Πρίν ἀπ' ὅλα ὁ Χριστιανός ποιητής εἶναι πιστός στό Χριστό, μέ μιά αὐξανόμενη πίστη, πού προάγεται βῆμα-βῆμα καί βιωματικά μέσα στό καμίνι τῆς μετανοίας καί τῆς καθάρσεώς του καί προσπαθεῖ νά ἀλλάξη τόν ἑαυτό του καί νά τόν κάνη πιό δεκτικό τοῦ Ἐλέους καί τῆς Χάριτος τοῦ Κυρίου.
Συνεπῶς, βαδίζει τήν «στενήν καί τεθλιμμένην ὁδόν» τοῦ προσωπικοῦ ἀγῶνος γιά τήν σωτηρία. Γι' αὐτόν εἶναι κανόνας τό «ἰατρέ θεράπευσον σεαυτόν».
Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό του εἶναι ἡ ταπείνωση καί ὁ λόγος του ἀναδύεται σάν τόν δαβιτικό ψαλμό: «Κύριε, ἐκέκραξα πρὸς Σέ». (Ὁ Δαβίδ θά μποροῦσε νά χαρακτηρισθῆ σάν ἕνας ποιητής - πρότυπο κι ἄς ἔζησε ἀρκετούς αἰῶνες πρίν τήν ἐνσάρκωση τοῦ Κυρίου).
Ὁ Χριστιανός ποιητής εἶναι νηπτικός (ἔχει δηλαδή συνεχῆ νήψη) καί ἐλέγχει τούς λογισμούς συνεχῶς σέ ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό, τόν «Πατέρα τῶν φώτων», ἀπό τόν ὁποῖον κατέρχονται ὅλα τά «τέλεια δωρήματα» κατά τήν φράση τοῦ Εὐαγγελίου καί ἀνάμεσα στά ὁποῖα εἶναι καί ἡ ἀληθινή ποιητική δωρεά.
Κι ἐδῶ φαίνεται ἀκόμα πιό καθαρά ὁ διακονικός χαρακτήρας τῆς Χριστιανικῆς Ποιήσεως. Βέβαια αὐτή δίνει, τό κατά δύναμιν, τήν φωνή, πού ἐγγίζει καί κοινωνεῖ μέ τίς ἄλλες ψυχές, ὅπως ὁ ἔμπειρος ὀρειβάτης ἐξηγεῖ τήν ἐμπειρία του στούς νεώτερους, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν κάνει τίς δικές του ἀναβάσεις.
Π.Μ. Σωτῆρχος
Πηγή: Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ, Π.Μ. Σωτήρχου, «Ἁρμός», σελ. 128.