«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2021

Ἐγκωμιαστικός λόγος στόν ἅγιο Ἰγνάτιο τὸν Θεοφόρο - Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος


 

Ξέσπασε κάποτε φοβερός πόλεμος ἐναντίον τῶν Ἐκκλησιῶν καί σάν φοβερότατη τυραννίδα ξαπλώθηκε στή γῆ καί ὅλοι ἁρπάζονταν μέσα ἀπό τήν ἀγορά, χωρίς καμιά κατηγορία, ἀλλ’ ἁπλῶς γιατί ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τήν πλάνη καί ἔτρεξαν πρός τήν εὐσέβεια, γιατί ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τή θρησκεία τῶν δαιμόνων, γιατί γνώρισαν τόν ἀληθινό Θεό καί προσκύνησαν τόν Μονογενῆ Υἱό Του· καί γιά ἐκεῖνα γιά τά ὁποῖα ἔπρεπε αὐτοί νά στεφανώνονται, νά θαυμάζονται καί νά τιμοῦνται, τώρα τιμωροῦνταν καί περιβάλλονταν ἀπό μύρια κακά ὅλοι ἐκεῖνοι πού δέχθηκαν τήν πίστη, καί πολύ περισσότερο οἱ προϊστάμενοι τῶν Ἐκκλησιῶν.

Διότι ὁ διάβολος, ὄντας κακοῦργος καί φοβερός στό νά μηχανορραφεῖ τέτοιες ἐπιβουλές, ἔλπισε ὅτι, ἐάν ἀφαιρέσει τούς ποιμένες, θά μπορέσει εὔκολα νά διασκορπίσει τά πρόβατα. Ὁ Θεός ὅμως πού συλλαμβάνει τούς σοφούς στήν πανουργία τους, θέλοντας νά δείξει σ’ αὐτόν, ὅτι δέν κυβερνοῦν τίς Ἐκκλησίες Του ἄνθρωποι, ἀλλ’ Αὐτός εἶναι Ἐκεῖνος πού ποιμαίνει παντοῦ ὅσους πιστεύουν σ’ Αὐτόν, ἐπέτρεψε νά γίνει αὐτό … γιατί ὁ Θεός εἶναι Ἐκεῖνος πού καθοδηγεῖ παντοῦ τίς Ἐκκλησίες, καί δέν εἶναι δυνατό ποτέ νά βγεῖ νικητής ἐκεῖνος πού πολεμᾶ τόν Θεό.

Καί δέν διέπραξε ὁ διάβολος αὐτό μόνο τό κακούργημα, ἀλλά καί ἄλλο ὄχι μικρότερο ἀπ’ αὐτό. Ὅτι δηλαδή, δέν ἄφηνε νά σφάζονται οἱ ἐπίσκοποι στίς πόλεις πού ἦταν προϊστάμενοι, ἀλλά τούς φόνευε ὁδηγώντας τους σέ ξένη πόλη. Καί αὐτό τό ἔκανε ἐπιδιώκοντας ἔτσι νά μείνουν ἔρημοι ἀπό φίλους καί συγχρόνως, ἐλπίζοντας νά τούς καταστήσει ἀσθενέστερους μέ τόν κόπο τῆς ὁδοιπορίας, πράγμα λοιπόν πού ἔκαμε καί στόν μακάριο αὐτόν ἱεράρχη. Διότι ἀπό τήν πόλη μας τόν φόνευσε στή Ρώμη, κάνοντάς του μακρότερη τήν ὁδοιπορία, καί ἐλπίζοντας –μέ τό μῆκος τῆς ὁδοῦ καί τό πλῆθος τῶν ἡμερῶν πού θά μεσολαβοῦσαν μέ τό ταξίδι– νά καταβάλει τό φρόνημά του, μή γνωρίζοντας ὅμως ὅτι, ἔχοντας αὐτός στήν τόσο μεγάλη ὁδοιπορία του συνοδοιπόρο καί συνταξιδιώτη τόν Ἰησοῦ, γινόταν πιό ἰσχυρός, παρεῖχε μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ πού ὑπῆρχε μαζί του καί σφυρηλατοῦσε ἔτσι περισσότερο τίς Ἐκκλησίες. Διότι οἱ πόλεις πού ὑπῆρχαν κατά μῆκος τῆς ὁδοῦ πού περνοῦσε, συντρέχοντας ἀπό παντοῦ, ἐνίσχυαν τόν ἀθλητή καί τόν προέπεμπαν μέ πολλά ἐφόδια, συναγωνιζόμενες μέ αὐτόν μέ τίς προσευχές καί τίς παρακλήσεις τους.

Ἀλλά καί αὐτές δέν δέχονταν μικρή παρηγοριά, βλέποντας τό μάρτυρα νά τρέχει πρός τό θάνατο μέ τόση μεγάλη προθυμία, μέ ὅση φυσικό ἦταν νά τρέχει ἐκεῖνος πού καλεῖται στά οὐράνια ἀνάκτορα. Καί ἀπό τά ἴδια τά ἔργα μάθαιναν –ἀπό τήν προθυμία δηλαδή ἐκείνου καί τήν ὑπερβολική χαρά– ὅτι δέν ἦταν θάνατος ἐκεῖνος πρός τόν ὁποῖο ἔτρεχε, ἀλλά κάποια ἀποδημία καί μετάθεση καί ἀνάβαση πρός τόν οὐρανό. Καί διδάσκοντας αὐτά σέ κάθε πόλη μέ τά λόγια καί μέ τά ἴδια τά ἔργα του ἀναχωροῦσε ἀπό ἐκεῖ.

Καί ἐκεῖνο πού συνέβηκε μέ τούς Ἰουδαίους, –ὅταν, δένοντας τόν Παῦλο καί στέλνοντάς τον στή Ρώμη, νόμιζαν ὅτι τόν στέλνουν στό θάνατο, στήν πραγματικότητα ὅμως τόν ἔστελναν διδάσκαλο στούς Ἰουδαίους πού κατοικοῦσαν ἐκεῖ– αὐτό λοιπόν συνέβη πολύ περισσότερο μέ τόν Ἰγνάτιο. Διότι καθίστατο διδάσκαλος θαυμάσιος ὄχι μόνο σ’ ἐκείνους πού κατοικοῦσαν στή Ρώμη, ἀλλά καί σ’ ὅλες τίς ἐνδιάμεσες πόλεις, πείθοντάς τους νά περιφρονοῦν τήν παροῦσα ζωή, νά μή θεωροῦν τίποτε τά βλεπόμενα, νά ἐπιθυμοῦν τά μελλοντικά καί ν’ ἀποβλέπουν πρός τόν οὐρανό, καί νά μή δίνουν σημασία γιά κανένα ἀπό τά κακά της παρούσας ζωῆς.

Διδάσκοντάς τους λοιπόν αὐτά καί περισσότερα ἀπ’ αὐτά μέ τά ἴδια τά ἔργα του καί παιδεύοντάς τους βάδιζε σάν κάποιος ἥλιος ἀνατέλλοντας ἀπό τήν ἀνατολή καί τρέχοντας πρός τή δύση· ἤ καλύτερα λαμπρότερος ἀπό ἥλιο. Διότι ὁ ἥλιος ἔτρεχε στόν οὐρανό, παρέχοντας αἰσθητό φῶς, ἐνῶ ὁ Ἰγνάτιος ἀντέλαμπε κάτω, ἐμβάλλοντας στίς ψυχές νοητό φῶς ἔνθεης διδασκαλίας. Καί ὁ ἥλιος, βέβαια, φθάνοντας στά μέρη τῆς δύσεως κρύβεται καί ἀμέσως φέρνει τή νύχτα, ἐνῶ αὐτός καταφθάνοντας στά μέρη τῆς δύσεως ἀνέτειλε ἐκεῖ λαμπρότερα, ἀφοῦ εὐεργέτησε ὑπερβολικά καί ὅλους ἐκείνους πού συνάντησε κατά μῆκος τῆς πορείας του, καί ὅταν ἔφθασε στήν πόλη, δίδαξε καί σ’ ἐκείνην τήν ὁδό τῆς εὐσέβειας.

Διότι γι’ αὐτό καί ὁ Θεός ἐπέτρεψε νά τερματίσει ἐκεῖ τή ζωή του, ὥστε ὁ θάνατός του νά γίνει διδάσκαλος εὐσέβειας σ’ ὅλους τούς κατοίκους τῆς Ρώμης. Διότι ἐσεῖς, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, δέν θά χρειαζόσασταν τότε καμιά ἀπόδειξη, ἐπειδή ἤσασταν ριζωμένοι στήν πίστη, ἐνῶ οἱ κάτοικοι τῆς Ρώμης, ἐπειδή τότε ὑπῆρχε ἐκεῖ πολλή ἀσέβεια, χρειάζονταν πολλή βοήθεια. Γι’ αὐτό καί ὁ Πέτρος καί ὁ Παῦλος καί μετά ἀπό ἐκείνους καί ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὅλοι θυσιάσθηκαν ἐκεῖ · καί ὁ ἕνας λόγος ἦταν, ἐπειδή εἶχε μολυνθεῖ ἡ πόλη μέ τά αἵματα τῶν εἰδώλων, νά τήν καθαρίσουν μέ τά δικά τους αἵματα, καί ὁ ἄλλος λόγος γιά νά τούς ἀποδείξουν ἔμπρακτα τήν ἀνάσταση τοῦ σταυρωθέντος Χριστοῦ, πείθοντας τούς κατοίκους τῆς Ρώμης, ὅτι δέν θά ἦταν δυνατό μέ τόση εὐχαρίστηση νά περιφρονήσουν τήν παροῦσα ζωή, ἐάν δέν ἦταν πάρα πολύ σίγουροι, ὅτι ἐπρόκειτο ν’ ἀνεβοῦν πρός τόν ἐσταυρωμένο Ἰησοῦ καί ὅτι θά Τόν δοῦν στούς οὐρανούς.

Πράγματι λοιπόν, ἀποτελεῖ μεγίστη ἀπόδειξη τό ὅτι ὁ Χριστός πού σφαγιάσθηκε ἐπέδειξε τόση μεγάλη δύναμη μετά τό θάνατό Του, ὥστε νά πείσει τούς ζωντανούς ἀνθρώπους νά περιφρονήσουν καί πατρίδα καί οἰκία καί φίλους καί συγγενεῖς καί τήν ἴδια τή ζωή τους γιά χάρη τῆς πίστεώς τους πρός Αὐτόν, καί νά προτιμήσουν, ἀντί τῶν εὐχάριστων τῆς παρούσας ζωῆς, μάστιγες, κινδύνους καί θάνατο. Καθόσον αὐτά δέν ἦταν κατορθώματα κάποιου νεκροῦ, οὔτε κάποιου πού ἔμεινε στόν τάφο, ἀλλά ἐκείνου πού ἀναστήθηκε καί ζεῖ. Διότι πῶς θά μποροῦσε νά δικαιολογηθεῖ τό ὅτι, ὅταν ζοῦσε ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι πού Τόν ἀκολουθοῦσαν ἀδύναμοι, ἐξαιτίας τοῦ φόβου, νά προδώσουν τόν διδάσκαλό τους, νά φύγουν καί ν’ ἀπομακρυνθοῦν ἀπό κοντά του, ὅταν ὅμως πέθανε, ὄχι μόνο ὁ Πέτρος ἀλλά καί ὁ Παῦλος, καί ὁ Ἰγνάτιος πού οὔτε κἄν τόν εἶχε δεῖ, οὔτε εἶχαν ἀπολαύσει τή συναναστροφή του, νά ἐπιδείξουν ὑπέρ αὐτοῦ τόση μεγάλη προθυμία, ὥστε καί τήν ἴδια τή ζωή τους νά θυσιάσουν γι’ Αὐτόν;

Γιά νά τά μάθουν λοιπόν αὐτά ἔμπρακτα ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς Ρώμης, ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά τελειώσει ὁ ἅγιος ἐκεῖ τή ζωή του. Καί ὅτι αὐτή εἶναι ἡ αἰτία, θά τό ἐπιβεβαιώσω αὐτό ἀπό τόν ἴδιο τόν τρόπο τοῦ θανάτου του. Διότι ἡ καταδικαστική ἀπόφαση δέν ὅριζε νά πεθάνει σέ βάραθρο ἔξω ἀπό τά τείχη, οὔτε στό δικαστήριο, οὔτε σέ κάποια γωνία, ἀλλά στό μέσο τοῦ θεάτρου. Καί, ἐνῶ ὅλη ἡ πόλη καθόταν ἐπάνω, ὁ ἅγιος ὑπέμεινε τό μαρτύριό του, καθώς τόν κατασπάρασαν τά θηρία, ὥστε, ἀφοῦ στήσει μπροστά στά μάτια ὅλων τό τρόπαιο κατά τοῦ διαβόλου, νά κάνει ζηλωτές τῶν ἀγωνισμάτων του ὅλους τούς θεατές, ὄχι μόνο πεθαίνοντας τόσο γενναῖα, ἀλλά πεθαίνοντας μέ εὐχαρίστηση. Ἔτσι, μέ εὐχαρίστηση ἔβλεπε τά θηρία, ὄχι σάν νά ἐπέκειτο ν’ φύγει ἀπό τή ζωή, ἀλλά σάν νά τόν καλοῦσαν πρός ζωή καλύτερη καί πνευματικότερη. Ἀπό ποῦ γίνεται αὐτό φανερό; Ἀπό τά λόγια πού εἶπε τή στιγμή πού ἐπρόκειτο νά πεθάνει. Διότι, ὅταν ἄκουσε, ὅτι αὐτός ὁ τρόπος τῆς τιμωρίας τόν ἀναμένει, ἔλεγε: «ἐγώ θά ὠφεληθῶ ἀπό τά θηρία ἐκεῖνα».

Τέτοιοι εἶναι ἐκεῖνοι πού εἶναι ἐρωτευμένοι ὅ,τι κι ἄν πάσχουν ὑπέρ ἐκείνων πού ἀγαποῦν, τό δέχονται μέ εὐχαρίστηση, καί τότε φαίνονται ὅτι εἶναι κυριευμένοι ἀπό τήν ἀγάπη, στίς δύσκολες περιστάσεις, πράγμα βέβαια πού συνέβηκε καί μ’ αὐτόν. Διότι ἔσπευδε νά μιμηθεῖ τούς Ἀποστόλους ὄχι μόνο στό θάνατο, ἀλλά καί στήν προθυμία, καί ἀκούοντας ὅτι ἐκεῖνοι μετά τό μαστίγωμα ἔφευγαν μέ χαρά, θέλησε καί αὐτός νά μιμηθεῖ τούς διδασκάλους, ὄχι μόνο ὡς πρός τό θάνατο, ἀλλά καί στή χαρά· γι’ αὐτό ἔλεγε, «θά ὠφεληθῶ ἀπό τά θηρία». Καί θεωροῦσε τά στόματα αὐτῶν πολύ πιό ἥμερα ἀπό τή γλώσσα τοῦ τυράννου, καί πολύ σωστά· διότι ἐκείνη ἡ γλώσσα τόν καλοῦσε πρός τή γέεννα, ἐνῶ τά στόματα τῶν θηρίων τόν ἔστελναν πρός τήν οὐράνια Βασιλεία

Ἀφοῦ λοιπόν τελείωσε ἐκεῖ τή ζωή του, ἤ καλύτερα, ἀφοῦ ἀνέβηκε στόν οὐρανό, ἐπέστρεψε στή συνέχεια ἐδῶ στεφανωμένος. Διότι κι αὐτό ὑπῆρξε καρπός τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ, τό νά τόν ἐπιστρέψει δηλαδή πάλι σ’ ἐμᾶς καί νά παραδώσει τόν μάρτυρα στίς πόλεις. Διότι ἡ Ρώμη δέχθηκε τό αἷμα πού ἔσταζε ἀπό τό σῶμα του, ἐνῶ σεῖς ἔχετε τιμηθεῖ μέ τό λείψανό του· ἀπολαύσατε ἐσεῖς τή φροντίδα του, ἀπόλαυσαν ἐκεῖνοι τό μαρτύριο· τόν εἶδαν ἐκεῖνοι ν’ ἀγωνίζεται καί νά νικᾶ καί νά στεφανώνεται, ἔχετε ἐσεῖς αὐτόν γιά πάντα· τόν ἀπομάκρυνε ὁ Θεός γιά λίγο χρόνο ἀπό κοντά σας καί σᾶς τόν χάρισε μέ περισσότερη δόξα. Καί ὅπως ἀκριβῶς ἐκεῖνοι πού δανείζονται χρήματα, ἀποδίδουν μέ τόκο τά χρήματα πού θά λάβουν, ἔτσι καί ὁ Θεός· ἀφοῦ γιά λίγο χρόνο τόν δανείσθηκε ἀπό σᾶς καί τόν ἔδειξε στήν πόλη ἐκείνη, σᾶς τόν ἐπέστρεψε μέ μεγαλύτερη λαμπρότητα.

Διότι ἀποστείλατε ἐπίσκοπο, καί δεχθήκατε μάρτυρα· τόν προπέμψατε μέ εὐχές, καί τόν δεχθήκατε μέ στεφάνια· καί ὄχι μόνο σεῖς, ἀλλά καί ὅλες οἱ ἐνδιάμεσες πόλεις. Διότι ποιά νομίζετε ὅτι ἦταν ἡ διάθεσή τους βλέποντας τό λείψανο νά ἐπιστρέφει; Πόση εὐχαρίστηση θά καρπώθηκαν; Πόση ἀγαλλίαση;

Μέ πόσες ἐπευφημίες θά περιέβαλαν ἀπό παντοῦ τόν στεφανωμένο; Διότι, ὅπως ἀκριβῶς συμπεριφέρεται κανείς πρός γενναῖο ἀθλητή πού καταπάλεψε ὅλους τούς ἀνταγωνιστές του καί βγῆκε ἀπό τό σκάμμα μέ λαμπρή δόξα, σηκώνοντας τόν ἀμέσως οἱ θεατές ψηλά δέν τόν ἀφήνουν οὔτε νά πατήσει ἐπάνω στή γῆ, καί τόν μεταφέρουν στό σπίτι του σηκωτό, καί τόν ἐγκωμιάζουν μέ μύρια ἐγκώμια, ἔτσι λοιπόν καί τόν ἅγιο ἐκεῖνον. Τότε καθώς τόν ὑποδέχονταν οἱ πόλεις ἡ μία μετά τήν ἄλλη τόν μετεφέραν ἐπάνω στούς ὤμους τους καί τόν προέπεμψαν μέχρι αὐτήν τήν πόλη, ἐγκωμιάζοντάς τον στεφανωμένο, ἐξυμνώντας τον ὡς ἀγωνοθέτη, περιγελώντας τόν διάβολο, διότι τό τέχνασμά του μετατράπηκε στό ἀντίθετο ἀπό ἐκεῖνο πού ἐπιδίωκε καί ἐκεῖνο πού νόμισε ὅτι θά κάνει κατά τοῦ μάρτυρα, αὐτό ἀπέβη στόν ἴδιο.

Καί τότε βέβαια, ὠφέλησε καί ἀνόρθωσε ὅλες ἐκεῖνες τίς πόλεις, ἀπό τότε ὅμως καί μέχρι σήμερα πλουτίζει τήν πόλη σας. Καί ὅπως ἀκριβῶς θησαυρός διαρκής, ἀντλούμενος καθημερινά καί μή ἐξαντλούμενος, κάνει πλουσιότερους ὅλους ἐκείνους πού μετέχουν στήν ἐξόρυξή του, ἔτσι λοιπόν καί ὁ μακάριος αὐτός Ἰγνάτιος ἐκείνους πού ἔρχονται πρός αὐτόν, γεμίζοντάς τους τούς ἀποστέλλει στά σπίτια τους μέ εὐλογίες, παρρησία, γενναῖο φρόνημα καί πολλή ἀνδρεία,.

Ἄς μήν ἐρχόμαστε λοιπόν πρός αὐτόν μόνο σήμερα, ἀλλά καί καθημερινά, ἀποκομίζοντας πνευματικούς καρπούς ἀπ’ αὐτόν. Εἶναι δυνατό ἐκεῖνος πού ἔρχεται ἐδῶ μέ πίστη νά καρπωθεῖ μεγάλα ἀγαθά· διότι ὄχι μόνο τά σώματα, ἀλλά καί οἱ ἴδιες οἱ λάρνακες τῶν ἁγίων εἶναι γεμάτες ἀπό πνευματική χάρη. Ἐάν δηλαδή αὐτό συνέβη στήν περίπτωση τοῦ Ἐλισαίου καί νεκρός πού ἄγγιξε τή λάρνακα ἔσπασε τά δεσμά τοῦ θανάτου καί ἐπανῆλθε πάλι στή ζωή, πολύ περισσότερο τώρα πού ἡ Χάρη εἶναι ἀφθονότερη, τώρα πού ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι περισσότερη, ὅποιος θά ἀγγίξει λάρνακα μέ πίστη θά λάβει πολλή δύναμη ἀπό ἐκεῖ. Γι’ αὐτό καί μᾶς ἄφησε ὁ Θεός τά λείψανα τῶν ἁγίων, θέλοντας νά μᾶς ὁδηγήσει στόν ἴδιο ζῆλο μέ ἐκείνους καί νά μᾶς προσφέρει κάποιο λιμάνι καί ἀσφαλῆ παρηγοριά γιά τά κακά πού μᾶς συμβαίνουν πάντοτε.

Γι’ αὐτό παρακαλῶ ὅλους σας, εἴτε κανείς διακατέχεται ἀπό ὑπερβολική λύπη, εἴτε εἶναι ἀσθενής, εἴτε διατελεῖ ὑπό βλαβερή ἐπενέργεια, εἴτε βρίσκεται κάτω ἀπό κάποια ἄλλη βιοτική κατάσταση, εἴτε σέ πλῆθος ἁμαρτιῶν, ἄς ἔλθει ἐδῶ μέ πίστη καί ὅλα ἐκεῖνα θά τά ἀπομακρύνει καί θά ἐπιστρέψει μέ πολλή εὐχαρίστηση, κάνοντας ἐλαφρότερη τή συνείδηση ἀπό τή θέα καί μόνον αὐτοῦ τοῦ λειψάνου· ἤ καλύτερα δέν πρέπει νά ἔρχονται ἐδῶ μόνο ἐκεῖνοι πού βρίσκονται σέ κακά, ἀλλά καί αὐτοί πού εἶναι χαρούμενοι, ἤ δοξασμένοι, εἴτε βρίσκονται σέ ἐξουσία, εἴτε ἔχουν μεγάλη παρρησία πρός τόν Θεό, καί αὐτοί νά μή περιφρονοῦν τήν ὠφέλεια πού θά προκύψει ἀπό τήν προσκύνηση τῶν ἁγίων Λειψάνων.

Διότι ἐρχόμενος κανείς ἐδῶ καί βλέποντας αὐτόν τόν ἅγιο θά διατηρήσει σταθερή τήν καλοσνη του, πείθοντας τή ψυχή του μέ τήν ἀνάμνηση τῶν κατορθωμάτων τοῦ Ἁγίου νά μετριοφρονεῖ, καί νά μήν ἀφήνει τή συνείδησή του νά ὑπερηφανεύεται ἀπό τά κατορθώματά του. Καί δέν εἶναι μικρό ἐκεῖνοι πού εὐημεροῦν νά μή ὑπερηφανεύονται γιά τήν εὐημερία τους, ἀλλά νά γνωρίζουν ν’ ἀντιμετωπίζουν τίς εὐημερίες μέ μετριοφροσύνη. Ὥστε σ’ ὅλους εἶναι χρήσιμος ὁ θησαυρός. Εῖναι χρήσιμη καταφυγή σ’ ἐκείνους πού διέπραξαν πταίσματα, γιά ν’ ἀπαλλαγοῦν ἀπό τούς πειρασμούς, ἐνῶ σ’ ἐκείνους πού εὐημεροῦν, τούς ἐνισχύει νά παραμείνουν σταθεροί στό καλό· ἐπίσης εὐεργετεῖ τούς ἀσθενεῖς ὥστε νά ξαναβροῦν τήν ὑγεία τους, ἐνῶ γιά τούς ὑγιεῖς, τούς βαηθάει νά μήν περιπέσουν σέ ἀσθένεια.

Ἀναλογιζόμενοι ὅλα αὐτά, ἄς προτιμοῦμε ἀπό κάθε εὐχαρίστηση καί μέ κάθε ἀπόλαυση τήν προσέλευση ἐδῶ, ὥστε συγχρόνως καί νά εὐφραινόμαστε καί ν’ ἀποκομίζουμε κέρδος, καί ἐκεῖ νά μπορέσουμε νά γίνουμε ὁμόσκηνοι καί ὁμοδίαιτοι μέ τούς ἁγίους αὐτούς, μέ τίς εὐχές τους, μέ τή Χάρη καί φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, μαζί μέ τόν Ὁποῖο στόν Πατέρα ἀνήκει ἡ δόξα καί συγχρόνως καί στό ἅγιο Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.

Ἀποσπάσματα ἀπό τόν ἐγκωμιαστικό λόγο στόν Ἅγιο Ἱερομάρτυρα Ἰγνάτιο τόν Θεοφόρου

Πηγή: imaik.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια: