«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ἱστορικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ἱστορικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2023

3 Ιανουαρίου 1911: Ἡ Κοίμηση τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη

 


...Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ

Ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης (4 Μαρτίου 1851 – 3 Ἰανουαρίου 1911) εἶναι ἡ «κορυφή τῶν κορυφῶν», κατά τόν Κωνσταντίνο Καβάφη, «ὁ μεγαλύτερος διηγηματογράφος πού γέννησε ἡ ἑλληνική γῆ», κατά τόν Παῦλο Νιρβάνα, «ὁ μεγαλύτερος Ἕλλην ποιητής», γιά τόν Μιλτιάδη Μαλακάση, «ἡ μεγάλη μουσική φύση», κατά τόν Σπύρο Μελᾶ, «ὁ μάγος τοῦ ὕφους», κατά τόν Μιχάλη Περάνθη, «ὁ συγγραφεύς ἔργων πνοῆς σαιξπηρικῆς» καί «αὐτός πού ὁδήγησε τήν γλώσσαν εἰς τό ἀπροχώρητον τῆς μουσικότητος», ὅπως λέει ὁ Ζαχαρίας Παπαντωνίου, «ὁ ἄπραγος καί ἀθῶος» καί ὁ ἄνθρωπος πού μέ τά ἔργα του μᾶς κάνει νά ζήσουμε μιάν «ἀληθινή μαγεία», κατά πώς γράφει ὁ Ἐλύτης, «ὁ ἄνθρωπος», γιά τόν Βάρναλη, «ὁ Κοσμοκαλόγερος» ἤ «ὁ Ἅγιος τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων», ὅπως ἔμεινε νά λέγεται.

Τόν ἀναγνωρίζουν ὡς μεγάλο ἀκόμα κι ὅσοι γιά λόγους ἰδεολογίας στέκονται ἀπέναντί του. Τόν ἀρνοῦνται ἐλάχιστοι, ἀλλά οὕτως ἤ ἄλλως ὁ ἴδιος δέν θά σκοτιζόταν καθόλου γιά ὅλα αὐτά. Οὔτε γιά τό ὅτι ἦταν ἀναγνωρισμένος ὡς κορυφή ἐν ὅσῳ ἀκόμα ζοῦσε. Ρωτᾶ ὁ Γιῶργος Ἰωάννου: «Τόν Παπαδιαμάντη ποιός καί τί τόν ἀνέβασε σ’ αὐτό τό εἰκονοστάσι;». Καί ὁ ἴδιος ἀπαντᾶ: «Φυσικά τό σύνολο τῆς προσωπικότητάς του καί τοῦ ἔργου του. Εἶναι ὁ ἐκφραστής μιᾶς ἐποχῆς πού πέρασε, ἀλλά καί μιᾶς λαϊκῆς ψυχῆς πού πάντοτε ὑπάρχει. Καί εἶναι ἕνας συγγραφέας πού διαβάζεται εὐχάριστα καί διαβάστηκε πολύ». (Γιώργου Ἰωάννου, Ἐπιζωγραφισμένης εἰκόνας ἀποκατάσταση).

Διηγεῖται ὁ διηγηματογράφος Ἰωάννης Δαμβέργης:

«Δέν ξέρω πῶς μοῦ ἦλθε ἐκεῖνο τό ἀπόγευμα νά σηκωθῶ ἀπό τό γραφεῖον μου (στήν ἐφημερίδα ‘Ἀκρόπολις’), νά κάμω ὀλίγα βήματα καί νά πλησιάσω τόν κυρ  Ἀλέξανδρον, πού μέ ἀστραπιαίαν ταχύτητα ἐγέμιζε χειρόγραφα μεταφράσεων καί τά ἐπέτα, ὑγρά ἀκόμη, τό ἕνα ἐπί τοῦ ἄλλου, ἐπάνω εἰς τό πέντε βήματα ἀπέχον τοῦ ἰδικοῦ μου γραφεῖον του.

Ὁ Παπαδιαμάντης, χωρίς νά διακόψει τό γράψιμο, ἔστρεψε ἐπάνω μου γελαστά καί φιλόστοργα τά μάτια του καί σάν νά μέ ἠρώτα, γιατί τόν διακόπτω.

– Τίποτε, τοῦ ἀπήντησα, μέ ἴσην ἀγάπην. Καί εἰς μίαν ἀνάγκην διαχύσεως ὑπακούων, ἅπλωσα τό χέρι μου καί τοῦ ἐχάιδεψα τήν κεφαλήν.

Ὁ Παπαδιαμάντης τότε ἄφησε τήν πένναν του καί μέ ὕφος ἐλαφρᾶς δυσαρεσκείας μέ ἠρώτησε:

– Γιατί τό κάνεις αὐτό;

– Ἔτσι. Μοῦ ἦλθε νά σέ ξεκουράσω λιγάκι…

Ὁ Παπαδιαμάντης, πού δέν ἦτο συνηθισμένος εἰς τοιαύτας διαχύσεις, οὐδέ θά τάς ἐπέτρεπε βεβαίως εἰς τούς ἄλλους, ἐδιάβασε εἰς τά μάτια μου τήν ἀλήθειαν τοῦ λόγου μου καί ἔλαμψαν τά ἰδικά του ἀπό καλωσύνην.

– Εὐχαριστῶ! Μοῦ εἶπεν. Καί ἐξανάπιασε τήν πένναν του…».

Ὅταν νύχτωσε, ὁ Παπαδιαμάντης πλησίασε τόν Δαμβέργη καί τόν προσκάλεσε στήν ἀγρυπνία τοῦ ἁγίου Ἐλισσαίου, ὅπου ἔψελνε καί ἔκανε τόν τυπικάρη. Ἦταν ἡ ὕψιστη τιμή πού θά μποροῦσε νά ἀνταποδώσει.

Τοῦ Παπαδιαμάντη τοῦ ἄρεσε, ὅπως γράφει, νά γυροφέρνει ξανά καί ξανά στά προσκυνητάρια τῶν παιδικῶν του ἀναμνήσεων, τά στερημένα, ἀλλά καί τόσο γλυκά. Μέ τήν ὑψηλῆς ποιότητας τέχνη του ἑλκύει ἀβίαστα κι ἐμᾶς νά κάνουμε τό ἴδιο μέ τόν ἑαυτό μας. Κι αὐτή ἡ ἀναπόληση καί ἡ ἐπιστροφή ἀφήνει μέσα μας μιά γλυκύτατη αἴσθηση, κι ἡ ψυχή μας ὀμορφαίνει καί ἐξωραΐζει ἀκόμη καί τίς πιό δυσάρεστες στιγμές· ἀρκεῖ αὐτές νά συνδέονται μέ πρόσωπά μας αὐθεντικά κι ἀγαπημένα. Ὁ κόσμος πού ἀναδύεται ἀπό τό παρελθόν τοῦ Παπαδιαμάντη ταυτίζεται τελικά μέ τόν προσωπικό μας κόσμο. Κι αὐτό μᾶς ἀρέσει πάρα πολύ. Καί τελικά γίνεται ὁ ἴδιος γιά μᾶς «προσκυνητάρι» τῶν παλαιῶν μας ἀναμνήσεων καί ἀντικείμενο τῆς βαθειᾶς μας ἀγάπης. Ἄς τόν ἀναπαύει ὁ ἅγιος Θεός. 

ΚΑΠΟΙΕΣ ΓΝΩΣΤΕΣ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ

Ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης γεννήθηκε στή Σκιάθο στίς 4 Μαρτίου τοῦ 1851. Πατέρας του ἦταν ὁ λόγιος ἱερέας Ἀδαμάντιος Ἐμμανουήλ (1810-1896) καί μητέρα του ἡ Ἀγγελική (Γκιουλιώ), κόρη τοῦ Ἀλέξανδρου  Μωραΐτη, γόνου παλαιᾶς ἀρχοντικῆς οἰκογένειας τοῦ νησιοῦ. Το ἐπώνυμό του εἶναι συνδυασμός τοῦ ὀνόματος τοῦ πατέρα του καί τῆς ἱερατικῆς του ἰδιότητος. Εἶχε μεταξύ τῶν προγόνων του εὐλαβεῖς κληρικούς,  πνευματικούς γόνους τῶν Κολλυβάδων, κάποιοι ἀπό τούς ὁποίους εἶχαν ἐγκαταβιώσει – διωγμένοι ἀπό τόν Ἄθωνα στά τέλη τοῦ 18ου αἰώνα – στό μοναστήρι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καί εἶχαν ἀφήσει βαθειά τή σφραγίδα τους στό νησί καί στήν ψυχή τοῦ Παπαδιαμάντη.

Βαφτίσθηκε στίς 9 Ἀπριλίου τοῦ 1851 στήν ἐκκλησία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν.

1856-1860. Φοιτᾶ στό Δημοτικό Σχολεῖο Σκιάθου. Ἀσχολεῖται καί μέ τή ζωγραφική. Στίς 14 Αὐγούστου 1860 παίρνει τό ἀπολυτήριο τοῦ Δημοτικοῦ Σολείου μέ τό ὄνομα Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, μέ τόν βαθμό «μέτριος».

Στίς 8 Σεπτεμβρίου 1860 ἐγγράφεται στήν Πρώτη τάξη τοῦ Σχολαρχείου Σκιάθου. Μεταξύ τῶν δασκάλων του εἶναι καί ὁ πατέρας του.

Στις 29 Ἰουνίου 1862 τελειώνει τή Δευτέρα τάξη τοῦ Σχολαρχείου. Ἡ Τρίτη τάξη ἔχει καταργηθεῖ στή Σκιάθο.

Διακόπτει τίς σπουδές του ὡς τό 1865. Μελετᾶ μόνος του, γράφει στίχους, ζωγραφίζει καί βοηθᾶ τόν πατέρα του στήν ἐκκλησία.

Στίς 9 Σεπτεμβρίου 1865 ἐγγράφεται στήν Τρίτη τάξη τοῦ Σχολαρχείου Σκοπέλου μέ τό ὄνομα Ἀλέξανδρος Ἀδαμαντίου ἱερέως. Τό ἀπολυτήριό του ἀπό τό Σχολαρχεῖο Σκοπέλου (6 Σεπτεμβρίου 1866) ἔχει τόν βαθμό «κάλλιστα».

Ἐπιστρέφει στή Σκιάθο (1866-1867). Λόγῳ οἰκονομικῶν δυσχερειῶν δέν συνεχίζει τίς σπουδές του. Θά μπορούσαμε ὅμως νά τόν φαντασθοῦμε νά ἀξιοποιεῖ μέ τόν πιό καρποφόρο τρόπο αὐτή τή χρονιά, μελετώντας στήν πλούσια βιβλιοθήκη τῆς μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Σκιάθου.

Τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1867 ἐγγράφεται στήν Πρώτη τάξη τοῦ γυμνασίου στή Χαλκίδα. Στό μέσον τῆς φοίτησης στή Δευτέρα τάξη δημιουργεῖ  σοβαρό ἐπεισόδιο μέ τόν θεολόγο τοῦ σχολείου γιά θεολογικά ζητήματα· διακόπτει τή φοίτησή του καί ἔρχεται στή Σκιάθο (1869).

Τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1869 παίρνει, μετά ἀπό ἐξετάσεις, τό ἐνδεικτικό τῆς Δευτέρας τάξης ἀπό το Γυμνάσιο Χαλκίδος.

Στίς 18 Ὀκτωβρίου τοῦ 1869 ἐγγράφεται στήν Τρίτη τάξη τοῦ Γυμνασίου Πειραιῶς.

Διακόπτει ὅμως τόν Ἰανουάριο τοῦ 1870 τή φοίτησή του καί ἐπιστρέφει στή Σκιάθο.

Τήν ἐποχή ἐκείνη (Ἰούλιος – Δεκέμβριος 1872) κάνει περιοδεία στό Ἅγιον Ὄρος «χάριν προσκυνήσεως», ὅπως γράφει.

Τον Σεπτέμβριο τοῦ 1873 πηγαίνει στήν Ἀθήνα καί φοιτᾶ στήν Τετάρτη τάξη τοῦ Βαρβακείου, ἀφοῦ πρῶτα ἔδωσε προαγωγικές ἐξετάσεις στά μαθήματα τῆς τρίτης γυμνασίου. Παραδίδει ἰδιαίτερα μαθήματα, γιά νά βελτιώσει τά οἰκονομικά του. Στό τέλος τοῦ ἰδίου σχολικοῦ ἔτους πῆρε τό ἀπολυτήριο τοῦ Γυμνασίου ἀπό τό Βαρβάκειο μέ βαθμό «καλῶς».

Τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1874 (23 ἐτῶν) ἐγγράφεται στή Φιλοσοφική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου, μέ τό ὄνομα Ἀλέξανδρος Παπᾶ Ἀδαμαντίου. Ἔχει συμφοιτητή του τόν Γεώργιο Βιζυηνό. Μελετᾶ μόνος του Ἀγγλικά καί Γαλλικά καί συνεχίζει τίς παραδόσεις ἰδιαιτέρων μαθημάτων. Δέν θά πάρει ποτέ πτυχίο. Ἔχει μεγάλες οἰκονομικές δυσκολίες καί ζητάει συνεχῶς χρήματα ἀπό τόν πατέρα του. Ἀρχίζει νά ἀσχολεῖται μέ τή δημοσιογραφία καί τίς μεταφράσεις.

Στρατεύθηκε τό 1877 καί σύντομα πῆρε ἀναβολή λόγῳ σπουδῶν. Ξαναστρατεύθηκε τό 1880 καί ἔλαβε ἀπολυτήριο ἀπό τόν στρατό τόν Ἰούλιο τοῦ 1881, ἤδη 30 ἐτῶν.

Τό 1879 (28 ἐτῶν) δημοσίευσε τό μυθιστόρημα «Μετανάστις» στήν ἐφημερίδα «Νεολόγος» τῆς Κωνσταντινουπόλεως.

Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1881 δημοσίευσε στό περιοδικό «Σωτήρ» τῶν Ἀθηνῶν τό ποίημα «Δέησις» (ἐράνισμα ἐκ τῶν Ψαλμῶν) σέ ἐλεύθερη ἀπόδοση.

Στίς 5 Νοεμβρίου τοῦ 1882 (31 ἐτῶν) ἄρχισε νά δημοσιεύει στήν ἐφημερίδα «Μή Χάνεσαι» τό ἐκτενέστατο μυθιστόρημα «Οἱ Ἔμποροι τῶν Ἐθνῶν», μέ τό ψευδώνυμο «Μποέμ». Ὁ Γαβριηλίδης τόν παρουσιάζει ὡς «ἄγνωστον ἀκόμη εἰς τόν φιλολογικόν κόσμον δύναμιν, ἥτις ἐν πολλῇ μετριοφροσύνῃ ἐπιμένει νά μή γίνουν τά ἀποκαλυπτήριά της».

Ἀπό τήν ἐποχή αὐτή – καί γιά πολλά χρόνια – ἐργάζεται παράλληλα καί ὡς τακτικός συνεργάτης καί μεταφραστής ἐφημερίδων.

Στίς 21 Ἀπριλίου τοῦ 1884 (33 ἐτῶν) ἄρχισε νά δημοσιεύει τό μυθιστόρημα «Ἡ Γυφτοπούλα» στήν ἐφημερίδα «Ἀκρόπολις» τοῦ μεγάλου δημοσιογράφου Βλάση Γαβριηλίδη, διωγμένου ἀπό τήν Πόλη.

Στίς 26 Δεκεμβρίου τοῦ 1887 (36 ἐτῶν) δημοσίευσε στήν ἐφημερίδα «Ἐφημερίς» τό πρῶτο του διήγημα, «Τό Χριστόψωμο».

Ἤδη τήν ἐποχή αὐτή ἔχει ἀνακαλύψει τίς κατανυκτικότατες ἀγρυπνίες τοῦ ἁγίου παπα-Νικόλα Πλανᾶ στό μικρό ἐκκλησάκι τοῦ προφήτη Ἐλισσαίου, στό Μοναστηράκι, στίς βόρειες ὑπώρειες τῆς Ἀκρόπολης. Εἶναι ὁ μόνιμος ψάλτης τοῦ Ἁγίου. Ἐκεῖ ἔζησε τίς πιό ὄμορφες στιγμές τῆς ζωῆς του.

Τότε ἀνακάλυψε καί τή θρυλική ταβέρνα-μπακάλικο τοῦ Καχριμάνη στοῦ Ψυρρῆ,  καταφύγιο καί θαλπωρή του. Ἐκεῖ «ἔρρεεν ἄφθονος ὁ ξανθός ρητινίτης» καί ξεκούραζε τούς τυραννισμένους ἀνθρώπους τῆς σκληρῆς βιοπάλης, τούς ἀγαπημένους φίλους τοῦ κυρ Ἀλέξανδρου· μαζί μ’ αὐτούς κι αὐτόν.

Τό 1898 μετέφρασε ἀπό τά ἀγγλικά τόν βίο τοῦ Χριστοῦ τοῦ Φρ. Φαράρ.

Τό 1902 ἦλθε στή Σκιάθο, ὅπου κι ἔμεινε δύο χρόνια. Ἐπέστρεψε στήν Ἀθήνα τόν Αὔγουστο τοῦ 1904.

Στις 13 Μαρτίου τοῦ 1908 γιορτάσθηκε στήν αἴθουσα τοῦ φιλολογικοῦ συλλόγου «Παρνασσός» ἡ 25ετηρίδα τοῦ Παπαδιαμάντη, ὑπό τήν αἰγίδα τοῦ παλατιοῦ, μέ ὁμιλητές τόν Παῦλο Νιρβάνα, τόν Ἀριστομένη Προβελέγγιο καί τόν Δημήτριο Κακλαμάνο. Ὁ Παπαδιαμάντης δέν παρέστη στήν τιμητική γι’ αὐτόν ἐκδήλωση.

Στά τέλη Μαρτίου τοῦ 1908 ἦλθε στή Σκιάθο, ὅπου καί παρέμεινε μέχρι τόν θάνατό του.

Στίς 29 Νοεμβρίου τοῦ 1910 ἀρρώστησε σοβαρά. Ἐκεῖνο τό διάστημα τοῦ ἀπονεμήθηκε τό παράσημο τοῦ ἀργυροῦ σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος.

Πέθανε τά μεσάνυχτα 2 πρός 3 Ἰανουαρίου τοῦ 1911.

Η ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΟΥ 

Ὁ ἐξάδελφος τοῦ Παπαδιαμάντη διηγηματογράφος Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης διηγεῖται τίς τελευταῖες του ὧρες:

«Ὑπέφερε πολύ. Εἶχε καί παλμούς…Τήν παραμονή τοῦ ἁγίου Βασιλείου κατέβηκε στήν ἀγορά τοῦ νησιοῦ καί ἀγόρασε λίγα μπαρμπούνια, ἀπό ἐκεῖνα τά περίφημα μπαρμπούνια πού βγάζουν τά νερά μας. Τοῦ ἄρεσαν πολύ τά ψάρια. ‘Ὀψάρια, ἤτοι κατ’ ἐξοχήν ὄψα’! ἔλεγε ἐπεξηγῶν τό βυζαντινόν ὄνομα τοῦ ἰχθύος (τό ὄψον = ἡ τροφή, τό προσφάγι)…Τά πῆγε λοιπόν στό σπίτι, τά ἔδωσε σέ μία ἀπό τάς ἀδελφάς του καί ἀπεσύρθη στό δωμάτιόν του. Ἔξαφνα ἀκούστηκε δοῦπος. Ἔτρεξαν καί βρῆκαν χάμου στό πάτωμα τόν καϋμένο τόν Ἀλέξανδρο. Τόν μετέφεραν στό κρεββάτι του. Τότε πιά ἐκατάλαβε ὅτι ἡ κατάστασίς του ἦτο ἄσχημη. Εἶπε:

 -‘Ἔ, θαρρῶ πώς εἶμαι γιά τό μεγάλο ταξίδι…Φέρτε τον παπᾶ’.

Ἡ ἀδελφή του ἡ Κυρατσώ τόν ἐρώτησε:

– Νά φέρουμε τόν γιατρό, Ἀλέξανδρε;

– Ὄχι! τόν παπά νά φέρετε!

Σέ λίγο ἦλθε ὁ παπάς. Ὁ Ἀλέξανδρος ἀνασηκώθηκε κι ἐκάθησε στό κρεββάτι.

-Παπά μου, τοῦ εἶπε, πεθαίνω! Νά μέ ἐξομολογήσεις καί νά μέ μεταλάβεις…

(Μετά τήν ἐξομολόγηση) ὁ παπάς ἄνοιξε τό Εὐχολόγιό του νά διαβάσει μιά σύντομη εὐχή. Τότε ὁ Ἀλέξανδρος τόν παρεκάλεσε:

-Ὄχι αὐτή! … Τή μεγάλη εὐχή θέλω τοῦ ὁσίου Ἀνδρέου τῆς Κρήτης, πού εἶναι γιά ὅλα τά ἀνομήματα…

Καί ὁ παπάς τοῦ ἔκαμε τή χάρη. Μέ σταυρωμένα τά χέρια ὁ μεγάλος μας συγγραφεύς, μέ σκυφτό κεφάλι, μέ ταπεινωμένη καρδιά, ἀκροαζότανε τήν ἐκτενῆ εὐχή και ψιθυριστά τήν ἐπανελάμβανε…

Καί ὅταν ἔφυγε ἀπό τό σπιτάκι του ὁ ἱερεύς, ὁ καϋμένος ὁ Ἀλέξανδρος ἐπλάγιασε πάλι στό κρεββάτι του, γιά νά μήν ξανασηκωθεῖ. Δέν ἐγεύθη τά ἀγαπητά του μπαρμπούνια…Τά χείλη του ἐσάλευαν σέ ψαλμούς…Καί τήν 3ην Ἰανουαρίου 1911, ὅταν ἐκατάλαβε πώς ἔφθασε ἡ στιγμή νά παραδώσει τήν ὑστάτη πνοή του στά χέρια τοῦ Πλάστη, διέταξε τάς ἀδελφάς του νά ἀπομακρυνθοῦν.

Ἔπειτα ἐγύρισε πρός τό μέρος τοῦ τοίχου καί ἐξέπνευσε, ὑπομέλπων τό τροπάριον τῆς Ἐνάτης Ὥρας τῶν Θεοφανείων: ‘Τήν χεῖρά σου τήν ἁψαμένην τήν ἀκήρατον κορυφήν τοῦ δεσπότου…’. Τήν κηδείαν του παρηκολούθησαν μέ συντριβήν ὅλοι οἱ κάτοικοι τοῦ νησιοῦ…».

 

 Ἀρχιμ. Χρίστου Κυριαζόπουλου

(ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ ἀρχικό κείμενο)

Πηγή:  meteoronlithopolis.gr

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2022

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ 1922-2022 ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΚΑI ΜΑΡΤΥΡIΑ ΤΟΥ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΥ EΛΛΗΝΙΣΜΟΥ EΠEΤΕΙΟΣ EΘΝΙΚHΣ O∆YΝΗΣ

 


 

Θεωρῶ ὅτι πρωταρχική θετική συνέπεια τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς εἶναι ἡ ἐπαλήθευση τοῦ Ἀποκαλυπτικοῦ λόγου τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη, τόσο γιά τά δεινά καί τόν ἀφανισμό τῆς Σμύρνης, ὅσο καί γιά τήν πραγματοποίηση τῆς προφητείας στό πρόσωπο τοῦ μεγαλομάρτυρα Χρυσοστόμου, τοῦ ἀχειροποίητου θρόνου στήν ψυχή τῆς Ἑλλάδας, ὅπως ἔγραψε ὁ καθηγητής καί Πρύτανης Λεωνίδας Φιλιππίδης. Διαβάζω ἀπό τόν Ἰωάννη: «Γίνου πιστός ἄχρι θανάτου, καί δώσω σοί τόν στέφανον τῆς ζωῆς». Κράτα τήν πίστη σου, ἀκόμη κι ἄν σοῦ στοιχίσει τή ζωή, κι ἐγώ θά σοῦ δώσω  σάν στεφάνι τῆς νίκης τήν αἰώνια ζωή. «Μηδέν φοβοῦ ἅ μέλλεις πάσχειν». Μή φοβᾶσαι καθόλου γιά ὅσα σοῦ μέλλεται νά πάθεις. Προηγήθηκε, λοιπόν, τό μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου, Ἐπισκόπου Σμύρνης, καί ἀκολούθησε τελευταῖα τό μαρτύριο τοῦ Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος ἦταν ἕτοιμος γι΄αὐτό, ἀφοῦ προτοῦ παρουσιαστεῖ, ὅπως τόν διατάξανε, στόν στρατιωτικό διοικητή Νουρεντίν πασά, εἶχε ἀνοίξει τό Εὐαγγέλιο καί διάβαζε ἀπό τό Κατά Ἰωάννην τό κεφάλαιο τῆς προσαγωγῆς τοῦ Ἰησοῦ στόν Πιλάτο. 

«Τότε, λοιπόν, ὁ Πιλάτος παρέδωσε τόν Ἰησοῦν στούς στρατιῶτες του καί διέταξε καί τόν μαστίγωσαν καί ἔπλεξαν ἀπό ἀγκάθια στεφάνι καί τό ἔβαλαν στό κεφάλι του καί τοῦ καταφέρανε ραπίσματα». Τό Εὐαγγέλιο ἀνοιχτό στή σελίδα αὐτή βρέθηκε στό Μητροπολιτικό γραφεῖο τοῦ Χρυσοστόμου. Τό διέσωσε ὁ πιστός του κλητήρας καί τό παρέδωσε στόν ἀνεψιό τοῦ Ἐθνομάρτυρα Χρυσόστομο Καβουνίδη (Χρ. Σολομωνίδης).

Κατά τόν Εὐαγγελιστή οἱ θλίψεις τῆς ἐκκλησίας στή Σμύρνη θά γίνουν ἔντονες, κάποιοι ἀπό τούς Χριστιανούς θά φυλακιστοῦν. Τά ἡγετικά ἴσως στελέχη θά φυλακιστοῦν βάσει καταγγελιῶν γιά ἐχθρικές ἐνέργειες κατά τοῦ κράτους. Θά εἶναι σύντομος ὁ χρόνος τῆς δοκιμασίας (ἑρμηνεύει ὁ Ἀγουρίδης).

Ὁ Χρυσόστομος, στίς 27 Αὐγούστου τοῦ ‘22, μπροστά στήν ὡραία πύλη, λέγει στούς ἐκκλησιαζόμενους: «Ἡ θεία πρόνοια δοκιμάζει τήν πίστη μας καί τό θάρρος μας καί τήν ὑπομονή μας τήν ὥρα αὐτή» καί ἀκολούθησε ὁ διαμελισμός τοῦ μάρτυρα, ὡς εὐαγγελική σκηνή τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου (1929, Σπύρ. Λοβέρδος).

Καί ἡ Ἑλλάδα, διχασμένη ἀπό τή σφοδρή ἀντιδικία τῶν ἐτῶν 1915-1917, ἔσκιζε τίς σάρκες της καί ὁ Τουρκικός στρατός, τό 1921 στό Σαγγάριο, βοηθούμενος ἀπό τούς Μεγάλους «Συμμάχους», ὁδηγοῦσε στήν τελευταία πράξη τοῦ δράματος. Ὁ Ἄπ. Παῦλος, ὅμως, εἶχε προειδοποιήσει «Σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, νά προσέχετε ἐκείνους πού δημιουργοῦν διχόνοιες καί σκάνδαλα καί ἀπομακρυνθεῖτε ἀπ’ αὐτούς, γιατί οἱ τέτοιοι ἄνθρωποι δέν εἶναι τοῦ Κυρίου, ἀλλά εἶναι δοῦλοι τῶν δικῶν τους ἐπιθυμιῶν καί μέ τά γλυκά καί ὡραῖα τους λόγια ἐξαπατοῦν τίς καρδιές τῶν ἀθώων». Καί ἡ ἐπίσημη ἱστορία στρατοῦ ἐπιβεβαιώνει τήν ἐξαπάτηση τῶν ἀθώων. Γράφει:

 «Ἡ Ἑλληνική ἀποστολή στή Σμύρνη ὑπῆρξεν ἀπόφασις ληφθεῖσα ὑπό τῶν Συμμάχων πρός ἐξυπηρέτησιν σκοπῶν ἀσχέτων πρός τήν Ἑλλάδα» (Ὁ Ἑλληνικός Στρατός εἰς Σμύρνην). Μπήκαμε δηλαδή στή Σμύρνη μέ ἐλπίδες ἀπελευθέρωσης καί βγάλαμε ἀπελπισμένους πρόσφυγες. Ὁ Γάλλος Ντριῶ, γνωστός διπλωμάτης καί ἱστορικός, γράφει γιά τή Διάσκεψη εἰρήνης στό Παρίσι, τό Φεβρουάριο τοῦ 1919, ὅτι «τά σήμαντρα τῆς Ἁγιασοφιᾶς θά ἄρχιζαν νά χτυποῦνε μόνα τους, ἄν δέν τά κρατοῦσαν….» (Ποιοί; ἀποσιωπητικά) οἱ Ἕλληνες βέβαια ἀντιπρόσωποι πού ἦταν βουβοί ἐκεῖ μέσα».

Ἡ Ἑλλάδα τῶν δυό ἠπείρων καί τῶν πέντε θαλασσῶν, δηλαδή Εὐρώπης καί Ἀσίας καί Αἰγαίου, Ἰονίου, Μεσογείου, Εὐξείνου Πόντου καί Προποντίδος, ἔπεσε ἔξω μέ τήν κατάρρευση τοῦ Μικρασιατικοῦ μετώπου. Ἀλλά ἐκεῖνο πού ὅλη αὐτή ἡ περιπέτεια τῆς ἄφησε, τῆς Ἑλλάδας δηλαδή, καί πού αὐτό δέν ἀνταλλάσσεται μέ ἀντιπαροχές εἶναι δυό ὕψιστες παρακαταθῆκες τῆς ἐκκλησιαστικῆς καί τῆς στρατιωτικῆς ἡγεσίας. Ἡ μία προέρχεται ἀπό τόν Ἱεράρχη πού ἀρνήθηκε νά φύγει γιά νά σωθεῖ, λέγοντας στόν Ρωμαιοκαθολικό ἀρχιεπίσκοπο, πού τοῦ πρότεινε φυγή γιά νά σωθεῖ ὅτι «Παράδοση τοῦ Ἑλληνικοῦ κλήρου, ἀλλά καί καθῆκον τοῦ καλοῦ ποιμένος εἶναι νά παραμείνει μέ τό ποίμνιό του» καί ἡ ἄλλη παρακαταθήκη προέρχεται ἀπό τόν ἄξιο Ἕλληνα Ὑπουργό Δημ. Γούναρη, πού, ἐνῶ ἀντιμετώπιζε τήν ποινή θανάτου, ὅταν ὁ Ὑπουργός Ναυτιλίας Γούδας τοῦ εἶπε νά φύγουν στό ἐξωτερικό, ἀπάντησε: «Κύριε Ναύαρχε, οἱ ὑπουργοί λογοδοτοῦν, δέν φεύγουν. Δέν πρόκειται νά δραπετεύσω ἐγώ» καί τό ἴδιο ἀπάντησαν καί οἱ ἄλλοι. Αὐτές οἱ ἀπαντήσεις ἦταν ἀπό τίς θετικές συνέπειες τῆς τραγωδίας.

Καθοριστική, θετικά ἐπίσης, συνέπεια τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς εἶναι ὅτι αὐτή ἔγινε τότε τό ’22, μετά τήν εὐλογημένη ἐπέκταση τοῦ Κράτους στούς Βαλκανικούς τοῦ ’12-’13, γιατί ἄν γινόταν ἀργότερα θά ἀκολουθοῦσαν σέ ἀκόμη χειρότερη ἔκταση οἱ ἀνθρώπινες ἀπώλειες, μέ «τό θηρίο τῆς Ἀσίας», τοῦ ’55, στό φονικό πογκρόμ μέ τόν ἀφανισμό τῶν ἑλληνικῶν πληθυσμῶν στήν Πόλη, στήν Ἴμβρο καί στήν Τένεδο. Δέν ὑπῆρχε πιθανότητα ἐπιβίωσης τοῦ Ἑλληνισμοῦ στίς περιοχές τῆς Ἀνατολῆς. Ἀκόμη, τότε, δηλαδή τό ’55, δέν θά ὑπῆρχε καί ἡ δυνατότητα τοῦ Ἑλληνικοῦ κράτους ἐκείνης τῆς περιόδου, δηλαδή μετά τόν αἱματηρό ἐμφύλιο, πού κινδυνέψαμε νά χάσουμε ὅ,τι κερδίσαμε στούς Βαλκανικούς, καθώς καί μετά τό ἀπελευθερωτικό αἱματηρό κίνημα τῆς Κύπρου, νά τούς ἀποκαταστήσει καί στήν Ἑλλαδική περιοχή καί στήν Κύπρο, ὅπως βεβαίως τό εἶχαν κάνει γιά τούς πρόσφυγες ὁμοεθνεῖς μας τό ’22, πού κατά κοινή ὁμολογία ὑπῆρξε τό μεγαλύτερο τότε εἰρηνικό ἐπίτευγμα τοῦ Ἑλλαδικοῦ Κράτους καί τῆς Κύπρου ἡ ἀποκατάσταση δηλαδή καί ἡ ἐνσωμάτωση τῶν προσφύγων.

Ἄλλωστε, ἀπό τό 1908 κυβερνοῦσαν οἱ Νεότουρκοι καί, ὅπως γράφει σέ βιβλίο του μέ τίτλο «Τά τελευταῖα ἔτη τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας» ὁ Ἐμμανουήλ Ἐμμανουηλίδης, ὁ Βουλευτής Σμύρνης καί Ἀϊδινίου στήν Ὀθωμανική Βουλή τοῦ 1914-1918 καί πρόσφυγας στήν Ἑλλάδα μετά τή Μικρασιατική ὕστερα ἀπό τήν ἀνακωχή τοῦ Μούδρου τό 1918, ἡ πολυεθνική ὀθωμανική αὐτοκρατορία μετατρέπεται σέ ὁμοιογενές ἐθνικό κράτος, γεγονός, λοιπόν, πού εἶχε μοιραῖες ἐπιπτώσεις γιά τίς χριστιανικές ἐθνότητες πού ζοῦσαν στούς κόλπους της. Ἡ κυριότερη φάση τῶν διώξεων τοῦ Ἑλληνισμοῦ εἶχε ξεκινήσει ἀπό τό τέλος τοῦ 1913, στήν Ἀνατολική Θράκη καί συνεχίστηκε στή Μ. Ἀσία καί στόν Πόντο. Γίνεται τότε ἐπίσης ὑποχρεωτική στρατολογία στά τάγματα ἐργασίας, μέ παράλληλες καταπατήσεις περιουσιῶν. Ἡ τελική φάση τῆς Γενοκτονίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς ἐκτελέστηκε τό 1919 μέχρι καί τό ’22 στίς περιοχές Πόντου καί Ἀνατολικῆς Βιθυνίας, ἀλλά καί τό Ὁλοκαύτωμα στή Δυτική Μικρά Ἀσία, τό φθινόπωρο τοῦ ’22 καί τό ’55 ὁλοκληρώθηκε.

Ἀλλά οὔτε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἦταν σέ θέση νά προσφέρει βοήθεια καί προστασία, ἀλλά, ἀντίθετα, ἦταν καί αὐτό σέ διχασμό, ὥστε καί ἡ εἴσοδος τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ στή Σμύρνη, στίς 2 Μαΐου τοῦ ‘19, νά βρεῖ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἀκέφαλο, χωρίς Πατριάρχη, δηλαδή, μετά τήν ἀναγκαστική παραίτηση, τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1918, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Γερμανοῦ τοῦ Ε΄, ὁ ὁποῖος εἶχε διαδεχθεῖ τόν Ἰωακείμ τόν Γ΄.

Ὁ Γερμανός καί ὅταν ὑπῆρχε, εἶχε ἀπομονωθεῖ καί θωρακισθεῖ μέ ἰώβειο ὑπομονή, ὥστε κατά τήν παρατήρηση τοῦ Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου «χορτάρια ἐφύτρωσαν εἰς τήν θύραν τῶν Πατριαρχείων». Σιγή περιέβαλε τά Πατριαρχεῖα, μυστήριο ἦταν τά ἐντός αὐτοῦ, ἡ καταστροφή ἐντούτοις ἐξακολουθοῦσε ἔξω, καί ὁ Πατριάρχης ἔγινε ὕποπτος στό λαό. Τοῦ προτεινόταν νά συνταχθεῖ Ὑπόμνημα, δέν ἀρνιόταν, τοῦ προτεινόταν προσωπικό διάβημα, δέν ἀπέκρουε, ἀλλά πολιτευόταν κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά ματαιωθοῦν ἤ νά ἀναβληθοῦν τά ἀποφασισθέντα. Δυσανασχετοῦσε μέ κάθε διήγηση νέου ἐκτοπισμοῦ ἤ ἐπεισοδίων ἀπό τούς διωγμούς. Ἡ ἀπάντηση ἦταν ἡ ἴδια «ὑπερβολές, ὑπερβολές». Εἶναι βέβαιο ὅτι δέν ἤθελε νά γίνονται γνωστές οἱ περί τῶν διωγμῶν ἐκθέσεις τῶν Μητροπολιτῶν. Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Γερμανός Ε΄ σέ μία ἐπιμνημόσυνη δέηση ὑπέρ πεσόντων ἔγινε ἀντικείμενο ἀποδοκιμασιῶν ὁπότε καί ὑποχρεώθηκε νά παραιτηθεῖ τό 1918. Στήν Ἀθήνα ἐπίσης ἐπικρατοῦσε ἐκκλησιαστικός κυκεώνας, ὅπως καί ὁ πολιτικός.

Ἕνα δεῖγμα τοῦ Διχασμοῦ ἐντός τοῦ Πατριαρχείου εἶναι τό ἀκόλουθο. Κατά τή θεία λειτουργία στόν ἱερό Ναό τοῦ Ἁγ. Γεωργίου στή Χάλκη ὑπέρ τοῦ ἑορτάζοντος ἁγίου, κατά τήν ὁποίαν «Ὁ μέν μητροπολίτης Σελευκείας κατά τήν ἔξοδον τῶν τιμίων δώρων εὐχήθηκε ὑπέρ τοῦ Βενιζέλου, ἐνῶ ὁ πρωτοσύγκελλος τοῦ Πατριαρχείου, Ἀθηναγόρας (ὁ μετέπειτα Πατριάρχης), μετά τή μνημόνευση τοῦ Βενιζέλου προσέθεσε: ‘Καί ὑπέρ τοῦ εὐσεβεστάτου ἡμῶν Βασιλέως Κωνσταντίνου καί τοῦ Διαδόχου Γεωργίου’. (Τό ἀναφέρει ὁ καθ. Χρῆστος Μπαλόγλου).

Στή συνέχεια, τό ’18 ἐκλέγεται ὁ ἀπό Κιτίου Μελέτιος Μεταξάκης, Μητροπολίτης Ἀθηνῶν, προσδεδεμένος στό ἅρμα τοῦ Βενιζέλου πού τόν ἀνέδειξε, ἀλλά ἀποπέμπεται ἀπό τήν Ἀθήνα γιά πολιτική δράση τό ’20, ἐκλέγεται τόν Ἰανουάριο τοῦ ’22 Οἰκουμενικός Πατριάρχης καί γίνεται γνωστός στούς Εὐρωπαίους ὡς «Ὁ Βενιζέλος μέ ράσα». Παραιτεῖται λόγω τῆς Μικρασιατικῆς τόν Σεπτέμβριο τοῦ ’23, ἀλλά καί λόγῳ τῆς ἀπώλειας ὑποστήριξης ἀπό τό Βενιζέλο.

Μποροῦμε νά ποῦμε μετά ἀπ’ αὐτά ὡς θετική συνέπεια, ὅτι ἡ Μικρασιατική Καταστροφή μᾶς ἔκανε δυό τεράστια δῶρα: τήν ἐθνική αὐτογνωσία καί τήν ἐθνική ἑνότητα, πού ἡ ἔλλειψή τους εἶχε ὁδηγήσει στήν ἀνεπανάληπτη τραγωδία. Δίδαξε δηλαδή κατά τόν βουλευτή τῆς Ὀθωμανικῆς βουλῆς τοῦ Ἐμμανουηλίδη ὅτι:

1)            Ἐξωτερική ἐπιτυχία δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει χωρίς ἐσωτερική ἑνότητα

2)            Ἰσχυρός ἐχθρός δέν μπορεῖ νά κάνει τόσο κακό, ὅσο αὐτό πού προκαλεῖ ἡ ἐσωτερική διαίρεση

3)            Δέν ἐπιτρέπονται κομματικές ἀπόψεις ἐπί ζητημάτων ἐξωτερικῆς πολιτικῆς καί

4)            Δέν κάνεις ἐκλογές τή στιγμή πού ὁ κόσμος ἀγωνίζεται σ΄ἕναν ἀπό τούς κρισιμότερους ἀγῶνες, τούς ὁποίους ἀναφέρει ἡ ἱστορία.

Τό φωτεινό χρονικό τοῦ ’12-’13 λερώθηκε ἀπό μία κηλίδα, τήν ἐσωτερική διαίρεση στήν Ἑλλάδα. Ἡ διαίρεση ἐκείνη δέν ἄργησε νά φέρει τούς καρπούς της. Συνεπείᾳ τῶν γεγονότων τῆς περιόδου αὐτῆς ἀπό 1 Νοεμβρίου 1920 μέχρι Αὐγούστου τοῦ 1922 ἀφανίστηκε ὁλόκληρος κόσμος Ἑλληνικός ἀπό τόν Καύκασο μέχρι τόν Ἔβρο, ὅπου οἱ Ἕλληνες ὑποχρεωθήκανε νά πολεμήσουν στήν Οὐκρανία ὑπέρ τῶν Ρώσων καί κατά τῶν Μπολσεβίκων ὑπέρ τῆς Ἀντάντ. Ἐάν καί ἡ πολιτεία καί ὁ στρατός εἶχαν ἀρχηγούς ὅμοιους στήν ψυχή μέ τόν Μάρτυρα Χρυσόστομο ἤ μέ τούς ἀγωνιστές τοῦ ’21 εἶναι βέβαιο ὅτι ἀντί νά θρηνοῦμε καταστροφή θά εἴχαμε νά τιμᾶμε ἥρωες καί Μάρτυρες ἐθνικοῦ καί θρησκευτικοῦ μεγαλείου.

Ἔφερα παράδειγμα τούς ἀγωνιστές τοῦ ’21, γιατί σ’ αὐτούς ἀκριβῶς μοιάζουνε οἱ τότε Ἕλληνες – Ρωμηοί τῆς Ἀνατολῆς καί ἰδιαίτερα οἱ Μικρασιάτες, πού βέβαια δέν μποροῦσαν νά ἐπαναστατήσουν στή διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης, βρισκόμενοι μέσα στό στόμα τοῦ λύκου, ὅμως συνέχεια πλήρωναν φόρο αἵματος στή διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης, μέ τά πογκρόμ τοῦ Τουρκικοῦ ὄχλου καί τίς συνεχεῖς σφαγές τῶν Ἑλλήνων. Πάντως ἡ πολυτιμότερη συμμετοχή τῆς Σμύρνης στόν Ἀγώνα τοῦ ’21, ἐκτός ἀπό τίς πολλές ὑλικές παροχές σ’ αὐτόν, ἦταν ἡ δωρεά τόν 16ο αἰώνα τῆς κεντημένης ἀπό τά κορίτσια τῆς Σμύρνης εἰκόνας τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, τό λάβαρο τῆς Ἱ.Μονῆς Ἁγίας Λαύρας, πού ἦταν προάγγελος τῆς ὑπέρ Πίστεως καί Πατρίδος, μοναδικῆς στά χρονικά ὅλων τῶν λαῶν, ἀπελευθερωτικῆς ἐπανάστασης, ἡ ὁποία πάλι ἐνισχύθηκε ἀπό τή Σμύρνη μέ τή δωρεά τοῦ κεντημένου Ἐπιταφίου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς.

Εὐλογημένη προσφορά γιά τήν Ἑλλάδα ἀπό τή Μικρασιατική Γῆ ὑπῆρξαν οἱ προερχόμενοι ἀπό αὐτήν ἅγιοι πατέρες Πορφύριος, Παΐσιος, Ἰάκωβος. Εἶναι ἐπίσης πανθομολογουμένη ἡ ἑδραιωμένη στίς ψυχές τους καί στά ἔργα τους βαθειά πίστη τῶν προσφύγων, πού, μέσα στόν ξεριζωμό τους καί τή φρίκη, διασώσανε ἐκκλησιαστικά κειμήλια καί στή συνέχεια ἀνεγείρανε ναούς καί μοναστήρια γιά νά τά στεγάσουν, ὅπως ἡ Ἁγία Φωτεινή.

Ἡ πολιτιστική ἐπίσης καί ἐπιστημονική δραστηριότητά τους ἀποτελοῦν συμβολή σημαντική στήν πνευματική καί ἐκπαιδευτική ἐξέλιξη τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους. Ἀρκεῖ νά ἀναφέρει κανείς καί μόνο τά ὀνόματα τῶν πνευματικῶν προσωπικοτήτων ἀπό τή Μ. Ἀσία: Μανώλης Ἀνδρόνικος, Παῦλος Καρολίδης, Ἰωάννης Συκουτρής, Δεσποτόπουλος, Τουρτόγλου, Ἰωακείμογλου, Μέγας, ὅλοι σχεδόν Ἀκαδημαϊκοί καί καθηγητές Πανεπιστημίου. Ἡ λογοτεχνία, ἐπίσης, ἄνθισε πραγματικά μέ τήν ἀνταλλαγή καί μέ τήν ἐγκατάσταση τῶν ξερριζωμένων προσφύγων στήν Ἑλλάδα: Κοσμᾶς Πολίτης, Ἠλίας Βενέζης, Τάσος Ἀθανασιάδης καί, πάνω ἀπ’ ὅλους, αὐτός πού στό ὄνομά του ὁρκίζεται ὁλόκληρη ἡ Ρωμηοσύνη, ὁ Φώτης Κόντογλου, ἀπό τό Ἀϊβαλί, καί τό ’22 στήν Ἀθήνα πού ἦρθε, ἀναζωογόνησε τή βυζαντινή ἁγιογραφία καί τό πατερικό ὀρθόδοξο ἦθος. Αὐτός θά γράψει γιά τό «Μαρτύριο στίς Κυδωνίες τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Χιοπολίτου, καί γιά τήν «Ἁγία Παρασκευή [πού] ἤτανε, ὅπως γράφει, ξακουσμένη ἴσαμε μέσα στήν Ἀνατολή γιά τά θάματά της, ἴσαμε τήν Καισάρεια … Ἄνθρωποι ἁλυσσοδεμένοι ἀνεβαίνανε, μέ τά σωστά τους κατεβαίνανε. Τί νά σημειώσω στό χαρτί, γράφει, χωρίς νά κατρακυλίσει κι ἕνα ζεστό δάκρυ;» καί θά τονίσει «Στά χρόνια τῶν Παλαιολόγων πού ψυχομαχᾶ τό Βασίλειο, ἀντρειώνεται ἡ βασανισμένη Ρωμηοσύνη, ἡ καινούρια Ἑλλάδα. Ἡ Ρωμηοσύνη εἶναι ἡ πονεμένη Ἑλλάδα». 

                Καί στή Μουσική καί στίς τέχνες πρωταγωνιστής ὁ προσφυγικός κόσμος, γνωστά καί τά διάφορα μουσικά ὄργανα πού ἔφεραν στήν Ἑλλάδα καί τά τραγούδια. Ὁ Μανώλης Καλομοίρης, γεννημένος στή Σμύρνη, ἱδρυτής Ὠδείων σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα καί τῆς ἐθνικῆς μουσικῆς σχολῆς μέ τή σύνδεσή της μέ τήν ἑλληνική παράδοση καί τό δημοτικό τραγούδι. Ἀκόμα πλούσια ὑπῆρξε ἡ συμβολή τῶν προσφύγων στή βιομηχανία καί τή βιοτεχνία. Τόνωσαν τήν κλωστοϋφαντουργία, τήν ταπητουργία, μεταξουργία, κλπ.

                Ὁ ἐθνικός εὐεργέτης Μποδοσάκης ἀφιέρωσε ὅλη τήν περιουσία του στή νέα του Πατρίδα, ὅπως καί ὁ Ἀριστοτέλης Ὠνάσης καί ὁ Εὐγενίδης. Ὁ Ἀνδρέας Λαιμός, Ἕλληνας ἐφοπλιστής, πολιτικός καί συγγραφέας ἀπό τίς Οἰνοῦσες τῆς Χίου, πού ὑπηρέτησε στίς τάξεις τοῦ στρατοῦ μέχρι καί τήν καταστροφή τοῦ ’22 γράφει στό ἔργο του «Τό Ναυτικόν τοῦ Γένους τῶν Ἑλλήνων» τίς θετικές πλευρές τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς: «Ἀπό τοῦ τερματισμοῦ τοῦ Α΄ Παγκοσμίου πολέμου τόν Νοέμβριο τοῦ 1918 – μέχρι τοῦ Αὐγούστου τοῦ 1922 εἰς τήν ἱστορίαν τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους ἐπιτελεῖται ἕνα μέγα γεγονός: ἡ ἐνσάρκωση τῶν ὀνείρων τῆς Μεγάλης Ἰδέας καί ἡ κατακόρυφος πτώση της» καί τονίζει: «Μεγίστη, ὅμως, ἦταν ἡ συμβολή τῆς ἐμπορικῆς μας ναυτιλίας στή διάσωση τοῦ ἐκριζωθέντος ἐκ τῆς πατρικῆς γῆς Ἑλληνισμοῦ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, μετά τή θλιβερή ἔκβαση τῆς Μικρασιατικῆς Ἐκστρατείας, κατά τή διάρκεια τῆς ὁποίας εἶχαν ἐπιταχθεῖ περί τά 285 ἐμπορικά φορτηγά καί ἐπιβατηγά-σκάφη. Ἐάν ὁ Αὔγουστος τοῦ 1922 θά παραμείνει ὡς ἀποφράς χρονολογία στήν ἑλληνική ψυχή, ὀφείλει νά παραμείνει καί ὡς χρονολογία ἀνάμνησης εὐγνωμοσύνης πρός τήν ἐθνική ναυτιλία» καί προχωρεῖ στό ἐγκώμιο τῶν προσφύγων, γράφοντας: «Ἡ νεώτερη Ἑλλάδα μέχρι τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς ἐθεωρεῖτο περισσότερο φτωχή, γιατί τῆς ἔλειπαν ἐπαρκῆ καλλιεργήσιμα ἐδάφη, ἀφοῦ ἦταν γεμάτη μέ βραχώδεις ἐκτάσεις καί βουνά καί ὁ πληθυσμός τῆς ἦταν καταδικασμένος σέ φτωχή διαβίωση, λόγω τῆς πενιχρῆς γεωργικῆς καί κτηνοτροφικῆς παραγωγῆς. Γιά ἁλιεία δέν γινόταν κάν συζήτηση. Ἀσήμαντη παραγωγή μέ τίς λίγες παράκτιες βάρκες τῶν κατοίκων τῶν νησιῶν καί τῶν παράλιων περιοχῶν τῆς ἠπειρωτικῆς Ἑλλάδας.»

«Ἡ Μικρασιατική Καταστροφή συνέτριψε τούς Ἕλληνες κατοίκους τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἀλλά παρεῖχε ἕνα ἀντίδοτο στό τόσο ἰσχυρό δηλητήριο τῆς προσφυγιᾶς. Μετέφερε τόν διασωθέντα ἐκ τῶν σφαγῶν καί τήν καταστροφή ἑλληνικό πληθυσμό, 1.800.000 ψυχές στόν ἐλεύθερο ἑλλαδικό χῶρο. Ὁ πληθυσμός αὐτός κατά πλειονότητα ἦταν δραστήρια στοιχεῖα, πού δώσανε νέα ζωτικότητα στήν οἰκονομία τῆς Ἑλλάδας. Μεγάλη δέ ὑπῆρξε ἡ συμβολή τους στήν ἀνάπτυξη τῆς ἁλιείας, γιατί οἱ Ἕλληνες ἁλιευτικοί πληθυσμοί πού ζοῦσαν πρίν στά παράλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἦρθαν στήν Ἑλλάδα μετακομίζοντας ἐκτός ἀπό τήν πείρα καί τή δραστηριότητά τους, καί τά ἁλιευτικά τους ἐργαλεῖα: μηχανότρατες καί γρί γρί.»

«Οἱ πρῶτες προσπάθειες τῶν ἐκ Μικρᾶς Ἀσίας ὁμογενῶν ἁλιέων στεφθήκανε ἀπό ἐξαιρετική ἐπιτυχία. Τά πλούσια ἁλιεύματα μέ τίς μηχανότρατες ὁδήγησαν τούς ντόπιους Ἕλληνες νά μιμηθοῦν τούς πρόσφυγες καί ἔτσι ναυπηγήθηκαν καί τέθηκαν σέ παραγωγική ἐργασία μεγάλος ἀριθμός ἀπό μηχανότρατες, οἱ ὁποῖες ἀποδίδανε σημαντικά κέρδη».

Τέλος, ὁ Ἄγγλος Douglas Dakin παρατηρεῖ ὅτι ἡ Ἑλλάδα ἐνσωματώνοντας 1.300.000 ἀνθρώπους, πολλοί ἀπό τούς ὁποίους χωρίς οὔτε ἴχνος ἀπό κινητή περιουσία, συμβάλανε ὥστε ἡ Ἑλλάδα νά πετύχει οὐσιαστικά τήν ἑνοποίησή της καί τήν ἐθνική ὁμοιογένεια τήν ὥρα τῆς συμφορᾶς, ἔστω κι΄ ἄν περιορίστηκε τό ἔδαφός της, μεταμορφώνοντας αὐτή τή συμφορά στήν ὡραιότερη στιγμή της. Γιά τίς πολλές θυσίες οἱ Ἕλληνες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί τῆς Θράκης τήν ἀνταμείψανε πλουσιοπάροχα μέ τήν εὐφυία καί τίς ἱκανότητές τους. Τό νεοφερμένο βάρος ἔγινε ἀνεκτίμητο στοιχεῖο γιά τήν οἰκονομική ζωή τοῦ τόπου.

Τό βέβαιο εἶναι ὅτι ἀπό τή στιγμή πού ἐγκαταστάθηκαν στίς διάφορες περιοχές οἱ πρόσφυγες ἄρχισαν νά μετατρέπουν κάθε σπιθαμή γῆς σέ παραγωγικό ἔδαφος. Κοινή γλῶσσα, κοινή θρησκεία καί κοινή κληρονομιά πολλῶν αἰώνων ἔκαναν τό θαῦμα τους, νά ἑνώσουν τούς Ἕλληνες. Αὐτά ὁ Ἄγγλος ἱστορικός.

Θά τελειώσω μέ τόν πολιτικό Ἀλέξανδρο Παπαναστασίου, Πρωθυπουργό καί ἐπανειλημμένα Ὑπουργό, πού εἶπε ὅτι «Ὁ προσφυγικός κόσμος εἶναι ἀναμφισβήτητα φορέας, περισσότερο ἀπό τό γηγενῆ πληθυσμό, ἀνθρωπιστικῶν ἰδεωδῶν» γιά νά προσθέσει: «Ἡ Θεσσαλονίκη ὀνομάστηκε ‘πρωτεύουσα τῶν προσφύγων’ καί θεωρῶ τό ζήτημα τῆς ἐγκατάστασης τῶν προσφύγων ὡς ἀγώνα ἀπελευθερωτικό. Μακεδονία ἴσον ὅλη ἡ Ἑλλάδα. Αὐτή εἶναι τό θεμέλιο τῆς χώρας».

Καί τώρα τέσσερεις στίχους ἀπό τόν Γκάτσο:

Πάντα στόν κόσμο θα’ ρχεται

Παρασκευή μεγάλη

Καί κάποιος θά σταυρώνεται

Γιά νά σωθοῦν οἱ ἄλλοι.

Καί ἐγώ νά προσθέσω: «Δόξα τῷ Θεῷ, πάντων ἕνεκεν τῶν καλῶν καί τῶν κακῶν».

 

ΜΑΡΙΑ ΜΑΝΤΟΥΒΑΛΟΥ

 

Ἐπιλεκτική Βιβλιογραφία

Χρῆστος Μπαλόγλου, «Ἡ Μικρασιατική Ἐκστρατεία, ἡ χηρεία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἡ ἐκλογή καί παραίτηση τοῦ Μελετίου Μεταξάκη», Μνημοσύνη 20 (2014-2015) 317-334.

Ἀνδρέας Γ. Λαιμός, Τό Ναυτικόν τοῦ Γένους τῶν Ἑλλήνων, τόμος Α΄, Ἀθήνα 1968, σσ. 193, 195, 337.

Χρῆστος Σωκρ. Σολωμονίδης, Ὁ ἀφανισμός τῆς Σμύρνης, ἡ θυσία τοῦ Χρυσοστόμου, γιά τά 50 χρόνια τῆς καταστροφῆς, Ἀθήνα 1972, σσ. 28-29.

Ἐμμανουήλ Ἐμμανουηλίδης, Τά τελευταῖα ἔτη τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἀνατύπωσις Ἐκδόσεως τοῦ 1924. Ἀθήνα 2010: ἔκδ. Σύλλογος πρός Διάδοσιν Ὠφελίμων Βιβλίων σ. 290 κ.ἔ.    



Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2022

Ὁ τελευταῖος πολεμιστής τοῦ '40

 

 Ο τελευταίος πολεμιστής του '40

 Ὁ τελευταῖος πολεμιστής τοῦ '40


https://www.istorima.org/podcast/223/o-teleutaios-polemistis-tou-40/

Οἱ τελευταῖες «Γυναῖκες τῆς Πίνδου»

 





 Οἱ τελευταῖες «Γυναῖκες τῆς Πίνδου»


https://www.youtube.com/watch?v=5awL2BTNfII

Ἕνας Ἔλληνας πολεμιστής τοῦ 1940 ἀφηγεῖται...

 




Ἕνας Ἔλληνας πολεμιστής τοῦ 1940 ἀφηγεῖται... 

 (Ἠχητικό Ντοκουμέντο)

 

https://www.youtube.com/watch?v=KnXvApBTkQo

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2022

Ὁ Ναύαρχος Νικόλαος Βότσης


18 Οκτωβρίου 1912

8 ἡμέρες πρὶν τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης

Ἡ μεγάλη ἐπιτυχία τοῦ Ναυάρχου Νικολάου Βότση, μπορεῖτε νὰ τὴν διαβάσετε 


 ἐδῶ  

 


 

 Μπορεῖτε νὰ δεῖτε τὸ ἀκόλουθο ἰστορικό βίντεο:

 

 https://www.youtube.com/watch?v=9aXFgR7r-Fg&t=243s


 


ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ - ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 1912-13!

 
 
 


 
 

 


 


 https://www.youtube.com/watch?v=1qaUqJKhZco

 

 

https://www.youtube.com/watch?v=YThpq2VzZ-o



Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2022

Παῦλος Μελᾶς: Ἡ ζωή του

 



 

https://www.youtube.com/watch?v=laQm6HcI-EU

 

 

 


Μακεδονικός Ἀγώνας

 


 

 

https://www.youtube.com/watch?v=0xsmzWnHOHc

Ἀφιέρωμα στὸν Μακεδονικό Ἀγώνα

 

 

 

https://www.youtube.com/watch?v=kBUtZXYI-Us

ΗΡΩΕΣ ΠΟΥ ΣΗΜΑΔΕΨΑΝ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ


 

 

https://www.youtube.com/watch?v=MOwG0tj2Oy4

Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2022

Μικρασιατικὴ Καταστροφή: Μνήμη καὶ χρέος

 


Εἶναι ὁπωσδήποτε παρήγορο τὸ γεγο­νὸς ὅτι παντοῦ στὴν ἑλληνικὴ ἐπικράτεια, κα­θό­λη τὴ διάρκεια τοῦ ἔτους ἔγιναν καὶ συν­εχίζουν νὰ λαμβάνουν χώρα ἐκδηλώσεις ἐπετειακοῦ χαρακτήρα γιὰ τὰ 100 χρό­νια ἀπὸ τὴ Μικρασιατικὴ Καταστροφή. Ἐκ­δηλώσεις ποὺ ὁπωσδήποτε συν­τελοῦν στὴν ἀναζωπύρωση τῆς ἐθνικῆς μνήμης τῶν Ἑλλήνων καὶ τὴν ἀναδοχὴ τοῦ χρέους μας ἀπέναντι στὴν πολύπαθη αὐτὴ Πατρίδα.

Κορύφωση τῶν ἐκδηλώσεων αὐτῶν ἀποτέλεσε ἡ Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Σταυροῦ, ὁπότε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει ἀπὸ ἐτῶν ὁρίσει νὰ τιμῶνται οἱ ἅγιοι Μάρτυρες, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ποὺ βρῆκαν φρικιαστικὸ θάνατο στὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ τὸν Πόντο κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Γενοκτονίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀνατο­λῆς στὸ διάστημα 1914-1922. Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ διάφοροι ἑορτασμοὶ καὶ ἱερὰ μνημόσυνα ἔλαβαν χώρα, ἰδιαιτέρως σὲ Ἱερὲς Μητροπόλεις προσφυγικῶν περιοχῶν τῆς Πατρίδας μας.

Ἡ ἐγκύκλιος ποὺ ἐξέδωσε ἡ Ἱερὰ Σύν­οδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ ἀ­φορμὴ τὴν ἐπετειακὴ αὐτὴ ἡμέρα εἶναι πο­λὺ εὔγλωττη, στοχεύοντας ἀκριβῶς στὴν ἀνάδειξη αὐτῆς τῆς ἐθνικῆς μνήμης καὶ τοῦ ὀφειλόμενου χρέους.

Σύμφωνα μὲ τὴν ἐν λόγῳ ἐγκύκλιο, «γίνεται γιὰ ὅλους μας ἡ ἡμέρα αὐτὴ ἀφορμὴ περισυλλογῆς, στοχασμοῦ καὶ δημιουργικοῦ προβληματισμοῦ, καθὼς καλούμαστε νὰ διδαχθοῦμε ἀπὸ τὴ γενναία στάση τῶν ἁγίων ἐθνοϊερομαρτύρων, νὰ ἀναδείξουμε τὸν ἑλληνορθόδοξο πολιτισμὸ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τοῦ Πόντου καὶ τῆς Ἀνατολικῆς Θρά­κης καὶ νὰ θαυμάσουμε τὴ θέληση γιὰ πρόοδο καὶ ἀναδημιουργία, τὴν ὁποία ἐπέδειξαν οἱ πρόσφυγες τοῦ 1922-1924 μὲ τὸν ἐρχομό τους στὴν κυρίως Ἑλλάδα».

Περαιτέρω ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἀναφέρει στὴν ἐγκύκλιό της συνοπτικὰ τὸ μαρτύριο τοῦ Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου καὶ ὑπενθυμίζει τὶς ἁγιασμένες μαρτυρικὲς μορφὲς τῶν ἱεραρχῶν Μοσχονησίων Ἀμβροσίου, Κυδωνιῶν Γρηγορίου, Ἰκονίου Προκοπίου, Ζήλων Εὐθυμίου, καθὼς καὶ ἀρχιμανδριτῶν ποὺ μαρτύρησαν κατὰ τὴν περίοδο ἐκείνη. Καὶ συνεχίζει: «Πεντακόσιοι καὶ πλέ­ον Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι κληρικοὶ μαρτύρησαν γιὰ τὴν Πίστη καὶ τὴν Πατρίδα στὴν αἱματοβαμμένη γῆ τῆς Μικρασίας καὶ τοῦ Πόντου. (…) Συγκλονίζει ἀσφαλῶς ἡ Γενοκτονία τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς».

Ἐπιπλέον στὴν ἐγκύκλιο γίνεται ἀναφορὰ στὴν ἀρχαιότατη ἑλληνικὴ παράδοση στὴ Μικρασία καὶ στὸν Πόντο μὲ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες φιλοσόφους καὶ τοὺς Χριστιανοὺς ἁγίους Πατέρες ποὺ ἔδρασαν στὰ χώματα αὐτά, καθὼς ἐπίσης στὸ γεγονὸς τοῦ ξεριζωμοῦ ἀπὸ τὶς ἁγιασμένες πατρογονικὲς ἑστίες τους 1,5 ἑκατομμυρίου προσ­φύγων, οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν στὸν κυρίως ἐθνικὸ κορμὸ μεταφέροντας μαζί τους ἱερὰ λείψα­να καὶ θαυματουργὲς ἱερὲς εἰκόνες καὶ συν­έβαλαν σθεναρὰ καὶ δημιουργικὰ στὴν πρόοδο τῆς νεοελληνικῆς κοινωνίας.

Καὶ καταλήγει: «Σὲ αὐτὴ τὴν ἐπέτειο ἐπικαλούμαστε τὶς πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων τῆς Μικρασίας, ἀπὸ τοῦ ἁγίου Πολυκάρπου Σμύρνης τοῦ 2ου αἰώνα μέχρι τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης. Ὑποκλινόμαστε εὐλαβικὰ στὴν ἱερὴ μνήμη τῶν πατέρων καὶ τῶν μητέρων μας, ποὺ θανατώθηκαν ἢ ἐξαναγκάσθηκαν νὰ πάρουν τὸν δρόμο τῆς προσφυγιᾶς κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Γενοκτονίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἂς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη τῶν ἑκατοντάδων χιλιάδων φονευθέντων καὶ ἐκτοπισθέντων, ἀγνοουμένων καὶ ξεριζωμένων προγόνων μας. Ἂς ἀναπαύει Κύριος ὁ Θεὸς καὶ τὶς ψυχὲς τῶν στρατιωτῶν μας ποὺ ἔπεσαν ἡρωικῶς μαχόμενοι κατὰ τὴ Μικρασιατικὴ Ἐκστρατεία τοῦ 1919-1922».

Ἂς ἀναλογισθοῦμε, συμπληρώνουμε ἐ­μεῖς, τὸν σφυγμὸ τῆς καρδιᾶς ὅλων αὐτῶν τῶν Μικρα­σιατῶν προγόνων μας καὶ ἂς συν­τονίσουμε καὶ τὴ δική μας ψυχὴ στὸ μέ­­γε­θος τῆς ἀγάπης καὶ τῆς θυσίας τους πρὸς τὴν Πατρίδα. Ἂς γίνει ἡ ἱστορικὴ αὐτὴ μνήμη τὸ ἐπίκεντρο τῆς Παιδείας τῆς νέας γενιᾶς τῶν Ἑλλήνων. Ἐπιπλέον ἂς μὴν ξεχνοῦμε ὅτι τὴ Μικρασία τὴ χάσαμε λόγῳ τοῦ Ἐ­θνικοῦ Διχασμοῦ. Μάθημα μέγιστο γιὰ τὸ σημερινὸ χρέος μας πρὸς τὴν ­Πατρίδα.

 

Πηγή: osotir.org

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2022

Ἐγκωμιαστικὸς Λόγος εἰς τὴν Ἀποτομὴν τῆς κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου (νεοελληνικὴ ἀπόδοση).




   Ὄντως λαμπρὰ καὶ θεϊκῆς χαρμοσύνης πλήρης ἡ σημερινὴ σύναξη, ποὺ μᾶς συγκέντρωσε ὅλους ἐμᾶς, ἀγαπητοὶ Χριστιανοί, γιὰ νὰ γιορτάσουμε σήμερα τὸ πνευματικὸ πανηγύρι. Καὶ δίκαια χαρακτηρίζεται λαμπρά, ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ ἐπώνυμο τοῦ ἁγίου, τοῦ ὁποίου τελοῦμε τὴν μνήμη, μιὰ καὶ εἶναι καὶ θεωρεῖται «λύχνος φωτός».

Χωρὶς ἀμφιβολία δὲν πρόκειται γιὰ λύχνο, ποὺ περιαυγάζει τοὺς σωματικούς μας ὀφθαλμοὺς μὲ γήϊνη ἀκτινοβολία. Γιατὶ αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ λάμψη θὰ ἦταν παροδική, μὲ συνεχεῖς διακοπὲς ἀπὸ κάθε ἐμπόδιο, ποὺ θὰ παρεμβαλλόταν σὰν σκιά.

Ἀντίθετα, πρόκειται γιὰ φῶς, ποὺ καταυγάζει μὲ τὴν ἀκτινοβολία τῆς θείας Χάριτος τὶς καρδιὲς ὅλων ἐκείνων, ποὺ ἀνέκαθεν ἔχουν συναχθεῖ στὴν ἑορτή, γιὰ φῶς, ποὺ ἀνυψώνει τὸν νοῦ στὴ θεωρία τῆς ἀθλήσεως τοῦ δικαίου.

Κι ἔτσι, καθὼς μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας θὰ ἀτενίζουμε τὸ μακάριο τοῦτο πάθος, θὰ δημιουργοῦμε παράλληλα καὶ τὴν προϋπόθεση τῆς προσωπικῆς μας εὐφροσύνης. Γιατὶ τὸ αἷμα ὁποιουδήποτε ἄλλου, ποὺ ἀπὸ ξίφος ἔρρευσε κάτω στὴ γῆ, οὔτε θὰ μποροῦσε νὰ τέρψει τὴν ἀνθρώπινη ὅραση οὔτε ἡ διήγηση τοῦ γεγονότος νὰ καλύψει μὲ σεβασμὸ τὴν μνήμη τοῦ νεκροῦ.Γιατί, πῶς θὰ μποροῦσε νὰ ἑλκύσει τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἀπὸ τὴν φύση του ἀγαπᾶ τὴ ζωή, μιὰ αἱματοχυσία ποῦ ὁδηγεῖ στὸ θάνατο; Μᾶλλον τὸ ἀντίθετο θὰ τὸν ὁδηγοῦσε μὲ τὴν ἀπέχθεια ζωγραφισμένη στὸ πρόσωπό του σὲ συναισθήματα συμπαθείας καὶ ἐλέους γιὰ τὸ πάθημα, ἐκτὸς βέβαια ἐὰν κανεὶς βρίσκεται σὲ κατάσταση ἀλλοφροσύνης ἢ ἀποκτηνώσεως, μὴ μπορώντας νὰ ἀντιδράσει λογικὰ σὲ αὐτὰ ποὺ βλέπει, ὅπως κάνουν τὰ ἄγρια θηρία.


Ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ μὲ τοὺς πετεινούς, ποὺ ἐνῷ ἄλλοι σφάζονται, αὐτοὶ χαίρονται, λαλοῦν, πηδοῦν δεξιὰ – ἀριστερά, μένοντας μόνο σὲ αὐτὸ ποὺ βλέπουν καὶ χωρὶς νὰ συλλογίζονται, ὅτι θὰ ἔλθει καὶ ἡ δική τους ἡ σειρὰ νὰ πάθουν τὸ ἴδιο. Τὸ αἷμα, ὅμως, τοῦ δικαίου τὸ βλέπει κανεὶς καὶ τέρπεται, ἀκούει γι᾿ αὐτὸ καὶ τοῦ μεταφέρονται χαροποιὰ ἀγγέλματα, ἀξίζει νὰ τὸ ψαύει μὲ τὰ χείλη προσκυνηματικά.

Γιατὶ ἡ προσφορὰ αὐτοῦ τοῦ αἵματος χαρίζει τὴν μετοχὴ στὴν ἀθάνατη καὶ ἀληθινὴ ζωή. Καὶ πιστεύω, ὅτι ὄχι μόνο ἡ σταγόνα τοῦ αἵματος, ἀλλὰ καὶ ὀ,τιδήποτε δικό του, εἴτε λείψανο εἴτε μία τρίχα εἴτε κάτι ἀπ᾿ ὅσα φοροῦσε ἢ ἄγγιζε, εἶναι περιζήτητο καὶ πολύτιμο σ᾿ αὐτὸν ποὺ ἔχει βάλει σκοπό του νὰ ζεῖ μὲ εὐσέβεια.

Γι᾿ αὐτὸ τὸ λόγο ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει κάτι τέτοιο στὸ σπίτι του ἣ στὴν ἐκκλησία, δηλαδὴ ὁλόκληρο λείψανο ἢ ἕνα μέρος ἢ κάτι ἀπειροελάχιστο, τὸ θεωρεῖ καύχημά του, σὰν νὰ κατέχει κάποιο θησαυρό, ποὺ τοῦ χαρίζει ἁγιασμὸ καὶ τοῦ ἐξασφαλίζει τὴν σωτηρία. Καὶ προσέρχεται μὲ εὐλάβεια στὴ λειψανοθήκη μὲ τὴν ἱερὴ σκόνη καὶ ἀσπάζεται μὲ ἅγιο φόβο τὰ ἄψαυστα ἅγια λείψανα.

Τίμιο τὸ αἷμα τῶν προφητῶν

Τέτοιο, κατὰ τὴ γνώμη μου, ἦταν καὶ τὸ αἷμα τοῦ δικαίου Ἄβελ, ἂν καὶ γιὰ τοὺς γονεῖς στάθηκε τότε αἰτία ἀσυνήθιστου καὶ γοεροῦ θρήνου. Καὶ πῶς θὰ μποροῦσαν, ἐνῷ μέχρι τότε δὲν εἶχαν ἐμπειρία τοῦ νεκροῦ, νὰ μὴν χάσουν τὰ λογικὰ τοὺς γιὰ τὴ σφαγὴ τοῦ υἱοῦ τους, νὰ μὴν θρηνήσουν καὶ νὰ μὴν ξεσπάσουν σὲ γοερὲς κραυγές, καθὼς ξαφνικὰ τὸν βλέπουν νὰ κείτεται κατὰ γῆς αἱμόφυρτος καὶ πεσμένος νεκρὸς ἀπὸ τὸ φονικὸ χέρι τοῦ ἀδελφοῦ;

Τέτοιο στάθηκε γιὰ μᾶς καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτου Ἀμώς, ποὺ θανάτωσε μὲ ξίφος ὁ βασιλιὰς Ἀμασίας, ἀφοῦ συνέχεια τὸν βασάνιζε ἀνελέητα. Παραδίδει σὲ θάνατο τὸν δίκαιο, καθὼς τὸν πλήγωσε μὲ ρόπαλο στὸν κρόταφο, μιὰ κι ὁ ἴδιος πληγωνόταν μὲ τὰ προφητικὰ βέλη. Τὸ ἴδιο καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτου Μιχαίου, ποὺ τὸν σκότωσε γκρεμίζοντας τὸν ὁ Ἰωράμ, ὁ γυιὸς τοῦ Ἀχαάβ, ἐπειδὴ δίδασκε μὲ εἰλικρίνεια καὶ θάρρος τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Γιατὶ τὸν ἔλεγχε, καθὼς μαρτυρεῖ ἡ Ἁγία Γραφή, γιὰ τὴν ἀσεβῆ συμπεριφορὰ τῶν προγόνων του. Τέτοιο ἦταν καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτου Ἡσαΐου. Τὸν χώρισε σὲ δυὸ μέρη μὲ πριόνι ὁ Μανασσῆς, ποὺ εἶχε παρασύρει στὴν εἰδωλολατρεία τὸν μανιώδη στὰ πάθη καὶ ἐπιπόλαιο στὴν πίστη Ἰσραηλιτικὸ λαό, ἐπειδὴ δὲν ἄντεχε νὰ ἀκούει τὶς προφητικὲς ἀποκαλύψεις.

Τὸ ἴδιο ἅγιο στάθηκε καὶ τὸ αἷμα τοῦ γενναίου Ἐλεάζαρ, ποὺ μαρτύρησε μὲ τὰ ἑπτὰ παιδιὰ καὶ τὴν θεοσεβῆ μητέρα τους· αἷμα, ποὺ σκόρπισε ἀσύστολα ὁ Ἀντίοχος μέσα ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια, μὴ ὑποφέροντας τὴν σθεναρὴ ἀντίσταση τῶν ἀκαταμάχητων γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Καὶ τοὺς σφράγισε ὁ θάνατος μέσα στὴν τέλεια πίστη τους.

Τέτοιο στάθηκε γιὰ μᾶς καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτου Ζαχαρίου. Χύθηκε μπροστὰ στὸ θυσιαστήριο ἀπὸ τὸ ἀφηνιασμένο καὶ ὠμότατο μαχαίρι τῶν Ἰουδαίων, ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀκοῦνε τὰ προφητικὰ λόγια. Καὶ τί χρειάζεται νὰ ἀναφέρω περισσότερα παραδείγματα ἀπὸ τὸ νὰ μιλήσω συνοπτικὰ γιὰ τὸ ἅγιο αἷμα τῶν ἀποστόλων, τῶν προφητῶν καὶ τῶν μαρτύρων, αἷμα ποὺ πολλοὶ ἀλιτήριοι ἔκαναν νὰ ξεχυθεῖ ποικιλοτρόπως, σὰν νερὸ ἄφθονο ποὺ περικυκλώνει τὴ γῆ καὶ σβήνει τὴν ἀσέβεια;

Τὸ αἷμα ποὺ βοᾷ

Τέτοιο, λοιπόν, ἦταν καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ Βαπτιστοῦ καὶ Προδρόμου τοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὸ ὁποῖο πρόκειται νὰ μιλήσουμε. Αὐτὸ χύθηκε σὰν πολυτελὲς μύρο ἀπὸ τὸν ἱερὸ τράχηλο καὶ εὐωδιάζει τὴν οἰκουμένη.

Αἷμα, ποὺ σύναξε ὄχι ἡ γαστριμαργία οὔτε ἡ οἰνοποσία οὔτε ἡ τροφὴ κρεάτων ἢ κάποιου ἄλλου ἐδέσματος, ἀπὸ ὅσα συνηθίζουν νὰ λιπαίνουν καὶ νὰ ἱκανοποιοῦν τὶς ὀρέξεις, ἀλλὰ αἷμα, ποὺ σιγὰ – σιγά, ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἴδια τὰ σπάργανα μέχρι τὸ τέλος, αὔξησε ἡ χάρη τῆς ἐγκρατείας. Γιατί, ὅπως λέει ὁ Κύριος, «ᾖλθε ὁ Ἰωάννης, ποὺ οὔτε ἔτρωγε, οὔτε ἔπινε». Αἷμα, ποὺ κενώθηκε, πρὶν ἀπὸ τὸ πανάγιο Αἷμα τοῦ Δεσποτικοῦ καὶ ἀθανάτου ποτηρίου.

Γιατὶ ἔπρεπε ὁ πρόδρομός του φωτός, ὅπως ἀνέτειλε μὲ τὴ γέννησή του ἀπὸ στεῖρα μητέρα καταυγάζοντας αὐτοὺς ποὺ ζοῦσαν πάνω στὴ γῆ, ἔτσι νὰ λάμψει καὶ στοὺς νεκροὺς περνώντας μέσα ἀπὸ τὸ θάνατο ὡς φωτόμορφος κήρυκας. Αἷμα, ποὺ μὲ πολὺ περισσότερη παρρησία βοᾷ πρὸς τὸν Κύριο ἀπ᾿ ὅ,τι τὸ αἷμα τῆς σφαγῆς τοῦ Ἄβελ.

Καὶ γίνεται τοῦ φόνου ἡ ἐκτέλεση ἀναβόηση μυστικῆς φωνῆς, ποὺ δὲν προέρχεται ἀπὸ φωνητικὰ ὄργανα, ἀλλὰ ποὺ γίνεται ἀντιληπτὴ μὲ τὴ δύναμη τῆς ἴδιας της πράξεως. Αἷμα σεβασμιώτερο ἀπὸ αὐτὸ τῶν πατριαρχῶν, πολυτιμότερο τῶν προφητῶν καὶ ὁσιώτερο τῶν δικαίων. Ἀκόμη καὶ τῶν ἀποστόλων διαπρεπέστερο καὶ τῶν μαρτύρων ἐνδοξότερο, καθὼς μαρτυρεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ Λόγου.

Αἷμα χαριέστατο, ποὺ καλλωπίζει τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, πιὸ ὄμορφο ἀπὸ κάθε ποικολόχρωμο καὶ σπάνιο ἀνθοστολισμό, αἷμα, ποὺ κενώθηκε κατὰ τὸ τέλος τοῦ παλαιοῦ νόμου ὑπὲρ τῆς δικαιοσύνης καὶ ἄνθος, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ προοίμιο τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ.

Δίκαιος ἔλεγχος

Ἀλλὰ ἂς συνθέσουμε τὸν λόγο ἀπὸ τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια γιὰ τὸ πῶς κενώθηκε αὐτὸ τὸ αἷμα, ἀπὸ ποιὸν καὶ γιὰ ποιὰ αἰτία. « Ὁ Ἡρῴδης, λοιπόν, λέει τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο, ἀφοῦ συνέλαβε τὸν Ἰωάννη, τὸν ἔδεσε καὶ τὸν ἔρριξε στὴ φυλακή, ἐξ αἰτίας τῆς Ἡρῳδιάδας, τῆς γυναίκας τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου. Γιατὶ τοῦ ἔλεγε ὁ Ἰωάννης: Δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ συζεῖς μὲ αὐτήν. Καὶ ἐνῷ ἤθελε νὰ τὸν θανατώσει, φοβήθηκε τὸν λαό, γιατὶ ὅλοι τὸν θεωροῦσαν προφήτη».

Κατ᾿ ἀρχὰς ἂς προσπαθήσουμε νὰ ἐξακριβώσουμε, ποιὸς ἦταν αὐτὸς ὁ Ἡρῴδης, ἐπειδὴ ἡ συνωνυμία προξενεῖ ἀσάφεια γιὰ τὸ συγκεκριμένο πρόσωπο. Φανερὸ εἶναι, πὼς πρόκειται γιὰ τὸν τετράρχη.

Γιατὶ ὁ πατέρας του ὁ Ἡρῴδης, ὁ φονέας τῶν νηπίων, εἶχε πεθάνει ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια. Καὶ γιὰ ποιὸν λόγο τὸν ἤλεγχε ὁ Ἰωάννης; Γιατὶ ἔχοντας ἀπομακρύνει τὴ νόμιμη γυναῖκα του ὁ Ἡρῴδης, δηλαδὴ τὴν κόρη τοῦ βασιλιὰ Ἀρέτα, συνῆψε παράνομο δεσμὸ μὲ τὴν Ἡρῳδιάδα, τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου.

Γιατὶ εἶχε τὴ δυνατότητα, σύμφωνα μὲ τὸν μωσαϊκὸ νόμο, ἂν ἐκείνη ἦταν ἄτεκνη, νὰ τὴν νυμφευθεῖ, γιὰ νὰ ἀναστηθεῖ ἀπόγονος στὸν ἀδελφό του. Παντελῶς, ὅμως, ἀπαγορευόταν, ἐφ᾿ ὅσον εἶχε μία κόρη, τὴν συνωνόματη Ἡρῳδιάδα (τὴν Σαλώμη), τὸ γέννημα τῆς ὀχιᾶς, τὸ διαβολικὸ ὄργανο τοῦ δικοῦ της ἀφανισμοῦ.

Εὔλογος, λοιπόν,ὁ ἔλεγχος τοῦ Ἰωάννου. Καὶ ἔλεγχος ὄχι ὑβριστικός, ἀλλὰ συμβουλευτικός, χωρὶς νὰ δημιουργεῖ τραύματα, ἀλλὰ ἀπεναντίας, νὰ θεραπεύει πληγές. Γιατί, τί λέει; «Δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ τὴν ἔχεις». Τὸν ἐπαναφέρει στὴν τάξη τῆς θείας νομοθεσίας, μιλώντας κάπως ἔτσι: «Δὲς καὶ πληροφορήσου μὲ ἀκρίβεια, γιὰ τὸ τί σου παραγγέλλει ὁ μωσαϊκὸς νόμος. « Ἐὰν μένουν μαζὶ δυὸ ἀδελφοὶ καὶ πεθάνει ὁ ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς χωρὶς νὰ ἔχει ἀφήσει ἀπογόνους, δὲν ἐπιτρέπεται ἡ χήρα του νὰ παντρευθεῖ ξένον ἄνδρα.

Θὰ τὴν νυμφευθεῖ ὁ ἀδελφὸς τοῦ ἄνδρα της καὶ θὰ τὴν λάβει ὡς νόμιμη σύζυγο καὶ τὸ παιδὶ ποὺ θὰ γεννηθεῖ θὰ λάβει τὸ ὄνομα τοῦ νεκροῦ καὶ ἔτσι δὲν θὰ σβήσει τὸ ὀνομά του ἀπὸ τὸ Ἰσραήλ». Αὐτὰ σοῦ παραγγέλλει ὁ νόμος. Ἐσύ, ἀντίθετα, συζεῖς μὲ τὴν γυναῖκα, ποὺ ἔχει ἤδη παιδὶ ἀπὸ τὸν ἀδελφό σου.

Μή, λοιπόν, παραβεῖς τὸν κανόνα τοῦ νομοθέτου. Κι οὔτε μὲ ἀνόσιο αἷμα νὰ μολύνεις τὴν βασιλικὴ πορφύρα. Κι οὔτε ἐσύ, ποὺ ὀφείλεις νὰ ἀποτελεῖς γιὰ τοὺς ἄλλους τὸ ὑπόδειγμα τῆς ὑποταγῆς στοὺς νόμους, ἐμφανισθεῖς ὡς αἴτιος παρανομίας στοὺς ὑπηκόους σου. Κι ἂν πέσεις σὲ αὐτὸ τὸ παράπτωμα, δίκαια θὰ κριθεῖς, «γιατὶ ἡ τιμωρία, γιὰ ὅσους βρίσκονται στὴν ἐξουσία, εἶναι ἄμεση».

Ὁ αἰχμάλωτος τῶν παθῶν φυλακίζει τὸν ἐλεύθερο

Αὐτός, ὅμως, κατέχοντας τὴν ἐξουσία καὶ λησμονώντας ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἐξεμάνη, ἄναψε ἀπὸ θυμὸ καὶ ἀπέσεισε ἀπὸ πάνω του τὸν ἔλεγχο. Δὲν μιμήθηκε τὸν Δαυΐδ, ποὺ ὅταν τὸν ἤλεγξε ὁ προφήτης Νάθαν ἐπὶ μοιχείη, ἐβόησε: «Ἁμάρτησα στὸν Κύριο».

Καὶ ὁ Κύριος γιὰ τὴν ταπείνωσή του αὐτή, τοῦ συγχώρησε τὸ ἁμάρτημα. Ἀντίθετα, ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή, ἀφοῦ συνέλαβε τὸν Ἰωάννη, τὸν ἔδεσε καὶ τὸν φυλάκισε. Αὐτὸν ποὺ μὲ τὸν ἀσκητικό του βίο ζοῦσε τὴν ὕψιστη ἐλευθερία, τὸν δέσμευσε ὁ αἰχμάλωτος στὸ πάθος τῆς ἀσελγείας.

Ἔδεσε τὸν ἀπελευθερωμένο ἀπὸ κάθε ἐμπαθῆ σχέση ὁ ἤδη δεσμευμένος στὴ γοητεία τῆς ἀκολασίας.

Ἔβαλε στὴ φυλακὴ τὸν φύλακα καὶ κήρυκα τῆς Ἐκκλησίας ὁ κατάδικος γιὰ τὴν πράξη τῆς ἀκαθαρσίας. «Ἐξ αἰτίας τῆς Ἡρῳδιάδας, τῆς γυναίκας τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου». Γιὰ τὴν Ἡρῳδιάδα, τὴν ὅμοια στοὺς τρόπους μὲ τὴν Δαλιδὰ καὶ συνεργὸ τοῦ διαβόλου. Γιατί αὐτή, τὸν συγκοιταζόμενο μαζί της, μᾶλλον δὲ παράνομο ἐραστή της, τὸν ἐξώθησε σὲ μανία κατὰ τοῦ Ἰωάννου. Δὲν ἀνέχομαι λέει, νὰ εἶμαι βασίλισσα καὶ νὰ χλευάζομαι ἀπὸ τὸ παιδὶ τοῦ Ζαχαρίου. Καθήλωσε στὴ φυλακὴ τὴ γλῶσσα, ποὺ μὲ στηλιτεύει. Σκότωσε ὅσο πιὸ γρήγορα γίνεται μὲ ξίφος αὐτόν, ποὺ μὲ λόγια σὰν βέλη μου πληγώνει τὴν ψυχή.

«Καὶ θέλοντας νὰ τὸν σκοτώσει φοβήθηκε τὸν ὄχλο, γιατὶ θεωροῦσε τὸν Ἰωάννη ὡς προφήτη». Καὶ συμβαίνει, ὅταν θέλουν οἱ ἄρχοντες νὰ πράξουν κάτι παράνομο, νὰ μὴν κάνουν εὐθὺς ἀμέσως τὴν ὁρμητική τους διάθεση πράξη, ἀλλὰ ἀναβάλλουν ἀπὸ ντροπὴ καὶ φόβο στὸν λαὸ καὶ καραδοκοῦν, πότε θὰ βρεθεῖ ἡ κατάλληλη εὐκαιρία νὰ ξεχύσουν τὴ μοχθηρία τους.

Οἱ ρίζες τῆς ἀνομίας καρποφοροῦν

«Στὴ γιορτὴ τῶν γενεθλίων του Ἡρῴδη, ἀνάμεσα στοὺς καλεσμένους, χόρεψε ἡ κόρη τῆς Ἡρῳδιάδας καὶ ἄρεσε στὸν Ἡρῴδη, γι᾿ αὐτὸ καὶ τῆς ὑποσχέθηκε μὲ ὅρκο, πὼς θὰ τῆς χαρίσει, ὅ,τι κι ἂν τοῦ ζητήσει».

Κι ἐκείνη τὴν ἡμέρα, ποὺ ὄφειλε νὰ ἀναπέμπει δοξολογία στὸ Θεό, ποὺ τὸν ὁδήγησε στὸ φῶς αὐτῆς τῆς ζωῆς, ἐκεῖνος προτίμησε τὸ ἔργο τοῦ σκότους. Γιατὶ ἡ περίσταση ἐκείνη ἦταν εὐκαιρία γιὰ χαρὰ πνευματικὴ καὶ ὄχι γιὰ χορὸ καὶ μάλιστα γυναικώδη ἐνώπιον ἀνδρῶν.

Καὶ ποιὸ τὸ ἀποτέλεσμα; Ὁ ὅρκος. Καὶ ἀπὸ τὸν ὅρκο; Ὁ φόνος. Ξερρίζωσε τὶς ρίζες τῆς κακίας καὶ δὲν θὰ βλαστήσει καρπὸς ἀνομίας. Ἄν, ὅμως, φυτρώσουν οἱ πρῶτες, ἀσφαλῶς καὶ θὰ ἀποδώσουν τοὺς καρπούς τους. «Χόρεψε ἡ κόρη τῆς Ἡρῳδιάδας ἐν μέσῳ τῶν καλεσμένων καὶ ἄρεσε στὸν Ἡρῴδη».

Καὶ σὲ τί ἄλλο μποροῦσε νὰ ἔχει ἐκπαιδευθεῖ ἀπὸ τὴν μητέρα της ἡ πρόξενος τῆς πορνείας κόρη ἀπὸ τὸ νὰ χορεύει ἀδιάντροπα καὶ μάλιστα μὲ τέτοια τέχνη καὶ ἐπιτήδευση στὸ χορό, ὥστε νὰ ἀρέσει στὸν Ἡρῴδη; Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος μὲ ὅρκο δέθηκε νὰ τῆς χαρίσει, ὅ,τι τοῦ ζητήσει.

Σὲ τέτοιο βαθμὸ φθάνει ἡ προπέτεια αὐτῶν, ποὺ βακχικὰ ὀργιάζουν στὰ πάθη τῆς ἀτιμίας, ὥστε νὰ ἀποφαίνονται ἀπερίσκεπτα γιὰ ὁποιοδήποτε πρᾶγμα ἔρχεται στὸ νοῦ τους. Καὶ αὐτὴ δασκαλεμένη ἄριστα ἀπὸ τὴν μητέρα της ἄδραξε τὴν εὐκαιρία γιὰ τὸν ἀποτροπιαστικὸ θάνατο, ποὺ ἀπὸ καιρὸ πάσχιζε νὰ πραγματοποιήσει ἡ Ἡρῳδιάδα, ἡ μάννα τῆς ὀχιᾶς. Καὶ … ἐράσει τὸ ξίφος τὸν ἱερὸ τράχηλο τοῦ Προδρόμου, ἀλλὰ διαπραγματεύθηκες νὰ σοῦ δοθεῖ ἡ ἁγία κεφαλὴ καὶ ἐπὶ πίνακι. Ὢ ἀκόλαστη καὶ θηριωδέστερη καὶ ἀπὸ τὴν Ἰεζάβελ!

Συμπόσιο ἀνόσιο

«Καὶ λυπήθηκε, λέει τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ βασιλιάς. Ἐπειδή, ὅμως, εἶχε ὁρκισθεῖ καὶ γιὰ νὰ μὴν ἐκτεθεῖ στοὺς καλεσμένους, ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τῆς δοθεῖ ἡ κεφαλή. Καὶ ἔστειλε καὶ ἀποκεφάλισε τὸν Ἰωάννη στὴ φυλακή. Καὶ μεταφέρθηκε ἐπὶ πίνακι ἡ κεφαλὴ τοῦ Προδρόμου καὶ δόθηκε στὴν κόρη, κι αὐτὴ μὲ τὴ σειρά της τὴν ἔδωσε στὴν μητέρα της».

Φοβερὸς καρπὸς διαβολικῆς προμελέτης. Ποιὸς τόλμησε νὰ καταφέρει κατὰ τῆς θείας κεφαλῆς θανατηφόρο ξίφος; Ὁ δεύτερος Δωήκ, ὁ ἄνομος ὑπηρέτης, ποὺ δὲν μιμήθηκε ἐκείνους, ποὺ μὲ φρόνηση ἀντιτάχθηκαν στὸν βασιλέα Σαούλ, ὅταν αὐτὸς ἔδωσε διαταγὴ νὰ φονεύσουν τοὺς προφῆτες τοῦ Θεοῦ. «Καὶ προσφέρθηκε, λέει ἡ Γραφή, ἡ κεφαλὴ ἐπὶ πίνακι».

Πῶς νὰ χαρακτηρίσουμε αὐτὸ τὸ γεῦμα; Συμπόσιο ἢ φονευτήριο; Καὶ πῶς νὰ ὀνομάσουμε αὐτοὺς τοὺς καλεσμένους; Συνδαιτυμόνες ἢ ἔκδοτους στὴ μέθη; Ὢ φοβερὸ θέαμα! Πονηρὸ ὅραμα! Ἐκεῖ παρετίθετο ὄρνιθα ὡς γεῦμα, ἐδῶ προσφερόταν προφητικὴ κεφαλή.

Ἐκεῖ κερνοῦσαν καθαρὸ οἶνο, ἐδῶ κρουνηδὸν ἔρρεε τὸ αἷμα τοῦ δικαίου. Φοβερὴ ἡ ἀγγελία καὶ φρικτὴ ἡ ἀφήγηση: «Καὶ δόθηκε στὴν κόρη, κι αὐτὴ μὲ τὴ σειρά της τὴν ἔδωσε στὴν μητέρα της». Ἀλλοίμονο, τί ἀτόπημα! Ἡ ἀτίμητη κάρα, ἡ ἁγνὴ καὶ ἄψαυστος καὶ στοὺς ἀγγέλους σεβάσμια, γιὰ μία ἄτιμη πράξη προσφέρθηκε στὴ μιαρὴ καὶ βέβηλο κόρη.

Καὶ τὴν ἔδωσε στὴν μητέρα της σὰν νὰ παρέθετε γεῦμα σ᾿ αὐτήν, ποὺ ὀργίαζε ἀπὸ τὴν μανιώδη ἐπιθυμία τοῦ θανάτου τοῦ προφήτου. Σὰν νὰ τῆς ἔλεγε: Φᾶγε, μητέρα, τὶς σάρκες αὐτοῦ ποὺ ἔζησε ὡς ἄσαρκος. Πιὲς τὸ αἷμα αὐτοῦ ποὺ θυσίασε τὸ αἷμα του στὴν ἄσκηση. Τώρα πιὰ ἀσφαλίσαμε μία γιὰ πάντα τὸ στόμα ἐκείνου, ποὺ μᾶς στηλίτευε.

 


 

Ἡ εἰκόνα τῆς ταφῆς

«Καὶ ἦλθαν, συνεχίζει τὸ Εὐαγγέλιο, οἱ μαθητές του καὶ πῆραν τὸ σῶμα καὶ τὸ ἐνταφίασαν». Πρόσεξε, σὲ παρακαλῶ, σὺ ὁ φιλομαθής, ἁγιογραφημένη τὴν εἰκόνα τοῦ ἐνταφιασμοῦ τοῦ δικαίου, καὶ τοὺς μὲν εἰκονομάχους μὴ σταματήσεις νὰ ἐπιπλήττεις ὡς ἐχθρούς της ἀληθείας, σὺ δὲ μελετώντας τὴν ἱστορία μὲ καθαρότητα ἀποκόμισε τὴν ὠφέλεια. Δές, πῶς σύρεται ὁ ἅγιος ἀπὸ τὴν φυλακὴ σιδηροδέσμιος.

Πῶς ὁ ἀποτρόπαιος δήμιος προτείνει ἀπάνθρωπα τὸ ξίφος κατὰ τῆς ἱερᾶς κεφαλῆς. Πῶς μετὰ τὴν ἀποτομὴ ἡ μυρόβλυτη κάρα προσφέρεται στὴν μανιασμένη ἀπὸ ὄργια Ἡρῳδιάδα. Καὶ δές, πῶς θάπτεται τὸ ἱερὸ σῶμα ἀπὸ τὰ χέρια τῶν μαθητῶν του, ποὺ τὸν παραστέκουν ὁλογυρὶς μὲ θερμὰ δάκρυα καὶ βαθὺ πόνο ψυχῇς.

Καὶ ἄλλος μὲν ἐναγκαλίζεται τὰ πόδια τοῦ Ἁγίου, ἄλλος πασχίζει νὰ συναρμόσει τὴν κεφαλὴ μὲ τὸ ὑπόλοιπο σκήνωμα, ἐνῷ κάποιος τρίτος θυμιάζει καὶ ψάλλει τὴν νεκρώσιμη ἀκολουθία. Ἐκεῖ βρίσκομαι κι ἐγώ, ἀκροατές, μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου καὶ βλέπω τὴν ταφὴ τοῦ δικαίου νὰ γίνεται μὲ εἰρήνη, ὅπως ἀναφέρεται στὴν Γραφή. Θεωρῶ τὸ ἀγγελικὸ ἐκεῖνο πρόσωπο, ποὺ οἱ ὀφθαλμοί του σὰν δυὸ φωστῆρες βασίλεψαν καὶ ποὺ ἡ ὄψη του ἀντιφέγγιζε τὴν ἀκτινοβολία τῆς Χάριτος. Δὲν ἀναπνέει τῆς πρόσκαιρης ζωῆς τὴν ζωτικὴ ἐνέργεια, ἀλλὰ κατ᾿ ἐξοχὴν ἀναπνέει τῆς Θείας Χάριτος τὴν εὐωδία.

Ἀσπάζομαι ἐκεῖνες τὶς ἱερὲς χεῖρες, ποὺ ἡ ἁφή τους στάθηκε ἀνέπαφη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ποὺ ὁ δάκτυλός τους καθυπέδειξε στοὺς ἀνθρώπους Αὐτόν, ποὺ πῆρε πάνω Του τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου. Προσκυνῶ τοὺς ὡραίους ἐκείνους πόδας τοῦ εὐαγγελιζομένου τὰ ἀγαθὰ στοὺς ἀνθρώπους, τοῦ Προδρόμου, ποὺ προευτρέπισε τὴν ὁδὸ τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου. Ἂς μοῦ παραχωρηθεῖ γιὰ προσκύνηση καὶ ἡ τιμία ἅλυσις, ποὺ μ᾿ αὐτὴν κρατήθηκε δέσμιος ὁ πολυτίμητος ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ἄγγελος.

Ἂς μοῦ δοθεῖ καὶ τὸ ἱερὸ ἐκεῖνο πινάκιο, ποὺ πάνω του κατατέθηκε ἡ πανσεβάσμια κάρα, ἡ πολυτιμότερη καὶ ἀπὸ τὸν χρυσό. Καὶ οὔτε τὴν μάχαιρα τοῦ στυγνοῦ φονιᾶ, ποὺ διαπέρασε τὸν ἱερὸ τράχηλο, ἂν εὕρισκα, θὰ ἄφηνα ἀπροσκύνητη καὶ οὔτε τὸ χῶμα, ἂν τύχαινε νὰ βρῶ, ὅπου ἐφυλακίσθηκε ὁ θησαυρός, θὰ δίσταζα νὰ καταφιλήσω, μὲ τὴν βεβαιότητα ὅτι θὰ μοῦ μεταγγίσει Χάρη. Μακαριστὲ τάφε καὶ ἄπικρη πέτρα, ποὺ κρατᾷς μέσα σου κλεισμένο τὸ τρισευλογημένο ἐκεῖνο σκήνωμα, πολυτιμότερο ἀπὸ πολλὰ σμαράγδια καὶ μαργαριτάρια.

Ἐκεῖ, λοιπόν, παρευρισκόταν ὀρατῶς ὅλη ἡ ὁμήγυρις τῶν μαθητῶν καὶ ἀοράτως πλῆθος ἀγγελικῶν δυνάμεων, ποὺ ἐγκωμίαζαν, τιμοῦσαν, ἀνύψωναν στὸν οὐρανὸ καὶ μετέφεραν στὴν αἰώνια χαρὰ αὐτόν, τὸν ἔνσαρκο ἄγγελο, τὸν γνήσιο φίλο τοῦ Κυρίου, τὸν νυμφαγωγὸ τοῦ νυμφίου, τὸν ἄσβεστο λύχνο τοῦ ἀρρήτου φωτός, τὴν ζωντανὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Λόγου, τὸν ὑπεράνω τῶν προφητῶν καὶ μεγαλύτερο ὅλων τῶν ἀνθρώπων.

Τέτοια, λοιπόν, ὅπως εἰπώθηκε, εἰρηνική, ὑπῆρξε ἡ ταφὴ τοῦ δικαίου, πρόξενος ἀγαλλιάσεως καὶ σωτηρίας στὸν κόσμο.

Ὁ Πρόδρομος ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς μᾶς ἀνταμείβει

Ἄραγε ὁ παράφρων Ἡρῴδης διέφυγε ἔπειτα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὴν δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ; (τὴν δικαιοκρισία). Ὄχι βέβαια. Ἀντίθετα, ὅπως ἀναφέρεται, ἐξ αἰτίας αὐτοῦ τοῦ ἐγκλήματος κατασφάττεται ὕστερα ἀπὸ ἀνταρσία ὅλων τῶν ὑπηκόων του.

Κι αὐτὸ συνέβη, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς συνετίζει παιδευτικὰ αὐτούς, ποὺ πρόκειται νὰ βασιλεύσουν στὸ μέλλον, ὥστε νὰ μὴν περιπέσουν στὰ ἴδια ἐγκλήματα. Ἀλλά, ἀφοῦ ἐπανέλθω στὸ προκείμενο, ἂς ἀναβοήσω μὲ φωνή, ποὺ ἁρμόζει στὴ σημερινὴ ἡμέρα. Ἡμέρα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἀπὸ τὰ στόματα ὅλων τῶν ἀνθρώπων τιμᾶται γιὰ τὸ ἐλεγκτικό του κήρυγμα καὶ ὁ παράφρων Ἡρῴδης ἀπὸ ὅλους ὅσους ἔχουν φόβο Θεοῦ στηλιτευόμενος ἐπὶ μοιχείη περιφρονεῖται.

Σήμερα ἡ κεφαλὴ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου προσφέρεται ὡς ἱερὸ σφάγιο ἐπὶ πίνακι καὶ ἡ μοιχαλίδα Ἡρῳδιάδα παρὰ τὴν θέλησή της καταδικάζεται αἰώνια. Σήμερα τὸ αἷμα Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου γιὰ τὴν φύλαξη τοῦ θείου νόμου χύνεται καὶ ὁ ἐχθρός του Προδρόμου διὰ τῆς παρανομίας (μὲ τὴν κάκιστη διαγωγή του) δίκαια διαπομπεύεται.

Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος γιὰ τὴν παρρησία του πρὸς τὸν Ἡρῴδη χάριν τῆς δικαιοσύνης φονεύεται καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς διδασκόμενοι νὰ μὴν χωρίζονται ἀπὸ τὶς νόμιμες γυναῖκες τοὺς τὸν ἤδη διαζευχθέντα βασιλέα ἀπεχθάνονται. Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος στήνει ὁρόσημο πάνω στὴ γῆ καὶ παραγγέλλει ν᾿ ἀρκεῖται κάθε ἄνθρωπος στὴ νόμιμη γυναῖκα του καὶ νὰ μὴν προχωρεῖ πάρα πέρα.

Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος κατέρχεται στὸν Ἅδη καὶ οἱ νεκροὶ ἀφουγκράζονται (εὐαγγελίζονται) τὴν ἀνείπωτη χαρὰ τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Σήμερα οἱ οὐρανοὶ μὲ πανευφρόσυνη ἀγαλλίαση ὑποδέχονται τὸν ἀποκεφαλισθέντα γιὰ τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο καὶ οἱ ἄνθρωποι πάνω στὴ γῆ ἀναπέμπουν ἑόρτιους ὕμνους.

Καὶ μοῦ φαίνεται, πὼς μᾶς παρακολουθεῖ ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς ὁ μέγας τοῦ Κυρίου Πρόδρομος καὶ πὼς θὰ μᾶς ἀνταμείψει σὰν ὑμνῳδούς του μὲ θεία χαρίσματα. Μεταξὺ τῶν προφητῶν σὰν πρωϊνὸς διάττοντας ἀστέρας ποὺ καταγαύζει ἀνάμεσα στοὺς ἀποστόλους, σὰν ἥλιος μεταξὺ ἡλίων ποὺ προλάμπει καὶ ὑπερλάμπει, ἐν μέσῳ τῶν μαρτύρων σὰν οὐρανὸς κατάκοσμος μὲ τὰ ἄστρα τῶν θαυμάτων, μεταξὺ τῶν δικαίων ὑπέρτερος, ὑπερέχων γιὰ τοὺς πολλοὺς ἀγῶνες του ὑπὲρ τῆς δικαιοσύνης φαίνεται ψηλότερος καὶ ἀπὸ τοὺς ψηλόκορμους κέδρους τοῦ Λιβάνου αὐτὸς ποὺ χαροποίησε σήμερα τὴν οἰκουμένη.

Γιατί, ἂν πολλοὶ θὰ χαροῦν, κατὰ τὰ εὐαγγελικὰ λόγια, μὲ τὴν γέννησή του, ἀνάλογη θὰ πρέπει νὰ εἶναι καὶ ἡ πνευματικὴ εὐφροσύνη, γιὰ τὸ μαρτύριό του, τὸ ὁποῖον ἀξιωθήκαμε νὰ πανηγυρίσουμε ὅλοι ἐμεῖς, ἱερεῖς καὶ ἐρημῖτες, μοναχοὶ καὶ λαϊκοί, γιατί ὅλοι μετέχουμε στὴν ἀγαλλίαση, ποὺ μᾶς χαρίζει ἡ μνήμη του.

Ἰδιαίτερα, ὅμως, ἐμᾶς, ποὺ ἐγκαταβιώνουμε στὸν ἱερὸ τοῦτο οἶκο. Εἴθε νὰ τύχουμε ἐκτενέστερα ἀκόμη τῶν θείων πρεσβειῶν Του πρὸς τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, στὸν ὁποῖον ἀνήκει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος, καθὼς καὶ στὸν Πατέρα καὶ τὸ πανάγιο καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, γιὰ σήμερα καὶ γιὰ πάντα καὶ αἰώνια. Ἀμήν.

Ἔκδοση Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τοῦ Προδρόμου Καρυῶν Καρυστίας

Πνευματικὴ πανήγυρις

http://users.uoa.gr/%7Enektar/orthodoxy/paterikon/theodore_stoydiths_prodromos_apotomh.htm