Θεωρῶ ὅτι πρωταρχική θετική συνέπεια τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς εἶναι ἡ ἐπαλήθευση τοῦ Ἀποκαλυπτικοῦ λόγου τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη, τόσο γιά τά δεινά καί τόν ἀφανισμό τῆς Σμύρνης, ὅσο καί γιά τήν πραγματοποίηση τῆς προφητείας στό πρόσωπο τοῦ μεγαλομάρτυρα Χρυσοστόμου, τοῦ ἀχειροποίητου θρόνου στήν ψυχή τῆς Ἑλλάδας, ὅπως ἔγραψε ὁ καθηγητής καί Πρύτανης Λεωνίδας Φιλιππίδης. Διαβάζω ἀπό τόν Ἰωάννη: «Γίνου πιστός ἄχρι θανάτου, καί δώσω σοί τόν στέφανον τῆς ζωῆς». Κράτα τήν πίστη σου, ἀκόμη κι ἄν σοῦ στοιχίσει τή ζωή, κι ἐγώ θά σοῦ δώσω σάν στεφάνι τῆς νίκης τήν αἰώνια ζωή. «Μηδέν φοβοῦ ἅ μέλλεις πάσχειν». Μή φοβᾶσαι καθόλου γιά ὅσα σοῦ μέλλεται νά πάθεις. Προηγήθηκε, λοιπόν, τό μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου, Ἐπισκόπου Σμύρνης, καί ἀκολούθησε τελευταῖα τό μαρτύριο τοῦ Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος ἦταν ἕτοιμος γι΄αὐτό, ἀφοῦ προτοῦ παρουσιαστεῖ, ὅπως τόν διατάξανε, στόν στρατιωτικό διοικητή Νουρεντίν πασά, εἶχε ἀνοίξει τό Εὐαγγέλιο καί διάβαζε ἀπό τό Κατά Ἰωάννην τό κεφάλαιο τῆς προσαγωγῆς τοῦ Ἰησοῦ στόν Πιλάτο.
«Τότε, λοιπόν, ὁ Πιλάτος παρέδωσε τόν Ἰησοῦν στούς στρατιῶτες του καί διέταξε καί τόν μαστίγωσαν καί ἔπλεξαν ἀπό ἀγκάθια στεφάνι καί τό ἔβαλαν στό κεφάλι του καί τοῦ καταφέρανε ραπίσματα». Τό Εὐαγγέλιο ἀνοιχτό στή σελίδα αὐτή βρέθηκε στό Μητροπολιτικό γραφεῖο τοῦ Χρυσοστόμου. Τό διέσωσε ὁ πιστός του κλητήρας καί τό παρέδωσε στόν ἀνεψιό τοῦ Ἐθνομάρτυρα Χρυσόστομο Καβουνίδη (Χρ. Σολομωνίδης).
Κατά τόν Εὐαγγελιστή οἱ θλίψεις τῆς ἐκκλησίας στή Σμύρνη θά γίνουν ἔντονες, κάποιοι ἀπό τούς Χριστιανούς θά φυλακιστοῦν. Τά ἡγετικά ἴσως στελέχη θά φυλακιστοῦν βάσει καταγγελιῶν γιά ἐχθρικές ἐνέργειες κατά τοῦ κράτους. Θά εἶναι σύντομος ὁ χρόνος τῆς δοκιμασίας (ἑρμηνεύει ὁ Ἀγουρίδης).
Ὁ Χρυσόστομος, στίς 27 Αὐγούστου τοῦ ‘22, μπροστά στήν ὡραία πύλη, λέγει στούς ἐκκλησιαζόμενους: «Ἡ θεία πρόνοια δοκιμάζει τήν πίστη μας καί τό θάρρος μας καί τήν ὑπομονή μας τήν ὥρα αὐτή» καί ἀκολούθησε ὁ διαμελισμός τοῦ μάρτυρα, ὡς εὐαγγελική σκηνή τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου (1929, Σπύρ. Λοβέρδος).
Καί ἡ Ἑλλάδα, διχασμένη ἀπό τή σφοδρή ἀντιδικία τῶν ἐτῶν 1915-1917, ἔσκιζε τίς σάρκες της καί ὁ Τουρκικός στρατός, τό 1921 στό Σαγγάριο, βοηθούμενος ἀπό τούς Μεγάλους «Συμμάχους», ὁδηγοῦσε στήν τελευταία πράξη τοῦ δράματος. Ὁ Ἄπ. Παῦλος, ὅμως, εἶχε προειδοποιήσει «Σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, νά προσέχετε ἐκείνους πού δημιουργοῦν διχόνοιες καί σκάνδαλα καί ἀπομακρυνθεῖτε ἀπ’ αὐτούς, γιατί οἱ τέτοιοι ἄνθρωποι δέν εἶναι τοῦ Κυρίου, ἀλλά εἶναι δοῦλοι τῶν δικῶν τους ἐπιθυμιῶν καί μέ τά γλυκά καί ὡραῖα τους λόγια ἐξαπατοῦν τίς καρδιές τῶν ἀθώων». Καί ἡ ἐπίσημη ἱστορία στρατοῦ ἐπιβεβαιώνει τήν ἐξαπάτηση τῶν ἀθώων. Γράφει:
«Ἡ Ἑλληνική ἀποστολή στή Σμύρνη ὑπῆρξεν ἀπόφασις ληφθεῖσα ὑπό τῶν Συμμάχων πρός ἐξυπηρέτησιν σκοπῶν ἀσχέτων πρός τήν Ἑλλάδα» (Ὁ Ἑλληνικός Στρατός εἰς Σμύρνην). Μπήκαμε δηλαδή στή Σμύρνη μέ ἐλπίδες ἀπελευθέρωσης καί βγάλαμε ἀπελπισμένους πρόσφυγες. Ὁ Γάλλος Ντριῶ, γνωστός διπλωμάτης καί ἱστορικός, γράφει γιά τή Διάσκεψη εἰρήνης στό Παρίσι, τό Φεβρουάριο τοῦ 1919, ὅτι «τά σήμαντρα τῆς Ἁγιασοφιᾶς θά ἄρχιζαν νά χτυποῦνε μόνα τους, ἄν δέν τά κρατοῦσαν….» (Ποιοί; ἀποσιωπητικά) οἱ Ἕλληνες βέβαια ἀντιπρόσωποι πού ἦταν βουβοί ἐκεῖ μέσα».
Ἡ Ἑλλάδα τῶν δυό ἠπείρων καί τῶν πέντε θαλασσῶν, δηλαδή Εὐρώπης καί Ἀσίας καί Αἰγαίου, Ἰονίου, Μεσογείου, Εὐξείνου Πόντου καί Προποντίδος, ἔπεσε ἔξω μέ τήν κατάρρευση τοῦ Μικρασιατικοῦ μετώπου. Ἀλλά ἐκεῖνο πού ὅλη αὐτή ἡ περιπέτεια τῆς ἄφησε, τῆς Ἑλλάδας δηλαδή, καί πού αὐτό δέν ἀνταλλάσσεται μέ ἀντιπαροχές εἶναι δυό ὕψιστες παρακαταθῆκες τῆς ἐκκλησιαστικῆς καί τῆς στρατιωτικῆς ἡγεσίας. Ἡ μία προέρχεται ἀπό τόν Ἱεράρχη πού ἀρνήθηκε νά φύγει γιά νά σωθεῖ, λέγοντας στόν Ρωμαιοκαθολικό ἀρχιεπίσκοπο, πού τοῦ πρότεινε φυγή γιά νά σωθεῖ ὅτι «Παράδοση τοῦ Ἑλληνικοῦ κλήρου, ἀλλά καί καθῆκον τοῦ καλοῦ ποιμένος εἶναι νά παραμείνει μέ τό ποίμνιό του» καί ἡ ἄλλη παρακαταθήκη προέρχεται ἀπό τόν ἄξιο Ἕλληνα Ὑπουργό Δημ. Γούναρη, πού, ἐνῶ ἀντιμετώπιζε τήν ποινή θανάτου, ὅταν ὁ Ὑπουργός Ναυτιλίας Γούδας τοῦ εἶπε νά φύγουν στό ἐξωτερικό, ἀπάντησε: «Κύριε Ναύαρχε, οἱ ὑπουργοί λογοδοτοῦν, δέν φεύγουν. Δέν πρόκειται νά δραπετεύσω ἐγώ» καί τό ἴδιο ἀπάντησαν καί οἱ ἄλλοι. Αὐτές οἱ ἀπαντήσεις ἦταν ἀπό τίς θετικές συνέπειες τῆς τραγωδίας.
Καθοριστική, θετικά ἐπίσης, συνέπεια τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς εἶναι ὅτι αὐτή ἔγινε τότε τό ’22, μετά τήν εὐλογημένη ἐπέκταση τοῦ Κράτους στούς Βαλκανικούς τοῦ ’12-’13, γιατί ἄν γινόταν ἀργότερα θά ἀκολουθοῦσαν σέ ἀκόμη χειρότερη ἔκταση οἱ ἀνθρώπινες ἀπώλειες, μέ «τό θηρίο τῆς Ἀσίας», τοῦ ’55, στό φονικό πογκρόμ μέ τόν ἀφανισμό τῶν ἑλληνικῶν πληθυσμῶν στήν Πόλη, στήν Ἴμβρο καί στήν Τένεδο. Δέν ὑπῆρχε πιθανότητα ἐπιβίωσης τοῦ Ἑλληνισμοῦ στίς περιοχές τῆς Ἀνατολῆς. Ἀκόμη, τότε, δηλαδή τό ’55, δέν θά ὑπῆρχε καί ἡ δυνατότητα τοῦ Ἑλληνικοῦ κράτους ἐκείνης τῆς περιόδου, δηλαδή μετά τόν αἱματηρό ἐμφύλιο, πού κινδυνέψαμε νά χάσουμε ὅ,τι κερδίσαμε στούς Βαλκανικούς, καθώς καί μετά τό ἀπελευθερωτικό αἱματηρό κίνημα τῆς Κύπρου, νά τούς ἀποκαταστήσει καί στήν Ἑλλαδική περιοχή καί στήν Κύπρο, ὅπως βεβαίως τό εἶχαν κάνει γιά τούς πρόσφυγες ὁμοεθνεῖς μας τό ’22, πού κατά κοινή ὁμολογία ὑπῆρξε τό μεγαλύτερο τότε εἰρηνικό ἐπίτευγμα τοῦ Ἑλλαδικοῦ Κράτους καί τῆς Κύπρου ἡ ἀποκατάσταση δηλαδή καί ἡ ἐνσωμάτωση τῶν προσφύγων.
Ἄλλωστε, ἀπό τό 1908 κυβερνοῦσαν οἱ Νεότουρκοι καί, ὅπως γράφει σέ βιβλίο του μέ τίτλο «Τά τελευταῖα ἔτη τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας» ὁ Ἐμμανουήλ Ἐμμανουηλίδης, ὁ Βουλευτής Σμύρνης καί Ἀϊδινίου στήν Ὀθωμανική Βουλή τοῦ 1914-1918 καί πρόσφυγας στήν Ἑλλάδα μετά τή Μικρασιατική ὕστερα ἀπό τήν ἀνακωχή τοῦ Μούδρου τό 1918, ἡ πολυεθνική ὀθωμανική αὐτοκρατορία μετατρέπεται σέ ὁμοιογενές ἐθνικό κράτος, γεγονός, λοιπόν, πού εἶχε μοιραῖες ἐπιπτώσεις γιά τίς χριστιανικές ἐθνότητες πού ζοῦσαν στούς κόλπους της. Ἡ κυριότερη φάση τῶν διώξεων τοῦ Ἑλληνισμοῦ εἶχε ξεκινήσει ἀπό τό τέλος τοῦ 1913, στήν Ἀνατολική Θράκη καί συνεχίστηκε στή Μ. Ἀσία καί στόν Πόντο. Γίνεται τότε ἐπίσης ὑποχρεωτική στρατολογία στά τάγματα ἐργασίας, μέ παράλληλες καταπατήσεις περιουσιῶν. Ἡ τελική φάση τῆς Γενοκτονίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς ἐκτελέστηκε τό 1919 μέχρι καί τό ’22 στίς περιοχές Πόντου καί Ἀνατολικῆς Βιθυνίας, ἀλλά καί τό Ὁλοκαύτωμα στή Δυτική Μικρά Ἀσία, τό φθινόπωρο τοῦ ’22 καί τό ’55 ὁλοκληρώθηκε.
Ἀλλά οὔτε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἦταν σέ θέση νά προσφέρει βοήθεια καί προστασία, ἀλλά, ἀντίθετα, ἦταν καί αὐτό σέ διχασμό, ὥστε καί ἡ εἴσοδος τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ στή Σμύρνη, στίς 2 Μαΐου τοῦ ‘19, νά βρεῖ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἀκέφαλο, χωρίς Πατριάρχη, δηλαδή, μετά τήν ἀναγκαστική παραίτηση, τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1918, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Γερμανοῦ τοῦ Ε΄, ὁ ὁποῖος εἶχε διαδεχθεῖ τόν Ἰωακείμ τόν Γ΄.
Ὁ Γερμανός καί ὅταν ὑπῆρχε, εἶχε ἀπομονωθεῖ καί θωρακισθεῖ μέ ἰώβειο ὑπομονή, ὥστε κατά τήν παρατήρηση τοῦ Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου «χορτάρια ἐφύτρωσαν εἰς τήν θύραν τῶν Πατριαρχείων». Σιγή περιέβαλε τά Πατριαρχεῖα, μυστήριο ἦταν τά ἐντός αὐτοῦ, ἡ καταστροφή ἐντούτοις ἐξακολουθοῦσε ἔξω, καί ὁ Πατριάρχης ἔγινε ὕποπτος στό λαό. Τοῦ προτεινόταν νά συνταχθεῖ Ὑπόμνημα, δέν ἀρνιόταν, τοῦ προτεινόταν προσωπικό διάβημα, δέν ἀπέκρουε, ἀλλά πολιτευόταν κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά ματαιωθοῦν ἤ νά ἀναβληθοῦν τά ἀποφασισθέντα. Δυσανασχετοῦσε μέ κάθε διήγηση νέου ἐκτοπισμοῦ ἤ ἐπεισοδίων ἀπό τούς διωγμούς. Ἡ ἀπάντηση ἦταν ἡ ἴδια «ὑπερβολές, ὑπερβολές». Εἶναι βέβαιο ὅτι δέν ἤθελε νά γίνονται γνωστές οἱ περί τῶν διωγμῶν ἐκθέσεις τῶν Μητροπολιτῶν. Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Γερμανός Ε΄ σέ μία ἐπιμνημόσυνη δέηση ὑπέρ πεσόντων ἔγινε ἀντικείμενο ἀποδοκιμασιῶν ὁπότε καί ὑποχρεώθηκε νά παραιτηθεῖ τό 1918. Στήν Ἀθήνα ἐπίσης ἐπικρατοῦσε ἐκκλησιαστικός κυκεώνας, ὅπως καί ὁ πολιτικός.
Ἕνα δεῖγμα τοῦ Διχασμοῦ ἐντός τοῦ Πατριαρχείου εἶναι τό ἀκόλουθο. Κατά τή θεία λειτουργία στόν ἱερό Ναό τοῦ Ἁγ. Γεωργίου στή Χάλκη ὑπέρ τοῦ ἑορτάζοντος ἁγίου, κατά τήν ὁποίαν «Ὁ μέν μητροπολίτης Σελευκείας κατά τήν ἔξοδον τῶν τιμίων δώρων εὐχήθηκε ὑπέρ τοῦ Βενιζέλου, ἐνῶ ὁ πρωτοσύγκελλος τοῦ Πατριαρχείου, Ἀθηναγόρας (ὁ μετέπειτα Πατριάρχης), μετά τή μνημόνευση τοῦ Βενιζέλου προσέθεσε: ‘Καί ὑπέρ τοῦ εὐσεβεστάτου ἡμῶν Βασιλέως Κωνσταντίνου καί τοῦ Διαδόχου Γεωργίου’. (Τό ἀναφέρει ὁ καθ. Χρῆστος Μπαλόγλου).
Στή συνέχεια, τό ’18 ἐκλέγεται ὁ ἀπό Κιτίου Μελέτιος Μεταξάκης, Μητροπολίτης Ἀθηνῶν, προσδεδεμένος στό ἅρμα τοῦ Βενιζέλου πού τόν ἀνέδειξε, ἀλλά ἀποπέμπεται ἀπό τήν Ἀθήνα γιά πολιτική δράση τό ’20, ἐκλέγεται τόν Ἰανουάριο τοῦ ’22 Οἰκουμενικός Πατριάρχης καί γίνεται γνωστός στούς Εὐρωπαίους ὡς «Ὁ Βενιζέλος μέ ράσα». Παραιτεῖται λόγω τῆς Μικρασιατικῆς τόν Σεπτέμβριο τοῦ ’23, ἀλλά καί λόγῳ τῆς ἀπώλειας ὑποστήριξης ἀπό τό Βενιζέλο.
Μποροῦμε νά ποῦμε μετά ἀπ’ αὐτά ὡς θετική συνέπεια, ὅτι ἡ Μικρασιατική Καταστροφή μᾶς ἔκανε δυό τεράστια δῶρα: τήν ἐθνική αὐτογνωσία καί τήν ἐθνική ἑνότητα, πού ἡ ἔλλειψή τους εἶχε ὁδηγήσει στήν ἀνεπανάληπτη τραγωδία. Δίδαξε δηλαδή κατά τόν βουλευτή τῆς Ὀθωμανικῆς βουλῆς τοῦ Ἐμμανουηλίδη ὅτι:
1) Ἐξωτερική ἐπιτυχία δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει χωρίς ἐσωτερική ἑνότητα
2) Ἰσχυρός ἐχθρός δέν μπορεῖ νά κάνει τόσο κακό, ὅσο αὐτό πού προκαλεῖ ἡ ἐσωτερική διαίρεση
3) Δέν ἐπιτρέπονται κομματικές ἀπόψεις ἐπί ζητημάτων ἐξωτερικῆς πολιτικῆς καί
4) Δέν κάνεις ἐκλογές τή στιγμή πού ὁ κόσμος ἀγωνίζεται σ΄ἕναν ἀπό τούς κρισιμότερους ἀγῶνες, τούς ὁποίους ἀναφέρει ἡ ἱστορία.
Τό φωτεινό χρονικό τοῦ ’12-’13 λερώθηκε ἀπό μία κηλίδα, τήν ἐσωτερική διαίρεση στήν Ἑλλάδα. Ἡ διαίρεση ἐκείνη δέν ἄργησε νά φέρει τούς καρπούς της. Συνεπείᾳ τῶν γεγονότων τῆς περιόδου αὐτῆς ἀπό 1 Νοεμβρίου 1920 μέχρι Αὐγούστου τοῦ 1922 ἀφανίστηκε ὁλόκληρος κόσμος Ἑλληνικός ἀπό τόν Καύκασο μέχρι τόν Ἔβρο, ὅπου οἱ Ἕλληνες ὑποχρεωθήκανε νά πολεμήσουν στήν Οὐκρανία ὑπέρ τῶν Ρώσων καί κατά τῶν Μπολσεβίκων ὑπέρ τῆς Ἀντάντ. Ἐάν καί ἡ πολιτεία καί ὁ στρατός εἶχαν ἀρχηγούς ὅμοιους στήν ψυχή μέ τόν Μάρτυρα Χρυσόστομο ἤ μέ τούς ἀγωνιστές τοῦ ’21 εἶναι βέβαιο ὅτι ἀντί νά θρηνοῦμε καταστροφή θά εἴχαμε νά τιμᾶμε ἥρωες καί Μάρτυρες ἐθνικοῦ καί θρησκευτικοῦ μεγαλείου.
Ἔφερα παράδειγμα τούς ἀγωνιστές τοῦ ’21, γιατί σ’ αὐτούς ἀκριβῶς μοιάζουνε οἱ τότε Ἕλληνες – Ρωμηοί τῆς Ἀνατολῆς καί ἰδιαίτερα οἱ Μικρασιάτες, πού βέβαια δέν μποροῦσαν νά ἐπαναστατήσουν στή διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης, βρισκόμενοι μέσα στό στόμα τοῦ λύκου, ὅμως συνέχεια πλήρωναν φόρο αἵματος στή διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης, μέ τά πογκρόμ τοῦ Τουρκικοῦ ὄχλου καί τίς συνεχεῖς σφαγές τῶν Ἑλλήνων. Πάντως ἡ πολυτιμότερη συμμετοχή τῆς Σμύρνης στόν Ἀγώνα τοῦ ’21, ἐκτός ἀπό τίς πολλές ὑλικές παροχές σ’ αὐτόν, ἦταν ἡ δωρεά τόν 16ο αἰώνα τῆς κεντημένης ἀπό τά κορίτσια τῆς Σμύρνης εἰκόνας τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, τό λάβαρο τῆς Ἱ.Μονῆς Ἁγίας Λαύρας, πού ἦταν προάγγελος τῆς ὑπέρ Πίστεως καί Πατρίδος, μοναδικῆς στά χρονικά ὅλων τῶν λαῶν, ἀπελευθερωτικῆς ἐπανάστασης, ἡ ὁποία πάλι ἐνισχύθηκε ἀπό τή Σμύρνη μέ τή δωρεά τοῦ κεντημένου Ἐπιταφίου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς.
Εὐλογημένη προσφορά γιά τήν Ἑλλάδα ἀπό τή Μικρασιατική Γῆ ὑπῆρξαν οἱ προερχόμενοι ἀπό αὐτήν ἅγιοι πατέρες Πορφύριος, Παΐσιος, Ἰάκωβος. Εἶναι ἐπίσης πανθομολογουμένη ἡ ἑδραιωμένη στίς ψυχές τους καί στά ἔργα τους βαθειά πίστη τῶν προσφύγων, πού, μέσα στόν ξεριζωμό τους καί τή φρίκη, διασώσανε ἐκκλησιαστικά κειμήλια καί στή συνέχεια ἀνεγείρανε ναούς καί μοναστήρια γιά νά τά στεγάσουν, ὅπως ἡ Ἁγία Φωτεινή.
Ἡ πολιτιστική ἐπίσης καί ἐπιστημονική δραστηριότητά τους ἀποτελοῦν συμβολή σημαντική στήν πνευματική καί ἐκπαιδευτική ἐξέλιξη τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους. Ἀρκεῖ νά ἀναφέρει κανείς καί μόνο τά ὀνόματα τῶν πνευματικῶν προσωπικοτήτων ἀπό τή Μ. Ἀσία: Μανώλης Ἀνδρόνικος, Παῦλος Καρολίδης, Ἰωάννης Συκουτρής, Δεσποτόπουλος, Τουρτόγλου, Ἰωακείμογλου, Μέγας, ὅλοι σχεδόν Ἀκαδημαϊκοί καί καθηγητές Πανεπιστημίου. Ἡ λογοτεχνία, ἐπίσης, ἄνθισε πραγματικά μέ τήν ἀνταλλαγή καί μέ τήν ἐγκατάσταση τῶν ξερριζωμένων προσφύγων στήν Ἑλλάδα: Κοσμᾶς Πολίτης, Ἠλίας Βενέζης, Τάσος Ἀθανασιάδης καί, πάνω ἀπ’ ὅλους, αὐτός πού στό ὄνομά του ὁρκίζεται ὁλόκληρη ἡ Ρωμηοσύνη, ὁ Φώτης Κόντογλου, ἀπό τό Ἀϊβαλί, καί τό ’22 στήν Ἀθήνα πού ἦρθε, ἀναζωογόνησε τή βυζαντινή ἁγιογραφία καί τό πατερικό ὀρθόδοξο ἦθος. Αὐτός θά γράψει γιά τό «Μαρτύριο στίς Κυδωνίες τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Χιοπολίτου, καί γιά τήν «Ἁγία Παρασκευή [πού] ἤτανε, ὅπως γράφει, ξακουσμένη ἴσαμε μέσα στήν Ἀνατολή γιά τά θάματά της, ἴσαμε τήν Καισάρεια … Ἄνθρωποι ἁλυσσοδεμένοι ἀνεβαίνανε, μέ τά σωστά τους κατεβαίνανε. Τί νά σημειώσω στό χαρτί, γράφει, χωρίς νά κατρακυλίσει κι ἕνα ζεστό δάκρυ;» καί θά τονίσει «Στά χρόνια τῶν Παλαιολόγων πού ψυχομαχᾶ τό Βασίλειο, ἀντρειώνεται ἡ βασανισμένη Ρωμηοσύνη, ἡ καινούρια Ἑλλάδα. Ἡ Ρωμηοσύνη εἶναι ἡ πονεμένη Ἑλλάδα».
Καί στή Μουσική καί στίς τέχνες πρωταγωνιστής ὁ προσφυγικός κόσμος, γνωστά καί τά διάφορα μουσικά ὄργανα πού ἔφεραν στήν Ἑλλάδα καί τά τραγούδια. Ὁ Μανώλης Καλομοίρης, γεννημένος στή Σμύρνη, ἱδρυτής Ὠδείων σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα καί τῆς ἐθνικῆς μουσικῆς σχολῆς μέ τή σύνδεσή της μέ τήν ἑλληνική παράδοση καί τό δημοτικό τραγούδι. Ἀκόμα πλούσια ὑπῆρξε ἡ συμβολή τῶν προσφύγων στή βιομηχανία καί τή βιοτεχνία. Τόνωσαν τήν κλωστοϋφαντουργία, τήν ταπητουργία, μεταξουργία, κλπ.
Ὁ ἐθνικός εὐεργέτης Μποδοσάκης ἀφιέρωσε ὅλη τήν περιουσία του στή νέα του Πατρίδα, ὅπως καί ὁ Ἀριστοτέλης Ὠνάσης καί ὁ Εὐγενίδης. Ὁ Ἀνδρέας Λαιμός, Ἕλληνας ἐφοπλιστής, πολιτικός καί συγγραφέας ἀπό τίς Οἰνοῦσες τῆς Χίου, πού ὑπηρέτησε στίς τάξεις τοῦ στρατοῦ μέχρι καί τήν καταστροφή τοῦ ’22 γράφει στό ἔργο του «Τό Ναυτικόν τοῦ Γένους τῶν Ἑλλήνων» τίς θετικές πλευρές τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς: «Ἀπό τοῦ τερματισμοῦ τοῦ Α΄ Παγκοσμίου πολέμου τόν Νοέμβριο τοῦ 1918 – μέχρι τοῦ Αὐγούστου τοῦ 1922 εἰς τήν ἱστορίαν τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους ἐπιτελεῖται ἕνα μέγα γεγονός: ἡ ἐνσάρκωση τῶν ὀνείρων τῆς Μεγάλης Ἰδέας καί ἡ κατακόρυφος πτώση της» καί τονίζει: «Μεγίστη, ὅμως, ἦταν ἡ συμβολή τῆς ἐμπορικῆς μας ναυτιλίας στή διάσωση τοῦ ἐκριζωθέντος ἐκ τῆς πατρικῆς γῆς Ἑλληνισμοῦ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, μετά τή θλιβερή ἔκβαση τῆς Μικρασιατικῆς Ἐκστρατείας, κατά τή διάρκεια τῆς ὁποίας εἶχαν ἐπιταχθεῖ περί τά 285 ἐμπορικά φορτηγά καί ἐπιβατηγά-σκάφη. Ἐάν ὁ Αὔγουστος τοῦ 1922 θά παραμείνει ὡς ἀποφράς χρονολογία στήν ἑλληνική ψυχή, ὀφείλει νά παραμείνει καί ὡς χρονολογία ἀνάμνησης εὐγνωμοσύνης πρός τήν ἐθνική ναυτιλία» καί προχωρεῖ στό ἐγκώμιο τῶν προσφύγων, γράφοντας: «Ἡ νεώτερη Ἑλλάδα μέχρι τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς ἐθεωρεῖτο περισσότερο φτωχή, γιατί τῆς ἔλειπαν ἐπαρκῆ καλλιεργήσιμα ἐδάφη, ἀφοῦ ἦταν γεμάτη μέ βραχώδεις ἐκτάσεις καί βουνά καί ὁ πληθυσμός τῆς ἦταν καταδικασμένος σέ φτωχή διαβίωση, λόγω τῆς πενιχρῆς γεωργικῆς καί κτηνοτροφικῆς παραγωγῆς. Γιά ἁλιεία δέν γινόταν κάν συζήτηση. Ἀσήμαντη παραγωγή μέ τίς λίγες παράκτιες βάρκες τῶν κατοίκων τῶν νησιῶν καί τῶν παράλιων περιοχῶν τῆς ἠπειρωτικῆς Ἑλλάδας.»
«Ἡ Μικρασιατική Καταστροφή συνέτριψε τούς Ἕλληνες κατοίκους τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἀλλά παρεῖχε ἕνα ἀντίδοτο στό τόσο ἰσχυρό δηλητήριο τῆς προσφυγιᾶς. Μετέφερε τόν διασωθέντα ἐκ τῶν σφαγῶν καί τήν καταστροφή ἑλληνικό πληθυσμό, 1.800.000 ψυχές στόν ἐλεύθερο ἑλλαδικό χῶρο. Ὁ πληθυσμός αὐτός κατά πλειονότητα ἦταν δραστήρια στοιχεῖα, πού δώσανε νέα ζωτικότητα στήν οἰκονομία τῆς Ἑλλάδας. Μεγάλη δέ ὑπῆρξε ἡ συμβολή τους στήν ἀνάπτυξη τῆς ἁλιείας, γιατί οἱ Ἕλληνες ἁλιευτικοί πληθυσμοί πού ζοῦσαν πρίν στά παράλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἦρθαν στήν Ἑλλάδα μετακομίζοντας ἐκτός ἀπό τήν πείρα καί τή δραστηριότητά τους, καί τά ἁλιευτικά τους ἐργαλεῖα: μηχανότρατες καί γρί γρί.»
«Οἱ πρῶτες προσπάθειες τῶν ἐκ Μικρᾶς Ἀσίας ὁμογενῶν ἁλιέων στεφθήκανε ἀπό ἐξαιρετική ἐπιτυχία. Τά πλούσια ἁλιεύματα μέ τίς μηχανότρατες ὁδήγησαν τούς ντόπιους Ἕλληνες νά μιμηθοῦν τούς πρόσφυγες καί ἔτσι ναυπηγήθηκαν καί τέθηκαν σέ παραγωγική ἐργασία μεγάλος ἀριθμός ἀπό μηχανότρατες, οἱ ὁποῖες ἀποδίδανε σημαντικά κέρδη».
Τέλος, ὁ Ἄγγλος Douglas Dakin παρατηρεῖ ὅτι ἡ Ἑλλάδα ἐνσωματώνοντας 1.300.000 ἀνθρώπους, πολλοί ἀπό τούς ὁποίους χωρίς οὔτε ἴχνος ἀπό κινητή περιουσία, συμβάλανε ὥστε ἡ Ἑλλάδα νά πετύχει οὐσιαστικά τήν ἑνοποίησή της καί τήν ἐθνική ὁμοιογένεια τήν ὥρα τῆς συμφορᾶς, ἔστω κι΄ ἄν περιορίστηκε τό ἔδαφός της, μεταμορφώνοντας αὐτή τή συμφορά στήν ὡραιότερη στιγμή της. Γιά τίς πολλές θυσίες οἱ Ἕλληνες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί τῆς Θράκης τήν ἀνταμείψανε πλουσιοπάροχα μέ τήν εὐφυία καί τίς ἱκανότητές τους. Τό νεοφερμένο βάρος ἔγινε ἀνεκτίμητο στοιχεῖο γιά τήν οἰκονομική ζωή τοῦ τόπου.
Τό βέβαιο εἶναι ὅτι ἀπό τή στιγμή πού ἐγκαταστάθηκαν στίς διάφορες περιοχές οἱ πρόσφυγες ἄρχισαν νά μετατρέπουν κάθε σπιθαμή γῆς σέ παραγωγικό ἔδαφος. Κοινή γλῶσσα, κοινή θρησκεία καί κοινή κληρονομιά πολλῶν αἰώνων ἔκαναν τό θαῦμα τους, νά ἑνώσουν τούς Ἕλληνες. Αὐτά ὁ Ἄγγλος ἱστορικός.
Θά τελειώσω μέ τόν πολιτικό Ἀλέξανδρο Παπαναστασίου, Πρωθυπουργό καί ἐπανειλημμένα Ὑπουργό, πού εἶπε ὅτι «Ὁ προσφυγικός κόσμος εἶναι ἀναμφισβήτητα φορέας, περισσότερο ἀπό τό γηγενῆ πληθυσμό, ἀνθρωπιστικῶν ἰδεωδῶν» γιά νά προσθέσει: «Ἡ Θεσσαλονίκη ὀνομάστηκε ‘πρωτεύουσα τῶν προσφύγων’ καί θεωρῶ τό ζήτημα τῆς ἐγκατάστασης τῶν προσφύγων ὡς ἀγώνα ἀπελευθερωτικό. Μακεδονία ἴσον ὅλη ἡ Ἑλλάδα. Αὐτή εἶναι τό θεμέλιο τῆς χώρας».
Καί τώρα τέσσερεις στίχους ἀπό τόν Γκάτσο:
Πάντα στόν κόσμο θα’ ρχεται
Παρασκευή μεγάλη
Καί κάποιος θά σταυρώνεται
Γιά νά σωθοῦν οἱ ἄλλοι.
Καί ἐγώ νά προσθέσω: «Δόξα τῷ Θεῷ, πάντων ἕνεκεν τῶν καλῶν καί τῶν κακῶν».
ΜΑΡΙΑ ΜΑΝΤΟΥΒΑΛΟΥ
Ἐπιλεκτική Βιβλιογραφία
Χρῆστος Μπαλόγλου, «Ἡ Μικρασιατική Ἐκστρατεία, ἡ χηρεία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἡ ἐκλογή καί παραίτηση τοῦ Μελετίου Μεταξάκη», Μνημοσύνη 20 (2014-2015) 317-334.
Ἀνδρέας Γ. Λαιμός, Τό Ναυτικόν τοῦ Γένους τῶν Ἑλλήνων, τόμος Α΄, Ἀθήνα 1968, σσ. 193, 195, 337.
Χρῆστος Σωκρ. Σολωμονίδης, Ὁ ἀφανισμός τῆς Σμύρνης, ἡ θυσία τοῦ Χρυσοστόμου, γιά τά 50 χρόνια τῆς καταστροφῆς, Ἀθήνα 1972, σσ. 28-29.
Ἐμμανουήλ Ἐμμανουηλίδης, Τά τελευταῖα ἔτη τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἀνατύπωσις Ἐκδόσεως τοῦ 1924. Ἀθήνα 2010: ἔκδ. Σύλλογος πρός Διάδοσιν Ὠφελίμων Βιβλίων σ. 290 κ.ἔ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου