18 Περιπατῶν δὲ παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς
Γαλιλαίας εἶδε δύο ἀδελφούς, Σίμωνα
τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ ᾿Ανδρέαν
τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, βάλλοντας
ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν
γὰρ ἁλιεῖς·
19 καὶ λέγει αὐτοῖς·
δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς
ἁλιεῖς ἀνθρώπων.
20 οἱ δὲ εὐθέως
ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ.
21 Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους
δύο ἀδελφούς, ᾿Ιάκωβον τὸν τοῦ
Ζεβεδαίου καὶ ᾿Ιωάννην τὸν ἀδελφὸν
αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου
τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ
δίκτυα αὐτῶν, καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς.
22 οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον
καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν
αὐτῷ.
23 Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν
Γαλιλαίαν ὁ ᾿Ιησοῦς διδάσκων ἐν ταῖς
συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ
εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων
πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν
τῷ λαῷ.
Πηγή: Καινὴ Διαθήκη, σελ. 14
... Οἱ τέσσερις ψαρᾶδες τῆς Γαλιλαίας, γιὰ τοὺς ὁποίους μιλάει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, στὴν πρόσκλησι τοῦ Χριστοῦ δὲν ἔφεραν καμμιὰ ἀντίρρησι. Ἔδειξαν μιὰ προθυμία ἀξιοθαύμαστη. Ὑπάκουσαν στὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ. Ὅλα τὰ ἄφησαν, καὶ δίκτυα καὶ πλοῖα καὶ φίλους καὶ συγγενεῖς καὶ ὅ,τι ἄλλο πρόσωπο ἤ πράγμα ἀγαποῦσαν στὸν κόσμο. Γι' αὐτοὺς ἔφτανε τὸ ὅτι θὰ ἔμεναν κοντὰ στὸν Χριστό. Πλοῦτος τους ὁ Χριστός. Ἀδελφός τους, φίλος τους, πατέρας τους ὁ Χριστός. Χαρά τους καὶ εὐτυχία τους ὁ Χριστός. Καὶ οἱ τέσσερις, ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι ὀκτὼ ποὺ κάλεσε ὁ Χριστός, ἔμειναν κοντά του, ἐκτός ἀπὸ ἕναν ποὺ τὸν πρόδωσε καὶ βρῆκε φρικτὸ τέλος. Ὅλοι πιστοὶ, ὅλοι ὑπάκουοι στὸν Χριστό. Ὑπάκουοι καὶ στὶς ἐντολές Του ἐκεῖνες, ποὺ τὸ μυαλὸ τοῦ ἀνθρώπου δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβῃ. Τί, ἦταν μικρὴ καὶ εὔκολη ἡ ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ ποὺ τοὺς ἔλεγε νὰ πᾶνε στὰ πέρατα τοῦ κόσμου καὶ νὰ κηρύξουν τὸ εὐαγγέλιο χωρὶς κοσμικὴ ὑποστήριξι; Κι ὅμως οἱ ἀπόστολοι ξεκίνησαν γιὰ νὰ ἐκτελέσουν τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἦταν σὰν πρόβατα μέσα σὲ κοπάδια πεινασμένων καὶ αἱμοβόρων λύκων. Καὶ ὅλοι βρῆκαν μαρτυρικὸ θάνατο. Φάνηκαν πιστοὶ καὶ ὑπάκουοι μέχρι θανάτου. Πῶς νὰ μὴ θαυμάσῃ κανεὶς τὴν ὑπακοή τους, τὴν παρρησία τους, τὴν ἀνδρεία καὶ αὐταπάρνησι τους, τὴν ἀπέραντη ἀγάπη καὶ ἀφοσίωσι τους στὸν Χριστό;
Ἀλλὰ κ' ἐμεῖς, ἀγαπητοί, εἴμαστε μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ. Εἴμαστε Χριστιανοί. Ἀπό τὴν ὥρα ποὺ βαφτιστήκαμε φύγαμε ἀπὸ τὸ βασίλειο τοῦ σατανᾶ καὶ γραφτήκαμε στὸν κατάλογο τῶν ἀκολοῦθων τοῦ Χριστοῦ. Δηλώσαμε μὲ τὸν ἀνάδοχό μας, ὅτι δὲν θὰ κάνουμε πιὰ τὸ θέλημα τοῦ σατανᾶ, ἀλλὰ θὰ κάνουμε τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Θέλημα δικό μας δὲν θὰ ἔχουμε. Τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ θὰ εἶνε παραπάνω ἀπὸ ὅλα τὰ θελήματα τὰ δικά μας καὶ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Ἀπόλυτη ὑπακοὴ στὸν Χριστὸ χρωστᾶμε. Γιατὶ ὅ,τι Ἐκεῖνος μᾶς διατάζει εἶνε γιὰ τὸ συμφέρον μας, τὸ αἰώνιο συμφέρον μας, καὶ ἀλλοίμονο ἂν δὲν ὑπακούσουμε καὶ δὲν ἐκτελέσουμε ὅτι μᾶς συμβουλεύει καὶ μᾶς διατάζει ὁ Χριστός.
Καὶ γεννιέται τὸ ἐρώτημα· Ὑπακούουμε οἱ σημερινοὶ χριστιανοὶ στὸν Χριστό; ...
Ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Καντιώτης
Πηγή: Κυριακή,Ἐπισκόπου Αὐγουστῖνου
Καντιώτου, σελ. 69 (ἀπόσπασμα)