«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Παρασκευή 15 Μαρτίου 2019

Οἱ Χαιρετισμοί τῆς Θεοτόκου




Ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου ἐμφανισθεῖσα πολλάκις εἰς πολλούς Ἁγίους εἶπεν:

«Ἐπειδή μου ἀρέσουν ὑπερβαλλόντως οἱ ὡραῖοι Ὕμνοι τῶν 24 Οἴκων, θά ἀγαπῶ, θά προστατεύω, θά σκέπω, καί θά φυλάττω ἀπό πᾶν κακόν πάν Χριστιανόν, ὅστις θά μέ χαιρετίζη ἅπαξ τῆς ἡμέρας μέ τούς ὕμνους τούτους, καί θά ζῆ κατά τόν νόμο τοῦ Θεοῦ.

Κατά δέ τήν τελευταίαν ἡμέραν τῆς ζωῆς αὐτοῦ θά τόν ὑπερασπιστῶ καί ἐνώπιον τοῦ Υἱοῦ μου».

Πέμπτη 14 Μαρτίου 2019

Μεγάλη Σαρακοστή - π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν





Μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπό σου ἀπὸ τοῦ παιδός σου, ὅτι θλίβομαι·
ταχὺ ἐπάκουσόν μου· πρόσχες τῇ ψυχῇ μου, καὶ λύτρωσαι αὐτήν.

κοῦστε τή θαυμάσια μελωδία τοῦ στίχου τούτου, αὐτὴ τὴν κραυγή πού ξαφνικὰ γεμίζει τὴν ἐκκλησία «… ὅτι θλίβομαι!» – καὶ θὰ καταλάβετε τὸ σημεῖο ἀπὸ τὸ ὁποῖο ξεκινάει ἡ Μεγάλη Σαρακοστή: τὸ μυστηριῶδες μίγμα τῆς ἐλπίδας μὲ τὴν ἀπογοήτευση, τοῦ φωτός μὲ τὸ σκοτάδι.
Ἡ ὅλη προετοιμασία ἔφτασε πιὰ στό τέλος.

Στέκομαι μπροστὰ στόν Θεό, μπροστὰ στή δόξα καὶ στήν ὀμορφιὰ τῆς Βασιλείας Του. Συνειδητοποιῶ ὅτι ἀνήκω σ’ αὐτή, ὅτι δέν ἔχω ἄλλη κατοικία, οὔτε ἄλλη χαρά, οὔτε ἄλλο σκοπό.

Συναισθάνομαι ἀκόμα ὅτι εἶμαι ἐξόριστος ἀπὸ αὐτὴ μέσα στό σκοτάδι καὶ στή λύπη τῆς ἁμαρτίας· γι’ αὐτὸ «θλίβομαι»!

Τελικὰ παραδέχομαι ὅτι μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νά μὲ βοηθήσει σ’ αὐτὴ τή θλίψη, ὅτι μόνον σ’ Αὐτὸν μπορῶ νά πῶ «πρόσχες τῇ ψυχῇ μου». Μετάνοια πάνω ἀπ’ ὅλα, εἶναι τὸ ἀπελπισμένο κάλεσμα γιά τή Θεία βοήθεια.

Πέντε φορὲς ἐπαναλαμβάνουμε αὐτὸ τὸ «Προκείμενο». Καὶ τότε νά! ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ ἀρχίζει. Τὰ φωτεινὰ χρωματιστὰ ἄμφια καὶ καλύμματα τοῦ Ναοῦ ἀλλάζουν· τὰ φῶτα σβήνουν. Ὁ ἱερέας ἐκφωνεῖ τὶς αἰτήσεις, ὁ χορὸς ἀπαντάει μὲ τὰ «Κύριε ἐλέησον» τὴν κατ’ ἐξοχὴν σαρακοστιανὴ ἀπάντηση.

Γιά πρώτη φορὰ διαβάζεται ἡ προσευχὴ τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ πού συνοδεύεται ἀπὸ μετάνοιες. Στό τέλος τῆς ἀκολουθίας ὅλοι οἱ πιστοὶ πλησιάζουν τὸν ἱερέα καὶ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ζητώντας τὴν ἀμοιβαία συγχώρεση.

Ἀλλὰ καθὼς γίνεται αὐτὴ ἡ ἱεροτελεστία τῆς συμφιλίωσης, καθὼς ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ ἐγκαινιάζεται μ’ αὐτὴ τὴν κίνηση τῆς ἀγάπης, τῆς ἑνότητας καὶ τῆς ἀδελφοσύνης, ὁ χορὸς ψάλλει πασχαλινοὺς ὕμνους, “ἔδωκας σημείωσιν τοῖς φοβουμένοις σε Κύριε…”

Πρόκειται τώρα πιὰ νά περιπλανηθοῦμε σαράντα ὁλόκληρες μέρες στήν ἔρημο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Ὅμως ἀπὸ τώρα βλέπουμε νά λάμπει στό τέλος τὸ φῶς τῆς Ἀνάστασης, τὸ φῶς τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Fr. Alexander Schmemann,

Πηγή: imaik.gr

Τετάρτη 13 Μαρτίου 2019

Ἐλεημοσύνη, διδασκαλία καὶ ἀγάπη - Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος



Τὸ νὰ νηστεύεις, 

νὰ μὴν κοιμάσαι σὲ κρεββάτι, 

νὰ καλλιεργεῖς τὴν ἁγνότητα 

τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, 

νὰ ἔχεις σωφροσύνη, 

εἶναι πράγματα ποὺ ὡφελοῦν 

ἐκείνους ποὺ τὰ κάνουν...

Ἐκείνα ὅμως ποὺ ἀπὸ ἐμᾶς περνᾶνε 

στὸν πλησίον εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη, 

ἡ διδασκαλία καὶ ἡ ἀγάπη. 


Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος 
  

Τρίτη 12 Μαρτίου 2019

Πνευματικὴ ἐργασία - Μέγα Γεροντικόν




32. Εἶπε κάποιος ἀπὸ τοὺς Πατέρες ὅτι στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ, κοντὰ στὸ χωριὸ ὅπου ὁ μακάριος Σιλουανὸς ζοῦσε στὴν Παλαιστίνη, κατοικοῦσε ἕνας ἀδελφὸς ποὺ προσποιοῦνταν τὸν σαλό. Ἔτσι, κάθε φορὰ ποὺ τὸν συναντοῦσε κάποιος ἀδελφός, ἄρχιζε καὶ γελοῦσε. Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν κι ἐκεῖνος τὸν ἄφηνε κι ἔφευγε.

Συνέβη κάποια φορὰ νὰ ἐπισκεφθοῦν τὸν ἀββᾶ Σιλουανὸ τρεῖς Πατέρες. Καὶ ἀφοῦ ἔκαναν προσευχή, τὸν παρακάλεσαν νὰ στείλει κάποιον μαζί τους γιὰ νὰ δοῦν τοὺς ἀδελφοὺς μέσα στὰ κελιά τους. Εἶπαν ἐπίσης στὸν Γέροντα:
«Κάνε ἀγάπη καὶ δῶσε ἐντολὴ στὸν ἀδελφὸ νὰ μᾶς πάει σ᾿ ὅλους».
Καὶ ὁ Γέροντας ἐνώπιόν τους εἶπε στὸν ἀδελφό:
«Να πᾶς τοὺς Πατέρες σὲ ὅλους».
Ἰδιαίτερα ὅμως τοῦ παρήγγειλε:
«Πρόσεξε, νὰ μὴν τοὺς πᾶς σ᾿ ἐκεῖνον τὸν σαλό, γιὰ νὰ μὴν σκανδαλισθοῦν».

Καθὼς περνοῦσαν ἀπ᾿ τὰ κελιὰ τῶν ἀδελφῶν οἱ Πατέρες, ἔλεγαν στὸν ὁδηγό τους: «Δεῖξε ἀγάπη νὰ μᾶς πᾶς σὲ ὅλους». Καὶ ἀπαντοῦσε ἐκεῖνος: «Βεβαίως». Ὅμως δὲν τοὺς πῆγε στὸ κελὶ τοῦ σαλοῦ σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Γέροντα.
Ὅταν ἐπέστρεψαν στὸν Γέροντα τοὺς εἶπε:
«Εἴδατε τοὺς ἀδελφούς;»
«Ναὶ -τοῦ εἶπαν- καὶ εὐχαριστοῦμε. Ἀλλὰ λυπούμαστε ποὺ δὲν πήγαμε σ᾿ ὅλους».
Ρωτάει τότε ὁ Γέροντας τὸν ὁδηγό τους:
«Δὲν σοῦ εἶπα νὰ τοὺς πᾶς σὲ ὅλους;»
«Ἔτσι ἔκανα, πάτερ» ἀπάντησε ὁ ἀδελφός.
Ἀλλὰ καὶ τὴν ὥρα ποὺ ἔφευγαν οἱ Πατέρες εἶπαν πάλι στὸν Γέροντα:
«Ἀληθινὰ σᾶς εἴμαστε εὐγνώμονες, ποὺ εἴδαμε τοὺς ἀδελφούς, γιὰ ἕνα μόνο λυπούμαστε ποὺ δὲν τοὺς εἴδαμε ὅλους».
Παίρνει τότε ὁ ἀδελφὸς τὸν Γέροντα ἰδιαίτερα καὶ τοῦ λέει:
«Στὸν σαλὸ ἀδελφὸ δὲν τοὺς πῆγα».

Ἀφοῦ ἔφυγαν οἱ Πατέρες, ὁ Γέροντας καλοσκέφτηκε αὐτὸ ποὺ ἔγινε, σηκώνεται λοιπὸν καὶ πάει στὸν ἀδελφὸ ποὺ προσποιοῦνταν τὸν σαλό.
Χωρὶς νὰ χτυπήσει, ἀνοίγει σιγὰ-σιγὰ τὸ μάνδαλο καὶ αἰφνιδιάζει τὸν ἀδελφό.
Ἐκεῖνος καθισμένος ἔκανε τὴν πνευματική του ἐργασία καὶ εἶχε δυὸ καλαθάκια, τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ δεξιὰ καὶ τὸ ἄλλο ἀπὸ τὰ ἀριστερά.

Σὰν εἶδε τὸν Γέροντα, ἄρχισε -ὅπως συνήθιζε- νὰ γελάει. Κι ὁ Γέροντας τοῦ λέει:
«Ἄσ᾿ τα τώρα αὐτὰ καὶ πές μου ποιὰ εἶναι ἡ ἄσκησή σου».
Ἐκεῖνος πάλι γελοῦσε. Συνέχισε ὁ ἀββᾶς Σιλουανός:
«Τὸ ξέρεις πολὺ καλὰ ὅτι ἐκτὸς Σαββάτου καὶ Κυριακῆς δὲν βγαίνω ἀπὸ τὸ κελί, ἀλλὰ τώρα ἦρθα μεσοβδόμαδα, γιατὶ ὁ Θεὸς μ᾿ ἔστειλε ἐδῶ».

Φοβήθηκε ὁ ἀδελφὸς καὶ βάζοντας μετάνοια στὸν Γέροντα, τοῦ λέει:
«Συγχώρεσέ με, πάτερ. Κάθε πρωὶ ἀρχίζω τὴν πνευματική μου ἐργασία ἔχοντας τὰ χαλίκια αὐτὰ μπροστά μου. Ἐὰν μοῦ ἔρθει καλὸς λογισμός, ρίχνω ἕνα χαλίκι στὸ δεξιὸ ζεμπίλι, ἂν ἔρθει πονηρὸς λογισμός, ρίχνω στὸ ἀριστερό. Τὸ ἀπόγευμα μετρῶ τὰ χαλίκια καὶ ἂν τοῦ δεξιοῦ εἶναι περισσότερα, τρώγω, ἂν ὅμως τοῦ ἀριστεροῦ εἶναι περισσότερα, δὲν τρώγω. Τὴν ἑπόμενη μέρα πάλι ἐὰν μοῦ ἔρθει πονηρὸς λογισμός, λέγω στὸν ἑαυτό μου: Πρόσεξε τί κάνεις, γιατὶ πάλι δὲν θὰ φᾶς».

Θαύμασε σὰν τ᾿ ἄκουσε ὁ ἀββᾶς Σιλουανός, καὶ εἶπε:
«Πράγματι οἱ Πατέρες ποὺ ἦρθαν σήμερα ἅγιοι ἄγγελοι ἦταν, ποὺ ἤθελαν νὰ κάνουν γνωστὴ τὴν ἀρετὴ τοῦ ἀδελφοῦ. Γιατὶ καὶ μὲ τὴν παρουσία τους ἔνιωσα μεγάλη χαρὰ καὶ εὐφροσύνη πνευματική».

Μέγα Γεροντικόν 

Πηγή: ἐδῶ 

Δευτέρα 11 Μαρτίου 2019

Κυριακή τῆς Τυροφάγου - π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν




Φτάσαμε πιὰ στὶς τελευταῖες μέρες πρὶν ἀπὸ τὴ Μεγάλη Σαρακοστή. Ἤδη κατὰ τὴν ἑβδομάδα τῆς Ἀπόκρεω ποὺ εἶναι πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακή της Συγγνώμης, δύο μέρες - ἡ Τετάρτη καὶ ἡ Παρασκευὴ - ξεχωρίστηκαν νὰ ἀνήκουν στὴ Σαρακοστή. Θεία Λειτουργία δὲν τελέστηκε καὶ ἡ ὅλη τυπικὴ διάταξη στὶς ἀκολουθίες ἔχει πάρει τὰ λειτουργικὰ χαρακτηριστικά τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Στὸν Ἑσπερινό τῆς Τετάρτης χαιρετίζουμε τὴ Μεγάλη Σαρακοστὴ μὲ τοῦτο τὸν ὡραιότατο ὕμνο:

Ἀνέτειλε τὸ ἔαρ τῆς νηστείας, καὶ τὸ ἄνθος τῆς μετανοίας ἁγνίσωμεν οὖν ἑαυτοὺς ἀδελφοί, ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ, τῷ φωτοδότῃ ψάλλοντας, εἴπωμεν δόξα σοι, μόνε φιλάνθρωπε.

Κατόπιν, τὸ Σάββατο τῆς Τυροφάγου ἡ Ἐκκλησία μας «ποιεῖ μνείαν πάντων τῶν ἐν ἀσκήσει λαμψάντων ἁγίων ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν». Οἱ ἅγιοι εἶναι τὰ πρότυπα ποὺ θ’ ἀκολουθήσουμε, οἱ ὁδηγοὶ στὴ δύσκολη τέχνη τῆς νηστείας καὶ τῆς μετάνοιας

Στὸν ἀγώνα ποὺ πρόκειται ν’ ἀρχίσουμε δὲν εἴμαστε μόνοι:

Δεῦτε ἅπαντες πιστοί, τὰς τῶν ὁσίων Πατέρων, χορείας ὑμνήσωμεν. Ἀντώνιον τὸν κορυφαῖον, τὸν φαεινὸν Εὐθύμιον, καὶ ἕκαστον καὶ πάντας ὁμοῦ καὶ τούτων ὥσπερ Παράδεισον ἄλλον τρυφῆς. τὰς πολιτείας νοητῶς διεξερχόμενοι, τερπνῶς ἀνακράξωμεν...

Ἔχουμε βοηθοὺς καὶ παραδείγματα:

Τῶν Μοναστῶν τὰ πλήθη, τοὺς καθηγητὰς νῦν τιμῶμεν. Πατέρες, ὅσιοι: δι’ ὑμῶν γὰρ τὴν τρίβον, τὴν ὄντως εὐθεῖαν πορεύεσθαι ἔγνωμεν μακάριοι ἐστε τῷ Χριστῷ δουλεύσαντες...

Τελικὰ ἔρχεται ἡ τελευταία μέρα, ποὺ συνήθως, τὴν ὀνομάζουμε Κυριακή τῆς συγγνώμης, ἀλλὰ ἔχει καὶ ἕνα ἄλλο λειτουργικὸ ὄνομα ποὺ θὰ πρέπει νὰ θυμόμαστε: «τῆς ἀπὸ τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐξορίας τοῦ Πρωτόπλαστου Ἀδάμ». Τὸ ὄνομα αὐτὸ συνοψίζει οὐσιαστικὰ τὴν πλήρη προπαρασκευὴ γιὰ τὴ Μεγάλη Σαρακοστή. Ξέρουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε γιὰ νὰ ζεῖ στὸν Παράδεισο, γιὰ τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν κοινωνία μαζί Του. Ἡ ἁμαρτία του ὅμως τὸν ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν εὐλογημένη ζωὴ καὶ ἔτσι ἡ ὕπαρξή του στὴ γῆ εἶναι μιὰ ἐξορία. Ὁ Χριστός, ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, ἀνοίγει τὴν πόρτα τοῦ Παραδείσου στὸν καθένα ποὺ Τὸν ἀκολουθεῖ, καὶ ἡ Ἐκκλησία μὲ τὸ νὰ μᾶς ἀποκαλύπτει τὴν ὀμορφιὰ τῆς Βασιλείας, κάνει τὴ ζωὴ μας μιὰ προσκυνηματικὴ πορεία πρὸς τὴν οὐράνια πατρικὴ γῆ.

Ἔτσι, ἀρχίζοντας τὴ Μεγάλη Σαρακοστὴ εἴμαστε σὰν τὸν Ἀδάμ:

Ἐξεβλήθη Ἀδὰμ τοῦ Παραδείσου, διὰ τῆς βρώσεως διὸ καὶ καθεζόμενος ἀπέναντι τούτου, ὠδύρετο ὀλολλύζων, ἐλεεινῇ τῇ φωνῇ καὶ ἔλεγεν οἴμοι, τί πέπονθα ὁ τάλας ἐγώ! Μίαν ἐντολὴν παρέβην τὴν τοῦ Δεσπότου, καὶ τῶν ἀγαθῶν παντοίων ἐστέρημαι. Παράδεισε ἁγιώτατε, ὁ δι’ ἐμὲ πεφυτευμένος, καὶ διὰ τὴν Εὔαν κεκλεισμένος, ἱκέτευε τῷ σὲ ποιήσαντι, κἀμὲ πλάσαντι, ὅπως τῶν σῶν ἀνθέων πλησθήσωμαι. Διὸ καὶ πρὸς αὐτὸν ὁ Σωτήρ τὸ ἐμὸν πλάσμα οὐ θέλω ἀπολέσθαι, ἀλλὰ βούλομαι τοῦτο σώζεσθαι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν ὅτι τὸν ἐρχόμενον πρὸς με, οὐ μὴ ἐκβάλω ἔξω.

Ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ εἶναι ἡ ἀπελευθέρωσή μας ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ τῆς ἁμαρτίας, ἀπὸ τὴ φυλακὴ τοῦ «κόσμου τούτου». Καὶ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα αὐτῆς τῆς Κυριακῆς (Ματθ. 6, 14-21) θέτει τοὺς ὅρους γιὰ μία τέτοια ἀπελευθέρωση.

Πρῶτος ὅρος εἶναι ἡ νηστεία - ἡ ἄρνηση δηλαδὴ νὰ δεχτοῦμε τὶς ἐπιθυμίες καὶ τὶς ἀνάγκες τῆς «πεπτωκυίας» φύσης μας σὰν ὁμαλές, ἡ προσπάθεια νὰ ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ τὴ δικτατορία τῆς σάρκας καὶ τῆς ὕλης πάνω στὸ πνεῦμα. Γιὰ νὰ εἶναι ἀποτελεσματικὴ ἡ νηστεία μας δὲν πρέπει νὰ εἶναι ὑποκριτική, δηλαδὴ «πρὸς τὸ θεαθῆναι». Νὰ μὴ φαινόμαστε «τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες», ἀλλὰ «τῷ Πατρὶ ἡμῶν τῷ ἐν τῷ κρύπτῳ».

Δεύτερος ὅρος εἶναι ἡ συγγνώμη. «Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος», (Ματθ. 6,14). Ὁ θρίαμβος τῆς ἁμαρτίας, τὸ κύριο σημάδι τοῦ ρόλου της πάνω στὸν κόσμο, εἶναι ἡ διαίρεση, ἡ ἀντίθεση, ὁ χωρισμός, τὸ μίσος. Ἔτσι τὸ πρῶτο σπάσιμο σ’ αὐτὸ τὸ φρούριο τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ συγχωρητικότητα: «ἡ ἐπιστροφὴ στὴν ἑνότητα, στὴν σύμπνοια, στὴν ἀγάπη». Τὸ νὰ συγχωρήσω κάποιον σημαίνει νὰ βάζω ἀνάμεσα σὲ μένα καὶ στὸν «ἐχθρό» μου τὴν ἀκτινοβόλα συγχώρεση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Τὸ νὰ συγχωρήσω εἶναι νὰ ἀγνοήσω τὰ ἀπελπιστικὸ ἀδιέξοδο στὶς ἀνθρώπινες σχέσεις καὶ νὰ τὰ ἀναφέρω στὸ Χριστό. Συγχώρεση πραγματικὰ εἶναι ἕνα πέρασμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν ἁμαρτωλὸ καὶ «πεπτωκότα» κόσμο.

Οὐσιαστικὰ ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ ἀρχίζει μὲ τὸν Ἑσπερινὸ αὐτῆς τῆς Κυριακῆς. Αὐτὴ ἡ μοναδικὴ σὲ βάθος καὶ ὡραιότητα ἀκολουθία ἔχει δυστυχῶς ἐκλείψει ἀπὸ ἀρκετὲς ἐκκλησίες. Ὅμως παρ’ ὅλα αὐτὰ τίποτε, ἄλλο δὲν ἀποκαλύπτει καλύτερα τὸ χαρακτηριστικὸ τόνο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ πουθενὰ ἀλλοῦ δὲ διακηρύσσεται τόσο καλὰ ἡ ἔντονη πρόσκληση στὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἀκολουθία ἀρχίζει μὲ τὸν κατανυκτικὸ ἑσπερινὸ ὅπου ὁ ἱερέας εἶναι ντυμένος μὲ λαμπερὰ ἄμφια. Τὰ κατανυκτικὰ στιχηρὰ ποὺ λέγονται ὕστερα ἀπὸ τὸν ψαλμὸ «Κύριε ἐκέκραξα πρὸς Σέ...» ἀναγγέλλουν τὸν ἐρχομὸ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς καί, πέρα ἀπ' αὐτή, τὸν ἐρχομὸ τοῦ Πάσχα!

Τὸν τῆς Νηστείας καιρόν, φαιδρῶς ἀπαρξώμεθα, πρὸς ἀγῶνας πνευματικοὺς ἑαυτοὺς ὑποβάλλοντες, ἁγνίσωμεν τὴν ψυχήν, τὴν σάρκαν καθάρωμεν νηστεύσωμεν ὥσπερ ἐν τοῖς βρώμασιν ἐκ παντὸς πάθους, τὰς ἀρετὰς τρυφῶντες τοῦ Πνεύματος, ἐν αἶς διατελοῦντες ποθῶ, ἀξιωθείημεν πάντες, κατιδεῖν τὸ πάνσεπτον πάθος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ ἅγιον Πάσχα, πνευματικῶς ἐναγαλλιωμένοι.

Κατόπιν γίνεται ἡ εἴσοδος τοῦ Εὐαγγελίου μὲ τὸν ἑσπερινὸ ὕμνο: «φῶς ἱλαρὸν ἁγίας δόξης...». Ὁ ἱερέας τώρα προχωρεῖ πρὸς τὴν Ὡραία Πύλη γιὰ ν’ ἀναφωνήσει τὸ ἑσπερινὸ Προκείμενο ποὺ πάντοτε ἀναγγέλλει τὸ τέλος τῆς μιᾶς καὶ τὴν ἀρχὴ τῆς ἄλλης μέρας. Τὸ Μέγα προκείμενο αὐτῆς τῆς ἡμέρας ἀναγγέλλει τὴν ἀρχὴ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς.

Μὴ ἀποστρέψης τὸ πρόσωπό σου ἀπὸ τοῦ παιδός σου, ὅτι θλίβομαι· ταχὺ ἐπάκουσόν μου· πρόσχες τῇ ψυχῇ μου, καὶ λύτρωσαι αὐτήν.

Ἀκοῦστε τὴ θαυμάσια μελωδία τοῦ στίχου τούτου, αὐτὴ τὴν κραυγὴ ποὺ ξαφνικὰ γεμίζει τὴν ἐκκλησία «... ὅτι θλίβομαι!» - καὶ θὰ καταλάβετε τὸ σημεῖο ἀπὸ τὸ ὁποῖο ξεκινάει ἡ Μεγάλη Σαρακοστή: τὸ μυστηριῶδες μίγμα τῆς ἐλπίδας μὲ τὴν ἀπογοήτευση, τοῦ φωτὸς μὲ τὸ σκοτάδι. Ἡ ὅλη προετοιμασία ἔφτασε πιὰ στὸ τέλος. Στέκομαι μπροστὰ στὸ Θεό, μπροστὰ στὴ δόξα καὶ στὴν Ὀμορφιὰ τῆς Βασιλείας Του. Συνειδητοποιῶ ὅτι ἀνήκω σ’ αὐτή, ὅτι δὲν ἔχω ἄλλη κατοικία, οὔτε ἄλλη χαρά, οὔτε ἄλλο σκοπό. Συναισθάνομαι ἀκόμα ὅτι εἶμαι ἐξόριστος ἀπὸ αὐτὴ μέσα στὸ σκοτάδι καὶ στὴ λύπη τῆς ἁμαρτίας γι’ αὐτὸ «θλίβομαι»! Τελικὰ παραδέχομαι ὅτι μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ μὲ βοηθήσει σ’ αὐτὴ τὴ θλίψη, ὅτι μόνον σ’ Αὐτὸν μπορῶ νὰ πῶ «πρόσχες τῇ ψυχῇ μου». Μετάνοια πάνω ἀπ' ὅλα, εἶναι τὸ ἀπελπισμένο κάλεσμα γιὰ τὴ Θεία βοήθεια.

Πέντε φορὲς ἐπαναλαμβάνουμε αὐτὸ τὸ Προκείμενο. Καὶ τότε νά! ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ ἀρχίζει. Τὰ φωτεινὰ χρωματιστὰ ἄμφια καὶ καλύμματα τοῦ ναοῦ ἀλλάζουν τὰ φῶτα σβήνουν. Ὁ ἱερέας ἐκφωνεῖ τὶς αἰτήσεις, ὁ χορὸς ἀπαντάει μὲ τὰ «Κύριε ἐλέησον» τὴν κατ’ ἐξοχὴν σαρακοστιανὴ ἀπάντηση. Γιὰ πρώτη φορὰ διαβάζεται ἡ προσευχὴ τοῦ Ἁγίου Ἐφραὶμ ποὺ συνοδεύεται ἀπὸ μετάνοιες. Στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας ὅλοι οἱ πιστοὶ πλησιάζουν τὸν ἱερέα καὶ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ζητώντας τὴν ἀμοιβαία συγχώρεση. Ἀλλὰ καθὼς γίνεται αὐτὴ ἡ ἱεροτελεστία τῆς συμφιλίωσης, καθὼς ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ ἐγκαινιάζεται μ’ αὐτὴ τὴν κίνηση τῆς ἀγάπης, τῆς ἑνότητας καὶ τῆς ἀδελφοσύνης, ὁ χορὸς ψάλλει πασχαλινοὺς ὕμνους. Πρόκειται τώρα πιὰ νὰ περιπλανηθοῦμε σαράντα ὁλόκληρες μέρες στὴν ἔρημο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Ὅμως ἀπὸ τώρα βλέπουμε νὰ λάμπει στὸ τέλος τὸ φῶς τῆς Ἀνάστασης, τὸ φῶς τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

 Schmemann Alexander (Protopresbyter (1921-1983))

Πηγή: agiazoni.gr

Κυριακή 10 Μαρτίου 2019

Εὐαγγέλιον τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς



Κατὰ Ματθαῖον, στ΄ 14-21.

14 Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· 

15 ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. 

16 Ὅταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί, ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι ἀπέχουσιν τὸν μισθὸν αὐτῶν. 

17 σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, 

18 ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ· καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. 

19 Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσιν καὶ κλέπτουσιν· 

20 θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· 

 21 ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν.

 Ἰησοῦ Χριστοῦ λόγοι


Πηγή: Καινὴ Διαθήκη σελ. 23-24  & myriobiblos.gr 


Ἀπόστολος τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς

Καλή Σαρακοστή!


Ἐπιστολὴ πρὸς Ρωμαίους, ιγ΄ 11- ιδ΄4. 

ιγ΄11 Καὶ τοῦτο, εἰδότες τὸν καιρόν, ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. 

12 ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. 

13 ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, 

14 ἀλλ' ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας.
 
ιδ΄1 Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. 

2 ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. 

3 ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. 

4 σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν. 


Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος

Πηγή: Καινὴ Διαθήκη, σελ. 649-650 & myriobiblos.gr  

Σάββατο 9 Μαρτίου 2019

Οἱ Ἅγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες οἱ ἐν Σεβαστείᾳ




Οἱ Ἅγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι κατάγονταν ἀπὸ διάφορους τόπους καὶ μαρτύρησαν στὴν λίμνη τῆς Σεβαστείας, τὸ ἔτος 320 μ.Χ., εἶναι οἱ : Ἀγγίας, Ἀγλάϊος, Ἀειθαλᾶς, Ἀέτιος, Ἀθανάσιος, Ἀκάκιος, Ἀλέξανδρος, Βιβιανός, Γάϊος, Γοργόνιος, Γοργόνιος, Δομετιανὸς ἢ Δομέτιος, Δόμνος, Ἐκδίκιος, Εὐνοϊκός, Εὐτύχιος, Ἠλιάδης ἢ Ἠλίας, Ἡράκλειος, Ἡσύχιος, Θεόδουλος, Θεόφιλος, Ἰωάννης ἢ Κάνδιδος, Κλαύδιος, Κύριλλος, Κυρίων, Λεόντιος, Λυσίμαχος, Μελίτων, Νικόλαος, Ξανθίας, Οὐαλέριος, Οὐάλης, Πρίσκος, Σακερδὼν ἢ Σακεδών, Σεβηριανός, Σισίνιος, Σμάραγδος, Φιλοκτήμων, Φλάβιος καὶ Χουδίων.

Οἱ Ἅγιοι ἦταν στρατιῶτες ἐπὶ αὐτοκράτορα Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.) καὶ ἡγεμόνος Ἀγρικολάου. Ἐπειδὴ ἀρνήθηκαν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, συνελήφθησαν καὶ ὁμολόγησαν ὅτι ἦταν Χριστιανοί. Καὶ ἐπειδὴ δὲν πείσθηκαν νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους, τοὺς συνέτριψαν μὲ πέτρες τὰ σώματά τους καὶ σὲ καιρὸ χειμῶνος τοὺς καταδίκασαν νὰ στέκονται ὅλη τὴν νύχτα μέσα στὴν λίμνη ποὺ εἶχε παγώσει ἀπὸ τὸ κρύο καὶ εἶχε κρυσταλλώσει.
Ἐκεῖ, ὅταν ἕνας λιποψύχησε καὶ ἔτρεξε πρὸς τὸ κοντινότερο λουτρὸ γιὰ νὰ ζεσταθεῖ, ὁ καπικλάριος ποὺ τοὺς φύλαγε, ὅταν εἶδε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ νὰ κατεβαίνουν οἱ στέφανοι γιὰ τοὺς τριάντα ἐννέα Μάρτυρες καὶ ἕνα στεφάνι νὰ περισσεύει, τὸ ὁποῖο ἀνῆκε σὲ ἐκεῖνον ποὺ λιποψύχησε, ἀφοῦ ἀπέβαλε τὴν στολή του, ἔτρεξε πρὸς τοὺς Ἁγίους καὶ πίστεψε στὸν Χριστό. Τὸ πρωί, ὅσους δὲν εἶχαν πεθάνει ἀκόμη, ἀφοῦ οἱ φύλακες τοὺς ὁδήγησαν στὴν ἀκτὴ καὶ τοὺς ἔσπασαν τὰ πόδια, τοὺς ἔκαψαν καὶ ἔριξαν τὰ ἱερὰ σκηνώματά τους στὴν λίμνη. Τὰ μαρτυρικὰ λείψανα εὑρέθησαν ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς σὲ κάποιο γκρεμό, ὅπου εἶχαν συναχθεῖ κατὰ θεία οἰκονομία καὶ ἐνταφιάσθηκαν μὲ εὐλάβεια.

Στὸν Εὐεργετινὸ ἀναφέρεται ὅτι ἐνῷ οἱ Ἅγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες βρίσκονταν στὸ στάδιο τῆς ἀθλήσεως ἔχοντας παραμείνει ὅλη τὴ νύχτα μέσα στὴν παγωμένη λίμνη καὶ καθὼς τοὺς ἔσερναν στὸν αἰγιαλὸ γιὰ νὰ τοὺς συντρίψουν τὰ σκέλη, ἡ μητέρα ἑνὸς Μάρτυρος παρέμενε ἐκεῖ πάσχουσα μὲ αὐτούς, βλέποντας τὸ παιδί της ποὺ ἦταν νεότερο στὴν ἡλικία ἀπὸ ὅλους, μήπως καὶ λόγω τοῦ νεαροῦ τῆς ἡλικίας καὶ τῆς ἀγάπης πρὸς τὴν ζωή, δειλιάσει καὶ βρεθεῖ ἀνάξιο τῆς τιμῆς καὶ τῆς τάξεως τῶν στρατιωτῶν τοῦ Χριστοῦ. Στεκόταν λοιπόν, ἐκεῖ καὶ ἅπλωνε τὰ χέρια της πρὸς τὸ παιδί της λέγοντας: «Παιδί μου γλυκύτατο, ὑπόμεινε γιὰ λίγο καὶ θὰ καταστεῖς τέκνο τοῦ Οὐράνιου Πατέρα. Μὴν φοβηθεῖς τὶς βασάνους. Ἰδού, παρίσταται ὡς βοηθός σου ὁ Χριστός. Τίποτε δὲν θὰ εἶναι ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα πικρό, τίποτα τὸ ἐπίπονο δὲν θὰ ἀπαντήσεις. Ὅλα ἐκεῖνα παρῆλθαν, διότι ὅλα αὐτὰ τὰ νίκησες μὲ τὴ γενναιότητά σου. Χαρὰ μετὰ ἀπὸ αὐτά, ἄνεση, εὐφροσύνη. Ὅλα αὐτὰ θὰ τὰ γεύεσαι, διότι θὰ εἶσαι κοντὰ στὸν Χριστὸ καὶ θὰ πρεσβεύεις εἰς Αὐτὸν καὶ γιὰ μένα ποὺ σὲ γέννησα».

Τὰ λείψανα τῶν Ἁγίων βρῆκε μὲ θεία ὀπτασία, τὸ ἔτος 438 μ.Χ., ἡ αὐτοκράτειρα Πουλχερία κρυμμένα στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Θύρσου, πίσω ἀπὸ τὸν ἄμβωνα, στὸν τάφο τῆς διακόνισσας Εὐσέβειας σὲ δύο ἀργυρὲς θῆκες, οἱ ὁποῖες κατὰ τὴν διαθήκη τῆς Εὐσέβειας, εἶχαν ἐναποτεθεῖ στὸν τάφο της στὸ μέρος τῆς κεφαλῆς της. Στὴν συνέχεια ἡ Πουλχερία οἰκοδόμησε ναὸ ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῶν Τρωαδησίων.

Σπουδαία ἀπὸ ἱστορικῆς ἀπόψεως θεωρεῖται ἀπὸ νεότερους ἐρευνητὲς ἡ Διαθήκη τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ἡ ὁποία ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ παρεμποδίσει τὸν διασκορπισμὸ τῶν ἱερῶν λειψάνων τους μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν, πράγμα συνηθισμένο στὴν Ἀνατολὴ κατὰ τοὺς χρόνους ἐκείνους. Γι’ αὐτὸ ἐκρίναμε σκόπιμο νὰ παραθέσουμε στὴ νεοελληνικὴ γλώσσα τὸ κείμενο τῆς Διαθήκης:

Διαθήκη τῶν Ἁγίων καὶ ἐνδόξων Σαράντα Μαρτύρων τῶν ὁποίων ὁ βίος ἐτελειώθηκε στὴ Σεβαστεία

«Ὁ Μελέτιος, ὁ Ἀέτιος καὶ ὁ Ἡσύχιος, οἱ δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ, χαίρουν ἐν Χριστῷ ἀνάμεσα σὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους ἐπισκόπους καὶ πρεσβυτέρους καὶ διακόνους καὶ ὁμολογητὲς καὶ τοὺς ὑπολοίπους ἐκκλησιαστικοὺς ἄνδρες σὲ ὅλη τὴν πόλη καὶ τὴ χώρα.
1 Ὅταν μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς κοινὲς προσευχὲς ὅλων τελέσουμε τὸν προκαθορισμένο σὲ ἐμᾶς ἀγώνα καὶ φθάσουμε στὰ βραβεῖα τῆς ἄνω κλήσεως, τότε αὐτὸ τὸ θέλημά μας γιὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων μας θέλουμε νὰ κυριαρχήσει στοὺς ἀνθρώπους γύρω ἀπὸ τὸν πρεσβύτερο καὶ πατέρα μας Πρόϊδο καὶ τοὺς ἀδελφούς μας Κρισπίνο καὶ Γόρδιο μαζὶ μὲ τὸ λαὸ ποὺ τοὺς ἀκολουθεῖ, καὶ τὸν Κύριλλο, τὸν Μάρκο καὶ τὸν Σαπρίκιο, τὸ υἱὸ τοῦ Ἀμμωνίου, μὲ σκοπὸ νὰ μετατεθοῦν τὰ λείψανά μας ἀπὸ τὴν πόλη Ζήλων στὸ χωριὸ Σαρείμ. Γιατὶ ἂν καὶ ὅλοι καταγόμαστε ἀπὸ διαφορετικὰ μέρη, ὅμως προτιμοῦμε τὸν ἕνα καὶ ἴδιο τόπο ἐνταφιασμοῦ γιὰ τὴν αἰώνια ἀνάπαυση. Γιατὶ ἀφοῦ ἀγωνισθήκαμε τὸν κοινὸ ἀθλοφόρο ἀγώνα, συμφωνήσαμε ὅτι θὰ ἔχουμε κοινὸ τόπο ἐνταφιασμοῦ στὸν προαναφερθέντα τόπο. Αὐτὰ λοιπὸν ἐφάνηκαν σωστὰ κατὰ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, καὶ φάνηκαν καλὰ καὶ σὲ ἐμᾶς.
Ἐξ αἰτίας αὐτοῦ ἐμεῖς οἱ συγγενεῖς τοῦ Ἀετίου καὶ τοῦ Εὐτυχίου καὶ τῶν ὑπολοίπων ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν παρακαλοῦμε τοὺς κυρίους γονεῖς μας καὶ τοὺς ἀδελφούς μας νὰ μείνουν μακριὰ ἀπὸ κάθε ταραχὴ καὶ λύπη, νὰ τιμήσουν δὲ τὸν ὅρο τῆς φιλάδελφης συμμετοχῆς τους καὶ νὰ συμβαδίσουν μὲ προθυμία στὴ θέλησή μας, γιὰ νὰ ἀποκτήσουν τὸ μεγάλο μισθὸ τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς συμπάθειας ἀπὸ τὸν κοινὸ πατέρα μας.
Ἀκόμη ἀξιώνουμε ἀπὸ ὅλους, κανεὶς νὰ μὴ θησαυρίσει γιὰ τὸν ἑυατό του τὰ περισυλλεγέντα λείψανα ἀπὸ τὸ καμίνι, ἀλλὰ ἀφοῦ φροντίσει γιὰ τὴ συγκέντρωσή τους στὸ ἴδιο μέρος, νὰ τὰ ἀποδώσει στοὺς προαναφερθέντες, μὲ σκοπὸ νὰ ἀποκομίσει τὸ κέρδος τῆς φιλευσπλαχνίας τῶν ἴδιων του κόπων, ἀφοῦ ἐπιδείξει ἰσχυρὸ ζῆλο καὶ ἀληθινὴ εὐγνωμοσύνη. Ὅπως ἀκριβῶς ἡ Μαρία, ἡ ὁποία ἀφοῦ ἐπερίμενε καρτερικὰ στὸν τάφο καὶ εἶδε πρώτη ἀπὸ ὅλους τὸν Κύριο, πρώτη ἐδέχθηκε καὶ τὴ χάρη τῆς χαρᾶς καὶ τῆς εὐλογίας.
Ἂν κάποιος ἐναντιωθεῖ στὸ θέλημα τὸ δικό μας, ἂς εἶναι ξένος ἀπὸ τὸ θεῖο κέρδος, ἔνοχος κάθε παρακοῆς, ἀφοῦ μὲ ἐπιπόλαιη σκέψη ἔχασε τὸ δίκαιό του, ἐπειδὴ ἐξαναγκαζόταν, ὅσο ἐξαρτιόταν ἀπὸ αὐτόν, νὰ κατατεμαχίσει ἐμᾶς, τοὺς ὁποίους ὁ Ἅγιος Σωτήρας μας μὲ τὴν προσωπικὴ χάρη και πρόνοια συνέδεσε μὲ πίστη.
Ἂν ὅμως καὶ τὸ παιδί, ὁ Εὐνοϊκός, μὲ τὴ συγκατάνευση τοῦ φιλάνθρωπου Θεοῦ φθάσει στὸ ἴδιο τέλος τοῦ ἀγῶνος, ἀξίωσε νὰ ἔχει τὴν ίδια μὲ ἐμᾶς διαμονή. Ἂν βέβαια διαφυλαχθεῖ ἀβλαβὴς μὲ τὴ Χάρη τοῦ Χριστοῦ καὶ δοκιμασθεῖ στὸν κόσμο, παραγγέλλουμε νὰ ἀσχοληθεῖ αὐτὸς ἐλεύθερα μὲ τὸ μαρτύριό μας καὶ παρακαλοῦμε νὰ διαφυλάττει τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, μὲ σκοπὸ νὰ μετέχει τῆς ἀπολαύσεως μαζὶ μὲ ἐμᾶς κατὰ τὴ μεγάλη ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως, ἐπειδὴ καὶ ὅσο εὑρισκόταν στὸν κόσμο ὑπέμεινε τὶς ἴδιες θλίψεις.
Γιατὶ ἡ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν ἀδελφὸ ἀποβλέπει στὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, ἡ παρακοὴ ὅμως πρὸς τοὺς ὁμόφυλους καταπατᾶ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ ἔχει γραφεῖ ὅτι: αὐτὸς ποὺ ἀγαπᾶ τὴν ἀδικία, μισεῖ τὴν ψυχή του.
2 Ἑπομένως ἀξιώνω ἀπὸ ἐσᾶς, ἀδελφὲ Κρισπίνε, καὶ παραγγέλω νὰ μείνετε μακριὰ ἀπὸ κάθε κοσμικὴ τρυφὴ καὶ πλάνη. Γιατὶ εἶναι ἐσφαλμένη καὶ ὄχι ἰσχυρὴ ἡ δόξα τοῦ κόσμου, ἡ ὁποία γιὰ λίγο μὲν ἀκμάζει καὶ πάλι μαραίνεται σὰν χόρτο, ἀφοῦ δέχεται τὸ τέλος πιὸ γρήγορα ἀπὸ τὴν ἀρχή. Νὰ θελήσετε ὅμως νὰ προσφύγετε στὸν φιλάνθρωπο Θεό, ὁ ὁποῖος παρέχει σὲ ὅσους προστρέχουν σὲ Αὐτὸν πλοῦτο ἀδιάκοπο, καὶ βραβεύει μὲ ζωὴ αἰώνια ὅσους πιστεύουν σὲ Αὐτόν.
Εἶναι ἡ στιγμὴ κατάλληλη γιὰ ὅσους θέλουν νὰ σώζονται καὶ γιὰ ὅσους δὲν τὸ ἀναβάλλουν γιὰ τὸ μέλλον, παρέχοντας ἄφθονη διορία γιὰ μετάνοια καὶ τὴ χωρὶς δισταγμὸ ἐνέργεια τῆς πολιτείας. Γιατὶ οἱ ἀλλαγὲς τῆς ζωῆς εἶναι ἀπρόοπτες. Ἀλλὰ ἂν ἔχεις γνώση, πρόσεξε μέσα σὲ αὐτὴ τὴ ζωὴ νὰ ἐμφανίσεις τὴν ὠφέλεια καὶ τὴν ἁγνότητα τοῦ σεβασμοῦ πρὸς τὸν Θεό, μὲ σκοπὸ ἀφοῦ γίνεις κύριος αὐτῆς νὰ ἐξαλείψεις τὸ χειρόγραφο κείμενο τῶν προπατορικῶν ἁμαρτημάτων: γιατὶ θὰ σὲ βρῶ σὲ αὐτό, ἐν τῷ μεταξὺ καὶ θὰ σὲ κρίνω.
Ἀσχοληθεῖτε, λοιπόν, σοβαρὰ μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ εὑρεθεῖτε ἄμεμπτοι, μὲ σκοπὸ νὰ ἀποφύγετε τὸ ἀκοίμητο καὶ αἰώνιο πῦρ. Γιατὶ ὁ καιρὸς εἶναι περιορισμένος ἀπὸ παλιά, φωνάζει ἡ θεία φωνή.
Προπαντὸς λοιπὸν ἀποδώσατε τιμὴ στὴν ἀγάπη. Γιατὶ αὐτὴ μόνη τιμᾶ μὲ νόμο τὸ δίκαιο τῆς ἀδελφικῆς ἀγάπης ὑπακούοντας στὸν Θεό. Καὶ γιατὶ μέσῳ τοῦ ἀδελφοῦ ποὺ εἶναι ὁρατὸς τιμᾶται ὁ ἀόρατος Θεός. Καὶ τὰ λόγια αὐτὰ στρέφονται πρὸς τοὺς ὁμομήτριους ἀδελφούς, ἡ ἄποψη αὐτὴ ὅμως ἀπευθύνεται σὲ ὅλους τοὺς φιλόχριστους. Καὶ ἰσχυρίστηκε ὁ Ἅγιος Σωτήρας μας καὶ Θεὸς ὅτι ἐκεῖνοι εἶναι ἀδελφοί, ὄχι ὅσοι μετέχουν τῆς ἴδιας φύσεως, ἀλλὰ ὅσοι συνδέονται μὲ ἄριστες πράξεις, μὲ τὴν πίστη καὶ ἐκπληρώνουν τὸ θέλημα τοῦ Πατέρα μας ποὺ εὑρίσκεται στὸν οὐρανό.
3 Χαιρετίζουμε τὸν κύριό μας τὸν πρεσβύτερο Φίλιππο καὶ τὸν Προκλιανὸ καὶ τὸν Διογένη μαζὶ μὲ τὴν ἁγία Ἐκκλησία. Χαιρετίζουμε τὸν Μάξιμο μὲ τὴν Ἐκκλησία. Χαιρετίζουμε τὸν Δόμνο μὲ τοὺς συγγενεῖς του, τὸν Ἴλη τὸν πατέρα μας καὶ τὸν Οὐάλη μὲ τὴν Ἐκκλησία. Χαιρετίζω καὶ ἐγώ, ὁ Μελέτιος, τοὺς συγγενεῖς μου Λουτάνιο, Κρίσπο καὶ τὸν Γόρδιο μὲ τοὺς συγγενεῖς τους, τὸν Ἐλπίδιο μὲ τοὺς συγγενεῖς του, τὸν Ὑπερέχιο μὲ τοὺς συγγενεῖς του.
Χαιρετίζουμε καὶ ὅσους εὑρίσκονται στὸ χωριὸ Σαρείμ, τὸν πρεσβύτερο μὲ τοὺς συγγενεῖς του, τοὺς διακόνους μὲ τοὺς συγγενεῖς τους, τὸν Μάξιμο μὲ τοὺς συγγενεῖς του, τὸν Ἡσύχιο μὲ τοὺς συγγενεῖς του, τὸν Κυριακὸ μὲ τοὺς συγγενεῖς του. Χαιρετίζουμε ὅλους ὅσοι εὑρίσκονται στὸ Χαδουθὶ ὀνομαστικά. Ζαιρετίζουμε ὀνομαστικὰ ὅλους ὅσοι εὑρίσκονται στὴ Χαρισφώνη. Χαιρετίζω καὶ ἐγὼ ὁ Ἀέτιος τοὺς συγγενεῖς μου Μάρκο καὶ Ἀκυλίνα καὶ τὸν πρεσβύτερο Κλαύδιο καὶ τοὺς ἀδελφούς του Μάρκο, Τρύφωνα, Γόρδιο καὶ Κρίσπο καὶ τὶς ἀδελφές μου καὶ τὴ σύζυγό μου Δόμνα μὲ τὸ παιδί μου.
Χαιρετίζω καὶ ἐγὼ ὁ Εὐτύχιος ὅσους εὑρίσκονται στὰ Ξίμαρα, τὴ μητέρα μου Ἰουλία καὶ τοὺς ἀδελφούς μου Κύριλλο, Ροῦφο, Ρίγλο καὶ Κυρίλλα καὶ τὴ νύμφη μου Βασιλεία καὶ τοὺς διακόνους Κλαύδιο καὶ Ρουφίνο καὶ Πρόκλο. Χαιρετίζουμε καὶ τοὺς ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, τὸν Σαπρίκιο, τὸν υἱὸ τοῦ Ἀμμωνίου, καὶ τὸν Γενέσιο, καὶ τὸν Σωσάννα μὲ τοὺς δικούς του.
Χαιρετίζουμε λοιπὸν ὅλους ἐσᾶς, ποὺ εἶστε κύριοί μας, ὅλοι ἐμεῖς οἱ σαράντα ἀδελφοὶ καὶ συγκρατούμενοι, ὁ Μελέτιος, ὁ Ἀέτιος, ὁ Εὐτύχιος, ὁ Κυρίων, ὁ Κάνδιδος, ὁ Ἀγγίας, ὁ Γάιος, ὁ Χουδίων, ὁ Ἡράκλειος, ὁ Ἰωάννης, ὁ Θεόφιλος, ὁ Σισίνιος, ὁ Σμάραγδος, ὁ Φιλοκτήμων, ὁ Γοργόνιος, ὁ Κύριλλος, ὁ Σεβηριανός, ὁ Θεόδουλος, ὁ Νίκαλλος, ὁ Φλάβιος, ὁ Ξάνθιος, ὁ Οὐαλέριος, ὁ Ἡσύχιος, ὁ Δομετιανός, ὁ Δόμνος, ὁ Ἡλιανός, ὁ Λεόντιος, ὁ ὀνομαζόμενος καὶ Θεόκτιστος, ὁ Εὐνοϊκὸς, ὁ Οὐάλης, ὁ Ἀκάκιος, ὁ Ἀλέξανδρος, ὁ Βικράτιος, ὁ ὀνομαζόμενος καὶ Βιβιανός, ὁ Πρίσκος, ὁ Σακέρδων, ὁ Ἐκδίκιος, ὁ Ἀθανάσιος, ὁ Λυσίμαχος, ὁ Κλαύδιος, ὁ Ἴλης, καὶ ὁ Μελίτων. Ἐμεῖς λοιπὸν οἱ σαράντα δοῦλοι τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὑπογράψαμε μὲ τὸ χέρι τοῦ Μελετίου γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ ἐμᾶς, καὶ ἐπικυρώσαμε ὅλα ὅσα ἐγράφησαν πρὶν, καὶ ἐφάνηκε καλὸ σὲ ὅλους ἐμᾶς. Μὲ τὴν ψυχή μας καὶ τὸ θεῖο πνεῦμα προσευχόμαστε νὰ τύχουμε ὅλοι τὰ αἰώνια ἀγαθὰ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν Βασιλεία Του τώρα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

Οἱ γονεῖς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ποὺ κατεῖχαν «κόνιν» καὶ τεμάχια τῶν ἱερῶν λειψάνων τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ἀνήγειραν τὸν πρῶτο ναὸ στὴν Ἀνατολὴ εἰς τιμὴν τῶν Ἁγίων, ὅπου καὶ ἐτάφησαν, σὲ κτῆμα τους στὸν Πόντο.
Ναὸς ἀφιερωμένος στοὺς Ἁγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες ὑπῆρχε στὴν περιοχὴ Μέση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ποὺ εἶχε ἀνεγερθεῖ ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Τιβέριο Α’ (579 – 582 μ.Χ.) καὶ συμπληρωθεῖ ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Μαυρίκιο (582 – 602 μ.Χ.). Τὸ ναὸ κατεκόσμησε ὁ Ἀνδρόνικος ὁ Κομνηνός (1183 – 1185 μ.Χ.). Στὸ ναὸ αὐτὸ ἐλειτουργοῦνταν κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς μνήμης τῶν Ἁγίων Μαρτύρων οἱ αὐτοκράτορες. Ἄλλοι ναοὶ ὑπῆρχαν α) στὸ παλάτι, καὶ ὁ ὁποῖος πανηγύριζε στὶς 27 Αὐγούστου, β) στὴ νῆσο Πλάτη, ἢ Πλατεία, γ) στὴ μονὴ τῆς Χώρας, δ) στὴν Ἔμμεσα τῆς Συρίας.
Ἡ Σύναξη αὐτῶν ἐτελεῖτο στὸ ἁγιότατο Μαρτύριό τους πλησίον τοῦ Χαλκοῦ Τετραπύλου.

 Πηγή: synaxarion.gr 

Τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων



Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. θείας πίστεως.
Θείῳ Πνεύματι, συγκροτηθέντες, 
δῆμος ὤφθητε, τροπαιοφόρος, 
Ἀθλοφόροι Χριστοῦ Τεσσαράκοντα· 
διὰ πυρὸς γὰρ καὶ ὕδατος ἔνδοξοι, 
δοκιμασθέντες λαμπρῶς ἐδοξάσθητε. 
Ἀλλ' αἰτήσασθε, Τριάδα τὴν Ὑπερούσιον, 
δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τοὺς γενναίους ὁπλίτας τοῦ τῶν ὅλων δεσπόζοντος, 
τοὺς συγκροτηθέντας ἐν πίστει, ὁμοφώνος τιμήσωμεν· 
Χριστῷ γὰρ στρατευθέντες εὐσεβῶς, 
δι’ ὕδατος διῆλθον καὶ πυρός, 
καὶ πρὸς θείαν εἰσέλθοντες ἀναψυχήν, 
προΐστανται τῶν βοώντων· 
δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, 
δόξα τῷ στεφανώσαντι, 
δόξα τῷ θαυμαστώσαντι ὑμᾶς, 
Τεσσαράκοντα Μάρτυρες.


Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.
Πᾶσαν στρατιὰν, τοῦ κόσμου καταλιπόντες, 
τῷ ἐν οὐρανοῖς Δεσπότῃ προσεκολλήθητε, 
Ἀθλοφόροι Κυρίου Τεσσαράκοντα· 
διὰ πυρὸς γὰρ καὶ ὕδατος, διελθόντες μακάριοι, 
ἐπαξίως ἐκομίσασθε, δόξαν ἐκ τῶν οὐρανῶν, 
καὶ στεφάνων πληθύν.

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Συντεταγμένοι εὐσεβείᾳ καὶ στερρότητι
Μαρτυρικῶς τὸν δυσμενῆ ἐθριαμβεύσατε,
Τεσσαράκοντα γενναῖοι Χριστοῦ ὁπλῖται·
Ἀλλ’ ὡς σύμμορφοι ἐν ἄθλοις καὶ ἐν χάριτι,
Ἐν ἀγάπῃ καὶ εἰρήνῃ συντηρήσατε
Τοὺς κραυγάζοντας, χαίροις ἅγιον σύνταγμα.

Μεγαλυνάριον.
Τὸ τετραδεκάριθμον καὶ λαμπρόν, 
σύνταγμα τοῦ Λόγου, εὐφημήσωμεν ἐν ᾠδαῖς· 
κρύει καὶ πυρὶ γάρ, στερρῶς δοκιμασθέντες,
 ἐστέφθησαν ἀξίως, οἱ Τεσσαράκοντα.

Πηγή: synaxarion.gr