Λόγος εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου, καὶ περὶ συντελείας τοῦ κόσμου, καὶ εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Ἀντιχρίστου -
Πῶς ἐγὼ ὁ ἐλάχιστος καὶ ἁμαρτωλὸς Ἐφραὶμ καὶ γεμάτος παραπτώματα, θὰ μπορέσω νὰ διηγηθῶ αὐτὰ πού εἶναι πάνω ἀπὸ τὴ δύναμή μου; Ἀλλὰ ἐπειδὴ ὁ Σωτήρας μας, χάρη στὴ δική του εὐσπλαχνία, δίδαξε τὴ σοφία στοὺς ἀγράμματους καὶ μ᾿ αὐτοὺς φώτισε τοὺς πιστοὺς ποὺ βρίσκονται σὲ ὅλο τὸν κόσμο, θὰ ἐνισχύσει πλούσια καὶ τὴ δική μου γλῶσσα γιὰ νὰ ἔρθει ὠφέλεια καὶ οἰκοδομῇ καὶ σ᾿ ἐμένα ποὺ μιλῶ, καὶ σὲ ὅλους τους ἀκροατές μου. Θὰ μιλήσω μάλιστα μὲ πόνο καὶ θὰ πῶ μὲ στεναγμοὺς γιὰ τὴ συντέλεια τοῦ παρόντος κόσμου καὶ γιὰ τὸν ἀδιάντροπο καὶ φοβερὸ Δράκοντα, ποὺ πρόκειται νὰ ταράξει ὅλη τὴν οἰκουμένη, καὶ νὰ βάλει μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων δειλία καὶ ἀμέλεια καὶ φοβερὴ ἀπιστία, καὶ νὰ κάνει θαύματα καὶ τερατουργίες καὶ φοβερὰ φαινόμενα, ὥστε, ἂν μπορέσει, νὰ πλανήσει ἀκόμη καὶ τοὺς ἐκλεκτούς, καὶ νὰ ἐξαπατήσει ὅλους μὲ τὰ ψεύτικα θαύματα καὶ τὶς φανταστικὲς τερατουργίες ποὺ θὰ γίνουν ἀπ᾿ αὐτόν. Διότι μὲ παραχώρηση τοῦ ἁγίου Θεοῦ θὰ λάβει ἐξουσία νὰ ἐξαπατήσει τὸν κόσμο, διότι πλήθυνε ἡ ἀσέβεια τοῦ κόσμου, καὶ παντοῦ θὰ προξενεῖ κάθε λογῆς συμφορές. Καὶ γι᾿ αὐτὸ ὁ ἄχραντος Δεσπότης παραχώρησε νὰ πειραχθεῖ ὁ κόσμος μὲ πνεῦμα πλάνης, ἐξαιτίας τῆς ἀσέβειας τῶν ἀνθρώπων, ἐπειδὴ ἔτσι ἤθελαν οἱ ἄνθρωποι, νὰ ἀποστατήσουν δηλαδὴ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀγαπήσουν τὸν Πονηρό.
Μεγάλος ἀγῶνας, ἀδελφοί, θὰ ὑπάρχει ἐκείνους τοὺς καιρούς, κυρίως γιὰ τοὺς πιστούς· ὅταν θὰ πραγματοποιοῦνται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Δράκοντα θαύματα καὶ τερατουργίες μὲ πολλὴ δύναμη· ὅταν ἐπίσης θὰ παρουσιάζει τὸν ἑαυτό του, σὰν θεό, μὲ φοβερὲς φαντασίες, νὰ πετᾷ στὸν ἀέρα, καὶ ὅλους τους δαίμονες νὰ εἶναι ψηλὰ στὸν ἀέρα, σὰν ἄγγελοι, μπροστὰ στὸν τύραννο- διότι θὰ κραυγάζει μὲ δύναμη, ἀλλάζοντας μορφές, προξενώντας ἀμέτρητο φόβο σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.
Τότε, ἀδελφοί, ποιὸς ἄραγε θὰ βρεθεῖ νὰ εἶναι ὀχυρωμένος μὲ τεῖχος καὶ νὰ μένει ἀσάλευτος, ἔχοντας στὴν ψυχή του τὴν ἀπόδειξη, δηλαδὴ τὴν ἁγία παρουσία τοῦ μονογενῆ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μας, ὅταν θὰ δεῖ ἐκείνη τὴν ἀπερίγραπτη θλίψη νὰ ἁπλώνεται παντοῦ σὲ κάθε ψυχή, καὶ νὰ μὴν ἔχει ἐντελῶς ἀπὸ πουθενὰ παρηγοριά, οὔτε ἐπίσης ἀνακούφιση, στὴ στεριὰ καὶ στὴ θάλασσα; «Ὅταν θὰ δεῖ ὁλόκληρο τὸν κόσμο νὰ ταράζεται, καὶ νὰ φεύγει ὁ καθένας νὰ κρυφτεῖ στὰ βουνά, καὶ ἄλλους νὰ πεθαίνουν ἀπὸ πεῖνα, ἄλλους ἐπίσης νὰ λιώνουν σὰν τὸ κερί, ἀπὸ φοβερὴ δίψα, καὶ νὰ μὴν ὑπάρχει ἐκεῖνος πού θὰ τοὺς σπλαχνισθεῖ; Ὅταν θὰ δεῖ ὅλα τὰ πρόσωπα νὰ χύνουν δάκρυα, καὶ νὰ ρωτοῦν μὲ πόθο, ἂν ὑπάρχει ἐπάνω στὴ γῆ λόγος Θεοῦ; Καὶ θὰ ἀκούσει, ὅτι δὲν ὑπάρχει πουθενά. Ποιὸς λοιπὸν θὰ ἀντέξει ἐκεῖνες τὶς μέρες; Καὶ ποιὸς θὰ ὑπομείνει τὴν ἀβάσταχτη θλίψη, ὅταν θὰ δεῖ τὴν ταραχὴ τῶν λαῶν ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς γῆς γιὰ νὰ δοῦν τὸν τύραννο, καὶ πολλοὺς νὰ προσκυνοῦν μπροστὰ στὸν τύραννο, κραυγάζοντας μὲ τρόμο ὅτι «Ἐσὺ εἶσαι ὁ σωτήρας μας»; Ἡ θάλασσα θὰ ταραχθεῖ καὶ ἡ γῆ θὰ ξεραθεῖ, οἱ οὐρανοὶ δὲ θὰ βρέξουν, τὰ φυτὰ θὰ μαραθοῦν, καὶ ὅλοι ὅσοι εἶναι στὰ ἀνατολικὰ τῆς γῆς θὰ φύγουν στὰ δυτικά, ἀπὸ τὸν πολὺ φόβο· καὶ ἐπίσης, ὅσοι εἶναι στὰ δυτικὰ θὰ φύγουν στὰ ἀνατολικά, μὲ τρόμο. Καὶ τότε, ἀφοῦ ὁ ἀδιάντροπος λάβει τὴν ἐξουσία, θὰ στείλει τοὺς δαίμονες σὲ ὅλα τὰ πέρατα, γιὰ νὰ κηρύξουν μὲ παρρησία ὅτι «Ἐμφανίσθηκε μεγάλος βασιλιὰς μὲ δόξα· ἐλᾶτε νὰ τὸν δεῖτε».
Ποιὸς λοιπὸν θὰ ἔχει τόσο ἰσχυρὴ ψυχή, ὥστε νὰ σηκώσει μὲ γενναιότητα ὅλα τὰ σκάνδαλα; Ποιὸς λοιπὸν θὰ εἶναι, ὅπως εἶπα προηγουμένως, τόσο δυνατὸς ἄνθρωπος, ὥστε νὰ τὸν μακαρίσουν ὅλοι οἱ «Ἄγγελοι; Διότι ἐγώ, ἀδελφοί μου φιλόχριστοι καὶ τέλειοι, φοβήθηκα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀνάμνηση τοῦ Δράκοντα, ἀναλογιζόμενος τὴ θλίψη ποὺ πρόκειται νὰ συμβεῖ στοὺς ἀνθρώπους, ἐκείνους τοὺς καιρούς, καὶ ἐπίσης πόσο αὐτὸς ὁ Δράκοντας θὰ εἶναι ἀχρεῖος καὶ σκληρὸς γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος, καὶ περισσότερο ἄγριος θὰ γίνει γιὰ τοὺς πιστοὺς ποὺ ἔχουν τὴ δύναμη νὰ νικήσουν τὶς φανταστικὲς τερατουργίες του. Διότι θὰ ὑπάρχουν πολλοὶ τότε ποὺ θὰ φανοῦν εὐάρεστοι στὸν Θεό, καὶ ποὺ θὰ μπορέσουν νὰ σωθοῦν στὰ βουνὰ καὶ στοὺς ἔρημους τόπους, μὲ πολλὲς δεήσεις καὶ μὲ ἀβάσταχτους θρήνους. Διότι ὁ ἅγιος Θεὸς βλέποντάς τους νὰ εἶναι μέσα σὲ τόσο ἀπερίγραπτο θρῆνο καὶ σὲ τόσο ἀληθινὴ πίστη, θὰ ἐκδηλώσει σ᾿ αὐτοὺς τὴν εὐσπλαχνία του, ὡς φιλόστοργος πατέρας, καὶ θὰ τοὺς διαφυλάξει ἐκεῖ ὅπου ἔχουν κρυφτεῖ. Καὶ διότι ὁ ἀχρειότατος Δράκοντας δὲ θὰ σταματήσει νὰ ἀναζητᾷ τοὺς πιστοὺς στὴ στεριὰ καὶ στὴ θάλασσα, μὲ τὴν ἰδέα ὅτι ἔγινε πιὰ βασιλιὰς ἐπάνω στὴ γῆ καὶ ὅλους τούς ἔχει ὑποτάξει. Καὶ νομίζει ὁ ἄθλιος ὅτι θὰ ἀντισταθεῖ ἐκείνη τὴ φοβερὴ ὥρα, ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Κύριος ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, ἐπειδὴ δὲ γνωρίζει ὁ ἄθλιος τὴν ἀδυναμία του καὶ τὴν ὑπερηφάνειά του, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας ἔπεσε. Παρόλα αὐτὰ ὅμως ταράζει τὴ γῆ καὶ φοβερίζει τὰ σύμπαντα μὲ τὰ ψεύτικα μαγικὰ θαύματά του.
Δὲ θὰ ὑπάρχει ἐκεῖνο τὸν καιρό, ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Δράκοντας, ἀνακούφιση ἐπάνω στὴ γῆ, ἀλλὰ μεγάλη θλίψη, ταραχὴ καὶ σύγχυση, θάνατοι καὶ πεῖνες σὲ ὅλο τὸν κόσμο διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μας μὲ τὸ θεϊκό του στόμα εἶπε, ὅτι τέτοια δὲν ἔχουν συμβεῖ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας. Ἐμεῖς ὅμως οἱ ἁμαρτωλοί, πὼς θὰ συμπεράνουμε τὸ ὑπέρμετρο ἀλλὰ καὶ τὸ ἀπερίγραπτο αὐτῆς τῆς θλίψης, ὅταν ὁ Θεὸς ἔτσι τὴν χαρακτήρισε; Λοιπόν, ἂς προσηλώσει ὁ καθένας τὸ νοῦ του μὲ ἀκρίβεια στὶς ἅγιες λέξεις τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρα μας πὼς ἐξαιτίας τῆς δυσκολίας καὶ τῆς ὑπερβολικῆς θλίψης θὰ λιγοστεύσει τὶς μέρες τῆς θλίψης, χάρη στὴν εὐσπλαχνία του, παροτρύνοντάς μας καὶ λέγοντας «Νὰ προσεύχεσθε, νὰ μὴ συμβεῖ ἡ φυγή σας χειμῶνα ἢ μέρα Σάββατο». Καὶ ἐπίσης- «Νὰ ἀγρυπνᾶτε πάντοτε, προσευχόμενοι ἀδιάκοπα, γιὰ νὰ ἀξιωθεῖτε νὰ ἀποφύγετε τὴ θλίψη καὶ νὰ σταθεῖτε μπροστὰ στὸν Θεὸ διότι ὁ καιρὸς πλησιάζει». Καὶ ὅμως ὅλοι ἐπιμένουμε σ᾿ αὐτὴ τὴν κακία, καὶ δὲν πιστεύουμε. «Ἂς παρακαλέσουμε ἀδιάκοπα μὲ δάκρυα καὶ προσευχές, πέφτοντας γονατιστοὶ μπροστὰ στὸν Θεὸ νύχτα καὶ μέρα, γιὰ νὰ σωθοῦμε οἱ ἁμαρτωλοί.
«Ὁποῖος ἔχει δάκρυα καὶ κατάνυξη, ἃς παρακαλέσει τὸν Κύριο, γιὰ νὰ γλυτώσουμε ἀπὸ τὴ θλίψη ποὺ πρόκειται νὰ ἔρθει ἐπάνω στὴ γῆ, ὥστε οὔτε τὸ ἴδιο τὸ θηρίο νὰ δεῖ ἐντελῶς, οὔτε ἐπίσης νὰ ἀκούσει τὰ φοβερὰ πράγματα. Διότι θὰ ἔρθουν ἐπάνω στὴ γῆ, στοὺς διάφορους τόπους, πεῖνες, σεισμοὶ καὶ διάφοροι θάνατοι. Θὰ πρέπει νὰ ἔχει γενναία ψυχὴ αὐτὸς ποὺ θὰ μπορέσει νὰ διατηρήσει τὴ ζωὴ του ἀνάμεσα στὰ σκάνδαλα. Διότι, ἂν βρεθεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀμελεῖ ἔστω καὶ λίγο, εὔκολα κυριεύεται καὶ αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ πονηροῦ καὶ ἀπατηλοῦ Δράκοντα. Καὶ ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος παρουσιάζεται νὰ εἶναι τὴ μέρα τῆς κρίσης ἀσυγχώρητος· διότι τὸ βλέπει καὶ ὁ ἴδιος, ὅτι πίστευσε στὸν τύραννο μὲ τὴ θέλησή του.
«Ἔχουμε ἀνάγκη, ἀγαπητοί, ἀπὸ πολλὲς προσευχὲς καὶ ἀπὸ πολλὰ δάκρυα, γιὰ νὰ βρεθεῖ κάποιος ἀπό μᾶς σταθερὸς στοὺς πειρασμούς. Διότι θὰ εἶναι πολλὲς οἱ φανταστικὲς τερατουργίες τοῦ θηρίου ποὺ θὰ συμβοῦν ἐπειδὴ δηλαδὴ εἶναι θεομάχος, θέλει νὰ ἀπολεσθοῦν ὅλοι. Διότι μεταχειρίζεται ὁ τύραννος τέτοιον τρόπο, γιὰ νὰ ἔχουν ὅλοι τὴ σφραγῖδα τοῦ θηρίου, ὅταν θὰ ἔρθει στὴν ἐποχή του καὶ στὸν ὁρισμένο καιρὸ νὰ ἐξαπατήσει ὅλο τὸν κόσμο μὲ θαύματα· καὶ ἔπειτα ἔτσι νὰ προσφέρει τὶς τροφὲς καὶ κάθε ἐμπόρευμα καὶ θὰ τοποθετήσει κυβερνῆτες νὰ ἐκτελοῦν τὸ πρόσταγμά του.
Προσέχετε, ἀδελφοί μου, τὴν ὑπερβολικὴ πονηρία τοῦ θηρίου· διότι μεταχειρίζεται πονηρὰ τεχνάσματα. Προσέχετε πῶς ἀρχίζει ἀπὸ τὴν κοιλιά, ὥστε ὅταν κάποιος βρεθεῖ σὲ δυσκολία, στερούμενος τὴν τροφή, νὰ ἀναγκασθεῖ νὰ δεχθεῖ τὴ σφραγῖδα ἐκείνου, ὄχι ὅπου τύχει, σὲ ὁποιοδήποτε μέλος τοῦ σώματος, ἀλλὰ νὰ δεχθεῖ τὸ ἄσεβες χάραγμα στὸ δεξὶ χέρι, ἐπίσης καὶ στὸ μέτωπο, γιὰ νὰ μὴν ἔχει ὁ ἄνθρωπος δύναμη νὰ σχηματίσει μὲ τὸ δεξί του χέρι τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, οὔτε ἐπίσης νὰ σημειώσει στὸ μέτωπό του ἐντελῶς τὸ ἅγιο ὄνομα τοῦ Κυρίου, οὔτε τὸν ἔνδοξο καὶ τίμιο σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ Σωτῆρα μας. Διότι γνωρίζει ὁ ἄθλιος ὅτι, ἂν σχηματισθεῖ ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου, καταργεῖ ὅλη τὴ δύναμή του, καὶ γι᾿ αὐτὸ σφραγίζει τὸ δεξὶ χέρι τοῦ ἄνθρωπου· διότι τὸ δεξὶ χέρι εἶναι ποὺ σφραγίζει ὅλα τὰ μέλη μας. Παρόμοια μάλιστα καὶ τὸ μέτωπο, σὰν λυχνοστάτης, κράτα ψηλὰ τὸ λυχνάρι τοῦ φωτός, δηλαδὴ τὸ σύμβολο τοῦ Σωτῆρα μας.
Περιμένει λοιπόν, ἀδελφοί μου, φοβερὸς ἀγῶνας ὅλους τους φιλόχριστους ἀνθρώπους, ὥστε νὰ μὴ δειλιάσουν ὡς τὴν ὥρα τοῦ θανάτου, οὔτε νὰ δείξουν ἀδιαφορία, ὅταν θὰ χαράζει ὁ Δράκοντας τὴ σφραγίδα του ἀντὶ γιὰ τὸ σταυρὸ τοῦ Σωτῆρα. Διότι μεταχειρίζεται τέτοιον τρόπο, ὥστε νὰ μὴν ἀναφέρεται διόλου, αὐτὸ τὸν καιρό, τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρα. Καὶ τὸ κάνει αὐτὸ ὁ ἀνίσχυρος, ἐπειδὴ φοβᾶται καὶ τρέμει ἀπὸ τὴν ἁγία δύναμη τοῦ Σωτῆρα μας. Διότι, ἂν κάποιος δὲ δεχθεῖ τὴ σφραγῖδα ἐκείνου, δὲν αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὶς φανταστικὲς τερατουργίες του, οὔτε ἐπίσης ὁ Κύριος ἀπομακρύνεται ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ τοὺς φωτίζει καὶ τοὺς ἑλκύει κοντά του.
Πρέπει νὰ καταλάβουμε ἐμεῖς, ἀδελφοί, μὲ κάθε ἀκρίβεια, ὅτι οἱ φανταστικὲς τερατουργίες τοῦ Ἐχθροῦ εἶναι ἄσπλαχνες. Ὁ Κύριός μας ὅμως ἔρχεται σὲ ὅλους ἐμᾶς μὲ γαλήνη, γιὰ νὰ ἀποκρούσει γιὰ χάρη μας τὶς πανουργίες τοῦ θηρίου. «Ἂν κρατᾶμε μὲ εἰλικρίνεια τὴν ὀρθὴ πίστη τοῦ Χριστοῦ, θὰ διασκορπίσουμε εὔκολα τὴ δύναμη τοῦ τυράννου, θὰ ἀποκτήσουμε ἀμετακίνητο λογισμὸ καὶ σταθερότητα, καὶ θὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπό μᾶς ὁ ἀνίσχυρος, ἐπειδὴ δὲ θὰ μπορεῖ νὰ κάνει τίποτε.
Ἐγὼ ὁ τιποτένιος, ἀδελφοὶ φιλόχριστοι, σᾶς παρακαλῶ, νὰ μὴ γινόμαστε πλαδαροί, ἀλλὰ ἀπεναντίας νὰ γινόμαστε δυνατοὶ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ. Ὁ ἀναπόφευκτος ἀγῶνας εἶναι πολὺ κοντά μας· ἂς πάρουμε ὅλοι τὴν ἀσπίδα τῆς πίστεως. Νὰ εἶστε λοιπὸν πρόθυμοι, σὰν ἔμπιστοι δοῦλοι, καὶ νὰ μὴ δέχεστε ἄλλον. Ἐπειδὴ δηλαδὴ ὁ κλέφτης καὶ ἄθλιος καὶ σκληρὸς πρόκειται νὰ ἔρθει πρῶτος αὐτός, στὸν καιρό του, θέλοντας νὰ κλέψει καὶ νὰ σφάξει καὶ νὰ ὁδηγήσει στὴν ἀπώλεια τὴν ἐκλεκτὴ ποίμνη τοῦ ἀληθινοῦ Ποιμένα Χριστοῦ, γι᾿ αὐτὸ παίρνει τὴ μορφὴ τοῦ ἀληθινοῦ Ποιμένα.
«Ἂς μάθουμε, ἀγαπητοί, μὲ τί λογῆς μορφὴ ἔρχεται στὴ γῆ ὁ ἀδιάντροπος «ὄφις. Ἐπειδὴ δηλαδὴ ὁ Σωτήρας, θέλοντας νὰ σώσει τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο καὶ μὲ μορφὴ ἀνθρώπου νίκησε τὸν ἐχθρὸ μὲ τὴν ἁγία δύναμη τῆς θεότητάς του, σοφίσθηκε αὐτὸς νὰ πάρει τὴ μορφὴ τῆς παρουσίας του καὶ νὰ μᾶς ἐξαπατήσει. Ὁ Κύριός μας ὅμως θὰ ἔρθει στὴ γῆ μέσα σὲ φωτεινὲς νεφέλες, σὰν φοβερὴ ἀστραπή. Ὁ ἐχθρὸς ἀπεναντίας δὲ θὰ ἔρθει μὲ τὸν ἴδιο τρόπο- διότι εἶναι ἀποστάτης. Θὰ γεννηθεῖ ὅμως ἀκριβῶς τὸ ὄργανο ἐκείνου ἀπὸ μία ἀχρεία κόρη καὶ δὲ θὰ γίνει ἄνθρωπος αὐτός. Καὶ θὰ ἔρθει ὁ ἀχρειότατος μὲ τέτοια μορφή, σὰν κλέφτης, γιὰ νὰ ἐξαπατήσει ὅλο τὸν κόσμο: ταπεινός, ἥσυχος, μισώντας, λέει, τὴν ἀδικία, ἀποστρεφόμενος τὰ εἴδωλα, προτιμώντας τὴν εὐσέβεια, ἀγαθός, φιλόπτωχος, ὑπερβολικὰ ὄμορφος, ἀτάραχος, χαρούμενος πρὸς ὅλους, τιμώντας ὑπερβολικὰ τὸ γένος τῶν Ἰουδαίων, διότι αὐτοὶ περιμένουν τὸν ἐρχομό του. Ἀνάμεσα σὲ ὅλους αὐτοὺς θὰ πραγματοποιεῖ θαύματα, τερατουργίες καὶ φοβερὰ πράγματα, μὲ πολλὴ δύναμη. Καὶ θὰ μηχανεύεται μὲ δόλο νὰ γίνει ἀρεστὸς σὲ ὅλους, γιὰ νὰ ἀγαπηθεῖ γρήγορα ἀπὸ πολλούς. Καὶ δὲ θὰ παίρνει δῶρα, δὲ θὰ μιλᾷ μὲ ὀργή, δὲ θὰ παρουσιάζεται σκυθρωπός, ἀλλὰ μὲ τὸ πρόσχημα τῆς καλῆς του διαγωγῆς θὰ ἐξαπατᾷ τὸν κόσμο, ὡσότου νὰ βασιλεύσει.
«Ὅταν λοιπὸν θὰ δοῦν πολλοὶ λαοὶ καὶ ἔθνη τέτοιες ἀρετὲς καὶ τέτοια θαύματα, ὅλοι τους θὰ συμφωνήσουν καὶ θὰ τὸν ἀνακηρύξουν βασιλιὰ μὲ μεγάλη χαρά, λέγοντας ὁ ἕνας στὸν ἄλλο· «Μήπως λοιπὸν ὑπάρχει ἄλλος τόσο πολὺ ἀγαθὸς καὶ δίκαιος ἄνθρωπος;». Θὰ ἀνυψωθεῖ μάλιστα ἀμέσως ἢ βασιλεία του, καὶ θὰ πατάξει μὲ θυμὸ τρεῖς μεγάλους βασιλεῖς. Στὴ συνέχεια θὰ ὑπερηφανευθεῖ ἡ καρδιά του, καὶ θὰ ξεράσει ὁ Δράκοντας τὴν πικρότητά του. Θὰ ταράξει τὴν οἰκουμένη καὶ θὰ κινήσει τὸ πέρατα τοῦ κόσμου· θὰ προξενήσει θλίψη σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ θὰ μολύνει τὶς ψυχές. «Ὄχι πιὰ σὰν εὐλαβής, ἀλλὰ σὲ ὅλα σκληρὸς πρὸς ὅλους, ἀπότομος, ὀργίλος, θυμώδης, φοβερός, ἐμπαθής, τρομερός, ἄσχημος, μισητός, σιχαμερός, ἄγριος, ὀλέθριος, ἀδιάντροπος καὶ πρόθυμος νὰ ρίξει μέσα στὸ λάκκο τῆς ἀσέβειας ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Πληθύνει τὰ θαύματα τοῦ ἀνάμεσα στὸ πλῆθος, μὲ ψευτιὰ καὶ ὄχι μὲ ἀλήθεια. Ἐνῷ θὰ παραβρίσκονται καὶ ἄλλα πολλὰ πλήθη, καὶ θὰ τὸν ἐπευφημοῦν γιὰ τὶς φανταστικὲς τερατουργίες του, θὰ φωνάξει δυνατά, ὥστε νὰ σαλευθεῖ ὁ τόπος, ὅπου τὰ πλήθη στέκονται μπροστὰ τοὺ· «Γνωρίστε, ὅλοι οἱ λαοί, τὴ δύναμή μου καὶ τὴν ἐξουσία μου». Θὰ μετακινεῖ βουνὰ μπροστὰ στὰ μάτια αὐτῶν ποὺ τὰ βλέπουν καὶ θὰ ἀνυψώνει νησιὰ ἀπὸ τὴ θάλασσα· ὅλα ὅμως θὰ τὰ κάνει μὲ ἀπάτη καὶ μὲ φαντασία, καὶ ὄχι ἀληθινά, ἀλλὰ ἀπεναντίας θὰ πλανᾷ τὸν κόσμο καὶ θὰ ἐξαπατᾷ μὲ τὶς φανταστικὲς τερατουργίες τὰ σύμπαντα. Πολλοὶ θὰ πιστεύσουν καὶ θὰ τὸν δοξάσουν, σὰν ἰσχυρὸ θεό.
Τότε θὰ θρηνήσει φοβερὰ καὶ θὰ στενάξει κάθε ψυχή. Τότε ὅλοι θὰ ἀντικρίσουν μία ἀπαρηγόρητη θλίψη, ποὺ θὰ τοὺς κράτα νύχτα καὶ μέρα, καὶ δὲ θὰ βρίσκουν πουθενὰ τρόπο νὰ χορτάσουν ἀπὸ τροφή. Διότι θὰ τοποθετηθοῦν σὲ κάθε τόπο κυβερνῆτες σκληροί· καὶ ἂν κάποιος ἔχει τὴ σφραγίδα τοῦ τυράννου χαραγμένη στὸ μέτωπο ἢ στὸ δεξί του χέρι, θὰ ἀγοράζει λίγα τρόφιμα ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ θὰ ὑπάρχουν. Τότε θὰ πεθαίνουν τὰ νήπια στὴν ἀγκαλιὰ τῶν μανάδων τους· θὰ πεθαίνει ἐπίσης ἡ μάνα πάνω ἀπὸ τὸ παιδί της· θὰ πεθαίνει ἐπίσης ὁ πατέρας μαζὶ μὲ τὴ γυναῖκα του καὶ τὰ παιδιά του στὴν ἀγορά, καὶ δὲ θὰ ὑπάρχει ἐκεῖνος ποὺ θὰ τοὺς μαζέψει καὶ θὰ τοὺς βάλει στὸ μνῆμα. Ἀπὸ τὰ πολλὰ πτώματα, ποὺ θὰ πετιοῦνται στὶς πλατεῖες, θὰ βγαίνει παντοῦ δυσωδία, ποὺ θὰ βασανίζει φοβερὰ τοὺς ζωντανούς. Τὸ πρωὶ ὅλοι θὰ λένε μὲ λύπη καὶ στεναγμούς· «Πότε θὰ βραδιάσει, γιὰ νὰ βροῦμε ἀνακούφιση;». Καὶ ὅταν ἐπίσης θὰ ἔρθει τὸ βράδυ, θὰ λένε μεταξύ τους μὲ πολὺ πικρὰ δάκρυα· «Πότε λοιπὸν θὰ φέξει, γιὰ νὰ ἀποφύγουμε τὴ θλίψη ποὺ μᾶς πιέζει;». Καὶ δὲ θὰ ὑπάρχει τόπος, ὅπου νὰ φύγουν ἢ νὰ κρυφθοῦν διότι τὰ πάντα ἔχουν ταραχθεῖ: ἢ θάλασσα καὶ ἡ ξηρά. Γι᾿ αὐτὸ εἶπε σ᾿ ἐμᾶς ὁ Κύριος· «Νὰ ἀγρυπνᾶτε, παρακαλώντας ἀδιάκοπα νὰ ἀποφύγετε τὴ θλίψη».
Θὰ ὑπάρχει δυσωδία στὴ θάλασσα, δυσωδία ἐπάνω στὴ γῆ, πεῖνες, σεισμοί. Θὰ ὑπάρχει ταραχὴ στὴ θάλασσα, ταραχὴ ἐπάνω στὴ γῆ· φοβερὰ πράγματα στὴ θάλασσα, φοβερὰ πράγματα ἐπάνω στὴ γῆ. Τὸ πολὺ χρυσάφι καὶ τὸ ἀσήμι καὶ τὰ μεταξωτὰ ἐνδύματα καθόλου δὲ θὰ ὠφελήσουν κάποιον σ᾿ ἐκείνη τὴ θλίψη, ἀλλὰ ἀπεναντίας ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θὰ μακαρίζουν τοὺς νεκροὺς ποὺ θάφτηκαν προτοῦ νὰ ἔρθει ἡ μεγάλη θλίψη ἐπάνω στὴ γῆ. Διότι θὰ πετιέται στὶς πλατεῖες καὶ τὸ χρυσάφι καὶ τὸ ἀσήμι, καὶ δὲ θὰ ὑπάρχει ἐκεῖνος ποὺ θὰ τὰ ἀγγίξει, ἐπειδὴ ὅλα θὰ εἶναι ἀνεπιθύμητα· ἀλλὰ ἀπεναντίας ὅλοι θὰ σπεύδουν νὰ φύγουν καὶ νὰ κρυφθοῦν, καὶ δὲ θὰ ὑπάρχει γι᾿ αὐτοὺς πουθενὰ τόπος νὰ κρυφθοῦν ἀπὸ τὴ θλίψη. Ἀλλὰ ἀκόμη μαζὶ μὲ τὴν πείνα καὶ τὴ θλίψη καὶ τὸ φόβο, θὰ ὑπάρχουν θηρία καὶ ἑρπετὰ σαρκοφάγα, ποὺ θὰ δαγκώνουν τοὺς ἀνθρώπους. Ἀπὸ μέσα φόβος καὶ ἀπὸ ἔξω τρόμος, καὶ τὴ νύχτα καὶ τὴ μέρα. Στὶς πλατεῖες θὰ ὑπάρχουν πτώματα. Στὶς πλατεῖες θὰ ὑπάρχει δυσωδία, στὰ σπίτια θὰ ὑπάρχει δυσωδία. Στὶς πλατεῖες πεῖνα καὶ δίψα, στὰ σπίτια πεῖνα καὶ δίψα. Στὶς πλατεῖες φωνὴ θρήνου, στὰ σπίτια φωνὴ θρήνου. Στὶς πλατεῖες θόρυβος, στὰ σπίτια θόρυβος. Θὰ συναντᾷ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο μὲ θρῆνο· ὁ πατέρας τὸ παιδί του, καὶ ὁ γιὸς τὸν πατέρα· ἢ μητέρα τὴν κόρη της. Οἱ φίλοι θὰ ξεψυχοῦν στὶς πλατεῖες ἀγκαλιασμένοι μὲ τοὺς φίλους, καὶ οἱ ἀδελφοὶ θὰ πεθαίνουν ἀγκαλιασμένοι μὲ τοὺς ἀδελφούς. Θὰ μαραθεῖ καὶ ἡ ὀμορφιὰ ἀπὸ τὰ πρόσωπα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καὶ θὰ γίνει ἡ ὄψη τους, σὰν ὄψη νεκροῦ. Θὰ γίνει σιχαμερὴ καὶ μισητὴ καὶ ἡ ὀμορφιὰ τῶν γυναικῶν. Θὰ μαραθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ἀνθρώπων.
«Ὅλοι μάλιστα ὅσοι ὑπάκουσαν στὸ φοβερὸ θηρίο καὶ δέχθηκαν τὴ σφραγίδα του, τὸ ἀσεβὲς χάραγμα τοῦ ἀχρείου θηρίου, θὰ τρέχουν σ᾿ αὐτὸ γιὰ βοήθεια καὶ συγχρόνως θὰ λένε μὲ πόνο «Δῶσε μας νὰ φᾶμε καὶ νὰ πιοῦμε, διότι πεθαίνουμε ὅλοι, πιεζόμενοι ἀπὸ τὴν πεῖνα· καὶ ἀπομάκρυνε ἀπὸ μᾶς τὰ φαρμακερὰ θηρία». Καὶ ἀδυνατώντας νὰ ἀνταποκριθεῖ ὁ ἄθλιος, θὰ ἀπαντήσει μὲ πολλὴ σκληρότητα, λέγοντας· «Ἀπὸ ποῦ ἐγὼ θὰ σᾶς δώσω νὰ φᾶτε καὶ νὰ πιεῖτε, ἄνθρωποι; Ὁ οὐρανὸς δὲ θέλει νὰ δώσει βροχὴ στὴ γῆ· καὶ ἡ γῆ ἐπίσης δὲν ἔδωσε διόλου θερισμὸ ἢ γεννήματα». Καὶ ἀκούγοντάς τα αὐτὰ οἱ λαοί, θὰ πενθήσουν καὶ θὰ κλάψουν, ἐπειδὴ δὲ θὰ ἔχουν διόλου παρηγοριὰ στὴ θλίψη τους, ἀλλὰ ἀπεναντίας θὰ ἀκολουθήσει ἐπάνω στὴ θλίψη τοὺς ἀνείπωτη θλίψη, διότι τόσο πρόθυμα πίστευσαν στὸν τύραννο. Διότι ἐκεῖνος ὁ ἄθλιος δὲν ἔχει τὴ δύναμη οὔτε τὸν ἑαυτό του νὰ βοηθήσει- καὶ πῶς θὰ μπορέσει νὰ ἐλεήσει αὐτούς; Ἐκεῖνες τὶς μέρες θὰ ὑπάρχει μεγάλη δυσκολία ἀπὸ τὴν πολλὴ πίεση τοῦ Δράκοντα καὶ ἀπὸ τὸ φόβο καὶ ἀπὸ τὸ σεισμὸ καὶ ἀπὸ τὸν ἦχο τῆς θάλασσας καὶ ἀπὸ τὴν πεῖνα καὶ ἀπὸ τὴ δίψα καὶ ἀπὸ τὰ δαγκώματα τῶν θηρίων. «Ὅλοι μάλιστα ὅσοι δέχθηκαν τὴν σφραγίδα τοῦ Ἀντιχρίστου καὶ τὸν προσκύνησαν, σὰν τὸν ἀγαθὸ Θεό, δὲ θὰ ἔχουν κανένα μερίδιο στὴ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ ἀπεναντίας θὰ πεταχτοῦν μαζὶ μὲ τὸν Δράκοντα στὴ γέεννα.
Εἶναι μακάριος αὐτὸς ποὺ θὰ βρεθεῖ νὰ εἶναι σὲ ὅλα ἅγιος καὶ σὲ ὅλα πιστός· αὐτὸς ποὺ θὰ ἔχει προσηλωμένη τὴν καρδιά του στὸν Θεό, χωρὶς δισταγμό· διότι ἄφοβα θὰ ἀποκρούσει ὅλες τὶς ἐρωτήσεις τοῦ Δράκοντα, καταφρονώντας καὶ τὰ βασανιστήρια καὶ τὶς φανταστικὲς τερατουργίες του. Προτοῦ μάλιστα νὰ συμβοῦν αὐτά, θὰ στείλει ὁ Κύριος, ὡς εὔσπλαχνος, τὸν Ἠλία τὸν Θεσβίτη καὶ τὸν Ἐνώχ, γιὰ νὰ διδάξουν αὐτοὶ τὴν εὐσέβεια στὸ γένος τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ κηρύξουν μὲ παρρησία σὲ ὅλους τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ μὴν πιστεύσουν στὸν τύραννο ἀπὸ φόβο, καὶ θὰ κραυγάζουν καὶ θὰ λένε: «Ἄνθρωποι, εἶναι ἀπατεώνας· κανεὶς νὰ μὴν πιστεύσει ἐντελῶς σ᾿ αὐτόν, οὔτε νὰ ὑπακούσει στὸν θεομάχο· κανεὶς ἀπὸ σᾶς νὰ μὴ φοβηθεῖ· διότι γρήγορα θὰ καταργηθεῖ. Νά, ὁ ἅγιος Κύριος ἔρχεται ἀπὸ τὸν οὐρανὸ νὰ κρίνει ὅλους ἐκείνους ποὺ πίστευσαν στὰ θαύματά του». «Ὅμως λίγοι θὰ εἶναι τότε αὐτοὶ ποὺ θὰ θελήσουν νὰ ὑπακούσουν καὶ νὰ πιστεύσουν στὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν. Καὶ αὐτὸ τὸ κάνει ὁ Σωτῆρας, γιὰ νὰ δείξει τὴν ἀνέκφραστη φιλανθρωπία του· διότι οὔτε ἐκεῖνο τὸν καιρὸ θὰ ἀφήσει τὸ ἀνθρώπινο γένος χωρὶς κήρυγμα, γιὰ νὰ εἶναι ὅλοι ἀναπολόγητοι στὴν κρίση.
Πολλοὶ λοιπὸν ἀπὸ τοὺς πιστούς, ὅσοι τότε θὰ ὑπάρχουν κατὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ ἀχρείου, θὰ χύνουν ποτάμι τὰ δάκρυα μὲ στεναγμοὺς πρὸς τὸν ἅγιο Θεό, νὰ γλυτώσουν ἀπὸ τὸν Δράκοντα. Καὶ θὰ φεύγουν μὲ μεγάλη βιασύνη στὶς ἐρήμους, καὶ θὰ κρύβονται μὲ φόβο στὰ βουνὰ καὶ στὰ σπήλαια, καὶ θὰ ρίχνουν στὰ κεφάλια τους χῶμα καὶ στάχτη, παρακαλώντας νύχτα καὶ μέρα μὲ πολλὴ ταπείνωση. Καὶ θὰ χορηγεῖται σ᾿ αὐτοὺς ἀπὸ τὸν ἅγιο Θεὸ αὐτὸ ποὺ παρακαλοῦν, καὶ θὰ τοὺς ὁδηγεῖ ἡ χάρη σὲ ἀσφαλεῖς τόπους, καὶ θὰ σῴζονται κρυβόμενοι στὶς ὀπὲς καὶ στὰ σπήλαια, μὴ βλέποντας τὰ θαύματα καὶ τὰ φοβερὰ πράγματα τοῦ Ἀντίχριστου. Διότι ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν γνώση, εὔκολα ἀναγνωρίζεται ὁ ἐρχομός του ἀπὸ κείνους ὅμως ποὺ ἔχουν τὸ νοῦ τους σὲ βιωτικὰ πράγματα καὶ ποθοῦν τὰ γήινα, δὲ θὰ εἶναι αὐτὸ εὐκολοδιάκριτο. Διότι αὐτὸς ποὺ διαρκῶς εἶναι δεμένος σὲ βιωτικὰ πράγματα, καὶ ἂν ἀκόμη ἀκούσει, δείχνει ἀπιστία καὶ ἀποφεύγει ἐκεῖνον ποὺ τὸ λέει. Γι᾿ αὐτὸ τὸ λόγο ἐνδυναμώνονται οἱ πιστοί, διότι ἀπαρνοῦνται ὅλα τὰ ἀνθρώπινα καὶ τὴ μέριμνα αὐτῆς τῆς ζωῆς.
Τότε θὰ πενθήσει ὅλη ἡ γῆ καὶ ἡ θάλασσα. Θὰ πενθήσει καὶ ὁ ἀέρας, καὶ συγχρόνως θὰ πενθήσουν τὰ ἄγρια ζῷα μαζὶ μὲ τὰ πουλιὰ τοῦ οὐρανοῦ. Θὰ πενθήσουν τὰ ὄρη καὶ τὰ βουνὰ καὶ τὰ δένδρα τῆς πεδιάδας. Θὰ πενθήσουν ἐπίσης καὶ τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος, διότι ὅλοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὸν ἅγιο Θεὸ καὶ πίστευσαν στὸν ἀπατεῶνα, καὶ δέχθηκαν τὸ χάραγμα τοῦ ἀχρείου καὶ θεομάχου ἀντὶ γιὰ τὸν ζωοποιὸ σταυρὸ τοῦ Σωτῆρα. Θὰ πενθήσει ἡ γῆ καὶ ἡ θάλασσα, διότι ξαφνικὰ σταμάτησε ἡ φωνὴ τῆς ψαλμῳδίας καὶ τῆς προσευχῆς ἀπὸ τὸ στόμα τῶν ἀνθρώπων. Θὰ πενθήσουν ὅλες οἱ Ἐκκλησίες τοῦ Χριστοῦ μὲ μεγάλο πένθος, διότι δὲν τελεῖται ἡ λειτουργία καὶ ἡ προσφορά.
«Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὴ συμπλήρωση τῶν τρεισήμισι χρόνων τῆς ἐξουσίας καὶ τῆς δράσης τοῦ ἀχρείου, καὶ ὅταν θὰ συμπληρωθοῦν ὅλα τὰ σκάνδαλα ὅλης τῆς γῆς. Ὅπως λέει ὁ Κύριος, θὰ ἔρθει στὸ τέλος, ἀστράφτοντας σὰν ἀστραπὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὁ ἅγιος καὶ ἄχραντος καὶ φοβερὸς καὶ ἔνδοξος Θεός μας, μὲ δόξα ἀνέκφραστη, ἐνῷ θὰ τρέχουν μπροστὰ ἀπὸ τὴ δόξα του τὰ τάγματα τῶν Ἀγγέλων καὶ τῶν Ἀρχαγγέλων, καὶ θὰ εἶναι ὅλοι φλόγες φωτιᾶς, καὶ θὰ ρέει ποταμὸς γεμάτος ἀπὸ φωτιά, μὲ φοβερὸ παφλασμό. Τὰ Χερουβείμ, μὲ στραμμένο τὸ βλέμμα κάτω, καὶ τὰ Σεραφείμ, ποὺ θὰ πετοῦν καὶ θὰ κρύβουν τὰ πρόσωπα καὶ τὰ πόδια τους μὲ τὰ πύρινα φτερά τους, θὰ κραυγάζουν μὲ φρίκη: «Σηκωθεῖτε, ὅσοι κοιμᾶστε. Νά, ἦρθε ὁ Νυμφίος». Θὰ ἀνοίξουν ἐπίσης τὰ μνήματα, καὶ στὴ στιγμὴ θὰ ἀναστηθοῦν ὅλες οἱ φυλές, καὶ θὰ στρέψουν τὸ βλέμμα τους στὸ ἅγιο κάλλος τοῦ Νυμφίου. Καὶ μύριες μυριάδες καὶ χίλιες χιλιάδες Ἀγγέλων καὶ Ἀρχαγγέλων, ἀναρίθμητες στρατιές, θὰ ἔχουν μεγάλη χαρά. Οἱ ἅγιοι καὶ οἱ δίκαιοι καὶ ὅλοι ὅσοι δὲν ἐδέχθησαν τὴ σφραγίδα τοῦ ἀχρείου καὶ ἀσεβοῦς Δράκοντα θὰ χαίρονται. Καὶ θὰ ὁδηγηθεῖ ὁ τύραννος, δεμένος ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους, μαζὶ μὲ ὅλους τούς δαίμονες, μπροστὰ στὸ βῆμα, καὶ ὅσοι δέχθηκαν τὴ σφραγῖδα του, καὶ ὅλοι οἱ ἀσεβεῖς καὶ ἁμαρτωλοὶ δεμένοι. Καὶ ὁ Βασιλιὰς θὰ βγάλει ἐναντίον τους τὴν ἀπόφαση τῆς αἰώνιας καταδίκης στὸ ἄσβεστο πῦρ. «Ὅλοι ὅμως ὅσοι δὲ δέχθηκαν τὴν σφραγίδα τοῦ Ἀντιχρίστου, καὶ ὅλοι ὅσοι κρύφτηκαν στὰ σπήλαια, θὰ χαίρονται μαζὶ μὲ τὸν Νυμφίο στὸν αἰώνιο καὶ οὐράνιο νυφικὸ θάλαμο, μαζὶ μὲ ὅλους τούς Ἁγίους, στοὺς ἀπέραντους αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.»
Ὅσιος Ἑφραὶμ Σῦρος