Καθώς ἡ ψυχή δέν διασκορπίζεται ἄπρεπα σέ ποικίλες μέριμνες,
ὁ νοῦς εἰσέρχεται ἀτάραχα στά πραγματικά «ταμεῖα» -στά ἐνδότερα τῆς ψυχῆς-,
κι ἐκεῖ προσεύχεται στόν ἀόρατο Πατέρα.
Καί Ἐκείνος τοῦ χαρίζει πρῶτα-πρῶτα τό δῶρο
πού εἶναι δοχεῖο τῶν θείων χαρισμάτων, δηλαδή τήν εἰρήνη τῶν λογισμῶν,
μετά ἀπό τήν ὁποία τελειοποιεῖ τήν ταπείνωση,
πού γεννᾶ καί συγκρατεῖ κάθε ἀρετή.
Ὄχι βέβαια τήν ταπείνωση πού συνίσταται σέ λόγια καί σχήματα
τά ὁποῖα βρίσκει εὔκολα ὅποιος θέλει, ἀλλά ἐκείνη πού ἐπιβεβαιώνεται
ἀπό τό ἀγαθό καί θεῖο Πνεῦμα, τήν ὁποία κτίζει τό ἵδιο τό Πνεῦμα
ὅταν ἐγκατασταθεῖ στά ἔγκατα τῆς ψυχῆς.
Μέσα στήν εἰρήνη λοιπόν καί τήν ταπείνωση,
σάν μέσα σέ ἀσφαλές περιτείχισμα τοῦ παραδείσου τοῦ νοῦ,
φυτρώνουν τά κάθε εἴδους δένδρα τῆς πραγματικῆς ἀρετῆς.
Στό κέντρο του ἀνεγείρονται τά ἱερά ἀνάκτορα τῆς ἀγάπης,
στά πρόθυρα τῶν ὁποίων ἀνθίζει σάν προοίμιο τῆς μέλλουσας ζωῆς
ἡ ἀνέκφραστη καί ἀναφαίρετη χαρά.
Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς
Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς
Πηγή: Φιλοκαλία, Τόμος Δ', σελ. 265