Τὸ Πάσχα ἦταν ἀρχαιότατη ἰουδαϊκὴ γιορτὴ ποὺ τελοῦνταν τὴ νύχτα τῆς 14ης πρὸς τὴ 15η τοῦ μηνὸς Νισᾶν. Οἱ Ἰουδαῖοι γιόρταζαν τὴν ἀπελευθέρωσή τους ἀπὸ τὴν δουλεία τῶν Αἰγυπτίων
κατόπιν τῆς σφαγῆς τῶν πρωτότοκων τῶν Αἰγυπτίων, ἀπ’ τὴν ὁποία διέφυγαν
τὰ δικά τους πρωτότοκα χάρη στὸ αἷμα τοῦ ἀμνοῦ μὲ τὸ ὁποῖο ἄλειψαν τὶς
πόρτες τῶν σπιτιῶν τους.
Ἡ λέξη πάσχα ὑπενθυμίζει τὴ θαυμαστὴ διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θάλασσας ἀπὸ τοὺς Ἰσραηλῖτες καὶ γενικότερα τὴ διάβασή τους ἀπὸ τὴ δουλεία στὴν ἐλευθερία. Ὅμως τὰ γεγονότα ἐκεῖνα ἦταν συμβολικὰ καὶ προφητικά. Τὸ ἰουδαϊκὸ Πάσχα ἦταν τύπος τοῦ χριστιανικοῦ.
Ὁ πασχάλιος ἀμνὸς τῶν Ἰουδαίων ἦταν σύμβολο καὶ τύπος τοῦ ἀληθινοῦ πασχάλιου ἀμνοῦ, τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θυσιάστηκε γιὰ μᾶς καὶ μὲ τὸ αἷμα τοῦ ἐξαγόρασε τὴν ἐλευθερία μας ἀπὸ τὴν δουλεία τῆς ἁμαρτίας.
Κατὰ δὲ θεία οἰκονομία ἡ θυσία τοῦ Κυρίου συνέπεσε μὲ τὸ ἰουδαϊκὸ πάσχα, ποὺ ἐκεῖνο τὸ ἔτος ἔτυχε νὰ εἶναι Σάββατο. Ὁ Κύριος σταυρώθηκε καὶ πέθανε τὴν Παρασκευή, τὸ βράδυ ὅπου οἱ Ἰουδαῖοι ἔτρωγαν τὸν πασχάλιο ἀμνὸ καὶ ἀναστήθηκε μετὰ τὸ Σάββατο, δηλ. τὴν πρώτη μέρα τῆς ἑβδομάδας ἡ ὁποία γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ὀνομάστηκε Κυριακή.
Ἡ πασχαλινὴ ἀκολουθία εἶναι ἰδιαιτέρως λαμπρή. Ξεκινᾶ στὶς 12, μεσάνυχτα τοῦ Μ. Σαββάτου μὲ τὸν Ὄρθρο καὶ συνεχίζει μὲ τὴν θ. Λειτουργία.
Τὸ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα τελεῖται ὁ Ἑσπερινός της Ἀγάπης. Κατὰ τὴ διάρκειά του διαβάζεται ἡ εὐαγγελικὴ περικοπῆ ποὺ ἐξιστορεῖ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου στοὺς δώδεκα μαθητὲς τὴν ἡμέρα τῆς Ἀνάστασής Του.
Τὸ Εὐαγγέλιο αὐτὸ διαβάζεται σὲ ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερες γλῶσσες γιὰ νὰ κηρυχθεῖ σ’ ὅλα τὰ ἔθνη ὅτι «Χριστὸς ἐγερθεῖς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο. Αὐτῶ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν».
Ἡ λέξη πάσχα ὑπενθυμίζει τὴ θαυμαστὴ διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θάλασσας ἀπὸ τοὺς Ἰσραηλῖτες καὶ γενικότερα τὴ διάβασή τους ἀπὸ τὴ δουλεία στὴν ἐλευθερία. Ὅμως τὰ γεγονότα ἐκεῖνα ἦταν συμβολικὰ καὶ προφητικά. Τὸ ἰουδαϊκὸ Πάσχα ἦταν τύπος τοῦ χριστιανικοῦ.
Ὁ πασχάλιος ἀμνὸς τῶν Ἰουδαίων ἦταν σύμβολο καὶ τύπος τοῦ ἀληθινοῦ πασχάλιου ἀμνοῦ, τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θυσιάστηκε γιὰ μᾶς καὶ μὲ τὸ αἷμα τοῦ ἐξαγόρασε τὴν ἐλευθερία μας ἀπὸ τὴν δουλεία τῆς ἁμαρτίας.
Κατὰ δὲ θεία οἰκονομία ἡ θυσία τοῦ Κυρίου συνέπεσε μὲ τὸ ἰουδαϊκὸ πάσχα, ποὺ ἐκεῖνο τὸ ἔτος ἔτυχε νὰ εἶναι Σάββατο. Ὁ Κύριος σταυρώθηκε καὶ πέθανε τὴν Παρασκευή, τὸ βράδυ ὅπου οἱ Ἰουδαῖοι ἔτρωγαν τὸν πασχάλιο ἀμνὸ καὶ ἀναστήθηκε μετὰ τὸ Σάββατο, δηλ. τὴν πρώτη μέρα τῆς ἑβδομάδας ἡ ὁποία γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ὀνομάστηκε Κυριακή.
Ἡ πασχαλινὴ ἀκολουθία εἶναι ἰδιαιτέρως λαμπρή. Ξεκινᾶ στὶς 12, μεσάνυχτα τοῦ Μ. Σαββάτου μὲ τὸν Ὄρθρο καὶ συνεχίζει μὲ τὴν θ. Λειτουργία.
Τὸ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα τελεῖται ὁ Ἑσπερινός της Ἀγάπης. Κατὰ τὴ διάρκειά του διαβάζεται ἡ εὐαγγελικὴ περικοπῆ ποὺ ἐξιστορεῖ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου στοὺς δώδεκα μαθητὲς τὴν ἡμέρα τῆς Ἀνάστασής Του.
Τὸ Εὐαγγέλιο αὐτὸ διαβάζεται σὲ ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερες γλῶσσες γιὰ νὰ κηρυχθεῖ σ’ ὅλα τὰ ἔθνη ὅτι «Χριστὸς ἐγερθεῖς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο. Αὐτῶ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν».
Πηγή κειμένου: Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Άθηνῶν