«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πρόσχωμεν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πρόσχωμεν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2022

Ἂς μὴν ἁμαρτάνουμε ἄλλο, γιὰ νὰ μὴν ὑποφέρουμε περισσότερο… - Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

 

 


(Μηνύματα πρὸς τὸν λαὸ ἀπὸ τὸ στρατόπεδο συγκέντρωσης στὸ Νταχάου)

Ἀδελφοί μου, ἁμαρτήσαμε καὶ στὴ συνέχεια ἐξαγνιστήκαμε. Προσβάλαμε τὸν Παντοδύναμο Θεό μας, καὶ γι’ αὐτὸ τιμωρηθήκαμε. Σπιλώσαμε τὶς ψυχές μας καὶ ξεπλύναμε τὴν κάθε ἁμαρτία μας, μὲ τὸ αἷμα καὶ μὲ τὰ δάκρυά μας.

Ποδοπατήσαμε κάθε τι, ποὺ ἦταν ἱερὸ γιὰ τοὺς πατέρες μας, καὶ γι’ αὐτὸ στὴ συνέχεια ποδοπατηθήκαμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι.

Ἡ καταστροφὴ μας ἦταν ἀναμενόμενη ἀφοῦ τὰ σχολεῖα μας ἦταν χωρὶς πίστη στὸ Θεό, οἱ πολιτικοί μας δὲν ἦταν ἔντιμοι, ὁ στρατός μας δὲν εἶχε πατριωτισμὸ καὶ οἱ κυβερνῆτες μας δὲν εἶχαν τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι καταστράφηκαν τὰ σχολεῖα, ὁ στρατὸς καὶ ὅλο τὸ κράτος μας.

Εἴκοσι χρόνια δὲν σεβόμασταν τὶς παραδόσεις μας, καὶ τώρα οἱ ἀλλοεθνεῖς μᾶς στέρησαν τὸ φῶς μὲ τὸ σκοτάδι τους.

Εἴκοσι χρόνια χλευάζαμε τοὺς προγόνους μας, ποὺ μὲ τὴν εὐσέβειά τους κατέκτησαν τὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Μὲ τὸ μέτρο ὅμως ποὺ κρίναμε τὸ Θεὸ καὶ τοὺς προγόνους μας, μὲ τὸ ἴδιο μέτρο καὶ ἐμεῖς κριθήκαμε.

Παρ’ ὅλα αὐτά, ὁ Θεὸς μᾶς συγχώρεσε.

Οἱ ὑβριστικὲς σκέψεις μας, τὰ ὑβριστικὰ λόγια καὶ οἱ πράξεις μας, οἱ ἀτελείωτες προσβολὲς στὸν Μεγαλοδύναμο Θεό, κατὰ τὴν περίοδο τῶν δύο παγκοσμίων πολέμων, καταδίκασαν τὸ λαό μας ἀρχικὰ σὲ θάνατο. Ἡ ποινὴ ἐπιβλήθηκε καὶ ἕνας στοὺς ὀκτὼ Σέρβους ἐκτελοῦνταν στὰ πρῶτα δύο χρόνια της κατοχῆς τῆς χώρας μας ἀπὸ τοὺς Γερμανούς.

Στὴ συνέχεια οἱ ἐκτελέσεις σταμάτησαν καὶ ἡ ποινὴ μειώθηκε, σὲ ἰσόβια σκλαβιά. Καταδικαστήκαμε νὰ εἴμαστε αἰώνια ὑπόδουλοι τῶν Γερμανῶν.

Μόνον ὅταν ὁ φτωχὸς λαός μας, μὲ τὰ ἐξασθενημένα χέρια του, ἄρχισε νὰ ἀνάβει κεριά, νὰ προσεύχεται, τότε οἱ προσευχές του συγκίνησαν τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἁγίους ὥστε νὰ μεσιτεύσουν γιὰ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τότε ὁ Παντελεήμων Θεὸς πάλι μείωσε τὴν ποινὴ τῆς ἰσόβιας σκλαβιᾶς σὲ δύο χρόνια.

Ὁ σέρβικος λαὸς καταδικάστηκε σὲ δύο χρόνια φυλάκισης ἐνῶ εἴκοσι χρόνια ζοῦσε ἁμαρτωλὴ ζωή. Δὲν εἶναι ἄραγε αὐτὸ ἐλεημοσύνη; Ὑπάρχει ἄραγε κανεὶς ἐπίγειος βασιλιὰς ὁ ὁποῖος θὰ ἀνεχόταν εἴκοσι χρόνια νὰ τὸν βρίζουν, νὰ τὸν χλευάζουν καὶ νὰ συγχωρεῖ τὸ λαό του; Ποτὲ καὶ πουθενά. Τέτοια ἐλεημοσύνη ἔχει μόνο ὁ Θεός μας.

Ἀδελφοί μου, τί λοιπὸν νὰ πράξουμε τώρα; Ἂς πράξουμε ὁτιδήποτε ἄλλο, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὸ ποὺ πράτταμε στὴ διάρκεια αὐτῶν τῶν εἴκοσι χρόνων.

Ἂς μὴν ἁμαρτάνουμε, γιὰ νὰ μὴν ὑποφέρουμε πάλι.

Ἂς μὴν προσβάλουμε πάλι τὸν Παντοκράτορα Θεό, καὶ ὑποστοῦμε μεγαλύτερη τιμωρία.

Ἂς μὴ σπιλώνουμε τὶς ψυχές μας μὲ ἁμαρτίες, γιὰ νὰ μὴ χρειασθεῖ πάλι νὰ τὶς ἐξαγνίζουμε μὲ τὸ αἷμα καὶ τὰ δάκρυά μας.

Ἂς μὴν ποδοπατᾶμε τὰ ὅσια τῶν προγόνων μας, γιὰ νὰ μὴν ποδοπατηθοῦμε οἱ ἴδιοι.

Ἂς χτίσουμε σχολεῖα μὲ πίστη, ἂς ἀποκτήσουμε κυβερνῆτες τίμιους, ἂς ἀποκτήσουμε στρατὸ μὲ πατριωτισμό, καὶ κράτος ποὺ νὰ ἔχει τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.

Ἂς ἐπιστρέψουμε ὁ καθένας μας στὸ Θεὸ καὶ στὸν ἑαυτό του. Ἂς μὴ μείνει κανένας μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεό, γιὰ νὰ μὴ χάσει τὸ φῶς του ἀπὸ τὴν ἐπέλαση τοῦ τρομακτικοῦ σκοταδιοῦ τῶν ἀλλοεθνῶν μὲ τὰ «ὡραῖα» ὀνόματα καὶ τὰ «φανταχτερὰ» ροῦχα.

Ἂς προσπαθήσει ὁ καθένας μας νὰ κατακτήσει τὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἔτσι μόνο θὰ ἐπιβιώσει τὸ κράτος μας πάνω στὴ γῆ γιὰ μεγαλύτερο χρονικὸ διάστημα. Ἂν εἴμαστε δίκαιοι ὁ οὐρανὸς θὰ προσέχει τὸ κράτος μας. Στὴν οὐράνια Βασιλεία βασιλεύουν ἡ δικαιοσύνη, ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη, ἡ ἀλήθεια, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ σοφία, ἡ καθαρότητα.

Ἂς σκεφτεῖτε ἂν ἔχετε αὐτὲς τὶς ἀρετές, καὶ ἂν ὄχι καλύτερα νὰ ἀγωνιστεῖτε νὰ τὶς ἀποκτήσετε ὅλες. Ἔτσι θὰ γίνετε τέλειοι, ὅπως τέλειος εἶναι καὶ ὁ μεγάλος Πατέρας σας, ὁ οὐράνιος.

Ἔτσι θὰ ἀντέξετε τὶς σκοτεινὲς δυνάμεις τοῦ Ἅδη, ποὺ κτύπησαν τὸ κράτος μας καὶ σὰν ἐφιάλτης μᾶς ταλάνισαν καὶ θὰ μᾶς ταλανίζουν γιὰ πολλὰ χρόνια.

Ὁπλισμένοι μὲ τὶς ἀρετὲς θὰ δικαιώσετε τὴν ἀγάπη σας γιὰ τὴν πατρίδα σας, καὶ θὰ δικαιώσετε τὸ ὄνομα τοῦ Ὀρθόδοξου χριστιανοῦ. Ἂς σᾶς βοηθάει ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Πατέρας καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

(Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος – Μηνύματα πρὸς τὸν λαὸ ἀπὸ τὸ στρατόπεδο συγκέντρωσης στὸ Νταχάου)

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2022

Λόγος εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου καὶ περὶ συντελείας τοῦ κόσμου. Ὅσιος Ἑφραὶμ Σῦρος

 




 

Λόγος εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου, καὶ περὶ συντελείας τοῦ κόσμου, καὶ εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Ἀντιχρίστου -

Πῶς ἐγὼ ὁ ἐλάχιστος καὶ ἁμαρτωλὸς Ἐφραὶμ καὶ γεμάτος παραπτώματα, θὰ μπορέσω νὰ διηγηθῶ αὐτὰ πού εἶναι πάνω ἀπὸ τὴ δύναμή μου; Ἀλλὰ ἐπειδὴ ὁ Σωτήρας μας, χάρη στὴ δική του εὐσπλαχνία, δίδαξε τὴ σοφία στοὺς ἀγράμματους καὶ μ᾿ αὐτοὺς φώτισε τοὺς πιστοὺς ποὺ βρίσκονται σὲ ὅλο τὸν κόσμο, θὰ ἐνισχύσει πλούσια καὶ τὴ δική μου γλῶσσα γιὰ νὰ ἔρθει ὠφέλεια καὶ οἰκοδομῇ καὶ σ᾿ ἐμένα ποὺ μιλῶ, καὶ σὲ ὅλους τους ἀκροατές μου. Θὰ μιλήσω μάλιστα μὲ πόνο καὶ θὰ πῶ μὲ στεναγμοὺς γιὰ τὴ συντέλεια τοῦ παρόντος κόσμου καὶ γιὰ τὸν ἀδιάντροπο καὶ φοβερὸ Δράκοντα, ποὺ πρόκειται νὰ ταράξει ὅλη τὴν οἰκουμένη, καὶ νὰ βάλει μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων δειλία καὶ ἀμέλεια καὶ φοβερὴ ἀπιστία, καὶ νὰ κάνει θαύματα καὶ τερατουργίες καὶ φοβερὰ φαινόμενα, ὥστε, ἂν μπορέσει, νὰ πλανήσει ἀκόμη καὶ τοὺς ἐκλεκτούς, καὶ νὰ ἐξαπατήσει ὅλους μὲ τὰ ψεύτικα θαύματα καὶ τὶς φανταστικὲς τερατουργίες ποὺ θὰ γίνουν ἀπ᾿ αὐτόν. Διότι μὲ παραχώρηση τοῦ ἁγίου Θεοῦ θὰ λάβει ἐξουσία νὰ ἐξαπατήσει τὸν κόσμο, διότι πλήθυνε ἡ ἀσέβεια τοῦ κόσμου, καὶ παντοῦ θὰ προξενεῖ κάθε λογῆς συμφορές. Καὶ γι᾿ αὐτὸ ὁ ἄχραντος Δεσπότης παραχώρησε νὰ πειραχθεῖ ὁ κόσμος μὲ πνεῦμα πλάνης, ἐξαιτίας τῆς ἀσέβειας τῶν ἀνθρώπων, ἐπειδὴ ἔτσι ἤθελαν οἱ ἄνθρωποι, νὰ ἀποστατήσουν δηλαδὴ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀγαπήσουν τὸν Πονηρό.

Μεγάλος ἀγῶνας, ἀδελφοί, θὰ ὑπάρχει ἐκείνους τοὺς καιρούς, κυρίως γιὰ τοὺς πιστούς· ὅταν θὰ πραγματοποιοῦνται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Δράκοντα θαύματα καὶ τερατουργίες μὲ πολλὴ δύναμη· ὅταν ἐπίσης θὰ παρουσιάζει τὸν ἑαυτό του, σὰν θεό, μὲ φοβερὲς φαντασίες, νὰ πετᾷ στὸν ἀέρα, καὶ ὅλους τους δαίμονες νὰ εἶναι ψηλὰ στὸν ἀέρα, σὰν ἄγγελοι, μπροστὰ στὸν τύραννο- διότι θὰ κραυγάζει μὲ δύναμη, ἀλλάζοντας μορφές, προξενώντας ἀμέτρητο φόβο σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.

Τότε, ἀδελφοί, ποιὸς ἄραγε θὰ βρεθεῖ νὰ εἶναι ὀχυρωμένος μὲ τεῖχος καὶ νὰ μένει ἀσάλευτος, ἔχοντας στὴν ψυχή του τὴν ἀπόδειξη, δηλαδὴ τὴν ἁγία παρουσία τοῦ μονογενῆ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μας, ὅταν θὰ δεῖ ἐκείνη τὴν ἀπερίγραπτη θλίψη νὰ ἁπλώνεται παντοῦ σὲ κάθε ψυχή, καὶ νὰ μὴν ἔχει ἐντελῶς ἀπὸ πουθενὰ παρηγοριά, οὔτε ἐπίσης ἀνακούφιση, στὴ στεριὰ καὶ στὴ θάλασσα; «Ὅταν θὰ δεῖ ὁλόκληρο τὸν κόσμο νὰ ταράζεται, καὶ νὰ φεύγει ὁ καθένας νὰ κρυφτεῖ στὰ βουνά, καὶ ἄλλους νὰ πεθαίνουν ἀπὸ πεῖνα, ἄλλους ἐπίσης νὰ λιώνουν σὰν τὸ κερί, ἀπὸ φοβερὴ δίψα, καὶ νὰ μὴν ὑπάρχει ἐκεῖνος πού θὰ τοὺς σπλαχνισθεῖ; Ὅταν θὰ δεῖ ὅλα τὰ πρόσωπα νὰ χύνουν δάκρυα, καὶ νὰ ρωτοῦν μὲ πόθο, ἂν ὑπάρχει ἐπάνω στὴ γῆ λόγος Θεοῦ; Καὶ θὰ ἀκούσει, ὅτι δὲν ὑπάρχει πουθενά. Ποιὸς λοιπὸν θὰ ἀντέξει ἐκεῖνες τὶς μέρες; Καὶ ποιὸς θὰ ὑπομείνει τὴν ἀβάσταχτη θλίψη, ὅταν θὰ δεῖ τὴν ταραχὴ τῶν λαῶν ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς γῆς γιὰ νὰ δοῦν τὸν τύραννο, καὶ πολλοὺς νὰ προσκυνοῦν μπροστὰ στὸν τύραννο, κραυγάζοντας μὲ τρόμο ὅτι «Ἐσὺ εἶσαι ὁ σωτήρας μας»; Ἡ θάλασσα θὰ ταραχθεῖ καὶ ἡ γῆ θὰ ξεραθεῖ, οἱ οὐρανοὶ δὲ θὰ βρέξουν, τὰ φυτὰ θὰ μαραθοῦν, καὶ ὅλοι ὅσοι εἶναι στὰ ἀνατολικὰ τῆς γῆς θὰ φύγουν στὰ δυτικά, ἀπὸ τὸν πολὺ φόβο· καὶ ἐπίσης, ὅσοι εἶναι στὰ δυτικὰ θὰ φύγουν στὰ ἀνατολικά, μὲ τρόμο. Καὶ τότε, ἀφοῦ ὁ ἀδιάντροπος λάβει τὴν ἐξουσία, θὰ στείλει τοὺς δαίμονες σὲ ὅλα τὰ πέρατα, γιὰ νὰ κηρύξουν μὲ παρρησία ὅτι «Ἐμφανίσθηκε μεγάλος βασιλιὰς μὲ δόξα· ἐλᾶτε νὰ τὸν δεῖτε».

Ποιὸς λοιπὸν θὰ ἔχει τόσο ἰσχυρὴ ψυχή, ὥστε νὰ σηκώσει μὲ γενναιότητα ὅλα τὰ σκάνδαλα; Ποιὸς λοιπὸν θὰ εἶναι, ὅπως εἶπα προηγουμένως, τόσο δυνατὸς ἄνθρωπος, ὥστε νὰ τὸν μακαρίσουν ὅλοι οἱ «Ἄγγελοι; Διότι ἐγώ, ἀδελφοί μου φιλόχριστοι καὶ τέλειοι, φοβήθηκα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀνάμνηση τοῦ Δράκοντα, ἀναλογιζόμενος τὴ θλίψη ποὺ πρόκειται νὰ συμβεῖ στοὺς ἀνθρώπους, ἐκείνους τοὺς καιρούς, καὶ ἐπίσης πόσο αὐτὸς ὁ Δράκοντας θὰ εἶναι ἀχρεῖος καὶ σκληρὸς γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος, καὶ περισσότερο ἄγριος θὰ γίνει γιὰ τοὺς πιστοὺς ποὺ ἔχουν τὴ δύναμη νὰ νικήσουν τὶς φανταστικὲς τερατουργίες του. Διότι θὰ ὑπάρχουν πολλοὶ τότε ποὺ θὰ φανοῦν εὐάρεστοι στὸν Θεό, καὶ ποὺ θὰ μπορέσουν νὰ σωθοῦν στὰ βουνὰ καὶ στοὺς ἔρημους τόπους, μὲ πολλὲς δεήσεις καὶ μὲ ἀβάσταχτους θρήνους. Διότι ὁ ἅγιος Θεὸς βλέποντάς τους νὰ εἶναι μέσα σὲ τόσο ἀπερίγραπτο θρῆνο καὶ σὲ τόσο ἀληθινὴ πίστη, θὰ ἐκδηλώσει σ᾿ αὐτοὺς τὴν εὐσπλαχνία του, ὡς φιλόστοργος πατέρας, καὶ θὰ τοὺς διαφυλάξει ἐκεῖ ὅπου ἔχουν κρυφτεῖ. Καὶ διότι ὁ ἀχρειότατος Δράκοντας δὲ θὰ σταματήσει νὰ ἀναζητᾷ τοὺς πιστοὺς στὴ στεριὰ καὶ στὴ θάλασσα, μὲ τὴν ἰδέα ὅτι ἔγινε πιὰ βασιλιὰς ἐπάνω στὴ γῆ καὶ ὅλους τούς ἔχει ὑποτάξει. Καὶ νομίζει ὁ ἄθλιος ὅτι θὰ ἀντισταθεῖ ἐκείνη τὴ φοβερὴ ὥρα, ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Κύριος ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, ἐπειδὴ δὲ γνωρίζει ὁ ἄθλιος τὴν ἀδυναμία του καὶ τὴν ὑπερηφάνειά του, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας ἔπεσε. Παρόλα αὐτὰ ὅμως ταράζει τὴ γῆ καὶ φοβερίζει τὰ σύμπαντα μὲ τὰ ψεύτικα μαγικὰ θαύματά του.

Δὲ θὰ ὑπάρχει ἐκεῖνο τὸν καιρό, ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Δράκοντας, ἀνακούφιση ἐπάνω στὴ γῆ, ἀλλὰ μεγάλη θλίψη, ταραχὴ καὶ σύγχυση, θάνατοι καὶ πεῖνες σὲ ὅλο τὸν κόσμο διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μας μὲ τὸ θεϊκό του στόμα εἶπε, ὅτι τέτοια δὲν ἔχουν συμβεῖ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας. Ἐμεῖς ὅμως οἱ ἁμαρτωλοί, πὼς θὰ συμπεράνουμε τὸ ὑπέρμετρο ἀλλὰ καὶ τὸ ἀπερίγραπτο αὐτῆς τῆς θλίψης, ὅταν ὁ Θεὸς ἔτσι τὴν χαρακτήρισε; Λοιπόν, ἂς προσηλώσει ὁ καθένας τὸ νοῦ του μὲ ἀκρίβεια στὶς ἅγιες λέξεις τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρα μας πὼς ἐξαιτίας τῆς δυσκολίας καὶ τῆς ὑπερβολικῆς θλίψης θὰ λιγοστεύσει τὶς μέρες τῆς θλίψης, χάρη στὴν εὐσπλαχνία του, παροτρύνοντάς μας καὶ λέγοντας «Νὰ προσεύχεσθε, νὰ μὴ συμβεῖ ἡ φυγή σας χειμῶνα ἢ μέρα Σάββατο». Καὶ ἐπίσης- «Νὰ ἀγρυπνᾶτε πάντοτε, προσευχόμενοι ἀδιάκοπα, γιὰ νὰ ἀξιωθεῖτε νὰ ἀποφύγετε τὴ θλίψη καὶ νὰ σταθεῖτε μπροστὰ στὸν Θεὸ διότι ὁ καιρὸς πλησιάζει». Καὶ ὅμως ὅλοι ἐπιμένουμε σ᾿ αὐτὴ τὴν κακία, καὶ δὲν πιστεύουμε. «Ἂς παρακαλέσουμε ἀδιάκοπα μὲ δάκρυα καὶ προσευχές, πέφτοντας γονατιστοὶ μπροστὰ στὸν Θεὸ νύχτα καὶ μέρα, γιὰ νὰ σωθοῦμε οἱ ἁμαρτωλοί.

«Ὁποῖος ἔχει δάκρυα καὶ κατάνυξη, ἃς παρακαλέσει τὸν Κύριο, γιὰ νὰ γλυτώσουμε ἀπὸ τὴ θλίψη ποὺ πρόκειται νὰ ἔρθει ἐπάνω στὴ γῆ, ὥστε οὔτε τὸ ἴδιο τὸ θηρίο νὰ δεῖ ἐντελῶς, οὔτε ἐπίσης νὰ ἀκούσει τὰ φοβερὰ πράγματα. Διότι θὰ ἔρθουν ἐπάνω στὴ γῆ, στοὺς διάφορους τόπους, πεῖνες, σεισμοὶ καὶ διάφοροι θάνατοι. Θὰ πρέπει νὰ ἔχει γενναία ψυχὴ αὐτὸς ποὺ θὰ μπορέσει νὰ διατηρήσει τὴ ζωὴ του ἀνάμεσα στὰ σκάνδαλα. Διότι, ἂν βρεθεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀμελεῖ ἔστω καὶ λίγο, εὔκολα κυριεύεται καὶ αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ πονηροῦ καὶ ἀπατηλοῦ Δράκοντα. Καὶ ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος παρουσιάζεται νὰ εἶναι τὴ μέρα τῆς κρίσης ἀσυγχώρητος· διότι τὸ βλέπει καὶ ὁ ἴδιος, ὅτι πίστευσε στὸν τύραννο μὲ τὴ θέλησή του.

«Ἔχουμε ἀνάγκη, ἀγαπητοί, ἀπὸ πολλὲς προσευχὲς καὶ ἀπὸ πολλὰ δάκρυα, γιὰ νὰ βρεθεῖ κάποιος ἀπό μᾶς σταθερὸς στοὺς πειρασμούς. Διότι θὰ εἶναι πολλὲς οἱ φανταστικὲς τερατουργίες τοῦ θηρίου ποὺ θὰ συμβοῦν ἐπειδὴ δηλαδὴ εἶναι θεομάχος, θέλει νὰ ἀπολεσθοῦν ὅλοι. Διότι μεταχειρίζεται ὁ τύραννος τέτοιον τρόπο, γιὰ νὰ ἔχουν ὅλοι τὴ σφραγῖδα τοῦ θηρίου, ὅταν θὰ ἔρθει στὴν ἐποχή του καὶ στὸν ὁρισμένο καιρὸ νὰ ἐξαπατήσει ὅλο τὸν κόσμο μὲ θαύματα· καὶ ἔπειτα ἔτσι νὰ προσφέρει τὶς τροφὲς καὶ κάθε ἐμπόρευμα καὶ θὰ τοποθετήσει κυβερνῆτες νὰ ἐκτελοῦν τὸ πρόσταγμά του.

Προσέχετε, ἀδελφοί μου, τὴν ὑπερβολικὴ πονηρία τοῦ θηρίου· διότι μεταχειρίζεται πονηρὰ τεχνάσματα. Προσέχετε πῶς ἀρχίζει ἀπὸ τὴν κοιλιά, ὥστε ὅταν κάποιος βρεθεῖ σὲ δυσκολία, στερούμενος τὴν τροφή, νὰ ἀναγκασθεῖ νὰ δεχθεῖ τὴ σφραγῖδα ἐκείνου, ὄχι ὅπου τύχει, σὲ ὁποιοδήποτε μέλος τοῦ σώματος, ἀλλὰ νὰ δεχθεῖ τὸ ἄσεβες χάραγμα στὸ δεξὶ χέρι, ἐπίσης καὶ στὸ μέτωπο, γιὰ νὰ μὴν ἔχει ὁ ἄνθρωπος δύναμη νὰ σχηματίσει μὲ τὸ δεξί του χέρι τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, οὔτε ἐπίσης νὰ σημειώσει στὸ μέτωπό του ἐντελῶς τὸ ἅγιο ὄνομα τοῦ Κυρίου, οὔτε τὸν ἔνδοξο καὶ τίμιο σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ Σωτῆρα μας. Διότι γνωρίζει ὁ ἄθλιος ὅτι, ἂν σχηματισθεῖ ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου, καταργεῖ ὅλη τὴ δύναμή του, καὶ γι᾿ αὐτὸ σφραγίζει τὸ δεξὶ χέρι τοῦ ἄνθρωπου· διότι τὸ δεξὶ χέρι εἶναι ποὺ σφραγίζει ὅλα τὰ μέλη μας. Παρόμοια μάλιστα καὶ τὸ μέτωπο, σὰν λυχνοστάτης, κράτα ψηλὰ τὸ λυχνάρι τοῦ φωτός, δηλαδὴ τὸ σύμβολο τοῦ Σωτῆρα μας.

Περιμένει λοιπόν, ἀδελφοί μου, φοβερὸς ἀγῶνας ὅλους τους φιλόχριστους ἀνθρώπους, ὥστε νὰ μὴ δειλιάσουν ὡς τὴν ὥρα τοῦ θανάτου, οὔτε νὰ δείξουν ἀδιαφορία, ὅταν θὰ χαράζει ὁ Δράκοντας τὴ σφραγίδα του ἀντὶ γιὰ τὸ σταυρὸ τοῦ Σωτῆρα. Διότι μεταχειρίζεται τέτοιον τρόπο, ὥστε νὰ μὴν ἀναφέρεται διόλου, αὐτὸ τὸν καιρό, τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρα. Καὶ τὸ κάνει αὐτὸ ὁ ἀνίσχυρος, ἐπειδὴ φοβᾶται καὶ τρέμει ἀπὸ τὴν ἁγία δύναμη τοῦ Σωτῆρα μας. Διότι, ἂν κάποιος δὲ δεχθεῖ τὴ σφραγῖδα ἐκείνου, δὲν αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὶς φανταστικὲς τερατουργίες του, οὔτε ἐπίσης ὁ Κύριος ἀπομακρύνεται ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ τοὺς φωτίζει καὶ τοὺς ἑλκύει κοντά του.

Πρέπει νὰ καταλάβουμε ἐμεῖς, ἀδελφοί, μὲ κάθε ἀκρίβεια, ὅτι οἱ φανταστικὲς τερατουργίες τοῦ Ἐχθροῦ εἶναι ἄσπλαχνες. Ὁ Κύριός μας ὅμως ἔρχεται σὲ ὅλους ἐμᾶς μὲ γαλήνη, γιὰ νὰ ἀποκρούσει γιὰ χάρη μας τὶς πανουργίες τοῦ θηρίου. «Ἂν κρατᾶμε μὲ εἰλικρίνεια τὴν ὀρθὴ πίστη τοῦ Χριστοῦ, θὰ διασκορπίσουμε εὔκολα τὴ δύναμη τοῦ τυράννου, θὰ ἀποκτήσουμε ἀμετακίνητο λογισμὸ καὶ σταθερότητα, καὶ θὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπό μᾶς ὁ ἀνίσχυρος, ἐπειδὴ δὲ θὰ μπορεῖ νὰ κάνει τίποτε.

Ἐγὼ ὁ τιποτένιος, ἀδελφοὶ φιλόχριστοι, σᾶς παρακαλῶ, νὰ μὴ γινόμαστε πλαδαροί, ἀλλὰ ἀπεναντίας νὰ γινόμαστε δυνατοὶ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ. Ὁ ἀναπόφευκτος ἀγῶνας εἶναι πολὺ κοντά μας· ἂς πάρουμε ὅλοι τὴν ἀσπίδα τῆς πίστεως. Νὰ εἶστε λοιπὸν πρόθυμοι, σὰν ἔμπιστοι δοῦλοι, καὶ νὰ μὴ δέχεστε ἄλλον. Ἐπειδὴ δηλαδὴ ὁ κλέφτης καὶ ἄθλιος καὶ σκληρὸς πρόκειται νὰ ἔρθει πρῶτος αὐτός, στὸν καιρό του, θέλοντας νὰ κλέψει καὶ νὰ σφάξει καὶ νὰ ὁδηγήσει στὴν ἀπώλεια τὴν ἐκλεκτὴ ποίμνη τοῦ ἀληθινοῦ Ποιμένα Χριστοῦ, γι᾿ αὐτὸ παίρνει τὴ μορφὴ τοῦ ἀληθινοῦ Ποιμένα.

«Ἂς μάθουμε, ἀγαπητοί, μὲ τί λογῆς μορφὴ ἔρχεται στὴ γῆ ὁ ἀδιάντροπος «ὄφις. Ἐπειδὴ δηλαδὴ ὁ Σωτήρας, θέλοντας νὰ σώσει τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο καὶ μὲ μορφὴ ἀνθρώπου νίκησε τὸν ἐχθρὸ μὲ τὴν ἁγία δύναμη τῆς θεότητάς του, σοφίσθηκε αὐτὸς νὰ πάρει τὴ μορφὴ τῆς παρουσίας του καὶ νὰ μᾶς ἐξαπατήσει. Ὁ Κύριός μας ὅμως θὰ ἔρθει στὴ γῆ μέσα σὲ φωτεινὲς νεφέλες, σὰν φοβερὴ ἀστραπή. Ὁ ἐχθρὸς ἀπεναντίας δὲ θὰ ἔρθει μὲ τὸν ἴδιο τρόπο- διότι εἶναι ἀποστάτης. Θὰ γεννηθεῖ ὅμως ἀκριβῶς τὸ ὄργανο ἐκείνου ἀπὸ μία ἀχρεία κόρη καὶ δὲ θὰ γίνει ἄνθρωπος αὐτός. Καὶ θὰ ἔρθει ὁ ἀχρειότατος μὲ τέτοια μορφή, σὰν κλέφτης, γιὰ νὰ ἐξαπατήσει ὅλο τὸν κόσμο: ταπεινός, ἥσυχος, μισώντας, λέει, τὴν ἀδικία, ἀποστρεφόμενος τὰ εἴδωλα, προτιμώντας τὴν εὐσέβεια, ἀγαθός, φιλόπτωχος, ὑπερβολικὰ ὄμορφος, ἀτάραχος, χαρούμενος πρὸς ὅλους, τιμώντας ὑπερβολικὰ τὸ γένος τῶν Ἰουδαίων, διότι αὐτοὶ περιμένουν τὸν ἐρχομό του. Ἀνάμεσα σὲ ὅλους αὐτοὺς θὰ πραγματοποιεῖ θαύματα, τερατουργίες καὶ φοβερὰ πράγματα, μὲ πολλὴ δύναμη. Καὶ θὰ μηχανεύεται μὲ δόλο νὰ γίνει ἀρεστὸς σὲ ὅλους, γιὰ νὰ ἀγαπηθεῖ γρήγορα ἀπὸ πολλούς. Καὶ δὲ θὰ παίρνει δῶρα, δὲ θὰ μιλᾷ μὲ ὀργή, δὲ θὰ παρουσιάζεται σκυθρωπός, ἀλλὰ μὲ τὸ πρόσχημα τῆς καλῆς του διαγωγῆς θὰ ἐξαπατᾷ τὸν κόσμο, ὡσότου νὰ βασιλεύσει.

«Ὅταν λοιπὸν θὰ δοῦν πολλοὶ λαοὶ καὶ ἔθνη τέτοιες ἀρετὲς καὶ τέτοια θαύματα, ὅλοι τους θὰ συμφωνήσουν καὶ θὰ τὸν ἀνακηρύξουν βασιλιὰ μὲ μεγάλη χαρά, λέγοντας ὁ ἕνας στὸν ἄλλο· «Μήπως λοιπὸν ὑπάρχει ἄλλος τόσο πολὺ ἀγαθὸς καὶ δίκαιος ἄνθρωπος;». Θὰ ἀνυψωθεῖ μάλιστα ἀμέσως ἢ βασιλεία του, καὶ θὰ πατάξει μὲ θυμὸ τρεῖς μεγάλους βασιλεῖς. Στὴ συνέχεια θὰ ὑπερηφανευθεῖ ἡ καρδιά του, καὶ θὰ ξεράσει ὁ Δράκοντας τὴν πικρότητά του. Θὰ ταράξει τὴν οἰκουμένη καὶ θὰ κινήσει τὸ πέρατα τοῦ κόσμου· θὰ προξενήσει θλίψη σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ θὰ μολύνει τὶς ψυχές. «Ὄχι πιὰ σὰν εὐλαβής, ἀλλὰ σὲ ὅλα σκληρὸς πρὸς ὅλους, ἀπότομος, ὀργίλος, θυμώδης, φοβερός, ἐμπαθής, τρομερός, ἄσχημος, μισητός, σιχαμερός, ἄγριος, ὀλέθριος, ἀδιάντροπος καὶ πρόθυμος νὰ ρίξει μέσα στὸ λάκκο τῆς ἀσέβειας ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Πληθύνει τὰ θαύματα τοῦ ἀνάμεσα στὸ πλῆθος, μὲ ψευτιὰ καὶ ὄχι μὲ ἀλήθεια. Ἐνῷ θὰ παραβρίσκονται καὶ ἄλλα πολλὰ πλήθη, καὶ θὰ τὸν ἐπευφημοῦν γιὰ τὶς φανταστικὲς τερατουργίες του, θὰ φωνάξει δυνατά, ὥστε νὰ σαλευθεῖ ὁ τόπος, ὅπου τὰ πλήθη στέκονται μπροστὰ τοὺ· «Γνωρίστε, ὅλοι οἱ λαοί, τὴ δύναμή μου καὶ τὴν ἐξουσία μου». Θὰ μετακινεῖ βουνὰ μπροστὰ στὰ μάτια αὐτῶν ποὺ τὰ βλέπουν καὶ θὰ ἀνυψώνει νησιὰ ἀπὸ τὴ θάλασσα· ὅλα ὅμως θὰ τὰ κάνει μὲ ἀπάτη καὶ μὲ φαντασία, καὶ ὄχι ἀληθινά, ἀλλὰ ἀπεναντίας θὰ πλανᾷ τὸν κόσμο καὶ θὰ ἐξαπατᾷ μὲ τὶς φανταστικὲς τερατουργίες τὰ σύμπαντα. Πολλοὶ θὰ πιστεύσουν καὶ θὰ τὸν δοξάσουν, σὰν ἰσχυρὸ θεό.

Τότε θὰ θρηνήσει φοβερὰ καὶ θὰ στενάξει κάθε ψυχή. Τότε ὅλοι θὰ ἀντικρίσουν μία ἀπαρηγόρητη θλίψη, ποὺ θὰ τοὺς κράτα νύχτα καὶ μέρα, καὶ δὲ θὰ βρίσκουν πουθενὰ τρόπο νὰ χορτάσουν ἀπὸ τροφή. Διότι θὰ τοποθετηθοῦν σὲ κάθε τόπο κυβερνῆτες σκληροί· καὶ ἂν κάποιος ἔχει τὴ σφραγίδα τοῦ τυράννου χαραγμένη στὸ μέτωπο ἢ στὸ δεξί του χέρι, θὰ ἀγοράζει λίγα τρόφιμα ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ θὰ ὑπάρχουν. Τότε θὰ πεθαίνουν τὰ νήπια στὴν ἀγκαλιὰ τῶν μανάδων τους· θὰ πεθαίνει ἐπίσης ἡ μάνα πάνω ἀπὸ τὸ παιδί της· θὰ πεθαίνει ἐπίσης ὁ πατέρας μαζὶ μὲ τὴ γυναῖκα του καὶ τὰ παιδιά του στὴν ἀγορά, καὶ δὲ θὰ ὑπάρχει ἐκεῖνος ποὺ θὰ τοὺς μαζέψει καὶ θὰ τοὺς βάλει στὸ μνῆμα. Ἀπὸ τὰ πολλὰ πτώματα, ποὺ θὰ πετιοῦνται στὶς πλατεῖες, θὰ βγαίνει παντοῦ δυσωδία, ποὺ θὰ βασανίζει φοβερὰ τοὺς ζωντανούς. Τὸ πρωὶ ὅλοι θὰ λένε μὲ λύπη καὶ στεναγμούς· «Πότε θὰ βραδιάσει, γιὰ νὰ βροῦμε ἀνακούφιση;». Καὶ ὅταν ἐπίσης θὰ ἔρθει τὸ βράδυ, θὰ λένε μεταξύ τους μὲ πολὺ πικρὰ δάκρυα· «Πότε λοιπὸν θὰ φέξει, γιὰ νὰ ἀποφύγουμε τὴ θλίψη ποὺ μᾶς πιέζει;». Καὶ δὲ θὰ ὑπάρχει τόπος, ὅπου νὰ φύγουν ἢ νὰ κρυφθοῦν διότι τὰ πάντα ἔχουν ταραχθεῖ: ἢ θάλασσα καὶ ἡ ξηρά. Γι᾿ αὐτὸ εἶπε σ᾿ ἐμᾶς ὁ Κύριος· «Νὰ ἀγρυπνᾶτε, παρακαλώντας ἀδιάκοπα νὰ ἀποφύγετε τὴ θλίψη».

Θὰ ὑπάρχει δυσωδία στὴ θάλασσα, δυσωδία ἐπάνω στὴ γῆ, πεῖνες, σεισμοί. Θὰ ὑπάρχει ταραχὴ στὴ θάλασσα, ταραχὴ ἐπάνω στὴ γῆ· φοβερὰ πράγματα στὴ θάλασσα, φοβερὰ πράγματα ἐπάνω στὴ γῆ. Τὸ πολὺ χρυσάφι καὶ τὸ ἀσήμι καὶ τὰ μεταξωτὰ ἐνδύματα καθόλου δὲ θὰ ὠφελήσουν κάποιον σ᾿ ἐκείνη τὴ θλίψη, ἀλλὰ ἀπεναντίας ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θὰ μακαρίζουν τοὺς νεκροὺς ποὺ θάφτηκαν προτοῦ νὰ ἔρθει ἡ μεγάλη θλίψη ἐπάνω στὴ γῆ. Διότι θὰ πετιέται στὶς πλατεῖες καὶ τὸ χρυσάφι καὶ τὸ ἀσήμι, καὶ δὲ θὰ ὑπάρχει ἐκεῖνος ποὺ θὰ τὰ ἀγγίξει, ἐπειδὴ ὅλα θὰ εἶναι ἀνεπιθύμητα· ἀλλὰ ἀπεναντίας ὅλοι θὰ σπεύδουν νὰ φύγουν καὶ νὰ κρυφθοῦν, καὶ δὲ θὰ ὑπάρχει γι᾿ αὐτοὺς πουθενὰ τόπος νὰ κρυφθοῦν ἀπὸ τὴ θλίψη. Ἀλλὰ ἀκόμη μαζὶ μὲ τὴν πείνα καὶ τὴ θλίψη καὶ τὸ φόβο, θὰ ὑπάρχουν θηρία καὶ ἑρπετὰ σαρκοφάγα, ποὺ θὰ δαγκώνουν τοὺς ἀνθρώπους. Ἀπὸ μέσα φόβος καὶ ἀπὸ ἔξω τρόμος, καὶ τὴ νύχτα καὶ τὴ μέρα. Στὶς πλατεῖες θὰ ὑπάρχουν πτώματα. Στὶς πλατεῖες θὰ ὑπάρχει δυσωδία, στὰ σπίτια θὰ ὑπάρχει δυσωδία. Στὶς πλατεῖες πεῖνα καὶ δίψα, στὰ σπίτια πεῖνα καὶ δίψα. Στὶς πλατεῖες φωνὴ θρήνου, στὰ σπίτια φωνὴ θρήνου. Στὶς πλατεῖες θόρυβος, στὰ σπίτια θόρυβος. Θὰ συναντᾷ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο μὲ θρῆνο· ὁ πατέρας τὸ παιδί του, καὶ ὁ γιὸς τὸν πατέρα· ἢ μητέρα τὴν κόρη της. Οἱ φίλοι θὰ ξεψυχοῦν στὶς πλατεῖες ἀγκαλιασμένοι μὲ τοὺς φίλους, καὶ οἱ ἀδελφοὶ θὰ πεθαίνουν ἀγκαλιασμένοι μὲ τοὺς ἀδελφούς. Θὰ μαραθεῖ καὶ ἡ ὀμορφιὰ ἀπὸ τὰ πρόσωπα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καὶ θὰ γίνει ἡ ὄψη τους, σὰν ὄψη νεκροῦ. Θὰ γίνει σιχαμερὴ καὶ μισητὴ καὶ ἡ ὀμορφιὰ τῶν γυναικῶν. Θὰ μαραθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ἀνθρώπων.

«Ὅλοι μάλιστα ὅσοι ὑπάκουσαν στὸ φοβερὸ θηρίο καὶ δέχθηκαν τὴ σφραγίδα του, τὸ ἀσεβὲς χάραγμα τοῦ ἀχρείου θηρίου, θὰ τρέχουν σ᾿ αὐτὸ γιὰ βοήθεια καὶ συγχρόνως θὰ λένε μὲ πόνο «Δῶσε μας νὰ φᾶμε καὶ νὰ πιοῦμε, διότι πεθαίνουμε ὅλοι, πιεζόμενοι ἀπὸ τὴν πεῖνα· καὶ ἀπομάκρυνε ἀπὸ μᾶς τὰ φαρμακερὰ θηρία». Καὶ ἀδυνατώντας νὰ ἀνταποκριθεῖ ὁ ἄθλιος, θὰ ἀπαντήσει μὲ πολλὴ σκληρότητα, λέγοντας· «Ἀπὸ ποῦ ἐγὼ θὰ σᾶς δώσω νὰ φᾶτε καὶ νὰ πιεῖτε, ἄνθρωποι; Ὁ οὐρανὸς δὲ θέλει νὰ δώσει βροχὴ στὴ γῆ· καὶ ἡ γῆ ἐπίσης δὲν ἔδωσε διόλου θερισμὸ ἢ γεννήματα». Καὶ ἀκούγοντάς τα αὐτὰ οἱ λαοί, θὰ πενθήσουν καὶ θὰ κλάψουν, ἐπειδὴ δὲ θὰ ἔχουν διόλου παρηγοριὰ στὴ θλίψη τους, ἀλλὰ ἀπεναντίας θὰ ἀκολουθήσει ἐπάνω στὴ θλίψη τοὺς ἀνείπωτη θλίψη, διότι τόσο πρόθυμα πίστευσαν στὸν τύραννο. Διότι ἐκεῖνος ὁ ἄθλιος δὲν ἔχει τὴ δύναμη οὔτε τὸν ἑαυτό του νὰ βοηθήσει- καὶ πῶς θὰ μπορέσει νὰ ἐλεήσει αὐτούς; Ἐκεῖνες τὶς μέρες θὰ ὑπάρχει μεγάλη δυσκολία ἀπὸ τὴν πολλὴ πίεση τοῦ Δράκοντα καὶ ἀπὸ τὸ φόβο καὶ ἀπὸ τὸ σεισμὸ καὶ ἀπὸ τὸν ἦχο τῆς θάλασσας καὶ ἀπὸ τὴν πεῖνα καὶ ἀπὸ τὴ δίψα καὶ ἀπὸ τὰ δαγκώματα τῶν θηρίων. «Ὅλοι μάλιστα ὅσοι δέχθηκαν τὴν σφραγίδα τοῦ Ἀντιχρίστου καὶ τὸν προσκύνησαν, σὰν τὸν ἀγαθὸ Θεό, δὲ θὰ ἔχουν κανένα μερίδιο στὴ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ ἀπεναντίας θὰ πεταχτοῦν μαζὶ μὲ τὸν Δράκοντα στὴ γέεννα.

Εἶναι μακάριος αὐτὸς ποὺ θὰ βρεθεῖ νὰ εἶναι σὲ ὅλα ἅγιος καὶ σὲ ὅλα πιστός· αὐτὸς ποὺ θὰ ἔχει προσηλωμένη τὴν καρδιά του στὸν Θεό, χωρὶς δισταγμό· διότι ἄφοβα θὰ ἀποκρούσει ὅλες τὶς ἐρωτήσεις τοῦ Δράκοντα, καταφρονώντας καὶ τὰ βασανιστήρια καὶ τὶς φανταστικὲς τερατουργίες του. Προτοῦ μάλιστα νὰ συμβοῦν αὐτά, θὰ στείλει ὁ Κύριος, ὡς εὔσπλαχνος, τὸν Ἠλία τὸν Θεσβίτη καὶ τὸν Ἐνώχ, γιὰ νὰ διδάξουν αὐτοὶ τὴν εὐσέβεια στὸ γένος τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ κηρύξουν μὲ παρρησία σὲ ὅλους τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ μὴν πιστεύσουν στὸν τύραννο ἀπὸ φόβο, καὶ θὰ κραυγάζουν καὶ θὰ λένε: «Ἄνθρωποι, εἶναι ἀπατεώνας· κανεὶς νὰ μὴν πιστεύσει ἐντελῶς σ᾿ αὐτόν, οὔτε νὰ ὑπακούσει στὸν θεομάχο· κανεὶς ἀπὸ σᾶς νὰ μὴ φοβηθεῖ· διότι γρήγορα θὰ καταργηθεῖ. Νά, ὁ ἅγιος Κύριος ἔρχεται ἀπὸ τὸν οὐρανὸ νὰ κρίνει ὅλους ἐκείνους ποὺ πίστευσαν στὰ θαύματά του». «Ὅμως λίγοι θὰ εἶναι τότε αὐτοὶ ποὺ θὰ θελήσουν νὰ ὑπακούσουν καὶ νὰ πιστεύσουν στὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν. Καὶ αὐτὸ τὸ κάνει ὁ Σωτῆρας, γιὰ νὰ δείξει τὴν ἀνέκφραστη φιλανθρωπία του· διότι οὔτε ἐκεῖνο τὸν καιρὸ θὰ ἀφήσει τὸ ἀνθρώπινο γένος χωρὶς κήρυγμα, γιὰ νὰ εἶναι ὅλοι ἀναπολόγητοι στὴν κρίση.

Πολλοὶ λοιπὸν ἀπὸ τοὺς πιστούς, ὅσοι τότε θὰ ὑπάρχουν κατὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ ἀχρείου, θὰ χύνουν ποτάμι τὰ δάκρυα μὲ στεναγμοὺς πρὸς τὸν ἅγιο Θεό, νὰ γλυτώσουν ἀπὸ τὸν Δράκοντα. Καὶ θὰ φεύγουν μὲ μεγάλη βιασύνη στὶς ἐρήμους, καὶ θὰ κρύβονται μὲ φόβο στὰ βουνὰ καὶ στὰ σπήλαια, καὶ θὰ ρίχνουν στὰ κεφάλια τους χῶμα καὶ στάχτη, παρακαλώντας νύχτα καὶ μέρα μὲ πολλὴ ταπείνωση. Καὶ θὰ χορηγεῖται σ᾿ αὐτοὺς ἀπὸ τὸν ἅγιο Θεὸ αὐτὸ ποὺ παρακαλοῦν, καὶ θὰ τοὺς ὁδηγεῖ ἡ χάρη σὲ ἀσφαλεῖς τόπους, καὶ θὰ σῴζονται κρυβόμενοι στὶς ὀπὲς καὶ στὰ σπήλαια, μὴ βλέποντας τὰ θαύματα καὶ τὰ φοβερὰ πράγματα τοῦ Ἀντίχριστου. Διότι ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν γνώση, εὔκολα ἀναγνωρίζεται ὁ ἐρχομός του ἀπὸ κείνους ὅμως ποὺ ἔχουν τὸ νοῦ τους σὲ βιωτικὰ πράγματα καὶ ποθοῦν τὰ γήινα, δὲ θὰ εἶναι αὐτὸ εὐκολοδιάκριτο. Διότι αὐτὸς ποὺ διαρκῶς εἶναι δεμένος σὲ βιωτικὰ πράγματα, καὶ ἂν ἀκόμη ἀκούσει, δείχνει ἀπιστία καὶ ἀποφεύγει ἐκεῖνον ποὺ τὸ λέει. Γι᾿ αὐτὸ τὸ λόγο ἐνδυναμώνονται οἱ πιστοί, διότι ἀπαρνοῦνται ὅλα τὰ ἀνθρώπινα καὶ τὴ μέριμνα αὐτῆς τῆς ζωῆς.

Τότε θὰ πενθήσει ὅλη ἡ γῆ καὶ ἡ θάλασσα. Θὰ πενθήσει καὶ ὁ ἀέρας, καὶ συγχρόνως θὰ πενθήσουν τὰ ἄγρια ζῷα μαζὶ μὲ τὰ πουλιὰ τοῦ οὐρανοῦ. Θὰ πενθήσουν τὰ ὄρη καὶ τὰ βουνὰ καὶ τὰ δένδρα τῆς πεδιάδας. Θὰ πενθήσουν ἐπίσης καὶ τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος, διότι ὅλοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὸν ἅγιο Θεὸ καὶ πίστευσαν στὸν ἀπατεῶνα, καὶ δέχθηκαν τὸ χάραγμα τοῦ ἀχρείου καὶ θεομάχου ἀντὶ γιὰ τὸν ζωοποιὸ σταυρὸ τοῦ Σωτῆρα. Θὰ πενθήσει ἡ γῆ καὶ ἡ θάλασσα, διότι ξαφνικὰ σταμάτησε ἡ φωνὴ τῆς ψαλμῳδίας καὶ τῆς προσευχῆς ἀπὸ τὸ στόμα τῶν ἀνθρώπων. Θὰ πενθήσουν ὅλες οἱ Ἐκκλησίες τοῦ Χριστοῦ μὲ μεγάλο πένθος, διότι δὲν τελεῖται ἡ λειτουργία καὶ ἡ προσφορά.

«Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὴ συμπλήρωση τῶν τρεισήμισι χρόνων τῆς ἐξουσίας καὶ τῆς δράσης τοῦ ἀχρείου, καὶ ὅταν θὰ συμπληρωθοῦν ὅλα τὰ σκάνδαλα ὅλης τῆς γῆς. Ὅπως λέει ὁ Κύριος, θὰ ἔρθει στὸ τέλος, ἀστράφτοντας σὰν ἀστραπὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὁ ἅγιος καὶ ἄχραντος καὶ φοβερὸς καὶ ἔνδοξος Θεός μας, μὲ δόξα ἀνέκφραστη, ἐνῷ θὰ τρέχουν μπροστὰ ἀπὸ τὴ δόξα του τὰ τάγματα τῶν Ἀγγέλων καὶ τῶν Ἀρχαγγέλων, καὶ θὰ εἶναι ὅλοι φλόγες φωτιᾶς, καὶ θὰ ρέει ποταμὸς γεμάτος ἀπὸ φωτιά, μὲ φοβερὸ παφλασμό. Τὰ Χερουβείμ, μὲ στραμμένο τὸ βλέμμα κάτω, καὶ τὰ Σεραφείμ, ποὺ θὰ πετοῦν καὶ θὰ κρύβουν τὰ πρόσωπα καὶ τὰ πόδια τους μὲ τὰ πύρινα φτερά τους, θὰ κραυγάζουν μὲ φρίκη: «Σηκωθεῖτε, ὅσοι κοιμᾶστε. Νά, ἦρθε ὁ Νυμφίος». Θὰ ἀνοίξουν ἐπίσης τὰ μνήματα, καὶ στὴ στιγμὴ θὰ ἀναστηθοῦν ὅλες οἱ φυλές, καὶ θὰ στρέψουν τὸ βλέμμα τους στὸ ἅγιο κάλλος τοῦ Νυμφίου. Καὶ μύριες μυριάδες καὶ χίλιες χιλιάδες Ἀγγέλων καὶ Ἀρχαγγέλων, ἀναρίθμητες στρατιές, θὰ ἔχουν μεγάλη χαρά. Οἱ ἅγιοι καὶ οἱ δίκαιοι καὶ ὅλοι ὅσοι δὲν ἐδέχθησαν τὴ σφραγίδα τοῦ ἀχρείου καὶ ἀσεβοῦς Δράκοντα θὰ χαίρονται. Καὶ θὰ ὁδηγηθεῖ ὁ τύραννος, δεμένος ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους, μαζὶ μὲ ὅλους τούς δαίμονες, μπροστὰ στὸ βῆμα, καὶ ὅσοι δέχθηκαν τὴ σφραγῖδα του, καὶ ὅλοι οἱ ἀσεβεῖς καὶ ἁμαρτωλοὶ δεμένοι. Καὶ ὁ Βασιλιὰς θὰ βγάλει ἐναντίον τους τὴν ἀπόφαση τῆς αἰώνιας καταδίκης στὸ ἄσβεστο πῦρ. «Ὅλοι ὅμως ὅσοι δὲ δέχθηκαν τὴν σφραγίδα τοῦ Ἀντιχρίστου, καὶ ὅλοι ὅσοι κρύφτηκαν στὰ σπήλαια, θὰ χαίρονται μαζὶ μὲ τὸν Νυμφίο στὸν αἰώνιο καὶ οὐράνιο νυφικὸ θάλαμο, μαζὶ μὲ ὅλους τούς Ἁγίους, στοὺς ἀπέραντους αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.»

 Ὅσιος Ἑφραὶμ Σῦρος

 

πηγή

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2022

Τοῦ Ἀββᾶ Δωροθέου: Περί συνειδήσεως

 

 


 

Ὅταν ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο, ἔβαλε μέσα του ἕνα θεῖο σπέρμα, σὰν ἕνα εἶδος λογισμοῦ πιὸ θερμοῦ καὶ φωτεινοῦ, νὰ ἔχει τὴ θέση τῆς σπίθας, γιὰ νὰ φωτίζει τὸ νοῦ καὶ νὰ τοῦ δείχνει νὰ ξεχωρίζει τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακό. Αὐτὸ ὀνομάζεται συνείδηση, καὶ εἶναι ὁ φυσικὸς νόμος.

Ἐπειδὴ ὅμως αὐτὴ παραχώθηκε καὶ καταπατήθηκε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν προοδευτικὴ ἐξάπλωση τῆς ἁμαρτίας, χρειαστήκαμε τὸ γραπτὸ νόμο, χρειαστήκαμε τοὺς ἁγίους προφῆτες, χρειαστήκαμε τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ ἴδιου τοῦ Δεσπότη μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ τὴν ξαναφέρει στὸ φῶς καὶ νὰ τὴν ἀναστήσει, γιὰ νὰ ξαναδώσει ζωή, μὲ τὴν τήρηση τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, σὲ κείνη τὴ σπίθα ποὺ ἦταν παραχωμένη.

Τώρα λοιπὸν εἶναι στὸ χέρι μας ἢ νὰ τὴν παραχώσουμε πάλι ἢ νὰ τὴν ἀφήσουμε νὰ λάμπει καὶ νὰ μᾶς φωτίζει, ἂν συμμορφωνόμαστε μὲ τὶς ὑποδείξεις της.

Γιατί ὅταν ἡ συνείδηση μᾶς ὑπαγορεύει νὰ κάνουμε αὐτό, καὶ ἀδιαφοροῦμε, καὶ πάλι μᾶς λέει νὰ κάνουμε ἐκεῖνο, καὶ δὲν τὸ κάνουμε, ἀλλὰ σταθερὰ καὶ ἀδιάκοπα τὴν καταπατοῦμε, ἔτσι τὴ θάβουμε καὶ δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ φωνάξει δυνατὰ μέσα μας, ἀπὸ τὸ βάρος ποὺ τὴ σκεπάζει.

Ὅπως ἀκριβῶς τὸ λυχνάρι ποὺ δίνει θαμπὸ φῶς, ἔτσι κι αὐτὴ ἀρχίζει νὰ μᾶς δείχνει ὅλο πιὸ θολά, ὅλο πιὸ σκοτεινὰ τὰ πράγματα, ὅπως συμβαίνει καὶ μὲ τὸ θολωμένο ἀπὸ τὰ πολλὰ χώματα νερό, ποὺ δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ δεῖ μέσα τὸ πρόσωπό του.

Ἔτσι σιγὰ-σιγὰ καταντᾶμε νὰ μὴν αἰσθανόμαστε ἐκεῖνα ποὺ μᾶς ὑπαγορεύει ἡ συνείδησή μας καὶ νὰ φτάνουμε στὸ σημεῖο νὰ νομίζουμε ὅτι δὲν τὴν ἔχουμε καθόλου. Ὅμως δὲν ὑπάρχει κανένας ποὺ νὰ μὴν τὴν ἔχει.

Γιατί αὐτὸ εἶναι κάτι θεϊκό, ὅπως ἤδη εἴπαμε, καὶ δὲν χάνεται ποτέ, ἀλλὰ πάντα μᾶς θυμίζει ἐκεῖνο ποὺ ὀφείλουμε νὰ κάνουμε.

Ἂς φροντίσουμε λοιπὸν ἀδελφοί μου νὰ φυλᾶμε τὴν συνείδησή μας, ὅσο ἀκόμα βρισκόμαστε σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο, χωρὶς νὰ τὴν προκαλοῦμε νὰ μᾶς ἐλέγξει γιὰ κάποιο πράγμα. Χωρὶς νὰ τὴν καταπατοῦμε σὲ τίποτα ἀπολύτως, οὔτε καὶ στὸ ἐλάχιστο.

Γιατί ξέρετε καλὰ ὅτι ἀπὸ τὰ μικρὰ αὐτὰ καὶ ἀσήμαντα, ὅπως λένε, φτάνουμε νὰ καταφρονοῦμε καὶ τὰ μεγάλα.

Γιατί ὅταν ἀρχίσει κανεὶς νὰ λέει: «Τί σημασία ἔχει, ἂν πῶ αὐτὸ τὸ λόγο; Τί σημασία ἂν φάω λιγάκι; Τί σημασία ἔχει ἂν δώσω προσοχὴ σὲ αὐτὸ ἐδῶ τὸ πράγμα;».

Ἀπὸ τὸ «τί σημασία ἔχει αὐτὸ καὶ τί σημασία ἔχει ἐκεῖνο» ἀποκτάει κανεὶς κακὴ καὶ διεστραμμένη διάθεση καὶ ἀρχίζει νὰ καταφρονεῖ τὰ μεγάλα καὶ βαρύτερα, καὶ νὰ καταπατεῖ τὴν ἴδια τὴ συνείδησή του. Καὶ ἔτσι προχωρώντας σιγὰ-σιγὰ κινδυνεύει νὰ πέσει σὲ ἀναισθησία.

Ἡ προσπάθειά μας νὰ φυλάξουμε τὴ συνείδησή μας ἄγρυπνη καὶ νὰ συμμορφωνόμαστε μὲ τὶς ὑποδείξεις της παίρνει πολλὲς καὶ ποικίλες μορφές. Γιατί πρέπει νὰ ἐνεργεῖ κανεὶς «κατὰ συνείδηση» καὶ πρὸς τὸν Θεόν, καὶ πρὸς τὸν πλησίον καὶ πρὸς τὰ πράγματα.

Πρὸς μὲν τὸν Θεό, γιὰ νὰ μὴν καταφρονεῖ τὶς ἐντολές Του, καὶ ὅταν δὲν τὸν βλέπει ἄνθρωπος καὶ ὅταν κανεὶς δὲν ἀπαιτεῖ τίποτα ἀπὸ αὐτόν. Αὐτὸς ἐνεργεῖ κατὰ συνείδηση ἔναντι τοῦ Θεοῦ μυστικά.

Ἡ τήρηση τῆς συνειδήσεως πρὸς τὸν πλησίον εἶναι νὰ μὴν κάνει κανεὶς τίποτε ἀπολύτως ποὺ καταλαβαίνει ὅτι θλίβει ἢ πληγώνει τὸν πλησίον, εἴτε μὲ ἔργο, εἴτε μὲ λόγο, εἴτε μὲ κάποια κίνηση, εἴτε μὲ ἕνα βλέμμα – γιατί μπορεῖ κανεὶς καὶ μὲ μία κίνηση, ὅπως πολλὲς φορὲς λέω, νὰ πληγώσει τὸν πλησίον, μπορεῖ καὶ μὲ ἕνα βλέμμα. Καὶ μὲ λίγα λόγια ὁ ἄνθρωπος μολύνει τὴ συνείδησή του μὲ ὅσα καταλαβαίνει ὅτι κάνει ἐπίτηδες γιὰ νὰ προκαλέσει λογισμοὺς στὸν πλησίον, ἐπειδὴ ξέρει ὅτι τὸ κάνει ἐπίτηδες γιὰ νὰ τὸν βλάψει ἢ νὰ τὸν στενοχωρήσει.

Τὸ νὰ φυλάξει λοιπὸν τὴ συνείδηση καὶ νὰ μὴν κάνει κάτι τέτοιο, εἶναι νὰ αὐτὸ ποὺ λέμε, νὰ ἐνεργεῖ κατὰ συνείδηση πρὸς τὸν πλησίον.

Νὰ ἐνεργεῖ κανεὶς κατὰ συνείδηση πρὸς τὰ ὑλικὰ πράγματα σημαίνει νὰ μὴν κάνει κατάχρηση κανενὸς πράγματος, νὰ μὴν ἀφήνει κάτι νὰ καταστραφεῖ ἢ νὰ πεταχτεῖ. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμα δεῖ κάτι πεταμένο, νὰ μὴν τὸ ἀγνοήσει ἔστω κι ἂν αὐτὸ φαίνεται ἀσήμαντο, ἀλλὰ νὰ τὸ μαζέψει καὶ νὰ τὸ βάλει στὴ θέση του.


Ἀββᾶς Δωρόθεος

Πηγή: askitikon.eu

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2022

Λόγος τοῦ ἀββᾶ Δωροθέου «Περὶ τοῦ μὴ κρίνειν τὸν πλησίον».

 



Ὁ γλαφυρός καί ἐπιβλητικός συγγραφέας ἔζησε τόν 6ο αἰώνα στήν Παλαιστίνη. Ἀπό μικρός ἀφοσιώθηκε μέ ἐξαιρετικό ζῆλο στή μόρφωση. Ἀργότερα ἔγινε μοναχός στή μονή τοῦ Σερίδου. Ἐκεῖ ἵδρυσε μέ χρήματα τοῦ ἀδελφοῦ του νοσοκομεῖο γιά μοναχούς καί γι᾽ ἄλλους φτωχούς ἀρρώστους.

Τελικά συγκρότησε μοναστήρι στή Γάζα. Οἱ διδασκαλίες του διακρίνονται γιά τήν ἁπλότητα, τή χάρη, τή ζωντάνια καί τήν πειστικότητα. Ὁ λόγος του γιά τήν κατάκριση, πού ἀκολουθεῖ, ἔχει ὡς θεμέλιό του τό σεβασμό στήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα,, θέμα πού τόσο ἀπασχολεῖ τή σύγχρονη ἐπιστήμη καί διανόηση.

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

Μήν κατακρίνεις

Ἄν εἴχαμε στό νοῦ μας͵ ἀδελφοί, τά λόγια τῶν ἁγίων πατέρων ἄν τά μελετούσαμε παντοτινά, δύσκολα θ’ ἁμαρτάναμε, δύσκολα θά παραμελούσαμε τούς ἑαυτούς μας. Ἂν π.χ. ὅπως εἶπαν ἐκεῖνοι, δέν καταφρονούσαμε ὅσα μᾶς φαίνονται μικρά καί τιποτένια, δέν θά πέφταμε στά μεγάλα καί βαριά.

Ὅλοι ξέρετε πόσο μεγάλο ἁμάρτημα εἶναι νά κρίνουμε τόν πλησίον. Τί βαρύτερο ὑπάρχει ἀπ᾽ αὐτό; Τί ἄλλο μισεῖ καί ἀποστρέφεται τόσο ὁ Θεός; Ὅπως εἶπαν καί οἱ πατέρες, δέν ὑπάρχει χειρότερο πρᾶγμα ἀπό τήν κατάκριση. Καί ὅμως, σ᾽ ἕνα τέτοιο μεγάλο κακό φτάνει κανείς ἀπό μερικές ἀσήμαντες ἀπροσεξίες.

Ἂν δεχθεῖς μιά μικρή ὑποψία γιά τόν πλησίον ἄν πεῖς͵ “Τί εἶναι ν’ ἀκούσω τί λέει αὐτός ὁ ἀδελφός; Τί εἶναι νά πῶ κι ἐγώ ἕνα λόγο; Τί εἶναι ἂν δῶ τί πάει νά κάνει αὐτός ὁ ἀδελφός ἤ ἐκεῖνος ὁ ξένος;», τότε ὁ νοῦς ἀρχίζει ν’ ἀφήνει τίς δικές του ἁμαρτίες καί ν’ ἀσχολεῖται συνεχῶς μέ τούς ἄλλους.

᾿Από κεῖ φτάνει κανείς στήν κατάκριση, στήν καταλαλιά καί στήν ἐξουδένωση. Κι ἔπειτα πέφτει σ’ ἐκεῖνα πού κατακρίνει. Τίποτα δέν ἀπογυμνώνει τόσο τόν ἄνθρωπο καί δέν τόν φέρνει σέ ἐγκατάλειψη Θεοῦ, ὅσο ἡ καταλαλιά, ἡ κατάκριση καί ἡ ἐξουδένωση τοῦ πλησίον. Γιατί ἄλλο εἶναι καταλαλιά, ἄλλο κατάκριοη καί ἄλλο ἐξουδένωση.

Καταλαλιά εἶναι τό νά πεῖς γιά κάποιον: “Εἶπε ψέματα» ἤ “ὀργίστηκε» ἥ “ἔπεσε σέ πορνεία» κλπ. Ἤδη μ’ αὐτόν τόν τρόπο καταλάλησες͵ δηλαδή λάλησες σε βάρος τοῦ ἄλλου, φανέρωσες μέ ἐμπάθεια τό ἁμάρτημά του.

Κατάκριση εἶναι νά πεῖς: “Ὁ τάδε εἶναι ψεύτης», “εἶναι ὀργίλος», “εἶναι πόρνος». Ἔτσι κατέκρινες ὀλόκληρη τή ζωή του. Αὐτό εἶναι βαρύτερο ἁμάρτημα. Γιατί ἄλλο εἶναι νά πεῖς, “ὀργίστηκε», καί ἄλλο νά πεῖς͵ “εἶναι ὀργίλος», καί νά βγάλεις ἔτσι συμπέρασμα, καθώς εἶπα, γιά τή ζωή του ὁλόκληρη.

Καί εἶναι τόσο βαρειά ἡ κατάκριση, περισσότερο ἀπό κάθε ἁμαρτία, ὥστε κι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ἔφτασε νά πεῖ: «Ὑποκριτή! Βγάλε πρῶτα τό δοκάρι ἀπό τό δικό σου μάτι,͵ καὶ τότε θά δεῖς καθαρά καί θά μπορέσεις νά βγάλεις τό σκουπιδάκι ἀπό τό μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Ματθ. 7:5). Παρομοίασε ἔτσι τήν ἁμαρτία τοῦ πλησίον μέ ἀγκίδα, ἐνῶ τή δική σου κατάκριση μέ δοκάρι. Τόσο βαρειά εἶναι ἡ κατάκριση.

Κι ἐκεῖνος ὁ Φαρισαῖος͵ πού προσευχόταν κι εὐχαριστοῦσε τόν Θεό γιά τά κατορθώματά του, δέν ἔλεγε ψέματα. Τήν ἀλήθεια ἔλεγε. Καί δέν καταδικάστηκε γι᾽ αὐτό. Γιατί ἔχουμε χρέος νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό, ὅταν ἀξιωθοῦμε νά κάνουμε κάτι καλό, ἀφοῦ Αὐτός εἶναι συνεργός καί βοηθός μας. Γι’ αὐτό, καθώς εἶπα, ὁ Φαρισαῖος δέν καταδικάστηκε ἐπειδή εἶπε͵, “Δέν εἶμαι σάν τούς ἄλλους ἀνθρώπους». Ὅταν ὅμως, γυρνῶντας στόν τελώνη, εἶπε, “οὔτε σάν κι αὐτόν τόν τελώνη᾽, τότε καταδικάστηκε. Γιατί τότε κατέκρινε καί ἁμάρτησε.

Τίποτα βαρύτερο λοιπόν τίποτα χειρότερο ἀπό τήν κατάκριση ἤ ἐξουδένωση τοῦ πλησίον. Γιατί νά μήν κατακρίνουμε καλύτερα τούς ἑαυτούς μας καί τίς δικές μας ἁμαρτίες, πού τίς ξέρουμε μέ ἀκρίβεια, καί πού γι’ αὐτές θά δώσουμε λόγο στόν Θεό; Γιατί ἁρπάζουμε τήν κρίση ἀπό τόν Θεό; Τί γυρεύουμε ἀπό τό πλάσμα τοῦ Θεοῦ; Μά δέν τρέμουμε,͵ἀκούγοντας τί ἔπαθε ἐκεῖνος ὁ μεγάλος ἀσκητής;

Αὐτός ἔμαθε γιά κάποιον ἀδελφό ὅτι ἔπεσε σέ πορνεία, καί εἶπε: “Ἄχ, ἄσχημα ἔκανε!», Δέν ξέρετε τί φοβερό λέει γι’ αὐτόν στό Γεροντικό; Ὅτι τοῦ ἔφερε ἅγιος ἄγγελος τήν ψυχή ἐκείνου πού ἁμάρτησε, καί τοῦ εἶπε: “Νά, αὐτός πού ἔκρινες πέθανε. Ποῦ ὁρίζεις λοιπόν νά τόν βάλω; Στόν παράδεισο ἦ στήν κόλαση;».

Ὑπάρχει τίποτα φοβερότερο ἀπ᾽ αὐτή τήν ἐνοχή; Τί ἄλλο σημαίνει ὁ λόγος τοῦ ἀγγέλου στόν γέροντα, παρά τοῦτο: “Ἐπειδή ἐσύ εἶσαι ὁ κριτής τῶν δικαίων καί τῶν ἁμαρτωλῶν πές μου, τί διατάζεις γι’ αὐτή τή φτωχή ψυχή; Τήν ἐλεεῖς ἥ τήν κολάζεις;». Συγκλονισμένος ἀπ᾽ αὐτό ὁ ἅγιος ἐκεῖνος γέροντας, πέρασε τήν ὑπόλοιπη ζωή του μέ στεναγμούς, μέ δάκρυα, μέ μύριους κόπους͵ παρακαλῶντας τόν Θεό νά τοῦ συγχωρήσει ἐκείνη τήν ἁμαρτία. Καί τά ἔκανε ὅλ᾽ αὐτά, ἂν καί εἶχε πέσει μέ τό πρόσωπο στά πόδια τοῦ ἀγγέλου καί πῆρε τή συγχώρηση.

Τί θέλουμε λοιπόν κι ἐμεῖς ν᾽ ἀσχολούμαστε μέ τόν ἄλλο; Τί θέλουμε νά σηκώνουμε ξένο φορτίο; Ἔχουμε κάτι γιά νά μεριμνήσουμε, ἀδελφοί: Καθένας ἂς κοιτάξει τόν ἑαυτό του καί τά δικά του σφάλματα. Μόνο τοῦ Θεοῦ εἶναι ἔργο εἴτε νά δικαιώσει εἴτε νά καταδικάσει. Ἐκείνου, πού ξέρει τοῦ καθενός καί τήν κατάσταση καί τή δύναμη καί τό περιβάλλον καί τά χαρίσματα καί τήν ἰδιοσυγκρασία καί τίς ἱκανότητες͵ καί πού κρίνει ἀνάλογα μέ ὅλ’ αὐτά, ὅπως Αὐτός μόνο ξέρει. Ἀλλιῶς κρίνει ὁ Θεός ἕναν ἐπίσκοπο κι ἀλλιῶς ἕναν ἄρχοντα, ἀλλιῶς τόν ἡγούμενο κι ἀλλιῶς τόν ὑποτακτικό, ἀλλιῶς τό γέρο κι ἀλλιῶς τό νέο, ἀλλιῶς τόν ἄρρωστο κι ἀλλιῶς τόν ὑγιή.

Θυμᾶμαι ἄκουσα κάποτε κάτι σχετικό: Ἕνα πλοῖο μέ σκλάβους ἀγκυροβόλησε σε κάποιὰ πόλη. Σ᾽ αὐτή τήν πόλη κατοικοῦσε μιά ἐνάρετη μοναχή, πού φρόντιζε πάρα πολύ τήν ψυχή της. Μόλις ἔμαθε πώς ἦρθε ἐκεῖνο τό πλοῖο, χάρηκε, γιατί ποθοῦσε ν’ ἀγοράσει ἕνα πολύ μικρό κοριτσάκι. Λογάριαζε μέ τό νοῦ της: “Θά τό πάρω καί θά τό ἀναθρέψω ὅπως θέλω, ἔτσι πού νά μή γνωρίσει τίποτε ἀπό τήν κακία καί τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου». Ἔστειλε λοιπόν καί φώναξε τόν καραβοκύρη, πού πράγματι εἶχε δυό μικρά κοριτσάκια, ὅπως ἀκριβῶς τά ἤθελε ἡ μοναχή. Ἀμέσως πληρώνει μέ χαρά καί παίρνει τό ἕνα.

Μόλις ἔφυγε ὁ καραβοκύρης ἀπό κείνη τήν ἁγία καί προχώρησε λίγο, τόν συναντάει μιά αἰσχρή καί κακόφημη θεατρίνα. Βλέπει τό ἄλλο κοριτσάκι καί θέλει νά τό πάρει. Συμφωνεῖ τήν τιμή, πληρώνει καί φεύγει, παίρνοντάς τὸ μαζί της.

Βλέπετε μυστήριο Θεοῦ; Βλέπετε ἀνεξιχνίαστη βουλή; Ποιός μπορεῖ νά δώσει ἐξήγηση σ᾽ αὐτό;… Παίρνει λοιπόν ἡ ἁγία μοναχή ἐκεῖνο τό κοριτσάκι καί τό ἀνατρέφει μέσα στό φόβο τοῦ Θεοῦ, συνηθίζοντας το σέ κάθε καλό ἔργο καί διδάσκοντας τὸ κάθε λεπτομέρεια τῆς μοναχικῆς ζωῆς καί ὅλη γενικά τήν εὐωδία τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Πῆρε καί ἡ θεατρίνα τό δύστυχο τό ἄλλο, καί τό ἔκανε ὄργανο τοῦ διαβόλου.

Τί μποροῦμε νά ποῦμε γι᾽ αὐτό τό παράδοξο καί φοβερό μυστήριο; Κι οἱ δυό ἦταν μικρές. Κι οἱ δυό πουλήθηκαν χωρίς νά ξέρουν οὔτε ποῦ πᾶνε. Καί ἡ μία βρέθηκε στά χέρια τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἡ ἄλλη ἔπεσε στά χέρια τοῦ διαβόλου. Εἶναι δυνατόν νά πεῖ κανείς, πώς ὅσα θ᾽ ἀπαιτήσει ὁ Θεός ἀπό τήν πρώτη,͵ θ’ ἀπαιτήσει κι ἀπό τή δεύτερη; Πῶς εἶναι δυνατό; Καί ἄν πέσουν κι οἱ δυό σέ πορνεία ἤ σέ ἄλλο παράπτωμα, εἶναι δυνατό νά κριθοῦν μέ τό ἴδιο μέτρο; Πῶς μπορεῖ; Ἢ μιά ἔμαθε γιά τή μέλλουσα κρίση͵ ἔμαθε γιά τή βαοιλεία τοῦ Θεοῦ, μέρα καί νύχτα ἄκουγε τά θεῖα λόγια. Ἡ ἄλλη, ἡ ταλαίπωρη, ποτέ δέν εἶδε οὔτε ἄκουσε κάτι καλό, μά, ἀντίθετα, ὅλα τά αἰσχρά, ὅλα τά διαβολικά. Πῶς μπορεῖ ἑπομένως νά ζητηθεῖ κι ἀπό τίς δυό ἡ ἴδια ἀκρίβεια στήν τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν;

Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν δέν μπορεῖ νά ξέρει τίποτε ἀπό τίς βουλές τοῦ Θεοῦ. Μόνο Αὐτός εἶναι πού ὅλα τά γνωρίζει καί μπορεῖ νά κρίνει ἀλάθητα τόν καθένα.

Πραγματικά, συμβαίνει καμιά φορά νά κάνει ἕνας ἀδελφός κάποιο σφάλμα ἀπό ἁπλότητα. Αὐτή ὅμως ἡ ἁπλότητα εὐαρεστεῖ τόν Θεό περισσότερο ἀπό ὁλόκληρη τή δική σου ζωή. Κι ἐσύ κάθεσαι καί τόν κατακρίνεις καί κολάζεις τήν ψυχή σου;

Κι ἄν κάποτε ὑποκύψει στήν ἁμαρτία, ποῦ ξέρεις πόσο ἀγωνίστηκε, πόσο αἷμα ἔχυσε πρίν κάνει τό κακό, ὥστε ἡ ἁμαρτία του τελικά νά μοιάζει σχεδόν σάν ἀρετή μπροστά στά μάτια τοῦ Θεοῦ; Γιατί, φυσικά, ὁ Θεός βλέπει τόν κόπο του καί τή θλίψη πού πέρασε, πρίν κάνει τήν ἁμαρτία. Ἔτσι, τόν ἐλεεῖ καί τόν συγχωρεῖ. Ὁ Θεός λοιπόν τόν ἐλεεῖ, κι ἐσύ τόν καταδικάζεις καί χάνεις τήν ψυχή σου;

Καί ποῦ ξέρεις πόσα δάκρυα ἔχυσε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γι’ αὐτό; Ἐσύ εἶδες τήν ἁμαρτία, ἀλλά τή μετάνοια δέν τήν ξέρεις.

Ἄλλες φορές πάλι συμβαίνει ὄχι μόνο νά κατακρίνουμε, ἀλλά καί νά ἐξουδενώνουμε. (Καθώς εἶπα, ἄλλο εἶναι κατάκριση καί ἄλλο ἐξουδένωση). Ἐξουδένωση εἶναι ὄχι μόνο νά κατακρίνει κανείς, ἀλλά καί νά ἐκμηδενίζει τόν πλησίον νά τόν σιχαίνεται σάν κάτι ἀηδιαστικό. Αὐτό εἶναι βέβαια χειρότερο ἀπό τήν κατάκριση καί πολύ πιό καταστρεπτικό.

Ὅσοι ὅμως θέλουν νά σωθοῦν δέν προσέχουν καθόλου τά ἐλαττώματα τοῦ ἄλλου. Κοιτᾶνε πάντα τίς δικές τους μόνο ἀδυναμίες, κι ἔτσι προκόβουν πνευματικά.

Τέτοιος ἦταν ἐκεῖνος πού εἶδε τόν ἀδελφό του ν’ ἁμαρτάνει, καί εἶπε ἀναστενάζοντας: “Ἀλίμονο μου! Σήμερα αὐτός, αὔριο ὁπωσδήποτε κι ἐγώ!».

Βλέπεις ἀσφάλεια; Βλέπεις ἑτοιμασία ψυχῆς; Πῶς βρῆκε ἀμέσως τρόπο ν’ ἀποφύγει τήν κατάκριση τοῦ ἀδελφοῦ του; Λέγοντας,͵“αὔριο ὁπωσδήποτε κι ἐγώ», ἔβαλε στόν ἑαυτό του φόβο καί μέριμνα γιά τίς ἁμαρτίες πού δῆθεν θά ἔκανε. Κι ἔτσι ξέφυγε τήν κατάκριση τοῦ πλησίον. Καί δέν ἀρκέστηκε μόνο ὥς ἐδῶ, μά ἔβαλε τόν ἑαυτό του πιό κάτω, λέγοντας: “Καί αὐτός μέν θά μετανοήσει γιά τήν ἁμαρτία του, ἐνῶ ἐγώ δέν εἶναι σίγουρο πώς θά μετανοήσω».

Κι ἐμεῖς͵ οἱ ἄθλιοι, κατακρίνουμε ἀσύστολα, ἀποστρεφόμαστε, ἐξουδενώνουμε, ἄν τύχει νά δοῦμε ἥ ν’ ἀκούσουμε ἤ νά ὑποψιαστοῦμε κάτι. Καί τό φοβερότερο εἶναι, ὅτι δέν σταματᾶμε μέχρι τή δική μας βλάβη, ἀλλά συναντᾶμε κι ἄλλον ἀδελφό καί ἀμέσως τοῦ λέμε: “Αὐτό κι αὐτό ἔγινε». Ἔτσι βλάπτουμε κι ἐκεῖνον βάζοντας στήν καρδιά του ἁμαρτίες. Καί δέν φοβόμαστε τόν Θεό… Ἀλλά ἐνῶ κάνουμε ἔργο διαβολικό, δέν ἀνησυχοῦμε κιόλας. Καί γινόμαστε συνεργάτες τῶν δαιμόνων τόσο γιά τή δική μας καταστροφή ὅσο καί τοῦ ἀδελφοῦ.

Καί γιατί τά παθαίνουμε αὐτά; Ἐπειδή δέν ἔχουμε ἀγάπη. Ἂν εἴχαμε ἀγάπη, συμπάθεια καί συμπόνια, θ᾽ ἀποφεύγαμε νά βλέπουμε τά ἐλαττώματα τοῦ πλησίον ὅπως εἶναι γραμμένο: «Ἡ ἀγάπη καλύπτει πολλές ἁμαρτίες» (Α΄ Πέτρ. 4:8). Καί ἀλλοῦ: Ἡ ἀγάπη «δέν σκέπτεται τό κακό, … ὅλα τά σκεπάζει» (Λ΄ Κορ. 13:5, 7) κλπ.

Κι ἐμεῖς λοιπόν ὅπως εἶπα, ἄν εἴχαμε ἀγάπη, θά σκεπάζαμε κάθε σφάλμα, ὅπως κάνουν οἱ ἅγιοι, ὅταν βλέπουν τά ἐλαττώματα τῶν ἀνθρώπων. Μήπως εἶναι τυφλοί οἱ ἅγιοι καί δέν βλέπουν τίς ἁμαρτίες; Καί ποιός μισεῖ τόσο τήν ἁμαρτία ὅσο οἱ ἅγιοι; Καί ὅμως, δέν μισοῦν τόν ἁμαρτωλό οὔτε τόν κατακρίνουν. Δέν τόν ἀποστρέφονται, ἀλλά ὑποφέρουν μαζί του, τόν νουθετοῦν τόν παρηγοροῦν τόν γιατρεύουν σάν ἄρρωστο μέλος τοῦ σώματός τους. Τά πάντα κάνουν γιά νά τόν σώσουν.

Νά, ὅπως ἡ μητέρα πού ἔχει ἄσχημο παιδί, δέν τό ἀποστρέφεται, ἀλλά τό στολίζει μ’ εὐχαρίστηση καί κάνει ὅ,τι μπορεῖ γιά νά τό ὀμορφήνει, τό ἴδιο κι οἱ ἅγιοι, πάντα σκεπάζουν καί στολίζουν καί βοηθοῦν ὥστε καί τόν ἔνοχο νά διορθώσουν καί ἄλλον νά μήν ἀφήσουν νά πάθει κακό ἀπ᾽ αὐτόν.

Τί ἔκανε ὁ ἀββάς ᾿Αμμωνᾶς, ὅταν ἦρθαν ἐκεῖνοι οἱ ἀδελφοί ταραγμένοι καί τοῦ εἶπαν “Ἔλα νά δεῖς, ἀββᾶ͵ ὅτι ὑπάρχει γυναῖκα στό κελλί τοῦ τάδε ἀδελφοῦ»; Πόση εὐσπλαχνία ἔδειξε! Πόση ἀγάπη φανέρωσε ἡ ἁγία ἐκείνη ψυχή! Καταλαβαίνοντας ὅτι ὁ ἀδελφός ἔκρυψε τή γυναῖκα μέσα στό πιθάρι͵ πῆγε καί κάθισε πάνω σ᾽ αὐτό, κι ἔπειτα τούς εἶπε νά ψάξουν σ᾽ ὅλο τό κελλί. Καί καθώς δέν τή βρῆκαν τούς λέει: “Ὁ Θεός νά σᾶς συγχωρήσει».

Ἔτσι τούς ἔκανε νά νιώσουν ντροπή καί τούς βοήθησε νά μήν πιστεύουν εὔκολα κατηγορίες γιά τόν πλησίον. Κι ἐκεῖνον ὅμως τόν συνέτισε, γιατί ὄχι μόνο τόν σκέπασε, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀλλά, βρίσκοντας κατάλληλη τήν εὐκαιρία, τόν διόρθωσε κιόλας: Καί μόνο πού τοῦ ἔπιασε τό χέρι, ἀφοῦ ἔβγαλε ὅλους τούς ἄλλους ἔξω καί τοῦ εἶπε, »Φρόντισε τήν ψυχή σου, ἀδελφέ» ἀμέσως ἐκεῖνος ντράπηκε καί κατανύχθηκε.

Κι ἐμεῖς λοιπόν ἄς ἀποκτήσουμε ἀγάπη, ἄς ἀποκτήσουμε εὐσπλαχνία γιά τόν πλησίον γιά νά φυλαχθοῦμε ἀπό τή φοβερή καταλαλιά, τήν κατάκριση καί τήν ἐξουδένωση τοῦ ἄλλου. Ἄς βοηθήσουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο σάν νά εἴμαστε μέλη τοῦ ἰδίου σώματος. Ποιός ἔχει τραῦμα στό χέρι ἦ στό πόδι ἤ σέ κάποιο ἄλλο μέλος του͵ καί σιχαίνεται τόν ἑαυτό του ἤ κόβει τό μέλος κι ἄν ἀκόμα σαπίσει; Ἴσα – ἴσα πού τό καθαρίζει, τό πλένει, τοῦ βάζει ἔμπλαστρα, τό σταυρώνει, τό ραντίζει μέ ἁγιασμό, προσεύχεται, παρακαλεῖ τούς ἁγίους νά πρεσβεύσουν γι’ αὐτόν ὅπως ἔλεγε κι ὁ ἀββᾶς Ζωσιμᾶς. Μέ δυό λόγια, δέν ἐγκαταλείπει καί δέν ἀποστρέφεται τό μέλος του οὔτε τή βρωμιά του, ἀλλά τά πάντα κάνει γιά νά τό γιατρέψει.

Ἔτσι ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νά συμπάσχουμε μέ τούς ἀδελφούς μας καί νά τούς συμπαραστεκόμαστε μόνοι μας ἥ μέ τή βοήθεια ἄλλων πιό ἱκανῶν. Τά πάντα νά ἐπινοοῦμε καί νά κάνουμε, γιά νά βοηθήσουμε καί τούς ἑαυτούς μας καί τούς ἄλλους͵ γιατί εἴμαστε μέλη ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου͵ ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος (Ρωμ. 12:5). Ἂν λοιπόν εἴμαστε ἕνα σῶμα καί μέλη ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου͵ τότε, ὅταν ὑποφέρει ἕνα μέλος͵ ὑποφέρουν ὅλα τά μέλη.

Τί νομίζετε ὅτι εἶναι τά κοινόβια; Δέν καταλαβαίνετε, ὅτι εἶναι ἕνα σῶμα ὅλοι, καί ὅτι καθένας εἶναι μέλος τοῦ ἄλλου; Ὅσοι διοικοῦν εἶναι ἡ κεφαλή. Ὅσοι προσέχουν καί διορθώνουν εἶναι τά μάτια. Ὅσοι ὠφελοῦν μέ λόγο, εἶναι τό στόμα. Αὐτιά εἶναι ὅσοι ὑπακούουν. Χέρια εἶναι ὅσοι δουλεύουν. Πόδια οἱ αποκρισάριοι [᾿Αποκρισάριοι λέγονται οἱ μοναχοί πού ἀντιπροσωπεύουν τό μοναστήρι τους στίς ἐξωτερικές ὑποθέσεις του] κι οἱ διακονητές. Λοιπόν κεφαλή εἶσαι; Διοίκησε. Μάτι εἶσαι; Πρόσεξε͵ κατάλαβε. Αὐτί εἶσαι; Ὑπάκουσε. Χέρι εἶσαι; Δούλεψε. Πόδι εἶσαι; Διακόνησε.

Ἀγωνιστεῖτε νά βοηθᾶτε πάντα ὁ ἕνας τόν ἄλλον εἴτε διδάσκοντας καί βάζοντας στήν καρδιά τοῦ ἀδελφοῦ λόγο Θεοῦ εἴτε παρηγορῶντας τον σέ καιρό λύπης εἴτε δίνοντάς του χέρι καί βοηθῶντας τον σέ κάποια δουλειά. Μ’ ἕνα λόγο, καθένας͵ ἀνάλογα μέ τή δύναμή του, ὅπως εἶπα, κάντε τό πᾶν νά ἑνωθεῖτε μεταξύ σας. Γιατί ὅσο ἑνώνεται κανείς μέ τόν πλησίον τόσο ἑνώνεται καί μέ τόν Θεό.

Σᾶς φέρνω ἕνα παράδειγμα ἀπό τούς πατέρες, γιά νά καταλάβετε τή δύναμη τοῦ λόγου πού σᾶς εἶπα: Φανταστεῖτε ἕνα κύκλο στή γῆ, δηλαδή μιά στρογγυλή γραμμή, χαραγμένη μέ διαβήτη, πού ἔχει ἕνα κέντρο. Κέντρο ὀνομάζεται τό μέσο ἀκριβῶς τοῦ κύκλου. Δῶστε προσοχή σ᾽ αὐτό πού λέω: Ὑποθέστε ὅτι αὐτός ὁ κύκλος εἶναι ὅλος ὁ κόσμος, καί τό κέντρο τοῦ κύκλου ὁ Θεός. Οἱ ἀκτῖνες τοῦ κύκλου,͵ δηλαδή οἱ εὐθεῖες γραμμές πού ὁδηγοῦν ἀπό τήν περιφέρεια στό κέντρο, ὑποθέστε ὅτι εἶναι οἱ δρόμοι, δηλαδή οἱ διάφοροι τρόποι ζωῆς τῶν ἀνθρώπων. Ὅσο προχωροῦν οἱ ἄνθρωποι πρός τό κέντρο, ποθῶντας νά πλησιάσουν τόν Θεό, τόσο βρίσκονται κοντά καί στόν Θεό καί μεταξύ τους. Καί ὅσο πλησιάζουν τόν Θεό, πλησιάζουν καί ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Ὅσο πάλι πλησιάζουν ὁ ἕνας τόν ἄλλο, τόσο πλησιάζουν καί τόν Θεό.

Ἀντίστροφα τώρα, φανταστεῖτε τό χωρισμό: Ὅσο ἀπομακρύνονται ἀπό τόν Θεό καί γυρίζουν πίσω, πρός τά ἔξω, τόσο ἀποχωρίζονται καί μεταξύ τους. Καί ὅσο ἀπομακρύνονται μεταξύ τους, τόσο ἀπομακρύνονται κι ἀπό τόν Θεό.

Τέτοια εἶναι ἡ φύση τῆς ἀγάπης: Ὅσο εἴμαστε ἔξω καί δέν ἀγαπᾶμε τόν Θεό, τόσο ἔχουμε ἀπόσταση κι ἀπό τόν πλησίον. Ἂν ὅμως ἀγαπήσουμε τόν Θεό, ὅσο Τόν πλησιάζουμε μέ τήν ἀγάπη μας, τόσο αὐτή ἡ ἀγάπη μᾶς ἑνώνει καί μέ τόν πλησίον. Καί ὅσο ἑνώνεται κανείς μέ τόν πλησίον τόσο ἑνώνεται καί μέ τόν Θεό…

 

(“ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ” Φυλλάδιο νο 1, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής)

 

Πηγές: imparaklitou.gr, Ελληνική Πατρολογία, alopsis.gr

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2022

Πρὸς τοὺς νέους - Ἀρχιμανδρίτης π. Σεραφείμ Δημόπουλος

 



 

Ἡ νεότητα εἶναι μία μικρή περίοδος εἰς τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Ἕνα μικρό χρονικό διάστημα 6-8 ἐτῶν, ἔπειτα ὁ ἄνθρωπος εἰσέρχεται εἰς τήν ὥριμη ἡλικία τῆς ζωῆς του.


Ὅμως ἀπό τόν τρόπο πού θά ζήση αὐτό τό μικρό κομμάτι τῆς ζωῆς του ἐξαρτᾶται ὁλόκληρος ἡ ζωή του. Ἐάν ζήση μέ σύνεση, ὑπευθυνότητα καί ἀνωτερότητα τήν νεότητα του θά εἶναι ἕνας ἐπιτυχημένος ἄνθρωπος. Ἐάν ζήση τό μικρό αὐτό κομμάτι τῆς ζωῆς του μέσα στίς κατώτερες ἀπολαύσεις, πού μόνο πόνο καί θλῖψι φέρνουν, ὅλη ἡ ζωή, ὅλα τά χρόνια του χρωματίζονται καί σφραγίζονται καί εἰς τό τέλος βλέπει τήν ζωή του εἶναι φοβερό ἀποκρουστικό σωρό ἐρειπίων καπνιζόντων.


Γιά νά χρησιμοποιήσω τά λόγια τοῦ Φρανσουά Μωριάκ. Ἡ νεότητα εἶναι ἕνα τρικυμισμένο ἀκρωτήρι. Ὑπάρχει ὁ κίνδυνος κάθε πλοιάριο πού παραπλέει αὐτό τό τρικυμισμένο ἀκρωτήρι νά ἁρπαχθῆ ἀπό τά κύματα καί νά καταθρυμματισθῆ στούς γρανιτένιους βράχους. Χρειάζεται πολύ προσοχή, πολλή ἐπιδεξιότητα νά περάσης τό τρικυμισμένο αὐτό ἀκρωτήρι χωρίς νά συντριβῆς. Δέν ὑπάρχει ὡραιότερο ἀπό τή νεότητα. Οἱ ἀγριόκυκνοι στό δάσος τῆς ζωῆς, τούς λέγει ὁ ποιητής Σέλεϋ καί ὁ παδαγωγός Πεσταλότσι τούς ἀποκαλεῖ «ἐλπίδα τοῦ Θεοῦ».


Ἕνα σπίτι μπορεῖ νά εἶναι ἕνα μικρό παλάτι. Τά δωμάτιά του νά στολίζονται ἀπό πίνακες διασήμων ζωγράφων. Τά ἔπιπλά του, ἔπιπλα πολυτελείας. Ἡ τελευταία λέξη τῆς τεχνολογίας νά ὑπάρχη σ ̓ αὐτό. Στόν κῆπο του μέ τό ὡραῖο ἀρχιτεκτονικό νά ἀνθοῦν τροπικά λουλούδια ἀπό τίς πιό ἀπομακρυσμένες χῶρες τῆς γῆς.


Ἀλλά τί χάρη καί ζωντάνια ἔχουν ὅλα αὐτά ὅταν λείπουν τό γέλιο τοῦ παιδιοῦ, ἡ καλωσυνάτη φασαρία του, τά παιχνίδια του καί οἱ ἀθῶες του τρέλλες; Τόν τόνο καί τό χρῶμα τῆς ὀμορφιᾶς εἰς τήν ζωή τό δίδουν τά νειάτα.


Τό γνωρίζει πολύ καλά αὐτό ὁ διάβολος. Γνωρίζει ὅτι ἐάν ἐπιτύχη νά ξεγελάση τούς νέους καί νά τούς παρασύρη εἰς τούς σκοτεινούς του δρόμους ἐπέτυχε τοῦ στόχου του. Νά καταστρέψη, νά ἀφανίση τό ἀνθρώπινο γένος. Γι ̓αὐτό καί ναρκοθετεῖ τούς δρόμους τῶν νέων. Γι ̓ αὐτό καί τούς στήνει τίς πιό πονηρές του παγίδες. Γι ̓ αὐτό καί τούς πολεμάει μέ ὑπομονή καί ἐπιμονή. Δέν ἀποθαρρύνεται ποτέ. Δέν ἀπογοητεύεται. Πάντα ἐλπίζει ὅτι κάτι θά ἐπιτύχη.


Τό δηλητήριο τό παρουσιάζει μέ τήν γλυκύτητα τοῦ μελιοῦ. Τόν θάνατό σου τόν παρουσιάζει μέ τά ἀστραφτερά ροῦχα τῆς ζωῆς.


Ὁ Ἐσκιμῶος γιά νά σκοτώση τόν λύκο πού τοῦ τρώγει τά πρόβατα χρησιμοποιεῖ τό ἑξῆς τέχνασμα. Παίρνει ἕνα δίκοπο κοφτερό μαχαίρι καί τό ἀλείφει μέ αἷμα, τό ἀφήνει νά ξεραθῆ. Ἔπειτα τό ἐπαναλείφει, δύο καί τρεῖς φορές. Τό κρύβει κατόπιν στό χιόνι μέ τήν κοφτερή λεπίδα πρός τά ἐπάνω. Ὁ λύκος ἀγαπάει πολύ τό αἷμα καί ἔχει ὀξυτάτη ὄσφρηση. Μυρίζεται τό αἷμα καί ἀρχίζει νά γλύφη τίς κοφτερές λεπίδες τοῦ μαχαιριοῦ. Ἔτσι ὅπως μέ ἀπληστία τίς γλείφει, σιγά σιγά κόβεται ἡ γλῶσσα του. Ὅμως δέν σταματάει. Γλείφει, γλείφει, ἕως ὅτου ἀποκοπεῖ ἡ γλῶσσα του, ὁπότε καί σέ λίγο χρόνο ψοφάει. Τήν ἴδια τακτική χρησιμοποιεῖ καί ὁ διάβολος. Ἑλκύει, δένει, αἰχμαλωτίζει τούς νέους μέ τήν γλυκύτητα τῶν ἡδονῶν, ἕως ὅτου τούς θανατώσει. Πρόσεχε λοιπόν. Ἔχε ἀνύστακτο τό βλέμμα τῆς ψυχῆς σου ἐπάνω εἰς τήν ζωή σου διά νά μήν πάθης ἀπό τόν διάβολο, ὅ,τι ὁ λύκος μέ τό δίκοπο κοφτερό μαχαίρι τοῦ Ἐσκιμώου.


Ὁ Θεός ἀπό τούς κυβερνῆτες τῶν λαῶν ἀπαιτεῖ νά κυβερνοῦν μέ δικαιοσύνη, νά ἐπιδιώκουν τήν εἰρήνη, νά τονώνουν τούς θεσμούς πού συσφίγγουν τούς ἁρμούς τοῦ σώματος τῆς κοινωνίας, τοῦ συνόλου. Ἀπό τούς πλουσίους ζητάει νά εἶναι σπλαγχνικοί καί ἐλεήμονες εἰς τούς πτωχούς. Ἀπό τούς ἱερεῖς ζητάει νά φοβοῦνται τόν νόμο του καί νά ἀγαποῦν τούς πιστούς. Ἀπό τούς παιδαγωγούς νά δείχνουν εἰς τούς νέους τούς φωτεινούς χώρους τῶν ἰδανικῶν, τίς ὑψηλές κορυφές τοῦ πνεύματος, πού στολίζονται ἀπό αἴγλη ἀνεσπέρου φωτός. Ἀπό τούς νέους ὁ Θεός ζητάει ἕνα καί μόνον πρᾶγμα. Νά παραμένουν ἁγνοί. Νά προσέχουν τόν θησαυρό τῆς ἁγνότητος. Γι ̓ αὐτό καί ὁ Παῦλος σέρνοντας τίς βαρειές ἁλυσίδες του, γράφει ἀπό τίς φυλακές τῆς Ρώμης πρός τόν Τιμόθεο. «Σεαυτόν ἁγνόν τήρει». 


Τίποτε ἄλλο δέν ζητάει ἀπό τούς νέους. Ὅταν ὁ νέος διατηρεῖται ἀμόλυντος ἀπό τά μιάσματα τοῦ αἰῶνος τούτου, ἐτήρησε ὅλη τήν θεία νομοθεσία.


Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἶχε δώδεκα μαθητές. Ὁ πιό ἀχρεῖος ἦταν ὁ Ἰούδας. Ὁ ἀνάλγητος, ὁ ἀσυγκίνητος, ἀπ ̓ὅσα εἶδε καί ἄκουσε. Ὁ πιό τρυφερός, ὁ πιό πιστός, ὁ πιό ἀγαπημένος ἦταν ὁ Ἰωάννης. Ἦταν ἕνας νεαρός εἰκοσάχρονος ξανθός νέος. Ἀγάπησε τόν Κύριο μέ ὅλη τήν δύναμη τῆς ψυχῆς του. Δέν ἀπομακρύνθηκε ποτέ ἀπό αὐτόν. Δέν τόν ἐγκατάλειψε ποτέ. Σ ̓ ὅλες τίς ὀδυνηρές φάσεις τοῦ πάθους του ὁ Ἰωάννης ἦταν παρών. Παρών στή Γεσθημανή, στά ἀνάκτορα τῶν ἀρχιερέων, στό Διοικητήριο τοῦ Πιλάτου, στόν Γολγοθᾶ, στήν πτωχή κηδεία, στόν τάφο. Ἕνα λεπτό δέν τόν ἀποχωρίζεται. Καί ἐσύ ἐάν θέλης νά ἐπιτύχης εἰς τήν ζωή σου, μιμήσου τόν Ἰωάννη. Ἀγάπησε μέ μιά τρυφερή ἀγάπη τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἀγάπησέ τον «ἐξ ὅλης ἰσχύος, καρδίας καί διανοίας». Καί δέν θά μετανοήσης ποτέ γι ̓ αὐτό. Θά βλέπης τήν ζωή σου νά ὑψώνεται ὡσάν μιά ἐλιά κατάκαρπη, γεμάτη ζωή καί χυμούς. Διότι ὅπως λέγει ὁ Παῦλος «θεμέλιον ἄλλον (ἐπιτυχημένης ζωῆς), οὐδείς δύναται θεῖναι παρά τόν κείμενον, ὅς ἐστίν Ἰησοῦς Χριστός».

 

Ἀρχιμανδρίτης π. Σεραφείμ Δημόπουλος

Πηγή: logos.arnion.gr

 

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2022

Τί σημαίνει ἁμαρτία - π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος

 


 

Τί σημαίνει ἁμαρτία; 

Εἶναι ἡ παράβαση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. 

Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ μᾶς φέρουν ἀπὸ τὸ παρὰ φύσιν ποὺ ζοῦμε, μᾶς φέρουν στὸ κατὰ φύσιν. Καὶ ἐξ αὐτοῦ εἰς τὸ ὑπὲρ φύσιν. 

Ὁ Ἀδάμ εἰς τὸν Παράδεισον ζοῦσε τὴ ζωὴ κατὰ φύσιν, ὅπως ὁ Θεὸς ἐδημιούργησε τὰ πράγματα.  

Μὲ τὴν πτώση του ὅμως, πέρασε εἰς τὸν χῶρον του παρὰ φύσιν.  

Ἔτσι, ἔρχεται παρακαλῶ ὁ Χριστὸς νὰ μᾶς ἐπαναφέρει ἀπὸ τὸ παρὰ φύσιν εἰς τὸ κατὰ φύσιν.



 

π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος

 

Πηγή: alopsis.gr  

 

 


Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2022

Οἱ δύο άλυσίδες - Ὅσιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος

  


 

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος καταπάτησε τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ καὶ ξέπεσε ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Παραδείσου, ἐπακολούθησε τὸ δέσιμό του μὲ δύο ἁλυσίδες.

Ἡ μία εἶναι ὁ δεσμὸς τῶν βιοτικῶν φροντίδων καὶ τῶν σαρκικῶν ἡδονῶν, ὅπως εἶναι ὁ πλοῦτος, ἡ δόξα, ἡ φιλία, ἡ γυναίκα, τὰ παιδιά, οἱ συγγενείς, ἡ πατρίδα, τὰ κτήματα καὶ γενικά ὅλα τὰ ὁρατά. 

Ἡ ἄλλη ἁλυσίδα εἶναι ἀόρατη καὶ ἐσωτερική. Εἶναι δηλαδὴ δεμένη ἡ ψυχὴ μὲ σκοτεινὰ δεσμὰ ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα, ἐξαιτίας τῶν ὁποίων οὔτε τὸ Θεὸ ν' ἀγαπήσει μπορεῖ, οὔτε νὰ πιστέψει, οὔτε νὰ προσευχηθεῖ, ὅπως θέλει. 

Γιατὶ μετὰ τὴν παράβαση τοῦ Ἀδὰμ ὅλοι μας συναντᾶμε μέσα μας ἀντίσταση σὲ κάθε καλὸ καὶ θεϊκὸ ἔργο. 

Αὐτὴ τὴν ἀντίσταση καὶ τὸν πόλεμο μὲ τὴ Χάρη καὶ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε νὰ τὴν καταργήσουμε. 

Χωρὶς ὅμως τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατο νὰ λυτρώσει κανεὶς τὸν ἑαυτό του, ὥστε νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν πάλη τῶν λογισμών.

 

Ὅσιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος 

Πηγή: orthodoxfathers.com

 

 

 

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2022

Πρέπει νὰ ἀγωνιστοῦμε - Ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης

  


 

Πρέπει νὰ ἀγωνιστοῦμε 

μὲ φιλότιμο γιὰ νὰ σωθοῦμε, 

γιὰ νὰ μὴ λυπήσουμε τὸν Χριστό. 

Θὰ μᾶς πεῖ ὁ Χριστός:

«Παιδί μου ἐγὼ ἔκανα τόσα γιὰ νὰ σὲ σώσω.

Ἔχυσα τὸ αἷμα μου καὶ ὑπέμεινα τόσα πάθη, 

ἐσὺ τὶ ἔκανες γιὰ νὰ σωθῆς; ».

 

 Ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης 

Πηγή: Ἡμερολόγιο τοῦ 2022, Όρθόδοξος Κυψέλη, σελ.: 163

 

 

Δευτέρα 22 Αυγούστου 2022

Κάθε Ὀρθόδοξος Χριστιανός - Μοναχός Μάρκελλος Καρακαλληνός


 

Κάθε Ὀρθόδοξος Χριστιανός

πρέπει νὰ πιστεύη ἀκραδάντως,

χωρὶς ἀμφιβολία ἢ διψυχία, 

στὴν μέγιστη προστασία ποὺ ἀπολαμβάνει 

ἀπὸ τὴν σφραγῖδα τοῦ Χριστοῦ καὶ

ὅτι πρέπει, μὲ κάθε θυσία, 

νὰ ἀρνηθῆ

τὸ χάραγμα τοῦ Ἀντιχρίστου καὶ 

τὴν ταυτότητα αὐτοῦ.   

 

  Μοναχός Μάρκελλος Καρακαλληνός 


Πηγή: Ἡμερολόγιο 2022 μὲ πνευματικά ἐφόδια γιὰ τοὺς ἐσχάτους καιρούς, «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», σελ. 146.

 

Παρασκευή 19 Αυγούστου 2022

Τί εἶναι ὁ Οἱκουμενισμός; - Ἅγιος Ἐφραὶμ Κατουνακιώτης

 


Ἐρωτηθείς ἀπὸ τὸν καθηγητὴ κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη, γιὰ τὸν Οἰκουμενισμό, ὁ Γέροντας Ἐφραὶμ ὁ Κατουνακιώτης, ἀπάντησε ὡς ἐξῆς: 

«Ἐπειδή δὲν εἶχα καμμία γνώμη πάνω στὸ θέμα, πῆγα στὸ κελλί μου καὶ προσευχήθηκα καὶ ρώτησα τὸν Χριστὸ νὰ μὲ πληροφορήσει τί εἶναι ὁ Οἱκουμενισμός. Πῆρα τὴν ἀπάντηση του ἡ ὁποία εἶναι, ὅτι «ὁ Οἱκουμενισμός ἔχει πνεῦμα πονηρίας καὶ κυριαρχεῖται ἀπὸ ἀκάθαρτα πνεύματα».

 

Καὶ τὸν ρώτησα, πῶς ἀκριβῶς πιστοποιήθηκε αὐτό. Μοῦ ἀπάντησε, πὼς «μετὰ τὴν προσευχὴ γέμισε τὸ κελλί μου ἀπὸ ἀφόρητη δυσωδία, ἡ ὁποία μοῦ ἔφερνε ἀσφυξία στὴν ψυχή, δὲν μπορῦσα νὰ ἀναπνεύσω πνευματικά». 

 

Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Κατουνακιώτης 

Πηγή: Ἀγωνιστικὰ μηνύματα, Ὀρθόδοξος Κυψέλη, σελ. 33-34.



Κυριακή 14 Αυγούστου 2022

Ἅγιος Προφήτης Μιχαίας - ΣΤ΄ κεφάλαιον


ΑΚΟΥΣΑΤΕ δὴ λόγον Κυρίου· Κύριος εἶπεν· ἀνάστηθι κρίθητι πρὸς τὰ ὄρη, καὶ ἀκουσάτωσαν βουνοὶ φωνήν σου. 

2 ἀκούσατε ὄρη, τὴν κρίσιν τοῦ Κυρίου, καὶ αἱ φάραγγες θεμέλια τῆς γῆς, ὅτι κρίσις τῷ Κυρίῳ πρὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ, καὶ μετὰ τοῦ ᾿Ισραὴλ διελεγχθήσεται. 

3 λαός μου, τί ἐποίησά σοι ἢ τί ἐλύπησά σε ἢ τί παρηνώχλησά σοι; ἀποκρίθητί μοι. 

4 διότι ἀνήγαγόν σε ἐκ γῆς Αἰγύπτου καὶ ἐξ οἴκου δουλείας ἐλυτρωσάμην σε καὶ ἐξαπέστειλα πρὸ προσώπου σου τὸν Μωυσῆν καὶ ᾿Ααρὼν καὶ Μαριάμ. 

5 λαός μου, μνήσθητι δὴ τί ἐβουλεύσατο κατὰ σοῦ Βαλὰκ βασιλεὺς Μωὰβ καὶ τί ἀπεκρίθη αὐτῷ Βαλαὰμ υἱὸς τοῦ Βεὼρ ἀπὸ τῶν σχοίνων ἕως τοῦ Γαλγάλ, ὅπως γνωσθῇ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Κυρίου. 

6 ἐν τίνι καταλάβω τὸν Κύριον, ἀντιλήψομαι Θεοῦ μου ῾Υψίστου; εἰ καταλήψομαι αὐτὸν ἐν ὁλοκαυτώμασιν, ἐν μόσχοις ἐνιαυσίοις; 

7 εἰ προσδέξεται Κύριος ἐν χιλιάσι κριῶν ἢ ἐν μυριάσι χιμάρων πιόνων; εἰ δῶ πρωτότοκά μου ὑπὲρ ἀσεβείας, καρπὸν κοιλίας μου ὑπὲρ ἁμαρτίας ψυχῆς μου; 

8 εἰ ἀνηγγέλη σοι, ἄνθρωπε, τί καλόν; ἢ τί Κύριος ἐκζητεῖ παρὰ σοῦ ἀλλ᾿ ἢ τοῦ ποιεῖν κρίμα καὶ ἀγαπᾶν ἔλεον καὶ ἕτοιμον εἶναι τοῦ πορεύεσθαι μετὰ Κυρίου Θεοῦ σου; - 

9 Φωνὴ Κυρίου τῇ πόλει ἐπικληθήσεται, καὶ σώσει φοβουμένους τὸ ὄνομα αὐτοῦ. ἄκουε, φυλή, καὶ τίς κοσμήσει πόλιν; 

10 μὴ πῦρ καὶ οἶκος ἀνόμου θησαυρίζων θησαυροὺς ἀνόμους καὶ μετὰ ὕβρεως ἀδικία; 

11 εἰ δικαιωθήσεται ἐν ζυγῷ ἄνομος καὶ ἐν μαρσίππῳ στάθμια δόλου; 

12 ἐξ ὧν τὸν πλοῦτον αὐτῶν ἀσεβείας ἔπλησαν, καὶ οἱ κατοικοῦντες αὐτὴν ἐλάλουν ψεύδη, καὶ ἡ γλῶσσα αὐτῶν ὑψώθη ἐν τῷ στόματι αὐτῶν. 

13 καὶ ἐγὼ ἄρξομαι τοῦ πατάξαι σε, ἀφανιῶ σε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις σου. 

14 σὺ φάγεσαι καὶ οὐ μὴ ἐμπλησθῇς· καὶ συσκοτάσει ἐν σοὶ καὶ ἐκνεύσει, καὶ οὐ μὴ διασωθῇς· καὶ ὅσοι ἂν διασωθῶσιν, εἰς ρομφαίαν παραδοθήσονται. 

15 σὺ σπερεῖς καὶ οὐ μὴ ἀμήσῃς, σὺ πιέσεις ἐλαίαν καὶ οὐ μὴ ἀλείψῃ ἔλαιον, καὶ οἶνον καὶ οὐ μὴ πίητε, καὶ ἀφανισθήσεται νόμιμα λαοῦ μου. 

16 καὶ ἐφύλαξας τὰ δικαιώματα Ζαμβρὶ καὶ πάντα τὰ ἔργα οἴκου ᾿Αχαὰβ καὶ ἐπορεύθητε ἐν ταῖς βουλαῖς αὐτῶν, ὅπως παραδῶ σε εἰς ἀφανισμὸν καὶ τοὺς κατοικοῦντας αὐτὴν εἰς συρισμόν· καὶ ὀνείδη λαῶν λήψεσθε.

 

Ἅγιος Προφήτης Μιχαίας  


 Πηγή: Παλαιά Διαθήκη & myriobiblos.gr 

__________________________________________

Μπορεῖτε νὰ μελετήσετε τὰ 7 κεφάλαια τοῦ Ἁγίου Προφήτου Μιχαίου: 

 http://www.myriobiblos.gr/bible/ot/chapter901e.html?book=33

 

 

Τρίτη 12 Ιουλίου 2022

Ἠ αὐτοθυσία τοῦ Ἁγίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου

 

π. Θεόκλητος Διονυσιάτης


Βρεθήκαμε 4-5 χρόνια μετά τὴν κοίμηση τοῦ γέροντα στὸ κελλάκι τοῦ Γέρο Θεόκλητου Διονυσιάτη.

-Γέροντα τελικά ἦταν ὁ πάτερ Παΐσιος Ἅγιος ;;

- Θὰ σᾶς πῶ ἕνα περιστατικό ποὺ μοῦ διηγήθηκαν πρὶν λίγες μέρες.
Μία ἡλικιωμένη γυναίκα ἀπὸ τὴν Τρίπολη πίνοντας καφὲ μὲ τὶς φίλες της ἀναφέρθηκε στὸν Γέροντα :

«Ἂν ἦταν ἅγιος καὶ θαυματουργὸς θὰ εἶχε κάνει πρώτα καλὰ τὸν ἑαυτό του».

Τὸ βράδυ τῆς ἐμφανίστηκε ὁλοζώντανος καὶ τῆς εἶπε:

- Θυμᾶσαι δέκα χρόνια πρὶν ποὺ νοσηλευόσουν στὸ νοσοκομεῖο μὲ αἱμορραγίες;
Εἶχες χάσει πολὺ αἵμα. 
Θυμᾶσαι ποὺ ὁ ἀδελφός σου εἶχε ἔλθει στὸ Ἅγιον Ὅρος νὰ ζητήσει βοήθεια;;
Νὰ γνωρίζεις ὅτι τὸν καρκίνο στὸ ἔντερο ἀπὸ σένα τὸν πήρα.

Μιχάλης Μάλαμας