Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυρας Γεώργιος καταγόταν
ἀπὸ τὴν Κύπρο. Ἀφοῦ ἀναχώρησε ἀπό
τὴν πατρίδα του ἔφθασε στὴν Πτολεμαΐδα
τῆς Παλαιστίνης (σημερινή Ἄκκρα), ὅπου
ὑπηρετοῦσε κοντὰ σὲ κάποιο εὐρωπαῖο
πρόξενο. Ἐκεῖ, προσφέροντας τὶς
ὑπηρεσίες του πρὸς τὸν ἀφέντη του,
ἐπισκεπτόταν συχνὰ τὸ σπίτι μιᾶς
φτωχῆς μωαμεθανῆς, ἡ ὁποία εἶχε μια
νεαρή θυγατέρα καὶ ἀγόραζε αὐγά.
Κάποιες τουρκᾶλες γειτόνισσες, ἐπειδὴ
ὁ Γεώργιος δὲν ἀγόραζε αὐγὰ ἀπὸ
αὐτές, τὸν συκοφάντησαν ὅτι εἶχε
ἀθέμιτες σχέσεις μὲ τὴ νεαρὴ μωαμεθανὴ
καὶ μὲ κραυγὲς συγκέντρωσαν μπροστὰ
στὸ σπίτι τῆς μωαμεθανῆς τὸν τουρκικὸ
ὅχλο.
Ὁ Γεώργιος, διαμαρτυρόμενος
γιὰ τὴν προσαπτόμενη ψευδὴ κατηγορία,
ὁδηγήθηκε βίαια στὸν ἱεροδικαστή.
Ἐκεῖνος μάταια προσπάθησε νὰ τὸν
πείσει νὰ γίνει μουσουλμάνος πρὸς
ἀποφυγὴν τῆς τιμωρίας. Παρὰ τὶς
προσπάθειες τοῦ κριτή καὶ τὶς κολακεῖες
ἢ φοβέρες τοῦ ὅχλου, ὁ Μάρτυρας
παρέμεινε ἀμετάθετος στὴν πίστη,
δηλώνοντας ὅτι Χριστιανὸς γεννήθηκε
καὶ Χριστιανὸς θέλει νά πεθάνει.
Τότε
ὁ κριτής διέταξε, τὸ ἔτος 1752 μ.Χ., τὸν
θάνατό του. Ὁ Μάρτυρας Γεώργιος ὁδηγήθηκε
σὲ τόπο κοντὰ στὴν θάλασσα. Οἱ δήμιοι
ἀνάγνωσαν τὴν καταδίκη του σὲ θάνατο
καὶ προσπάθησαν πάλι μὲ κολακεῖες καὶ
ὑποσχέσεις νὰ ἐπιτύχουν τὸν ἐξισλαμισμό
του. Ὁ Μάρτυς ὕψωσε τότε τὰ ἀλυσοδεμένα
χέρια του στὸν οὐρανὸ καὶ ἀνεβόησε
μὲ φωνὴ μεγάλη: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ,
δέξαι τὸ πνεῦμα μου καὶ ἀξίωσέ με τῆς
Βασιλείας Σου». Οἱ Τούρκοι τὸν πυροβόλησαν
καὶ ὁρμώντας ἐναντίον του διαμέλισαν
τὸ τίμιο λείψανό του διὰ μαχαίρας. Τότε
ξαφνικὰ ἔγινε θύελλα, ποὺ συντάραξε
τὴν θάλασσα. Τὰ κύματα ἔφθασαν μέχρι
τὸ σημεῖο ὅπου ἔκειτο τὸ ἱερὸ λείψανο
του Ἁγίου. Οἱ Τούρκοι φοβούμενοι
ἀπομακρύνθηκαν, οἱ δὲ Χριστιανοὶ
παρέλαβαν τὸ σκήνωμα τοῦ Μάρτυρος καὶ
ἐνταφίασαν αὐτὸ στὸ ναὸ τῆς
Πτολεμαΐδος.
Στὶς 13 Ἀπριλίου 1967 μ.Χ. τὰ σεπτὰ λείψανα τοῦ νεομάρτυρα μεταφέρθηκαν μὲ τιμὴ στὴ Λευκωσία τῆς Κύπρου καὶ τοποθετήθηκαν στὸν Καθεδρικό Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου.
Πηγή: ἐδῶ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου