Πόθεν παρεκινήθην, ἀδελφοί μου, θέλω νὰ σᾶς φανερώσω τὴν αἰτίαν. Ἀναχωρῶν ἀπὸ τὴν πατρίδα μου πρὸ πενήντα ἐτῶν, ἐπεριπάτησα τόπους πολλούς, κάστρα, χώρας, καὶ χωριά, καὶ μάλιστα εἰς Κωνσταντινούπολιν, καὶ περισσότερον ἐκάθησα εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος, δεκαεπτὰ χρόνους, καὶ ἔκλαιον διὰ τὰς ἁμαρτίας μου. Σιμὰ εἰς τὰ ἄπειρα χαρίσματα ὅπου μου ἐχάρισεν ὁ Κύριος μου, μὲ ἠξίωσε καὶ ἔμαθα ὀλίγα γράμματα Ἑλληνικά, ἔγινα καὶ καλόγηρος.
Μελετώντας τὸ ἅγιον καὶ ἱερὸν Εὐαγγέλιν εὗρον μέσα πολλὰ καὶ διάφορα νοήματα, τὰ ὁποῖα εἶνε ὅλα μαργαριτάρια, διαμάντια, θησαυρός, πλοῦτος, χαρά, εὐφροσύνη, ζωὴ αἰώνιος. Σιμὰ εἰς τὰ ἄλλα εὗρον καὶ τοῦτον τὸν λόγον ὁποὺ λέγει ὁ Χριστός μας, πὼς δὲν πρέπει κανένας χριστιανός, ἄνδρας ἡ γυναίκα, νὰ φροντίζη διὰ τὸν ἑαυτόν του μόνον πῶς νὰ σωθῆ, ἀλλὰ νὰ φροντίζη καὶ διὰ τοὺς ἀδελφούς του νὰ μὴ κολασθοῦν. Ἀκούωντας καὶ ἐγώ, ἀδελφοί μου τοῦτον τὸν γλυκύτατον λόγον ὁποὺ λέγει ὁ Χριστός μας, νὰ φροντίζωμεν καὶ διὰ τοὺς ἀδελφούς μας, μ᾿ ἔτρωγεν ἐκεῖνος ὁ λόγος μέσα εἰς τὴν καρδίαν τόσους χρόνους, ὡσὰν τὸ σκουλήκι ὁποὺ τρώγει τὸ ξύλον, τί νὰ κάμω καὶ ἐγὼ στοχαζόμενος εἰς τὴν ἀμάθειάν μου. Ἐσυμβουλεύθηκα τοὺς πνευματικούς μου πατέρας, ἀρχιερεῖς, πατριάρχας, τοὺς ἐφανέρωσα τὸν λογισμόν μου, ἀνίσως καὶ εἶνε θεάρεστον τέτοιον ἔργον νὰ τὸ μεταχειρισθῶ, καὶ ὅλοι μὲ παρεκίνησαν νὰ τὸ κάμω, καὶ μοῦ εἶπον πὼς τέτοιον ἔργον καλὸν καὶ ἅγιον εἶνε. Μάλιστα παρακινούμενος ἀπὸ τὸν Παναγιώτατον κύριον Σωφρόνιον, Πατριάρχην - νὰ ἔχωμεν τὴν εὐχή του - καὶ λαμβάνωντας τὰς ἁγίας του εὐχάς, ἄφησα τὴν ἰδικήν μου προκοπήν, τὸ ἰδικόν μου καλόν, καὶ ἐβγήκα νὰ περιπατῶ ἀπὸ τόπον εἰς τόπον καὶ διδάσκω τοὺς ἀδελφούς μου.
Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός
Πηγή: ἐδῶ
Κάμνοντας ἀρχὴν νὰ διδάσκω μου ἦλθεν ἕνας λογισμὸς ἐδῶ ὁποὺ περιπατῶ· νὰ ζητῶ ἄσπρα διότι ἤμην φιλάργυρος καὶ ἀγαποῦσα τὰ γρόσια, ναί, μὰ καὶ τὰ φλωρία περισσότερον, ὄχι ὡσὰν τὴν εὐγένιάν σας ποὺ τὰ περιφρονεῖτε, ἢ δὲν τὰ καταφρονεῖτε; Μελετώντας πάλιν τὸ ἅγιον καὶ ἱερὸν Εὐαγγέλιον, εὗρον καὶ ἄλλον λόγον ὁποὺ λέγει ὁ Χριστός μας· πὼς χάρισμά σου ἔδωσα καὶ ἐγὼ τὴν χάριν μου, χάρισμα νὰ τὴν δώσῃς καὶ ἐσὺ εἰς τοὺς ἀδελφούς σου, χάρισμα νὰ διδάσκης, χάρισμα νὰ συμβουλεύης, χάρισμα νὰ ἐξομολογῆς, καὶ ἀνίσως καὶ ζητήσῃς νὰ πάρης τίποτε πληρωμὴν διὰ τὴν διδαχήν, ἢ πολλὰ ἢ ὀλίγα, ἢ ἕνα ἄσπρο, ἐγὼ σὲ θανατώνω καὶ σὲ βάνω εἰς τὴν κόλασιν.
Ἀκούοντας καὶ ἐγώ, ἀδελφοί μου, αὐτὸν τὸν γλυκύτατον λόγον ὁποὺ λέγει ὁ Χριστός μας, χάρισμα νὰ δουλεύωμεν καὶ τοὺς ἀδελφούς μας, εἰς τὴν ἀρχήν μου ἐφάνη βαρὺς ὁ λόγος, ὕστερον ὅμως μου ἐφάνη γλυκύτερος ὥσπερ μέλι καὶ κηρίον, καὶ ἐδόξασα καὶ δοξάζω χιλιάδες φορὲς τὸν Χριστόν μου ὁποὺ μ᾿ ἐφύλαξε ἀπὸ τοῦτο τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας, καὶ μὲ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ ἐσταυρωμένου καὶ Θεοῦ δὲν ἔχω μήτε σακκούλα, μήτε σπίτι, μῆτες κασέλα, μήτε ἄλλο ράσο ἀπὸ αὐτὸ ὁποὺ φορῶ, ἀλλὰ ἀκόμη παρακαλῶ τὸν Κύριόν μου μέχρι τέλους τῆς ζωῆς μου νὰ μὲ ἀξιώση νὰ μὴν ἀποκτήσω σακκούλα, διότι ὡσὰν κάμω ἀρχὴν νὰ παίρνω ἄσπρα, εὐθὺς ἔχασα τοὺς ἀδελφούς μου, καὶ δὲν ἠμπορῶ καὶ τὰ δυό, ἢ τὸν Θεὸν ἢ τὸν διάβολον.
Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός
Πηγή: ἐδῶ
Ἤθελα, χριστιανοί μου, νὰ εἶμαι πάντοτε μαζὶ σας, νὰ σᾶς λέγω πότε τὸ ἕνα, πότε τὸ ἄλλο· μὰ τί νὰ σᾶς κάμω, ὁποὺ εἶνε χιλιάδες χῶρες, ὁποὺ δὲν ἤκουσαν λόγον Θεοῦ ποτὲ καὶ μὲ περιμένουν. Διὰ τοῦτο σᾶς παρακαλῶ, ἅγιοι ἱερεῖς, καὶ σᾶς παραγγέλλω νὰ φροντίσητε διὰ τοὺς κοσμικοὺς πῶς νὰ σωθῶσι καὶ ἐκεῖνοι καὶ σεῖς.
Ὁμοίως πάλιν οἱ κοσμικοὶ νὰ τιμᾶτε τοὺς ἱερεῖς σας· καὶ ἂν τύχη ἕνας ἱερεὺς καὶ ἕνας βασιλεύς, τὸν ἱερέα νὰ προτιμήσῃς· καὶ ἂν τύχη ἕνας ἱερεὺς καὶ ἕνας ἄγγελος, τὸν ἱερέα νὰ προτιμήσῃς, διότι ὁ ἱερεὺς εἶνε ἀνώτερος ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους. Ὁ δὲ ἱερεὺς ὁποὺ θέλει τὸ καλόν του, νὰ διαβάση τὸν Νόμον, νὰ καταλάβη τὸ χρέος του. Διὰ τοὺς ἁγίους ἱερεῖς δὲν ἔχω νὰ σᾶς πῶ τίποτε. Ἐγὼ ἔχω χρέος ὅταν ἀπαντήσω ἱερέα νὰ σκύψω νὰ τοῦ φιλήσω τὰ χέρια καὶ νὰ τὸν παρακαλέσω νὰ παρακαλῇ τὸν Θεὸν διὰ τὰς ἁμαρτίας μου. Διότι ὅλος ὁ κόσμος νὰ παρακαλέσῃ τὸν Θεὸν δὲν δύνανται νὰ τελειώσουν τὰ Ἄχραντα Μυστήρια, καὶ ἕνας ἱερεύς, ἔστω καὶ ἁμαρτωλός, δύναται μὲ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ τὰ τελειώση.
Λέγω μόνον ὅτι ὅστις θέλει νὰ γίνῃ ἱερεύς, πρέπει νὰ εἶνε καθαρὸς ὡς ἄγγελος· νὰ ἠξεύρῃ γράμματα νὰ ἐξηγῇ τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον. Καὶ ὅταν γίνῃ 30 χρονῶν καὶ τὸν παρακαλέσουν οἱ κοσμικοὶ καὶ ὁ Δεσπότης, τότε νὰ γίνεται ἱερεύς, χωρὶς νὰ δώσῃ χρήματα. Καὶ νὰ κατοικῆ πλησίον εἰς τὴν ἐκκλησίαν, ὅποιαν ὥραν τὸν ζητήσουν οἱ κοσμικοὶ νὰ τὸν εὑρίσκουν.
Νὰ στοχάζεται ποῖος εἶνε μαλωμένος μὲ τὴ γυναῖκα του, ποῖος ἀδελφὸς μὲ τὸν ἀδελφόν του, ποῖος γείτονας μὲ τὸν γείτονά του, νὰ τοὺς φέρη εἰς ἀγάπην, καὶ νὰ θυσιάζεται διὰ τὸ ποίμνιόν του. Καὶ ὅταν λειτουργῆ καὶ τελειώνη τὸ Εὐαγγέλιον, νὰ τὸ ἐξηγῆ εἰς τοὺς χριστιανούς, τί παραγγέλλει ὁ Χριστὸς νὰ κάμνουν. Καὶ νὰ στοχάζεται ὅτι οἱ φοῦντες, ὁποὺ εἶνε εἰς τὸ ἐπιτραχήλι, σημαίνουν τὰς ψυχὰς τῶν χριστιανῶν· καὶ ἂν χαθῆ μία ψυχή, ἔχει νὰ δώσῃ λόγον ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως. Καὶ νὰ στοχάζεται ὅτι τὸ φαιλόνι ὁποὺ φορεῖ καὶ δὲν ἔχει μανίκια, φανερώνει πὼς ὁ ἱερεὺς δὲν πρέπει νὰ ἔχῃ χέρια νὰ ἀνακατώνεται εἰς τὰ κοσμικὰ πράγματα, ἀλλὰ νὰ ἔχῃ πάντοτε τὸν νοῦν του εἰς τὸν οὐρανόν. Καὶ ὅταν μαζεύη τὸ φαιλόνιον καὶ γίνεται ὡσὰν δυὸ πτέρυγες, φανερώνει πὼς ἂν κάμνη καλὰ ἔργα, ὡσὰν ἄγγελος θὰ πετάξη νὰ ὑπάγη εἰς τὸν παράδεισον. Ἂν δὲ εἶνε ἀνάξιος, ἀγράμματος, μολυσμένος μὲ ἁμαρτίας, καὶ δίδη γρόσια, καὶ βάνη μεσίτας νὰ γίνῃ ἱερεύς, τότε μὲ αὐτὰ ἀγοράζει τὴν κόλασιν· καὶ ὅταν λέγη τὸ Εὐαγγέλιον, καὶ λέγη τόσα ψεύματα, ἀλλοίμονον εἰς ἐκεῖνον τὸν ἱερέα (39).
Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός
Πηγή: users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/tributes/patrokosmas/didaxai.htm
Νὰ ἔχετε εὐλάβεια
σὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας
καὶ περισσότερο στὴν Παναγία, γιατὶ
ὅλοι οἱ Ἅγιοι εἶναι »δούλοι» τοῦ Χριστοῦ,
ἐνῶ ἡ Θεοτόκος εἶναι ἡ βασίλισσα
τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς καὶ
παρακαλεῖ τὸν φιλεύσπλαχνο Χριστό,
γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας.
Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἱτωλός
Μελετώντας
τὸ ἅγιον καὶ ἱερὸν Εὐαγγέλιον,
εὔρον μέσα πολλὰ καὶ
διάφορα νοήματα,
τὰ ὁποῖα εἶναι ὅλα
μαργαριτάρια,
διαμάντια,
θησαυρός,
πλοῦτος,
χαρά,
εὐφροσύνη,
ζωή αἰώνιος.
Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός
Πηγή: Μικρὸ ἀφιέρωμα στὸν Βασιλέα τῶν βιβλίων τὴν Ἁγία Γραφή, «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», σελ. 29.
Ἡμεῖς ὄχι μόνον δὲν ἔχομεν τὴν ἀγάπην, ἀλλὰ ἔχομεν τὸ μίσος καὶ τὴν ἔχθραν εἰς τὴν καρδίαν μας καὶ μισοῦμεν τοὺς ἀδελφούς μας· ἔρχεται ὁ πονηρὸς διάβολος καὶ μᾶς πικραίνει καὶ βάνει τὸν θάνατον εἰς τὴν ψυχήν μας καὶ περνοῦμεν καὶ ἐδῶ κακά, καὶ πηγαίνομεν εἰς τὴν κόλασιν καὶ καιόμεθα πάντοτε.
Φυσικόν μας εἶνε ν᾿ ἀγαπῶμεν τοὺς ἀδελφούς μας· διότι εἴμεθα μιᾶς φύσεως, ἔχομεν ἕνα βάπτισμα, μίαν πίστιν, τὰ Ἄχραντα Μυστήρια μεταλαμβάνομεν, ἕνα παράδεισον ἐλπίζομεν ν᾿ ἀπολαύσωμεν. Καλότυχος ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ὁποὺ ἀξιώθηκε καὶ ἔλαβεν εἰς τὴν καρδίαν του αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας, εἰς τὸν Θεόν, καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς του. Διότι ὅποιος ἔχει τὸν Θεὸν εἰς τὴν καρδίαν του, ἔχει πάντα τὰ ἀγαθά, καὶ ἁμαρτίαν δὲν ὑποφέρει νὰ κάμη· καὶ ὅστις δὲν ἔχει τὸν Θεὸν εἰς τὴν καρδίαν, ἔχει τὸν διάβολον, καὶ κάμνει πάντα τὰ κακὰ καὶ ὅλας τὰς ἁμαρτίας. Χίλιας χιλιάδας καλὰ νὰ κάμνωμεν, ἀδελφοί μου, νηστείας, προσευχάς, ἐλεημοσύνας, καὶ τὸ αἷμα μας νὰ χύσωμεν διὰ τὸν Χριστόν μας, καὶ δὲν ἔχωμεν αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας, ἀλλὰ ἔχωμεν τὸ μίσος καὶ τὴν ἔχθραν εἰς τοὺς ἀδελφούς μας, ὅλα ἐκεῖνα τὰ καλὰ ὁποὺ ἐκάμαμεν εἶνε τοῦ διαβόλου καὶ εἰς τὴν κόλασιν πηγαίνομεν. Μὰ καλά, λέγετε, ἐκεῖ μὲ ἐκείνην τὴν ὀλίγην ἔχθραν ὁποὺ ἔχομεν εἰς τοὺς ἀδελφούς μας, ἔχοντας τόσα καλὰ καμωμένα, εἰς τὴν κόλασιν πηγαίνομεν; Ναί, ἀδελφοί μου, διότι ἐκείνη ἡ ἔχθρα εἶνε φαρμάκι τοῦ διαβόλου· καὶ καθὼς βάνομεν μέσα εἰς ἑκατὸν ὀκάδας ἀλεύρι ὀλίγον προζύμι, καὶ ἔχει τόσην δύναμιν καὶ ἀνακουφίζει ὅσον ζυμάρι καὶ ἂν εἶνε, ἔτσι εἶνε καὶ ἡ ἔχθρα· ὅλα ἐκεῖνα τὰ καλὰ ὁποὺ ἐκάμαμεν, τὰ γυρίζει καὶ τὰ κάμνει φαρμάκι τοῦ διαβόλου (20).
Ἐδῶ, χριστιανοί μου, πῶς πηγαίνετε; Ἔχετε τὴν ἀγάπην ἀνάμεσόν σας; Ἀνίσως καὶ θέλετε νὰ σωθῆτε, κανένα ἄλλο πράγμα νὰ μὴ ζητήσετε ἐδῶ εἰς τὸν κόσμον ἀπὸ τὴν ἀγάπην. Εἶνε ἐδῶ κανένας ἀπὸ τὴν εὐγένιάν σας ὁποὺ νὰ ἔχῃ αὐτὴν τὴν ἀγάπην εἰς τοὺς ἀδελφούς του; Ἂς σηκωθῆ ἐπάνω νὰ μοῦ τὸ εἰπῆ, νὰ τὸν εὐχηθῶ καὶ ἐγώ, νὰ βάνω καὶ τοὺς χριστιανοὺς νὰ τὸν συγχωρήσωσι, νὰ λάβη μίαν συγχώρησιν, ὁποὺ νὰ ἔδινεν χιλιάδες φλωρία δὲν τὴν εὕρισκεν. -Ἐγώ, ἅγιε τοῦ Θεοῦ, ἀγαπῶ τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἀδελφούς μου. -Καλά, παιδί μου, ἔχε τὴν εὐχήν. Πῶς σὲ λέγουν τὸ ὄνομά σου; -Κωστα. -Τί τέχνη κάμνεις; -Πρόβατα φυλάγω. -Τὸ τυρὶ ὅταν τὸ πωλῆς τὸ ζυγιάζεις; -Τὸ ζυγιάζω.
-Ἐσύ, παιδί μου, ἔμαθες νὰ ζυγιάζης τὸ τυρί, καὶ ἐγὼ νὰ ζυγιάζω τὴν ἀγάπην. Τὸ ζύγι ἐντρέπεται τὸν αὐθέντην του; -Ὄχι. -Τώρα νὰ ζυγιάσω καὶ ἐγὼ τὴν ἀγάπην σου, καὶ ἂν εἶνε σωστὴ καὶ δὲν εἶνε ξύγκικη, τότε νὰ σὲ εὐχηθῶ καὶ ἐγώ, νὰ βάλω καὶ ὅλους τοὺς χριστιανοὺς νὰ σὲ συγχωρήσωσι. Πῶς νὰ σὲ καταλάβω, παιδί μου, πῶς ἀγαπᾶς τοὺς ἀδελφούς σου; Ἐγὼ τώρα ἐδῶ ὁποὺ περιπατῶ καὶ διδάσκω εἰς τὸν κόσμον, λέγω πὼς τὸν κὺρ - Κωστα τὸν ἀγαπῶ ὡσὰ τὰ μάτια μου· μὰ ἐσὺ δὲν τὸ πιστεύεις· θέλεις νὰ μὲ δοκιμάσῃς πρῶτον, καὶ τότε νὰ μὲ πιστεύσῃς. Ἐγὼ ἔχω ψωμὶ νὰ φάγω, ἐσὺ δὲν ἔχεις· ἀνίσως καὶ σοῦ δώσω κομμάτι καὶ σέ, ὁποὺ δὲν ἔχεις, τότε φανερώνω πὼς σὲ ἀγαπῶ. Ἀμὴ ἐγὼ νὰ φάγω ὅλο τὸ ψωμὶ καὶ ἐσὺ νὰ πεινᾶς, τί φανερώνω; Πὼς ἡ ἀγάπη ὁποὺ ἔχω εἰς σὲ εἶνε ψεύτικη.
Ἔχω δυὸ ποτήρια κρασὶ νὰ πίω, ἐσὺ δὲν ἔχεις· ἀνίσως καὶ δώσω καὶ σὲ ἀπ᾿ αὐτὸ καὶ πίης, τότε φανερώνω πὼς σὲ ἀγαπῶ. Ἀμὴ ἀνίσως καὶ δὲν σοῦ δώσω, εἶνε κάλπικη ἡ ἀγάπη. Εἶσαι λυπημένος· ἀπέθανεν ἡ μήτηρ σου, ὁ πατήρ σου· ἀνίσως καὶ ἔλθω νὰ σὲ παρηγορήσω, τότε εἶνε ἀληθινὴ ἡ ἀγάπη μου. Ἀμὴ ἀνίσως σὺ κλαίης καὶ θρηνῆς καὶ ἐγὼ τρώγω, πίνω καὶ χορεύω, ψεύτικη εἶνε ἡ ἀγάπη μου.
Τὸ ἀγαπᾶς ἐκεῖνο τὸ φτωχὸ παιδί; -Τὸ ἀγαπῶ. -Ἂν τὸ ἠγάπας, τοῦ ἔπαιρνες ἕνα ὑποκάμισο ὁποὺ εἶνε γυμνό, νὰ παρακαλῆ καὶ ἐκεῖνο διὰ τὴν ψυχήν σου. Δὲν εἶνε ἔτσι, χριστιανοί μου; Μὲ ψεύτικην ἀγάπην δὲν πηγαίνομεν εἰς τὸν παράδεισον. Τώρα σὰν θέλης νὰ κάμης τὴν ἀγάπην μάλαμα, πάρε καὶ ἔνδυσε τὰ φτωχὰ παιδιά, καὶ τότε νὰ βάλω νὰ σὲ συγχωρήσωσι. Τὸ κάμνεις τοῦτο; Τὸ κάμνω.
Χριστιανοί μου, ὁ Κωστας ἐκατάλαβε, πὼς ἡ ἀγάπη ποὺ εἶχεν ἕως τώρα ἦτο ψεύτικη, καὶ θέλει νὰ τὴν κάμη μάλαμα, νὰ ἐνδύση τὰ πτωχὰ παιδιά. Ἐπειδὴ καὶ τὸν ἐπαιδεύσαμεν, σᾶς παρακαλῶ νὰ εἰπῆτε διὰ τὸν κὺρ Κωστα τρεῖς φοράς: Ὁ Θεὸς συγχωρῆσοι καὶ ἐλεῆσοι αὐτόν.
Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός
Νὰ ἔχετε εὐλάβειαν εἰς ὅλους τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας, καὶ περισσότερον εἰς τὴν Δέσποιναν Μαρίαν, διότι ὅλοι οἱ Ἅγιοι εἶνε δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ, ἡ δὲ Θεοτόκος εἶνε Βασίλισσα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ἥτις παρακαλεῖ τὸν εὔσπλαχνον Χριστὸν διὰ τὰς ἁμαρτίας μας. Διὰ τοῦτο πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ τιμῶμεν τὴν Δέσποινάν μας μὲ νηστείας καὶ ἐλεημοσύνας.
Ἕνας ἄνθρωπος ὀνομαζόμενος Ἰωάννης ἐνικήθη καὶ ἔγινε κλέπτης, ἔγινε καὶ καπετάνιος εἰς 100 κλέπτας· ἀλλὰ εἶχε πολλὴν εὐλάβειαν εἰς τὴν Θεοτόκον καὶ κάθε πρωΐ καὶ ἑσπέρας ἔλεγε τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Παναγίας. Θέλων ὁ πανάγαθος Θεὸς νὰ τὸν σώσῃ διὰ τὴν εὐλάβειαν ὁποὺ εἶχεν εἰς τὴν Θεοτόκον, ἔστειλεν ἕνα ἅγιον ἀσκητήν, τὸν ὁποῖον ἅμα εἶδον οἱ κλέπται τὸν ἔπιασαν.
Τοὺς λέγει ὁ ἀσκητής: Σᾶς παρακαλῶ, νὰ μὲ ὑπάγετε εἰς τὸν καπετάνιον σας, διότι ἔχω νὰ σᾶς εἰπῶ λόγον διὰ τὸ καλόν σας. Τὸν ὑπῆγαν εἰς τὸν καπετάνιον καὶ τοῦ λέγει: Κράξε μου ὅλα τὰ παλληκάρια νὰ ἔλθουν νὰ σᾶς εἰπῶ ἕνα λόγον. Τοὺς κράζει ὁ καπετάνιος καὶ ἦλθαν. Λέγει ὁ ἀσκητής: Δὲν ἔχεις ἄλλον; Ἔχω, λέγει, ἕνα μάγειρον. Λέγει του ὁ ἀσκητής: Κράξε τον νὰ ἔλθῃ. Καὶ ἅμα ἦλθε, δὲν ἠδύνατο νὰ ἰδῆ τὸν ἀσκητὴν ὁ μάγειρος, ἀλλ᾿ ἐγύριζε τὸ πρόσωπόν του εἰς ἄλλο μέρος. Τότε λέγει ὁ ἀσκητὴς εἰς τὸν μάγειρον: Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ σὲ προστάζω νὰ μὲ εἰπῆς ποῖος εἶσαι καὶ τὶς σὲ ἔστειλε καὶ τί κάμνεις ἐδῶ ποὺ κάθεσαι; Ἀπεκρίθη ὁ μάγειρος καὶ λέγει: Ἐγὼ εἶμαι ψεύστης καὶ πάντοτε τὸ ψεῦδος λαλῶ· ἀλλὰ τώρα, ἐπειδὴ μὲ ἔδεσες μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἠμπορῶ παρὰ νὰ εἰπῶ τὴν ἀλήθειαν. Ἐγὼ λοιπὸν εἶμαι διάβολος, καὶ μὲ ἔστειλεν ὁ μεγαλύτερός μου νὰ δουλεύω τοῦτον τὸν καπετάνιον καὶ νὰ τὸν φυλάγω νὰ τὸν εὑρὼ καμμίαν ἡμέραν ὁποὺ νὰ μὴ διαβάζη τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Παναγίας, νὰ τὸν βάλω εἰς τὴν κόλασιν. Καὶ ἔχω τώρα 14 χρόνους ὁποὺ τὸν φυλάγω, καὶ δὲν εὗρον καμμίαν ἡμέραν ὁποὺ νὰ μὴ διαβάζη τὸ «Ἄγγελος πρωτοστάτης».
Τότε λέγει ὁ ἀσκητής: Σὲ προστάζω εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος νὰ γίνης ἄφαντος καὶ πλέον νὰ μὴ πειράξης τοὺς χριστιανούς. Καὶ εὐθὺς ἔγινεν ἄφαντος ὁ διάβολος ὡσὰν καπνός. Τότε ἐδίδαξεν ὁ ἀσκητὴς τοὺς κλέπτας καὶ ἄλλοι ἔγιναν καλόγηροι καὶ ἄλλοι ὑπανδρεύθηκαν καὶ ἔκαμαν καλὰ ἔργα καὶ ἐσώθησαν. Διὰ τοῦτο σᾶς συμβουλεύω ὅλους, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, νὰ μάθετε τὸ «Ἄγγελος πρωτοστάτης», νὰ τὸ λέγετε εἰς τὴν προσευχήν σας. Καὶ ἂν θέλετε, πάρετε τὸ «Ἁμαρτωλῶν σωτηρία», ὁποὺ ἔχει 70 θαύματα τῆς Θεοτόκου, ἀπὸ τὰ ὁποῖα σᾶς εἶπα ἕνα διὰ νὰ καταλάβετε.
Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός
Πηγή: ἐδῶ
Ἐδῶ ὅπου ἦλθα, χριστιανοί μου, ἔλαβα μίαν χαράν μεγάλην, μά ἔλαβα καί μίαν λύπην μεγάλην. Χαράν μεγάλην ἔλαβα βλέποντας τήν καλήν σας γνώμην, τήν καλήν σας μετάνοιαν, λύπην ἔλαβα στοχαζόμενος τήν ἀναξιότητά μου, πώς δέν ἔχω καιρόν νά σᾶς ἐξομολογήσω ὅλους ἕνα πρός ἕνα, νά μοῦ εἰπῆ τό παράπονό του ὁ καθένας, νά τοῦ εἰπῶ καί ἐγώ ἐκεῖνο ὁποῦ μέ φωτίση ὁ Θεός. Θέλω καί ἀγαπῶ, ἀμά δέν ἠμπορῶ, παιδιά μου. Καθώς ἕνας πατέρας εἶναι ἄρρωστος, πηγαίνει τό παιδί του νά τό παρηγορήση, ἐκεῖνος μήν μπορώντας τό διώχνει, μά πῶς τό διώχνει; Μέ τήν καρδίαν καμμένην. Θέλει νά τό παρηγορήση, μά δέν ἠμπορεῖ. Πατέρας ἀνάξιος εἶμαι ἐγώ. Πνευματικά παιδιά μου εἴσαστε ἡ εὐγενεία σας. Τώρα ἔρχεται ἕνας νά ἐξομολογηθῆ εἰς τοῦ λόγου μου νά μοῦ εἰπῆ τό παράπονόν του, νά τοῦ εἰπῶ καί ἐγώ ἐκεῖνο ὁποῦ μέ φωτίση ὁ Θεός. Ἐγώ μήν ἠμπορώντας τόν διώχνω, μά πῶς τόν διώχνω; Τόν διώχνω καί καίεται ἡ καρδία μου καθώς ὁ πατέρας μέ τό παιδί του. Τί νά σᾶς κάμω; Μά πάλιν, νά μήν ὑστερηθῆτε παντελῶς, σᾶς λέγω ἐγώ παραμικρόν. Ὅταν θέλετε νά ἰατρεύσετε τήν ψυχή σας, τέσσαρα πράγματα σᾶς χρειάζονται. Κάνομέ τε ἕνα παζάρι; Ἀπό τόν καιρόν ὁποῦ ἐγεννηθήκετε ἕως τώρα ὅσα ἁμαρτήματα ἐκάμετε νά τά πάρω ὅλα εἰς τόν λαιμόν μου καί ἡ εὐγενεία σας νά μοῦ πάρετε τέσσαρες τρίχες. Βαρύ νά ἀσηκώσετε τέσσαρες τρίχες ἀπό αὐτά τά γένεια καί νά σᾶς πάρω ἐγώ ὅλα σας τά ἁμαρτήματα; Καί τί νά τά κάμω; Ὡστόσον ἔχω μίαν καταβόθρα καί τά ρίχνω ὅλα μέσα ὡσάν χωνευτήρι. Ποία εἶναι ἡ καταβόθρα; Εἶναι ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Χριστοῦ μας.
Πρώτη τρίχα εἶναι ὅταν θέλετε νά ἐξομολογᾶσθε τό πρῶτον θεμέλιον εἶναι αὐτό ὁποῦ εἴπαμε, νά συγχωρᾶτε τόν ἐχθρόν σας. Τό κάμνετε;
‒ Τό κάμνομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ.
Ἐπήρετε τήν πρώτην τρίχα. Δευτέρα τρίχα εἶναι νά εὑρίσκετε πνευματικόν καλόν, γραμματισμένον, σοφόν, ἐνάρετον, εὐλαβῆ νά ἐξομολογᾶσθε. Καί νά ἐξομολογᾶσαι καί νά εἰπῆς ὅλα σου τά ἁμαρτήματα. Νά ἔχης ἑκατό ἁμαρτίες καί εἰπῆς τίς ἐνενῆντα ἐννέα εἰς τόν πνευματικόν καί μίαν νά μή φανερώσης, ὅλες ἀσυγχώρητες μένουν. Καί ὅταν κάνης τήν ἁμαρτίαν, τότε πρέπει νά ἐντρέπεσαι, ἀλλά ὅταν ἐξομολογᾶσαι, νά μήν ἔχης καμμίαν ἐντροπήν.
Μία γυναῖκα ἐπῆγε νά ἐξομολογηθῆ εἰς ἕνα ἀσκητήν. Ὁ ἀσκητής εἶχεν ἕνα ὑποτακτικόν ἐνάρετον. Λέγει τοῦ ὑποτακτικοῦ του ὁ ἀσκητής: πήγαινε παρέκει νά ἐξομολογήσω τήν γυναῖκα. Ὁ ὑποτακτικός ἐμάκρυνεν ἕως ὁποῦ ἔβλεπε, μά δέν ἤκουε τίποτε. Ἐξομολόγησε τήν γυναῖκα, ἔφυγε. Ὕστερα ἔρχεται ὁ ὑποτακτικός καί λέγει: «Γέροντά μου, εἶδα ἕνα παράδοξον θαῦμα: ἐκεῖ πού ἐξομολογοῦσες τήν γυναῖκα ἔβλεπα ὁποῦ ἔβγαιναν μέσα ἀπό τό στόμα της ὀφίδια μικρά. Βλέπω καί κρεμιέται ἕνα μεγάλο. Ἔκανε νά ἔβγη καί πάλιν ἐτραβήχθη εἰς τά ὀπίσω.» Λέγει ὁ ἀσκητής: «Πήγαινε νά τήν κράξης νά ἔλθη ὀπίσω ὀγλήγορα.» Πηγαίνοντας ὁ ὑποτακτικός τήν εὗρεν ἀποθαμένην. Γυρίζει ὀπίσω καί τό λέγει τοῦ γέροντός του. Αὐτός μήν ἠμπορώντας νά καταλάβη τό θαῦμα ἐπαρακάλεσε τόν Θεόν νά τοῦ φανερώση ἡ γυναῖκα ἐσώθη ἤ ἐκολάσθη; Καί φαίνεται ἐμπρός του μία ἀρκούδα μαύρη καί λέγει τοῦ ἀσκητή: «Ἐγώ εἶμαι ἐκείνη ἡ ταλαίπωρος γυναῖκα, ὁποῦ ἐξομολογήθηκα καί δέν σοῦ ἐφανέρωσα ἕνα θανάσιμον ἁμάρτημα ὁποῦ εἶχα κάμει καί διά τοῦτο ὅλα μου τά ἁμαρτήματα ἔμειναν ἀσυγχώρητα καί μέ ἐπρόσταξεν ὁ Κύριος νά πηγαίνω εἰς τήν Κόλασιν νά καίωμαι πάντοτε.» Καί ἐνταυτῷ ἔγινε μία βρῶμα ὡσάν καπνός καί ἐχάθη ἀπ᾽ ἔμπροσθέν του.
Διά τοῦτο, χριστιανοί μου, ὅταν ἐξομολογᾶσθε, νά λέγετε ὅλα σας τά ἁμαρτήματα παστρικά καί καλά. Καί πρῶτον νά εἰπῆς τοῦ πνευματικοῦ σου: «Πνευματικέ μου, ἐγώ θέ νά κολαστῶ, διατί δέν ἀγαπῶ τόν Θεόν καί τούς ἀδελφούς μου μέ ὅλην μου τήν καρδίαν καί μέ ὅλην μου τήν ψυχήν ὡσάν τόν ἑαυτόν μου.» Καί νά εἰπῆς ἐκεῖνο πού σέ τύπτει τό συνειδός σου ἤ ἐφόνευσες ἤ ἐπόρνευσες ἤ ἐμοίχευσες ἤ ὅρκον ἔκαμες ἤ εἶπες ψεύματα ἤ τόν πατέρα σου ἤ τήν μητέρα σου δέν ἐτίμησες ἤ ἀδελφός τόν ἀδελφόν ἤ γείτονας τόν γείτονα ἤ γυναῖκα τόν ἄνδρα ἤ ἄλλο κακόν ὁποῦ νά ἔκαμες. Βαρύ εἶναι νά τό κάμης αὐτό;
‒ Ὄχι, ἅγιε διδάσκαλε.
Ἰδού ἐπῆρες τήν δευτέραν τρίχα. Ἡ τρίχα ἡ τρίτη εἶναι φυσικά ὡσάν ἐξομολογηθῆς θέ νά σέ ἐρωτήση ὁ πνευματικός νά σοῦ εἰπῆ: «Διατί, παιδί μου, νά κάμης αὐτά τά ἁμαρτήματα;» Ἐσύ νά προσέχης νά μήν κατηγορήσης ἄλλον, ἀλλά τοῦ λόγου σου καί νά εἰπῆς: «Αὐτά τά ἔκαμα ἀπό τό κακόν μου κεφάλι, ἀπό τήν κακήν μου προαίρεσιν.» Βαρύ εἶναι νά κατηγορήσης τοῦ λόγου σου;
‒ Ὄχι.
Λοιπόν ἐπῆρες καί τήν τρίτην τρίχα. Ἔχομεν τήν τετάρτην. Ὅταν σέ δώση ἄδειαν ὁ πνευματικός σου καί ἀναχωρήσης, νά ἀποφασίσης μέ στερεάν γνώμην, μέ στερεάν ἀπόφασιν καλύτερα νά χύσης τό αἷμα σου, μά εἰς ἄλλην φοράν ἁμαρτίαν νά μή κάμης. Τό κάμνεις καί αὐτό;
‒ Μάλιστα.
Ἐπῆρες καί τήν τετάρτην τρίχα. Αὐτά τά τέσσαρα εἶναι τά ἰατρικά σου καθώς εἴπαμε καί ὄχι ἄλλα. Τό πρῶτον εἶναι νά συγχωρᾶτε τούς ἐχθρούς σας. Τό δεύτερο νά ἐξομολογᾶσθε παστρικά καί καλά. Τό τρίτο νά κατηγορᾶτε τοῦ λόγου σας. Τό τέταρτο νά ἀποφασίζετε νά μή κάμετε ἁμαρτίαν. Καί ἄν ἠμπορεῖτε νά ἐξομολογᾶσθε κάθε ἡμέραν, καλόν καί ἅγιον εἶναι. Εἰδέ καί δέν ἠμπορεῖτε καθ᾽ ἡμέραν, ἄς εἶναι μία φορά τήν ἑβδομάδα καί μία φορά τόν μῆνα ἤ τό ὀλιγώτερον τέσσαρες φορές τόν χρόνον. Καί νά συνηθίζετε τά παιδιά σας ἀπό μικρά, διά νά συνηθίζουν εἰς τόν καλόν δρόμον, νά ἐξομολογοῦνται.
Ἰδού ὁπού σᾶς ἐξομολόγησα ὅλους παρρησίᾳ, διά νά μήν ὑστερηθῆτε. Αὐτά ὁπού σᾶς εἶπα εἶναι τά ἰατρικά σας εἰδέ ἐκεῖνο ὁπού δίνουν οἱ πνευματικοί, σαρανταλείτουργα, μετάνοιες, νηστεῖες καί ἄλλα, δέν εἶναι ἰατρικά, ἀλλά διά νά μήν τύχη καί ξεπέσετε ἄλλην φοράν εἰς τήν ἁμαρτίαν σᾶς τά δίδουν καί ὅποιος τά βάλη μέσα εἰς τήν καρδίαν του αὐτά τά τέσσαρα, νά ἀποθάνη ἐκείνη τήν ὥραν, σώνεται. Εἰδέ χωρίς αὐτά τά τέσσαρα χίλιες χιλιάδες καλά νά κάμη ὁ ἄνθρωπος, ἄν ἀποθάνη, εἰς τήν Κόλασιν πηγαίνει.
Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς
Πηγή: imaik.gr
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, διδασκαλίᾳ,
κατεκόσμησας, τὴν Ἐκκλησία,
ζηλωτὴς τῶν Ἀποστόλων γενόμενος·
καὶ κατασπείρας τὰ θεῖα διδάγματα,
μαρτυρικῶς τὸν ἀγῶνα ἐτέλεσας.
Κοσμᾶ ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε,
δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς φωστὴρ νεόφωτος τὴν Ἐκκλησίαν,
καταυγάζεις ἅπασαν, Εὐαγγελίου διδαχαῖς,
Κοσμᾶ Χριστοῦ Ἰσαπόστολε·
διὸ ἀξίως γεραίρει τὴν μνήμην σου.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἀποστόλων ὁ μιμητής,
Κοσμᾶ Θεοφόρε, εὐσεβείας ὑφηγητά,
τοῦ Εὐαγγελίου ὁ θεηγόρος κῆρυξ,
καὶ τῶν πιστῶν ἁπάντων, θεῖον ἀγλάϊσμα.
Πηγή: synaxarion.gr
1. «Αὐτό μιά μέρα θά γίνη Ρωμαίικο καί καλότυχος ὅποιος ζήση σέ κεῖνο τό βασίλειο.»
(Συνήθιζε νά λέγη εἰς διάφορα μέρη τῆς ὑποδούλου Ἑλλάδος, τά ὁποῖα μετά ταῦτα ἀπηλευθερώθησαν)
2. «Ὦ εὐλογημένο βουνό, πόσες ψυχές γυναικόπαιδα θά σώσης ὅταν ἔλθουν τά χαλεπά χρόνια !»
(Εἶπε τήν προφητείαν αὐτήν ἐν Σιατίστῃ καί ἀλλαχοῦ ἀντικρύζων τά βουνά,
τά ὁποῖα κατά τούς χρόνους τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως ἔγιναν κρησφύγετα
τῶν γυναικοπαίδων).
3. «Καλότυχοι σεῖς, οἱ ὁποῖοι εὑρέθητε ἐδῶ πάνω εἰς τά ψηλά βουνά, διότι
αὐτά θά σᾶς φυλάξουν ἀπό πολλά δεινά. Θά ἀκοῦτε καί δέν θά βλέπετε τόν
κίνδυνο. Τρεῖς ὧρες ἤ τρεῖς μέρες θά ὑποφέρετε.»
(Ἐλέχθη εἰς τήν περιφέρειαν Σιατίστης)
4. «Τό ποθούμενο θά γίνη στήν τρίτη γενεά. Θά τό ἰδοῦν τά ἐγγόνια σας.»
(Ἐλέχθη ἐν Χειμάρρᾳ – Ἡ σπουδαιοτάτη αὕτη προφητεία τοῦ Ἁγίου, ἡ ὁποία
ἔτρεφε τήν γλυκυτέραν ἐλπίδα τοῦ ὑποδούλου Γένους, ἔλαβε καταπληκτικήν
ἐπαλήθευσιν. Διότι οἱ χρόνοι τῆς ἀπελευθερώσεως τοῦ Ἔθνους εἶναι
πράγματι ἡ τρίτη γενεά ἀπό τῶν χρόνων ποὺ προεφήτευσεν αὐτήν ὁ Ἅγιος,
καθόσον, ὡς γνωστόν, ἑκάστη γενεά ὑπολογίζεται εἰς 25 ἔτη)
5. «Θἄρθη καιρός νά σᾶς πάρουν οἱ ἐχθροί σας καί τή στάχτη ἀπό τή φωτιά,
ἀλλά σεῖς νά μήν ἀλλάξετε τήν πίστι σας, ὅπως θά κάμνουν οἱ ἄλλοι.»
(Ἐλέχθη ἐν Σιατίστῃ)
6. Σᾶς λυπᾶμαι γιά τήν περηφάνεια, ὁποὺ ἔχετε. Τό ποδάρι μου ἐδῶ δέν θά
ξαναπατήση. Καί ἐάν δέν ἀφήσετε αὐτά τά πράγματα ποὺ κάνετε, τήν
αὐθαιρεσία καί ληστεία, θά καταστραφῆτε. Σέ κεῖνο τό κλαρί, ποὺ κρεμᾶτε
τά σπαθιά σας, θἄρθη μιά μέρα ποὺ θά κρεμάσουν οἱ γύφτοι τά ὄργανά
τους.»
(Ἐλέχθη εἰς τό χωρίον Ἅγιος Δονάτος Σουλίου)
7. «Θἄρθουν οἱ κόκκινοι σκοῦφοι κι ὕστερα οἱ Ἀγγλοι ἐπί 54 χρόνια, καί κατόπιν θά γίνη Ρωμαίικο.»
(Ἐλέχθη ἐν Κεφαλληνίᾳ περί τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς Ἑπτανήσου – “Κόκκινοι
σκοῦφοι” ὀνομάζονται οἱ Γάλλοι στρατιῶται ὡς ἐκ τοῦ χρώματος τῶν
καλυμμάτων τῆς κεφαλῆς κατά τούς ναπολεοντείους χρόνους. Ἡ προφητεία
αὕτη εὗρε καταπληκτικήν ἐκπλήρωσιν. Διότι μετά τούς Ἑνετούς εἰς τήν
Ἑπτάνησον ἐγκατεστάθησαν οἱ Γάλλοι, καί μετά τήν ἀναχώρησιν τούτων ἦλθον
οἱ ‘Ἀγγλοι, τῶν ὁποίων ἡ παραμονή διήρκεσε 54 ἔτη, δηλαδή ὅσα καί
προεφήτευσεν ὁ Ἅγιος. Τῷ 1810 κατέλαβον οὐσιαστικῶς οἱ Ἄγγλοι τήν
Ἑπτάνησον (ἐκτός τῆς Κερκύρας, ἡ ὁποία παρεδόθη τῷ 1815 εἰς τόν
Κάμπελλ), καί τῷ 1864 παρέδωκαν αὐτήν εἰς τήν Ἑλλάδα.)
8. «Τά ὅρια τοῦ Ρωμαίικου θἄνε ἡ Βωβοῦσα (ὁ ποταμός Ἀῶος)».
(Ἐλέχθη ἐν Παλαιᾷ Ἄρτῃ)
9. «Ἐκεῖθε θἄρθη τό Ρωμαίικο».
(Τήν προφητείαν ταύτην εἶπεν ὁ Ἅγιος ἐν Πρεβέζῃ δεικνύων τό μέρος τῆς
Στερεᾶς, ἀπό τό ὁποῖον θά προήρχετο ὁ στρατός τῆς ἐλευθερίας. Ἤ
προφητεία ἐπραγματοποιήθη τῷ 1912).
10. «Τά βάσανα εἶναι ἀκόμη πολλά. Θυμηθῆτε τά λόγιά μου• προσεύχεσθε,
ἐνεργεῖτε καί ὑπομένετε στερεά. Ἕως ὅτου νά κλείση αὐτή ἡ πληγή τοῦ
πλατάνου, τό χωριό σας θἄνε σκλαβωμένο καί δυστυχισμένο».
(Ἐλέχθη εἰς Τσαραπλανᾶ, τό σημερινόν Βασιλικόν τῆς Ἠπείρου. Ἡ πληγή τοῦ
πλατάνου ἔκλεισε τῷ 1912, ἔτος ἀπελευθερώσεως τῆς Ἠπείρου)
11. «Πότε θαρθῆ τό ποθούμενον;» ἠρώτησαν τόν Ἅγιον εἰς Τσαραπλανᾶ τῆς
Ἠπείρου. «Ὅταν σμίξουν αὐτά», ἀπήντησεν ὁ Ἅγιος δεικνύων δύο δενδρύλλια.
(Τά δενδρύλλια ἐμεγάλωσαν, ἐπάχυναν καί ἔσμιξαν τῷ 1912)
12. «Τό ποθούμενον θά ἔρθη ὅταν θαρθοῦν δύο πασχαλιές μαζί».
(Πράγματι τῷ 1912 αἱ ἑορταί Εὐαγγελισμοῦ καί Πάσχα συνέπεσαν)
13. «Ἄμα κλείση τό δένδρον καί κλεισθῆ μέσα τό παλούκι, τότε θά ἔλθη τό
ποθούμενον. Θά γίνη κάποιο σημάδι καί νά μή φοβηθῆτε. Νά πηγαίνετε
βασίλεμα ἡλίου σ’ ἐκεῖνα τά βουνά (τῆς Ὁμάλιας καί τῆς Μερόπης), ὅπου θά
γλυτώσουν πολλές ψυχές. Μαζί σας μή πάρετε τίποτε, μόνον τίς ψυχές σας
νά γλυτώσετε. Καί δέν θά βαστάξη τό κακό περισσότερο ἀπό 24 ὧρες».
14. «Τά χωριά τοῦ κάμπου θά πάθουν χαλάστρα, ἐνῶ στίς ποδιές τοῦ Κισσάβου θά κοιμηθοῦν σκλάβοι καί θά ξυπνήσουν ἐλεύθεροι».
(Ἐλέχθη ἐν Λαρίσῃ)
15. «Ἄν τό κυπαρίσσι αὐτό ξεραθῆ ἀπό τήν κορυφή, ἡ Ἑλλάς θά ἐλευθερωθῆ• ἄν ξεραθῆ ἀπό κάτω, δέν θά ἐλευθερωθῆ.
(Ἐλέχθη ἐν Ζελενίτσα (Πρασιά) τῆς Εὐρυτανίας)
16. «Μέ δυσκολία θἄρθη»
(Ἐννοεῖται τό ποθούμενον)
17. «Ὅταν θά ἰδῆτε τό χιλιάρμενο στήν Ἄσπρη Θάλασσα, τότε θἄρθη».
18. «Ὅταν θά ἰδῆτε τό χιλιάρμενο στά ἑλληνικά νερά, τότε θἄρθη».
19. «Ὅταν θά ἰδῆτε τό χιλιάρμενο στά ἑλληνικά ὕδατα, τότε θά λυθῆ τό ζήτημα τῆς Πόλης»
20. «Θἄρθη ξαφνικά. Νά ἔχετε ἕνα σακκούλι σιτάρι κρεμασμένο στή θύρα.
Αὐτό θά σᾶς ἐμποδίση φεύγοντας. Μή τό ἀφήσετε. Νά τό πάρετε μαζί σας,
γιά νά φᾶνε τά παιδιά σας».
21. Στήν Αὐλώνα θά γίνη χαλασμός. Θά ἔλθουν στρατεύματα νά ἐλευθερώσουν τόν τόπο.
22. Στό Μπουκορμέ θά χυθῆ πολύ αἷμα.
23. Ὅταν ἀκούετε ὅτι ὁ πόλεμος ἄρχισε, τότε κοντά εἶναι.
24. Ὅσα χωριά εἶναι κοντά σέ δρόμο πολλά θά τραβήξουν.
25. Ἡ Δρόπολις θά πάθη, διότι ὁ τόπος εἶναι γυμνός.
26. Ἡ Δρόπολις θά εἶναι γεμάτη στρατεύματα.
27. Θά χαθῆ ἡ σοδιά τῆς χρονιᾶς ἀπό τήν εὔφορη Δρόπολι καί – μάνα μου ! – αἷμα πολύ ποὺ ἔχει νά χυθῆ.
28. Λάκκοι καί βράχοι στή Δρόπολι θά εἶναι γεμάτοι φεύγοντας.
(Εἰς τό ἀλβανικόν χειρόγραφον, ἡ προφητεία αὕτη ἔχει ὡς ἑξῆς: «Τά βουνά,
οἱ χαράδρες καί οἱ κάμποι τῆς Δρόπολης θά γεμίσουν προσφυγιά»).
29. Εἰς τά χωριά Πέπελη σεῖς ἄδικα θά φοβᾶσθε• τίποτε δέν θά πάθετε. Μόνον τά παιδιά σας ποὺ θά εἶναι στούς δρόμους τά κλαῖτε.
30. Οἱ ἀντίχριστοι θά φύγουν, ἀλλά θἄρθουν πάλι• ἔπειτα θά τούς κυνηγήσετε ἕως τήν Κόκκινη Μηλιά.
31. Θαρθῆ ὅταν ἔρθουν δυό καλοκαίρια καί δυό πασχαλιές μαζί.
32. Ξένος στρατός θά ἔλθη, Χριστό θά πιστεύη, γλώσσα δέν θά ξέρη …
33. Θαρθῆ καί μιά φορά ἀσκέρι ξένο ποὺ τό Χριστό θά πιστεύη. Ἀλλά σεῖς δέν θά τό ξέρετε.
34. Μέ ἄλλους θά κοιμηθῆτε καί μέ ἄλλους θά ξημερώσετε.
35. Θά ἰδῆτε τρεῖς φαμίλιες σ΄ ἕνα σπίτι.
36. Ἐσεῖς θά πάτε νά κατοικήσετε ἀλλοῦ καί ἄλλοι θἄρθουν νά κατοικήσουν σέ σᾶς.
37. Θά δῆτε 40 ἄλογα νά τά δένουν σέ ἕνα παλούκι.
38. Πολλοί θά χάνωνται ἀπό τήν πείνα.
39. Οἱ πλούσιοι θά γίνουν πτωχοί καί οἱ πτωχοί θά πεθάνουν.
40. Μιά χούφτα μάλαμα μιά χούφτα ἀλεύρι.
41. Θά ἔρθη καιρός ποὺ οἱ Ρωμιοί θά τρώγωνται ἀναμεταξύ τους. Ἐγώ συστήνω ὁμόνοιαν καί ἀγάπην.
42. Θά ἰδῆτε καί τακτικό στρατό, θά ἰδῆτε καί ρέμπελο (ἀντάρτικο)• ἀπό αὐτούς πολλά θά ὑποφέρετε.
43. Θά σᾶς ζητήσουν τά ντουφέκια• νά ἔχετε διπλᾶ• νά δώσετε τό ἕνα καί νά κρατήσετε τό ἄλλο. Ἕνα ντουφέκι 100 ψυχές θά γλυτώση.
44. Θά ἔρθη καιρός ποὺ θά διευθύνουν τόν κόσμο τά ἄλαλα καί τά μπάλαλα.
(“Τά ἄλαλα καί τά μπάλαλα” – Ἐννοεῖ τά ἄψυχα μηχανήματα τῶν διαφόρων
ἐφευρέσεων. Αὐτά ἀντικατέστησαν καί ὁλονέν ἀντικαθιστοῦν τάς ἐργατικὰς
χεῖρας καί κυριαρχοῦν εἰς τήν ζωήν τῶν ἀνθρώπων, ὡς νεώτερα εἴδωλα
προσκυνούμενα ὑπό τοῦ ὑλόφρονος κόσμου.)
45. Ἡ αἰτία τοῦ γενικοῦ πολέμου θά εἶναι ἀπό τή Δαλματία.
46. Ἡ αἰτία τοῦ γενικοῦ πολέμου θἄρθη ἀπό τή Δαλματία. Πρῶτα θά διαμελισθῆ ἡ Αὐστρία καί ὕστερα ἡ Τουρκία.
47. Ὁ χαλασμός θά γίνη ἀπό ἕνα κασσιδιάρη.
(Ἡ προφητεία εἰς τό ἀλβανικόν χειρόγραφον φέρεται ὡς ἑξῆς: “Ὁ χαλασμός θἄρθη ἀπό τυφλό καί κασσιδιάρη”)
48. Θά προσπαθοῦν νά τό λύσουν μέ τήν πέννα, μά δέν θά μποροῦν. 99 φορές μέ τόν πόλεμο καί μιά μέ τήν πέννα.
49. ΄Ἄν βρεθοῦν 3 δυνάμεις σύμφωνες, τίποτε δέν θά πάθετε.
50. ΄Ἄν τό ζήτημα λυθῆ μέ τόν πόλεμο, θά πάθετε πολλές καταστροφές• σέ τρεῖς χῶρες μιά θά μείνη…
51. Θά ἔρθη καιρός ποὺ δέν θά ἀκοῦτε (=μαθαίνετε) τίποτε.
52. Ὅτι σᾶς ζητοῦν, νά δίνετε• ψυχές μόνον νά γλυτώνετε.
53. Ἄν βρίσκουν στό δρόμο ἀσήμι, δέν θά σκύβουν νά τό πάρουν. Γιά ἕνα ὅμως ἀστάχυ θά σκοτώνωνται ποιός νά τό πρωτοπάρη… .
54. Τό κακό θά σᾶς ἔρθη ἀπό τούς διαβασμένους.
55. Ἤ τρεῖς μέρες ἤ τρεῖς μῆνες ἤ τρία χρόνια θά βαστάξη.
56. Θἄρθη καιρός ποὺ δέν θά ὑπάρχη αὐτή ἡ ἁρμονία ποὺ εἶναι σήμερα μεταξύ λαοῦ καί κλήρου.
57. Οἱ κληρικοί θά γίνουν οἱ χειρότεροι καί οἱ ἀσεβέστεροι τῶν ὅλων.
58. Στήν Πόλι θά χυθῆ αἷμα ποὺ τριχρονίτικο δαμάλι θά πλέξη (=πλεύση).
59. Καλότυχος ὅποιος ζήσει μετά τό γενικό πόλεμο. Θά τρώγη μέ ἀσημένιο κουτάλι…
60. Μετά τό γενικό πόλεμο θά ζήση ὁ λύκος μέ τ΄ ἀρνί.
61. Θἄρθη πρῶτα ἕνα ψευτορωμαίικο• νά μή τό πιστέψετε• θά φύγη πίσω.
62. Θά μαζωχτῆ τό χιλιάρμενο στό Σκάλωμα (Ἅγιοι Σαράντα) καί θἄρθουν κοκκινογέλεκοι, νά πολεμήσουν γιά σᾶς.
63. Οἱ Τοῦρκοι θά φύγουν, ἀλλά θά ξανάρθουν πάλι καί θά φθάσουν ὡς τά
Ἑξαμίλια. Στό τέλος θά τούς διώξουν εἰς τήν Κόκκινη Μηλιά. Ἀπό τούς
Τούρκους τό 1/3 θά σκοτωθῆ, τό ἄλλο τρίτο θά βαπτισθῆ καί μονάχα τό 1/3
θά πάη στήν Κόκκινη Μηλιά.
(“Κόκκινη Μηλιά”. Τοποθεσία, τήν ὁποίαν ἡ φαντασία τῶν ὑποδούλων Ἑλλήνων ἔθετεν εἰς τά βάθη τῆς Μ. Ἀσίας).
64. Τόσα πολλά θά γίνουν, ποὺ οἱ μανάδες θά γεννήσουν πρόωρα ἀπό τό φόβο τους.
65. Ζῶα δέν θά μείνουν• θά τά φᾶνε. Φᾶτε καί σεῖς μαζί μ΄ αὐτούς. Στά Τζουμέρκα θά πάρετε σπόρο.
(Εἰς τό ἀλβανικόν χειρόγραφον διαβάζομεν: “΄Ἄλογα δέν θά μείνουν. Θά
πᾶτε καί σεῖς μαζί μ΄ αὐτά. Ἀπό τά Τζουμέρκα θά ξαναπιάσετε τή ράτσα
τους”)
66. Σπίτια μεγάλα μή κάμνετε. Λιάσες νά κάμνετε νά μή σᾶς ἔρχωνται μέσα.
67. Θά σᾶς ἐπιβάλουν μεγάλο καί δυσβάστακτο φόρο, ἀλλά δέν θά προφθάσουν.
68. Θά βάλουν φόρο στίς κόττες καί στά παράθυρα.
69. Θά ζητήσουν νά σᾶς πάρουν καί στρατιώτας. Δέν θά προφθάσουν ὄμως.
70. Οἱ Τοῦρκοι θά μάθουν τό μυστικό 3 μέρες γρηγορώτερα ἀπό τούς Χριστιανούς.
(Τό ἀλβανικόν χειρόγραφον ἔχει τήν προφητείαν ὡς ἑξῆς: “Οἱ Τοῦρκοι θά τό
καταλάβουν τρεῖς ἡμέρες γρηγορώτερα ἀπό τούς Χριστιανούς”)
71. Ὅταν ἀκούσετε ὅτι ὁ πόλεμος πιάστηκε ἀπό κάτω, τότε κοντά θά εἶναι.
72. Ἄν ὁ πόλεμος πιαστῆ ἀπό κάτω, λίγα θά πάθετε• ἄν πιαστῆ ἀπό πάνω, θά καταστραφῆτε.
73. Οἱ βράχοι καί οἱ λάκκοι θά εἶναι γεμάτοι κόσμο.
74. Θἄρθη ξαφνικά• ἤ τό βόιδι στό χωράφι ἤ τό ἄλογο στ΄ ἁλώνι.
75. Λυπηρόν εἶναι νά σᾶς τό εἰπῶ• σήμερον, αὔριον καρτεροῦμεν δίψες,
πεῖνες μεγάλες ποὺ νά δίδωμεν χιλιάδες φλουριά καί νά μήν εὑρίσκωμεν
ὀλίγον ψωμί.
76. Μετά τόν πόλεμο οἱ ἄνθρωποι θά τρέχουν μισή ὥρα δρόμο, γιά νά βρίσκουν ἄνθρωπο καί νά τόν κάμουν ἀδελφό.
77. Ἀμπέλια μή φυτεύετε, διότι θά χαλάσουν καθώς ἐκεῖνα στή Δρυϊνούπολι.
78. Θά γίνη ἕνα χαρτοβασίλειο, ποὺ θά ἔχει μέγα μέλλον στήν Ἀνατολή.
79. Ὁ κόσμος τόσον θά πτωχεύση, ποὺ θά ζώνεται μέ κληματσίδες.
80. Ἡ αἰτία θά ἔλθη ἀπό τά Δελειατά.
81. Ἡ Γαλλία θά ἐλευθερώση πολλά ἑλληνικά μέρη καί ἰδίως οἱ Ἰταλοί.
82. Ἡ Γαλλία θά λευτερώση τήν Ἑλλάδα, τήν Ἤπειρο ἡ Ἰταλία.
83. Από τρία μπουγάζια στενά, Κρᾶ, Κράψη καί Μουζίνα, θά περνοῦν πολλά
στρατεύματα γιά τήν Πόλι. Καλόν εἶναι τά γυναικόπαιδα νά βγοῦν στά
βουνά. Θά σᾶς ρωτοῦν ἄν εἶναι μακρυά ἡ Πόλι• ἐσεῖς νά μή λέτε τήν
ἀλήθεια, διότι θά σᾶς κακοποιήσουν. Ὁ στρατός αὐτός δέν θά φθάση στήν
Πόλι, στή μέση τοῦ δρόμου θά μάθη ὅτι ὁ πόλεμος ἐτελείωσε.
84. Θά ἔρθη καιρός, ποὺ θά φέρη γύρες ὁ διάβολος μέ τό κολοκύθι του.
85. Θά βλέπετε νά πηγαίνουν ἄλλοι ἐπάνω καί ἄλλοι κάτω.
86. Ἡ λευτεριά θαρθῆ ἀπό κάτω ἀπό ὅπου χύνονται τά νερά.
87. Ἀπό πάνω καί ἀπό τή σκάλα χαλασμό μή περιμένετε.
88. Ἕνα ψωμί θά χαθῆ τό μισό, καί ἕνα ὁλοκληρο.
89. Θά ἔρθη καιρός ποὺ μιά γυναίκα θά διώχνη δέκα Τούρκους μέ τή ρόκα.
90. Τόν Πάπαν νά καταράσθε, διότι αὐτός θά εἶναι ἡ αἰτία.
91. Ὁ χαλασμός στόν τόπο θά γίνη ἀπό ἕνα ὄνομα ἀξιωματούχου … (δυσανάγνωστον) .
92. Πολλά χωριά θά καταστραφοῦν, οἱ τρεῖς χῶρες θά γίνουν μία.
93. Νά ἔχετε τρεῖς θῦρες• ἄν σᾶς πιάσουν τή μιά, νά φύγετε ἀπό τήν ἄλλη.
94. Πίσω ἀπό τή μιά θύρα νά κρυφθῆ κανείς, γλυτώνει• θά εἶναι βιαστικό.
95. Νά παρακαλῆτε νά εἶναι μέρα καί ὄχι νύκτα, καλοκαίρι καί ὄχι χειμώνας.
96. Οἱ ἄνθρωποι θά μείνουν πτωχοί, γιατί δέν θἄχουν ἀγάπη στά δένδρα.
97. Οἱ ἄνθρωποι θά μείνουν πτωχοί, γιατί θά γίνουν τεμπέληδες.
98. Ἀπό ψηλά, μέσα ἀπό τό λιμάνι θἄρθη ὁ χαλασμός.
99. Θά σᾶς ρίξουν παρά πολύ• θά σᾶς ζητήσουν νά τόν πάρουν πίσω, ἀλλά δέν θά μπορέσουν.
100. Ἐσεῖς θά σώσετε ἄλλους καί οἱ ἄλλοι ἐσᾶς.
101. Ἐσεῖς θά φύγετε ἀπ΄ τ΄ ἀριστερά βουνά• ἀπό τή δεξιά μεριά ὄχι• ἀπό τίς σπηλιές μή φοβᾶστε.
102. Θαρθῆ ξαφνικά• τ΄ ἄλογα θ΄ ἀπομείνουν ζεμένα στίς δουλειές τους καί σεῖς θά φύγετε.
103. Θἄνε ὄγδοος αἰώνας ποὺ θά γίνουν αὐτά.
(Δηλαδή κατά τήν διάρκεια τῆς ὄγδοης χιλιετίας ἀπό τόν Ἀδάμ)
104. Νά κρυφθῆτε ἤ κοντά στήν πόρτα ἤ κοντά στήν πλάκα, ἄν εἶναι βιαστικό καί γρήγορο.
105. Πολλά θά συμβοῦν. Οἱ πολιτεῖες θά καταντήσουν σάν μπαράγκες.
106. Θαρθῆ καιρός ποὺ θά βγῆ ὁ καταραμένος δαίμονας ἀπό τό καυκί του.
107. Θαρθῆ μιά φορά ἕνας ψευτοπροφήτης• μή τόν πιστέψετε καί μή τόν χαρῆτε. Πάλι θά φύγη καί δέν θά μεταγυρίση.
108. Θαρθῆ καιρός ποὺ οἱ χριστιανοί θά ξεσηκωθοῦν ὁ ἕνας κατά τοῦ ἄλλου.
109. Νάχετε τό σταυρό στό μέτωπο, γιά νά σᾶς γνωρίσουν ὅτι εἶσθε χριστιανοί.
110. Δέν θά φθάση ὁ στρατός στήν Πόλι• στή μέση τοῦ δρόμου θἄρθη τό μαντάτο, ὅτι ἔφθασε τό ποθούμενο.
111. Πήγαινε καί στό δρόμο θ΄ ἀνταμειφθῆς.
(Ἐλέχθη ἐν Δερβιστάνῃ περί τινος, ὅστις εἰρωνεύθη τόν Ἅγιον. Οὗτος μέτ΄ ὀλίγν ἐτραυματίσθη καθ΄ ὁδόν ὑπό τινος ἐχθροῦ του)
112. Εἰπέ εἰς τά εἴδωλα ἐκεῖνα νά μήν ἔρθουν ἐδῶ, ἀλλά νά γυρίσουν εἰς τά ὀπίσω.
(Καθώς ὁ Ἅγιος ἐδίδασκεν εἰς Ἄσσον τῆς Κεφαλληνίας, διέκοψε μίαν στιγμήν
τό κηρυγμά του καί ἀπέστειλεν ἕνα ἀκροατήν του εἰς τήν οἰκίαν τοῦ
ἄρχοντος τοῦ τόπου εἰπὼν τούς λόγους τούτους. Οὗτος ἀπελθὼν εὗρε 4
κυρίας τῆς ἀριστοκρατίας ἀσέμνως ἐνδεδυμένας, αἱ ὁποῖαι ἦσαν ἕτοιμοι νά
ἔλθουν καί παρακολουθήσουν τό κήρυγμα τοῦ Ἁγίου)
113. Φτιάνετε σπίτια τορνευτά καί δέν πρόκειται νά κατοικήσετε σ΄ αὐτά.
(Εἶπε τούς λόγους τούτους ὁ Ἅγιος εἰς Ἄσσον τῆς Κεφαλληνίας, ὅταν μίαν
ἡμέραν διήρχετο πρό μιᾶς νεοκτίστου οἰκίας. Μετ΄ ὀλίγον ὅλοι οἱ
ἰδιοκτῆται ἀπέθανον πλήν μιᾶς μοναχῆς).
114. Τό παιδί αὐτό θά προκόψη, θά κυβερνήση τήν Ἑλλάδα καί θά δοξασθῆ.
(Ἐλέχθη περί τοῦ Ἰωάννου Κωλέττη).
115. Θά γίνης μεγάλος ἄνθρωπος, θά κυριεύσης ὅλη τήν Ἀρβανιτιά, θά
ὑποτάξης τήν Πρέβεζα, τήν Γάργα, τό Σούλι, τό Δέλβινο, τό Γαρδίκι καί
αὐτό τό τάχτι τοῦ Κούρτ πασᾶ. Θά ἀφήσης μεγάλο ὄνομα στήν οἰκουμένη. Καί
στήν Πόλι θά πᾶς, μά μέ κόκκινα γένεια. Αὐτή εἶναι ἡ θέλησι τῆς θείας
προνοίας. Ἐνθυμοῦ ὅμως εἰς ὅλην τήν διάρκειαν τῆς ἐξουσίας σου νά ἀγαπᾶς
καί νά ὑπερασπίζεσαι τούς χριστιανούς, ἄν θέλης νά μείνη ἡ ἐξουσία εἰς
τούς διαδόχους σου.
(Ἐλέχθη ἐν Τεπελενίῳ περί τοῦ Ἀλῆ πασᾶ)
116. Θά βγοῦν πράγματα ἀπό τά σχολεῖα ποὺ ὁ νοῦς σας δέν φαντάζεται.
117. Θά δῆτε στόν κάμπο ἁμάξι χωρίς ἄλογα νά τρέχη γρηγορώτερα ἀπό τόν λαγό.
118. Θἄρθη καιρός ποὺ θά ζωσθῆ ὁ τόπος μέ μιά κλωστή.
(Ἐλέχθη ἐν Ἄσσῳ τῆς Κεφαλληνίας).
119. Θαρθῆ καιρός ποὺ οἱ ἄνθρωποι θά ὁμιλοῦν ἀπό ἕνα μακρυνό μέρος σέ
ἄλλο, σάν νἄνε σέ πλαγινά δωμάτια, π.χ. ἀπό τήν Πόλι στή Ρωσία.
120. Θά δῆτε νά πετᾶνε ἄνθρωποι στόν οὐρανό σάν μαυροπούλια καί νά
ρίχνουν φωτιά στόν κόσμο. Ὅσοι θά ζοῦν τότε θά τρέξουν στά μνήματα καί
θά φωνάξουν: Ἐβγᾶτε σεῖς οἱ πεθαμένοι νά μποῦμε μεῖς οἱ ζωντανοί.
(Αἱ πέντε κατά σειράν προφητεῖαι (116η – 120η) τοῦ Ἁγίου ἀναφέρονται
προφανῶς εἰς τάς μεγάλας ἐφευρέσεις τοῦ αἰῶνος μας. Τό ἁμάξι χωρίς ἄλογα
εἶναι οἱ σιδηρόδρομοι καί τ΄ αὐτοκίνητα. Ἡ κλωστή ποὺ θά ζώση ὅλον τόν
κόσμον εἶναι τά καλώδια τῶν τηλεγραφείων. Μέ τάς συσκευὰς τῆς
τηλεπικοινωνίας ἡ φωνή ἀκούεται ἐξ ἀποστάσεως χιλιάδων χιλιομέτρων ὡς νά
προήρχετο ἐκ γειτονικῆς οἰκίας. Τά μαυροπούλια, ποὺ θά ρίψουν τό πῦρ
εἰς τήν γῆν, εἶναι τά ἀεροπλάνα τῆς πολεμικῆς ἀεροπορίας. Αὐταὶ αἱ
προφητεῖαι τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ εἶναι γεγραμμέναι εἰς τά βιβλία χρόνους
πολλούς, αἰώνα περίπου πρίν γίνουν αἱ σχετικαί ἐφευρέσεις)
121. Τὸ κακόν θά ἔλθη μέχρι τόν Σταυρόν καί δέν θά μπορέση νά πάη κάτω. Μή φοβηθῆτε. Μή φύγετε ἀπό τά σπίτια σας.
(Ἐλέχθη εἰς τήν περιοχήν Πολυνερίου Γρεβενῶν. Πράγματι τῷ 1940 οἱ Ἰταλοί
ἔφθασαν μέχρι τήν τοποθεσίαν Σταυρός, ὅπου εἶχε κηρύξει ὁ Ἅγιος, καί
ἐσταμάτησαν)
122. Ὅταν θά πέση ὁ κλῶνος (ποὺ εἶναι στημένος ὁ Σταυρός), θά γίνη
μεγάλο κακόν, πού θά ἔλθη ἀπό τό μέρος ὅπου θά δείξη ὁ κλῶνος• καί ὅταν
θά πέση τό δένδρον, θά γίνη ἕνα μεγαλύτερον κακόν.
(Ἐλέχθη εἰς τό χωρίον Τσιράκι (σήμερον Ἅγιος Κοσμᾶς) Γρεβενῶν. Πράγματι
τῷ 1940 ἔπεσεν ὁ κλῶνος καί ὁ Σταυρός πρός τό μέρος τῆς Ἀλβανίας, ὅθεν
ἐπετέθησαν οἱ Ἰταλοί, καί τῷ 1947 τό δένδρον, ὅτε ἡ περιοχή κατεστράφη
ἐντελῶς ἀπό τόν συμμοριτοπόλεμον)
Πηγή: agiazoni.gr