«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Παρασκευή 23 Μαΐου 2014

Λόγος περὶ πίστεως (Β')- Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος

(συνέχεια ἀπὸ τὸ α' μέρος)

Καὶ ὠφελήθηκε βέβαια ἀπ' ὅλα ὅσα διάβασε, ὅμως τρία κεφάλαια μόνο ἐνσφήνωσε, ἂς πῶ ἔτσι, στὴν καρδιά του. Τὸ ἕνα ἔλεγε ἐπὶ λέξει: «Ἂν ζητᾶς τὴ θεραπεία τῆς ψυχῆς σου, ἐπιμελήσου τὴ συνείδησή σου, καὶ νὰ κάνεις ὅσα αὐτὴ σοῦ ὑποδεικνύει, καὶ θὰ βρεῖς ὠφέλεια».

Τὸ ἄλλο ἔλεγε: «Ὅποιος ζητᾶ τὶς ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προτοῦ νὰ ἐργαστεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, εἶναι παρόμοιος μὲ ἀγορασμένο δοῦλο, ὁ ὁποῖος  τὴν ἴδια ὥρα ποὺ ἀγοράστηκε ζητᾶ νὰ τοῦ δώσουν καὶ τὸ χαρτὶ τῆς ἀπελευθερώσεως».

Καὶ τὸ τρίτο ἔλεγε: «Ἐκεῖνος ποὺ προσεύχεται σωματικὰ καὶ δὲν ἀπέκτησε ἀκόμη γνώση πνευματική, εἶναι παρόμοιος μὲ τὸν τυφλὸ ποὺ φώναζε «Υἱὲ Δαβίδ, ἐλέησόν με» (Μαρκ. 10, 47-48· Λουκ. 18, 38-39). Ὅταν ὁ πρώην τυφλός ἔλαβε τὸ φῶς του καὶ εἶδε τὸν Κύριο, δὲν τὸν ὀνόμασε πλέον υἱὸ Δαβίδ, ἀλλὰ τὸν ὁμολόγησε Υἱὸ Θεοῦ κὰι τὸν προσκύνησε» (Ἰω. 9,38).

    Αὐτὰ λοιπὸν τὰ διάβασε ὁ νέος ἐκεῖνος καὶ τὰ θαύμασε, καὶ πίστεψε ὅτι μὲ τὴν ἐπιμέλεια τῆς συνειδήσεως θὰ βρεῖ ὠφέλεια καὶ μὲ τὴν ἐργασία τῶν ἐντολῶν θὰ δεχτεῖ συνειδητὰ τὴν ἐνέργια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μὲ τὴν χάρη Του θ' ἀνοίξουν τὰ νοερά του μάτια καὶ θὰ δεῖ τὸν Κύριο. 

Καὶ πληγωμένος ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἐπιθυμία τοῦ Κυρίου, ζητοῦσε πλέον τὸ Πρῶτο Κάλλος, τὸ ἀόρατο. Τίποτε ἄλλο ὅμως δὲν ἔκανε, καθὼς μὲ βεβαίωσε ὕστερα μὲ ὅρκους, παρὰ μόνο ἐκτελοῦσε κάθε βράδυ τὸ σύντομο κανόνα ποὺ τοῦ ὅρισε ὁ ἅγιος ἐκεῖνος γέρων, καὶ τότε πλάγιαζε καὶ κοιμόταν. 

Καὶ καθῶς ἡ συνείδηση τοῦ ἔλεγε: «Κάνε κι ἄλλες μετάνοιες, πρόσθεσε κι ἄλλους ψαλμούς, πὲς κι ἄλλο τὸ Κύριε ἐλέησον, ἀφοῦ μπορεῖς», αὐτὸς ὑπάκουε σ' αὐτὴν πρόθυμα κι ἀδίστακτα κι ἔτσι ἔπραττε, σὰν νὰ τὰ ἔλεγε ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Καὶ ἀπὸ τότε πλέον δὲν κοιμήθηκε ποτὲ μὲ τὴ συνείδηση νὰ τὸν ἐλέγχει καὶ νὰ λέει: «Αὐτὸ γιατί δὲν τὸ ἔκανες;».  Κι ἔτσι, ὑπακούοντας αὐτὸς χωρὶς παράλειψη στὴ συνείδησή του κι ἐκείνη προσθέτοντας μέρα μὲ τὴ μέρα περισσότερο, σὲ λίγες μέρες αὐξήθηκε πολὺ ἡ ἑσπερινὴ προσευχή του. 

Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἡμέρας εἶχε τὴν ἐπιστασία τοῦ σπιτιοῦ ὲνὸς πατρικίου κι εἶχε πολλὲς βιοτικὲς φροντίδες καὶ πήγαινε κάθε μέρα στὸ Παλάτι· ἔτσι κανεὶς δὲν ἀντιλήφθηκε ὅσα αὐτὸς ἔπραττε τὸ βράδυ. Ἀλλὰ κάθε βράδυ ἔτρεχαν τὰ μάτια του δάκρυα κι ἔκανε πολλὲς γονυκλισίες καὶ μετάνοιες καὶ ὅταν στεκόταν σὲ προσευχὴ εἶχε τὰ πόδια κολλημένα μεταξύ τους καὶ ἀκίνητα καὶ διάβαζε εὐχὲς στὴ Θεοτόκο μὲ πόνο καὶ στεναγμοὺς καὶ δάκρυα καί, σὰν νὰ ἦταν ὸ Κύριος παρὼν σωματικά, ἔτσι ἔπεφτε ἐμπρὸς στὰ ἄχραντα πόδια Του καὶ ὡς τυφλὸς τοῦ ζητοῦσε νὰ τὸν σπλαχνιστεῖ καὶ νὰ τοῦ χαρίσει τὸ φῶς τῶν ματιῶν τῆς ψυχῆς του.

Καὶ καθὼς πλήθαινε κάθε βράδυ ἡ προσευχή, κρατοῦσε ὣς τὰ μεσάνυχτα, κι ὅση ὥρα προσευχόταν, στεκόταν ὄρθιος σὰν κολόνα ἢ σὰν ἀσώματος, χωρὶς διόλου νὰ χαλαρώνει ἢ νὰ ραθυμεῖ ἢ ἔστω νὰ κινεῖ κανένα μέλος τοῦ σώματός του, μήτε τὰ μάτια του νὰ στρέψει ἢ νὰ τὰ σηκώσει. 

Ἕνα βράδυ λοιπόν, ποὺ ἦταν ὄρθιος κι ἔλεγε τὸ «Ὁ Θεὸς ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» μὲ τὸ νοῦ μᾶλλον παρὰ μὲ τὸ στόμα, ἔξαφνα φανερώθηκε πλούσια ἀπὸ ψηλὰ μιὰ ἔλλαμψη θεϊκὴ καὶ γέμισε ἀπὸ φῶς ὅλο τὸν τόπο καὶ ὁ νέος ἀγνόησε καὶ λησμόνησε ἂν βρισκόταν μέσα σὲ σπίτι ἢ ἂν ἦταν κάτω ἀπὸ στέγη, γιατὶ παντοῦ ἔβλεπε μόνο φῶς καὶ δὲν ἤξερε μήτε ἂν πατοῦσε στὴ γῆ. 

Οὔτε φόβο εἶχε μήπως πέσει, οὔτε καμιά φροντίδα τοῦ κόσμου, οὔτε τίποτε ἄλλο ἀπὸ ὅσα ταιριάζουν σὲ ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν σῶμα περνοῦσε ἀπὸ τὸ λογισμό του. Ἀλλὰ μένοντας τελείως μέσα στὸ ἄϋλο φῶς, τοῦ φαινόταν πὼς ἔγινε καὶ αὐτὸς φῶς καὶ λησμόνησε ὅλο τὸν κόσμο κι ἦταν ὅλος γεμάτος ἀπὸ δάκρυα κι ἀπὸ ἀνέκφραστη χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση.

Κι ὕστερα ἀπὸ τοῦτο ἀνέβηκε ὁ νοῦς του στὸν οὐρανὸ κι ἐκεῖ εἶδε ἄλλο φῶς λαμπρότερο ἀπὸ τὸ γύρω του· καὶ κοντὰ σ' ἐκεῖνο τὸ φῶς τοῦ φάνηκε νὰ στέκεται ὁ ἅγιος καὶ ἰσάγγελος ἐκεῖνος γέροντας ποῦ τοῦ ἔδωσε, ὅπως εἴπαμε, τὴν ἐντολὴ καὶ τὸ βιβλίο.      
(... συνεχίζεται στό γ' μέρος).  

Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος 


Νεοελληνικὴ ἀπόδοση: Ἀντώνιος Γ. Γαλίτης 
Πηγή: Φιλοκαλία, «Τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας», Τόμος Ε', σελ. 294-295.