Θέμα: Ἀπελπισία — Ἐλπίς.
Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἀπελπιζόμενος ἀπὸ τὴν βίαν τῶν κυμάτων βυθίζεται εἰς τὴν θάλασσαν. Ὁ αὐτὸς Ἀπόστολος ἐλπίζων εἰς τὸν Ἰησοῦν βαδίζει ἐπὶ τῆς θαλάσσης. Ἰδοὺ αἱ δύο εἰκόνες. Ἀπελπισία καὶ ἐλπίς. Μελετήσωμεν ἀμφοτέρας βάσει τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς καθημερινῆς ζωῆς.
1) Ἀπελπισία. Κατὰ τὸ Εὐαγγέλιον ἡ θάλασσα, τὰ κύματα, ἡ νύχτα εἶναι ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα εἵλκυσαν τὴν προσοχὴν τοῦ Ἀποστόλου ὅστις «ἰδὼν τὸν ἄνεμον ἐφοβήθη» καὶ ἀπέσυραν τὴν προσοχήν του ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἤρχισε νὰ καταποντίζεται. Εἰς τὴν ζωὴν μας θάλασσα εἶναι ὁ κόσμος, διότι εἶναι ρευστός, κύματα οἱ πειρασμοί του, νύχτα τὸ σκότος ποὺ προξενοῦν εἰς τὸν νοῦν ἡ ῥευστότης τῶν ἐγκοσμίων καὶ ἡ βιαιότης τῶν λογισμῶν ἡ ἐκ τῆς προσκαιρότητος τῶν ἐγκοσμίων προερχομένη. Ὅλα αὐτὰ ὁδηγοῦν εἰς τὴν ἀπελπισίαν, ὅταν καρφώσωμεν τὸν νοῦν μας εἰς αὐτά. Πράγματι! Ἔχασες κάτι που εἶχες; Σοῦ λείπει κάτι, τοῦ ὁποίου ἔχεις ἀνάγκην; Ἀμέσως τὰ κύματα τῶν λογισμῶν σοῦ σκοτίζουν τὸν νοῦν καὶ σὲ ὁδηγοῦν εἰς τὴν ἀπελπισίαν. Καὶ συγκεκριμένως˙ Ἔχασες ῥοῦχα, χρήματα, σπίτι τὰ ὁποῖα εἶχες καὶ δὲν ἔχεις νὰ φορέσῃς, νὰ οἰκονομηθῇς, νὰ στεγασθῇς καὶ ἀμέσως ἀπελπίζεσαι. Τί νὰ κάμω; Χάθηκα! Ἡ ὑγεία σου παρουσιάζει δέκατα. Σωρὸ αἱ ὑποψίαι σου διὰ τὸ εἶδος τῆς νόσου καὶ τὴν τύχην σου. Ἀπελπισία! Θὰ πεθάνω! Ἔχει ἀνάγκην νὰ ἀναπαυθῇ ἡ ψυχή σου, διότι εἶχες παιδί, εἰς τὸ ὁποῖον εἶχες δώσει ὅλην σου τὴν καρδιὰ καὶ τὤχασες. Τόσον σκοτίζεσαι καὶ ἀπελπίζεσαι,ὥστε ὅλα σοῦ φαίνονται μαῦρα !
Τὸ δηλητήριον τῆς ἀπελπισίας εἶναι τόσον διεισδυτικόν τοῦ ψυχικοῦ ὀργανισμοῦ, ὥστε προέρχεται καὶ ἐκ στερήσεων ἐλαχίστων καὶ πολλάκις ἁγιωτάτων. Ἔρχεται ἡ Τετάρτη, Παρασκευὴ καὶ πρόκειται νὰ νηστεύσῃς. Ἐλαφρὰ τις ἀπόγνωσις καταλαμβάνει τὴν ψυχήν σου. Τί θὰ φᾶμε;
Ἰδίως ὅμως ἡ ἀπελπισία ἔρχεται, ὅταν ἁμαρτία τὶς κόψῃ μικρὸ ἤ μεγάλο κομμάτι τῆς ψυχῆς σου. Ἠμάρτησα! χάθηκα! αὐτοκτονία! Μεγάλο σκοτάδι ἀκολουθεῖ πᾶσαν ἀπώλειαν σωματικὴν ἤ ψυχικήν, ἡ ὁποία ἄγει εἰς ἀπελπισίαν. Ἔχασες τὸ ῥοῦχο σου, τὸ σπίτι σου. Πόσον ἀνόητον εἶναι, ὅταν μαζὶ μὲ αὐτὰ χάνῃς τὴν ψυχήν σου, τὴν χαράν σου! Ποῖο ἀξίζει περισσότερο; Τὸ ῥουχό σου ἤ ἡ χαρά σου; Ἔχασες τὸ ἕνα. Διατὶ νὰ χάσῃς καὶ τὸ ἄλλο; Ἔχεις δέκατα καὶ ἀπελπίζεσαι. Μὲ τὴν στενοχώρια θὰ πέσουν τὰ δέκατα; Τοὐναντίον θὰ αὐξηθοῦν. Ἔχασες τὸ παιδί σου. Μὲ τὴν ἀπελπισία θὰ ξαναφέρῃς εἰς τὴν ζωὴν τὸ παιδί σου; Ὄχι, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ λυπεῖς μὲ τὴν ὑπέρμετρον λύπην σου καὶ τὸν ἑαυτόν σου φθείρεις. Ἐνῷ τὴν Πέμπτην τρώγεις χόρτα χωρὶς στενοχώρια, τὴν περίοδον τῆς κατοχῆς ἐπεθύμεις νὰ ἔχῃς ἄρτον, τώρα ἀπελπίζεσαι νὰ νηστεύσῃς μίαν Τετάρτην ἡ Παρασκευήν! Δὲν εἶναι ἐδῶ σκότος, διάβολος; Σκοτάδι κυρίως ἔχουν αὐτοί, οἱ ὁποῖοι, ἐπειδὴ ἠμάρτησαν ἰδίᾳ γυναῖκες, ἰδίᾳ εὐσεβεῖς ἰδίως εἰς σαρκικὰ ἁμαρτήματα, ἐπιθυμοῦν νὰ αὐτοκτονήσουν. Διορθώνεται ποτὲ τὸ ἕνα κακὸ διὰ τοῦ ἄλλου κακοῦ καὶ μάλιστα χειρότερου; Ὑπάρχει χειρότερον ἀπὸ τὴν ἀπόγνωσιν, τὴν αὐτοκτονίαν; Σὺ κόρη τὸν ἤκουσες μία ἤ δύο φορὲς καὶ ἠμάρτησες. Δὶ’ αὐτὸ πρέπει νὰ παραδώσῃς τὴν ψυχήν σου εἰς αὐτὸν γιὰ πάντα; Σκότος! Τί πρέπει; Ἐλπίς.
2) Ἐλπίς. Κατὰ τὸ Εὐαγγέλιον. Ὅταν ἀπέσυρεν ὁ Ἀπόστολος τὰ βλέμματά του ἀπὸ τὸν Χριστὸν καὶ ἐπρόσεχε τὰ κύματα, ἐβυθίζετο. Ὅταν ὅμως ἔστρεψε τὰ βλέμματά του, τὴν φωνήν του, τὴν ψυχὴν του εἰς τὸν Χριστόν, ἡ θάλασσα γίνεται ξηρά, τὰ κύματα σκαλοπάτια, ἵνα βαδίσῃ καὶ ἀναβῇ εἰς τὸν Χριστόν, ἡ δὲ νύκτα κάνει φωτεινοτέρους τοὺς ἀφροὺς τῶν κυμάτων, οἱ ὁποῖοι σὰν χυμένο φῶς εἰς τὰ πόδια τοῦ Ἀποστόλου ὁδηγοῦν αὐτὸν εἰς τὸ Μέγα Φῶς, τὸν Χριστόν. Τὸ αὐτὸ δύναται νὰ συμβῇ καὶ εἰς ἡμᾶς. Ὅταν τὸ βλέμμα μας, ἡ ψυχή μας, ἡ φωνὴ μᾶς στρέφωνται εἰς τὸν Χριστόν, ἡ ῥευστότης τῶν ἐπιγείων μας ἀνάβει περισσότερον τὴν λαχτάραν τῆς αἰωνιότητος τῶν οὐρανίων. Τὰ κύματα τῶν πειρασμῶν ὅσῳ μεγαλύτερα εἶναι, τόσῳ μεγαλύτερα σκαλοπάτια γίνονται διὰ νὰ ἀνέλθωμεν ἐπάνω καὶ αὐτὸ τὸ μάνιασμα καὶ τὸ ἄφρισμα τῶν πειρασμῶν γίνεται περισσότερον φῶς εἰς τὰ πόδια μας, ἵνα ἀνέλθωσιν εἰς τὸ μέγα Φῶς, τὸν Χριστόν!
Καὶ πράγματι! Ὅταν ἕνας εἶναι ἀσθενὴς ὄχι μόνον ἀπὸ δέκατα, ἀλλὰ ἀπὸ χρόνιαν νόσον καὶ στρέφῃ τὸ βλέμμα του, τὴν ἐλπίδα του εἰς τὸν Χριστόν, ἀποκτᾷ ψυχικὴν γαλήνην, ὅτε τὰ δέκατα θὰ πέσουν καὶ θὰ ἔλθῃ ἡ ὑγεία ἤ τὰ δέκατα θὰ ἀνεβοῦν καὶ θὰ ἔλθῃ ἡ αἰωνιότης. Ποῖος ἔχασε παιδὶ καὶ δὲν αἰσθάνεται περισσότερον τὴν αἰωνιότητα εἰς τὴν ὁποίαν μετέβη ὁ υἱός του; Διότι, ἐὰν μέχρι τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ του εὐσεβὴς ὤν ἔβλεπε μία φορὰ τὸν οὐρανόν, τώρα θὰ στρέφῃ τὸ βλέμμα του συχνότερα πρὸς τὰ ἄνω. Ἡ ἀπώλεια τοῦ παιδιοῦ, ὅταν ἐλπίζῃ τις εἰς τὸν Θεόν, γίνεται σκαλοπάτι διὰ τὰ ἄνω! Εἰς πόσους ἡ ἀπώλεια τοῦ προσφιλοῦς υἱοῦ δὲν ἔγινε φῶς διὰ νὰ ὁδηγηθοῦν εἰς τὸν Χριστόν; Ἡ διὰ τῆς νηστείας στέρησις εἰς πόσους πατέρας τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἔγινε μετὰ τῆς προσευχῆς ὄχι σκαλοπάτι, ἀλλὰ πτερὰ διὰ νὰ πετάξουν εἰς τὰ οὐράνια; Ἀλλὰ καὶ σὺ ὁ ὁποῖος ἠμάρτησες καὶ ἀπελπίζεσαι, ὅταν ἐλπίσῃς εἰς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, αὐτὴ ἡ πτῶσις σου θὰ γίνῃ σκαλοπάτι νὰ πετάξῃς εἰς τὸν οὐρανόν. Θὰ σοῦ γίνῃ μέγα φῶς, διότι θὰ αἰσθανθῇς, πόσον ὕπουλος εἶναι ἡ ἁμαρτία. Σὺ ὁ ὁποῖος ἠμάρτησες καὶ ἐντρέπεσαι καὶ φοβᾶσαι τὸν πνευματικὸν ὡς ἄγριον μὲ τὴν μάχαιραν ἕτοιμον ἀνὰ χεῖρας, ὅταν ἀνοίξῃς τὴν καρδιά σου, θὰ νοιώσῃς νὰ ἀνοίξουν τὰ οὐράνια. Πόρναι καὶ τελῶναι δὲν λέγει ὁ Κύριος προάγουσιν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ; Ἐὰν αὐτὰ τὰ μεγάλα κύματα γίνωνται σκαλοπάτια, πόσῳ ὀλίγον τὰ μικρὰ ἀτυχήματα θὰ ἐνοχλοῦν τὴν ἐλπίδα μας. Καὶ γενικῶς ὅ,τι ἔφερε πρὶν τὴν ἀπελπισίαν, διότι ἐβλέπαμε τὰ κύματα, τοὺς πειρασμοὺς καὶ ὄχι τὸν Χριστόν, θὰ φέρῃ τώρα τὴν ἐλπίδα, διότι βλέπομεν τὸν Χριστὸν καὶ ὄχι τὰ κύματα.
Ὁ Ἰούδας ἦτο Ἀπόστολος. Διότι ὅμως ἀπηλπίσθη ἐγένετο ὁ πλέον κατηραμένος. Ὁ λῃστὴς ἦτο κακοῦργος. Διότι ὅμως ἤλπισεν εἰς τὸν Χριστόν, εἰσῆλθε πρῶτος εἰς τὸν Παράδεισον. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἦτο κορυφαῖος καὶ ἔγινεν ἀρνητής. Μὴ ἀπελπισθείς, ἀλλὰ ἐλπίσας ἔγινε πάλιν κορυφαῖος! Ἰδοὺ ἡ ἀπελπισία, ἰδοὺ ἡ ἐλπίς. Ἰδοὺ ὁ βυθὸς τῆς θαλάσσης, ὅπου ἄγει ἡ ἀπελπισία. Ἰδοὺ ὁ οὐρανός, ὅπου ἄγει ἡ ἐλπὶς εἰς τὸν Χριστόν.
Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἀπελπιζόμενος ἀπὸ τὴν βίαν τῶν κυμάτων βυθίζεται εἰς τὴν θάλασσαν. Ὁ αὐτὸς Ἀπόστολος ἐλπίζων εἰς τὸν Ἰησοῦν βαδίζει ἐπὶ τῆς θαλάσσης. Ἰδοὺ αἱ δύο εἰκόνες. Ἀπελπισία καὶ ἐλπίς. Μελετήσωμεν ἀμφοτέρας βάσει τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς καθημερινῆς ζωῆς.
1) Ἀπελπισία. Κατὰ τὸ Εὐαγγέλιον ἡ θάλασσα, τὰ κύματα, ἡ νύχτα εἶναι ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα εἵλκυσαν τὴν προσοχὴν τοῦ Ἀποστόλου ὅστις «ἰδὼν τὸν ἄνεμον ἐφοβήθη» καὶ ἀπέσυραν τὴν προσοχήν του ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἤρχισε νὰ καταποντίζεται. Εἰς τὴν ζωὴν μας θάλασσα εἶναι ὁ κόσμος, διότι εἶναι ρευστός, κύματα οἱ πειρασμοί του, νύχτα τὸ σκότος ποὺ προξενοῦν εἰς τὸν νοῦν ἡ ῥευστότης τῶν ἐγκοσμίων καὶ ἡ βιαιότης τῶν λογισμῶν ἡ ἐκ τῆς προσκαιρότητος τῶν ἐγκοσμίων προερχομένη. Ὅλα αὐτὰ ὁδηγοῦν εἰς τὴν ἀπελπισίαν, ὅταν καρφώσωμεν τὸν νοῦν μας εἰς αὐτά. Πράγματι! Ἔχασες κάτι που εἶχες; Σοῦ λείπει κάτι, τοῦ ὁποίου ἔχεις ἀνάγκην; Ἀμέσως τὰ κύματα τῶν λογισμῶν σοῦ σκοτίζουν τὸν νοῦν καὶ σὲ ὁδηγοῦν εἰς τὴν ἀπελπισίαν. Καὶ συγκεκριμένως˙ Ἔχασες ῥοῦχα, χρήματα, σπίτι τὰ ὁποῖα εἶχες καὶ δὲν ἔχεις νὰ φορέσῃς, νὰ οἰκονομηθῇς, νὰ στεγασθῇς καὶ ἀμέσως ἀπελπίζεσαι. Τί νὰ κάμω; Χάθηκα! Ἡ ὑγεία σου παρουσιάζει δέκατα. Σωρὸ αἱ ὑποψίαι σου διὰ τὸ εἶδος τῆς νόσου καὶ τὴν τύχην σου. Ἀπελπισία! Θὰ πεθάνω! Ἔχει ἀνάγκην νὰ ἀναπαυθῇ ἡ ψυχή σου, διότι εἶχες παιδί, εἰς τὸ ὁποῖον εἶχες δώσει ὅλην σου τὴν καρδιὰ καὶ τὤχασες. Τόσον σκοτίζεσαι καὶ ἀπελπίζεσαι,ὥστε ὅλα σοῦ φαίνονται μαῦρα !
Τὸ δηλητήριον τῆς ἀπελπισίας εἶναι τόσον διεισδυτικόν τοῦ ψυχικοῦ ὀργανισμοῦ, ὥστε προέρχεται καὶ ἐκ στερήσεων ἐλαχίστων καὶ πολλάκις ἁγιωτάτων. Ἔρχεται ἡ Τετάρτη, Παρασκευὴ καὶ πρόκειται νὰ νηστεύσῃς. Ἐλαφρὰ τις ἀπόγνωσις καταλαμβάνει τὴν ψυχήν σου. Τί θὰ φᾶμε;
Ἰδίως ὅμως ἡ ἀπελπισία ἔρχεται, ὅταν ἁμαρτία τὶς κόψῃ μικρὸ ἤ μεγάλο κομμάτι τῆς ψυχῆς σου. Ἠμάρτησα! χάθηκα! αὐτοκτονία! Μεγάλο σκοτάδι ἀκολουθεῖ πᾶσαν ἀπώλειαν σωματικὴν ἤ ψυχικήν, ἡ ὁποία ἄγει εἰς ἀπελπισίαν. Ἔχασες τὸ ῥοῦχο σου, τὸ σπίτι σου. Πόσον ἀνόητον εἶναι, ὅταν μαζὶ μὲ αὐτὰ χάνῃς τὴν ψυχήν σου, τὴν χαράν σου! Ποῖο ἀξίζει περισσότερο; Τὸ ῥουχό σου ἤ ἡ χαρά σου; Ἔχασες τὸ ἕνα. Διατὶ νὰ χάσῃς καὶ τὸ ἄλλο; Ἔχεις δέκατα καὶ ἀπελπίζεσαι. Μὲ τὴν στενοχώρια θὰ πέσουν τὰ δέκατα; Τοὐναντίον θὰ αὐξηθοῦν. Ἔχασες τὸ παιδί σου. Μὲ τὴν ἀπελπισία θὰ ξαναφέρῃς εἰς τὴν ζωὴν τὸ παιδί σου; Ὄχι, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ λυπεῖς μὲ τὴν ὑπέρμετρον λύπην σου καὶ τὸν ἑαυτόν σου φθείρεις. Ἐνῷ τὴν Πέμπτην τρώγεις χόρτα χωρὶς στενοχώρια, τὴν περίοδον τῆς κατοχῆς ἐπεθύμεις νὰ ἔχῃς ἄρτον, τώρα ἀπελπίζεσαι νὰ νηστεύσῃς μίαν Τετάρτην ἡ Παρασκευήν! Δὲν εἶναι ἐδῶ σκότος, διάβολος; Σκοτάδι κυρίως ἔχουν αὐτοί, οἱ ὁποῖοι, ἐπειδὴ ἠμάρτησαν ἰδίᾳ γυναῖκες, ἰδίᾳ εὐσεβεῖς ἰδίως εἰς σαρκικὰ ἁμαρτήματα, ἐπιθυμοῦν νὰ αὐτοκτονήσουν. Διορθώνεται ποτὲ τὸ ἕνα κακὸ διὰ τοῦ ἄλλου κακοῦ καὶ μάλιστα χειρότερου; Ὑπάρχει χειρότερον ἀπὸ τὴν ἀπόγνωσιν, τὴν αὐτοκτονίαν; Σὺ κόρη τὸν ἤκουσες μία ἤ δύο φορὲς καὶ ἠμάρτησες. Δὶ’ αὐτὸ πρέπει νὰ παραδώσῃς τὴν ψυχήν σου εἰς αὐτὸν γιὰ πάντα; Σκότος! Τί πρέπει; Ἐλπίς.
2) Ἐλπίς. Κατὰ τὸ Εὐαγγέλιον. Ὅταν ἀπέσυρεν ὁ Ἀπόστολος τὰ βλέμματά του ἀπὸ τὸν Χριστὸν καὶ ἐπρόσεχε τὰ κύματα, ἐβυθίζετο. Ὅταν ὅμως ἔστρεψε τὰ βλέμματά του, τὴν φωνήν του, τὴν ψυχὴν του εἰς τὸν Χριστόν, ἡ θάλασσα γίνεται ξηρά, τὰ κύματα σκαλοπάτια, ἵνα βαδίσῃ καὶ ἀναβῇ εἰς τὸν Χριστόν, ἡ δὲ νύκτα κάνει φωτεινοτέρους τοὺς ἀφροὺς τῶν κυμάτων, οἱ ὁποῖοι σὰν χυμένο φῶς εἰς τὰ πόδια τοῦ Ἀποστόλου ὁδηγοῦν αὐτὸν εἰς τὸ Μέγα Φῶς, τὸν Χριστόν. Τὸ αὐτὸ δύναται νὰ συμβῇ καὶ εἰς ἡμᾶς. Ὅταν τὸ βλέμμα μας, ἡ ψυχή μας, ἡ φωνὴ μᾶς στρέφωνται εἰς τὸν Χριστόν, ἡ ῥευστότης τῶν ἐπιγείων μας ἀνάβει περισσότερον τὴν λαχτάραν τῆς αἰωνιότητος τῶν οὐρανίων. Τὰ κύματα τῶν πειρασμῶν ὅσῳ μεγαλύτερα εἶναι, τόσῳ μεγαλύτερα σκαλοπάτια γίνονται διὰ νὰ ἀνέλθωμεν ἐπάνω καὶ αὐτὸ τὸ μάνιασμα καὶ τὸ ἄφρισμα τῶν πειρασμῶν γίνεται περισσότερον φῶς εἰς τὰ πόδια μας, ἵνα ἀνέλθωσιν εἰς τὸ μέγα Φῶς, τὸν Χριστόν!
Καὶ πράγματι! Ὅταν ἕνας εἶναι ἀσθενὴς ὄχι μόνον ἀπὸ δέκατα, ἀλλὰ ἀπὸ χρόνιαν νόσον καὶ στρέφῃ τὸ βλέμμα του, τὴν ἐλπίδα του εἰς τὸν Χριστόν, ἀποκτᾷ ψυχικὴν γαλήνην, ὅτε τὰ δέκατα θὰ πέσουν καὶ θὰ ἔλθῃ ἡ ὑγεία ἤ τὰ δέκατα θὰ ἀνεβοῦν καὶ θὰ ἔλθῃ ἡ αἰωνιότης. Ποῖος ἔχασε παιδὶ καὶ δὲν αἰσθάνεται περισσότερον τὴν αἰωνιότητα εἰς τὴν ὁποίαν μετέβη ὁ υἱός του; Διότι, ἐὰν μέχρι τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ του εὐσεβὴς ὤν ἔβλεπε μία φορὰ τὸν οὐρανόν, τώρα θὰ στρέφῃ τὸ βλέμμα του συχνότερα πρὸς τὰ ἄνω. Ἡ ἀπώλεια τοῦ παιδιοῦ, ὅταν ἐλπίζῃ τις εἰς τὸν Θεόν, γίνεται σκαλοπάτι διὰ τὰ ἄνω! Εἰς πόσους ἡ ἀπώλεια τοῦ προσφιλοῦς υἱοῦ δὲν ἔγινε φῶς διὰ νὰ ὁδηγηθοῦν εἰς τὸν Χριστόν; Ἡ διὰ τῆς νηστείας στέρησις εἰς πόσους πατέρας τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἔγινε μετὰ τῆς προσευχῆς ὄχι σκαλοπάτι, ἀλλὰ πτερὰ διὰ νὰ πετάξουν εἰς τὰ οὐράνια; Ἀλλὰ καὶ σὺ ὁ ὁποῖος ἠμάρτησες καὶ ἀπελπίζεσαι, ὅταν ἐλπίσῃς εἰς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, αὐτὴ ἡ πτῶσις σου θὰ γίνῃ σκαλοπάτι νὰ πετάξῃς εἰς τὸν οὐρανόν. Θὰ σοῦ γίνῃ μέγα φῶς, διότι θὰ αἰσθανθῇς, πόσον ὕπουλος εἶναι ἡ ἁμαρτία. Σὺ ὁ ὁποῖος ἠμάρτησες καὶ ἐντρέπεσαι καὶ φοβᾶσαι τὸν πνευματικὸν ὡς ἄγριον μὲ τὴν μάχαιραν ἕτοιμον ἀνὰ χεῖρας, ὅταν ἀνοίξῃς τὴν καρδιά σου, θὰ νοιώσῃς νὰ ἀνοίξουν τὰ οὐράνια. Πόρναι καὶ τελῶναι δὲν λέγει ὁ Κύριος προάγουσιν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ; Ἐὰν αὐτὰ τὰ μεγάλα κύματα γίνωνται σκαλοπάτια, πόσῳ ὀλίγον τὰ μικρὰ ἀτυχήματα θὰ ἐνοχλοῦν τὴν ἐλπίδα μας. Καὶ γενικῶς ὅ,τι ἔφερε πρὶν τὴν ἀπελπισίαν, διότι ἐβλέπαμε τὰ κύματα, τοὺς πειρασμοὺς καὶ ὄχι τὸν Χριστόν, θὰ φέρῃ τώρα τὴν ἐλπίδα, διότι βλέπομεν τὸν Χριστὸν καὶ ὄχι τὰ κύματα.
Ὁ Ἰούδας ἦτο Ἀπόστολος. Διότι ὅμως ἀπηλπίσθη ἐγένετο ὁ πλέον κατηραμένος. Ὁ λῃστὴς ἦτο κακοῦργος. Διότι ὅμως ἤλπισεν εἰς τὸν Χριστόν, εἰσῆλθε πρῶτος εἰς τὸν Παράδεισον. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἦτο κορυφαῖος καὶ ἔγινεν ἀρνητής. Μὴ ἀπελπισθείς, ἀλλὰ ἐλπίσας ἔγινε πάλιν κορυφαῖος! Ἰδοὺ ἡ ἀπελπισία, ἰδοὺ ἡ ἐλπίς. Ἰδοὺ ὁ βυθὸς τῆς θαλάσσης, ὅπου ἄγει ἡ ἀπελπισία. Ἰδοὺ ὁ οὐρανός, ὅπου ἄγει ἡ ἐλπὶς εἰς τὸν Χριστόν.
π. Ἰωὴλ Γιαννακόπουλος
Πηγή: agiazoni.gr