«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2022

Πῶς νὰ εἶναι ὁ ἀληθὴς θεολόγος - Ὅσιος Δανιήλ Κατουνακιώτης

 


Ἐπιστολή πρός τόν φοιτητή Γεώργιο Παπαγεωργιάδη· γιά τό πῶς νά εἶναι ὁ ἀληθής θεολόγος 

Στόν ἀγαπητό μου κ. Γεώργιο, εὔχομαι ἀπό ψυχῆς 

Ἀφοῦ διεξῆλθα μέ ζωηρό ἐνδιαφέρον καί ἄπλετη πνευματική θυμηδία τό γενικό περιεχόμενο τῆς τελευταίας σου ἐπιστολῆς, πού εὑρίσκεται στά χέρια μου, καί ἀφοῦ διεπίστωσα τίς ἀγαθές σκέψεις καί τούς διαλογισμούς σου, πλήρεις συνέσεως  καί εὐλαβείας, ἐπήνεσα πάρα πολύ τήν σύνεσή σου, καταβρέχοντας τήν ἐπιστολή σου μέ πατρικά δάκρυα. 

Ἐπαινῶ, καθώς ἀξίζει, τόν χριστιανικό καί εὐαγγελικό ζῆλό σου καί τήν ἐπαγρύπνηση τήν ὁποίαν ἔχεις γιά τόν μελλοντικό σου βίο, περί τοῦ ὁποίου εὔχομαι καί πάντοτε θά εὔχομαι, ἄν καί ἀνάξιος, νά ἀποβῆ ἀποδοτικός καί σωτήριος. 

Ἔχεις δίκιο, ἀγαπητέ μου Γεώργιε, νά λυπεῖσαι πολύ, βλέποντας τή γενική ψυχρότητα καί ἀδιαφορία πού ἔχουν οἱ περισσότεροι Ἱεροσπουδαστές, διότι δέν ἀντιλαμβάνονται τό ὕψος τῆς ἀποστολῆς τους, τῆς ὁποίας ὁ σκοπός ὡς ἐπί τό πλεῖστον παραμορφώθηκε. Καί, ἐνῷ κατά κοινή ὁμολογία, ὅλες οἱ προσπάθειες τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καί τοῦ Γένους μας συμφωνοῦν πρός αὐτό καί τό κηρύττουν, ὅτι δηλαδή οἱ ἀπόφοιτοι Ἱεροσπουδαστές τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς πρέπει νά ἐργασθοῦν ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας καί νά ἀναφανοῦν καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα γνήσιοι ἀκόλουθοι πάνω στά ἴχνη τῶν διασήμων διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, ὅμως ἀπ’ ἐναντίας βλέπουμε μέ λύπη ὅτι παραβλέπεται ὁ κύριος σκοπός τοῦ προαναφερθέντος προορισμοῦ καί ἀντί γιά τό κέρδος τῶν καρπῶν τό ὁποῖο προσδοκοῦμε, συναντᾶμε ὅλα τά ἀντίθετα. 

Ἐάν μέ πολλή προσοχή καί διεισδυτική ἔρευνα ἐξετάσουμε ποῦ στηρίζεται ὁ κλάδος τῆς Θεολογίας καί πῶς πρέπει νά καταγίνεται μέ αὐτόν ἐκεῖνος πού πρόκειται νά θεολογήσει, θά δοῦμε μέ δέος καί, ταυτόχρονα, μέ ἔκπληξη ὅτι ὁ κλάδος αὐτός δέν στηρίζεται σέ κάποια ἁπλῆ φυσική ἐπιστήμη ἤ τέχνη, ἀλλά σέ κάποιο ἄλλο ἀντικείμενο [ἐρεύνης], τό ὁποῖο δωρίζεται μόνον σέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἐπέλεξαν τήν ἐνάρετη βιοτή καί σήκωσαν μέ μέγιστη αὐταπάρνηση τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ, γινόμενοι τύπος καί ὑπογραμμός γιά τούς λοιπούς Χριστιανούς καί τούς νεοφωτίστους. Ὄντας δέ τέτοιοι, ὀφείλουν νά ἐκριζώνουν ἀπό τόν ἑαυτό τους κάθε φιληδονία καί ἰδιοτέλεια καί νά ἐξασκοῦν κάθε εἶδος ἀρετῆς, ὥστε νά γίνουν ὄντως ἐκλεκτά σκεύη τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί νά ἀναφανοῦν εὐαγγελικοί φωστῆρες στόν ὁρίζοντα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. 

Χωρίς τά πλεονεκτήματα αὐτοῦ τοῦ εἴδους, εἶναι ἀδύνατον αὐτός πού θεολογεῖ νά ἐπιτύχει στήν ἀποστολή του καί νά μυηθεῖ στήν κατανόηση ὅσων διδάσκει. 

Ὅταν ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς ἀπέστειλε τούς Μαθητές Του στό θεῖο κήρυγμα καί Τούς ἐμπιστεύθηκε τήν ἀποστολή τους ὡς Θεολόγων, Τούς ἐπεσήμανε ρητῶς τά ἑξῆς: «Ἔτσι νά λάμψει τό φῶς σας μπροστά στούς ἀνθρώπους, ὥστε νά δοῦν τά καλά σας ἔργα ...» [12]. Εἶδες, ἀγαπητέ μου, «τά καλά ἔργα», λέγει. Καί πάλι σέ ἄλλο σημεῖο διακήρυξε: «Αὐτός πού μέ ἀγαπᾷ θά τηρήσει τίς ἐντολές μου καί σέ αὐτόν θά ἐμφανίσω τόν Ἑαυτόν μου» [13]. Συνεπῶς, δίχως τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός δέν μᾶς ἐμφανίζεται, καί καθώς δέν μᾶς ἐμφανίζεται, εἶναι ἀδύνατον νά θεολογήσει ἐπαξίως ἐκεῖνος πού θεολογεῖ, ἀκόμη κι ἄν εἶναι μύριες φορές σοφός. 

Μέ ἕνα λόγο, αὐτός πού προτίμησε τήν ἐκμάθηση τῆς Θεολογίας, ὀφείλει ἀπό καθῆκον νά ἐξασκεῖ τήν ὁδό τῆς ἀρετῆς, τήν ὁποίαν μελλοντικῶς θά διδάξει, καί νά ἀσκεῖ χωρίς παρέκκλιση τό ὑψηλό του ἐπάγγελμα, δίχως νά ἀποβλέπει οὔτε στήν ἐπίτευξη τῆς κούφιας ἀσήμαντης δόξας, οὔτε σέ κάποια κερδοσκοπικά μέσα, οὔτε στόν κορεσμό καί τήν ἱκανοποίηση τῶν παθῶν· καί τότε θά δεῖ τούς ἀειθαλεῖς καρπούς τού κηρύγματός του νά ὑπερπληθύνονται. Αὐτή τήν ταπεινή μου ἀντίληψη ἐπικυρώνει ἐπιπροσθέτως, ἄν δέν ἀπατῶμαι, ὄχι μόνον ἡ φύση τῶν πραγμάτων, ἀλλά καί ἡ φύση τῆς ἀληθείας, ἡ ὁποία καταδεικνύεται ἀπό τήν ἱστορική βιογραφία τῶν φωστήρων καί διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας. 

Ὅσον ἀφορᾷ δέ σέ κάποιους, ὀλιγάριθμους, οἱ ὁποῖοι πολιτεύονται εὐσυνειδήτως, οἱ ὁποῖοι ἔχουν μέν τήν διάθεση νά ἐργασθοῦν ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως λέγετε, ἀλλά, προσέχοντας τήν σημαντική ἀντίδραση ὅσων φρονοῦν ἀντίθετα, φοβοῦνται καί τρόπον τινά ἀπορρίπτουν τήν ἔναρξη τοῦ καλοῦ, φοβούμενοι καί ὑπολογίζοντας τήν πιθανότατη ἀσυμφωνία, δέ πρέπει γι΄ αὐτό νά δυσανασχετεῖτε καί νά λυγίζετε, διότι ὁ Πανάγαθος Θεός μέσῳ ὀλιγαρίθμων δούλων Του ἐκπληρώνει τίς ἀποφάσεις Του. 

Ἐάν, ἀγαπητέ μου, ἡ δομή τῆς Ἐκκλησίας ἦταν, ὅπως ἤδη εἴπαμε, φυσική καί ἐκυβερνᾶτο μέ φυσικές ἐπινοήσεις, τότε θά εἴχατε μέγα δίκιο νά στενοχωρεῖσθε καί νά διακατέχεσθε ἀπό ἀμηχανία καί λύπη. Ἀλλά ἐμεῖς βλέπουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ οὔτε στερεώθηκε ἀπό τά πολλά καί ἰσχυρά μέσα, οὔτε πτοήθηκε ἤ νικήθηκε ἀπό τίς ἀντιδράσεις τῶν ἀντιθέτων. 

Ποιός ἀπό τούς πιστούς καί εὐσεβεῖς ὑπηρέτες τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μπορεῖ νά ἀρνηθεῖ ὅτι ἡ Πίστη Του μέ παράδοξο τρόπο οἰκοδομήθηκε καί στερεώθηκε ἀπό δώδεκα ἀγράμματους, ἄοπλους, ἀπροστάτευτους, ἀδύνατους καί ἄπορους Ἀποστόλους καί Μαθητές; Αὐτοί ὄντας ἔτσι, μέ ποιά ὅπλα καί ἰσχυρά μέσα καί φυσικές δυνάμεις ἤ χρηματικούς πόρους νίκησαν ἰσχυρούς βασιλεῖς καί ἀτίθασους σατράπες καί ἐπέστρεψαν στή θεογνωσία ἀπειράριθμα ἔθνη; 

Ὅταν ὁ Προφήτης Δανιήλ σπούδαζε μαζί μέ τούς λοιπούς ὑποτρόφους τοῦ βασιλέως Ναβουχοδονόσορος, γιατί, ἐνῷ ὑπαγόταν στήν ἴδια μέ τούς συσπουδαστές του φιλοσοφική παιδεία, ἔγινε ὅμως σοφότερος ἀπό αὐτούς καί ἐπέλυσε τά δυσνόητα ὄνειρα τοῦ βασιλέως, τά ὁποῖα ἐκεῖνοι ἀγνοοῦσαν; Γιατί ἐπακολούθησε σέ αὐτόν ἡ τόσο πολλή δόξα; Τό γνωρίζουμε ὅλοι, ὅτι τοῦ προσετέθη, ὡς συνέπεια τῆς θεοσεβείας του καί τῆς ἐνάρετης πολιτείας του. 

Ἐπίσης, καί ὁ Μέγας Βασίλειος καί ὁ θεῖος Χρυσόστομος: μήπως καί αὐτοί φοιτώντας στή Σχολή καί σπουδάζοντας μαζί μέ ἀσεβεῖς δέν ἄκουγαν κάθε μέρα πάρα πολλά ἀσεβῆ καί παράνομα καί, τό χειρότερο, ὅτι καί οἱ διδάσκαλοί τους ἦταν εἰδωλολάτρες καί ἐπικούρειοι φιλόσοφοι; Ὅμως, ἀποβλέποντες στήν ὠφελιμότητα τῆς ἀληθοῦς χριστιανικῆς φιλοσοφίας καί διατηρώντας στενῶς τίς πατρικές παραδόσεις, ἔγιναν οἰκουμενικοί κήρυκες καί ἐγκωμιάζονται τώρα ἤδη ἀπό ὅλους ὑπερβολικῶς. 

Αὐτά ἔχοντας ὑπ΄ ὄψιν, ἀγαπητέ μου Γεώργιε, καί αὐτούς μιμούμενος σέ ὅλα, τρέχε τόν προκείμενον ἀγῶνα τῆς ἀρετῆς. Ὅλη ἡ στόχευσή σου νά εἶναι πῶς νά γίνεις εὐάρεστος στόν Θεό, καί νά ἀποκτήσεις μέσῳ τῆς εὐσυνειδησίας τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καί ἐν συνεχείᾳ θά παρουσιασθοῦν τά ἀγαθά πού ἀκολουθοῦν, χωρίς ἐμεῖς νά γνωρίζουμε τό πῶς. 

Καί ἀπό τώρα, ὅσο τό δυνατόν, νά δεικνύεις στερεή πίστη σέ ὅσα θέσπισε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, εἴτε μέσῳ τῶν Ἀποστολικῶν Κανόνων καί παραδόσεων, εἴτε μέσῳ τῶν Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων, μή παραδεχόμενος καθόλου τίς καινοτόμες θεωρίες τῶν νεωτέρων, οἱ ὁποῖοι ἀφοῦ ἀποχαιρέτισαν ἤδη ἀπό πολλοῦ καί τήν συνείδηση καί τήν πρός Θεόν ἀγάπη, διδάσκουν καινούργια δόγματα, σύμφωνα μέ τήν ἀρέσκειά τους, καί ἀντί νά στηρίξουν τούς πιστούς στήν εὐσέβεια, γίνονται ἀνατροπεῖς τοῦ θείου κηρύγματος καί τῆς εὐσεβείας. 

Νά συνεχίζεις μέ προθυμία τίς σπουδές σου, ἀποταμιεύοντας μέσα σου κάθε τι χρήσιμο καί ὠφέλιμο, ἀλλά τά ἔξωθεν εἰσαγόμενα φρονήματα νά τά ἀποφεύγεις ὡς θανατηφόρο δηλητήριο. 

Πρόσεχε βέβαια πάρα πολύ ἀπό τίς διαμάχες καί τίς φιλονεικίες ὅσων ἔχουν ἀντίθετα φρονήματα, διότι αὐτῶν χαρακτηριστικό εἶναι τό νά στηρίζουν τήν ἐσφαλμένη τους δοξασία πάνω σέ γελοῖα καί σοφιστικά ἐπιχειρήματα. Αὐτούς, σύμφωνα μέ τόν θεοκήρυκα Παῦλον, «μετά ἀπό πρώτη καί δευτέρα νουθεσία» [14] ἀπόφυγέ τους.  

Γιά νά φανερωθεῖς δέ ὡς γνήσιος ἀπόγονος καί ὀπαδός τῶν Μεγάλων Διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, ὀφείλεις καθημερινῶς νά διέρχεσαι μόνος σου καί τά ἱερά  συγγράμματα καί τίς ἠθικές διδασκαλίες τους, ἀλλά καί τίς ἑρμηνεῖες τους, τά ὁποῖα θά ἀναζωπυρώσουν τήν αἴσθησή σου καί θά σέ ἀναγάγουν σέ ὑψηλότερη σφαῖρα διανοητικῆς ἀναπτύξεως, ἡ ὁποία ἔρχεται καί προστίθεται στόν πιστό καί φιλόθεο ἄνθρωπο, ἀρρήτως καί μέ τρόπο ὑπέρλογο. 

 

Ὁ πνευματικός σου Πατήρ

Δανιήλ Μοναχός Κατουνακιώτης 

Στά Κατουνάκια τοῦ Ἁγίου Ὄρους τήν 23η Φεβρουαρίου 1902

 

Πηγή:  impantokratoros.gr/3CE0BA2E.el.aspx

Δεν υπάρχουν σχόλια: