«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Σάββατο 20 Ιουλίου 2019

Θαῦμα τοῦ Ἁγίου Προφήτου Ἡλιοῦ

(χείρ Μανουήλ Πανσέληνου 1290 μ..Χ. Πρωτάτον- Ἅγιον Ὄρος)

Ὁ προφήτης Ἠλίας εἶναι ὁ μέγιστος τῶν Προφητῶν εἶναι ἀνώτερος κι ἀπ’ αὐτόν τόν προφήτη Ἡσαΐα τόν μεγαλοφωνότατο. Ἡ παρουσία του μέ τά θαύματά του συγκλονίζει τούς πιστούς καί ὄχι μόνο.

Συνομιλώντας μέ τόν ἀδελφό Θεόκτιστο ἀπό τήν Ἤπειρο, μέ ρώτησε ἄν ἄκουσα ἕνα ἀξιόλογο θαῦμα πού ἔκανε πρίν χρόνια στά Γιάννενα ὁ προφήτης Ἠλίας σέ ἕνα στρατιώτη πού φύλαγε σκοπός σέ ἕνα στρατώνα. Τοῦ εἶπα ὅτι δέν τό ἄκουσα καί τόν παρακάλεσα νά μοῦ τό διηγηθεῖ νά τό σημειώσουμε σέ δόξα τοῦ προφήτη Ἠλία.
 
-Ἄκουσε μου, λέγει. Ἕνας στρατιώτης φύλαγε σκοπός σέ ἕνα στρατώνα καί τά μεσάνυχτα περίπου ἄκουσε βήματα ἀνθρώπου πού τόν πλησίαζε. Ὁ στρατιώτης ὑπέθεσε ὅτι ἦταν ἔφοδος ἀξιωματικῶν καί, ὅπως εἶναι συνήθεια, πήγαιναν νά δοῦν ἄν εἶναι ξύπνιος ἤ κοιμᾶται κ.λπ. Ὁ σκοπός φώναξε: Ἄλτ! Ἀλλά πάλι τά βήματα ἀκούονταν καί τόν πλησίαζαν. Γιά δεύτερη φορά φωνάζει: Ἄλτ, τίς εἶ;

Ἔχοντας τό ὅπλο στά χέρια του, καμία ἀπάντηση δέν ἔλαβε. Ἀναγκάζεται νά ἐπαναλάβει τό: ἄλτ καί πυροβολῶ!

Μόλις εἶπε, πυροβολῶ, τοῦ φεύγει τό ὅπλο ἀπό τά χέρια, ὡς πενήντα μέτρα μακριά, καί βλέπει ξαφνικά, ἀντί τοῦ ἀξιωματικοῦ, ὅπως νόμιζε, ἕνα παπά μέσα σέ ἀστραπόμορφη λάμψη φωτός!

Καί ὅπως τόν εἶδε, πολύ φοβήθηκε. Τοῦ λέει ὁ φαινόμενος παπάς: «Μή φοβάσαι, παιδί μου, μή φοβάσαι, ἀλλά, πές μου, γιατί εὐλογημένε βλασφημεῖς τά θεῖα; Τόν Χριστό, τήν Παναγία, τούς Ἁγίους;».
«Συγχώρησέ με, ἅγιε πάτερ (ἦλθε σέ κατάνυξη, δάκρυσε καί ζητοῦσε συγχώρηση γιά τήν ἁμαρτία του αὐτή) γιατί ἀπό κακή καί πολυχρόνια συνήθειαν γίνεται αὐτό. Συγχώρησέ με». 

Τοῦ λέει ὁ ἅγιος: «Νά κηρύξεις σέ ὅλους νά μετανοήσουν, νά μή βλασφημοῦν. Νά τό ἀνακοινώσεις στή Μητρόπολη καί σέ ὅλους νά τό γράψουν καί οἱ ἐφημερίδες». Τοῦ λέγει ὁ στρατιώτης: «Δέν μέ πιστεύουν, ἅγιε. Ἀλλά πές μου ποιός εἶσαι;» «Εἶμαι ὁ προφήτης Ἠλίας. Καί γιά νά πιστέψουν περισσότερο, νά πεῖς ὅτι σ’ ἐκείνη τήν κορυφή (καί τοῦ ἔδειξε τό μέρος) νά σκάψουν καί νά βροῦν ἐκκλησία μου παλαιά καί πάνω σ’ αὐτή νά κτίσουν Ναό».





Αὐτό ἀνακοινώθηκε σέ ὅλη τήν πόλη καί δημοσιεύτηκε στίς τοπικές ἐφημερίδες πολλοί πίστεψαν καί ἄλλαξαν ζωή, ὁ δέ σύλλογος τῶν ἀρτοποιῶν πού τιμοῦν τόν προφήτη Ἠλία ὡς προστάτη τους, ἔσκαψαν στή κορυφή πού τούς ὑποδείχθηκε, ἀνακάλυψαν τήν παλαίαν ἐκκλησία καί ἔκτισαν νέα σέ δόξα καί τιμή τοῦ πανένδοξου προφήτη Ἠλία.

Ὁ στρατιώτης ἄλλαξε τρόπους καί παλαιές συνήθειες καί ἔζησε τήν ὑπόλοιπη ζωή του ὡς ὑπόδειγμα καλοῦ χριστιανοῦ.

 Πηγή: dogma.gr