«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2019

Ὁ Θεὸς εἶναι αἴτιος τῆς σωτηρίας - Ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνὸς


Ὁ ἄνθρωπος στέκεται ἀνάμεσα στοὺς δύο αὐτοὺς δρόμους, δηλαδὴ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἁμαρτία, καὶ σ᾿ ὅποια θέλει βαδίζει καὶ αὐτὴν πραγματοποιεῖ. 

Ὁ δρόμος τώρα ποὺ τὸν κέρδισε καὶ οἱ ὁδηγοὶ τοῦ δρόμου, εἴτε Ἅγγελοι καὶ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, εἴτε δαίμονες καὶ κακοὶ ἄνθρωποι, τὸν τραβοῦν μέχρι τὸ τέλος καὶ χωρὶς νὰ θέλει· οἱ ἁγαθοὶ στὸν Θεὸ καὶ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, οἱ ἁμαρτωλοὶ στὸν διάβολο καὶ στὴν αἰώνια κόλαση.  

Κανένας δὲν εἶναι αἴτιος τῆς ἀπώλειας, παρὰ τὸ θέλημα τοῦ ἀνθρωπου. 

Ὁ Θεὸς εἶναι αἴτιος τῆς σωτηρίας, ὁ ὁποῖος μᾶς χάρισε τὴ ζωὴ καὶ τὴ μακαριότητα, τὴ γνώση καὶ τὴ δύναμη, τὰ ὁποῖα δὲν μπορεῖ νὰ τὰ ἔχει ὁ ἄνθρωπος χωρὶς τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.      

Ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνὸς 


Πηγή: Φιλοκαλία, Τόμος Γ΄, Τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας»,  σελ. 73. 
Νεοελληνικὴ ἀπόδοση: Ἀντώνιος Γ. Γαλίτης. 

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2019

Βίος τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στρατηλάτου





Ὁμιλία, σὺν Θεῷ ὰγίῳ, στὸν ἅγιο μεγαλομάρτυρα Θεόδωρο τὸν Στρατηλάτη

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ



Θεόδωρος ὁ μεγαλώνυμος καὶ μεγαλομάρτυς Στρατηλάτης, ὁ τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ ἐπώνυμος, ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας, τὸ στήριγμα τῶν πιστῶν, ὁ μιμητὴς τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ καὶ πρεσβευτὴς θερμότατος τῶν ὅσων τὸν ἐπικαλοῦνται, ὁ πολιοῦχος τοῦ χωριοῦ τούτου, ποὺ μὲ καύχηση ἐν Κυρίῳ πλουτεῖ τὸ εὐλογημένο του ὄνομα, μᾶς ἔχει συγκαλέσει καὶ ἐφέτος, ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, γιὰ νὰ τὸν τιμήσουμε καὶ δοξάσουμε μὲ ὕμνους καὶ ψαλμοὺς καὶ ἄσματα πνευματικά, καὶ γιὰ νὰ δοξολογήσουμε συνάμα τὸν «ἐνδοξαζόμενον ἐν τοῖς ἁγίοις Αὐτοῦ» Κύριο τῆς δόξης. Ποιά ὑπῆρξε ἡ ἰσάγγελη ἐπὶ γῆς ζωὴ τοῦ οὐρανόφρονος τούτου ἄνδρα καὶ πῶς ἀξιώθηκε τοῦ μαρτυρίου καὶ τῆς θεϊκῆς δόξας, θὰ διηγηθῶ μὲ συντομία ἀμέσως στὴν ἀγάπη σας.

Ἐπίγεια πατρίδα τοῦ οὐρανοπολίτη τούτου ἁγίου Θεοδώρου ὑπῆρξε ἡ μικρὴ πόλη Εὐχάϊτα κοντὰ στὴ γνωστὴ πόλη Ἀμάσεια τοῦ Πόντου, στὴ Μικρὰ Ἀσία. Χριστιανὸς ἀπὸ μικρὸς ὁ ἅγιος, ἐντάχθηκε σὲ νεανικὴ ἡλικία στὸν στρατό, ὅπου διέπρεψε γιὰ τὴν ἀνδρεία του. Ἡ γενναιότητά του στὴ στρατιωτικὴ τέχνη, ἀλλὰ καὶ ἡ ρητορική του δεινότητα κέρδισαν τὴν ἐκτίμηση τοῦ αὐτοκράτορα Λικινίου (307 – 324), ποὺ ἐξουσίαζε τὴν ἀνατολικὴ αὐτοκρατορία καὶ ἦταν γαμβρὸς τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, καὶ τὸν διόρισε στρατηγὸ καὶ διοικητὴ τῆς μεγαλούπολης Ἡράκλειας τοῦ Πόντου. Ἐδῶ νὰ σημειώσουμε ὅτι ὁ Λικίνιος, παρὰ τὶς συμφωνίες ποὺ εἶχε συνάψει μὲ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο, ποὺ τότε ἐξουσίαζε ἀκόμη μόνο τὰ δυτικὰ μέρη τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, παρόλο λέω τὶς κοινὲς συνθῆκες περὶ Ἀνεξιθρησκείας τοῦ περίφημου Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων, ποὺ εἶχαν συνυπογράψει τὸ 313, ἀποδείχθηκε σύντομα ψεύστης καὶ παράσπονδος. Καί, ἀπὸ τὸ 314, ἄρχισε διωγμοὺς φοβεροὺς κατὰ τῶν Χριστιανῶν στὴν Ἀνατολή, ὁπόταν ἀναδείχθηκαν ἑκατόμβες μαρτύρων στὸν βωμὸ τῆς πίστης τοῦ Χριστοῦ.

Ὅταν λοιπὸν ἀνέλαβε τὸ ἀξίωμά του ὁ θεοφιλὴς καὶ ἀπὸ τὴ νεότητά του θερμὸς χριστιανὸς Θεόδωρος, δὲν δειλίασε ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ αὐτοκράτορα καὶ τὰ δεινὰ βάσανα, ποὺ ἐπαπειλοῦσαν ὅποιο δήλωνε χριστιανός, ἀλλὰ ἀπτόητος φανέρωσε ἀμέσως τὸν θησαυρὸ τῆς ψυχῆς του. Φανέρωσε ὅτι ἦταν χριστιανός, καὶ ὄχι μόνο μέχρις ἐκεῖ! Ἀλλά, μὲ τοὺς φλογεροὺς λόγους του καὶ τὴν ἄνωθεν σοφία, ποὺ τοῦ ἔδωσε πλούσια ὁ Θεός, μετέστρεψε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ μεγάλο μέρος τῶν κατοίκων τῆς Ἡράκλειας. 

Γιὰ νὰ στερεωθεῖ μάλιστα καὶ ὁ ἴδιος στὸν πόθο ποὺ εἶχε νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ στερεώσει τοὺς νεοπροσήλυτους τότε Χριστιανοὺς τῆς πόλης του στὴν ἀλήθεια τῆς πίστης μας, τί ἔκανε; Πληροφορήθηκε γιὰ τὴν ὕπαρξη ἑνὸς δράκοντα σ᾿ ἕνα δάσος, κοντὰ στὴν Ἡράκλεια, ποὺ πολλοὺς περαστικοὺς ἀπ᾿ ἐκεῖ εἶχε θανατώσει καὶ τρομοκρατοῦσε ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς περιοχῆς. Ὁπλισμένος μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ τὴν ἀήττητη δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ, προχώρησε ἀτρόμητος μέσα στὸ δάσος καὶ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Παντοδύναμου θανάτωσε τὸ τεράστιο ἐκεῖνο φίδι, ὡς σύμβολο τῆς νίκης, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἐπιφέρει μὲ τὸ μαρτύριό του καὶ ἐναντίον τοῦ νοητοῦ δράκοντα, τοῦ διαβόλου.

Πληροφορούμενος ὁ Λικίνιος τὴν ἀπρόσμενη χριστιανικὴ διαγωγὴ τοῦ εὐνοουμένου του, κάλεσε τὸν Θεόδωρο νὰ τὸν ἐπισκεφθεῖ στὴ Νικομήδεια, τότε ἕδρα τοῦ αὐτοκράτορα τῆς Ἀνατολῆς, γιὰ νὰ ἐξακριβώσει τὴν ἀλήθεια τῶν ὅσων ἄκουσε γι᾿ αὐτόν. Μὰ ὁ Θεόδωρος, γιὰ νὰ καταισχύνει καὶ ἐμπαίξει τὸν ἀσεβὴ Λικίνιο, ἀλλὰ καὶ νὰ στερεώσει μὲ τὸ μαρτύριό του τὴν πόλη, ποὺ ὁ Θεὸς τοῦ εἶχε παραχωρήσει νὰ διοικεῖ, ἐπινόησε ἕνα τέχνασμα: Ἀντιπρότεινε στὸν Λικίνιο νὰ τὸν ἐπισκεφθεῖ ἐκεῖνος στὴν Ἡράκλεια, φέρνοντας μαζί του τὰ χρυσὰ καὶ ἀργυρά του εἴδωλα, δῆθεν γιὰ νὰ τὰ λατρεύσει ὁ ἅγιος.

Παίρνοντας θάρρος καὶ ἀπὸ ἕνα θεϊκὸ ἐνύπνιο, ὅπου ὁ Κύριος τοῦ προανήγγειλε ὅτι ἦλθε ἡ ποθούμενη σ᾿ αὐτὸν ὥρα τοῦ μαρτυρίου, ἐπεφύλαξε στὸν αὐτοκράτορα μεγαλοπρεπὴ ὑποδοχή. Θαυμάζοντας αὐτὸς τὴν εὐταξία καὶ ὡραιότητα τῆς πόλης, πρότεινε στὸν Θεόδωρο νὰ δείξει καὶ δημόσια τὴν εὐλάβειά του στοὺς θεούς, προσφέροντας σ᾿ αὐτοὺς θυσία. 

Τότε ὁ Θεόδωρος τοῦ ζήτησε νὰ τοῦ παραχωρήσει γιὰ τὸ βράδυ τὰ εἴδωλα τῶν θεῶν, ποὺ εἶχε φέρει μαζί του, γιὰ νὰ τὰ λατρεύσει τάχα ἰδιαιτέρως, ἐνῶ τὴν ἑπομένη θὰ τοὺς προσέφερε καὶ δημόσια θυσία. Πείσθηκε ὁ Λικίνιος, καὶ ἐκεῖνο τὸ βράδυ ὁ ἅγιος κατακομμάτιασε τὰ εἴδωλα καὶ πρωὶ πρωὶ διένειμε τὸ πολύτιμο μέταλλό τους στοὺς πτωχοὺς τῆς πόλης.

Μόλις τὰ ἔμαθε αὐτὰ ὁ Λικίνιος, ἔξαλλος ἀπὸ ὀργή, ποὺ τὸν εἶχε τόσο ἔντεχνα ἐξαπατήσει ὁ Θεόδωρος, πρόσταξε νὰ τὸν ὑποβάλουν ἀμέσως σὲ ποικίλα φοβερὰ βασανιστήρια: Τὸν μαστίγωσαν ἑκατοντάδες φορὲς σ᾿ ὅλο τὸ σῶμα, τοῦ ἔγδαραν τὸ δέρμα, τὸν ἔκαυσαν, τὸν ἔριξαν μετὰ ἀνεπιμέλητο στὴ φυλακὴ γιὰ ἑπτὰ ἡμέρες, δίχως τροφὴ καὶ νερὸ καί, τέλος, τὸν σταύρωσαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη. Ἀλλὰ καὶ ἐπάνω στὸν σταυρὸ τὸν βασάνισαν ποικιλότροπα, πληγώνοντας καὶ τοξεύοντάς τον. Καὶ ὁ μεγαλόψυχος Θεόδωρος, ὁ κατὰ πάντα μιμητὴς τοῦ Ἐσταυρωμένου, οὔτε μικροψύχησε, οὔτε γόγγυσε, ἀλλ᾿ ὑπόμεινε μέχρι τέλους τὰ ἀφόρητα ἐκεῖνα κολαστήρια, δοξάζοντας τὸν Θεὸ καὶ εὐχόμενος γιὰ τοὺς βασανιστὲς καὶ φονευτές του. Ἀκόμη, ἐνεθάρρυνε τὸν πιστό του δοῦλο Οὔαρο νὰ καταγράφει λεπτομερῶς τὰ τοῦ μαρτυρίου του. Τὴ νύκτα ἐκείνη ἄφησαν τὸν ἅγιο σταυρωμένο, γιὰ νὰ ἀποθάνει. 

Ἀλλὰ ὁ Χριστός μας, γιὰ τὸν Ὁποῖο τόσα ἔπασχε ὁ γνήσιος του δοῦλος Θεόδωρος, δὲν τὸν ἄφησε ἀβοήθητο: Ἔστειλε ἅγιο ἄγγελο, ποὺ τὸν ἀποκαθήλωσε, τοῦ γιάτρεψε ὅλες τὶς πληγὲς καὶ τὸν ἐνεθάρρυνε νὰ ὑπομείνει μέχρι τέλους τὸν ἀγώνα τοῦ μαρτυρίου. Τὸ ἑπόμενο πρωί, τὸ μέγα τοῦτο θαῦμα ὁδήγησε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ πολλοὺς στρατιῶτες, ποὺ πῆγαν νὰ παραλάβουν τὸ νεκρό, ὅπως νόμιζαν, σῶμα τοῦ μάρτυρος.

Ὁ Λικίνιος, ἀντιλαμβανόμενος ὅτι τὰ τόσα θαύματα, ποὺ ἐνεργοῦσε ὁ Θεὸς διὰ τοῦ ἁγίου, θὰ προκαλοῦσαν καὶ τὴν ἐξέγερση τῆς πόλης ἐναντίον του, ἔστειλε ἄλλους στρατιῶτες, μὲ ἐντολὴ νὰ θανατώσουν χωρὶς ἄλλη χρονοτριβὴ τὸν Θεόδωρο. Ὁ ἅγιος παρουσιάστηκε γαλήνιος μπροστὰ στοὺς δημίους καί, ἀφοῦ σφραγίστηκε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ τιμίου Σταυροῦ, ἔκλεινε τὸν αὐχένα καὶ ἔλαβε τὸν διὰ ξίφους θάνατο στὶς 8 Φεβρουαρίου περὶ τὸ ἔτος 320.

Σύμφωνα μὲ τὶς ὁδηγίες του, οἱ χριστιανοὶ μετέφεραν μὲ θριαμβευτικὴ πομπὴ τὸ ἅγιό του λείψανο στὸ πατρικό του σπίτι στὰ Εὐχάϊτα. Καὶ ὁ δικαιοκρίτης Θεός, γιὰ νὰ δοξάσει τὸν μέχρι θανάτου πιστό του δοῦλο Θεόδωρο, ἐνήργησε ἐκεῖ πλῆθος θαυμάτων ἀνὰ τοὺς αἰῶνες, σὲ σημεῖο ποὺ ἀργότερα ἡ γενέτειρα πόλη του μετονομάσθηκε σὲ Θεοδωρούπολη.

Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μᾶς προβάλλει ἀνάγλυφα στὶς μνῆμες τῶν ἁγίων, μέσα ἀπὸ τὴν ὑμνολογία, τὶς εἰκόνες καὶ τὰ συναξάριά τους, τὴ θαυμαστή τους ζωή, ὄχι μόνο γιὰ νὰ τοὺς τιμοῦμε υἱϊκὰ καὶ κατὰ χρέος, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μιμούμαστε τὸ ἔνθεο παράδειγμά τους. «Οἱ ἑορτὲς τῶν μαρτύρων», ὅπως θεολογεῖ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «δὲν τελοῦνται μόνο κατὰ τὴν κατ᾿ ἔτος ἔλευση τῆς ἡμέρας μνήμης τους, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ ψυχικὴ διάθεση αὐτῶν ποὺ τοὺς τιμοῦν. Τί θέλω νὰ εἰπῶ; Μιμήθηκες μάρτυρα; Πόθησες καὶ ἀκολούθησες τὴν ἀρετή του; Ἔτρεξες στ᾿ ἀχνάρια τῆς θεϊκῆς φιλοσοφίας του; Καὶ νὰ μὴν εἶναι τότε ἡμέρα ἑορτῆς μάρτυρα, τέλεσες ἑορτὴ μάρτυρα. Διότι τιμὴ τοῦ μάρτυρα, εἶναι ἡ μίμησή του!»  

Κι ἐμεῖς, ποὺ συναθροισθήκαμε σήμερα ἐδῶ, νὰ τιμήσουμε τὸν μεγάλο πολιοῦχο τοῦ μικροῦ τούτου μὰ εὐλογημένου χωριοῦ, καλούμαστε στὴν κατὰ δύναμη μίμησή του. Τί ἀρετὲς εἶχε ὁ ἅγιος Θεόδωρος; Τὶς ἀκούσαμε στὸν βίο του: Πίστη θερμὴ καὶ ἀνυποχώρητη στὸν Χριστό, ἀγάπη θερμὴ σ᾿ αὐτόν, ἀρετὲς ποὺ τὸν ὁδήγησαν στὴν ἀγάπη τοῦ πλησίον καὶ στὴν ἱεραποστολικὴ δράση γιὰ νὰ ὁδηγήσει ψυχὲς σκοτισμένες μὰ ἀθάνατες, «ὑπὲρ ὧν Χριστὸς ἀπέθανε», στὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου, στὸ φῶς τῆς ἀληθινῆς πίστης. Κι ὡς ἐπιστέγασμα τῶν πολλῶν καὶ μεγάλων του ἀρετῶν, ὁδηγήθηκε στὴν ἀτρόμητη ὁμολογία τῆς πίστης του ἐνώπιον τυράννων καὶ βασιλέων, καὶ ἔχυσε τὸ αἷμα του γιὰ τὴν ἀγάπη Ἐκείνου, ποὺ στὸν σταυρὸ κένωσε καὶ τὴν τελευταία ρανίδα τοῦ Παναχράντου αἵματός Του γιὰ τὴν ἀγάπη ἡμῶν τῶν ἀγνωμόνων καὶ ἀχαρίστων δούλων Του.


Ἡ ἐποχή μας, μὲ τοὺς τόσους ποικιλώνυμους πειρασμοὺς καὶ δοκιμασίες καὶ θλίψεις, τὴν ἀναστάτωση τῶν ἐθνῶν, τοὺς πολέμους, τὶς θεομηνίες, ποὺ ὅλα κυοφοροῦνται καὶ ἐμπνέονται ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἀποστασίας, τῆς ἄρνησης δηλαδὴ τοῦ Θεοῦ, εἶναι κατεξοχὴν ἐποχὴ ὁμολογίας Χριστοῦ καὶ μαρτυρίου. Φθάνει νὰ ρίξουμε μιὰ ματιὰ στὴ γειτονικὴ Συρία, ὅπου καθημερινὰ σχεδὸν τὸ ἀντίθεο μένος τῶν φανατικῶν μουσουλμάνων ἀναδεικνύει σύγχρονους μάρτυρες τῆς πίστης μας. Δὲν γνωρίζουμε ἂν ἐπιτρέψει καὶ σ᾿ ἐμᾶς τέτοια δοκιμασία ὁ Κύριος, καὶ μᾶς ζητήσει καὶ τέτοια ὁμολογία τοῦ αἵματος. Αὐτό, ποὺ ἀσφαλέστατα μᾶς ζητεῖται, εἶναι ἡ ζωή μας νὰ ἀποτελεῖ μιὰ ξεκάθαρη ὁμολογία Χριστοῦ, στὰ ἔργα καὶ στοὺς λόγους καὶ στὶς σκέψεις μας. Κι ἂν ἔτσι ἀγωνιζόμαστε νὰ ζοῦμε, μὲ καθαρὴ πίστη καὶ ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο, μὲ μετάνοια καὶ ἐνσυνείδητη μυστηριακὴ ζωή, δὲν θὰ μᾶς ἀφήσει ὁ Θεός, ἀλλὰ θἄρθει τὸ ἔλεός Του πλούσιο, καὶ θὰ εὐλογήσει καὶ τὴν πρόσκαιρη τούτη ζωή μας, καὶ θὰ μᾶς ἀξιώσει καὶ τῆς ἄλλης, τῆς ἀληθινῆς, τῆς μόνιμης καὶ αἰώνιας πατρίδας μας, μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου τοῦ Στρατηλάτου καὶ ὅλων τῶν μαρτύρων καὶ ἁγίων, καὶ ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας Θεοτόκου, μὲ τὴ Χάρη καὶ Φιλανθρωπία Του. Ἀμήν! 

 

Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2019

Εὐχὴ - Προσευχὴ στὸν Ἅγιο Παρθένιο

 
 
 
Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν (ὁ Ἱερεύς).
 
Θεοφόρε Ἱεράρχα τοῦ Χριστοῦ, Ἅγιε Παρθένιε, ὁ τῆς Λαμψάκου πανθαύμαστος ποιμήν καί πάσης τῆς Ἐκκλησίας λύχνος φαεινότατος˙ ὁ Ἀποστολικοῖς χαρίσμασι θαυμαστωθείς, καί πλείστους εὐεργετήσας διά τῆς ἐν σοί τοῦ Παρακλήτου χάριτος καί δυνάμεως˙ ὁ νοσοῦντας θεραπεύσας, καί παραλύτους συσφίγξας, καί πάντων τῶν αἰτούντων τάς αἰτήσεις πληρώσας, πρόσδεξαι δεόμεθα, συμπαθέστατε Πάτερ, τήν παροῦσαν ἡμῶν δέησιν, καί πλήρωσον χαρᾶς καί εὐφροσύνης τάς καρδίας ἡμῶν.
 
Ἴασαι τόν πάσχοντα δοῦλον σου (ὄνομα ἀσθενούς - ἀσθενῶν) τόν προσελθόντα μετά πίστεως τῆ χάριτί σου. 
 
Κατάργησον καί ἀνενέργητον ποίησον τῆς ἀντικειμένης τοῦ σκότους δυνάμεως τήν κατ’ αὐτοῦ ὀλέθριον ἐνέργειαν. 
 
Ἀνόρθωσον αὐτόν ἀπό κλίνης ὀδυνηρᾶς ἐπελθοῦσης ἀσθενείας καί συνοχῆς, πάσης μαγείας καί γοητείας, καί τερατείας, καί βασκανίας, καί πάσης ἄλλης κακοτρόπου ἐπιβουλῆς καί μανίας διαλύων τάς συστροφάς καί καταργῶν τάς ἐπινοίας καί ἐπηρείας καί μηχανίας, τῆ ἀοράτω ἐπισκιάσει τῆς ὀξείας βοηθείας σου, Πάτερ. 
 
Σύ τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων τήν ἰσχύν κατήσχυνας˙ σύ τό χαλεπώτατον πάθος τοῦ καρκίνου ἐθεράπευσας˙ σύ ἐν σημείοις τε καί τέρασι καί ποικίλαις δυνάμεσι παρά Θεοῦ ἐδοξάσθης, δεδοξασμένε καί θαυματουργέ Πάτερ˙ σύ καί νύν ἐπάκουσον τῆς δεήσεως ἡμῶν καί δός τῶ πάσχοντι καί νοσοῦντι ἱκέτη σου τήν κατ’ ἄμφω ὑγείαν, εἰρήνην οὐρανόθεν καί βίον σεμνόν, πορευομένω ἐν ταῖς τρίβοις τοῦ Θείου θελήματος, πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτοῦ˙ ἵνα διά σοῦ τυχών τοῦ Θείου ἐλέους, δοξάζη τό πανάγιον ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς μιᾶς Θεότητος καί βασιλείας εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.
 
Πηγή: ἐδῶ 


Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2019

Ὁ Μέγας Φώτιος καὶ τὰ Κλασικὰ Γράμματα




Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου ΧίουΨαρν καί Ονουσσν κ. Μάρκου


«Φώτιος, τό μέγα ὄνομα, καί τοῦ τε κατ’ αὐτόν καί τῶν μετ’ αὐτόν αἰώνων τό θαῦμα· οὗτινος μεσταί πᾶσαι μέν βιβλιοθῆκαι, πᾶσαι δέ σελίδες τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας· ὁ... μεγαλοφυΐᾳ καί σοφίᾳ, καί ἀρετῇ καί εὐσεβείᾳ περικλεέστατος... ὁποῖον πολυμαθείας πελάγιον χεῦμα!...πάμμουσον ὁρᾷς παιδείας ἐνδιαίτημα...».

Αἰσθάνεται κανείς ζωηρή περιέργεια, ἀνάμεικτη μέ κάποιο δέος, πλησιάζοντας αὐτή τή μορφή, μιά ἀπό τίς μεγαλύτερες τῆς ἱστορίας τοῦ Βυζαντίου, καί ἴσως τήν πιό ἀντιπροσωπευτική τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ. Ἡ προσωπικότητα του εἶναι πολυσύνθετη, καί ἡ ἀνεπάρκεια τῶν πηγῶν μας, καθώς καί ὁ χαρακτήρας τῶν ἐργασιῶν πού τοῦ ἀφιερώθηκαν δέν μᾶς βοηθοῦν νά τόν γνωρίσουμε καλύτερα. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός εἶχε τόση ἰδιοφυΐα, μεγαλοφυΐα ἴσως, καί μιά τόσο ἐκπληκτική δραστηριότητα στή διάθεση μιᾶς τόσο ζωηρῆς περιέργειας, ὥστε ἡ σημασία του εἶναι ἀνάλογη μέ τό μέγεθος τῶν ἐξαιρετικῶν του προσόντων. Ἡ μορφή του δεσπόζει στόν μεγάλο 9ο βυζαντινό αἰώνα, πού μέ τίς βασιλεῖες τοῦ Θεοφίλου, τοῦ Μιχαήλ Γ' καί τοῦ Βασιλείου Α' περιέχει ἤδη σέ σπέρμα τό λαμπρό κορύφωμα τοῦ ἑπομένου αἰώνα.
Στά σύνορα οἱ ἐκστρατεῖες τοῦ Πετρωνᾶ καί τοῦ Βάρδα σημειώνουν ἀποφασιστική καμπή στόν ἀγώνα ἐπιβίωσης πού διεξάγει τό Βυζάντιο ἐναντίον τοῦ ἐπεκτατισμοῦ τοῦ Ἰσλάμ, ἐνῶ στό ἐσωτερικό ἡ εἰκονομαχική κρίση ὁδηγεῖται στή λύση της. Ἡ κρίση ἔληξε μέ τή νίκη κάποιας μορφῆς ἑλληνισμοῦ, κάποιας μορφῆς οὐμανισμοῦ. Ἡ νίκη αὐτή ἀποτελεῖ ταυτόχρονα μιά μεγάλη ὕφεση στήν ἔνταση πού ὑπῆρχε καί ἕνα εἶδος ἐπιστροφῆς στίς πηγές τοῦ ἑλληνίζοντος χριστιανισμοῦ. Βέβαια, πολλά χάθηκαν στό δρόμο, ἤ ἀποβλήθηκαν. Ἀλλά ὅσα διατηρήθηκαν ἀντιμετωπίζονται ἔκτοτε χωρίς δυσπιστία. Ὁ Φώτιος εἶναι, νομίζω, ἡ προσωπικότητα πού ἐνσαρκώνει καλύτερα αὐτή τή συμφιλίωση, ἥ τήν ἐπανασυμφιλίωση, πού ἀποτελεῖ τήν ἀφετηρία μιᾶς μακρόχρονης καί λαμπρῆς περιόδου τοῦ ἑλληνοβυζαντινοῦ πολιτισμοῦ.

Ὁ Φώτιος, τό θησαυροφυλάκιον τῶν θεϊκῶν δωρεῶν, συγκέντρωνε στόν ἑαυτό του ὅλα τά ἐξαίσια προτερήματα, πού ὁ Θεός ἐδώρησε στόν ἄνθρωπο· ἡ ὑψίνοια, ἡ ζωηρότητα τοῦ πνεύματος, ἡ δραστηριότητα ἡ ἀκατάβλητη, ἡ εὔκαμπτη, συνάμα καί ἄκαμπτη θέληση, ἦσαν πλεονεκτήματα, γιά τά ὁποῖα ἐξόχως διεκρίνετο· εἶχε κλίση ζωηρή πρός τά γράμματα, μέ τά ὁποῖα ἠσχολεῖτο συνεχῶς· ἦταν ἐπιτηδειότατος ῥήτορας, συγγραφέας ἔξοχος, καί στόν πεζό καί στόν ἐπικό λόγο· κατεῖχε ὄλες τίς ἐπιστῆμες τοῦ καιροῦ του καί τῶν προηγουμένων αἰώνων· ὑπερεῖχε σέ ὅλα, χωρίς νά μπορεῖ κανείς νά παραβληθεῖ μέ αὐτόν. Στά πλεονεκτήματα αὐτά προστίθεται καταγωγή περιφανής, τρόποι γλυκεῖς καί συμπεριφορά ἀρίστη.

Διδάσκαλοί του ὑπῆρξαν οἱ ἔνδοξοι πρόγονοί μας καί οἱ θεῖοι Πατέρες τοῦ χριστιανισμοῦ· πανεπιστήμιο εὐρύτατο γι’ αὐτόν ἦταν ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ἔθνους του. Τίνος μόνο εἶχε τήν ἀνάγκη, γιά νά ἀναπτυχθεῖ ὁ γόνιμος αὐτοῦ νοῦς; Εἶχε ἀνάγκη τῶν προσόντων ἐκείνων, τά ὁποῖα ἄριστα μνημονεύει ἕνας ἀπό τούς ἀδυσώπητους ἐπικριτές του· «Πάντα συνέτρεχεν ἐπ’ αὐτῷ (γράφει Νικήτας Δαβίδ ὁ Παφλαγών), ἡ ἐπιτηδειότης τῆς φύσεως, ἡ σπουδή, ὁ πλοῦτος, δι’ ὅ καί βίβλος ἐπ’ αὐτόν ἔρρει πᾶσα· πλέον δέ πάντων ὁ τῆς δόξης ἔρως, δι’ ὅν αὐτῷ καί νύκτες ἄυπνοι περί τήν ἀνάγνωσιν ἐμμελῶς ἐσχολακότι».

Ἡ ἐπιτηδειότητα τῆς φύσεως, ἡ σπουδή, ἡ μελέτη, οἱ νύκτες, πού διήρχετο ἄυπνος γιά τήν ἐμμελῆ ἀνάγνωση τῶν συγγραφέων, καί πρό πάντων ὁ ἔρωτας τῆς δόξας, ὄχι τῆς ματαίας καί ἀμφιβόλου, τήν ὁποία ἐννοεῖ ὁ Νικήτας, ἀλλά τῆς ἀληθινῆς δόξας συγκρότησαν μέ τόν καλύτερο τρόπο τόν μεγάλο στήν ἀρχή καί μεγαλύτερο ἀργότερα ἀναδειχθέντα Φώτιο.

Ὁ πολύσοφος Φώτιος ὑπῆρξε μία ἐκρηκτική προσωπικότητα, μέσα στήν ποικιλία τῶν χαρισμάτων, καί προπαντός ἄλλου, καταρχήν καί κατεξοχήν, ἦταν μία θεολογική φυσιογνωμία· εἶχε βαθύτατα θεολογική κατάρτιση μέ ὀρθόδοξη σκέψη, καί συνάμα ἀπετέλεσε μία δυναμική καί ἰδιοφυῆ ἐκκλησιαστική, θεολογική, ἐκπαιδευτική, ἐπιστημονική καί πολιτική προσωπικότητα, παράγοντα ἀκμῆς καί μάλιστα ἀπό τούς πρώτους. Κάτοχος παιδείας ἀπαράμιλλης «ἔν τε τοῖς θεολογικοῖς καί τοῖς θύραθεν γράμμασι» προέβαλε τόν βυζαντινό πολιτισμό καί ἐξῆρε τό ἰδεῶδες τῆς ἀληθοῦς παιδείας. Δόκιμος συγγραφέας καί νοῦς πολυμερής, ἐκαλλιέργησε τή θεολογία καί ἀναβίωσε τά ἑλληνικά γράμματα. Θεολόγος, φιλόσοφος, ἱστορικός, πολιτικός, ἐκκλησιαστικός ἡγέτης δίνει τό χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς βυζαντινῆς ἰδιοφυίας καί ζωτικότητας. Τά ἐπιστημονικά προσόντα τοῦ Φωτίου, ἡ θεολογική του συγκρότηση καί ἡ πολιτική του βρίσκονται σέ μία ἀξιοζήλευτη ἰσορροπία, ὅπως φαίνεται καθαρά ἀπό τήν ἐκτίμηση τῶν συγγραμμάτων του καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς πολιτικῆς. Ὅποιος μελετᾶ μέ προσοχή τά δυό αὐτά δεδομένα πολύ δύσκολα μπορεῖ νά ἰσχυρίζεται ὅτι ὁ Φώτιος εἶναι φιλόσοφος καί ὄχι θεολόγος. Ἀπεναντίας ὁ ἐν λόγῳ σοφός στηρίζεται μέ πολλή συνέπεια καί ἐπιμονή τόσο στή θεολογική, ὅσο καί στή φιλοσοφική παράδοση τῶν προηγούμενων αἰώνων. Ἡ μέγιστη συμβολή τοῦ Φωτίου στή διοργάνωση τοῦ πανεπιστημίου καί στήν προσέλκυση ἱκανῶν μαθητῶν καί σοφῶν δασκάλων στίς τάξεις τῆς ἐπιστήμης δέν συντελεῖται σέ βάρος ἤ σέ ἀντίθεση πρός τή θεολογία τῆς παράδοσης. Ἀπεναντίας τά συγγράμματα τοῦ Φωτίου πείθουν ὅτι καί τή θεολογία ἐλάμπρυνε στό ἔπακρo. Ἑπομένως δέν ὑφίσταται καμιά διαλεκτική μεταξύ θεολογίας καί ἑλληνικῶν γραμμάτων.

Ἀντί λοιπόν νά ἀνέβει ἀμέσως στή μεγάλη σκηνή τοῦ βίου, ἐνδεδυμένος τήν ἀριστοκρατική τήβεννο, ἐκλείσθη στή βιβλιοθήκη του, χωρίς νά προσπελάζει κανένα ἄλλο εἰμή τούς ἀθανάτους νεκρούς μέ τούς ὁποίους συνανεστρέφετο. Ἡ βιβλιοθήκη τοῦ Φωτίου ὑπῆρξε ἡ ἀφετηρία τοῦ εὐρύτατου σταδίου του. Ἀπό τό ἀφανές αὐτό θεωρεῖο ἔβλεπε τίς πληγές τῆς κοινωνίας, στήν ὁποία ζοῦσε, ἄκουε τούς βαρεῖς στεναγμούς τῶν καταδυναστευομένων. Ἔβλεπε, ἄκουε, θρηνοῦσε, καί μελετοῦσε. Ἐκεῖ διῆλθε «ἐν μελέτῃ καί θεωρίᾳ» ὅλη τήν νεότητά του, ἀποφασίζοντας νά ἀφιερώσει τό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του στήν ἔρευνα τῶν θείων καί ἀνθρωπίνων, προσφέροντας διαρκῶς θυμίαμα λατρείας ἐνώπιον τῆς θρησκείας καί τῆς σοφίας. Οἱ διηνεκεῖς ἀσκήσεις του γι’ αὐτά, οἱ ὁλονύχτιες μελέτες, καί τά εὐσεβῆ προγυμνάσματα, ἀνεβίβασαν τόν ἀξιάγαστο αὐτό ἄνδρα, μ’ ὅλη τήν δυσμένεια τῶν καιρῶν, μ’ ὅλο τόν μαρασμό ὅλων τῶν ἀνθρωπίνων γνώσεων, στήν ὑψίστη περιωπή τῆς ἐπιστήμης καί τῆς κοινωνίας.

Ἔγκλειστος στή βιβλιοθήκῃ του ὁ Φώτιος δέν ὁμοίαζε μέ τούς ἰδιότροπους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἀπομονοῦνται, ἀποσυρόμενοι στά ἴδια γιά νά μή ἐξέλθουν ποτέ στόν κόσμο καί δαπανοῦν ὁλόκληρη τήν ζωή τους σέ μελέτες χωρίς μέθοδο, χωρίς ποτέ ἡ κοινωνία ἤ ἡ πατρίδα νά ὠφεληθεῖ ἀπό αὐτούς. Ὁ Φώτιος, ἀποταμίευε καθημερινῶς ἄπειρο πλοῦτο ποικίλων γνώσεων ἀπό τή μελέτη, αἰσθανόταν τήν ἀνάγκη νά τόν διασκορπίζει παντοῦ, μερίζοντας τόν καιρό στήν ἀνάγνωση καί τήν συγγραφή. Ἔσπευδε, ὡς ὁ πιστός δοῦλος τοῦ Εὐαγγελίου, νά πολλαπλασιάσει τό τάλαντο, μεταδίδοντας στούς δύο του ἀδελφούς, στούς οἰκείους, στούς φίλους, ὅ,τι ἐγνώριζε ἤ ὅ,τι ἀπό τή μελέτη συνέλεγε.

Ὁ Φώτιος δέν θά μποροῦσε ν' ἀνατρέψει παράδοση αἰώνων, μήτε ἐξαρχῆς καί ἐκ τοῦ μή ὄντος χάρη στίς ὅποιες ἀνθρωπιστικές ἀντιλήψεις νά δημιουργήσει κάτι ριζικά τό νέο. Μένοντας στήν σχέση του μέ τά κλασσικά γράμματα, γιά νά δείξουμε ἀφ’ ἑνός ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὑπῆρξε ἡ Κιβωτός πού διέσωσε τήν Κλασσική Παιδεία ἕως τίς μέρες μας καί νά ἐπισημάνουμε ἀφ’ ἑτέρου τίς συνιστῶσες, Ὀρθοδοξία καί Ἑλληνισμό, τῆς ἐθνικῆς μας ἰδιοπροσωπείας, θά ξεχωρίζαμε ὡς ἀντιπροσωπευτικά του ἔργα τά ἑξῆς: α) Ἡ Βιβλιοθήκη τοῦ Φωτίου, ἡ περιώνυμη Μυριόβιβλος, τό σύμβολο τῆς πνευματικῆς ἀνθήσεως τοῦ 9ου αἰ., χάρη στήν ὁποία ξέρουμε πολλά ἀπό ἀπολεσθέντα ἔργα. Εἶναι καρπός μακρῶν μελετῶν στίς ὁποῖες ὁ Φώτιος ἀφοσιώθηκε μόνος του στά χρόνια τῆς νεότητάς του, χωρίς πρόθεση, τουλάχιστον τόν πρῶτο καιρό, νά τά δημοσιεύσει, καί πάντως ἀνεξάρτητα ἀπό ὁποιαδήποτε διδακτική δραστηριότητα. Αὐτός πού ἀναγιγνώσκει τό ἔργο ἐξίσταται βλέποντας ἄνδρα ταμιοῦχο ἀχανεστάτου γνώσεως, πού διατηρεῖ τό πρέπον τοῦ λόγου καί συνάπτει εὐφυῶς τήν ἀκρίβειαν τῆς ἀττικῆς μούσας πρός τίς νεότερες χάριτες τῆς ἀλεξανδρινῆς εὐγλωττίας. β) Λεξικόν: Ὁ Φώτιος ἔχει δίπλα του μιά φιλολογική συντροφιά καί προσπαθεῖ νά ἐμφυσήσει στούς νέους τήν ἀγάπη γιά τή μάθηση. Γιά νά κατανοηθοῦν ὅμως σωστά τά κείμενα τῶ ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων χρειάζεται ἕνα ἑρμηνευτικό λεξικό. Γιά νά δώσουμε μιά ὀρθή ἀπάντηση στό ἐρώτημα γιατί ὁ Πατριάρχης Φώτιος συνέγραψε τό Λεξικό του θά πρέπει νά ἐξετάσουμε μέ προσοχή τήν ἀφιερωματική του ἐπιστολή, ἡ ὁποία τό συνοδεύει. Ὁ Θωμάς, στόν ὁποῖο ἀφιερώνεται, ἄγνωστο πότε ἀκριβῶς, ἡ ἔκδοση τοῦ Λεξικοῦ, χαρακτηρίζεται σέ σχέση μέ τόν Φώτιο οἰκεῖος μαθητής. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι τό χαρακτηρισμό αὐτόν τόν βρίσκουμε σέ ἕναν τίτλο ὁ ὁποῖος, στή μορφή πού μᾶς σώζεται, δέν γράφτηκε ἀπό τόν Φώτιο, καί οὔτε τή λέξη, οὔτε τήν ἰδέα τῆς μαθητείας τήν ξαναβρίσκουμε στήν ἀφιερωτική ἐπιστολή, ὅπου γίνεται λόγος μόνο γιά τή φιλία πού ἕνωνε τόν Φώτιο μέ τόν Θωμᾶ καί γιά τήν κλίση τοῦ τελευταίου στά γράμματα. Παραμένει ὅμως γεγονός ὅτι ἀρκετά νωρίς, ἐνῶ ἀκόμα ζοῦσε ὁ Φώτιος, εἶχε δημιουργηθεῖ ἡ ἐντύπωση πώς μποροῦσε νά ἔχει μαθητές.

Καί πρῶτα ἀπό ὅλα ἄς δοῦμε τόν τίτλο τοῦ Λεξικοῦ: «Λέξεων συναγωγή κατά στοιχεῖον δι’ ὧν ῥητόρων τε πόνοι καί συγγραφέων ἐξωραΐζονται μάλιστα». Αὐτός μᾶς λέει ὅτι τό βιβλίο εἶναι μιά συλλογή λέξεων σέ ἀλφαβητική σειρά, μέ τίς ὁποῖες γίνονται ὡραῖες (κομψές θά λέγαμε σήμερα) οἱ συγγραφικές προσπάθειες τῶν ρητόρων καί τῶν συγγραφέων. Ὁ Φώτιος θέλει νά βοηθήσει τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του νά γράφουν ὡραῖα ἀρχαῖα Ἑλληνικά, ὅπως γράφει ὁ ἴδιος στούς λόγους του, τίς ἐπιστολές του, τή Βιβλιοθήκη καί τά θεολογικά του συγγράμματα. Ὁ Φώτιος δέν γράφει μόνο ἄψογο Ἀττικό πεζό λόγο, ἀλλά εἶναι σέ θέση ἐξ αἰτίας τῆς ἄριστης φιλολογικῆς του κατάρτισης νά κρίνει, ἄν τά γραπτά μνημεῖα τῶν συγγραφέων πού ἐξετάζει στήν Βιβλιοθήκη του τηροῦν τούς κανόνες τοῦ ὀρθοῦ Ἀττικοῦ λόγου, ἔτσι ὅπως τούς εἶχαν ὁρίσει οἱ κριτικοί τῆς ὕστερης ἀρχαιότητας. Γι’ αὐτό καί τήν περιγραφή κάθε ἑνός ἔργου στή Βιβλιοθήκη του τήν ἀκολουθεῖ μία ἀποτίμηση τῆς λογοτεχνικῆς ἀξίας του, πού ἀναδεικνύει τόν Φώτιο ἄριστο κριτικό τοῦ Ἀττικοῦ πεζοῦ λόγου.

Ἡ πρόθεση τοῦ Φωτίου πού διαφάνηκε κατά τήν ἐξέταση τοῦ τίτλου τοῦ Λεξικοῦ του γίνεται σαφέστερη, ὅταν ἐξετάσουμε τήν ἀφιερωτική ἐπιστολή: «Ὅσαι δέ ῥητόρων τε καί λογογράφων ἀττικίζουσι γλῶσσαν καί ἁπλῶς εἰς τόν οὐκ ἐθέλοντα λόγον ἐποχεῖσθαι μέτρῳ συντελεῖν εἰσιν εὖ πεφυκυῖαι, ναί δή καί τῆς καθ’ ἡμᾶς θεοσοφίας ὅσαι δέονται σαφηνείας, ταύτας δέ ἄρα εἰ καί μή πάσας - οὔτε γάρ ῥάδιον οὔτε ἀλαζονείας ἡ ὑπόσχεσις πόρρω, ἅμα δέ καί μείζονος ἤ καθ’ ἡμᾶς σχολῆς - ἀλλ’ οὖν ἅς μάλιστά γε εἰδέναι προσήκει καί ἀναγκαῖον κεχρῆσθαι συναγωγῶν τήν ἀναγραφήν σοι κατά στοιχεῖον ἐποιησάμην, οὐδέ τῶν ποιητικῶν παντελῶς ἀποστάς».

Στό μέρος αὐτό τῆς ἐπιστολῆς δηλώνεται μέ μεγάλη σαφήνεια ὁ σκοπός πού ἐπιδιώκει ὁ Φώτιος. Συγκεντρώνει λέξεις ρητόρων καί λογογράφων οἱ ὁποῖοι ἔχουν γράψει σέ Ἀττική διάλεκτο, λέξεις πού εἶναι κατάλληλες, «εὖ εἰσιν πεφυκυῖαι», νά χρησιμοποιηθοῦν κατά τή συγγραφή πεζῶν λόγων. 

Θά ἤθελα νά σταθοῦμε λίγο στή φράση τῆς ἀφιερωτικῆς ἐπιστολῆς πού παρέθεσα παραπάνω, «ναί δή καί τῆς καθ’ ἡμᾶς θεοσοφίας ὅσαι δέονται σαφηνείας», καί νά τονίσω ὅτι τό Λεξικό δέν εἶναι μόνο ὑφολογικό, ἀλλά καί ἑρμηνευτικό, ἀφοῦ σ’ αὐτό ἔχουν συμπεριληφθεῖ καί δυσκολονόητες λέξεις τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης καθώς καί λέξεις ἀπό τούς ἐκκλησιαστικούς συγγραφεῖς, ὅπως εἶναι ἐκεῖνες τοῦ Κλήμεντος, τοῦ Γρηγορίου Ναζιανζηνοῦ, τοῦ Χρυσοστόμου καί τοῦ Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας. 

Ἡ κατοικία τοῦ Φωτίου δέν ἔπαψε, οὔτε ὅταν αὐτός ἔγινε Πατριάρχης, νά εἶναι κέντρο ὑψηλῆς παιδείας· ἐκεῖ σπούδαζε, μέ τήν καθοδήγησή του, ἕνας μεγάλος ἀριθμός φιλοπόνων νέων πού διψοῦσαν γιά μάθηση. 

«Ὅταν ἔμενα στό σπίτι μου, κολυμποῦσα μέσα στήν πιό τερπνή εὐχαρίστηση, βλέποντας τό ζῆλο ἐκείνων πού σπούδαζαν (τῶν μανθανόντων), τή ζέση ἐκείνων πού ἔθεταν ἐρωτήσεις, τήν προθυμία ἐκείνων πού ἀπαντοῦσαν: ἔτσι διαμορφώνεται καί ἑδραιώνεται ἡ κρίση σ' αὐτούς πού οἱ μαθηματικές σχολές ἀκονίζουν τήν ἐξυπνάδα τους, καί οἱ λογικές μέθοδοι τούς ὁδηγοῦν στό δρόμο τῆς ἀλήθειας, αὐτούς πού οἱ ἱερές γραφές κατευθύνουν τό πνεῦμα τους πρός τήν εὐσέβεια, ὑπέρτατο καρπό ὅλων τῶν ἄλλων μελετῶν. Γιατί τέτοιος ἦταν ὁ χορός πού σύχναζε στό σπίτι μου. Καί ὅταν ἔβγαινα γιά νά πάω στήν αὐτοκρατορική αὐλή, ὅπως γινόταν συχνά, μέ ἀποχαιρετοῦσαν μέ τρόπο συγκινητικό καί μέ παρακαλοῦσαν νά μήν ἀργήσω: γιατί εἶχα αὐτό τό ξεχωριστό προνόμιο, νά ἐξαρτᾶται ἀπό μένα καί μόνο ἡ διάρκεια τῆς παρουσίας μου στό Παλάτι. Καί ὅταν ἐπέστρεφα, ὁ σοφός χορός, πού περίμενε μπροστά στήν πόρτα μου, ἐρχόταν νά μέ προϋπαντήσει. Ἄλλοι, αὐτοί πού ἡ ξεχωριστή ἀξία τους τούς ἔδινε περισσότερη σιγουριά, μέ μάλωναν πού εἶχα τόσο ἀργήσει ἄλλοι περιορίζονταν νά μέ χαιρετήσουν ἄλλοι πάλι ἄφηναν νά φανεῖ ὅτι μέ περίμεναν μέ ἀνυπομονησία. Καί ὅλα αὐτά μέ εἰλικρίνεια».

Μέ τήν πολυμερή μόρφωσή του (θεολογία, φιλοσοφία, γραμματική, δίκαιο, φυσικές ἐπιστῆμες, ἰατρική) μποροῦσε νά ἀνταποκρίνεται θαυμάσια στή δίψα τῶν νέων. Ἡ διδασκαλία στάθηκε γιά αὐτόν μία ἀποστολή, πού τῆς ἀφιερώθηκε μέ ζῆλο, ὅπως μαρτυροῦν ἡ περίφημη Βιβλιοθήκη του, ἡ ὁποία περιέχει τίς περιλήψεις τῶν βιβλίων πού διαβάστηκαν στό σπουδαστήριό του, καθώς καί οἱ ἐπιστολές του. Καθολικότητα γνώσεων, προσήλωση στήν κλασσική ἀρχαιότητα, προσπάθεια γιά δημιουργία πιό στενῶν σχέσεων ἀνάμεσα στή θύραθεν σοφία καί στή θεολογία, αὐτά εἶναι τά κυριότερα χαρακτηριστικά τῆς πνευματικῆς του δραστηριότητας, τά ὁποῖα τόν καθιστοῦν ἀνακαινιστή τῆς κλασικῆς παιδείας στό Βυζάντιο. Ἀπό τόν Φώτιο καί ὕστερα, ἡ μελέτη τῶν κλασσικῶν ἀρχίζει νά θυμίζει νά θυμίζει στούς Βυζαντινούς ὅτι ἀνήκουν στό τίμιον γένος τῶν Ἑλλήνων. Μέ τόν τρόπο αὐτόν ὁ ἀνθρωπισμός ἔρχεται νά προστεθεῖ στήν ὀρθοδοξία ὡς συστατικό στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως τῶν Βυζαντινῶν. Ἐπειδή ἀκριβῶς εἶχε συλλάβει τίς ἀπαιτήσεις αὐτῆς τῆς ἐθνικῆς συνείδησης, ὁ Φώτιος ἐμφανίστηκε ὡς ὑπερασπιστής τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους καί τῆς πνευματικῆς ἀνεξαρτησίας του στή διαμάχη μέ τή Δυτική Ἐκκλησία. Ἡ εὐρύτητα τῶν ἀπόψεων στίς σχέσεις του μέ τούς ἄλλους μαρτυρεῖται ἀπό τήν ἐπιστολή πού ὁ μαθητής του Νικόλαος ὁ Μυστικός ἀπηύθυνε στό γιό του καί διάδοχο τοῦ Ἐμίρη τῆς Κρήτης, φίλο τοῦ Φωτίου, καί ὅπου ἀναφέρεται μεταξύ ἄλλων ὅτι «ἤδει, ὅτι κἄν τό τοῦ σεβάσματος διίστη διατείχισμα, ἀλλά τό γέ τῆς φρονήσεως, τῆς ἀγχινοίας, τοῦ τρόπου εὐσταθές, τό τῆς φιλανθρωπίας, τά λοιπά ὅσα κοσμεῖ καί σεμνύνει τήν ἀνθρωπίνην φύσιν προσόντα, πόθον ἀναφλέγει τοῖς τά καλά φιλοῦσι τῶν οἷς πρόσεστι τά φιλούμενα. Διά τοῦτο κἀκεῖνος ἐφίλει τόν σόν πατέρα οἷς εἶπον κοσμούμενον».

Ὁ Φώτιος ὁ σοφίᾳ εὐδοκιμώτατος προσέδωσε στήν πνευματική κίνηση τοῦ Βυζαντίου τόσο μέ τήν προσωπικότητα ὅσο καί μέ τήν δράση του στοιχεῖα καθοριστικά.

Ὁ Φώτιος, τό δυσαντίβλεπτον ὕψος τῆς ἀμφιλαφοῦς γνώσεως, εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχήν λόγιος: μένει κανείς ἔκπληκτος ἀπό τήν ὀξύτητα, τήν ἀνεξαρτησία καί τήν ἀσφάλεια τῶν κρίσεών του, παρ’ ὅτι ἀναφέρονται σέ μιά ἐκπληκτική ποικιλία θεμάτων. Οἱ κρίσεις του πού εἶναι πάντοτε καρποί βαθιᾶς μελέτης, δίνουν τό οὐσιῶδες μέσα σέ λίγες φράσεις. Ὡς λόγιος εἶναι ὁ μόνος Βυζαντινός πού μπορεῖ γιά τίς ἀρετές του νά συγκριθεῖ μέ τόν Ἀριστοτέλη. Ἐκτός αὐτοῦ, ὁ Φώτιος τρέφει ζωηρό ἐνδιαφέρον γιά τή φιλοσοφία καθαυτή χαρακτηριστικό τοῦ ἀνθρωπισμοῦ τοῦ 9ου αἰώνα, πού εἰσάγεται στήν πνευματική ζωή τοῦ Βυζαντίου. Στό εὐρύ πνεῦμα τοῦ Φωτίου ὀφείλουμε τό ὅτι ἔκρινε χρήσιμο νά διασώσει στή Βιβλιοθήκη του μιά οὐσιαστική περίληψη τῶν «Πυρρωνείων λόγων» τοῦ Αἰνεσιδήμου, περίληψη πού ἀποτελεῖ τή μοναδική πηγή γιά τό ἔργο αὐτοῦ τοῦ φιλοσόφου. Ὁ Φώτιος βρίσκει τούς λόγους τοῦ Αἰνεσιδήμου χρήσιμους, μέ ὁρισμένες ἀσφαλῶς ἐπιφυλάξεις, γιά ὅσους ἐπιδίδονται σέ διαλεκτικές σπουδές. Παρά τήν εὐρύτητα τοῦ Πνεύματός του, ἄν κρίνει κανείς ἀπό τίς φιλοσοφικές πραγματεῖες πού μᾶς σώθηκαν - γιατί ἕνας ἀρκετά μεγάλος ἀριθμός ἔχει χαθεῖ, - αὐτό πού ἐνδιαφέρει πρίν ἀπ’ ὅλα τόν Φώτιο στό θέμα τῆς φιλοσοφίας εἶναι ἡ διαλεκτική καί ἡ λογική, πού βρίσκονται πάντα στόν προθάλαμο τῆς θεολογίας. Ἔτσι ἑρμήνευσε τόν Ἀριστοτέλη καί ἀσχολήθηκε κυρίως μέ τίς κατηγορίες, τό γένος καί τό εἶδος καί τά Τοπικά, ἀκολουθώντας ἀπό κοντά τόν Πορφύριο, τόν Ἀμμώνιο καί τόν Δαμασκηνό. Οἱ διαλεκτικές του πραγματεῖες συντάχτηκαν με σκοπό νά χρησιμεύσουν στούς μαθητές τους γιά τή διευκρίνιση τῶν δύσκολων σημείων καί τή λύση ὁρισμένων ἀποριῶν. Θέλοντας νά διδάξει τίς δέκα κατηγορίες, θεωρεῖ τόν ἐαυτό του ὑποχρεωμένο νά τίς πραγματευτεῖ ὅλες κατά τρόπο πιό λεπτομερειακό ἀπό τόν Ἀριστοτέλη, ἐπιμένοντας ἰδιαίτερα στήν ἔννοια τῆς οὐσίας, στήν ὁποία δέν ἀκολουθεῖ τόν Ἀριστοτέλη, ἀλλά τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Ὅσο γιά τίς ἀπορίες, τίς ὁποῖες συνεπάγεται ἡ θέση γιά τό γένος καί τό εἶδος, αὐτές ἔχουν ἐκτεθεῖ κατά τρόπο μεθοδικό, πού ἀφήνει νά φανεῖ ὅτι ὁ νομιναλισμός καί ὁ ρεαλισμός ὑπῆρξαν πρόβλημα πού πολύ ἀπασχόλησε αὐτήν τήν ἐποχή. Ὁ Φώτιος φροντίζει νά δείξει τίς ἀσυνέπειες στίς ὁποῖες καταλήγει καθεμιά ἀπό τίς δύο θέσεις, καί τήν ἀδυναμία τους νά εἶναι ἀληθινές. Μέ τή σειρά του ὑποστηρίζει μιά λύση, ἡ ὁποία κατ' αὐτόν δέν ἐπιδέχεται ἀντίρρηση. Γένος καί εἶδος, λέει, εἶναι σωματικά, ἀλλά δέν εἶναι σώματα· καθορίζουν τήν οὐσία τῶν ὑποκειμένων, χωρίς ὅμως νά καθορίζονται τά ἴδια. Ἀναπτύσσουν τήν οὐσία τῶν ὑποκειμένων, ἀλλά δέν τή συνιστοῦν, εἶναι ὀνόματα, ἔννοιες κατάλληλες νά δηλώσουν τήν ὑπόσταση τῶν ὑποκειμένων, ἀλλά ὄχι νά δώσουν σέ ὄντα πού δέν τούς λείπει τίποτα (ἀφοῦ ἔχουν τήν οὐσία τους) κάτι πού δέν τούς χρειάζεται. Ἐπίσης οἱ πλατωνικές ἰδέες ἀπορρίπτονται. Ἡ προΰπαρξη τῶν ἰδεῶν-προτύπων προσδιορίζει ἕνα ἀδύνατο δημιουργό, ἕναν τεχνίτη. Ἔπειτα δέν ὑπάρχει ἀποχρῶν λόγος νά ἀποδώσουμε τίς ἰδέες-πρότυπα, τίς ἀμετάβλητες καί ἀναλλοίωτες μέσα στό νοῦ τοῦ Θεοῦ, σέ ὄντα πού βρίσκονται σέ ἀδιάκοπο γίγνεσθαι. Παραμερίζοντας αὐτόν τό διπλό ρεαλισμό, τοῦ Πλάτωνος καί τῶν ρεαλιστῶν, ὁ Φώτιος κατορθώνει ἀπό τή μιά μεριά νά κρατήσει ἄθικτη τήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀξεπέραστη ἀπόσταση ἀνάμεσα στό Δημιουργό καί τό δημιούργημα, καί ἀπό τήν ἄλλη μεριά νά ἐπιτύχει ἕνα συμβιβασμό μεταξύ νομιναλισμοῦ καί ρεαλισμοῦ. Γένος καί εἶδος ὑπάρχουν, εἶναι σωματικά, ἀλλά δέν εἶναι σώματα.

Ὁ χρυσόγλωσσος καί γλυκύστομος Φώτιος, ἐξέχων Ἱεράρχης πού συνδύαζε τήν θεολογικήν γνῶσιν μέ τήν φιλοσοφικήν ὀξύνοιαν ἐκφράζεται, πολύ συχνά, σέ σχέση μέ τόν Ἀριστοτέλη κατά τρόπο πού φαίνεται νά δείχνει ὅτι τόν προτιμᾶ ἀπό τόν Πλάτωνα. Ἀποκαλεῖ τή φιλοσοφία τοῦ Ἀριστοτέλη περισσότερο θεϊκή, πού βασίζεται στή λογική ἀναγκαιότητα καί προσπαθεῖ νά εἶναι μεθοδική. Στόν Πλάτωνα βλέπει μᾶλλον τόν φιλόσοφο τῶν μύθων, τοῦ Τιμαίου, τόν Πλάτωνα ὁλόκληρου σχεδόν τοῦ Μεσαίωνα, τόν Πλάτωνα τῶν νεοπλατωνικῶν, ὄχι τόν Πλάτωνα τῆς διαλεκτικῆς.

Αὐτό εἶναι ἕνα σημεῖο πού πρέπει πάντα νά ἔχουμε κατά νοῦ προκειμένου νά συλλάβουμε σωστά τήν ἔννοια τῆς προτίμησής του γιά τόν Ἀριστοτέλη. Ὁ Φώτιος, πνεῦμα πρακτικό, δέν ἀνέχεται τήν ποιητική γλώσσα τοῦ Πλάτωνος, τό βάθος τῆς πλατωνικῆς διαλεκτικῆς. Ἡ μεθοδική κάι λογική ἀναζήτηση τοῦ Ἀριστοτέλη ταίριαζε καλύτερα στό θεολογικό ρεαλισμό τῆς ἐποχῆς.

Ὁ Φώτιος ἦταν ὁ μοχλός ὅλης αὐτῆς τῆς ἠθικῆς ἀναπλάσεως. Ἡ πολυμάθειά του καί ὁ ζῆλος καί ἡ ἀπαράμιλλη αὐταπάρνηση, τό ἐνεργητικό μέρος πού ἐλάμβανε διδάσκοντας ὁ ἴδιος στό Πανεπιστήμιον τῆς Μαγναύρας, οἱ σοφοί σύλλογοι, τούς ὁποίους ἐσχημάτιζε, τά συγγράμματα τά ὁποῖα συνέγραφε καί μέσῳ τῶν ἀντιγραφέων διέδιδε, ἐπί πλέον ἡ νευρώδης ἐκείνη εὐγλωττία καί ἡ ἰδιάζουσα ἐπιτηδειότητα, νά ἀποκτᾶ φίλους, τόν ἔθεταν πάνω ἀπό ὅλους, τόν ἀνεδείκνυαν κέντρο ἰσχυρό καί ἀκράδαντο, γύρω ἀπό τόν ὁποῖον συνερχόταν ἡ ἀριστοκρατική τάξη, ὅλη ἡ ἐκλεκτή νεότητα τοῦ Βυζαντίου, ὅλοι ὅσοι ἥθελαν ν' ἀκούσουν ἤ νά μάθουν λόγο σοφό, ἤ νά λύσουν κάποια ἀπορία. Ἡ οἰκία του ἦταν ἀκαδημία, ἦταν σύλλογος τῶν πεπαιδευμένων, ἀπό τούς ὁποίους ὁ Φώτιος ἦταν ὁ κορυφαῖος καί ὁ ὕπατος. 

Ἔτσι δημιουργικά ὁ Φώτιος μέ τό ὑπέροχο καί ἄφθιτο μεγαλεῖο του βρίσκεται στήν πινακοθήκη τῶν διασήμων καί ἐναρέτων ἀνδρῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας καί τοῦ παγκοσμίου πολιτισμοῦ, καί ἀνταποκρίνεται στίς ἱστορικές προκλήσεις τῶν καιρῶν του, πού εἶχαν ὡς στόχο τήν γεωγραφική καί πνευματική συρρίκνωση τῆς αὐτοκρατορίας· μέ τό ἱεραποστολικό του ἔργο διεύρυνε τά ὅρια ἐπιρροῆς τοῦ Βυζαντίου, ἐνῶ μέ τό θεολογικό καί ἀνθρωπιστικό ἐνίσχυσε τά πνευματικά θεμέλια καί τήν ἀκτινοβολία τοῦ ὀρθοδόξου πολιτισμοῦ. Ὡδήγησε ἔτσι μέ τό τρισδιάστατο μεγαλεῖο του τήν Ἐκκλησία καί τό Ἔθνος στήν ἐνδοξότερή της ἐποχή μέσα σέ ἕνα ἀκμαῖο καί ἰσχυρό χριστιανικό κράτος. Αὐτός ὁ μέγας ὡς θεολόγος, μέγας ὡς ἐκκλησιαστικός πολιτικός καί μέγας ὡς ἀνθρωπιστής.
(Ὁμιλία ἐκφωνηθεῖσα ὑπὸ τοῦ Σεβασμιωτάτου εἰς τόν Ἱερόν Καθεδρικόν Ναόν Ἀθηνῶν (5.2.2005) μέ τήν ἰδιότητὰ του ὡς Γραμματέως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος) 

Πηγή: myriobiblos.gr

Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2019

Ὕμνος στόν Ἅγιο Συμεὼν τὸν Θεοδόχο - Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς





Ὅταν ὁ χειμώνας συνάντησε τὴν ἄνοιξη

ὁ πρεσβύτης Συμεὼν εὐτύχησε:

Συνάντησε τὸν Ἕναν, τὸν πολυαναμενόμενο,

Αὐτὸν γιὰ τὸν ὁποῖον οἱ προφῆτες προφήτευσαν,

Τὴν Κιβωτὸ ὅλων τῶν οὐρανίων θησαυρῶν,

Τὸν εἶδαν τὰ μάτια τοῦ Συμεών, ὡς βρέφος ἀρτιγέννητο.

Ὁ Συμεὼν τότε προφήτευσε καὶ εἶπε:

«Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλον σου, Δέσποτα·

Ἰδοὺ Αὐτὸς κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν».

Ἔτσι μίλησε τὸ πνεῦμα-

ἡ προφητεία τοῦ δίκαιου πρεσβύτη ἐκπληρώθηκε:

Ὁ Ἰησοῦς ἔγινε τὸ μέτρο καὶ ὁ κανόνας,

ἡ πηγὴ τῆς εὐτυχίας, τῆς εἰρήνης καὶ τῆς χαρᾶς,

ἀλλὰ καὶ σημεῖον ἀντιλεγόμενον: ὁ στόχος

ἀντιπαλοτήτων καὶ φιλονικιῶν.

Ἄλλον ἄνθρωπο ἀνιστᾶ καὶ ἄλλον ἀνατρέπει Ἐκεῖνος.

Τὸν Παράδεισο καὶ τὸν Ἅδη Ἐκεῖνος ἀνοίγει στοὺς ἀνθρώπους.

Ἄς ἐπιλέξει ὁ καθένας ὅ,τι λέει ἡ καρδιά του.

Στὸν Παράδεισο μὲ τὸν Χριστό!

Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς μας.

 Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Πηγή: agiazoni.gr 


Ἡ Ὑπακοή - ἀββᾶς Μωϋσῆς




14. Ὁ ἀββᾶς Μωϋσῆς εἶπε σ᾿ ἕναν ἀδελφό:
«Ἂς ἀποκτήσουμε τὴν ὑπακοή, ἡ ὁποία γεννάει τὴν ταπείνωση, τὴν ὑπομονή, τὴ μακροθυμία, τὴν κατάνυξη, τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ αὐτὰ εἶναι τὰ πολεμικά μας ὅπλα».

15. Εἶπε ἐπίσης:
«Ἐμπρός, ἀδελφέ, γιὰ τὴν ἀληθινὴ ὑπακοή.
  • Σ᾿ αὐτὴν ὑπάρχει ταπείνωση,
  • σ᾿ αὐτὴν ὑπάρχει δύναμη,
  • σ᾿ αὐτὴν ὑπάρχει χαρά,
  • σ᾿ αὐτὴν ὑπάρχει ὑπομονή,
  • σ᾿ αὐτὴν ὑπάρχει μακροθυμία,
  • σ᾿ αὐτὴν ὑπάρχει ἡ φιλαδελφία,
  • σ᾿ αὐτὴν ὑπάρχει κατάνυξη,
  • σ᾿ αὐτὴν ὑπάρχει ἀγάπη.
Γιατὶ αὐτὸς ποὺ ἔχει καλὴ ὑπακοή, ἤδη ἔχει ἐφαρμόσει ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ».

Πηγές: ἐδῶ & Μέγα Γεροντικό 

Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2019

Τὸ τάλαντο - π. Θεόφιλος Ζησόπουλος



... Καὶ ὁ δάσκαλος καὶ ὁ ἱερέας, καὶ ὁ ἀξιωματικός, ὅλοι ὅσοι ἔχουν ἐξουσία στὰ χέρια τους ἔχουν ἕνα τάλαντο. 

Ἡ ἐξουσία εἶναι δοσμένη ἀπὸ τὸν Θεό, γιὰ νὰ ὑπηρετοῦμε αὐτὸν τὸν λαό. Νὰ μὴν τὸν προδίδουμε, νὰ μὴν τὸν ἐκμεταλλευόμαστε, νὰ μὴν τὸν ἀγνοοῦμε, νὰ μὴν τὸν σκανδαλίζουμε καὶ νὰ τὸν ὁδηγοῦμε στὴν πραγματικὴ χαρά, εὐτυχία καὶ εὐημερία. 

Καὶ τὸ νὰ εἶσαι Χριστιανός, ἀδελφοί μου, καὶ μάλιστα Ὀρθόδοξος Χριστιανός, εἶναι ἕνα τάλαντο. Νὰ κρατήσουμε αύτὸ τὸ τάλαντο τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ. Αὐτὸ μᾶς λείπει. Νὰ μείνουμε πιστοὶ στὴν Ὀρθοδοξία καὶ στὴν Ἑλλάδα. Νὰ μείνουμε πιστοὶ στὶς ἀρχὲς καὶ στὶς ἀξίες τῆς ζωῆς. Νὰ μείνουμε κοντὰ τὸν Θεό. 

π. Θεόφιλος Ζησόπουλος 


Πηγή:  Λόγων ἀπάνθισμα, Ἀρχιμανδρίτου Θεοφίλου Ζησοπούλου, Τόμος Β΄, «Ο.Χ.Α. Λυδία», σελ. 358.
 

Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2019

Τῶν Ἁγίων Μητέρων τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν




Μέ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς

Ἑλλάδος ὁρίστηκε νὰ ἑορτάζεται ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων

Μητέρων τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν:

τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἡ Ἁγία Ἐμμέλεια,

τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἡ Ἁγία Ἀνθούσα

καί τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου ἡ Ἁγία Νόννα,

τὴν Κυριακή μετά τήν ἑορτή τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ
Κυρίου μας.




Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.


Τό τρισάριθμον μητέρων κλέος,

τήν Ἐμμέλειαν καί τήν Ἀνθοῦσαν,

καί τήν Νόνναν οἱ πιστοί εὐφημήσωμεν·

ἐν γάρ παιδείᾳ Κυρίου αὖται ἐξέθρεψαν

βλαστούς ἁγίους, Χριστοῦ Ἱεράρχας Τρεῖς,

τὸν Μέγαν Βασίλειον, Γρηγόριον Θεολόγον τε

καὶ θεῖον Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομον. 
 
 

Εὐαγγέλιον τῆς Κυριακῆς ΙΣΤ΄ Ματθαίου



Κατὰ Ματθαῖον,  κε΄ 14-30.


14 Ὥσπερ γὰρ ἄνθρωπος ἀποδημῶν ἐκάλεσε τοὺς ἰδίους δούλους καὶ παρέδωκεν αὐτοῖς τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ, 
15 καὶ ᾧ μὲν ἔδωκε πέντε τάλαντα, ᾧ δὲ δύο, ᾧ δὲ ἕν, ἑκάστῳ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν, καὶ ἀπεδήμησεν εὐθέως. 
16 πορευθεὶς δὲ ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν εἰργάσατο ἐν αὐτοῖς καὶ ἐποίησεν ἄλλα πέντε τάλαντα· 
17 ὡσαύτως καὶ ὁ τὰ δύο ἐκέρδησε καὶ αὐτὸς ἄλλα δύο. 
18 ὁ δὲ τὸ ἓν λαβὼν ἀπελθὼν ὤρυξεν ἐν τῇ γῇ καὶ ἀπέκρυψε τὸ ἀργύριον τοῦ κυρίου αὐτοῦ. 
19 μετὰ δὲ χρόνον πολὺν ἔρχεται ὁ κύριος τῶν δούλων ἐκείνων καὶ συναίρει μετ' αὐτῶν λόγον. 
20 καὶ προσελθὼν ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν προσήνεγκεν ἄλλα πέντε τάλαντα λέγων· κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα πέντε τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ' αὐτοῖς. 
21 ἔφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. 
22 προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὰ δύο τάλαντα λαβὼν εἶπε· κύριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα δύο τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ' αὐτοῖς
23 ἔφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. 
24 προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὸ ἓν τάλαντον εἰληφὼς εἶπε· κύριε, ἔγνων σε ὅτι σκληρὸς εἶ ἄνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας· 
25 καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ· ἴδε ἔχεις τὸ σόν. 
26 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ! ᾔδεις ὅτι θερίζω ὅπου οὐκ ἔσπειρα καὶ συνάγω ὅθεν οὐ διεσκόρπισα! 
27 ἔδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις, καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ. 
28 ἄρατε οὖν ἀπ' αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα· 
29 τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται· ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ' αὐτοῦ. 
30 καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων.


Ἅγιος Ἀπόστολος & Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος 

Πηγή: Καινὴ Διαθήκη σελ. 111 & myriobiblos.gr 

Ἀνάλυση: ἐδῶ