...Κάποιος ἀδελφός τήν ἔλεγε συνέχεια (τήν εὐχή: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησον με), ἀκατάπαυστα καί κάποια μέρα ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔκανε τήν ἐπίσκεψί της, ἄν καί ὑπῆρχε κι ἄλλοτε κατά διαστήματα ἐμφανιζόμενη κατά διαφορετικό τρόπο.
Ἐκείνη τήν ἡμέρα, μετά άπό πολλή προφορική ἐπίκλησι τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ μας, τόσον ἀνοίχθηκαν τά μάτια, τόσον τῆς ψυχῆς, ὅσον καί τοῦ σώματος, τά σάρκινα, ὥστε νά βλέπουν πολύ διαφορετικά!
Μά, τό πῶς, αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν μπόρεσε νά τό ἐξηγήση. Ὅλα ὅσα ἔβλεπε καί ἄκουγε ἦταν κάτι τό ξένο, κάτι πού εἶχε σχέσι μέ τό ὑπερφυσικό. Τά πουλάκια νά κελαηδοῦν, τά φυτά ἀνθισμένα, τά δένδρα μέ τό ἄνθος καί τήν εὐωδία τους, ὁ ἥλιος, ἡ λαμπερή ἡμέρα, τά πάντα μιλοῦσαν γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ!
Μά, τό πῶς, αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν μπόρεσε νά τό ἐξηγήση. Ὅλα ὅσα ἔβλεπε καί ἄκουγε ἦταν κάτι τό ξένο, κάτι πού εἶχε σχέσι μέ τό ὑπερφυσικό. Τά πουλάκια νά κελαηδοῦν, τά φυτά ἀνθισμένα, τά δένδρα μέ τό ἄνθος καί τήν εὐωδία τους, ὁ ἥλιος, ἡ λαμπερή ἡμέρα, τά πάντα μιλοῦσαν γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ!
Τά ἔβλεπε, ὅπως θά ἔβλεπε καί ἕναν Παράδεισο. Εἶχε γίνει μία ἀποκάλυψις, ἕνα ξεσκέπασμα, μία φανέρωσις ἑνός μυστηρίου πού εἶναι τόσο κρυμμένο ἀπό ἐμᾶς πού δέν βλέπουμε μέ τέτοια μάτια πνευματικά. «Πάσα πνοή αἰνεσάτω τόν Κύριον». Τόσο τό ζωϊκό ὅσο καί τό φυτικό βασίλειο μιλοῦσαν γιά τήν δόξα, γιά τήν μεγαλοπρέπεια, γιά τήν μεγαλωσύνη, γιά τήν ὀμορφιά καί τό κάλλος τοῦ Θεοῦ!
Ἐθαύμαζε, ἐξίστατο, δέν μποροῦσε νά μιλήση. Τά μάτια ἔτρεχαν δάκρυα· ὄχι δάκρυα γιά τίς ἁμαρτίες, ἀλλά δάκρυα γιά τήν ὀμορφιά τοῦ Θεοῦ. Πῶς μποροῦσε ἡ καρδιά νά ἀντέξη αὐτή τήν ἀποκάλυψι τοῦ κάλλους τοῦ Θεοῦ!
Μά καί ὁ Ἀδάμ, ὅταν ἦτο εἰς τόν Παράδεισον τοῦ Θεοῦ, ὅλος ὁ Παράδεισος τοῦ ἦτο μία θεωρία, μία ἁπτή θεωρία τοῦ Θεοῦ. Εὐφραίνετο τό πνεῦμα του, ἠγαλλιᾶτο, ὅταν ἐπλησίαζε στό κάθε τι, στό κάθε δημιούργημα καί ἄκουγε τή φωνή του, τήν ὑμνολογία του στόν Θεό...
Γέρων Ἐφραίμ Φιλοθεΐτης
Προηγούμενος Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου Ὰγίου Ὀρους
Πηγή: Ἡ Τέχνη τῆς Σωτηρίας, Γέροντος Έφραίμ Φιλοθεΐτου, Τόμος Α', σελ. 313-314 (ἀπόσπασμα).