* Τέλος ἀπό τόν Ἅγιο Ἀθηναγόρα γίνεται λόγος γιά τήν «ἐθνική ποίηση», δηλαδή τήν εἰδωλολατρική, πού εἶναι ὀλέθρια γιά τούς Χριστιανούς. Καί δέν διαφωνοῦμε καθόλου σ' αὐτό τό σημεῖο ἤ τουλάχιστον στό μέγα μέρος αὐτῆς τῆς ἀντιλήψεως γιά τά προχριστιανικά γράμματα.
Ἡ εἰδωλολατρική λογοτεχνία μιλᾶ γιά τήν ὑλική εὐτυχία καί ἀπόλαυση τοῦ κόσμου τούτου, μιλᾶ γιά τήν χαρά τῆς ἡδονῆς, ἐνῶ ἡ Χριστιανική Λογοτεχνία, χωρίς νά περιφρονῆ τόν κόσμο, ἀφοῦ εἶναι δημιούργημα Θεοῦ, μᾶς μιλᾶ γιά τήν «χαρά τοῦ Κυρίου» καί τήν αἰωνιότητα τῆς ζωῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
Γιατί ὁ Χριστιανός χαίρεται περισσότερο ἀπό τόν ἀρνητή τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ἔχει βρεῖ τόν ἀληθινό κώδικα τῆς χαρᾶς καί μπορεῖ ἀπό αὐτήν κιόλας τήν ζωή νά τόν χρησιμοποιῆ καί στόν βίο του καί μέσα στήν τέχνη τοῦ γραπτοῦ λόγου.
Εἶναι ἡ χαρά τοῦ Κυρίου, πού ὑπερκαλύπτει ἀπό τώρα τόν κόσμο ὅλο. Ἀρκεῖ νά ἐλευθερωθεῖ κανείς ἀπό τίς ψεύτικες χαρές γιά νά βρεῖ τίς ἀληθινές. Καί πρός αὐτές τίς ἀληθινές χαρές ἔχει στραμμένα τά μάτια καί τήν ψυχή της ἡ Χριστιανική Λογοτεχνία.
Π.Μ. Σωτῆρχος
Πηγή: Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ, Π.Μ. Σωτήρχου, «Ἁρμός», σελ. 194-195.