματικά μέ τίς ἀρετές. Κι ἀφοῦ ἀποκτήσετε μ̉ αὐτόν τόν τρόπο τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νά τή μοιράσετε σέ ὅσους ἔχουν ἀνάγκη, παίρνοντας παράδειγμα ἀπό τό ἀναμμένο κέρι. Αὐτό, ἄν καί εἶναι ἀναμμένο μέ γήϊνο φῶς, ἀνάβει καί ἄλλα κεριά, φωτίζει καί ἄλλα μέρη, χωρίς νά λιγοστεύη τό δικό του φῶς. Ἄν γίνεται ἔτσι μέ τό γήϊνό φῶς, τί νά ποῦμε τότε γιά τό φῶς τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος τοῦ Θεοῦ;
Προσέγγισις μέ τίς αἰσθήσεις
— Mπάτουσκα, μιλᾶτε διαρκῶς γιά τήν ἀπόκτησι τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σάν τόν σκοπό τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Πῶς ὅμως καί ποῦ μπορῶ νά τό δῶ; Τά καλά ἔργα φαίνονται. Θά μποροῦσα ἄραγε νά δῶ καί τό Ἅγιον Πνεῦμα; Πῶς μπορῶ νά γνωρίζω, ἐάν τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι μαζί μου ἤ ὄχι;
— Στίς ἡμέρες μας, ἀποκρίθηκε ὁ στάρετς, ὑπάρχει γενική ψυχρότης πρός τήν ἁγία πίστι τοῦ Χριστοῦ καί ἀδιαφορία πρός ὅσα ἐνεργεῖ ἡ θεία Πρόνοια γιά νά μᾶς φέρη κοντά Του. Ἡ ψυχρότης καί ἡ ἀδιαφορία αὐτή μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι μᾶς ἀπεμάκρυναν σχεδόν ἐντελῶς ἀπό τήν ἀληθινή χριστιανική ζωή. Μᾶς φαίνονται τώρα κάπως παράξενα τά λόγια τῆς Γραφῆς, ὅπως π.χ. ἐκεῖνα πού εἶπε ὁ προφήτης Μωϋσῆς γιά τούς πρωτοπλάστους: «Ἤκουσαν τῆς φωνῆς Κυρίου τοῦ Θεοῦ περιπατοῦντος ἐν τῷ παραδείσῳ...» (Γεν. γ´ 8), ἤ τά λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Κωλυθέντες ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος λαλῆσαι τόν λόγον ἐν τῇ Ἀσίᾳ ἐζητήσαμεν ἐξελθεῖν εἰς Μακεδονίαν, συμβιβάζοντες ὅτι προσκέκληται ἡμᾶς ὁ Κύριος εὐαγγελίσασθαι αὐτούς » (Πράξ. ιστ´ 7-10).
Συχνά ἀναφέρεται ἡ ἐμφάνισις τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους καί σέ ἄλλα μέρη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού μερικοί ὑποστηρίζουν καί λένε: «Τά χωρία αὐτά εἶναι ἀκατανόητα. Πῶς μποροῦν οἱ ἄνθρωποι μέ τά ἴδια τους τά μάτια νά δοῦν τόν Θεό;» Τίποτε ὅμως ἀκατανόητο δέν ὑπάρχει ἐδῶ. Ἡ δυσκολία προέρχεται ἀπό τό ὅτι ἀπομακρυνθήκαμε ἀπό τήν ἁπλότητα τῆς πρωταρχικῆς χριστιανικῆς γνώσεως, καί μέ τήν πρόφασι τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσεως μπήκαμε σέ τέτοιο σκοτάδι ἀγνοίας, ὥστε μᾶς φαίνονται ἀκατανόητα ἐκεῖνα πού γιά τούς παλαιούς ἦσαν τόσο κατανοητά. Καί στίς καθημερινές ἀκόμη συζητήσεις τους ἡ ἔννοια τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Θεοῦ δέν ἦταν γι̉ αὐτούς κάτι παράξενο. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί δέν ἔβλεπαν τόν Θεό καί τή χάρι τοῦ Ἁγίου Του Πνεύματος στόν ὕπνο καί στούς ρεμβασμούς τους οὔτε σέ μία φανταστική καί ἀρρωστημένη ἔκστασι, ἀλλά φανερά καί ἀληθινά.
Σήμερα δυστυχῶς γίναμε πολύ ἀδιάφοροι γιά τή σωτηρία μας, μέ ἀποτέλεσμα νά δίνουμε λανθασμένη ἑρμηνεία σέ πολλά ἁγιογραφικά χωρία. Αὐτό συμβαίνει γιατί δέν ζητᾶμε τή χάρι τοῦ Θεοῦ, δέν τῆς ἐπιτρέπουμε ἐξ αἰτίας τοῦ ἐγωϊσμοῦ νά κατοικήση στήν ψυχή μας. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού δέν ἔχουμε τόν πραγματικό φωτισμό. Ὁ Κύριος στέλνει τόν φωτισμό Του μόνο στίς καρδιές πού μέ ὅλη τους τή δύναμι καρτεροῦν καί διψοῦν τήν ἀλήθεια.
Ἡ θεία χάρις στά μυστήρια
Τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος λαμβάνουν ὅλοι οἱ χριστιανοί στό μυστήριο τοῦ ἁγίου χρίσματος, ὅταν σφραγίζωνται στά κυριώτερα μέλη τοῦ σώματος, καθώς ὁρίζει ἡ ἁγία μας ἐκκλησία, ὁ αἰώνιος φύλακας αὐτῆς τῆς χάριτος.
Στό μυστήριο τοῦ ἁγίου χρίσματος ἀναφέρεται: «Σφραγίς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου». Ἐμεῖς οἱ χοϊκοί, φιλόθεε, βάζουμε τή σφραγῖδα μας σέ σκεύη πού κρύβουν κάτι πολύτιμο. Τί πολυτιμότερο ὅμως ὑπάρχει ἀπό τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού μᾶς δίνονται ἄνωθεν κατά τό μυστήριο τοῦ ἁγίου βαπτίσματος;
Ἄν δέν ἁμαρτάναμε ποτέ μετά τή βάπτισί μας, θά παραμέναμε αἰωνίως ἅγιοι, ἄσπιλοι, ἀπηλλαγμένοι ἀπό κάθε σωματικό καί ψυχικό μολυσμό καί εὐάρεστοι στόν Θεό. Δυστυχῶς ὅμως αὐξανόμενοι στήν ἡλικία δέν αὐξανόμεθα καί στή σοφία ὅπως ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἀντιθέτως σιγά‑σιγά διαφθειρόμεθα, χάνουμε τή θεία χάρι καί ἁμαρτάνουμε μέ ποικίλες καί βαρειές ἁμαρτίες.
Ἄν παρακινηθῆ κάποιος ἀπό τή σοφία τοῦ Θεοῦ καί ἀποφασίση νά ἀφιερώση τή ζωή του σ̉ Αὐτόν, πρέπει νά μετανοήση εἰλικρινά γιά ὅλες τίς ἁμαρτίες του καί νά ἐπιδοθῆ στίς ἀντίθετες ἀρετές. Μέ τήν ἐξάσκησι τῶν ἀρετῶν αὐτῶν θά ἀποκτήση τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἐνεργεῖ μέσα μας καί θεμελιώνει τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού δίδεται κατά τό ἅγιο βάπτισμα εἰς τό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, λάμπει στήν καρδιά μας σάν ἀνέσπερο φῶς τοῦ Χριστοῦ. Λάμπει παρ̉ ὅλες τίς ἁμαρτωλές μας πτώσεις, παρ̉ ὅλο τό σκοτάδι πού περιβάλλει τήν ψυχή μας. Τό Ἅγιον Πνεῦμα, ὅταν ὁ ἁμαρτωλός ἀκολουθήση τόν δρόμο τῆς μετανοίας, ἐξαλείφει ἐντελῶς καί τά ἴχνη ἀκόμη τῶν ἁμαρτιῶν του καί ἐνδύει τόν πρώην ἔνοχο πάλι μέ τήν ἄφθαρτη στολή, τήν ὑφασμένη μέ τή χάρι Του, γιά τήν ἀπόκτηση τῆς ὁποίας—σάν σκοπό τῆς χριστιανικῆς ζωῆς—σοῦ μιλῶ τόση ὥρα.
Τό ἄκτιστο φῶς
Ὅπως εἴπαμε προηγουμένως, ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι φῶς πού φωτίζει τόν ἄνθρωπο.
Ὁ Κύριος συχνά φανέρωνε ἐνώπιον πολλῶν μαρτύρων τήν ἐνέργεια τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σ̉ ἐκείνους τούς ἀνθρώπους πού εἶχε ἁγιάσει καί φωτίσει. Θυμήσου τόν Μωϋσῆ μετά τή συζήτησι πού εἶχε στό Σινᾶ μέ τό Θεό. Οἱ ἄνθρωποι δέν μποροῦσαν νά τόν ἀντικρύσουν, γιατί ἀκτινοβολοῦσε μέ ἕνα ἀσυνήθιστο φῶς πού τόν περιέβαλλε. Ἀναγκαζόταν λοιπόν νά ἐμφανίζεται στούς Ἰσραηλῖτες μέ τό πρόσωπο καλυμμένο.
Θυμήσου ἀκόμη τή θεία Μεταμόρφωσι τοῦ Σωτῆρος στό ὄρος Θαβώρ. «Καί τά ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένοντο στίλβοντα, λευκά λίαν ὡς χιών» (Μαρκ. θ´ 3), καί «ἀκούσαντες οἱ μαθηταί ἔπεσον ἐπί πρόσωπον αὐτῶν καί ἐφοβήθησαν σφόδρα» (Ματθ. ιζ´ 6). Ὅταν ἐμφανίσθηκαν κοντά στόν Κύριο ὁ Μωϋσῆς καί ὁ Ἠλίας, «ἐπεσκίασεν αὐτούς νεφέλη φωτεινή». Ἡ χάρις λοιπόν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος φανερώνεται μέ ἕνα ἀνέκφραστο φῶς.
— Πῶς εἶναι δυνατόν, ρώτησα τόν μπάτουσκα, νά καταλάβω ὅτι βρίσκομαι στή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος;
— Εἶναι κάτι πολύ ἁπλό, μοῦ ἀπήντησε. Ὁ Κύριος λέει ὅτι ὅλα εἶναι ἁπλᾶ σ̉ ἐκείνους πού ἀποκτοῦν τή γνῶσι. Οἱ Ἀπόστολοι εἶχαν αὐτή τή γνῶσι, γι᾿ αὐτό πάντοτε καταλάβαιναν ἄν βρισκόταν τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μαζί τους ἤ ὄχι. Ποτισμένοι λοιπόν μέ τή γνώσι καί βλέποντας τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα τους, ἔλεγαν μέ βεβαιότητα ὅτι τό ἔργο τους εἶναι ἅγιο καί κατά πάντα εὐάρεστο στόν Θεό. Ἔτσι ἐξηγεῖται γιατί ἔγραφαν στίς ἐπιστολές τους: «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν» (Πράξ. ιε´ 28), καί μόνο μέ αὐτές τίς προϋποθέσεις συνιστοῦσαν τίς ἐπιστολές τους σάν ἀδιάψευστη ἀλήθεια γιά τήν ὠφέλεια ὅλων τῶν πιστῶν. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔνοιωθαν αἰσθητά μέσα τους τήν παρουσία τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. Βλέπεις λοιπόν, ἀγαπητέ, ὅτι τό πρᾶγμα εἶναι ἁπλό;
— Παρ̉ ὅλα ταῦτα δέν καταλαβαίνω πῶς μπορῶ νά εἶμαι ἀπολύτως βέβαιος ὅτι βρίσκομαι στή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πῶς μπορῶ νά ἀντιλαμβάνωμαι τήν πραγματική Του ἐπιφοίτησι;
— Σᾶς εἶπα ἤδη, φιλόθεε, ὅτι εἶναι κάτι πολύ ἁπλό καί σᾶς διηγήθηκα λεπτομερῶς πῶς οἱ ἄνθρωποι βρίσκονται ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καί πῶς πρέπει νά καταλαβαίνουμε τήν παρουσία Του μέσα μας. Τί ἄλλο θέλεις λοιπόν;
— Θέλω νά τό κατανοήσω αὐτό πολύ καλά, ἀπήντησα.
Τότε ὁ πατήρ Σεραφείμ μέ ἔπιασε δυνατά ἀπό τούς ὤμους καί μοῦ εἶπε:
— Τώρα βρισκόμαστε καί οἱ δύο μέσα στό Ἅγιον Πνεῦμα. Γιατί δέν μέ κοιτᾶς;
— Δέν μπορῶ νά κοιτάξω, γιατί ἀπό τά μάτια σας βγαίνουν λάμψεις. Τό πρόσωπό σας ἔγινε λαμπρότερο ἀπό τόν ἥλιο καί τά μάτια μου πονοῦν.
— Μήν ταράζεσαι. Εἶσαι τώρα κι ἐσύ φωτεινός σάν κι ἐμένα. Βρίσκεσαι κι ἐσύ στήν πληρότητα τοῦ θείου Πνεύματος, διαφορετικά δέν θά μποροῦσες νά μέ δῆς σ̉ αὐτή τήν κατάστασι.
Καί σκύβοντας ἀργά μοῦ εἶπε στό αὐτί:
— Εὐχαρίστησε τόν Θεό γιά τό ἀνέκφραστο σ̉̉ ἐσένα ἔλεός Του. Θά πρόσεξες ὅτι οὔτε κἄν σταυροκοπήθηκα, παρά μόνο προσευχήθηκα νοερά μέ τήν καρδιά μου καί εἶπα: «Κύριε, ἀξίωσέ τον νά δῆ φανερά καί μέ τά σωματικά του μάτια τήν ἐπιφοίτησι τοῦ Πνεύματος Σου, μέ τήν ὁποία ἀξιώνεις τούς δούλους Σου, ὅταν εὐδοκήσης νά τούς φανερωθῆς μέ τό φῶς τῆς μεγαλοπρεποῦς δόξης Σου».Καί νά, ἀγαπητέ ὁ Κύριος ἱκανοποίησε ἀμέσως τήν ταπεινή παράκλησι τοῦ πτωχοῦ Σεραφείμ. Πῶς νά μήν τόν εὐγνωμονοῦμε καί οἱ δύο γιά τήν ἀνέκφραστη δωρεά Του! Μέ τή μορφή αὐτή σπανίως φανερώνει ὁ Κύριος τό ἔλεος Του καί στούς μεγάλους ἀκόμη ἐρημῖτες. Αὐτή ἡ θεία χάρις σάν φιλόστοργη μητέρα εὐδόκησε νά παρηγορήση τή συντετριμμένη καρδιά σου ὕστερα ἀπό τή μεσιτεία τῆς ἴδιας τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὅμως, ἀγαπητέ μου, δέν μέ κοιτᾶς στά μάτια; Κοίταξέ με χωρίς νά φοβᾶσαι. Ὁ Κύριος εἶναι μαζί μας!
Ὕστερα ἀπό τά λόγια αὐτά ἔρριξα μία ματιά στό πρόσωπό του καί μέ κατέλαβε ἀκόμη μεγαλύτερο δέος. Φαντάσου πώς συζητᾶς μέ κάποιον τό μεσημέρι, ἐκτεθειμένος στίς πιό καυτερές ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου, καί τόν κοιτάζεις στό πρόσωπο. Βλέπεις τά χείλη του νά κινοῦνται, βλέπεις τήν ἀλλοιωμένη ἔκφρασι τῶν ματιῶν του, ἀκοῦς τή φωνή του, αἰσθάνεσαι ὅτι κάποιος σέ κρατᾶ ἀπό τούς ὤμους, ἀλλά δέν βλέπεις οὔτε τά χέρια οὔτε τό σχῆμα του, μά οὔτε τόν ἴδιο τόν ἑαυτό σου. Βλέπεις μόνο ἕνα ἐκτυφλωτικό φῶς, ποῦ ξεχύνεται μερικά βήματα τριγύρω καί χαρίζει τή λάμψι του στό πέπλο τοῦ χιονιοῦ πού καλύπτει τό ξέφωτο, καί στίς νιφάδες πού πέφτουν πάνω σ̉ ἐμένα καί στόν μεγάλο στάρετς. Εἶναι ἀδύνατον νά φαντασθῆ κανείς ἐκείνη τήν κατάστασι, στήν ὁποία βρισκόμουν τότε!
Οἱ καρποί τοῦ Πνεύματος
— Τί αἰσθάνεσαι τώρα; μέ ρώτησε ὁ πατήρ Σεραφείμ.
— Πολύ εὐχάριστα!
— Πές μου συγκεκριμένα τί νοιώθεις.
— Nοιώθω τέτοια γαλήνη καί εἰρήνη στήν ψυχή μου πού μέ κανένα λόγο δέν μπορῶ νά τήν ἐκφράσω.
— Αὐτό, φιλόθεε, εἶναι ἐκείνη ἡ εἰρήνη γιά τήν ὁποία ἔκανε λόγο ὁ Κύριος στούς μαθητάς Του: «Εἰρήνη τήν ἐμήν δίδωμι ὑμῖν∙ οὐ καθώς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγώ δίδωμι ὑμῖν» (Ἰωάν. ιδ´ 27). «Ὅτι δέ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ̉ ἐγώ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διά τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος» (Ἰωάν. ιε´ 19). «Ἀλλά θαρσεῖτε, ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον» (Ἰωάν. ιστ´ 33). Σ᾿ αὐτούς τούς ἀνθρώπους πού εἶναι μισητοί στόν κόσμο, ἀλλά ἐκλεκτοί ἀπό τόν Χριστό, δίνει ὁ Κύριος αὐτή τήν εἰρήνη πού νοιώθεις τώρα ἐσύ μέσα σου. Αὐτή εἶναι «ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν» (Φιλ. δ´ 7) σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου. Τί ἄλλο ασθάνεσαι;
— Ἀσυνήθιστη χαρά σ᾿ ὅλη τήν καρδιά μου.
— Ὅταν τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, συνέχισε ὁ μπάτουσκα, κατέρχεται στόν ἄνθρωπο καί τόν περιβάλλη μέ τήν πληρότητα τῆς ἐνεργείας Του, τότε ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου γεμίζει μέ μία ἀνέκφραστη χαρά, γιατί τό Ἅγιον Πνεῦμα κάνει τά πάντα χαροποιά, ὅπου κι ἄν ἐγγίση. Αὐτή εἶναι ἡ χαρά, γιά τήν ὁποία ὁ Κύριος λέει στό Εὐαγγέλιο: «Ἡ γυνή ὅταν τίκτῃ, λύπην ἔχει, ὅτι ἦλθεν ἡ ὥρα αὐτῆς· ὅταν δέ γεννήσῃ τό παιδίον, οὐκέτι μνημονεύει τῆς θλίψεως διά τήν χαράν ὅτι ἐγεννήθη ἄνθρωπος εἰς τόν κόσμον. Καί ὑμεῖς οὖν λύπην μέν νῦν ἔχετε· πάλιν δέ ὄψομαι ὑμᾶς καί χαρήσεται ὑμῶν ἡ καρδία, καί τήν χαράν ὑμῶν οὐδείς αἴρει ἀφ᾿ ὑμῶν» (Ἰωάν. ιστ´ 21- 22). Μά ὅσο καί ἄν εἶναι παρήγορη ἡ χαρά αὐτή, πού τώρα νοιώθεις στήν καρδιά σου, δέν εἶναι τίποτε συγκριτικά μ᾿ ἐκείνη, τήν ὁποία ἑτοίμασε ὁ Κύριος «τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν», μαζί μέ ὅλα ἐκεῖνα «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη» (Α´ Κορινθ. β´ 9). Τώρα σ᾿ ἐμᾶς δίδεται ἡ πρόγευσις αὐτῆς τῆς χαρᾶς. Κι ἄν τώρα νοιώθουμε τόση γλυκύτητα καί εὐφροσύνη στήν καρδιά μας, τί θά ποῦμε τότε γιά τή χαρά ἐκείνη, πού ἔχει ἑτοιμασθῆ στόν οὐρανό γι᾿ αὐτούς πού κοπιάζουν ἐδῶ στή γῆ; Ἀλλά κι ἐσύ, ἀγαπητέ μου, ἀρκετά ὑπέφερες στή ζωή σου. Κοίταξε ὅμως τώρα μέ ποιά χαρά σέ παρηγορεῖ ὁ Κύριος στήν παροῦσα ἀκόμη ζωή! Τί ἄλλο νοιώθεις;
— Ἀσυνήθιστη θερμότητα, ἀπήντησα.
— Μά πῶς ἀγαπητέ μου; Εἴμαστε καθισμένοι χειμῶνα καιρό στήν αὐλή τοῦ κελλιοῦ μέσα στό δάσος, πατᾶμε στό χιόνι, ἀπό τόν οὐρανό συνεχίζουν νά πέφτουν νιφάδες καί μᾶς ἔχουν σκεπάσει πάνω ἀπό ἕνα βερσόκ. [Ἕνα βερσόκ=4,4 ἑκατοστά.] Τί θερμότητα μπορεῖ νά αἰσθάνεσαι;
— Αἰσθάνομαι τέτοια θερμότητα, σάν κι ἐκείνη πού δημιουργεῖται μέσα σ᾿ ἕνα λουτρό, ὅταν ρίξουν νερό στήν πέτσκα κι ἀρχίση νά βγαίνη σάν στῦλος ὁ ἀτμός.
— Μήπως αἰσθάνεσαι καί τή μυρωδιά του; ρώτησε ὁ στάρετς.
— Ὄχι, ἀπήντησα. Ἐπάνω στή γῆ δέν ὑπάρχει παρόμοια εὐωδία. Ὅταν ἀκόμη ζοῦσε ἡ μητέρα μου, ἐπειδή μοῦ ἄρεσε ὁ χορός καί πήγαινα στίς χοροεσπερίδες, μέ ράντιζε μέ ἀρώματα, τά ὁποῖα ἀγόραζε ἀπό τά καλύτερα καταστήματα μόδας τῆς πόλεως Καζάν. Ἀλλά κι ἐκεῖνα δέν ἀνέδιδαν τέτοια εὐωδία.
— Τό γνωρίζω. Εἶναι ἔτσι, ὅπως ἀκριβῶς τό λές. Σέ ρώτησα ὅμως ἐπίτηδες γιά νά δῶ ἄν αἰσθάνεσαι κι ἐσύ τό ἴδιο. Πράγματι. Ἡ πιό εὐχάριστη εὐωδία πάνω στή γῆ δέν μπορεῖ νά συγκριθῆ μ᾿ αὐτή πού νοιώθουμε τώρα, γιατί μᾶς πλημμυρίζει ἡ εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. Ποιά ἐπίγεια εὐωδία μπορεῖ νά συγκριθῆ μ᾿ αὐτή;
Μοῦ εἶπες ὅτι γύρω μας ὑπάρχει θερμότης ὅπως καί στό λουτρό. Κοίταξε ὅμως! Τό χιόνι ἐπάνω μας δέν ἔχει λειώσει, ἐνῶ ἀπό τό οὐρανό ἐξακολουθεῖ νά πέφτη. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ θερμότης δέν βρίσκεται στόν ἀέρα, ἀλλά μέσα μας. Εἶναι ἐκείνη ἡ θερμότης, γιά τήν ὁποία μᾶς προτρέπει τό Ἅγιον Πνεῦμα νά ἀναφωνοῦμε πρός τόν Κύριο: «Μέ τή θερμότητα τοῦ Πνεύματός Σου τοῦ Ἁγίου θέρμανέ με»!
Μ᾿ αὐτή θερμαίνονταν οἱ ἐρημῖτες, ἄνδρες καί γυναῖκες, καί ἀψηφοῦσαν τήν παγωνιά τοῦ χειμῶνος. Ἔνοιωθαν σάν νά ἦσαν ντυμένοι μέ ζεστές γοῦνες. Αὐτό συμβαίνει τώρα καί σ᾿ ἐμᾶς, γιατί μέσα μας ἀναπαύεται ἡ θεία χάρις, καθώς εἶπε ὁ Κύριος: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστι» (Λουκ. ιζ´ 21). Λέγοντας ἐδῶ βασιλεία, ὑπονοεῖ ὁ Κύριος τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.



Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ
Νά λοιπόν! Αὐτή ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βρίσκεται τώρα μέσα μας καί μᾶς φωτίζει ἐξωτερικά, μᾶς θερμαίνει καί γεμίζει μέ κάθε εἴδους εὐωδία τόν ἀέρα πού μᾶς περιβάλλει. Ἐπίσης εὐφραίνει τίς αἰσθήσεις μας μέ τήν οὐράνια εὐφροσύνη καί γεμίζει τήν καρδιά μας μέ ἀνέκφραστη χαρά. Γιά τήν κατάσταση, στήν ὁποία βρισκόμαστε τώρα, ὁ Ἀπόστολος λέει: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ οὐ γάρ ἐστιν βρῶσις καί πόσις, ἀλλά δικαιοσύνη καί εἰρήνη καί χαρά ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» (Ρωμ. ιδ´ 17). Ἡ πίστις μας συνίσταται «οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ᾿ ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καί δυνάμεως» (Α´ Κορινθ. β´ 4).
Σ᾿ αὐτήν ἀκριβῶς τήν κατάστασι βρισκόμαστε τώρα κι ἐμεῖς. Γι᾿ αὐτή κυρίως ὁ Χριστός εἶπε:« Εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μή γεύσωνται θανάτου ἕως ἄν ἴδωσι τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει» (Μαρκ. θ´ 1).
Νά λοιπόν, ἀγαπητέ μου, κοίταξε τί ἀνέκφραστη χαρά μᾶς ἀξίωσε νά δοκιμάσουμε τώρα ὁ Κύριος! Νά τί σημαίνει νά βρισκώμαστε στήν πληρότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος γράφει κάπου τό ἑξῆς: «Βρισκόμουν ὁ ἴδιος στήν πληρότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Μέ αὐτή τήν πληρότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὑπερπλήρωσε τώρα ὁ Κύριος κι ἐμᾶς τούς πτωχούς. Νομίζω λοιπόν πώς δέν ὑπάρχει πλέον λόγος νά ρωτᾶς περισσότερα γιά τό πῶς βρίσκονται οἱ ἄνθρωποι στή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Θά θυμᾶσαι ἄραγε τό ἀνέκφραστο ἔλεος τοῦ Θεοῦ πού φανερώθηκε σήμερα σ᾿ ἐμᾶς;
— Δέν γνωρίζω, μπάτουσκα, ἄν θά μέ ἀξιώση ὁ Θεός νά τό θυμᾶμαι τόσο ζωντανά καί καθαρά, ὅπως τό αἰσθάνομαι τώρα.
— Ἐγώ νομίζω, παρετήρησε ὁ στάρετς, ὅτι ὁ Κύριος θά σέ βοηθήση νά συγκρατήσης γιά πάντα αὐτή τή φανέρωσι στή μνήμη σου.
Διαφορετικά, δέν θά ἀπαντοῦσε ἡ ἀγαθότης Του τόσο ἀστραπιαῖα στήν ταπεινή παράκλησι τοῦ πτωχοῦ Σεραφείμ. Πολύ περισσότερο, γιατί ἡ γνῶσις αὐτή δέν δόθηκε σ᾿ ἐσένα μόνο γιά τόν ἑαυτό σου, ἀλλά καί γιά ὅλο τόν κόσμο, ὥστε κι ἐσύ νά στερεωθῆς στόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, καί τούς ἄλλους νά ὠφελήσης.
Ὅσον ἀφορᾶ τό γεγονός ὅτι ἐγώ εἶμαι μοναχός, ἐνῶ ἐσύ λαϊκός, αὐτό δέν πρέπει νά τό σκέπτεσαι. Ὁ Θεός ζητᾶ ὀρθή πίστι σ᾿ Αὐτόν καί στόν μονογενῆ Του Υἱό. Καί τότε προσφέρει ἀπό τόν οὐρανό πλούσια τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Κύριος ζητᾶ μία καρδιά γεμάτη ἀγάπη γιά τόν Θεό καί τόν πλησίον. Αὐτή εἶναι ὁ τόπος, στόν ὁποῖον Ἐκεῖνος ἀναπαύεται καί ἐμφανίζεται μέ τήν πληρότητα τῆς ἐπουρανίου δόξης Του.
«Υἱέ, δός μοι σήν καρδίαν» (Παροιμ. κγ´ 26), μᾶς λέει ὁ Κύριος, κι Ἐκεῖνος ὑπόσχεται νά μᾶς δώση τό κάθε τι. Ζητᾶ τήν καρδιά μας ὁ Κύριος, γιατί μέσα σ᾿ αὐτή θέλει νά ἐγκαθιδρύση τή βασιλεία Του. «Ἐγγύς Κύριος πᾶσι τοῖς ἐπικαλουμένοις αὐτόν, πᾶσι τοῖς ἐπικαλουμένοις αὐτόν ἐν ἀληθείᾳ» (Ψαλμ. ρμδ´ 18).
Ὁ Κύριος εἰσακούει ἐξ ἴσου τόν μοναχό καί τόν λαϊκό, ἀρκεῖ νά εἶναι καί οἱ δύο ὀρθόδοξοι, νά ἀγαποῦν τόν Θεό ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς τους καί νά ἔχουν πίστι σ᾿ Αὐτόν, ἔστω σάν τόν κόκκο τοῦ σιναπιοῦ. Ἄν συμβαίνουν αὐτά, τότε καί οἱ δύο θά μετακινήσουν ὄρη. «Διώξεται εἷς χιλίους καί δύο μετακινήσουσι μυριάδας» (Δευτερ. λβ´ 30).
Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος λέει: «Πάντα δυνατά τῷ πιστεύοντι» (Μαρκ. θ´ 23), ἐνῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφωνεῖ: «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» (Φιλιπ. δ´ 12). Ὁ Κύριος λέει γιά ὅσους πιστεύουν σ᾿ Αὐτόν: «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, τά ἔργα ἅ ἐγώ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσει, καί μείζονα τούτων ποιήσει» (Ἰωάν. ιδ´ 12). Ἕως ἄρτι οὐκ ᾐτήσατε οὐδέν ἐν τῷ ὀνόματί μου· αἰτεῖτε καί λήψεσθε, ἵνα ἡ χαρά ὑμῶν ᾖ πεπληρωμένη» (Ἰωάν. ιστ´ 24).
Ὅσα λοιπόν, φιλόθεε, ζητήσης ἀπό τόν Κύριο, ὅλα θά τά λάβης, ἀρκεῖ μόνο αὐτό πού θά ζητήσης νά εἶναι γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ ἤ γιά τήν ὠφέλεια τοῦ πλησίον, γιατί καί τήν ὠφέλεια πρός τόν πλησίον ὁ Θεός πρός δόξαν Του τή δέχεται. Γι᾿ αὐτό καί λέει: «Ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε» (Ματθ. κε´ 40). Μήν ἀμφιβάλλης καθόλου γιά τό ἄν ὁ Κύριος θά ἐκπληρώση τά αἰτήματά σου, ἀρκεῖ, ὅπως εἴπαμε, νά γίνωνται πρός δόξαν Θεοῦ καί ὠφέλεια τοῦ πλησίον.
Ἀλλά καί ἄν ἀκόμη ζητήσης κάτι γιά προσωπική σου ἀνάγκη ἤ ὠφέλεια, πολύ σύντομα καί πρόθυμα θά σοῦ τό στείλη ὁ Κύριος, ἀρκεῖ νά σοῦ εἶναι ἀπολύτως ἀναγκαῖο. Γιατί ὁ Κύριος ἀγαπᾶ ὅσους τόν ἀγαποῦν καί εἶναι ἀγαθός σέ ὅλους. «Θέλημα τῶν φοβουμένων αὐτόν ποιήσει καί τῆς δεήσεως αὐτῶν εἰσακούσεται» (Ψαλμ. ρμδ´ 19).

'Απόσπασμα ἀπό τό βιβλίο
ΟΣΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ
Ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου
Ὠρωπός Ἀττικῆς 1991

Πηγή: agiameteora.net

Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2019

Λόγοι Ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ




* Ὅποιος πραγματικὰ ἀγαπάει τὸν Θεόν, θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του ταξιδιώτη καὶ ξένο στὴ γῆ αὐτή. Στὴν ἐπιδίωξή του νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεόν, Αὐτὸν μονάχα ἀτενίζει συνεχῶς μὲ τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ του.

* Ὁ ἄνθρωπος ποὺ θ' ἀποφασίσει νὰ ζήσει τὴν ἐσωτερική ζωή, πρῶτ' ἀπ’ ὅλα πρέπει νὰ ἔχει τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι καὶ ἡ ἀρχή τῆς σοφίας.(Παροιμ. 1:7)

 * Πρέπει νὰ συνηθίσεις τὸν νοῦ σου νὰ «κολυμπάει» στον νόμο τοῦ Κυρίου. Κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγηση Ἐκείνου νὰ προσαρμόζεις καὶ τὴν ζωή σου.


Ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ