«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ὅσιος Ἰωάννης ὸ Δαμασκηνὸς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ὅσιος Ἰωάννης ὸ Δαμασκηνὸς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου 2021

Λόγος στὴ Γέννηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ




Homilia in Navitatem Mariae (νεοελληνικὴ ἀπόδοσις)

1. Ἐλᾶτε ὅλα τὰ ἔθνη, κάθε ἀνθρώπινη γενιά, καὶ κάθε γλώσσα, καὶ κάθε ἡλικία, καὶ κάθε ἀξίωμα, νὰ γιορτάσουμε μὲ ἀγαλλίαση τὴ γέννηση τῆς παγκόσμιας χαρᾶς. Γιατὶ ἂν οἱ εἰδωλολάτρες, μὲ ψεύτικα δαιμονικὰ παραμύθια ποὺ ξεγελοῦν τὸ μυαλὸ καὶ σκοτεινιάζουν τὴν ἀλήθεια, κι᾿ ἂν ἀκόμα προσφέροντας ὅ,τι εἶχαν καὶ δὲν εἶχαν τιμοῦσαν γενέθλια βασιλιάδων, ποὺ τοὺς τυραννοῦσαν σ᾿ ὅλη τους τὴ ζωή, πόσο περισσότερο πρέπει ἐμεῖς νὰ τιμοῦμε τὴ γέννηση τῆς Θεοτόκου, ποὺ ἀνώρθωσε ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος, ποὺ ἄλλαξε τὴ λύπη τῆς πρώτης μας μητέρας, τῆς Εὔας, σὲ χαρά; Ἐκείνη ἄκουσε τὴν ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ: «Μὲ πόνους νὰ γεννᾷς τὰ παιδιά σου». Αὐτή: «Χαῖρε, Κεχαριτωμένη». Ἐκείνη: «Στὸν ἄνδρα σου ἡ ὑποταγή σου». Αὐτή: «Ὁ Κύριος εἶναι μαζί σου». Τί ἄλλο λοιπὸν ἀπὸ λόγο νὰ προσφέρουμε στὴ Μητέρα τοῦ Λόγου; Ὅλη ἡ κτίση ἂς γιορτάσει μαζί μας κι᾿ ἂς ὑμνήσει τὸν ἁγιασμένο καρπὸ τῆς ἁγίας Ἄννας. Γιατὶ γέννησε στὸ κόσμο παντοτινὸ θησαυρὸ ἀγαθῶν, δηλ. τὴν Παναγία. Μὲ τὴν μεσολάβηση τῆς Παναγίας ὁ Πλάστης ξανάπλασε πρὸς τὸ καλύτερο ὁλόκληρη τὴν πλάση, μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Γιατὶ, ἀφοῦ ὁ δημιουργικὸς Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἕνα μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἑνώθηκε συνάμα μ᾿ ὁλόκληρη τὴν πλάση, ἀφοῦ καὶ ὁ ἄνθρωπος, μετέχοντας σὲ πνεῦμα καὶ σὲ ὕλη, εἶναι σύνδεσμος ὅλης τῆς ὁρατῆς καὶ ἀόρατης δημιουργίας. Ἂς γιορτάσουμε λοιπὸν τὴν λύση τῆς ἀνθρώπινης στειρότητας, γιατὶ πῆρε τέλος γιὰ μᾶς ἡ στέρηση τῶν ἀγαθῶν.

2. Γιὰ ποιὸ λόγο ὅμως γεννήθηκε ἡ Μητέρα καὶ Παρθένος ἀπὸ γυναίκα στείρα; Γιατὶ ἔτσι ἔπρεπε, αὐτὸ ποὺ εἶναι «τὸ μοναδικὰ καινούργιο κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο», ἡ βάση καὶ τ᾿ ἀποκορύφωμα τῶν θαυμάτων, ν᾿ ἀνοίξει τὸ δρόμο του μὲ θαύματα καὶ σιγὰ-σιγὰ ἀπὸ τὰ πιὸ ταπεινὰ νάρθουν τὰ πιὸ μεγάλα. Ὑπάρχει ὅμως κι ἄλλος λόγος πιὸ ὑψηλὸς καὶ πιὸ θεϊκός. Ἡ φύση, νικημένη ἀπὸ τὴ χάρη, στεκόταν φοβισμένη· δὲν εἶχε τὸ θάρρος καὶ τὴ δύναμη νὰ προχωρήσει αὐτὴ πρώτη. Ὅταν λοιπὸν ἐπρόκειτο νὰ γεννηθεῖ ἡ Θεοτόκος – Παρθένος ἀπὸ τὴν Ἄννα, δὲν τολμοῦσε ἡ φύση νὰ καρποφορήσει πρὶν ἀπὸ τὴ χάρη, ἀλλὰ ἔμενε ἄκαρπη, μέχρις ὅτου βλαστήσει ἡ χάρη τὸν καρπό. Ἔτσι ἔπρεπε, νὰ γεννηθεῖ πρωτότοκη ἐκείνη, ποὺ θὰ γεννοῦσε τὸν «πρωτότοκο ὅλης τῆς δημιουργίας», ποὺ «ὅλα σ᾿ αὐτὸν χρωστοῦν τὴν ὕπαρξή τους».

Καλότυχο ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, ὅλη ἡ κτίση σᾶς εὐγνωμονεῖ. Γιατὶ μὲ τὴ μεσολάβησή σας δώρισε ἡ πλάση στὸ Δημιουργὸ τὸ πιὸ ὑπέροχο ἀπ᾿ ὅλα τὰ δῶρα· πολυσέβαστη Μητέρα, μοναδική, ἄξια τοῦ Πλάστη. Εὐλογημένος εἶσαι Ἰωακείμ, ἀπ᾿ ὅπου βγῆκε τὸ ἀκηλίδωτο σπέρμα. Θαυμαστὴ μήτρα τῆς Ἄννας, ποὺ μέσα της ἀναπτύχθηκε σιγὰ-σιγά, σχηματίσθηκε καὶ γεννήθηκε πανάγιο βρέφος. Γαστέρα, ποὺ κυοφόρησες μέσα σου τὸν ἔμψυχο οὐρανό, πλατύτερο ἀπὸ τὴν ἀπεραντοσύνη τῶν οὐρανῶν. Ἁλώνι, ποὺ κράτησες ἐπάνω σου τὴ θημωνιὰ τοῦ ζωοποιοῦ σιταριοῦ, ὅπως τὸ δήλωσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός: «Ἂν δὲν πέσει ὁ κόκκος τοῦ σιταριοῦ στὴ γῆ καὶ πεθάνει, παραμένει ὁλομόναχος». Μαστοὶ ποὺ θηλάσατε ἐκείνη, ποὺ ἔθρεψε τὸν τροφοδότη τοῦ κόσμου. Θαυμάτων θαύματα καὶ παραδόξων παράδοξα. Γιατὶ ἔτσι ἔπρεπε, ν᾿ ἀνοίξει μὲ τὰ θαύματα ὁ δρόμος, ἀπ᾿ ὅπου μὲ τρόπο ἀνέκφραστο, ἀπὸ ἀγάπη, κατέβηκε κοντά μας ὁ Θεὸς γιὰ νὰ σαρκωθεῖ.

Ἀλλὰ πῶς νὰ προχωρήσω περισσότερο; Τὸ μυαλό μου σαστίζει, φόβος καὶ λαχτάρα μὲ κυριεύουν. Ἡ καρδιά μου χτυπάει καὶ ἡ γλώσσα μου δέθηκε. Δὲν ἀντέχω στὴ χαρά, μὲ καταβάλλουν τὰ θαύματα, ὁ πόθος μὲ γεμίζει ἐνθουσιασμό. Ἂς νικήσει λοιπὸν ὁ πόθος, ἂς ὑποχωρήσει ὁ φόβος, ἂς τραγουδήσει ἡ κιθάρα τοῦ Πνεύματος: «Ἂς χαροῦν οἱ οὐρανοὶ κι᾿ ἂς πηδήσει ἀπ᾿ τὴ χαρά της ἡ γῆ».

3. Σήμερα ἀνοίγονται οἱ πύλες τῆς στειρώσεως, καὶ παρουσιάζεται θεϊκή, παρθενικὴ πύλη, ποὺ ἀπὸ μέσα της θὰ περάσει καὶ θὰ μπεῖ στὴν οἰκουμένη «σωματικὰ» ὁ Θεός, ποὺ βρίσκεται πέρα ἀπ᾿ ὅλα τὰ ὄντα, ὅπως λέει ὁ Παῦλος, ὁ ἀκροατὴς τῶν ἀνέκφραστων μυστικῶν. Σήμερα ἀπὸ τὴ ρίζα τοῦ Ἰεσσαὶ ξεφύτρωσε κλωνάρι, ποὺ πάνω του βλάστησε γιὰ χάρη τοῦ κόσμου θεοϋπόστατο ἄνθος.

Σήμερα ἀπὸ τὴ γήινη φύση ἔφτιαξε οὐρανὸ πάνω στὴ γῆ, ἐκεῖνος ποὺ ἄλλοτε παλιὰ δημιούργησε μέσα ἀπὸ τὰ νερὰ τὸ στερέωμα καὶ τὸ ἀνέβασε στὰ ὕψη. Κι᾿ ἀληθινὰ ὁ οὐρανὸς αὐτὸς εἶναι πολὺ πιὸ θεϊκὸς καὶ πολὺ πιὸ καταπληκτικὸς ἀπὸ τὸν πρῶτο. Γιατὶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ δημιούργησε στὸν πρῶτο οὐρανὸ τὸν ἥλιο, θὰ ἀνατείλει ὁ Ἴδιος στὸ δεύτερο οὐρανό, ἥλιος δικαιοσύνης. Ἔχει δύο φύσεις, κι ἂς λυσσομανοῦν οἱ Ἀκέφαλοι· ἕνα πρόσωπο, μία ὑπόσταση, κι ἂς σκάσουν ἀπ᾿ τὸ κακό τους οἱ Νεστόριοι. Τὸ ἄναρχο φῶς, ποὺ ἔχει τὴν προαιώνια ὕπαρξή του ἀπὸ ἄναρχο φῶς, τὸ ἄυλο καὶ ἀσώματο, παίρνει σῶμα ἀπὸ γυναίκα καὶ «σὰν νυμφίος βγαίνει ἀπὸ νυφικὸ δωμάτιο», καί, μ᾿ ὅλο ποὺ εἶναι Θεός, γίνεται ἔπειτα γήινος ἄνθρωπος. Σὰν «γίγαντας» θὰ τρέξει μὲ χαρὰ τὸ δρόμο τῆς δικῆς μας ζωῆς, καὶ μέσα ἀπὸ τὰ πάθη θὰ προχωρήσει γιὰ νὰ πεθάνει καὶ νὰ δέσει τὸν ἰσχυρό, τὸ διάβολο, καὶ νὰ τοῦ ἁρπάξει τὴν περιουσία, τὴν ἀνθρώπινη φύση μας, καὶ νὰ ξαναφέρει στὴν οὐράνια γῆ τὸ χαμένο πρόβατο.

Σήμερα ὁ «γιὸς τοῦ μαραγκοῦ», ὁ παντεχνίτης Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ χάρη σ᾿ Αὐτὸν ὁ Πατέρας δημιούργησε τὰ πάντα, τὸ δυνατὸ χέρι τοῦ μεγάλου Θεοῦ, ἔχοντας, μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὰν δάχτυλά του, ἀκονίσει τὸ στομωμένο σκεπάρνι τῆς φύσεως, ἔφτιαξε γιὰ τὸν ἑαυτό του ἔμψυχη σκάλα, ποὺ ἡ βάση της στηρίζεται πάνω στὴ γῆ καὶ τὸ κεφάλι της ἀκουμπάει στὸν οὐρανό, ποὺ πάνω της ἀναπαύεται ὁ Θεός, ποὺ τὴν εἰκόνα της ἀντίκρισε ὁ Ἰακώβ. Ἀπ᾿ αὐτὴ ἀφοῦ κατέβηκε, χωρὶς νὰ μετακινηθεῖ ἀπὸ τὴ θέση του ὁ Θεός, πιὸ σωστὰ ἀφοῦ ταπεινώθηκε, «φανερώθηκε πάνω στὴ γῆ» καὶ συναναστράφηκε μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὰ ὅλα λοιπὸν σημαίνουν ἡ κατάβαση, ἡ συγκαταβατικὴ ταπείνωση, ἡ πολιτεία του πάνω στὴ γῆ, τὴν πιὸ βαθιὰ γνώση, ποὺ δόθηκε στοὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς. Πάνω στὴ γῆ στηρίχθηκε ἡ νοητὴ σκάλα, ἡ Παρθένος· γιατὶ γεννήθηκε ἀπὸ τὴ γῆ· καὶ ἡ κεφαλή της φθάνει στὸν οὐρανό. Ἡ κεφαλή, βέβαια, κάθε γυναίκας εἶναι ὁ ἄνδρας· γιὰ τὴν Παρθένο ὅμως μία καὶ δὲν γνώρισε ἄνδρα, ἔγινε κεφαλή της ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας, ἀφοῦ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔκανε συμφωνία μὲ τὴν Παρθένο κι ἀφοῦ ἔστειλε σὰν κάποιο θεϊκὸ πνευματικὸ σπόρο, τὸ Υἱὸ καὶ Λόγο του, τὴν παντοδύναμη δύναμή Του. Πραγματικὰ μὲ τὸ εὐλογημένο θέλημα τοῦ Πατέρα, ἔγινε ὑπερφυσικά, χωρὶς μεταβολή, ὁ Λόγος σάρκα, ὄχι μὲ φυσικὴ ἕνωση, ἀλλὰ ξεπερνώντας τοὺς νόμους τῆς φύσεως, ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία καὶ «κατασκήνωσε ἀνάμεσά μας». Γιατὶ ἡ ἕνωση τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους γίνεται μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. «Ὅποιος μπορεῖ ἂς τὸ καταλάβει. Ὅποιος ἔχει αὐτιά, ἂς ἀκούσει». Ἂς ξεφύγουμε ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες σκέψεις. Ἄνθρωποί μου, ἡ θεότητα εἶναι ἀπαθής, δὲν παθαίνει ἀλλοιώσεις. Ἐκεῖνος ποὺ τὴν πρώτη φορὰ γέννησε ἀναλλοίωτα μὲ τρόπο φυσικό, γεννάει ἀναλλοίωτα τὸν ἴδιο Υἱὸ γιὰ δεύτερη φορὰ μὲ «κατὰ θεία οἰκονομία». Καὶ εἶναι μάρτυρας ὁ Δαβίδ, ὁ προπάτορας τοῦ Θεοῦ, λέγοντας: «Ὁ Κύριος εἶπε σὲ μένα. Ἐσὺ εἶσαι Υἱός μου, ἐγὼ σήμερα σὲ γέννησα». Αὐτὴ ἡ λέξη «σήμερα» δὲν ἔχει θέση στὴν προαιώνια γέννηση, γιατὶ ἡ γέννηση ἐκείνη βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὸ χρόνο.

4. Σήμερα χτίζεται ἡ πύλη ποὺ κοιτάει στὴν ἀνατολή, ἀπ᾿ ὅπου ὁ Χριστὸς «θὰ μπεῖ καὶ θὰ βγεῖ», ἀφήνοντας τὴν κλεισμένη· στὴν πύλη αὐτὴ ὁ Χριστὸς εἶναι «ἡ θύρα τῶν προβάτων». «Ἀνατολὴ» εἶναι τὸ ὄνομα Ἐκείνου, ποὺ μᾶς ὁδήγησε κοντὰ στὸν ἀρχιφωτο Πατέρα. Σήμερα φύσηξαν χαρᾶς πνοές, προμηνύματα τῆς παγκόσμιας Χαρᾶς. Ἂς χαμογελᾶ πάνω ὁ οὐρανός, κι᾿ ἂς πηδᾶ ἀπ᾿ τὴ χαρὰ τῆς κάτω ἡ γῆ, ἂς πάλλεται ἡ θάλασσα τοῦ κόσμου. Μέσα της γεννιέται τὸ κογχύλι, τὸ στρείδι, ποὺ μὲ τὴν ἀστραπὴ τοῦ Θεοῦ ἀπ᾿ τὰ οὐράνια θὰ συλλάβει στὰ σπλάχνα του, καὶ θὰ γεννήσει τὸ πολύτιμο μαργαριτάρι, τὸν Χριστό. Ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ στρείδι θὰ βγεῖ ὁ «δοξασμένος βασιλιάς», ντυμένος τὴν πορφύρα τῆς σάρκας, ποὺ ἀφοῦ ἐπισκεφθεῖ τοὺς αἰχμαλώτους θὰ διακηρύξει τὴν ἀπελευθέρωσή τους. Ἂς πηδᾶ ἀπ᾿ τὴ χαρά της ἡ φύση· γεννιέται ἡ ἀμνάδα, ἡ προβατίνα, ποὺ ἀπ᾿ αὐτὴν ὁ βοσκὸς θὰ ντύσει τὸ πρόβατο, καὶ θὰ ξεσχίσει τὸ ροῦχο τῆς παλιᾶς θανατικῆς καταδίκης μας. Ἂς χορεύει ἡ παρθενία, ἀφοῦ γεννήθηκε ὅπως εἶπε ὁ Ἡσαΐας παρθένος, ποὺ θὰ «συλλάβει στὴν κοιλιά της καὶ θὰ γεννήσει υἱό, ποὺ θὰ τοῦ δώσουν τὸ ὄνομα Ἐμμανουήλ», ποὺ σημαίνει «ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας». «Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας», μάθετε τὸ καλὰ Νεστόριοι κι᾿ ἀναγνωρίστε τὴν ἥττα σας. «Εἶν᾿ ὁ Θεὸς μαζί μας» ! Ὄχι ἄγγελος, ὄχι ἀπεσταλμένος, ἀλλὰ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος θἄρθει καὶ θὰ μᾶς σώσει.

«Εὐλογημένος Αὐτὸς ποὺ ἔρχεται στ᾿ ὄνομα τοῦ Θεοῦ· ὁ Κύριος παρουσιάσθηκε μπροστά μας». Ἂς γιορτάσουμε γιὰ τὴ γέννηση τῆς Θεοτόκου. Χαμογέλασε Ἄννα, «στείρα ποὺ δὲν γεννοῦσες, ξέσπασε σὲ κραυγὲς χαρᾶς, ξεφώνισε, σὺ ποὺ δὲν δοκίμαζες τῆς γέννας πόνους». Πήδησε ἀπ᾿ τὴ χαρά σου Ἰωακείμ, ἀπὸ τὴ θυγατέρα σου «γεννήθηκε τὸ παιδί μας», ὁ υἱὸς ποὺ μᾶς δόθηκε δῶρο καὶ τ᾿ ὄνομά του λέγεται «Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος, δηλ. ἀγγελιοφόρος ποὺ φέρνει τὸ μεγάλο θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, Θεὸς δυνατός», ἡ σωτηρία ὅλου του κόσμου. Ἂς ντροπιαστεῖ ὁ Νεστόριος, κι ἂς κλείσει μὲ τὸ χέρι του τὸ στόμα. Τὸ παιδὶ εἶναι Θεός, πῶς δὲν θάναι Θεοτόκος αὐτὴ ποὺ τὸ γέννησε; «Ἂν κάποιος δὲν ἀναγνωρίζει τὴν ἁγία Παρθένο ὡς Θεοτόκο, βρίσκεται χωρισμένος ἀπ᾿ τὸν Θεό». Αὐτὰ δὲν εἶναι δικά μου λόγια, ἂν καὶ τὰ λέω ἐγώ. Τὰ πῆρα, θεολογικὴ κληρονομιά, ἀπὸ τὸν πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν Θεολόγο Γρηγόριο.

5. Καλότυχο ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, κι ἀληθινὰ ἁγνότατο. Ἀπ᾿ τὸν καρπὸ τῶν σπλάγχνων σας γίνατε γνωστοί, καθὼς εἶπε ὁ Κύριος κάπου: «Θὰ τοὺς γνωρίσετε καλὰ ἀπὸ τοὺς καρποὺς ποὺ θὰ κάνουν». Μὲ τὴ ζωή σας δώσατε χαρὰ στὸ Θεὸ καὶ γίνατε ἄξιοι τῆς κόρης ποὺ γεννήσατε. Ζώντας τὴ ζωή σας μὲ ἁγνότητα καὶ ἁγιότητα καρποφορήσατε τὸ στολίδι τῆς παρθενίας, παρθένο προτοῦ νὰ γεννήσει, παρθένο τὴν ὥρα ποὺ γεννοῦσε, καὶ παρθένο ἀφοῦ γέννησε, τὴ μοναδικὴ ποὺ μένει καὶ σὲ νοῦ καὶ σὲ ψυχὴ καὶ σὲ σῶμα πάντοτε παρθένος. Ἔτσι ἔπρεπε νὰ γίνει, ἡ παρθένος ποὺ βλάστησε ἀπ᾿ τὴ δική σας ἁγνότητα νὰ γεννήσει σωματικὰ τὸ μονάκριβο, μονογέννητο φῶς, μὲ τὴν εὐδοκία ἐκείνου ποὺ τὸ γέννησε ἀσώματα. Φῶς ποὺ δὲν γεννάει, ἀλλὰ πάντοτε γεννιέται ἀπὸ φῶς, ποὺ ἡ γέννηση εἶναι ἡ ξεχωριστὴ προσωπική του ἰδιότητα. Σὲ πόσα θαύματα καὶ σὲ πόσες συμφωνίες ἔγινε ἐργαστήριο αὐτὴ ἡ Κόρη! Ἀφοῦ γεννήθηκε ἀπὸ στείρα, γέννησε μὲ τρόπο παρθενικὸ Ἐκεῖνον, ποὺ ἕνωσε θεότητα καὶ ἀνθρωπότητα, πόνο καὶ ἀπάθεια, τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο, γιὰ νὰ νικηθεῖ ἔτσι σ᾿ ὅλα τὸ χειρότερο ἀπὸ τὸ καλύτερο. Κι᾿ ὅλα αὐτὰ γιὰ τὴ δική μου σωτηρία, Δέσποτα. Τόσο πολὺ μ᾿ ἀγάπησες, ὥστε μ᾿ ἔσωσες ὄχι μὲ ἀγγέλους, οὔτε μὲ κάποιο ἄλλο δημιούργημα, ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς ἐσὺ ὁ ἴδιος μὲ ἔπλασες τὴν πρώτη φορά, ἔτσι πάλι ἐσὺ ὁ ἴδιος ἐργάσθηκες καὶ γιὰ τὴν ἀνάπλασή μου. Γι᾿ αὐτὸ χορεύω καὶ λέω μεγάλα λόγια καὶ νιώθω μεγάλη χαρά, καὶ ξαναγυρίζω πάλι πίσω στὴ πηγὴ τῶν θαυμάτων καὶ πλημμυρισμένος μὲ τὸ νάμα τῆς εὐθυμίας, ἁρπάζω τὴν κιθάρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ θεϊκὸ ὕμνο τραγουδῶ στὴ γέννησή της.

Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, ζευγάρι λογικὰ τρυγόνια σωφρονέστατο! Ἐσεῖς, μὲ τὸ νὰ κρατήσετε τὸ φυσικὸ νόμο τῆς σωφροσύνης, ἀξιωθήκατε μὲ δῶρα ὑπερφυσικά· γεννήσατε τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀνέγγιχτη ἀπὸ ἄνδρα. Ἐσεῖς, ἀφοῦ ζήσατε μὲ εὐσέβεια καὶ ὁσιότητα μέσα στὰ ὅρια τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, γεννήσατε τὴν ἀνώτερη ἀπὸ ἀγγέλους Κόρη, τὴν Κυρία τῶν ἀγγέλων. Ὦ Κόρη, πανέμορφη καὶ γλυκύτατη. Κρίνο ποὺ ξεφύτρωσες ἀνάμεσα στ᾿ ἀγκάθια, ἀπὸ τὴν πιὸ εὐγενικὴ καὶ βασιλικὴ ρίζα τοῦ Δαβίδ. Χάρη σὲ Σένα, Παρθένε, πλουτίσθηκε ἡ βασιλεία μὲ τὴν ἱεροσύνη. Χάρη σὲ Σένα μετακινήθηκε ὁ νόμος καὶ ἀνακαλύφθηκε τὸ πνεῦμα, ποὺ κρυβότανε κάτω ἀπὸ τὸ γράμμα, ἀφοῦ ἡ ἱερατικὴ ἐξουσία πέρασε ἀπὸ τὴ λευιτικὴ στὴ δαβιτικὴ φυλή. Ρόδο (τριαντάφυλλο), ποὺ ξεφύτρωσες μέσα ἀπὸ τ᾿ ἀγκάθια τῶν Ἰουδαίων, καὶ πλημμύρισες μὲ τὸ θεϊκό σου ἄρωμα τὰ σύμπαντα. Κόρη τοῦ Ἀδὰμ καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Εὐλογημένη ἡ μέση καὶ τὰ σπλάγχνα ἀπ᾿ ὅπου βλάστησες. Εὐλογημένη ἡ ἀγκαλιὰ ποὺ σὲ κράτησε καὶ τὰ χείλη ποὺ ἀπολαύσανε τὰ ἁγνά σου φιλιά, δηλ. τὰ χείλη τῶν γονιῶν σου μονάχα, γιὰ νὰ μείνεις πάντοτε, σ᾿ ὅλα παρθένος.

6. Σήμερα ἀρχίζει ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου. «Δοξολογῆστε τὸν Κύριο ὅλη ἡ γῆ, τραγουδῆστε καὶ χορέψτε καὶ παῖξτε τὰ ὄργανα»! Φωνάξτε δυνατά, φωνάξτε, μὴ φοβάστε, γιὰ χάρη μας γεννήθηκε ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ στὴν ἁγία Προβατικὴ Πύλη, ἀπ᾿ ὅπου καταδέχθηκε νὰ γεννηθεῖ ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ πῆρε πάνω του τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου.

Σκιρτῆστε βουνά, λογικὲς φύσεις, ποὺ μὲ λαχτάρα ὑψώνεστε στὶς κορυφὲς τῆς πνευματικῆς θεωρίας. Γεννιέται τὸ ἀστραποβόλο ὅρος τοῦ Κυρίου, ποὺ ξεπερνᾶ κάθε ἀγγελικὸ ὄρος καὶ κάθε ἀνθρώπινη μεγαλοσύνη, ἀπ᾿ ὅπου εὐδόκησε ν᾿ ἀποκοπεῖ σωματικὰ τὸ ἀχειροποίητο ἀγκωνάρι, ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος, ὁ Χριστός, ἡ μία ὑπόσταση, ποὺ ἕνωσε τὰ πρὶν χωρισμένα, τὴν θεότητα καὶ τὴν ἀνθρωπότητα, τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τὸ σαρκικὸ Ἰσραὴλ σ᾿ ἕνα καὶ μόνο πνευματικὸ Ἰσραήλ. «Ὄρος τοῦ Θεοῦ, γεμάτο ἀπὸ δῶρα, γεμάτο πλούτη, πλούσιο ὅρος, τὸ ὄρος ποὺ πάνω του καταδέχθηκε νὰ κατοικεῖ ὁ Θεός». Τὸ «ἅρμα τοῦ Θεοῦ» ἀγγελοκυκλωμένο μὲ χίλιες – μυριάδες θεοχαριτωμένα χερουβὶμ καὶ σεραφίμ. Ἡ πανάγια κορυφή, ποὺ ξεπερνάει τὸ Σινᾶ, ποὺ δὲν σκεπάζει καπνὸς καὶ σκοτεινιά, θύελλα καὶ τρομερὴ φωτιά, ἀλλὰ ἡ ἀστραφτερὴ λάμψη τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Στὸ Σινᾶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγραψε, μὲ δάχτυλο τὸ Πνεῦμα, νόμο σὲ πέτρινες πλάκες. Στὴν Παρθένο Μαρία μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ μὲ τὸ αἷμα της σαρκώθηκε αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ παρέδωσε λυτρωτικὸ φάρμακο γιὰ τὴ δική μας φύση τὸν Ἑαυτό του. Ἐκεῖ στὴν ἔρημο τὸ μάννα. Ἐδῶ στὴν Παναγία Αὐτός, ποὺ ἔδωσε τὴ γλυκύτητα στὸ μάννα. Ἂς σκύψει τὸ κεφάλι ἡ περίφημη σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου, ποὺ ἔφτιαξε στὴν ἔρημο ὁ Μωυσῆς, ἀπὸ πολύτιμα καὶ λογιῶν – λογιῶν ὑλικά, καὶ πρὶν ἀπ᾿ αὐτὴ ἡ σκηνὴ τοῦ πατριάρχη Ἀβραάμ, μπροστὰ στὴν ἔμψυχη καὶ λογικὴ σκηνὴ τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἔμψυχη αὐτὴ σκηνή, ἡ Παναγία, ὑποδέχθηκε ὄχι ἐνέργεια Θεοῦ, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ τὸ ἴδιο τὸ Πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ. Ἂς νιώσουν καλὰ πὼς σὲ τίποτα δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μαζί της ἡ «χρυσοσκέπαστη σ᾿ ὅλα της κιβωτὸς» καὶ ἡ χρυσὴ στάμνα ποὺ εἶχε τὸ μάννα καὶ ἡ ἑπτάφωτη λυχνία καὶ ἡ χρυσὴ τράπεζα τῆς προθέσεως κι ὅλα τ᾿ ἄλλα τὰ παλιά. Τὴν τιμή τους τὴν ἔπαιρναν ἀπὸ τὴν Παρθένο ποὺ προεικόνιζαν, σὰν σκιὲς τοῦ ἀληθινοῦ προτύπου.

7. Σήμερα καινούργιο βιβλίο ἑτοίμασε ὁ Λόγος – Θεός, ποὺ ἔπλασε τὰ πάντα καὶ ποὺ ἀνάβλυσε ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ Πατέρα, γιὰ νὰ γραφτεῖ ὁ ἴδιος μέσα σ᾿ αὐτὸ σὰν μὲ κοντύλι, μὲ τὴ γλώσσα τοῦ Θεοῦ, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Βιβλίο ποὺ δόθηκε σὲ γραμματισμένο ἄνδρα, καὶ δὲν τὸ διάβασε. Ὁ Ἰωσὴφ δὲν γνώρισε τὴν Μαρία οὔτε τὴ δύναμη τοῦ μυστηρίου, ποὺ ἔκρυβε μέσα της. Παναγία Κόρη τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας, ποὺ ξέφυγες ἀπαρατήρητη ἀπὸ τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἐξουσίες, καὶ τὰ φλογερὰ βέλη τοῦ πονηροῦ, ποὺ πέρασες τὴ ζωή σου στὸ νυφικὸ θάλαμο τοῦ Πνεύματος, καὶ κρατήθηκες ἀνέγγιχτη γιὰ νὰ γίνεις νύφη Θεοῦ, καὶ Μητέρα τοῦ ἀληθινοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Παναγία Κόρη, ποὺ φανερώθηκες πάνω στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μάνας καὶ γέμισες φόβο τὶς δυνάμεις ποὺ ἀποστάτησαν ἀπὸ τὸν Θεό. Παναγία Κόρη, τὴν ὥρα ποὺ θήλαζες τὸ γάλα σὲ περιτριγύριζαν οἱ ἄγγελοι. Κόρη ἀγαπημένη ἀπὸ τὸν Θεό, δόξα σ᾿ αὐτοὺς ποὺ σὲ γέννησαν. Θὰ Σὲ μακαρίζουν οἱ γενεὲς τῶν γενεῶν, ὅπως στ᾿ ἀλήθεια τὸ εἶπες προφητικά. Κόρη ἄξια του Θεοῦ, ἡ ὀμορφιὰ τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ἡ ἐπανόρθωση τῆς πρώτης μας μητέρας τῆς Εὔας. Μὲ τὴ γέννησή σου ἀναστήθηκε ἡ πεσμένη. Ἀστραποβόλημα τῶν γυναικῶν. Ἂν ἡ πρώτη Εὔα, μπαίνοντας στὴ ὑπηρεσία τοῦ φιδιοῦ ἐναντίον τοῦ πρώτου μας πατέρα, τοῦ Ἀδάμ, ἔπεσε στὴν παράβαση, κι ἔτσι «ἦρθε στὸν κόσμο μας ὁ θάνατος», ἡ Μαρία ὑπηρετώντας μὲ ὑποταγὴ τὴ θεία βουλή, ξεγέλασε τὸ φίδι ποὺ μᾶς ξεγέλασε κι ἔφερε στὸν κόσμο τὴν ἀφθαρσία.

Ἀειπάρθενε Κόρη, ποὺ παιδοποίησες, χωρὶς νὰ ἔχεις ἀνάγκη ἀπὸ ἄνδρα, ἀφοῦ αὐτὸς ποὺ γέννησες ἔχει πατέρα αἰώνιο. Κόρη, γέννημα τῆς γῆς, ποὺ βάσταξες στὴ θεομητορική σου ἀγκαλιὰ τὸν Πλάστη. Οἱ αἰῶνες παράβγαιναν στὸ τρέξιμο ποιὸς θὰ πρωτοπρολάβει νὰ καυχηθεῖ γιὰ τὴ γέννησή σου. Ἀλλὰ ἡ προκαθορισμένη ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐφτίαξε καὶ τοὺς αἰῶνες, νίκησε τὸ συναγωνισμὸ τῶν αἰώνων κι ἔγιναν οἱ τελευταῖοι αἰῶνες πρῶτοι, ἐκεῖνοι ποὺ τοὺς ἔλαχε νὰ γεννηθεῖς σ᾿ αὐτούς. Εἶσαι πραγματικὰ ἡ πιὸ πολύτιμη ἀπ᾿ ὅλη τὴν πλάση, γιατὶ μόνο ἀπὸ σένα πῆρε μικρὸ μέρος ὁ Πλάστης τὶς ἀπαρχὲς τῆς δικῆς μας φύσεως. Σάρκα Του ἔγινε ἡ σάρκα σου, καὶ αἷμα Του τὸ αἷμα σου, καὶ γάλα ἀπὸ σένα θήλασε ὁ Θεός, κι ἑνώθηκαν τὰ χείλη σου μὲ τοῦ Θεοῦ τὰ χείλη. Ἀκατανόητα κι ἀνείπωτα θαύματα. Ὁ Θεὸς τῶν ὅλων προγνώρισε ὅτι ἐσὺ ἄξια θὰ γίνεις τῆς ἀγάπης Του καὶ σ᾿ ἀγάπησε, κι ἀπὸ ἀγάπη σὲ προόρισε, καὶ «στοὺς στερνοὺς καιροὺς» σ᾿ ἔφερε στὸ φῶς καὶ σ᾿ ἀνάδειξε μητέρα καὶ τροφὸ τοῦ δικοῦ Του Υἱοῦ καὶ Λόγου.

8. Λέγουν πὼς τὰ ἀντίθετα γιατρεύουν τ᾿ ἀντίθετά τους, μὰ δὲν μπορεῖ τ᾿ ἀντίθετα καὶ νὰ γεννοῦν τ᾿ ἀντίθετά τους. Μολονότι κάθε πλάσμα ὑφαίνει αὐτό, ποὺ ἀπὸ τὴ φύση τοῦ εἶναι, ἀντιμετωπίζοντας τ᾿ ἀντίθετά του – τὸ κατορθώνει βέβαια ἀπ᾿ τὸν πλοῦτο τῆς δύναμης ποὺ κλείνει μέσα στὴ φύση του. Κι ὅπως ἀκριβῶς «ἡ ἁμαρτία χρησιμοποίησε τὸ καλό, τὴν ἐντολὴ τοῦ Νόμου, γιὰ τὸν θάνατό μου, κι ἔγινε ὑπερβολικὰ ἁμαρτωλή», ἔτσι κι ὁ αἴτιος τῶν καλῶν, ὁ Θεός, μέσα ἀπὸ τ᾿ ἀντίθετό τους, τὸν θάνατο, κατεργάζεται γιὰ μᾶς τὸ καλό, ποὺ τοῦ εἶναι φυσικό. «Ἐπειδὴ ὅπου πλήθυνε ἡ ἁμαρτία, περίσσεψε ἡ χάρη». Ἂν εἴχαμε φυλάξει τὴν πρώτη μας κοινὴ ζωὴ μὲ τὸν Θεό, δὲν θὰ ἀξιωνόμαστε τὴν πιὸ μεγάλη καὶ τὴν πιὸ θαυμαστὴ ζωὴ μαζί Του. Τώρα ὅμως μὲ τὴν ἁμαρτία, κριθήκαμε ἀνάξιοί της πρώτης μας κοινῆς ζωῆς μὲ τὸν Θεό, γιατὶ δὲν κρατήσαμε τὸ δῶρο, ποὺ μᾶς δόθηκε. Ἀλλὰ μὲ τὴν συμπάθεια τοῦ Θεοῦ ἐλεηθήκαμε καὶ μᾶς πῆρε πάνω του καὶ μᾶς ἔκανε σάρκα Του, γιὰ νὰ γίνει πιὸ σίγουρη ἡ κοινὴ ζωὴ μαζί Του. Γιατὶ Αὐτὸς ποὺ μᾶς ἀγκάλιασε καὶ μᾶς ἔκανε σάρκα Του ἔχει τὴ δύναμη νὰ κρατήσει ἀδιάσπαστη τὴν ἕνωση.

Ἐπειδὴ δηλαδὴ ὁλόκληρη ἡ γῆ ἔγινε πόρνη καὶ γέννα τέκνα πορνείας, γιαυτὸ κι ὁ λαὸς τοῦ Κυρίου «πλανήθηκε μὲ τὸ πνεῦμα τῆς πορνείας», μακριὰ ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ Θεό του, ποὺ τὸν ἔκανε λαὸ δικό του μὲ «δυνατὸ χέρι καὶ ψηλὸ βραχίονα», καὶ ποὺ τὸν ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τῆς σκλαβιᾶς τοῦ Φαραώ, καὶ τὸν πέρασε μέσα ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα, καὶ τὸν ὁδήγησε «μὲ νεφέλη τὴν ἡμέρα καὶ στήλη φωτιᾶς κάθε νύχτα». Καὶ πῆρε στροφὴ ἡ καρδιά τους γιὰ τὴν Αἴγυπτο. Κι ἔγινε ὁ λαὸς τοῦ Κυρίου «μὴ λαὸς τοῦ Κυρίου», κι᾿ αὐτὸς ποὺ ἐλεήθηκε, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐλεήθηκε, κι αὐτὸς ποὺ ἀγαπήθηκε, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἀγαπήθηκε.

Γι᾿ αὐτὸ γεννιέται τώρα Παρθένος, ἀντίπαλος τῆς προγονικῆς πορνείας κι ἀρραβωνιάζεται μὲ τὸ Θεὸ τὸν ἴδιο, καὶ γεννᾶ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Καὶ γίνεται λαὸς τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἦταν πρῶτα λαὸς τοῦ Θεοῦ κι ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἦταν ἐλεημένος ἐλεήθηκε, κι ὁ μὴ ἀγαπημένος ἀγαπήθηκε. Γιατὶ ἀπ᾿ αὐτὴ γεννιέται ὁ «ἀγαπητὸς Υἱὸς» τοῦ Θεοῦ, ποὺ σ᾿ αὐτὸν εὐδόκησε ὁ Πατέρας – Θεός.

9. «Ἀμπέλι καλοκλήματο» βλάστησε ἀπ᾿ τὴν Ἄννα, κι ἄνθισε σταφύλι ὁλογλυκό, πιοτὸ θεϊκό, νὰ τὸ πιοῦν οἱ ἄνθρωποι νὰ ζήσουν στὸν αἰώνα. Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἔσπειραν «δικαιοσύνη» καὶ θερίσανε «καρπὸ ζωῆς». Φωτισθήκανε μὲ τὸ «φῶς τῆς γνώσεως» καὶ ψάξανε νὰ βροῦν τὸν Κύριο, καὶ τοὺς βρῆκε καρπὸς δικαιοσύνης. Ἂς πάρει θάρρος ἡ γῆ καὶ «γεμίστε χαρὰ τὰ παιδιὰ τῆς Σιῶν γιὰ τὸν Κύριο καὶ Θεό σας», γιατὶ πρασίνισε ἡ ἔρημος. Ἡ στείρα καρποφόρησε. Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα σὰν μυστικὲς κορφὲς βουνῶν στάλαξαν γλύκα. Νιῶσε χαρά, εὐλογημένη Ἄννα, γιατὶ γέννησες κορίτσι. Γιατὶ αὐτὴ ἡ κόρη θὰ γίνει Μητέρα τοῦ Θεοῦ, πύλη τοῦ φωτός, πηγὴ τῆς ζωῆς, καὶ θὰ ἐξαφανίσει τὸ ἔγκλημα τῆς γυναίκας.

Τὸ πρόσωπο αὐτῆς τῆς κόρης «θὰ ἱκετεύσουν οἱ πλούσιοί του λαοῦ». Τὴν κόρη αὐτὴ θὰ προσκυνήσουν οἱ βασιλιᾶδες τῶν ἐθνῶν προσφέροντας δῶρα. Τὴν κόρη αὐτὴ θὰ ὁδηγήσεις στὸ Θεό, στὸ βασιλιὰ τῶν ὅλων, ντυμένο στὰ «χρυσὰ κρόσσια» τὰ στολίδια τῶν ἀρετῶν, καὶ στολισμένη μὲ τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος, κι «ἡ δόξα τῆς εἶναι μέσα της». Γιατὶ ἂν δόξα κάθε γυναίκας εἶναι ὁ ἄντρας ποὺ στέκεται στὸ πλάι της, τῆς Παναγίας ἡ δόξα εἶναι ἀπὸ μέσα, ὁ καρπὸς τῶν σπλάχνων της.

Ὦ Κόρη ποθητὴ καὶ τρισευλογημένη· «εὐλογημένη μέσα σ᾿ ὅλες τὶς γυναῖκες σύ, κι εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῶν σπλάχνων σου». Κόρη, θυγατέρα τοῦ βασιλιᾶ Δαβίδ, καὶ Μητέρα τοῦ βασιλιᾶ τῶν ὅλων, τοῦ Θεοῦ. Θεϊκὸ κι ὁλοζώντανο ἄγαλμα, ἡ εὐφροσύνη τοῦ Θεοῦ ποὺ σὲ ἔπλασε, ποὺ ἔχεις τὸ πνεῦμα σου θεοκυβέρνητο καὶ μόνο στὸ Θεὸ γυρνᾶς τὴν προσοχή σου. Κάθε σου πόθος στρέφει στὸν μόνο ποθητὸ κι ἀγαπημένο. Τὸ θυμό σου χύνεις μοναχὰ στὴν ἁμαρτία καὶ σ᾿ αὐτὸν ποὺ γέννησε τὴν ἁμαρτία. Ζοῦσες ζωὴ ἀνώτερη ἀπὸ τὴ φύση. Ὄχι ζωὴ δική σου, γιατὶ ἐσὺ δὲν γεννήθηκες γιὰ σένα. Γιὰ τὸν Θεὸ λοιπὸν ζοῦσες, γι᾿ Αὐτὸν ἦλθες στὴ ζωή, Αὐτὸν πιστὰ νὰ ὑπηρετήσεις στὴν παγκόσμια σωτηρία, γιὰ νὰ πληρωθεῖ ἡ «προαιώνια ἀπόφαση» τοῦ Θεοῦ, ἡ σάρκωση τοῦ Λόγου καὶ ἡ δική μας θέωση. Ὁ πόθος σου μὲ θεϊκὰ νὰ τρέφεσαι λόγια, καὶ μὲ τὸ χυμό τους νὰ δυναμώνεις, σὰν «ἐλιὰ ὁλοκαρπη στὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ, σὰν δένδρο, ποὺ φυτεύτηκε στὴν ἀκροποταμιὰ» τοῦ Πνεύματος, σὰν δένδρο τῆς ζωῆς, ποὺ καρποφόρησε στὸν καιρὸ ποὺ εἶχε ἀπὸ τὸ Θεὸ ταχθεῖ, Θεὸ ἐνσαρκωμένο, τὴν αἰώνια ζωὴ γιὰ τὰ πλάσματά Του ὅλα. Κρατᾶς κάθε λογισμὸ ποὺ τρέφει κι ὠφελεῖ τὴ ψυχή, καὶ ρίχνεις πέρα, πρὶν κἂν τὸ δοκιμάσεις, κάθε τι ποὺ εἶναι γιὰ σένα ἄχρηστο καὶ βλαβερό. Μάτια «στραμμένα πάντοτε στὸν Κύριο» βλέπουν τὸ αἰώνιο κι «ἀπλησίαστο φῶς». Αὐτιὰ ποὺ ἀκοῦνε τὸν θεϊκὸ λόγο κι εὐφραίνονται μὲ τὴν κιθάρα τοῦ Πνεύματος, ποὺ ἀπὸ μέσα τους πέρασε ὁ Λόγος γιὰ νὰ σαρκωθεῖ. Ὄσφρηση γοητευμένη μὲ τὴν εὐωδιὰ τῶν ἀρωμάτων τοῦ Νυμφίου, ποὺ ἄρωμα θεϊκὸ ξεχύνεται ἐλεύθερα καὶ χρίει τὴν ἀνθρώπινή Του φύση. «Ἄρωμα ποὺ χύθηκε εἶναι τὸ ὄνομά σου» λέγει ἡ ἁγία Γραφή. Χείλη ποὺ δοξολογοῦν τὸν Κύριο καὶ μένουν κολλημένα στὰ δικά Του χείλη. Ἡ γλώσσα κι ὁ οὐρανίσκος ποὺ ξέρουν νὰ διακρίνουν τὰ λόγια του Θεοῦ καὶ ποὺ χορταίνουν μὲ τὴ θεϊκή τους γλυκύτητα. Καρδιὰ καθαρὴ κι ἀμόλυντη, ποὺ βλέπει καὶ ποθεῖ τὸν ἀόρατο Θεό.

Σπλάχνα, ποὺ μέσα τους κατοίκησε ὁ ἀχώρητος, καὶ στῆθος, ποὺ μὲ τὸ γάλα του, τράφηκε ὁ Θεός, τὸ παιδὶ Ἰησοῦς. Πύλη τοῦ Θεοῦ παρθενικὴ γιὰ πάντα. Χέρια, ποὺ κράτησαν τὸν Θεό, καὶ γόνατα, ποὺ ἔγιναν θρόνος ψηλότερος κι ἀπὸ τὰ χερουβίμ. Μ᾿ αὐτὰ στερεώθηκαν τὰ «παράλυτα χέρια καὶ τ᾿ ἀδύναμα πόδια». Πόδια ὁδηγημένα μὲ τὸ φωτεινὸ λυχνάρι τοῦ θείου νόμου, τρέχουν ἀσταμάτητα πίσω του, ὥσπου κι τράβηξαν τὸν Ποθητὸ σ᾿ αὕτη ποὺ Τὸν ποθοῦσε. Ὁλόκληρη εἶσαι δωμάτιο νυφικὸ τοῦ Πνεύματος, πόλη τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ, ποὺ τὴν «εὐφραίνουν τὰ ρέματα τοῦ πόταμου», τὰ κύματα δηλ. τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: Πεντάμορφη καὶ πολυαγαπημένη τοῦ Θεοῦ. Γιατί, ἀφοῦ ξεπέρασε τὰ χερουβὶμ κι ἀνέβηκε ψηλότερα κι ἀπὸ τὰ σεραφίμ, ἔγινε πραγματικά του Θεοῦ ἡ πολυαγαπημένη.

10. Θαῦμα, τὸ πιὸ τρανὸ ἀπ᾿ ὅλα τὰ θαύματα! Γυναίκα νὰ βρίσκεται πάνω ἀπὸ τὰ σεραφίμ, κι αὐτὸ γιατὶ ὁ Θεὸς φανερώθηκε «λιγάκι πιὸ χαμηλὰ ἀπ᾿ τοὺς ἀγγέλους». Σιώπα, Σολομῶν πολύσοφε, καὶ μὴ λές: «Τίποτα καινούργιο κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο». Παρθένε θεοχαριτωμένη, ἅγιε ναὲ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὁ πνευματικὸς Σολομώντας, ὁ ἄρχοντας τῆς εἰρήνης, σ᾿ ἔχτισε καὶ σ᾿ ἔκανε κατοικία του, ναέ, ποὺ δὲν στολίζεσαι μὲ χρυσάφι κι ἄψυχες πέτρες, ἀλλὰ λαμποκοπᾶς ἀντὶ χρυσάφι Ἅγιο Πνεῦμα· κι ἀντὶ γι᾿ ἄλλα ἀκριβὰ πετράδια ἔχεις τὸ πολύτιμο μαργαριτάρι, τὸν Χριστό, τὸν ἄνθρακα τῆς θεότητας. Αὐτὸν παρακάλεσε ν᾿ ἀγγίξει τὰ χείλη μας, γιὰ νὰ μποροῦμε ἁγνισμένοι νὰ Τὸν ὑμνήσουμε μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀνακράζοντας: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ», μία φύση τῆς θεότητας μὲ τρία πρόσωπα. Ἅγιος ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας, ποὺ εὐδόκησε μέσα σὲ σένα καὶ ἀπὸ σένα νὰ τελεσιουργηθεῖ τὸ μυστήριο, ποὺ εἶχε προκαθορίσει πρὶν ἀπὸ τοὺς αἰῶνες. Ἅγιος ἰσχυρός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Θεὸς ὁ Μονογενής, ποὺ σήμερα ἐνεργεῖ τὴν γέννησή σου ἀπὸ στείρα μητέρα, γιὰ νὰ γεννηθεῖ αὐτὸς ποὺ ἦταν μονογενὴς ἀπὸ Πατέρα καὶ «πρωτογέννητος ἀπ᾿ ὁλόκληρη τὴν πλάση», μονογενὴς κι ἀπὸ σένα Παρθένο Μητέρα, πρωτογέννητος «ἀνάμεσά σε πολλὰ ἀδέλφια», ἴδιος μ᾿ ἐμᾶς, Κοινωνὸς χάρη σὲ Σένα στὴ «δική μας σάρκα καὶ στὸ δικό μας αἷμα». Ὡστόσο δὲν σ᾿ ἄφησε νὰ γεννηθεῖς κι ἐσένα μόνο ἀπὸ πατέρα ἢ μόνο ἀπὸ μητέρα, γιὰ νὰ κρατήσει τὸ προνόμιο τῆς μοναδικῆς γεννήσεως, ὁ μοναδικὸς σ᾿ ὅλα του μονογενής. Αὐτὸς εἶναι στ᾿ ἀληθινὰ ὁ μοναδικὸς μόνο ἀπὸ Πατέρα καὶ μοναδικὸς μόνο ἀπὸ μητέρα. Ἅγιος ἀθάνατος, τὸ Πανάγιο Πνεῦμα, ποὺ μὲ τὴ δροσιὰ τῆς θεότητάς Του σὲ κράτησε σώα ἀπὸ τὴν θεϊκὴ φωτιά. Γιατὶ αὐτὸ προέλεγε αἰνιγματικὰ ἡ βάτος τοῦ Μωυσῆ.

11. Χαῖρε, πύλη προβατική, ἱερώτατε ναὲ τῆς μητέρας τοῦ Θεοῦ. Χαῖρε, πύλη προβατική, προγονικὴ κατοικία τῆς βασίλισσας. Χαῖρε, πύλη προβατική, ποὺ ἤσουν κάποτε μαντρὶ τῶν προβάτων τοῦ Ἰωακείμ, τώρα ἡ οὐρανομίμητη Ἐκκλησία τῆς λογικῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ. Πύλη, ποὺ κάποτε μία φορὰ τὸ χρόνο δεχόσουν τὸν ἄγγελο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ταράσσοντας τὸ νερό, ἔδινε σ᾿ ἕναν ἄρρωστο τὴ δύναμη καὶ τὸν γιάτρευε. Τώρα ἔχεις στρατιὲς ἀπὸ δυνάμεις ἀγγέλων, ποὺ δοξολογοῦν μαζὶ μὲ μᾶς τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τὴν ἄβυσσο τῶν θαυμάτων, τὴ πηγὴ ποὺ γιατρεύει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Μητέρα Θεοῦ, ποὺ δέχθηκε ὄχι ἄγγελο ὑπηρέτη, ἀλλὰ τὸν Ἄγγελο τῆς μεγάλης βουλῆς, ποὺ κατέβηκε πάνω στὸ ἁπαλὸ μαλλὶ ἀθόρυβα σὰν ἄφθονη βροχὴ καλοσύνης, καὶ ξανάφερε σ᾿ ἀκλόνητη ὑγεία καὶ σ᾿ ἀγέραστη ζωὴ ὅλη τὴν ἀρρωστημένη μας φύση, ποὺ ὑποτάχθηκε στὴ φθορά. Χάρη σ᾿ Αὐτὸν ὁ παράλυτός σου ἔτρεξε πηδώντας σὰν ἐλάφι. Χαῖρε, τίμια προβατικὴ κολυμβήθρα, ἡ χάρη σου ν᾿ αὐξάνει.

Χαῖρε, Μαρία, γλυκύτατη Κόρη τῆς Ἄννας. Σὲ σένα μὲ παρασύρει πάλι ἡ λαχτάρα τῆς ἀγάπης. Πῶς ν᾿ ἀναπαραστήσω τὸ ὅλο σεμνότητα βάδισμά σου; Πῶς τὸ ντύσιμό σου; Πῶς τὸ χαριτωμένο πρόσωπό σου; Τὸ γεροντικό σου φρόνημα στὸ νεαρό σου σῶμα; Σεμνὸ ντύσιμο χωρὶς πολυτέλεια καὶ μαλθακότητα. Βῆμα συγκρατημένο, χωρὶς βιασύνη καὶ χωρὶς νωθρότητα. Τὸ σοβαρὸ ὕφος, ποὺ γλύκαινε κάποια ἱλαρότητα, κρατημένο πάντα μακριὰ ἀπὸ τοὺς ἄντρες. Κι ἀπόδειξη ὁ φόβος ποὺ ἔδειξες μὲ τὴν ἀπροσδόκητη προσφώνηση τοῦ ἀγγέλου. Πρόθυμη κι ὑπάκουη στοὺς γονεῖς σου· κρατοῦσες τὸ πνεῦμα τῆς ταπεινώσεως στὶς πιὸ μεγάλες ἀποκαλύψεις. Τὰ λόγια σου καλοσυνάτα ἔβγαιναν ἀπὸ ἤρεμη ψυχή. Καὶ τί χρειάζονται τὰ πολλὰ λόγια, ἄξια νὰ κατοικήσει μέσα σου ὁ Θεός! Μὲ τὸ δίκιο τους σὲ μακαρίζουν ὅλες οἱ γενεές, ἐσένα τὴν πιὸ διαλεχτὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων. Καύχημα τῶν ἱερέων, ἐλπίδα τῶν χριστιανῶν, στήριγμα βασιλιάδων, πολύκαρπη φυτὸ τῆς παρθενίας, γιατὶ ἀπὸ σένα ἁπλώθηκε πλατιὰ ἡ ὀμορφιὰ τῆς παρθενίας. «Ἀπ᾿ ὅλες τὶς γυναῖκες σὺ εἶσαι ἡ εὐλογημένη κι εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου». Εὐλογημένοι εἶναι ὅσοι σ᾿ ἀναγνωρίζουν Θεοτόκο, καὶ μένουν στὴν κατάρα ὅσοι σ᾿ ἀρνιοῦνται.

12. Ἱερὸ ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, δεχτεῖτε ἀπὸ μένα τούτη τὴν ὁμιλία στὴ γέννηση τῆς Μαρίας. Κόρη τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας καὶ Δέσποινά μου, δέξου τὰ λόγια τοῦ ἁμαρτωλοῦ δούλου σου, ποὺ ὁ πόθος ὅμως τὸν καίει κι ἀπόκτησε Ἐσένα μοναδικὴ ἐλπίδα χαρᾶς, προστάτισσα τοῦ βίου του. Καὶ μεσίτριά του κοντὰ στὸν Υἱό σου καὶ ἐγγύηση γιὰ τὴ σωτηρία του. Σκόρπισε πέρα τὸ βαρὺ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν μου, καὶ διάλυσε τὸ σύννεφο, ποὺ μοῦ σκοτίζει τὸ μυαλὸ καὶ τὸ παχὺ στρῶμα τῆς ὕλης. Σταμάτησε τοὺς πειρασμοὺς καὶ κυβέρνησε μ᾿ ἐπιτυχία τὴ ζωή μου, καί, παίρνοντάς με ἀπ᾿ τὸ χέρι, ὁδήγησέ με ψηλὰ στὴν οὐράνια εὐτυχία, καὶ στὸν κόσμο σου δῶσε δῶρο τὴν εἰρήνη. Καὶ σ᾿ ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς πόλεώς μας, τέλεια τὴν χαρὰ καὶ τὴν αἰώνια σωτηρία, μὲ τὶς παρακλήσεις τῶν γονιῶν σου κι ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας. Ἂς γίνει ἔτσι! Ἂς γίνει!

«Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μαζί σου, εὐλογημένη σὺ ἀνάμεσα σ᾿ ὅλες τὶς γυναῖκες, κι εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου», ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Σ᾿ αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα μαζὶ καὶ στὸν Πατέρα καὶ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

 

Ἅγιος Ίωάννης ὁ Δαμασκηνὸς 


Ἀπόσπασμα ἐκ τοῦ πρωτοτύπου: «Ὦ ζεῦγος λογικῶν τρυγόνων Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα τὸ σωφρονέστατον. Ὑμεῖς τὸν τῆς φύσεως νόμον, τὴν σωφροσύνην, τηρήσαντες τῶν ὑπὲρ φύσιν κατηξιώθητε· τετόκατε γὰρ τῷ κόσμῳ Θεοῦ μητέρα ἀπείρανδρον. Ὑμεῖς εὐσεβῶς καὶ ὁσίως ἐν ἀνθρωπίνῃ φύσει πολιτευσάμενοι, ὑπὲρ ἀγγέλους καὶ τῶν ἀγγέλων δεσπόζουσαν νῦν θυγατέρα τετόκατε. Ὦ θυγάτριον ὡραιότατον καὶ γλυκύτατον· ὦ κρίνον ἀναμέσον τῶν ἀκανθῶν ἐκφυὲν ἐξ εὐγενεστάτης καὶ βασιλικωτάτης ρίζης δαβιτικῆς… Ὦ ρόδον ἐξ ἀκανθῶν τῶν Ἰουδαίων φυὲν καὶ εὐωδίας θείας πληρῶσαν τὰ σύμπαντα. Ὦ θύγατερ Ἀδὰμ καὶ μήτηρ Θεοῦ. Μακαρία ἡ ὀσφὺς καὶ ἡ γαστὴρ ἐξ ὧν ἀνεβλάστησας· μακάριαι αἱ ἀγκάλαι αἵ σε ἐβάστασαν καὶ χείλη τὰ τῶν ἁγνῶν φιλημάτων σου ἀπολαύσαντα, μόνα τὰ γονικά, ἵνα ᾖς ἐν πᾶσιν ἀειπαρθενεύουσα».

 

Πηγή: ἐδῶ 


Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2020

Λόγος στὴ Γέννηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου - Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός

 


1. Ἐλᾶτε ὅλα τὰ ἔθνη, κάθε ἀνθρώπινη γενιά, καὶ κάθε γλώσσα, καὶ κάθε ἡλικία, καὶ κάθε ἀξίωμα, νὰ γιορτάσουμε μὲ ἀγαλλίαση τὴ γέννηση τῆς παγκόσμιας χαρᾶς. Γιατὶ ἂν οἱ εἰδωλολάτρες, μὲ ψεύτικα δαιμονικὰ παραμύθια ποὺ ξεγελοῦν τὸ μυαλὸ καὶ σκοτεινιάζουν τὴν ἀλήθεια, κι᾿ ἂν ἀκόμα προσφέροντας ὅ,τι εἶχαν καὶ δὲν εἶχαν τιμοῦσαν γενέθλια βασιλιάδων, ποὺ τοὺς τυραννοῦσαν σ᾿ ὅλη τους τὴ ζωή, πόσο περισσότερο πρέπει ἐμεῖς νὰ τιμοῦμε τὴ γέννηση τῆς Θεοτόκου, ποὺ ἀνώρθωσε ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος, ποὺ ἄλλαξε τὴ λύπη τῆς πρώτης μας μητέρας, τῆς Εὔας, σὲ χαρά; Ἐκείνη ἄκουσε τὴν ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ: «Μὲ πόνους νὰ γεννᾷς τὰ παιδιά σου». Αὐτή: «Χαῖρε, Κεχαριτωμένη». Ἐκείνη: «Στὸν ἄνδρα σου ἡ ὑποταγή σου». Αὐτή: «Ὁ Κύριος εἶναι μαζί σου». Τί ἄλλο λοιπὸν ἀπὸ λόγο νὰ προσφέρουμε στὴ Μητέρα τοῦ Λόγου; Ὅλη ἡ κτίση ἂς γιορτάσει μαζί μας κι᾿ ἂς ὑμνήσει τὸν ἁγιασμένο καρπὸ τῆς ἁγίας Ἄννας. Γιατὶ γέννησε στὸ κόσμο παντοτινὸ θησαυρὸ ἀγαθῶν, δηλ. τὴν Παναγία. Μὲ τὴν μεσολάβηση τῆς Παναγίας ὁ Πλάστης ξανάπλασε πρὸς τὸ καλύτερο ὁλόκληρη τὴν πλάση, μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Γιατὶ, ἀφοῦ ὁ δημιουργικὸς Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἕνα μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἑνώθηκε συνάμα μ᾿ ὁλόκληρη τὴν πλάση, ἀφοῦ καὶ ὁ ἄνθρωπος, μετέχοντας σὲ πνεῦμα καὶ σὲ ὕλη, εἶναι σύνδεσμος ὅλης τῆς ὁρατῆς καὶ ἀόρατης δημιουργίας. Ἂς γιορτάσουμε λοιπὸν τὴν λύση τῆς ἀνθρώπινης στειρότητας, γιατὶ πῆρε τέλος γιὰ μᾶς ἡ στέρηση τῶν ἀγαθῶν.

2. Γιὰ ποιὸ λόγο ὅμως γεννήθηκε ἡ Μητέρα καὶ Παρθένος ἀπὸ γυναίκα στείρα; Γιατὶ ἔτσι ἔπρεπε, αὐτὸ ποὺ εἶναι «τὸ μοναδικὰ καινούργιο κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο», ἡ βάση καὶ τ᾿ ἀποκορύφωμα τῶν θαυμάτων, ν᾿ ἀνοίξει τὸ δρόμο του μὲ θαύματα καὶ σιγὰ-σιγὰ ἀπὸ τὰ πιὸ ταπεινὰ νάρθουν τὰ πιὸ μεγάλα. Ὑπάρχει ὅμως κι ἄλλος λόγος πιὸ ὑψηλὸς καὶ πιὸ θεϊκός. Ἡ φύση, νικημένη ἀπὸ τὴ χάρη, στεκόταν φοβισμένη· δὲν εἶχε τὸ θάρρος καὶ τὴ δύναμη νὰ προχωρήσει αὐτὴ πρώτη. Ὅταν λοιπὸν ἐπρόκειτο νὰ γεννηθεῖ ἡ Θεοτόκος – Παρθένος ἀπὸ τὴν Ἄννα, δὲν τολμοῦσε ἡ φύση νὰ καρποφορήσει πρὶν ἀπὸ τὴ χάρη, ἀλλὰ ἔμενε ἄκαρπη, μέχρις ὅτου βλαστήσει ἡ χάρη τὸν καρπό. Ἔτσι ἔπρεπε, νὰ γεννηθεῖ πρωτότοκη ἐκείνη, ποὺ θὰ γεννοῦσε τὸν «πρωτότοκο ὅλης τῆς δημιουργίας», ποὺ «ὅλα σ᾿ αὐτὸν χρωστοῦν τὴν ὕπαρξή τους».

Καλότυχο ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, ὅλη ἡ κτίση σᾶς εὐγνωμονεῖ. Γιατὶ μὲ τὴ μεσολάβησή σας δώρισε ἡ πλάση στὸ Δημιουργὸ τὸ πιὸ ὑπέροχο ἀπ᾿ ὅλα τὰ δῶρα· πολυσέβαστη Μητέρα, μοναδική, ἄξια τοῦ Πλάστη. Εὐλογημένος εἶσαι Ἰωακείμ, ἀπ᾿ ὅπου βγῆκε τὸ ἀκηλίδωτο σπέρμα. Θαυμαστὴ μήτρα τῆς Ἄννας, ποὺ μέσα της ἀναπτύχθηκε σιγὰ-σιγά, σχηματίσθηκε καὶ γεννήθηκε πανάγιο βρέφος. Γαστέρα, ποὺ κυοφόρησες μέσα σου τὸν ἔμψυχο οὐρανό, πλατύτερο ἀπὸ τὴν ἀπεραντοσύνη τῶν οὐρανῶν. Ἁλώνι, ποὺ κράτησες ἐπάνω σου τὴ θημωνιὰ τοῦ ζωοποιοῦ σιταριοῦ, ὅπως τὸ δήλωσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός: «Ἂν δὲν πέσει ὁ κόκκος τοῦ σιταριοῦ στὴ γῆ καὶ πεθάνει, παραμένει ὁλομόναχος». Μαστοὶ ποὺ θηλάσατε ἐκείνη, ποὺ ἔθρεψε τὸν τροφοδότη τοῦ κόσμου. Θαυμάτων θαύματα καὶ παραδόξων παράδοξα. Γιατὶ ἔτσι ἔπρεπε, ν᾿ ἀνοίξει μὲ τὰ θαύματα ὁ δρόμος, ἀπ᾿ ὅπου μὲ τρόπο ἀνέκφραστο, ἀπὸ ἀγάπη, κατέβηκε κοντά μας ὁ Θεὸς γιὰ νὰ σαρκωθεῖ.

Ἀλλὰ πῶς νὰ προχωρήσω περισσότερο; Τὸ μυαλό μου σαστίζει, φόβος καὶ λαχτάρα μὲ κυριεύουν. Ἡ καρδιά μου χτυπάει καὶ ἡ γλώσσα μου δέθηκε. Δὲν ἀντέχω στὴ χαρά, μὲ καταβάλλουν τὰ θαύματα, ὁ πόθος μὲ γεμίζει ἐνθουσιασμό. Ἂς νικήσει λοιπὸν ὁ πόθος, ἂς ὑποχωρήσει ὁ φόβος, ἂς τραγουδήσει ἡ κιθάρα τοῦ Πνεύματος: «Ἂς χαροῦν οἱ οὐρανοὶ κι᾿ ἂς πηδήσει ἀπ᾿ τὴ χαρά της ἡ γῆ».

3. Σήμερα ἀνοίγονται οἱ πύλες τῆς στειρώσεως, καὶ παρουσιάζεται θεϊκή, παρθενικὴ πύλη, ποὺ ἀπὸ μέσα της θὰ περάσει καὶ θὰ μπεῖ στὴν οἰκουμένη «σωματικὰ» ὁ Θεός, ποὺ βρίσκεται πέρα ἀπ᾿ ὅλα τὰ ὄντα, ὅπως λέει ὁ Παῦλος, ὁ ἀκροατὴς τῶν ἀνέκφραστων μυστικῶν. Σήμερα ἀπὸ τὴ ρίζα τοῦ Ἰεσσαὶ ξεφύτρωσε κλωνάρι, ποὺ πάνω του βλάστησε γιὰ χάρη τοῦ κόσμου θεοϋπόστατο ἄνθος.

Σήμερα ἀπὸ τὴ γήινη φύση ἔφτιαξε οὐρανὸ πάνω στὴ γῆ, ἐκεῖνος ποὺ ἄλλοτε παλιὰ δημιούργησε μέσα ἀπὸ τὰ νερὰ τὸ στερέωμα καὶ τὸ ἀνέβασε στὰ ὕψη. Κι᾿ ἀληθινὰ ὁ οὐρανὸς αὐτὸς εἶναι πολὺ πιὸ θεϊκὸς καὶ πολὺ πιὸ καταπληκτικὸς ἀπὸ τὸν πρῶτο. Γιατὶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ δημιούργησε στὸν πρῶτο οὐρανὸ τὸν ἥλιο, θὰ ἀνατείλει ὁ Ἴδιος στὸ δεύτερο οὐρανό, ἥλιος δικαιοσύνης. Ἔχει δύο φύσεις, κι ἂς λυσσομανοῦν οἱ Ἀκέφαλοι· ἕνα πρόσωπο, μία ὑπόσταση, κι ἂς σκάσουν ἀπ᾿ τὸ κακό τους οἱ Νεστόριοι. Τὸ ἄναρχο φῶς, ποὺ ἔχει τὴν προαιώνια ὕπαρξή του ἀπὸ ἄναρχο φῶς, τὸ ἄυλο καὶ ἀσώματο, παίρνει σῶμα ἀπὸ γυναίκα καὶ «σὰν νυμφίος βγαίνει ἀπὸ νυφικὸ δωμάτιο», καί, μ᾿ ὅλο ποὺ εἶναι Θεός, γίνεται ἔπειτα γήινος ἄνθρωπος. Σὰν «γίγαντας» θὰ τρέξει μὲ χαρὰ τὸ δρόμο τῆς δικῆς μας ζωῆς, καὶ μέσα ἀπὸ τὰ πάθη θὰ προχωρήσει γιὰ νὰ πεθάνει καὶ νὰ δέσει τὸν ἰσχυρό, τὸ διάβολο, καὶ νὰ τοῦ ἁρπάξει τὴν περιουσία, τὴν ἀνθρώπινη φύση μας, καὶ νὰ ξαναφέρει στὴν οὐράνια γῆ τὸ χαμένο πρόβατο.

Σήμερα ὁ «γιὸς τοῦ μαραγκοῦ», ὁ παντεχνίτης Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ χάρη σ᾿ Αὐτὸν ὁ Πατέρας δημιούργησε τὰ πάντα, τὸ δυνατὸ χέρι τοῦ μεγάλου Θεοῦ, ἔχοντας, μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὰν δάχτυλά του, ἀκονίσει τὸ στομωμένο σκεπάρνι τῆς φύσεως, ἔφτιαξε γιὰ τὸν ἑαυτό του ἔμψυχη σκάλα, ποὺ ἡ βάση της στηρίζεται πάνω στὴ γῆ καὶ τὸ κεφάλι της ἀκουμπάει στὸν οὐρανό, ποὺ πάνω της ἀναπαύεται ὁ Θεός, ποὺ τὴν εἰκόνα της ἀντίκρισε ὁ Ἰακώβ. Ἀπ᾿ αὐτὴ ἀφοῦ κατέβηκε, χωρὶς νὰ μετακινηθεῖ ἀπὸ τὴ θέση του ὁ Θεός, πιὸ σωστὰ ἀφοῦ ταπεινώθηκε, «φανερώθηκε πάνω στὴ γῆ» καὶ συναναστράφηκε μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὰ ὅλα λοιπὸν σημαίνουν ἡ κατάβαση, ἡ συγκαταβατικὴ ταπείνωση, ἡ πολιτεία του πάνω στὴ γῆ, τὴν πιὸ βαθιὰ γνώση, ποὺ δόθηκε στοὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς. Πάνω στὴ γῆ στηρίχθηκε ἡ νοητὴ σκάλα, ἡ Παρθένος· γιατὶ γεννήθηκε ἀπὸ τὴ γῆ· καὶ ἡ κεφαλή της φθάνει στὸν οὐρανό. Ἡ κεφαλή, βέβαια, κάθε γυναίκας εἶναι ὁ ἄνδρας· γιὰ τὴν Παρθένο ὅμως μία καὶ δὲν γνώρισε ἄνδρα, ἔγινε κεφαλή της ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας, ἀφοῦ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔκανε συμφωνία μὲ τὴν Παρθένο κι ἀφοῦ ἔστειλε σὰν κάποιο θεϊκὸ πνευματικὸ σπόρο, τὸ Υἱὸ καὶ Λόγο του, τὴν παντοδύναμη δύναμή Του. Πραγματικὰ μὲ τὸ εὐλογημένο θέλημα τοῦ Πατέρα, ἔγινε ὑπερφυσικά, χωρὶς μεταβολή, ὁ Λόγος σάρκα, ὄχι μὲ φυσικὴ ἕνωση, ἀλλὰ ξεπερνώντας τοὺς νόμους τῆς φύσεως, ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία καὶ «κατασκήνωσε ἀνάμεσά μας». Γιατὶ ἡ ἕνωση τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους γίνεται μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. «Ὅποιος μπορεῖ ἂς τὸ καταλάβει. Ὅποιος ἔχει αὐτιά, ἂς ἀκούσει». Ἂς ξεφύγουμε ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες σκέψεις. Ἄνθρωποί μου, ἡ θεότητα εἶναι ἀπαθής, δὲν παθαίνει ἀλλοιώσεις. Ἐκεῖνος ποὺ τὴν πρώτη φορὰ γέννησε ἀναλλοίωτα μὲ τρόπο φυσικό, γεννάει ἀναλλοίωτα τὸν ἴδιο Υἱὸ γιὰ δεύτερη φορὰ μὲ «κατὰ θεία οἰκονομία». Καὶ εἶναι μάρτυρας ὁ Δαβίδ, ὁ προπάτορας τοῦ Θεοῦ, λέγοντας: «Ὁ Κύριος εἶπε σὲ μένα. Ἐσὺ εἶσαι Υἱός μου, ἐγὼ σήμερα σὲ γέννησα». Αὐτὴ ἡ λέξη «σήμερα» δὲν ἔχει θέση στὴν προαιώνια γέννηση, γιατὶ ἡ γέννηση ἐκείνη βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὸ χρόνο.

4. Σήμερα χτίζεται ἡ πύλη ποὺ κοιτάει στὴν ἀνατολή, ἀπ᾿ ὅπου ὁ Χριστὸς «θὰ μπεῖ καὶ θὰ βγεῖ», ἀφήνοντας τὴν κλεισμένη· στὴν πύλη αὐτὴ ὁ Χριστὸς εἶναι «ἡ θύρα τῶν προβάτων». «Ἀνατολὴ» εἶναι τὸ ὄνομα Ἐκείνου, ποὺ μᾶς ὁδήγησε κοντὰ στὸν ἀρχιφωτο Πατέρα. Σήμερα φύσηξαν χαρᾶς πνοές, προμηνύματα τῆς παγκόσμιας Χαρᾶς. Ἂς χαμογελᾶ πάνω ὁ οὐρανός, κι᾿ ἂς πηδᾶ ἀπ᾿ τὴ χαρὰ τῆς κάτω ἡ γῆ, ἂς πάλλεται ἡ θάλασσα τοῦ κόσμου. Μέσα της γεννιέται τὸ κογχύλι, τὸ στρείδι, ποὺ μὲ τὴν ἀστραπὴ τοῦ Θεοῦ ἀπ᾿ τὰ οὐράνια θὰ συλλάβει στὰ σπλάχνα του, καὶ θὰ γεννήσει τὸ πολύτιμο μαργαριτάρι, τὸν Χριστό. Ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ στρείδι θὰ βγεῖ ὁ «δοξασμένος βασιλιάς», ντυμένος τὴν πορφύρα τῆς σάρκας, ποὺ ἀφοῦ ἐπισκεφθεῖ τοὺς αἰχμαλώτους θὰ διακηρύξει τὴν ἀπελευθέρωσή τους. Ἂς πηδᾶ ἀπ᾿ τὴ χαρά της ἡ φύση· γεννιέται ἡ ἀμνάδα, ἡ προβατίνα, ποὺ ἀπ᾿ αὐτὴν ὁ βοσκὸς θὰ ντύσει τὸ πρόβατο, καὶ θὰ ξεσχίσει τὸ ροῦχο τῆς παλιᾶς θανατικῆς καταδίκης μας. Ἂς χορεύει ἡ παρθενία, ἀφοῦ γεννήθηκε ὅπως εἶπε ὁ Ἡσαΐας παρθένος, ποὺ θὰ «συλλάβει στὴν κοιλιά της καὶ θὰ γεννήσει υἱό, ποὺ θὰ τοῦ δώσουν τὸ ὄνομα Ἐμμανουήλ», ποὺ σημαίνει «ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας». «Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας», μάθετε τὸ καλὰ Νεστόριοι κι᾿ ἀναγνωρίστε τὴν ἥττα σας. «Εἶν᾿ ὁ Θεὸς μαζί μας» ! Ὄχι ἄγγελος, ὄχι ἀπεσταλμένος, ἀλλὰ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος θἄρθει καὶ θὰ μᾶς σώσει.

«Εὐλογημένος Αὐτὸς ποὺ ἔρχεται στ᾿ ὄνομα τοῦ Θεοῦ· ὁ Κύριος παρουσιάσθηκε μπροστά μας». Ἂς γιορτάσουμε γιὰ τὴ γέννηση τῆς Θεοτόκου. Χαμογέλασε Ἄννα, «στείρα ποὺ δὲν γεννοῦσες, ξέσπασε σὲ κραυγὲς χαρᾶς, ξεφώνισε, σὺ ποὺ δὲν δοκίμαζες τῆς γέννας πόνους». Πήδησε ἀπ᾿ τὴ χαρά σου Ἰωακείμ, ἀπὸ τὴ θυγατέρα σου «γεννήθηκε τὸ παιδί μας», ὁ υἱὸς ποὺ μᾶς δόθηκε δῶρο καὶ τ᾿ ὄνομά του λέγεται «Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος, δηλ. ἀγγελιοφόρος ποὺ φέρνει τὸ μεγάλο θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, Θεὸς δυνατός», ἡ σωτηρία ὅλου του κόσμου. Ἂς ντροπιαστεῖ ὁ Νεστόριος, κι ἂς κλείσει μὲ τὸ χέρι του τὸ στόμα. Τὸ παιδὶ εἶναι Θεός, πῶς δὲν θάναι Θεοτόκος αὐτὴ ποὺ τὸ γέννησε; «Ἂν κάποιος δὲν ἀναγνωρίζει τὴν ἁγία Παρθένο ὡς Θεοτόκο, βρίσκεται χωρισμένος ἀπ᾿ τὸν Θεό». Αὐτὰ δὲν εἶναι δικά μου λόγια, ἂν καὶ τὰ λέω ἐγώ. Τὰ πῆρα, θεολογικὴ κληρονομιά, ἀπὸ τὸν πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν Θεολόγο Γρηγόριο.

5. Καλότυχο ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, κι ἀληθινὰ ἁγνότατο. Ἀπ᾿ τὸν καρπὸ τῶν σπλάγχνων σας γίνατε γνωστοί, καθὼς εἶπε ὁ Κύριος κάπου: «Θὰ τοὺς γνωρίσετε καλὰ ἀπὸ τοὺς καρποὺς ποὺ θὰ κάνουν». Μὲ τὴ ζωή σας δώσατε χαρὰ στὸ Θεὸ καὶ γίνατε ἄξιοι τῆς κόρης ποὺ γεννήσατε. Ζώντας τὴ ζωή σας μὲ ἁγνότητα καὶ ἁγιότητα καρποφορήσατε τὸ στολίδι τῆς παρθενίας, παρθένο προτοῦ νὰ γεννήσει, παρθένο τὴν ὥρα ποὺ γεννοῦσε, καὶ παρθένο ἀφοῦ γέννησε, τὴ μοναδικὴ ποὺ μένει καὶ σὲ νοῦ καὶ σὲ ψυχὴ καὶ σὲ σῶμα πάντοτε παρθένος. Ἔτσι ἔπρεπε νὰ γίνει, ἡ παρθένος ποὺ βλάστησε ἀπ᾿ τὴ δική σας ἁγνότητα νὰ γεννήσει σωματικὰ τὸ μονάκριβο, μονογέννητο φῶς, μὲ τὴν εὐδοκία ἐκείνου ποὺ τὸ γέννησε ἀσώματα. Φῶς ποὺ δὲν γεννάει, ἀλλὰ πάντοτε γεννιέται ἀπὸ φῶς, ποὺ ἡ γέννηση εἶναι ἡ ξεχωριστὴ προσωπική του ἰδιότητα. Σὲ πόσα θαύματα καὶ σὲ πόσες συμφωνίες ἔγινε ἐργαστήριο αὐτὴ ἡ Κόρη! Ἀφοῦ γεννήθηκε ἀπὸ στείρα, γέννησε μὲ τρόπο παρθενικὸ Ἐκεῖνον, ποὺ ἕνωσε θεότητα καὶ ἀνθρωπότητα, πόνο καὶ ἀπάθεια, τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο, γιὰ νὰ νικηθεῖ ἔτσι σ᾿ ὅλα τὸ χειρότερο ἀπὸ τὸ καλύτερο. Κι᾿ ὅλα αὐτὰ γιὰ τὴ δική μου σωτηρία, Δέσποτα. Τόσο πολὺ μ᾿ ἀγάπησες, ὥστε μ᾿ ἔσωσες ὄχι μὲ ἀγγέλους, οὔτε μὲ κάποιο ἄλλο δημιούργημα, ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς ἐσὺ ὁ ἴδιος μὲ ἔπλασες τὴν πρώτη φορά, ἔτσι πάλι ἐσὺ ὁ ἴδιος ἐργάσθηκες καὶ γιὰ τὴν ἀνάπλασή μου. Γι᾿ αὐτὸ χορεύω καὶ λέω μεγάλα λόγια καὶ νιώθω μεγάλη χαρά, καὶ ξαναγυρίζω πάλι πίσω στὴ πηγὴ τῶν θαυμάτων καὶ πλημμυρισμένος μὲ τὸ νάμα τῆς εὐθυμίας, ἁρπάζω τὴν κιθάρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ θεϊκὸ ὕμνο τραγουδῶ στὴ γέννησή της.

Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, ζευγάρι λογικὰ τρυγόνια σωφρονέστατο! Ἐσεῖς, μὲ τὸ νὰ κρατήσετε τὸ φυσικὸ νόμο τῆς σωφροσύνης, ἀξιωθήκατε μὲ δῶρα ὑπερφυσικά· γεννήσατε τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀνέγγιχτη ἀπὸ ἄνδρα. Ἐσεῖς, ἀφοῦ ζήσατε μὲ εὐσέβεια καὶ ὁσιότητα μέσα στὰ ὅρια τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, γεννήσατε τὴν ἀνώτερη ἀπὸ ἀγγέλους Κόρη, τὴν Κυρία τῶν ἀγγέλων. Ὦ Κόρη, πανέμορφη καὶ γλυκύτατη. Κρίνο ποὺ ξεφύτρωσες ἀνάμεσα στ᾿ ἀγκάθια, ἀπὸ τὴν πιὸ εὐγενικὴ καὶ βασιλικὴ ρίζα τοῦ Δαβίδ. Χάρη σὲ Σένα, Παρθένε, πλουτίσθηκε ἡ βασιλεία μὲ τὴν ἱεροσύνη. Χάρη σὲ Σένα μετακινήθηκε ὁ νόμος καὶ ἀνακαλύφθηκε τὸ πνεῦμα, ποὺ κρυβότανε κάτω ἀπὸ τὸ γράμμα, ἀφοῦ ἡ ἱερατικὴ ἐξουσία πέρασε ἀπὸ τὴ λευιτικὴ στὴ δαβιτικὴ φυλή. Ρόδο (τριαντάφυλλο), ποὺ ξεφύτρωσες μέσα ἀπὸ τ᾿ ἀγκάθια τῶν Ἰουδαίων, καὶ πλημμύρισες μὲ τὸ θεϊκό σου ἄρωμα τὰ σύμπαντα. Κόρη τοῦ Ἀδὰμ καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Εὐλογημένη ἡ μέση καὶ τὰ σπλάγχνα ἀπ᾿ ὅπου βλάστησες. Εὐλογημένη ἡ ἀγκαλιὰ ποὺ σὲ κράτησε καὶ τὰ χείλη ποὺ ἀπολαύσανε τὰ ἁγνά σου φιλιά, δηλ. τὰ χείλη τῶν γονιῶν σου μονάχα, γιὰ νὰ μείνεις πάντοτε, σ᾿ ὅλα παρθένος.

6. Σήμερα ἀρχίζει ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου. «Δοξολογῆστε τὸν Κύριο ὅλη ἡ γῆ, τραγουδῆστε καὶ χορέψτε καὶ παῖξτε τὰ ὄργανα»! Φωνάξτε δυνατά, φωνάξτε, μὴ φοβάστε, γιὰ χάρη μας γεννήθηκε ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ στὴν ἁγία Προβατικὴ Πύλη, ἀπ᾿ ὅπου καταδέχθηκε νὰ γεννηθεῖ ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ πῆρε πάνω του τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου.

Σκιρτῆστε βουνά, λογικὲς φύσεις, ποὺ μὲ λαχτάρα ὑψώνεστε στὶς κορυφὲς τῆς πνευματικῆς θεωρίας. Γεννιέται τὸ ἀστραποβόλο ὅρος τοῦ Κυρίου, ποὺ ξεπερνᾶ κάθε ἀγγελικὸ ὄρος καὶ κάθε ἀνθρώπινη μεγαλοσύνη, ἀπ᾿ ὅπου εὐδόκησε ν᾿ ἀποκοπεῖ σωματικὰ τὸ ἀχειροποίητο ἀγκωνάρι, ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος, ὁ Χριστός, ἡ μία ὑπόσταση, ποὺ ἕνωσε τὰ πρὶν χωρισμένα, τὴν θεότητα καὶ τὴν ἀνθρωπότητα, τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τὸ σαρκικὸ Ἰσραὴλ σ᾿ ἕνα καὶ μόνο πνευματικὸ Ἰσραήλ. «Ὄρος τοῦ Θεοῦ, γεμάτο ἀπὸ δῶρα, γεμάτο πλούτη, πλούσιο ὅρος, τὸ ὄρος ποὺ πάνω του καταδέχθηκε νὰ κατοικεῖ ὁ Θεός». Τὸ «ἅρμα τοῦ Θεοῦ» ἀγγελοκυκλωμένο μὲ χίλιες – μυριάδες θεοχαριτωμένα χερουβὶμ καὶ σεραφίμ. Ἡ πανάγια κορυφή, ποὺ ξεπερνάει τὸ Σινᾶ, ποὺ δὲν σκεπάζει καπνὸς καὶ σκοτεινιά, θύελλα καὶ τρομερὴ φωτιά, ἀλλὰ ἡ ἀστραφτερὴ λάμψη τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Στὸ Σινᾶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγραψε, μὲ δάχτυλο τὸ Πνεῦμα, νόμο σὲ πέτρινες πλάκες. Στὴν Παρθένο Μαρία μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ μὲ τὸ αἷμα της σαρκώθηκε αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ παρέδωσε λυτρωτικὸ φάρμακο γιὰ τὴ δική μας φύση τὸν Ἑαυτό του. Ἐκεῖ στὴν ἔρημο τὸ μάννα. Ἐδῶ στὴν Παναγία Αὐτός, ποὺ ἔδωσε τὴ γλυκύτητα στὸ μάννα. Ἂς σκύψει τὸ κεφάλι ἡ περίφημη σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου, ποὺ ἔφτιαξε στὴν ἔρημο ὁ Μωυσῆς, ἀπὸ πολύτιμα καὶ λογιῶν – λογιῶν ὑλικά, καὶ πρὶν ἀπ᾿ αὐτὴ ἡ σκηνὴ τοῦ πατριάρχη Ἀβραάμ, μπροστὰ στὴν ἔμψυχη καὶ λογικὴ σκηνὴ τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἔμψυχη αὐτὴ σκηνή, ἡ Παναγία, ὑποδέχθηκε ὄχι ἐνέργεια Θεοῦ, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ τὸ ἴδιο τὸ Πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ. Ἂς νιώσουν καλὰ πὼς σὲ τίποτα δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μαζί της ἡ «χρυσοσκέπαστη σ᾿ ὅλα της κιβωτὸς» καὶ ἡ χρυσὴ στάμνα ποὺ εἶχε τὸ μάννα καὶ ἡ ἑπτάφωτη λυχνία καὶ ἡ χρυσὴ τράπεζα τῆς προθέσεως κι ὅλα τ᾿ ἄλλα τὰ παλιά. Τὴν τιμή τους τὴν ἔπαιρναν ἀπὸ τὴν Παρθένο ποὺ προεικόνιζαν, σὰν σκιὲς τοῦ ἀληθινοῦ προτύπου.

7. Σήμερα καινούργιο βιβλίο ἑτοίμασε ὁ Λόγος – Θεός, ποὺ ἔπλασε τὰ πάντα καὶ ποὺ ἀνάβλυσε ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ Πατέρα, γιὰ νὰ γραφτεῖ ὁ ἴδιος μέσα σ᾿ αὐτὸ σὰν μὲ κοντύλι, μὲ τὴ γλώσσα τοῦ Θεοῦ, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Βιβλίο ποὺ δόθηκε σὲ γραμματισμένο ἄνδρα, καὶ δὲν τὸ διάβασε. Ὁ Ἰωσὴφ δὲν γνώρισε τὴν Μαρία οὔτε τὴ δύναμη τοῦ μυστηρίου, ποὺ ἔκρυβε μέσα της. Παναγία Κόρη τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας, ποὺ ξέφυγες ἀπαρατήρητη ἀπὸ τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἐξουσίες, καὶ τὰ φλογερὰ βέλη τοῦ πονηροῦ, ποὺ πέρασες τὴ ζωή σου στὸ νυφικὸ θάλαμο τοῦ Πνεύματος, καὶ κρατήθηκες ἀνέγγιχτη γιὰ νὰ γίνεις νύφη Θεοῦ, καὶ Μητέρα τοῦ ἀληθινοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Παναγία Κόρη, ποὺ φανερώθηκες πάνω στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μάνας καὶ γέμισες φόβο τὶς δυνάμεις ποὺ ἀποστάτησαν ἀπὸ τὸν Θεό. Παναγία Κόρη, τὴν ὥρα ποὺ θήλαζες τὸ γάλα σὲ περιτριγύριζαν οἱ ἄγγελοι. Κόρη ἀγαπημένη ἀπὸ τὸν Θεό, δόξα σ᾿ αὐτοὺς ποὺ σὲ γέννησαν. Θὰ Σὲ μακαρίζουν οἱ γενεὲς τῶν γενεῶν, ὅπως στ᾿ ἀλήθεια τὸ εἶπες προφητικά. Κόρη ἄξια του Θεοῦ, ἡ ὀμορφιὰ τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ἡ ἐπανόρθωση τῆς πρώτης μας μητέρας τῆς Εὔας. Μὲ τὴ γέννησή σου ἀναστήθηκε ἡ πεσμένη. Ἀστραποβόλημα τῶν γυναικῶν. Ἂν ἡ πρώτη Εὔα, μπαίνοντας στὴ ὑπηρεσία τοῦ φιδιοῦ ἐναντίον τοῦ πρώτου μας πατέρα, τοῦ Ἀδάμ, ἔπεσε στὴν παράβαση, κι ἔτσι «ἦρθε στὸν κόσμο μας ὁ θάνατος», ἡ Μαρία ὑπηρετώντας μὲ ὑποταγὴ τὴ θεία βουλή, ξεγέλασε τὸ φίδι ποὺ μᾶς ξεγέλασε κι ἔφερε στὸν κόσμο τὴν ἀφθαρσία.

Ἀειπάρθενε Κόρη, ποὺ παιδοποίησες, χωρὶς νὰ ἔχεις ἀνάγκη ἀπὸ ἄνδρα, ἀφοῦ αὐτὸς ποὺ γέννησες ἔχει πατέρα αἰώνιο. Κόρη, γέννημα τῆς γῆς, ποὺ βάσταξες στὴ θεομητορική σου ἀγκαλιὰ τὸν Πλάστη. Οἱ αἰῶνες παράβγαιναν στὸ τρέξιμο ποιὸς θὰ πρωτοπρολάβει νὰ καυχηθεῖ γιὰ τὴ γέννησή σου. Ἀλλὰ ἡ προκαθορισμένη ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐφτίαξε καὶ τοὺς αἰῶνες, νίκησε τὸ συναγωνισμὸ τῶν αἰώνων κι ἔγιναν οἱ τελευταῖοι αἰῶνες πρῶτοι, ἐκεῖνοι ποὺ τοὺς ἔλαχε νὰ γεννηθεῖς σ᾿ αὐτούς. Εἶσαι πραγματικὰ ἡ πιὸ πολύτιμη ἀπ᾿ ὅλη τὴν πλάση, γιατὶ μόνο ἀπὸ σένα πῆρε μικρὸ μέρος ὁ Πλάστης τὶς ἀπαρχὲς τῆς δικῆς μας φύσεως. Σάρκα Του ἔγινε ἡ σάρκα σου, καὶ αἷμα Του τὸ αἷμα σου, καὶ γάλα ἀπὸ σένα θήλασε ὁ Θεός, κι ἑνώθηκαν τὰ χείλη σου μὲ τοῦ Θεοῦ τὰ χείλη. Ἀκατανόητα κι ἀνείπωτα θαύματα. Ὁ Θεὸς τῶν ὅλων προγνώρισε ὅτι ἐσὺ ἄξια θὰ γίνεις τῆς ἀγάπης Του καὶ σ᾿ ἀγάπησε, κι ἀπὸ ἀγάπη σὲ προόρισε, καὶ «στοὺς στερνοὺς καιροὺς» σ᾿ ἔφερε στὸ φῶς καὶ σ᾿ ἀνάδειξε μητέρα καὶ τροφὸ τοῦ δικοῦ Του Υἱοῦ καὶ Λόγου.

8. Λέγουν πὼς τὰ ἀντίθετα γιατρεύουν τ᾿ ἀντίθετά τους, μὰ δὲν μπορεῖ τ᾿ ἀντίθετα καὶ νὰ γεννοῦν τ᾿ ἀντίθετά τους. Μολονότι κάθε πλάσμα ὑφαίνει αὐτό, ποὺ ἀπὸ τὴ φύση τοῦ εἶναι, ἀντιμετωπίζοντας τ᾿ ἀντίθετά του – τὸ κατορθώνει βέβαια ἀπ᾿ τὸν πλοῦτο τῆς δύναμης ποὺ κλείνει μέσα στὴ φύση του. Κι ὅπως ἀκριβῶς «ἡ ἁμαρτία χρησιμοποίησε τὸ καλό, τὴν ἐντολὴ τοῦ Νόμου, γιὰ τὸν θάνατό μου, κι ἔγινε ὑπερβολικὰ ἁμαρτωλή», ἔτσι κι ὁ αἴτιος τῶν καλῶν, ὁ Θεός, μέσα ἀπὸ τ᾿ ἀντίθετό τους, τὸν θάνατο, κατεργάζεται γιὰ μᾶς τὸ καλό, ποὺ τοῦ εἶναι φυσικό. «Ἐπειδὴ ὅπου πλήθυνε ἡ ἁμαρτία, περίσσεψε ἡ χάρη». Ἂν εἴχαμε φυλάξει τὴν πρώτη μας κοινὴ ζωὴ μὲ τὸν Θεό, δὲν θὰ ἀξιωνόμαστε τὴν πιὸ μεγάλη καὶ τὴν πιὸ θαυμαστὴ ζωὴ μαζί Του. Τώρα ὅμως μὲ τὴν ἁμαρτία, κριθήκαμε ἀνάξιοί της πρώτης μας κοινῆς ζωῆς μὲ τὸν Θεό, γιατὶ δὲν κρατήσαμε τὸ δῶρο, ποὺ μᾶς δόθηκε. Ἀλλὰ μὲ τὴν συμπάθεια τοῦ Θεοῦ ἐλεηθήκαμε καὶ μᾶς πῆρε πάνω του καὶ μᾶς ἔκανε σάρκα Του, γιὰ νὰ γίνει πιὸ σίγουρη ἡ κοινὴ ζωὴ μαζί Του. Γιατὶ Αὐτὸς ποὺ μᾶς ἀγκάλιασε καὶ μᾶς ἔκανε σάρκα Του ἔχει τὴ δύναμη νὰ κρατήσει ἀδιάσπαστη τὴν ἕνωση.

Ἐπειδὴ δηλαδὴ ὁλόκληρη ἡ γῆ ἔγινε πόρνη καὶ γέννα τέκνα πορνείας, γιαυτὸ κι ὁ λαὸς τοῦ Κυρίου «πλανήθηκε μὲ τὸ πνεῦμα τῆς πορνείας», μακριὰ ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ Θεό του, ποὺ τὸν ἔκανε λαὸ δικό του μὲ «δυνατὸ χέρι καὶ ψηλὸ βραχίονα», καὶ ποὺ τὸν ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τῆς σκλαβιᾶς τοῦ Φαραώ, καὶ τὸν πέρασε μέσα ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα, καὶ τὸν ὁδήγησε «μὲ νεφέλη τὴν ἡμέρα καὶ στήλη φωτιᾶς κάθε νύχτα». Καὶ πῆρε στροφὴ ἡ καρδιά τους γιὰ τὴν Αἴγυπτο. Κι ἔγινε ὁ λαὸς τοῦ Κυρίου «μὴ λαὸς τοῦ Κυρίου», κι᾿ αὐτὸς ποὺ ἐλεήθηκε, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐλεήθηκε, κι αὐτὸς ποὺ ἀγαπήθηκε, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἀγαπήθηκε.

Γι᾿ αὐτὸ γεννιέται τώρα Παρθένος, ἀντίπαλος τῆς προγονικῆς πορνείας κι ἀρραβωνιάζεται μὲ τὸ Θεὸ τὸν ἴδιο, καὶ γεννᾶ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Καὶ γίνεται λαὸς τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἦταν πρῶτα λαὸς τοῦ Θεοῦ κι ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἦταν ἐλεημένος ἐλεήθηκε, κι ὁ μὴ ἀγαπημένος ἀγαπήθηκε. Γιατὶ ἀπ᾿ αὐτὴ γεννιέται ὁ «ἀγαπητὸς Υἱὸς» τοῦ Θεοῦ, ποὺ σ᾿ αὐτὸν εὐδόκησε ὁ Πατέρας – Θεός.

9. «Ἀμπέλι καλοκλήματο» βλάστησε ἀπ᾿ τὴν Ἄννα, κι ἄνθισε σταφύλι ὁλογλυκό, πιοτὸ θεϊκό, νὰ τὸ πιοῦν οἱ ἄνθρωποι νὰ ζήσουν στὸν αἰώνα. Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἔσπειραν «δικαιοσύνη» καὶ θερίσανε «καρπὸ ζωῆς». Φωτισθήκανε μὲ τὸ «φῶς τῆς γνώσεως» καὶ ψάξανε νὰ βροῦν τὸν Κύριο, καὶ τοὺς βρῆκε καρπὸς δικαιοσύνης. Ἂς πάρει θάρρος ἡ γῆ καὶ «γεμίστε χαρὰ τὰ παιδιὰ τῆς Σιῶν γιὰ τὸν Κύριο καὶ Θεό σας», γιατὶ πρασίνισε ἡ ἔρημος. Ἡ στείρα καρποφόρησε. Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα σὰν μυστικὲς κορφὲς βουνῶν στάλαξαν γλύκα. Νιῶσε χαρά, εὐλογημένη Ἄννα, γιατὶ γέννησες κορίτσι. Γιατὶ αὐτὴ ἡ κόρη θὰ γίνει Μητέρα τοῦ Θεοῦ, πύλη τοῦ φωτός, πηγὴ τῆς ζωῆς, καὶ θὰ ἐξαφανίσει τὸ ἔγκλημα τῆς γυναίκας.

Τὸ πρόσωπο αὐτῆς τῆς κόρης «θὰ ἱκετεύσουν οἱ πλούσιοί του λαοῦ». Τὴν κόρη αὐτὴ θὰ προσκυνήσουν οἱ βασιλιᾶδες τῶν ἐθνῶν προσφέροντας δῶρα. Τὴν κόρη αὐτὴ θὰ ὁδηγήσεις στὸ Θεό, στὸ βασιλιὰ τῶν ὅλων, ντυμένο στὰ «χρυσὰ κρόσσια» τὰ στολίδια τῶν ἀρετῶν, καὶ στολισμένη μὲ τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος, κι «ἡ δόξα τῆς εἶναι μέσα της». Γιατὶ ἂν δόξα κάθε γυναίκας εἶναι ὁ ἄντρας ποὺ στέκεται στὸ πλάι της, τῆς Παναγίας ἡ δόξα εἶναι ἀπὸ μέσα, ὁ καρπὸς τῶν σπλάχνων της.

Ὦ Κόρη ποθητὴ καὶ τρισευλογημένη· «εὐλογημένη μέσα σ᾿ ὅλες τὶς γυναῖκες σύ, κι εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῶν σπλάχνων σου». Κόρη, θυγατέρα τοῦ βασιλιᾶ Δαβίδ, καὶ Μητέρα τοῦ βασιλιᾶ τῶν ὅλων, τοῦ Θεοῦ. Θεϊκὸ κι ὁλοζώντανο ἄγαλμα, ἡ εὐφροσύνη τοῦ Θεοῦ ποὺ σὲ ἔπλασε, ποὺ ἔχεις τὸ πνεῦμα σου θεοκυβέρνητο καὶ μόνο στὸ Θεὸ γυρνᾶς τὴν προσοχή σου. Κάθε σου πόθος στρέφει στὸν μόνο ποθητὸ κι ἀγαπημένο. Τὸ θυμό σου χύνεις μοναχὰ στὴν ἁμαρτία καὶ σ᾿ αὐτὸν ποὺ γέννησε τὴν ἁμαρτία. Ζοῦσες ζωὴ ἀνώτερη ἀπὸ τὴ φύση. Ὄχι ζωὴ δική σου, γιατὶ ἐσὺ δὲν γεννήθηκες γιὰ σένα. Γιὰ τὸν Θεὸ λοιπὸν ζοῦσες, γι᾿ Αὐτὸν ἦλθες στὴ ζωή, Αὐτὸν πιστὰ νὰ ὑπηρετήσεις στὴν παγκόσμια σωτηρία, γιὰ νὰ πληρωθεῖ ἡ «προαιώνια ἀπόφαση» τοῦ Θεοῦ, ἡ σάρκωση τοῦ Λόγου καὶ ἡ δική μας θέωση. Ὁ πόθος σου μὲ θεϊκὰ νὰ τρέφεσαι λόγια, καὶ μὲ τὸ χυμό τους νὰ δυναμώνεις, σὰν «ἐλιὰ ὁλοκαρπη στὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ, σὰν δένδρο, ποὺ φυτεύτηκε στὴν ἀκροποταμιὰ» τοῦ Πνεύματος, σὰν δένδρο τῆς ζωῆς, ποὺ καρποφόρησε στὸν καιρὸ ποὺ εἶχε ἀπὸ τὸ Θεὸ ταχθεῖ, Θεὸ ἐνσαρκωμένο, τὴν αἰώνια ζωὴ γιὰ τὰ πλάσματά Του ὅλα. Κρατᾶς κάθε λογισμὸ ποὺ τρέφει κι ὠφελεῖ τὴ ψυχή, καὶ ρίχνεις πέρα, πρὶν κἂν τὸ δοκιμάσεις, κάθε τι ποὺ εἶναι γιὰ σένα ἄχρηστο καὶ βλαβερό. Μάτια «στραμμένα πάντοτε στὸν Κύριο» βλέπουν τὸ αἰώνιο κι «ἀπλησίαστο φῶς». Αὐτιὰ ποὺ ἀκοῦνε τὸν θεϊκὸ λόγο κι εὐφραίνονται μὲ τὴν κιθάρα τοῦ Πνεύματος, ποὺ ἀπὸ μέσα τους πέρασε ὁ Λόγος γιὰ νὰ σαρκωθεῖ. Ὄσφρηση γοητευμένη μὲ τὴν εὐωδιὰ τῶν ἀρωμάτων τοῦ Νυμφίου, ποὺ ἄρωμα θεϊκὸ ξεχύνεται ἐλεύθερα καὶ χρίει τὴν ἀνθρώπινή Του φύση. «Ἄρωμα ποὺ χύθηκε εἶναι τὸ ὄνομά σου» λέγει ἡ ἁγία Γραφή. Χείλη ποὺ δοξολογοῦν τὸν Κύριο καὶ μένουν κολλημένα στὰ δικά Του χείλη. Ἡ γλώσσα κι ὁ οὐρανίσκος ποὺ ξέρουν νὰ διακρίνουν τὰ λόγια του Θεοῦ καὶ ποὺ χορταίνουν μὲ τὴ θεϊκή τους γλυκύτητα. Καρδιὰ καθαρὴ κι ἀμόλυντη, ποὺ βλέπει καὶ ποθεῖ τὸν ἀόρατο Θεό.

Σπλάχνα, ποὺ μέσα τους κατοίκησε ὁ ἀχώρητος, καὶ στῆθος, ποὺ μὲ τὸ γάλα του, τράφηκε ὁ Θεός, τὸ παιδὶ Ἰησοῦς. Πύλη τοῦ Θεοῦ παρθενικὴ γιὰ πάντα. Χέρια, ποὺ κράτησαν τὸν Θεό, καὶ γόνατα, ποὺ ἔγιναν θρόνος ψηλότερος κι ἀπὸ τὰ χερουβίμ. Μ᾿ αὐτὰ στερεώθηκαν τὰ «παράλυτα χέρια καὶ τ᾿ ἀδύναμα πόδια». Πόδια ὁδηγημένα μὲ τὸ φωτεινὸ λυχνάρι τοῦ θείου νόμου, τρέχουν ἀσταμάτητα πίσω του, ὥσπου κι τράβηξαν τὸν Ποθητὸ σ᾿ αὕτη ποὺ Τὸν ποθοῦσε. Ὁλόκληρη εἶσαι δωμάτιο νυφικὸ τοῦ Πνεύματος, πόλη τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ, ποὺ τὴν «εὐφραίνουν τὰ ρέματα τοῦ πόταμου», τὰ κύματα δηλ. τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: Πεντάμορφη καὶ πολυαγαπημένη τοῦ Θεοῦ. Γιατί, ἀφοῦ ξεπέρασε τὰ χερουβὶμ κι ἀνέβηκε ψηλότερα κι ἀπὸ τὰ σεραφίμ, ἔγινε πραγματικά του Θεοῦ ἡ πολυαγαπημένη.

10. Θαῦμα, τὸ πιὸ τρανὸ ἀπ᾿ ὅλα τὰ θαύματα! Γυναίκα νὰ βρίσκεται πάνω ἀπὸ τὰ σεραφίμ, κι αὐτὸ γιατὶ ὁ Θεὸς φανερώθηκε «λιγάκι πιὸ χαμηλὰ ἀπ᾿ τοὺς ἀγγέλους». Σιώπα, Σολομῶν πολύσοφε, καὶ μὴ λές: «Τίποτα καινούργιο κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο». Παρθένε θεοχαριτωμένη, ἅγιε ναὲ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὁ πνευματικὸς Σολομώντας, ὁ ἄρχοντας τῆς εἰρήνης, σ᾿ ἔχτισε καὶ σ᾿ ἔκανε κατοικία του, ναέ, ποὺ δὲν στολίζεσαι μὲ χρυσάφι κι ἄψυχες πέτρες, ἀλλὰ λαμποκοπᾶς ἀντὶ χρυσάφι Ἅγιο Πνεῦμα· κι ἀντὶ γι᾿ ἄλλα ἀκριβὰ πετράδια ἔχεις τὸ πολύτιμο μαργαριτάρι, τὸν Χριστό, τὸν ἄνθρακα τῆς θεότητας. Αὐτὸν παρακάλεσε ν᾿ ἀγγίξει τὰ χείλη μας, γιὰ νὰ μποροῦμε ἁγνισμένοι νὰ Τὸν ὑμνήσουμε μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀνακράζοντας: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ», μία φύση τῆς θεότητας μὲ τρία πρόσωπα. Ἅγιος ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας, ποὺ εὐδόκησε μέσα σὲ σένα καὶ ἀπὸ σένα νὰ τελεσιουργηθεῖ τὸ μυστήριο, ποὺ εἶχε προκαθορίσει πρὶν ἀπὸ τοὺς αἰῶνες. Ἅγιος ἰσχυρός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Θεὸς ὁ Μονογενής, ποὺ σήμερα ἐνεργεῖ τὴν γέννησή σου ἀπὸ στείρα μητέρα, γιὰ νὰ γεννηθεῖ αὐτὸς ποὺ ἦταν μονογενὴς ἀπὸ Πατέρα καὶ «πρωτογέννητος ἀπ᾿ ὁλόκληρη τὴν πλάση», μονογενὴς κι ἀπὸ σένα Παρθένο Μητέρα, πρωτογέννητος «ἀνάμεσά σε πολλὰ ἀδέλφια», ἴδιος μ᾿ ἐμᾶς, Κοινωνὸς χάρη σὲ Σένα στὴ «δική μας σάρκα καὶ στὸ δικό μας αἷμα». Ὡστόσο δὲν σ᾿ ἄφησε νὰ γεννηθεῖς κι ἐσένα μόνο ἀπὸ πατέρα ἢ μόνο ἀπὸ μητέρα, γιὰ νὰ κρατήσει τὸ προνόμιο τῆς μοναδικῆς γεννήσεως, ὁ μοναδικὸς σ᾿ ὅλα του μονογενής. Αὐτὸς εἶναι στ᾿ ἀληθινὰ ὁ μοναδικὸς μόνο ἀπὸ Πατέρα καὶ μοναδικὸς μόνο ἀπὸ μητέρα. Ἅγιος ἀθάνατος, τὸ Πανάγιο Πνεῦμα, ποὺ μὲ τὴ δροσιὰ τῆς θεότητάς Του σὲ κράτησε σώα ἀπὸ τὴν θεϊκὴ φωτιά. Γιατὶ αὐτὸ προέλεγε αἰνιγματικὰ ἡ βάτος τοῦ Μωυσῆ.

11. Χαῖρε, πύλη προβατική, ἱερώτατε ναὲ τῆς μητέρας τοῦ Θεοῦ. Χαῖρε, πύλη προβατική, προγονικὴ κατοικία τῆς βασίλισσας. Χαῖρε, πύλη προβατική, ποὺ ἤσουν κάποτε μαντρὶ τῶν προβάτων τοῦ Ἰωακείμ, τώρα ἡ οὐρανομίμητη Ἐκκλησία τῆς λογικῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ. Πύλη, ποὺ κάποτε μία φορὰ τὸ χρόνο δεχόσουν τὸν ἄγγελο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ταράσσοντας τὸ νερό, ἔδινε σ᾿ ἕναν ἄρρωστο τὴ δύναμη καὶ τὸν γιάτρευε. Τώρα ἔχεις στρατιὲς ἀπὸ δυνάμεις ἀγγέλων, ποὺ δοξολογοῦν μαζὶ μὲ μᾶς τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τὴν ἄβυσσο τῶν θαυμάτων, τὴ πηγὴ ποὺ γιατρεύει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Μητέρα Θεοῦ, ποὺ δέχθηκε ὄχι ἄγγελο ὑπηρέτη, ἀλλὰ τὸν Ἄγγελο τῆς μεγάλης βουλῆς, ποὺ κατέβηκε πάνω στὸ ἁπαλὸ μαλλὶ ἀθόρυβα σὰν ἄφθονη βροχὴ καλοσύνης, καὶ ξανάφερε σ᾿ ἀκλόνητη ὑγεία καὶ σ᾿ ἀγέραστη ζωὴ ὅλη τὴν ἀρρωστημένη μας φύση, ποὺ ὑποτάχθηκε στὴ φθορά. Χάρη σ᾿ Αὐτὸν ὁ παράλυτός σου ἔτρεξε πηδώντας σὰν ἐλάφι. Χαῖρε, τίμια προβατικὴ κολυμβήθρα, ἡ χάρη σου ν᾿ αὐξάνει.

Χαῖρε, Μαρία, γλυκύτατη Κόρη τῆς Ἄννας. Σὲ σένα μὲ παρασύρει πάλι ἡ λαχτάρα τῆς ἀγάπης. Πῶς ν᾿ ἀναπαραστήσω τὸ ὅλο σεμνότητα βάδισμά σου; Πῶς τὸ ντύσιμό σου; Πῶς τὸ χαριτωμένο πρόσωπό σου; Τὸ γεροντικό σου φρόνημα στὸ νεαρό σου σῶμα; Σεμνὸ ντύσιμο χωρὶς πολυτέλεια καὶ μαλθακότητα. Βῆμα συγκρατημένο, χωρὶς βιασύνη καὶ χωρὶς νωθρότητα. Τὸ σοβαρὸ ὕφος, ποὺ γλύκαινε κάποια ἱλαρότητα, κρατημένο πάντα μακριὰ ἀπὸ τοὺς ἄντρες. Κι ἀπόδειξη ὁ φόβος ποὺ ἔδειξες μὲ τὴν ἀπροσδόκητη προσφώνηση τοῦ ἀγγέλου. Πρόθυμη κι ὑπάκουη στοὺς γονεῖς σου· κρατοῦσες τὸ πνεῦμα τῆς ταπεινώσεως στὶς πιὸ μεγάλες ἀποκαλύψεις. Τὰ λόγια σου καλοσυνάτα ἔβγαιναν ἀπὸ ἤρεμη ψυχή. Καὶ τί χρειάζονται τὰ πολλὰ λόγια, ἄξια νὰ κατοικήσει μέσα σου ὁ Θεός! Μὲ τὸ δίκιο τους σὲ μακαρίζουν ὅλες οἱ γενεές, ἐσένα τὴν πιὸ διαλεχτὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων. Καύχημα τῶν ἱερέων, ἐλπίδα τῶν χριστιανῶν, στήριγμα βασιλιάδων, πολύκαρπη φυτὸ τῆς παρθενίας, γιατὶ ἀπὸ σένα ἁπλώθηκε πλατιὰ ἡ ὀμορφιὰ τῆς παρθενίας. «Ἀπ᾿ ὅλες τὶς γυναῖκες σὺ εἶσαι ἡ εὐλογημένη κι εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου». Εὐλογημένοι εἶναι ὅσοι σ᾿ ἀναγνωρίζουν Θεοτόκο, καὶ μένουν στὴν κατάρα ὅσοι σ᾿ ἀρνιοῦνται.

12. Ἱερὸ ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, δεχτεῖτε ἀπὸ μένα τούτη τὴν ὁμιλία στὴ γέννηση τῆς Μαρίας. Κόρη τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας καὶ Δέσποινά μου, δέξου τὰ λόγια τοῦ ἁμαρτωλοῦ δούλου σου, ποὺ ὁ πόθος ὅμως τὸν καίει κι ἀπόκτησε Ἐσένα μοναδικὴ ἐλπίδα χαρᾶς, προστάτισσα τοῦ βίου του. Καὶ μεσίτριά του κοντὰ στὸν Υἱό σου καὶ ἐγγύηση γιὰ τὴ σωτηρία του. Σκόρπισε πέρα τὸ βαρὺ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν μου, καὶ διάλυσε τὸ σύννεφο, ποὺ μοῦ σκοτίζει τὸ μυαλὸ καὶ τὸ παχὺ στρῶμα τῆς ὕλης. Σταμάτησε τοὺς πειρασμοὺς καὶ κυβέρνησε μ᾿ ἐπιτυχία τὴ ζωή μου, καί, παίρνοντάς με ἀπ᾿ τὸ χέρι, ὁδήγησέ με ψηλὰ στὴν οὐράνια εὐτυχία, καὶ στὸν κόσμο σου δῶσε δῶρο τὴν εἰρήνη. Καὶ σ᾿ ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς πόλεώς μας, τέλεια τὴν χαρὰ καὶ τὴν αἰώνια σωτηρία, μὲ τὶς παρακλήσεις τῶν γονιῶν σου κι ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας. Ἂς γίνει ἔτσι! Ἂς γίνει!

«Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μαζί σου, εὐλογημένη σὺ ἀνάμεσα σ᾿ ὅλες τὶς γυναῖκες, κι εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου», ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Σ᾿ αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα μαζὶ καὶ στὸν Πατέρα καὶ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

 

Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς 

Πηγή: ἐδῶ

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2019

Τὸ Γενέσιον τῆς Θεοτόκου - Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός



Ἀπόσπασμα λόγου τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ εἰς τό Γενέσιον τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου:

 «Ὦ ζεῦγος λογικῶν τρυγόνων Ἰωακείμ καί Ἄννα τό σωφρονέστατον. 

Ὑμεῖς τόν τῆς φύσεως νόμον, τήν σωφροσύνην, τηρήσαντες τῶν ὑπέρ φύσιν κατηξιώθητε· τετόκατε (=ἔχετε γεννήσει) γάρ τῷ κόσμῳ Θεοῦ μητέρα ἀπείρανδρον. 

Ὑμεῖς εὐσεβῶς καί ὁσίως ἐν ἀνθρωπίνῃ φύσει πολιτευσάμενοι, ὑπέρ ἀγγέλους καί τῶν ἀγγέλων δεσπόζουσαν νῦν θυγατέρα τετόκατε. 

Ὦ θυγάτριον ὡραιότατον καί γλυκύτατον· ὦ κρίνον ἀναμέσον τῶν ἀκανθῶν ἐκφυέν ἐξ εὐγενεστάτης καί βασιλικωτάτης ρίζης δαβιτικῆς… 

Ὦ ρόδον ἐξ ἀκανθῶν τῶν Ἰουδαίων φυέν καί εὐωδίας θείας πληρῶ σαν τά σύμπαντα. 

Ὦ θύγατερ Ἀδάμ καί μήτηρ Θεοῦ. 

Μακαρία ἡ ὀσφύς καί ἡ γαστήρ ἐξ ὧν ἀνεβλάστησας· μακάριαι αἱ ἀγκάλαι αἵ σε ἐβάστασαν καί χείλη τά τῶν ἁγνῶν φιλημάτων σου ἀπολαύσαντα, μόνα τά γονικά, ἵνα ᾖς ἐν πᾶσιν ἀειπαρθενεύουσα».

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς 


Πηγή: imaik.gr  


 

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2019

Τὸ γενέσιον τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου



Στιχηρὰ Ἰδιόμελα
Ἦχος δ'
Ἰωάννου Μοναχοῦ
Λύει τοῦ Ζαχαρίου τὴν σιωπήν, γεννηθεὶς ὁ Ἰωάννης· 
καὶ γὰρ οὐδὲ ἔπρεπε τὸν πατέρα σιωπᾶν,
 προελθούσης τῆς φωνῆς, 
ἀλλ' ὥσπερ ἀπιστηθεῖσαν, 
πρώην τὴν γλῶτταν ἔδησεν, 
οὕτω φανερωθεῖσαν, 
δοῦναι τῷ πατρὶ τὴν ἐλευθερίαν,
 ᾧ καὶ εὐηγγελίσθη, 
καὶ ἐγεννήθη φωνὴ τοῦ Λόγου, 
 καὶ φωτὸς Πρόδρομος, 
πρεσβεύων ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.  
 

Ἦχος δ'
Σήμερον ἡ φωνὴ τοῦ Λόγου, 
τὴν φωνὴν δι' ἀπιστίαν κρατουμένην, 
λύει τὴν πατρικήν, 
καὶ τῆς Ἐκκλησίας ἐμφαίνει τὴν εὐτεκνίαν, 
δεσμὰ τῆς στειρώσεως λύουσα μητρικά, 
ὁ λύχνος τοῦ φωτὸς προέρχεται, 
ἡ αὐγὴ τοῦ ἡλίου τῆς δικαιοσύνης, 
μηνύει τὴν ἔλευσιν, εἰς ἀνάπλασιν πάντων, 
καὶ σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν. 

Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός

____________________________________________



Δοξαστικὸν
Ἦχος πλ. δ'
Κασσίας Μοναχῆς
Ἡσαΐου νῦν τοῦ Προφήτου ἡ φωνή, 
σήμερον ἐν τῇ τοῦ μείζονος Προφητῶν κυήσει Ἰωάννου πεπλήρωται. 
Ἰδοὺ γὰρ φησιν ἀποστελῶ τὸν Ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου σου, 
ὃς κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου. 
Οὗτος οὖν ὁ τοῦ ἐπουρανίου Βασιλέως στρατιώτης 
προδραμών, ὡς ἀληθῶς εὐθείας ἐποίει, τὰς τρίβους τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, 
ἄνθρωπος μέν τῇ φύσει, Ἄγγελος δὲ τὸν βίον ὑπάρχων· 
ἁγνείαν γὰρ παντελῆ, καὶ σωφροσύνην ἀσπασάμενος, 
εἶχε μὲν τὸ κατὰ φύσιν, ἔφυγε δὲ τὸ παρὰ φύσιν, 
ὑπὲρ φύσιν ἀγωνισάμενος· Αὐτὸν ἅπαντες πιστοί,
 ἐν ἀρεταῖς μιμούμενοι, πρεσβεύειν ὑπὲρ ἡμῶν δυσωπήσωμεν, 
εἰς τὸ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. 

Θεοτοκίον
Ἦχος πλ. δ'
Βλέπε τὴν Ἐλισάβετ, πρὸς τὴν Παρθένον Μαριὰμ διαλεγομένην· 
Τὶ παραγέγονας πρὸς με, ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου μου; 
σὺ Βασιλέα βαστάζεις, κἀγὼ στρατιώτην, 
σὺ τόν νομοδότην, κἀγὼ τὸν νομοθέτην, 
σὺ τὸν Λόγον, κἀγὼ τὴν φωνήν, 
τὴν κηρύξασαν 
τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν.


Κασσία Μοναχὴ

Πηγή:  glt.goarch.org

Δευτέρα 17 Ιουνίου 2019

Περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος - Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός


Παραθέτουμε στήν συνέχεια τήν Ἔκθεση τῆς πίστεως τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας περί τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅπως διατυπώθηκε ἀπό τόν πρύτανι τῶν θεολόγων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας Ὅσιο Πατέρα μας Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό (676μ.Χ.-749μ.Χ.). Στήν Ἔκθεση αὐτή ὁ θεοφόρος Πατέρας ἔλαβε ὑπ’ ὄψιν του τήν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὅπως αὐτή ἑρμηνεύθηκε καί παγιώθηκε ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους καί τά ἔργα τῶν Πατέρων. Γράφει:
«Γι’ αὐτό λοιπόν πιστεύουμε σέ ἕνα Θεό, σέ μία ἀρχή ἄναρχη, ἄκτιστη, ἀγέννητη καί ἀνόλεθρη καί ἀθάνατη, αἰώνια, ἄπειρη, ἀπερίγραπτη, ἀπεριόριστη, ἀπειροδύναμη, ἁπλή, ἀσύνθετη, ἀσώματη, ἄρρευστη, ἀπαθῆ, ἄτρεπτη, ἀναλλοίωτη, ἀόρατη, πηγή ἀγαθότητος καί δικαιοσύνης, φῶς νοερό, ἀπρόσιτο, δύναμη, πού δέν γνωρίζεται μέ κανένα μέτρο ἀλλά μόνο μετριέται μέ τήν συγγενῆ βούληση- γιατί τά πάντα μπορεῖ νά κάνει, ὅσα θέλει-, ἀρχή πού δημιούργησε ὅλα τά κτίσματα, τά ὁρατά καί τά ἀόρατα, πού συνέχει καί συντηρεῖ τά πάντα, προνοεῖ γιά ὅλα, κρατεῖ τά πάντα καί κυβερνᾶ καί βασιλεύει μέ ἀτέλειωτη καί ἀθάνατη βασιλεία, τίποτε δέν ἔχει ἀντίθετό της, ὅλα τά γεμίζει, δέν περιέχεται ἀπό κανένα, μᾶλλον αὐτή περιέχει τά σύμπαντα καί τά συνέχει καί προεξέχει, μέ καθαρό καί ἀμόλυντο τρόπο βρίσκεται πάνω σ’ ὅλες τίς οὐσίες καί εἶναι ὑψωμένη πέρα ἀπό ὅλα καί ἀπό κάθε οὐσία, γιατί εἶναι πάνω ἀπό τήν οὐσία καί πάνω ἀπό τά ὄντα, ὑπέρθεη, ὑπεράγαθη, ὑπερπλήρης, πού διαχωρίζει ὅλες τίς ἀρχές καί τίς τάξεις καί εἶναι θεμελιωμένη πάνω ἀπό κάθε ἀρχή καί τάξη, πάνω ἀπό τήν οὐσία καί τήν ζωή καί τόν λόγο καί τήν ἔννοια, αὐτοφῶς, αὐτοαγαθότητα, αὐτοζωή, αὐτοουσία, γιατί δέν ἔχει ἀπό κάποιον ἄλλον τήν ὕπαρξη ἤ κάτι ἀπό ὅσα εἶναι, ἐνῶ ἡ ἴδια εἶναι πηγή τῆς ὑπάρξεως γιά τά ὄντα, τῆς ζωῆς γιά τούς ζῶντες, τοῦ λόγου γιά ὅσους μετέχουν στόν λόγο, αἰτία ὅλων τῶν ἀγαθῶν γιά ὅλους, πού γνωρίζει τά πάντα πρίν νά γίνουν, μία οὐσία, μία θεότητα, μία δύναμη, μία θέληση, μία ἐνέργεια, μία ἀρχή, μία ἐξουσία, μία κυριότητα, μία βασιλεία, πού γνωρίζεται σέ τρεῖς τέλειες ὑποστάσεις καί προσκυνεῖται μέ μία προσκύνηση καί πιστεύεται καί λατρεύεται ἀπό ὅλα τά λογικά κτίσματα, ἐνῶ οἱ τέλειες ὑποστάσεις εἶναι ἑνωμένες μέ ἀσύγχυτο τρόπο καί συνάμα διαιροῦνται ἀδιάστατα, πρᾶγμα πού εἶναι καί παράδοξο. Πιστεύουμε σέ Πατέρα καί Υἱό καί ἅγιο Πνεῦμα, καί στό ὄνομά τους ἔχουμε βαπτισθεῖ. Γιατί ἔτσι διέταξε ὁ Κύριος τούς ἀποστόλους νά βαπτίζουν, λέγοντας· Βαπτίζοντας αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Πιστεύουμε σέ ἕνα Πατέρα, τήν ἀρχή καί τήν αἰτία ὅλων, πού δέν γεννήθηκε ἀπό κανένα, τόν μόνο ἀναίτιο καί ἀγέννητο, δημιουργό ὅλων, ἀλλά Πατέρα κατά τήν φύση ἑνός μόνου, τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ του, τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, καί προβολέα τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Καί σέ ἕνα Υἱό τοῦ Θεοῦ τόν μονογενῆ, τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, πού γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα πρίν ἀπό ὅλους τούς αἰῶνες, φῶς ἀπό φῶς, Θεό ἀληθινό ἀπό Θεό ἀληθινό, πού γεννήθηκε καί δέν δημιουργήθηκε, μέ τόν Πατέρα ὁμοούσιο, διά μέσου τοῦ ὁποίου ἔγιναν τά πάντα. Λέγοντας «πρίν ἀπό ὅλους τούς αἰῶνες», δείχνουμε ὅτι ἡ γέννησή του εἶναί ἄχρονη καί ἄναρχη· γιατί δέν ἦλθε στήν ὕπαρξη ἀπό τό μή ὄν ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τό ἀπαύγασμα τῆς δόξας, ὁ χαρακτήρας τῆς ὑποστάσεως τοῦ Πατέρα, ἡ ζῶσα σοφία καί δύναμη, ὁ ἐνυπόστατος Λόγος, ἡ οὐσιαστική καί τέλεια καί ζῶσα εἰκόνα τοῦ ἀοράτου Θεοῦ, ἀλλά πάντοτε ἦταν μέ τόν Πατέρα καί στόν Πατέρα, γεννημένος ἀπ’ αὐτόν μέ ἀίδιο καί ἄναρχο τρόπο· γιατί δέν ὑπῆρχε διάστημα, κατά τό ὁποῖο ὑπῆρχε ὁ Πατέρας, χωρίς νά ὑπάρχει ὁ Υἱός, ἀλλά ἅμα Πατέρας ἅμα Υἱός, γεννημένος ἀπ’ αὐτόν· δέν θά μποροῦσε ἄλλωστε νά ὀνομαστεῖ Πατέρας χωρίς τόν Υἱό. Ἐξάλλου ἄν ὑπῆρχε, μή ἔχοντας Υἱό, δέν ἦταν Πατέρας, καί ἄν ὕστερα ἀπέκτησε Υἱό ἔγινε Πατέρας μετά ἀπό αὐτό, γιατί δέν ἦταν πρίν ἀπό τήν γέννηση τοῦ Υἱοῦ, καί ἀλλοιώθηκε ἀπό τό νά μή εἶναι Πατέρας στό νά γίνει Πατέρας, πράγμα πού ξεπερνᾶ τά ὅρια κάθε βλασφημίας. Γιατί εἶναι ἀδύνατο νά ποῦμε ὅτι ὁ Θεός στερεῖται τή φυσική γονιμότητα· καί ἡ γονιμότητα εἶναι ἡ κατά φύση γέννηση ἑνός ὅμοιου ἀπ’ αὐτόν, δηλαδή ἀπό τήν ἴδια τήν οὐσία του.
Εἶναι ἀσέβεια λοιπόν νά λέμε ὅτι στή γέννηση τοῦ Υἱοῦ μεσολαβεῖ χρόνος ἤ ὅτι μετά τόν Πατέρα ἔγινε ἡ ὕπαρξη τοῦ Υἱοῦ· γιατί παραδεχόμαστε τή γέννηση τοῦ Υἱοῦ ἀπ’ αὐτόν τόν ἴδιο, δηλαδή ἀπό τή φύση τοῦ Πατέρα. Καί ἄν δέν δεχτοῦμε ὅτι ἀπό τήν ἀρχή ὁ Υἱός συνυπάρχει μέ τόν Πατέρα, γεννημένος ἀπ’ αὐτόν, παρεισάγουμε τροπή τῆς ὑποστάσεως τοῦ Πατέρα, ἐπειδή ἐνῶ δέν ἦταν Πατέρας, ὕστερα ἔγινε· γιατί ἡ κτίση, μολονότι ἔγινε ὕστερα, δέν ἔγινε ἀπό τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀπό τό μή ὄν στό εἶναι μέ τή βούληση καί τή δύναμη αὐτοῦ· ἔτσι δέν μπορεῖ τροπή νά ἀγγίξει τή θεία φύση. Γιατί γέννηση εἶναι ἡ προέλευση αὐτοῦ πού γεννιέται ἀπό τήν οὐσία τοῦ γεννήτορα μέ ὁμοιότητα κατά τήν οὐσία πρός αὐτόν, ἐνῶ κτίση καί δημουργία εἶναι αὐτό πού γίνεται ἀπ’ ἔξω καί ὄχι ἀπό τήν οὐσία τοῦ κτίστη καί δημιουργοῦ, ὡς κτίσμα καί δημιούργημα ἀνόμοιο πρός τήν οὐσία πέρα γιά πέρα.
Στόν μόνο λοιπόν ἀπαθῆ καί ἀναλλοίωτο καί ἄτρεπτο καί πάντοτε τόν ἴδιο Θεό καί ἡ γέννηση καί ἡ κτίση εἶναι ἀπαθεῖς· γιατί ὁ Θεός κατά τή φύση ἀπαθής καί ἄρρευστος, ὡς ἁπλός καί ἀσύνθετος, δέν ἔχει τέτοιες φυσικές καταβολές, ὥστε νά ὑφίσταται πάθος ἤ διάλυση οὔτε στή γέννηση οὔτε στήν κτίση καί δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό καμιά συνεργασία· ἀλλά ἀπό τή μιά μεριά ἡ γέννηση εἶναι ἄναρχη καί ἀίδια, ἔργο τῆς θείας φύσεως, καί προέρχεται ἀπό τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά μή ὑποστεῖ ὁ γεννήτορας τροπή καί νά μή ὑπάρχει πρῶτος καί δεύτερος Θεός καί νά μή δεχτεῖ καμία προσθήκη, ἀπό τήν ἄλλη ἡ κτίση στόν Θεό, ὡς ἔργο θελήσεως, δέν συνυπάρχει μέ τόν Θεό κατά ἀίδιο τρόπο, γιατί τό παραγόμενο ἀπό τό μή ὄν στό εἶναι δέν ἔχει τέτοιες φυσικές καταβολές, ὥστε νά συνυπάρχει μέ τόν ἄναρχο καί πάντοτε ζῶντα Θεό. Ὅπως ἀκριβῶς λοιπόν ὁ ἄνθρωπος καί ὁ Θεός δέν δημιουργοῦν κατά τόν ἴδιο τρόπο –γιατί ὁ ἄνθρωπος τίποτε δέν παράγει ἀπό τό μή ὄν στό εἶναι, ἀλλά ὁτιδήποτε δημιουργεῖ ἀπό ὕλη πού προϋπάρχει τό δημιουργεῖ, ὄχι μόνο ἀφοῦ τό θέλησε ἀλλά καί τό ἐπινόησε ἐνωρίτερα καί ἀνατύπωσε στό μυαλό του αὐτό πού πρόκειται νά γίνει, ἔπειτα ἀφοῦ ἐργάστηκε μέ τά χέρια καί ὑπέμεινε κόπο καί κούραση, πολλές φορές μάλιστα καί ἀστόχησε, χωρίς νά καταλήξει ἡ ἐνέργεια ἐκεῖ πού αὐτός θέλει, ἐνῶ ὁ Θεός μόνο ἀφοῦ θέλησε, τά πάντα ἔφερε ἀπό τό μή ὄν στό εἶναι - ἔτσι οὔτε κατά τόν ἴδιο τρόπο γεννοῦν ὁ Θεός καί ἄνθρωπος. Γιατί ὁ Θεός, ὡς ἄχρονος καί ἄναρχος καί ἀπαθής καί ἄρρευστος καί ἀσώματος καί μόνος καί ἀτελεύτητος, μέ ἄχρονο καί ἄναρχο καί ἀπαθῆ καί ἄρρευστο τρόπο γεννᾶ καί χωρίς συνένωση μέ ἄλλον ὄν· καί οὔτε ἀρχή οὔτε τέλος ἔχει ἡ ἀκατάληπτη γέννηση αὐτοῦ. Καί γεννᾶ μέ ἄναρχο τρόπο, ἐπειδή εἶναι ἄτρεπτος, μέ ἄρρευστο, ἐπειδή εἶναι ἀπαθής καί ἀσώματος, χωρίς συνένωση μέ ἄλλο ὄν, ἐπειδή πάλι εἶναι ἀσώματος καί ἕνας μόνος Θεός, χωρίς καμία ἀνάγκη ἄλλου, μέ ἀτελεύτητο καί ἀκατάπαυστο τρόπο, ἐπειδή εἶναι ἄναρχος καί ἄχρονος καί ἀτελεύτητος καί πάντοτε ὁ ἴδιος· γιατί τό ἄναρχο εἶναι ἀτελεύτητο, ἐνῶ αὐτό πού εἶναι ἀτελεύτητο μέ τή χάρη δέν εἶναι ὁπωσδήποτε ἄναρχο, ὅπως ἀκριβῶς καί οἱ ἄγγελοι δέν εἶναι ἄναρχοι.
Γεννᾶ λοιπόν ὁ Θεός, πού πάντοτε ὑπάρχει, τόν Λόγο του τέλειο μέ ἄναρχο καί ἀτελεύτητο τρόπο, ὥστε νά μή γεννᾶ Θεός σέ χρονικό διάστημα, αὐτός πού ἔχει τή φύση καί τήν ὕπαρξη ἀνώτερη ἀπό τόν χρόνο. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως εἶναι φανερό ὅτι γεννᾶ μέ ἀντίθετο τρόπο, ἐπειδή βρίσκεται ὑπόδουλος στή γέννεση καί τή φθορά καί τή διάλυση καί τόν πολλαπλασιασμό καί ἔχει περιβληθεῖ σῶμα καί ἔχει στή φύση του τό ἀνδρικό καί τό γυναικεῖο στοιχεῖο· γιατί ὁ ἄνδρας ἔχει ἀνάγκη ἀπό τή βοήθεια τῆς γυναίκας.-Ἀλλά ἄς εἶναι σπλαχνικός αὐτός πού εἶναι πέρα ἀπό ὅλα καί ξεπερνᾶ κάθε νόηση καί κατάληψη.
Ἔτσι ἡ Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία διδάσκει ἅμα τόν Πατέρα καί ἅμα τόν μονογενῆ του Υἱό, γεννημένο ἀπ’ αὐτόν μέ ἄχρονο καί ἄρρευστο καί ἀπαθῆ καί ἀκατάληπτο τρόπο, καθώς μόνος γνωρίζει ὁ τῶν ὅλων Θεός. Ὅπως ἀκριβῶς ἡ φωτιά καί τό φῶς, πού προέρχεται ἀπ’ αὐτήν, συνυπάρχουν ἀχώριστα, καί δέν ὑπάρχει πρώτη ἡ φωτιά καί ἔπειτα τό φῶς, ἀλλά καί τά δύο μαζί, καί ὅπως τό φῶς πού γεννιέται πάντοτε ἀπό τή φωτιά, πάντοτε μένει σ’ αὐτή καί ποτέ δέν χωρίζεται, ἔτσι καί ὁ Υἱός γεννιέται ἀπό τόν Πατέρα καί ποτέ δέν χωρίζεται ἀπ’ αὐτόν, ἀλλά πάντοτε μένει σ’ αὐτόν. Τό φῶς ὅμως, πού γεννιέται ἀπό τή φωτιά ἀχώριστα καί μένει πάντοτε σ’ αὐτήν, δέν ἔχει δική του ὑπόσταση παράλληλα πρός τή φωτιά, γιατί εἶναι φυσική ποιότητα τῆς φωτιᾶς. Ἀλλά ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ μονογενής πού γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα ἀχώριστα καί ἀδιάστατα καί μένει πάντοτε σ’ αὐτόν, ἔχει δική του ὑπόσταση παράλληλα πρός τήν ὑπόσταση τοῦ Πατέρα.
Ὁ Λόγος λοιπόν λέγεται καί ἀπαύγασμα, ἐπειδή ἔχει γεννηθεῖ ἀπό τόν Πατέρα χωρίς τή συνεύρεση δύο ὄντων καί μέ ἀπαθῆ καί ἄχρονο καί ἄρρευστο καί ἀχώριστο τρόπο, ἐπίσης λέγεται Υἱός καί χαρακτήρας τῆς πατρικῆς ὑποστάσεως, ἐπειδή εἶναι τέλειος καί ἐνυπόστατος καί ὅμοιος μέ τόν Πατέρα πέρα γιά πέρα, ἐκτός ἀπό τήν ἀγεννησία, καί μονογενής, γιατί γεννήθηκε μόνος καί μόνο ἀπό τόν Πατέρα κατά μοναδικό τρόπο. Ἄλλη γέννηση δέν εἶναι ὅμοια μέ τή γέννηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ οὔτε ὑπάρχει ἄλλος υἱός τοῦ Θεοῦ. Βέβαια καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα, ὄχι ὅμως μέ τή γέννηση ἀλλά μέ τήν ἐκπόρευση. Πρόκεται γιά ἄλλο τρόπο ὑπάρξεως, ἀσύλληπτο καί ἄγνωστο, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι καί ἡ γέννηση τοῦ Υἱοῦ. Γι’ αὐτό καί ὅλα ὅσα ἔχει ὁ Πατέρας ἀνήκουν καί στό Ἅγιο Πνεῦμα, ἐκτός ἀπό τήν ἀγεννησία, πού δέν σημαίνει διαφορά οὐσίας καί ἀξίωμα, ἀλλά τρόπο ὑπάρξεως ὅπως ἀκριβῶς καί ὁ Ἀδάμ ἐνῶ εἶναι ἀγέννητος (γιατί εἶναι πλάσμα τοῦ Θεοῦ), καί ὁ Σήθ γεννητός (γιατί εἶναι γιός τοῦ Ἀδάμ) καί ἡ Εὔα, ἐνῶ ἐκπορεύθηκε ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἀδάμ (γιατί αὐτή δέν γεννήθηκε), δέν διαφέρουν κατά φύση μεταξύ τους (γιατί εἶναι ἄνθρωποι), ἀλλά κατά τόν τρόπο τῆς ὑπάρξεως. Εἶναι ἀνάγκη νά ξέρουμε ἐπίσης ὅτι τό ἀγένητο, πού γράφεται μέ ἕνα νί, σημαίνει τό ἄκτιστο, αὐτό δηλαδή πού δέν ἔγινε, ἐνῶ τό ἀγέννητο, πού γράφεται μέ δυό νί, σημαίνει αὐτό πού δέν γεννήθηκε. Κατά τό πρῶτο σημαινόμενο λοιπόν διαφέρει οὐσία ἀπό οὐσία· γιατί ἄλλη εἶναι ἡ ἄκτιστη οὐσία, ἡ ἀγένητη δηλαδή (μέ τό ἕνα νί) καί ἄλλη ἡ γενητή, δηλαδή ἡ κτιστή. Κατά τό δεύτερο ὅμως σημαινόμενο δέν διαφέρει οὐσία ἀπό οὐσία· ἔτσι ἀπό κάθε εἶδος ζώων ἡ πρώτη ὑπόσταση εἶναι ἀγέννητη, ὄχι ὅμως ἀγένητη· γιατί κτίσθηκαν ἀπό τόν δημιουργό καί ἔγιναν μέ τόν Λόγο του· δέν γεννήθηκαν βέβαια, ἀφοῦ δέν προϋπῆρχε κάποιο ἄλλο ὅμοιο μέ αὐτά, γιά νά γεννηθοῦν ἀπ’ αὐτό.
Κατά τό πρῶτο σημαινόμενο λοιπόν κοινωνοῦν μεταξύ τους οἱ τρεῖς ὑπέρθεες ὑποστάσεις τῆς ἁγίας θεότητος (γιατί ὑπάρχουν ὁμοούσιες καί ἄκτιστες), κατά τό δεύτερο σημαινόμενο ὅμως μέ κανένα τρόπο (γιατί μόνος ὁ Πατέρας εἶναι ἀγέννητος, ἀφοῦ δέν ἔχει τό εἶναι ἀπό ἄλλη ὑπόσταση) καί μόνος ὁ Υἱός γεννητός (γιατί ἔχει γεννηθεῖ ἀπό τήν οὐσία τοῦ Πατέρα μέ ἄναρχο καί ἄχρονο τρόπο) καί μόνο τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἐκπορευτό ἀπό τήν οὐσία τοῦ Πατέρα, ἀφοῦ δέν γεννιέται ἀλλά ἐκπορεύεται. Ἔτσι λοιπόν διδάσκει ἡ θεία Γραφή, ἐνῶ ὁ τρόπος τῆς γεννήσεως καί τῆς ἐκπορεύσεως παραμένει ἀκατάληπτος.
Ἐπιπλέον κι αὐτό πρέπει νά ξέρουμε, ὅτι τό ὄνομα τῆς πατρότητος καί τῆς υἱότητος καί τῆς ἐκπορεύσεως δέν μεταφέρθηκε ἀπό ἐμᾶς στή μακαρία θεότητα, ἀλλά ἀντίθετα ἔχει μεταδοθεῖ σέ μᾶς ἀπό ἐκεῖ, ὅπως λέει ὁ θεῖος ἀπόστολος· «Διά τοῦτο κάμπτω τά γόνατά μου πρός τόν Πατέρα, ἐξ οὗ πᾶσα πατριά ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς».
Ἄν φυσικά λέμε ὅτι ὁ Πατέρας εἶναι ἀρχή τοῦ Υἱοῦ καί μεγαλύτερος, δέν ὑπονοοῦμε ὅτι εἶναι σέ προτεραιότητα κατά τόν χρόνο ἤ κατά τή φύση, «δι’ αὐτοῦ γάρ τούς αἰῶνας ἐποίησεν», οὔτε κατά ἄλλη ἄποψη, παρά μόνο κατά τό αἴτιο, πράγμα πού σημαίνει ὅτι ὁ Υἱός γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα καί ὄχι ὁ Πατέρας ἀπό τόν Υἱό καί ὅτι Πατέρας εἶναι αἴτιος τοῦ Υἱοῦ κατά φυσικό τρόπο, ὅπως παραδεχόμαστε ὅτι ἡ φωτιά δέν προέρχεται ἀπό τό φῶς, ἀλλά μόνον τό φῶς ἀπό τή φωτιά. Ὅταν λοιπόν ἀκούσουμε ὅτι ὁ Πατέρας εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ Υἱοῦ καί μεγαλύτερος, τό μυαλό μας νά πάει στό αἴτιο. Καί ὅπως ἀκριβῶς δέν λέμε ὅτι ἄλλη οὐσία ἔχει ἡ φωτιά καί ἄλλη τό φῶς, ἔτσι δέν εἶναι δυνατό νά ποῦμε ὅτι ὁ Πατέρας ἔχει ἄλλη οὐσία καί ὁ Υἱός ἄλλη, ἀλλά καί οἱ δύο ἔχουν μία καί τήν ἴδια οὐσία. Καί ὅπως ἐπίσης παραδεχόμαστε ὅτι ἡ φωτιά λάμπει μέ τό φῶς πού προέρχεται ἀπ’ αὐτήν, καί δέν θεωροῦμε τό προερχόμενο ἀπ’ αὐτήν φῶς ὑπηρετικό ὄργανο τῆς φωτιᾶς, ἀλλά μᾶλλον δύναμη φυσική, ἔτσι λέμε ὅτι ὁ πατέρας ὅλα, ὅσα δημιουργεῖ, μέ τόν μονογενῆ του Υἱό, ὄχι σάν λειτουργικό ὄργανο ἀλλά ὡς φυσική καί ἐνυπόστατη δύναμη, τά δημιουργεῖ. Καί ὅπως λέμε ὅτι ἡ φωτιά φωτίζει καί πάλι λέμε ὅτι τό φῶς τῆς ἡμέρας φωτίζει, ἔτσι ὅλα, ὅσα δημιουργεῖ ὁ Πατέρας, μέ ὅμοιο τρόπο καί ὁ Υἱός τά δημιουργεῖ. Ἀλλά ὅμως τό φῶς δέν ἔχει δική του ὑπόσταση παράλληλα πρός τή φωτιά, ἐνῶ ὁ Υἱός εἶναι τέλεια ὑπόσταση, ἀχώριστη ἀπό τήν πατρική, ὅπως εἴπαμε παραπάνω. Γιατί εἶναι ἀδύνατο νά βρεθεῖ στήν κτίση εἰκόνα πού μπορεῖ νά δείξει μέ τήν παρουσία της ἀπαράλλακτα τόν τρόπο ὑπάρξεως τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἐξάλλου τό κτιστό καί τό σύνθετο καί τό ρευστό καί τό τρεπτό καί τό περιγραπτό κι αὐτό πού ἔχει σχῆμα καί πού εἶναι φθαρτό, πῶς θά παραστήσει μέ σαφήνεια τήν ὑπερούσια θεία οὐσία πού εἶναι ἀπαλλαγμένη ἀπό ὅλα αὐτά; Εἶναι ἐπίσης φανερό ὅτι ὁλόκληρη ἡ κτίση εἶναι ἐπιρρεπής στά περισσότερα ἀπό αὐτά καί συνάμα ὁλόκληρη  κατά τή φύση της εἶναι ὑποδουλωμένη στή φθορά.
Παρόμοια πιστεύουμε καί σέ ἕνα Πνεῦμα τό Ἅγιο, τό κύριο καί ζωοποιό, πού ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα καί ἀναπαύεται στόν Υἱό, καί προσκυνεῖται καί δοξάζεται μαζί μέ τόν Υἱό, ὡς ὁμοούσιο καί συναΐδιο, τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τό ἀπαρασάλευτο, τό ἡγεμονικό, τήν πηγή τῆς ζωῆς καί τοῦ ἁγιασμοῦ, Θεόν πού ὑπάρχει καί προσφωνεῖται μέ τόν Πατέρα καί τόν Υἱό, ἄκτιστο, τέλειο σέ πληρότητα, δημιουργικό, παντοκρατορικό, κατασκευαστή τῶν πάντων, παντοδύναμο, ἀπειροδύναμο, πού κυριαρχεῖ σέ ὅλη τήν κτίση καί δέν κυριαρχεῖται, γεμίζει καί δέν γεμίζεται, μετέχεται καί δέν μετέχει, ἁγιάζει καί δέν ἁγιάζεται, παράκλητο γιατί δέχεται τίς παρακλήσεις ὅλων, ὅμοιο μέ τόν Πατέρα καί τόν Υἱό πέρα γιά πέρα, πού ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα καί διά μέσου τοῦ Υἱοῦ μεταδίδεται καί μεταλαμβάνεται ἀπό ὅλη τήν κτίση καί κτίζει τό ἴδιο καί οὐσιώνει τά σύμπαντα καί τά ἁγιάζει καί τά συνέχει, ἐνυπόστατο, πού ὑπάρχει δηλαδή σέ δική του ὑπόσταση, ἀχώριστο καί πάντοτε κοντά πρός τόν Πατέρα καί τόν Υἱό καί ἔχοντας ὅλα, ὅσα ἔχει ὁ Πατέρας καί ὁ Υἱός, ἐκτός ἀπό τήν ἀγεννησία καί τή γέννηση. Γιατί ὁ Πατέρας εἶναι ἀναίτιος καί ἀγέννητος (δέν προέρχεται ἀπό κανένα· οὔτε ἔχει τό εἶναι ἀπ’ αὐτόν οὔτε ὁτιδήποτε ἄλλο ἀπό ὅσα ἔχει), ἀλλά μᾶλλον ὁ ἴδιος εἶναι ἀρχή καί σέ ὅλους αἰτία τοῦ εἶναι καί τοῦ πῶς εἶναι κατά τή φυσική κατασκευή. Ὁ Υἱός ἐξάλλου προέρχεται ἀπό τόν Πατέρα μέ τή γέννηση· καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί αὐτό προέρχεται ἀπό τόν Πατέρα, ὄχι ὅμως μέ τή γέννηση, ἀλλά μέ τήν ἐκπόρευση. Καί ὅτι ὑπάρχει διαφορά ἀνάμεσα στή γέννηση καί τήν ἐκπόρευση, τό ἔχουμε μάθει· ποιός ὅμως εἶναι ὁ τρόπος τῆς διαφορᾶς, διόλου δέν τό ξέρουμε. Ἔπειτα ἡ γέννηση τοῦ Υἱοῦ ἀπό τόν Πατέρα καί ἡ ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συντελοῦνται μαζί.
Ὅλα λοιπόν, ὅσα ἔχει ὁ Υἱός, τά ἔχει καί τό Πνεῦμα ἀπό τόν Πατέρα καί τό ἴδιο τό εἶναι. Καί ἄν δέν εἶναι ὁ Πατέρας, οὔτε ὁ Υἱός εἶναι οὔτε τό Πνεῦμα. Καί ἄν ὁ Πατέρας δέν ἔχει τίποτε, οὔτε ὁ Υἱός ἔχει οὔτε τό Πνεῦμα. Καί ἐξαιτίας τοῦ Πατέρα, ἐπειδή δηλαδή ὑπάρχει ὁ Πατέρας, ὑπάρχει ὁ Υἱός καί τό Πνεῦμα. Καί ἐξαιτίας τοῦ Πατέρα ἔχουν ὁ Υἱός καί τό Πνεῦμα ὅλα, ὅσα ἔχουν, ἐπειδή δηλαδή τά ἔχει ὁ Πατέρας αὐτά, ἐκτός ἀπό τήν ἀγεννησία καί τήν γέννηση καί τήν ἐκπόρευση· σ’ αὐτές μόνες τίς ὑποστατικές ἰδιότητες λοιπόν διαφέρουν μεταξύ τους οἱ τρεῖς ἅγιες ὑποστάσεις, ὄχι κατά τήν οὐσία, ἐνῶ διαιροῦνται ἀδιαίρετα κατά τό ἀντίστοιχο τῆς καθεμιᾶς ὑποστάσεως.
Παραδεχόμαστε ὅτι ὁ καθένας ἀπό τούς τρεῖς ἔχει τέλεια ὑπόσταση, ὥστε νά μή ἀναγνωρίσουμε μιά τέλεια σύνθετη φύση ἀπό τρεῖς ἀτελεῖς, ἀλλά μία ἁπλή οὐσία σέ τρεῖς τέλειες ὑποστάσεις, πάνω ἀπό κάθε ἄλλη δυνατότητα καί τελειότητα·  γιατί καθετί πού ἀποτελεῖται ἀπό ἀτελῆ εἶναι ὁπωσδήποτε σύνθετο, ἐνῶ εἶναι ἀδύνατο νά γίνει σύνθεση ἀπό τέλειες ὑποστάσεις. Κατά συνέπεια δέν λέμε τό εἶδος (τό ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό) ἀπό τίς ὑποστάσεις, ἀλλά στίς ὑποστάσεις (κατά τή συνάφειά τους). Εἴπαμε ὅμως σύνθεση ἀτελῶν πραγμάτων, αὐτῶν πού δέν ἔχουν τό εἶδος τοῦ πράγματος πού ἀποτελεῖται ἀπό αὐτά. Τό λιθάρι, λόγου χάρη, καί τό ξύλο καί τό σίδερο, τό καθένα εἶναι τέλειο καθεαυτό κατά τή δική του φύση, ἀλλά ἐν σχέσει πρός τό σπίτι, πού ἀποτελεῖται ἀπό αὐτά, τό καθένα δέν εἶναι τέλειο·  γιατί ἀπομονωμένο τό καθένα δέν εἶναι σπίτι.
Παραδεχόμαστε λοιπόν τέλειες τίς ὑποστάσεις, γιά νά μή νοήσουμε σύνθεση στή θεία φύση·  «Γιατί ἡ σύνθεση εἶναι ἀρχή τῆς διαστάσεως». Καί πάλι λέμε τίς τρεῖς ὑποστάσεις στή μεταξύ τους σχέση, γιά νά μή εἰσαγάγουμε πλῆθος καί συνέλευση θεῶν. Ἔτσι μέ τίς τρεῖς ὑποστάσεις τό ἀσύνθετο καί τό ἀσύγχυτο παραδεχόμαστε, ἐνῶ μέ τό ὁμοούσιο καί μέ τή σχέση τῶν ὑποστάσεων, καθώς εἶναι ἡ μία στήν ἄλλη, καί μέ τήν ταυτότητα τοῦ θελήματος καί τῆς ἐνέργειας καί τῆς δυνάμεως καί τῆς ἐξουσίας καί τῆς κινήσεως, γιά νά μιλήσω μέ τόν τρόπο αὐτό, τό ἀδιαίρετο καί τήν ὕπαρξη ἑνός Θεοῦ ἀναγνωρίζουμε. Γιατί ἕνας πραγματικά Θεός ὑπάρχει, ὁ Θεός καί ὁ Λόγος καί τό Πνεῦμα αὐτοῦ.
Εἶναι ἀνάγκη ἐπίσης νά ξέρουμε ὅτι ἄλλο εἶναι ἡ θεώρηση κατά τά πράγματα καί ἄλλο μέ τόν λόγο καί τή σκέψη. Σέ ὅλα λοιπόν τά κτίσματα ἡ διαίρεση τῶν ὑποστάσεων θεωρεῖται πραγματική·  γιατί πράγματι ὁ Πέτρος θεωρεῖται ὅτι εἶναι ξεχωριστός ἀπό τόν Παῦλο. Ἀλλά ἡ κοινότητα καί ἡ συνάφεια καί ἡ ἑνότητα θεωρεῖται μέ τόν λόγο καί τή σκέψη. Γιατί σκεφτόμαστε μέ τό νοῦ, ὅτι ὁ Πέτρος καί ὁ Παῦλος εἶναι τῆς ἴδιας φύσεως καί ἔχουν κοινή μία φύση·  ὁ καθένας ἀπ’ αὐτούς εἶναι ζῶο λογικό καί θνητό, καί ὁ καθένας εἶναι σάρκα ἐμψυχωμένη μέ ψυχή λογική καί νοερή. Αὐτή λοιπόν ἡ κοινή φύση εἶναι θεωρητή μέ τόν λόγο. Ἔπειτα οὔτε οἱ ὑποστάσεις βρίσκονται ἡ μιά στήν ἄλλη·  ἀλλά ἡ καθεμία κατά ἰδιαίτερο τρόπο καί σέ ἰδιαίτερο μέρος, εἶναι δηλαδή χωρισμένη καθεαυτή καί ἔχει πάρα πολλά στοιχεῖα πού τήν διακρίνουν ἀπό τήν ἄλλη·  γιατί καί κατά τόν τόπο εἶναι ξεχωριστές καί κατά τόν χρόνο διαφέρουν καί κατά τή γνώμη μερίζονται καί κατά τή δύναμη καί κατά τή μορφή, δηλαδή κατά τό σχῆμα καί τήν ἕξη καί τήν κράση καί τήν ἀξία καί τό ἐπάγγελμα καί ὅλα τά χαρακτηριστικά ἰδιώματα, περισσότερο ὅμως ἀπό ὅλα κατά τό ὅτι δέν βρίσκονται ἡ μία στήν ἄλλη ἀλλά εἶναι ξεχωριστές. Γι’ αὐτό λέγονται καί δυό καί τρεῖς ἄνθρωποι καί πολλοί.  
Τό ἴδιο πράγμα μπορεῖ νά κάνει κανείς σέ ὅλη τήν κτίση. Στήν Ἁγία ὅμως καί ὑπερουσία καί πέρα ἀπ’ ὅλα καί ἀσύλληπτη Τριάδα τό ἀντίθετο. Γιατί ἐκεῖ ἡ κοινότητα καί ἡ ἑνότητα θεωρεῖται κατά τά πράγματα. Ἐπειδή ὑπάρχει ἡ συναϊδιότητα καί ἡ ταυτότητα τῆς οὐσίας καί τῆς ἐνέργειας καί τοῦ θελήματος καί ἡ σύμπνοια τῆς γνώμης καί ἡ ταυτότητα τῆς ἐξουσίας καί τῆς δυνάμεως καί τῆς ἀγαθότητος –δέν εἶπα ὁμοιότητα ἀλλά ταυτότητα – καί ἡ μιά ἔξαρση τῆς κινήσεως· μιά λοιπόν εἶναι ἡ οὐσία, μιά ἀγαθότητα, μιά δύναμη, μιά θέληση, μιά ἐνέργεια, μιά ἐξουσία, μιά καί ἡ αὐτή, ὄχι τρεῖς ὅμοιες μεταξύ τους, ἀλλά μιά καί ἡ αὐτή κίνηση τῶν τριῶν ὑποστάσεων. «Γιατί τό καθένα ἀπό αὐτά σχετίζεται μᾶλλον πρός τό ἄλλο παρά πρός τόν ἑαυτό του», πράγμα πού σημαίνει ὅτι σέ ὅλα εἶναι ἕνα, ὁ Πατέρας καί ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἐκτός ἀπό τήν ἀγεννησία καί τή γέννηση καί τήν ἐκπόρευση· ἡ διαίρεση ὅμως γίνεται μέ τήν σκέψη. Γιατί ἕνα Θεό γνωρίζουμε, ἀλλά κατά μόνες τίς ἰδιότητες τῆς πατρότητος καί τῆς υἱότητος καί τῆς ἐκπορεύσεως καί κατά τό αἴτιο καί αἰτιατό καί τό τέλειο τῆς ὑποστάσεως, δηλαδή κατά τόν τρόπο τῆς ὑπάρξεως, ἐννοοῦμε τή διαφορά. Φυσικά οὔτε τοπική διάσταση, ὅπως συμβαίνει σέ μᾶς, μποροῦμε νά ἐπισημάνουμε στήν ἀπερίγραπτη θεότητα- ἀφοῦ οἱ ὑποστάσεις βρίσκονται ἡ μιά στήν ἄλλη, μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε νά μή συγχέονται ἀλλά νά σχετίζονται κατά τό λόγο τοῦ Κυρίου, πού εἶπε· : ἐγώ ἐν τῷ Πατρί καί ὁ Πατήρ ἐν ἐμοί- οὔτε διαφορά θελήματος ἤ γνώμης ἤ ἐνέργειας ἤ δυνάμεως ἤ κάποιου ἄλλου, τά ὁποῖα σέ μᾶς γεννοῦν τήν πραγματική καί ὁλοκληρωτική διαίρεση. Γι’ αὐτό οὔτε τρεῖς θεούς λέμε τόν Πατέρα καί τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά μᾶλλον ἕνα Θεό, τήν Ἁγία Τριάδα, ἀφοῦ ὁ Υἱός καί τό Πνεῦμα ἀναφέρονται σέ ἕνα αἴτιο, οὔτε συνθέτονται οὔτε συναιροῦνται κατά τήν συναίρεση τοῦ Σαββελλίου- γιατί ἑνώνονται μέ τέτοιο τρόπο, ὅπως εἴπαμε, ὥστε νά μή συγχέονται ἀλλά νά σχετίζονται μεταξύ τους· καί ἔχουν τήν περιχώρηση μεταξύ τους χωρίς συναίρεση καί συμφυρμό - οὔτε ἀποβάλλουν τήν ἰδιότητά τους οὔτε τεμαχίζονται κατά τήν οὐσία σύμφωνα μέ τήν διαίρεση τοῦ Ἀρείου. Γιατί, ἄν πρέπει νά μιλήσουμε σύντομα, ἡ θεότητα εἶναι ἀμέριστη σέ διηρημένες ὑποστάσεις, ὅπως συμβαίνει σέ τρεῖς ἡλίους, πού σχετίζονται μεταξύ τους καί εἶναι ἀδιάστατοι, καί ὑπάρχει μιά ἕνωση καί συνάφεια τοῦ φωτός. Ὅταν λοιπόν στρέψουμε τό βλέμμα πρός τή θεότητα καί τήν πρώτη αἰτία καί τή μοναρχία καί τήν ἑνότητα καί τήν ταυτότητα τῆς θεότητος, γιά νά μιλήσω μέ τόν τρόπο αὐτό, τήν κίνηση καί τή βούληση καί τήν ταυτότητα τῆς οὐσίας καί δυνάμεως καί ἐνέργειας καί κυριότητος, ἕνα εἶναι αὐτό πού σκεφτόμαστε. Ὅταν ὅμως στρέψουμε τό βλέμμα πρός αὐτά, στά ὁποῖα εἶναι ἡ θεότητα ἤ, γιά νά μιλήσουμε μέ περισσότερη ἀκρίβεια, ὅταν δοῦμε αὐτά πού εἶναι ἡ θεότητα καί τίς ὑπάρξεις, πού προῆλθαν ἀπό τήν πρώτη αἰτία μέ ἄχρονο καί ὁμόδοξο καί ἀδιάστατο τρόπο, δηλαδή τίς ὑποστάσεις, τρία εἶναι αὐτά πού προσκυνοῦνται. Ὁ Πατέρας εἶναι ἕνας Πατέρας καί ἄναρχος, δηλαδή ἀναίτιος· γιατί δέν προέρχεται ἀπό κανένα. Ὁ Υἱός εἶναι ἕνας Υἱός καί ὄχι ἄναρχος, δηλαδή ὄχι ἀναίτιος· γιατί προέρχεται ἀπό τόν Πατέρα. Ἄν ὅμως λάβεις τή χρονική ἀρχή, τότε ὁ Υἱός εἶναι ἄναρχος· γιατί εἶναι δημιουργός τοῦ χρόνου καί δέν εἶναι ὑποδουλωμένος σ’ αὐτόν. Τό Πνεῦμα εἶναι ἕνα Πνεῦμα Ἅγιο, πού προέρχεται ἀπό τόν Πατέρα, ὄχι μέ τόν υἱϊκό τρόπο, ἀλλά μέ τήν ἐκπόρευση, ἀφοῦ οὔτε ὁ Πατέρας ἔχασε τήν ἀγεννησία, ἐπειδή ἔχει γεννήσει, οὔτε ὁ Υἱός τή γέννηση, ἐπειδή προέρχεται ἀπό τόν ἀγέννητο (πῶς θά γινόταν ἄλλωστε;), οὔτε τό Πνεῦμα μετέπεσε ἤ σέ πατέρα ἤ σέ υἱό, ἐπειδή ἔχει ἐκπορευθεῖ καί εἶναι Θεός · ἡ ἰδιότητα παραμένει ἀκίνητη. Ἤ πῶς θά μποροῦσε ἡ ἰδιότητα νά παραμένει, ἄν κινεῖται καί ἀλλάζει καταστάσεις; Γιατί ἄν ἦταν ὁ Πατέρας Υἱός, δέν θά ἦταν ὁ Πατέρας κατά κυριότητα· ἕνας εἶναι ὁ Πατέρας κατά κυριότητα· Καί ἄν ὁ Υἱός ἦταν Πατέρας, δέν θά ἦταν ὁ Υἱός κατά κυριότητα· ἕνας εἶναι κατά κυριότητα ὁ Υἱός καί ἕνα Πνεῦμα τό Ἅγιο.
Εἶναι ἀνάγκη νά ξέρουμε ὅτι δέν λέμε πώς ὁ Πατέρας εἶναι ἀπό κάποιον ἄλλον · τόν λέμε Πατέρα τοῦ Υἱοῦ. Τόν Υἱό, πάλι δέν τόν λέμε αἴτιο καί Πατέρα · τόν λέμε ὅμως προερχόμενο ἀπό τόν Πατέρα καί Υἱό τοῦ Πατέρα. Ἐπίσης λέμε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί ὅτι ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα καί Πνεῦμα τοῦ Πατέρα τό ὀνομάζουμε, δέν λέμε ὅμως ἀπό τόν Υἱό τό Πνεῦμα, ἀλλά τό ὀνομάζουμε Πνεῦμα Υἱοῦ (Εἴ τις γάρ πνεῦμα Χριστοῦ οὐκ ἔχει, λέγει ὁ θεῖος Ἀπόστολος) καί ὁμολογοῦμε ὅτι διά μέσου τοῦ Υἱοῦ ἔχει φανερωθεῖ καί μεταδοθεῖ σέ μᾶς (γιατί «ἐνεφύσησε» καί εἶπε στούς μαθητές του · Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον), ὅπως ἀκριβῶς ἀπό τόν ἥλιο προέρχονται καί ἡ ἀχτίδα καί ἡ λάμψη (γιατί αὐτός εἶναι πηγή τῆς ἀχτίδας καί τῆς λάμψης), ἐνῶ διά μέσου τῆς ἀχτίδας μεταδίδεται σέ μᾶς ἡ λάμψη καί αὐτή εἶναι πού μᾶς φωτίζει καί μετέχεται ἀπό ἐμᾶς. Καί τόν Υἱό οὔτε τοῦ Πνεύματος τόν λέμε οὔτε φυσικά ἀπό τό Πνεῦμα».

  Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός

(Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, κεφ. 8 (8) «Γιά τήν Ἁγία Τριάδα» σσ. 47-69, κείμενο- μετάφραση εἰσαγωγή-σχόλια Νίκου Ματσούκα, ἐκδόσεις Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1983)       


Πηγή: http://www.imkby.gr