«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Σάββατο 24 Μαΐου 2014

Λόγος περὶ πίστεως (Γ')- Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος

(συνέχεια ἀπὸ τὸ β' μέρος)

   Ἐγὼ λοιπόν, καθὼς τὰ ἄκουσα ἀπὸ τὸ νέο, σκέφτηκα ὅτι καὶ ἡ πρεσβεία τοῦ ἁγίου ἐκείνου θὰ εἶχε συνεργήσει πολὺ σὲ τοῦτο καὶ ὅτι ὁ Θεὸς πάλι θὰ οἰκονόμησε νὰ δείξει στὸ νέο σὲ ποιὸ ὕψος ἀρετῆς βρισκόταν ὁ ἅγιος ἐκεῖνος.

Ὅταν πέρασε αὐτὴ ἡ θεωρία καὶ ἦρθε πάλι στὸν ἑαυτό του ὁ νέος ἐκεῖνος, ὅπως ἔλεγε, ἦταν γεμάτος ἀπὸ χαρὰ καὶ θαυμασμὸ καὶ ἔκπληξη καὶ δάκρυζε ἀπὸ τὴν καρδιά του· καὶ μαζὶ μὲ τὰ δάκρυα ἀκολουθοῦσε καὶ μία γλυκύτητα. 

Τέλος, πλάγιασε νὰ κοιμηθεῖ καὶ τὴν ἴδια ὥρα λάλησε ὁ πετεινός, δείχνοντας τὴ μέση τῆς νύχτας· καὶ σὲ λίγο σήμαναν οἱ ἐκκλησίες γιὰ τὸν Ὄρθρο. Καὶ σηκώθηκε ὁ νέος γιὰ νὰ ψάλλει κατὰ τὴ συνήθειά του, χωρὶς νὰ σκεφτεῖ καθόλου τὸν ὕπνο ἐκείνη τὴ νύχτα.

   Αὐτὰ ἔγιναν ὅπως ὁ Θεὸς γνωρίζει, ὁ ὁποῖος καὶ τὰ πραγματοποίησε γιὰ λόγους ποὺ μόνο Ἐκεῖνος ξέρει, ἐνῶ ὁ νέος δὲν ἔκανε τίποτε περισσότερο ἀπὸ ὅσα ἀκούσατε, πλὴν εἶχε ὀρθὴ πίστη καὶ ἀδίστακτη ἐλπίδα. 

Καὶ μὴν πεῖ κανείς, πὼς ἐκεῖνος τὰ ἔκανε αὐτὰ γιὰ νὰ δοκιμάσει· γιατὶ αὐτὸς μήτε μὲ τὸ λογισμό του εἶπε μήτε κἂν σκέφτηκε κάτι τέτοιο - ἐπειδὴ ὅποιος δοκιμάζει ἢ πειράζει τὸν Θεό, δὲν ἔχει πίστη. 

Ἀλλὰ ἀπορρίπτοντας ὁ νέος ἐκεῖνος κάθε ἄλλον ἐμπαθὴ καὶ φιλήδονο λογισμό, φρόντιζε τόσο πολὺ -ὅπως ἔλεγε μὲ ὅρκο- νὰ πραγματοποιεῖ ἐκεῖνα ποὺ τοῦ ἔλεγε ἡ συνείδησή του. ὥστε σὲ ὅλα τὰ ἄλλα αἰσθητὰ πράγματα τοῦ κόσμου νὰ εἶναι σὰν ἀναίσθητος καὶ δὲν ἤθελε μήτε νὰ φάει ἤ νὰ πιεῖ ἡδονικὰ ἢ συχνότερα.

   Ἀκούσατε, ἀδελφοί μου, τί κατορθώνει ἡ πίστη στόν Θεό, ὅταν βεβαιώνεται μὲ τὰ ἔργα; Καταλάβατε πὼς μήτε ἡ νεότητα εἶναι ἀπορριπτέα, μήτε τὸ γῆρας ὠφέλιμο, ἂν λείπει ἡ σύνεση καὶ ὁ φοβος τοῦ Θεοῦ;  Μάθατε ὅτι μήτε ἡ παραμονὴ στὴν πόλη μᾶς ἐμποδίζει νὰ ἐργαστοῦμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἂν ἔχομε προθυμία καὶ ἐγρήγορση, μήτε ἡ ἡσυχία καὶ ἡ ἀναχώρηση ἀπὸ τὸν κόσμο μᾶς ὠφελοῦν ἂν βρισκόμαστε σὲ ραθυμία καὶ ἀμέλεια; 

Ὅλοι μας ἀκούμε τὸν Δαβὶδ καὶ θαυμάζομε καὶ λέμε ὅτι ἕνας Δαβὶδ ἔγινε καὶ ὄχι ἄλλος· καὶ νὰ ποὺ σὲ τοῦτο τὸ νέο συνέβη κάτι περισσότερο ἀπὸ τὸ Δαβίδ. Γιατὶ ὁ Δαβὶδ ἔλαβε τὴ μαρτυρία ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, χρίστηκε προφήτης καὶ βασιλιάς, ἔγινε μέτοχος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κι εἶχε λάβει πολλὲς ἀποδείξεις περὶ Θεοῦ. 

Ὅταν λοιπὸν ἁμάρτησε κι ἔχασε τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὸ ἀξίωμα τῆς προφητείας καὶ ἀποξενώθηκε ἀπὸ τὴ συναναστροφὴ τοῦ Θεοῦ, τί τὸ παράδοξο ποὺ τὰ ζήτησε πάλι, ὅταν ἔφερε στὸ νοῦ του τὴ χάρη ἀπὸ τὴν ὁποία ξέπεσε; 

Ὁ νέος ὅμως αὐτὸς τίποτε τέτοιο δὲν εἶχε σκεφτεῖ ποτέ, ἀλλὰ ἦταν προσηλωμένος μόνο στὰ κοσμικὰ πράγματα κι ἔβλεπε μόνο τὰ πρόσκαιρα καὶ ἡ διάνοιά του δὲν εἶχε φανταστεῖ τίποτε ἀνώτερο ἀπὸ τὰ γήινα· καὶ -τὶ θαυμαστὰ τὰ κρίματά Σου, Κύριε!- μόνο ἄκουσε γι' αὐτὰ κι εὐθὺς πίστεψε. 

Καὶ πόσο πολὺ πίστεψε, ὥστε νὰ παρουσιάσει καὶ ἔργα ποὺ ἁρμόζουν στὴν πίστη, μὲ τὰ ὁποῖα ἡ διάνοιά του πῆρε φτερὰ καὶ ἔφτασε στοὺς οὐρανοὺς κι ἔκανε τὴ Μητέρα τοῦ Χριστοῦ νὰ τὸν εὐσπλαχνιστεῖ καὶ μὲ τὴν πρεσβεία της ἐξιλέωσε τὸν Θεὸ καὶ κατέβασε ὣς αὐτὸν τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος· καὶ αὐτὴ τὸν δυνάμωσε νὰ φτάσει ὣς τὸν οὐρανὸ καὶ τὸν ἀξίωσε νὰ δεῖ φῶς, τὸ ὁποῖο ὅλοι τὸ ἐπιθυμοῦν μὰ πολὺ λίγοι τὸ πετυχαίνουν.    
(... συνεχίζεται στό δ' μέρος).  

Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος 


Νεοελληνικὴ ἀπόδοση: Ἀντώνιος Γ. Γαλίτης 

Πηγή: Φιλοκαλία, «Τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας», Τόμος Ε', σελ. 296-297.