«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μετάνοια κι Ἐξομολόγηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μετάνοια κι Ἐξομολόγηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 17 Απριλίου 2021

Ἡ μετάνοια χαρίζει ἐλευθερία - Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος

 

 

Αὐτό εἶναι τὸ ἐκεῖνο ὡς πρὸς τὸ ὁποῖο διαφέρουμε ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῶα καὶ σ᾿ αὐτὸ ὑπερέχουμε ἀπὸ τὰ θηρία, στὸ ὅτι γνωρίζουμε τὴν κακία καὶ τὴν ἀρετὴ καὶ στὸ ὅτι ἔχουμε ἐπίγνωση τοῦ κακοῦ καὶ δὲν ἀγνοοῦμε τὸ καλό. 

Ἀφοῦ σωζόμαστε δωρεὰν (κατὰ χάριν), θὰ ρωτήσει κάποιος, γιατὶ δὲν σωζόμαστε ὅλοι; Ἐπειδὴ δὲν θέλετε. Γιατὶ ἡ Χάρη, παρόλο ποὺ εἶναι Χάρη, σώζει ἐκείνους ποὺ θέλουν, ὄχι ἐκείνους ποὺ δὲν θέλουν καὶ τὴν ἀποστρέφονται καὶ ποὺ τὴν πολεμοῦν διαρκῶς καὶ ἐναντιώνονται. 

Ἡ μετάνοια χαρίζει παρρησία, ἡ μετάνοια χαρίζει ἐλευθερία. 

 

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος 

Πηγή: Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Νεοελληνικὴ ἑρμηνεία Βασιλείου Δ. Χαρώνη, σελ. 627, 628, 632.                

Τετάρτη 17 Μαρτίου 2021

Ἡ λειτουργία τῆς μετανοίας - Γέρων Πετρώνιος Τανάσε

 



Ἕνα ἀπό τά πολύτιμα πετράδια τοῦ θησαυροῦ τῶν προσευχῶν τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας εἶναι ἡ προσευχή τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου: «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου…».
Μικρή στό μέγεθος καί ἁπλῆ, ἀλλά γεμάτη πνευματική δύναμι καί θεολογικό βάθος, ἡ προσευχή αὐτή φέρει τήν σφραγίδα τοῦ μεγάλου ὑμνογράφου καί ποιητοῦ, τοῦ μεγάλου ἀσκητοῦ καί ἁγίου, τῆς «Κιθάρας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ὅπως ὠνομάσθηκε ὁ ἅγιος Ἐφραίμ.
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἔχει ἐπιφυλάξει μία ξεχωριστή θέσι στήν λειτουργική της ζωή καί εἰδικά στήν περίοδο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, περίοδο μετανοίας καί ψυχικῆς ἀναγεννήσεως.
Κάποιος πνευματικός πατήρ μοῦ ἔλεγε κάποτε γι᾿ αὐτήν τήν προσευχή: «Ἐγώ τήν ἀπαγγέλλω σ᾿ ὅλη τήν διάρκεια τοῦ ἔτους στόν «κανόνα», τῆς προσευχῆς μου καί προτρέπω ὅλους τούς Χριστιανούς, ἀλλά εἰδικώτερα τούς μοναχούς νά κάνουν τό ἴδιο, γιατί αὐτή ἡ προσευχή, ὅταν ἀπαγγέλλεται μέ ταπείνωσι, σύνεσι καί συναίσθησι, ἔχει μεγάλη δύναμι ἐσωτερικῆς ἀναγεννήσεως». Θά πεισθοῦμε κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι γι᾿ αὐτό τό πρᾶγμα, ἐμμένοντας λίγο ἐπάνω στό περιεχόμενο καί τήν πρακτική τῆς προσευχῆς τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ.

Ὅπως εἶναι γνωστόν, ἡ προσευχή αὐτή ἀπαγγέλλεται καί στίς ἑπτά ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, σ᾿ ὅλη τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἐκτός ἀπό τό Σάββατο καί τήν Κυριακή, μέ μιά ξεχωριστή τάξι. Τό Τυπικό ὁρίζει νά ἀπαγγέλλεται ἔχοντας τά σωματικά μάτια καί τά χέρια «ἀνυψωμένα»*,  μέ τά μάτια τοῦ νοῦ ὑψωμένα πρός τόν Θεόν, ταπεινά καί μέ δάκρυα καί φόβο Θεοῦ, συνοδευομένη ἀπό μεγάλες μετάνοιες καί γονυκλισίες.

Στήν κατάλληλη στιγμή, ὁ λειτουργῶν ἱερεύς βγαίνει στήν Ὡραία Πύλη, ἀπαγγέλλει κατά σειράν τά τρία μέρη τῆς προσευχῆς, κάνοντας ἀπό μιά βαθειά μεγάλη μετάνοια μετά ἀπό κάθε εὐχή. Μετά κάνει σιωπηλά 12 γονυκλισίες καί ἀπαγγέλλει ἀκόμη μία φορά ὁλόκληρη τήν προσευχή. Μετά ἀπ᾿ αὐτό κλείνει μέ μιά μεγάλη μετάνοια. Μαζί μέ τόν ἱερέα κάνουν μετάνοιες καί γονυκλισίες ὅλοι οἱ παρόντες στήν ἀκολουθία.

Ὅταν παίρνεις μέρος σέ μιά τέτοια κοινή προσευχή, αἰσθάνεσαι μιά μεγάλη δύναμι στήν ψυχήν σου. Αὐτή ἡ ἴδια ἡ δύναμις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖο εἶναι Παρόν, σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου, καί τό Ὁποῖον κράζει μέσα ἀπό τίς ψυχές τῶν συμπροσευχομένων.

Ἀπό τό περιεχόμενο τῆς προσευχῆς βλέπουμε ὅτι προσευχόμεθα στόν Θεό νά μᾶς διαφυλάξη ἀπό τά τέσσερα κακά πνεύματα, ἀπό τέσσερα πάθη καί μετά νά μᾶς χαρίση τέσσερα καλά πνεύματα, τέσσερες ἀρετές.

Εἶναι εὔκολο νά καταλάβουμε ὅτι τά τέσσερα αὐτά κακά πνεύματα δέν εἶναι ἄλλα ἀπό τά «πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις», (Ἐφεσ. 6, 12) τά ὁποῖα μᾶς πολεμοῦν ἀδιάκοπα καί τά πάθη εἶναι ἡ ἔνδειξις τῆς ὑποδουλώσεως τοῦ ἀνθρώπου στά κακά αὐτά πνεύματα.

Καί προσευχόμεθα στόν Θεό νά μή μᾶς δώση τά τέσσερα αὐτά κακά πνεύματα, δηλαδή νά μή μᾶς ἀφήση νά πέσουμε στήν δουλεία τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος θέλει μέ τήν βία νά μᾶς ὁδηγήση στόν αἰώνιο θάνατο.

Ὅσον ἀφορᾶ τά καλά πνεύματα, αὐτά εἶναι τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού δεχτήκαμε κατά τό Ἅγιο Βάπτισμα καί τό Χρῖσμα καί τά ὁποῖα ὁ προφήτης Ἡσαΐας τά ὀνομάζει: «πνεῦμα σοφίας, πνεῦμα συνέσεως, πνεῦμα ἰσχύος…». (Ἡσ. 11, 2-3).

Τά ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό, δηλαδή τόν παρακαλοῦμε νά μᾶς βοηθήση, ὥστε νά μή μείνουν ἀδρανῆ τά χαρίσματα πού δεχτήκαμε.

Μιλώντας γιά πάθη καί ἀρετές οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς πνευματικῆς ζωῆς: ὁ ἅγιος Ἐφραίμ, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος κ.ἄλ. μᾶς λέγουν ὅτι τό ὄνομά τους εἶναι πολύ μεγάλο, καθώς εἶναι ἀτέλειωτες οἱ μορφές πού μπορεῖ νά πάρη τό κακό, ὅπως καί ἀπεριόριστες εἶναι οἱ δυνατότητες τοῦ ἀνθρώπου νά κάνη τό καλό. Ἔτσι, ὁ ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός ἀραδιάζει ὄχι λιγώτερα ἀπό 298 πάθη καί 228 ἀρετές (Φιλοκαλία: Πνευματική διδασκαλία).

Εἶναι φυσικό συνεπῶς νά ἀναρωτηθοῦμε γιατί ὁ ὅσιος Ἐφραίμ διάλεξε μόνο τέσσερα, μέσα ἀπ᾿ αὐτό τό μεγάλο πλῆθος τῶν παθῶν καί ἀρετῶν καί γιατί εἰδικά αὐτά καί ὄχι ἄλλα; Διότι, ἀναμφίβολα ἔκανε αὐτή τήν ἐπιλογή, ὄχι χωρίς λόγον. Τήν ἀπάντησι σ᾿ αὐτή τήν ἀπορία θά τήν ἔχουμε, ἀφοῦ σταματήσουμε γιά λίγο σέ καθένα ἀπό τά «πνεύματα» αὐτῆς τῆς προσευχῆς.

Πνεῦμα ἀργίας δέν εἶναι ἡ ἁπλῆ σωματική ἀργία. Ὁ ἄνθρωπος ἐξ ἀρχῆς προωρίσθηκε νά ἐργάζεται. Ἡ ἐργασία εἶναι γι᾿ αὐτόν μία φυσική ἀνάγκη, γιά τήν ἀπόκτησι τῶν ἀπαραιτήτων γιά τήν ὕπαρξί του: τροφή, κατοικία, ἐνδυμασία.

Ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ἔχει ὑπ᾿ ὄψιν του μία ἀργία πολύ πιό ἐπιβλαβῆ, αὐτή τῆς μή ἐκτελέσεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. «Ὁ Θεός εἶναι κρυμμένος στίς ἐντολές», λέγουν οἱ Πατέρες (ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἀσκητής) καί ἀποκαλύπτεται κατά τόν βαθμό τῆς ἐκτελέσεώς των. Συνεπῶς, ἡ ἐκτέλεσις τῶν ἐντολῶν εἶναι ἡ κατάστασις τῆς ἀναδείξεως τοῦ νέου ἀνθρώπου, τῆς ἀποκτήσεως τοῦ καθ᾿ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ.

Ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος κλήθηκε νά γίνη ἅγιος, νά γίνη θεός κατά χάριν. Καί, ἄν δέν φτάνουν ὅλοι ἐδῶ, ὀφείλεται στήν ὀκνηρία, στήν ἀργία, ἡ ὁποία εἶναι εὐθέως ἀντίθετη μέ τήν ἀνάπτυξι τοῦ πνευματικοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι ἡ ἄρνησις τῆς προσωπικῆς του ἐξελίξεως, τό μαράζωμα στήν στασιμότητα.

Περιέργεια, εἶναι ἡ ἔνδειξις τῆς ὑποδουλώσεως στά ὑλικά, ἡ κόλλα πού μᾶς κρατᾶ προσκολλημένους στά γήϊνα (ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος). Εἶναι συνδεδεμένη μέ τήν ἀργία καί ἀθετώντας τήν ἐκτέλεσι τῶν ἐντολῶν, ἀναζητεῖ μία ἀπατηλή ὁλοκλήρωσι στήν ἐνασχόλησι μέ τά τοῦ ἔξω κόσμου, στήν μέριμνα γιά πολλά πράγματα, πῶς νά κερδίση τά εὐχάριστα καί ν᾿ ἀποφύγη τά ἐπώδυνα. Ἡ ἐπιδίωξις τῶν εὐχαρίστων πραγμάτων καί ἡ φυγοπονία εἶναι, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Μάξιμο, ἡ διαρκής μέριμνα τοῦ ἀνθρώπου τῶν παθῶν. Ἀπεναντίας ὅλοι οἱ Πατέρες παραγγέλλουν «ἀμεριμνία» γιά ὅλα, μοναδική μέριμνα δικαιολογημένη εἶναι ἡ μέριμνα γιά τήν σωτηρία.

Φιλαρχία, εἶναι τό πνεῦμα τοῦ κακοῦ, τό ὁποῖο ἀλλοτριώνει τήν συμπεριφορά μας πρός τόν πλησίον, μή ὑπολογίζοντάς τον καί μετασχηματίζοντάς τον σέ ἕνα ἁπλό ἐργαλεῖο καί μέσον γιά τό κέρδος. Ἐξευτελίζει τήν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου, ὑποβιβάζοντάς τον στήν τάξι τῶν πραγμάτων. Ἀληθινή ἐξουσία μεταξύ τῶν ἀνθρώπων δέν εἶναι ἡ ἐκμετάλλευσις, ἀλλά ἡ διακονία, κατά τό παράδειγμα καί τόν λόγο τοῦ Σωτῆρος: «Ὅστις θέλει ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος». (Ματ.20,25) Καί ἡ διακονία τοῦ πλησίον εἶναι εὐαγγελική ἐντολή καί πρᾶξις μεγάλης ἀξίας: διακονία Θεοῦ. Βλέπουμε ὅτι καί ἡ φιλαρχία εἶναι συνδεδεμένη μέ τήν «περιέργεια». Πράγματι, ὅταν ὅλη ἡ φροντίδα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι στραμμένη στά ὑλικά, εὔλογα καί ὁ ἄνθρωπος μετασχηματίζεται σέ πρᾶγμα ἤ ἐργαλεῖο, τό ὁποῖον δέν ἀξίζει περισσότερο ἀπό τό κέρδος πού φέρνει.

Ἡ ἀργολογία, λέγει ὁ ἅγιος Ιωάννης τῆς Κλίμακος, εἶναι ὁ ἐξευτελισμός τοῦ πιό πολύτιμου δώρου τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο: τοῦ χαρίσματος τοῦ λόγου. Ἡ φλυαρία καί ἡ κενολογία δείχνει ἕνα διεφθαρμένο ἐσωτερικό κόσμο, ὁ ὁποῖος ἐπιφέρει καί τήν διαφθορά τῶν ἄλλων. Εἶναι «ὁ θρόνος τῆς ματαιοδοξίας, ἡ συνέπεια τῆς ἀκολασίας καί τῆς ἀχρειότητας». Γι᾿ αὐτό ὁ Σωτήρ μᾶς λέγει ὅτι τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως θά δώσουμε λόγον «διά πᾶν ἀργόν ρῆμα». (Ματ. 12, 36) καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἐπαίνεσαν περισσότερο τήν σιωπή (ὅσιος Ἀγάθων, ὅσιος Ἀρσένιος), ἡ ὁποία εἶναι ἡ γλῶσσα τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. (ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος).

Μιά ἁπλῆ ματιά πάνω σ᾿ αὐτά τά τέσσερα κακά «πνεύματα», μᾶς ὁδηγεῖ σέ μιά σημαντική διαπίστωσι. Τά τέσσερα αὐτά κακά συνδέονται μεταξύ τους καί σχηματίζουν ἕνα εἶδος κατηφόρας στήν ὁποία κατολισθαίνει ὁ ἐξουσιαζόμενος ἀπ᾿ αὐτά ἄνθρωπος.

Ἀπό τήν ἀργία καί τήν ἀδιαφορία γιά τήν σωτηρία, ὁ ἄνθρωπος ἐπιδίδεται στήν ἀπαταλή «περιέργεια». Ἀπ᾿ αὐτήν πέφτει στό πνεῦμα τῆς φιλαρχίας, τό ὁποῖον δέν ὑπολογίζει καί ἐξευτελίζει τόν πλησίον καί ἀπό ἐδῶ φθάνει στό νά μή ὑπολογίζη τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του, μέσῳ τοῦ ὑποβιβασμοῦ τοῦ λόγου στήν ἀργολογία.

Ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες δείχνουν ὅτι μιά οὐσιαστική προϋπόθεσις γιά τήν πνευματική ἀνάπτυξι εἶναι ἡ διαφύλαξις τῆς ἄσπιλης συνειδήσεως ἀπό τέσσερα μέρη: Πρός τόν Θεό, προτρέποντάς μας συνεχῶς νά ἐκτελοῦμε τίς ἐντολές Του. Πρός τόν πλησίον, προφυλάσσοντάς μας ἀπό κάθε πρᾶγμα ἀντίθετο πρός τήν ἀγάπη τοῦ πλησίον. Πρός τά πράγματα, χρησιμοποιώντας τα σύμφωνα μέ τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖον δημιουργήθηκαν, δηλαδή γιά τίς ἀνάγκες μας. Καί πρός τόν ἑαυτό μας μέ τήν χαλιναγώγησι, χρησιμοποιώντας καλά τά χαρίσματα, πού δεχτήκαμε ἀπό τόν Θεόν.

Ἄν τώρα προσέξουμε καλά, παρατηροῦμε ὅτι τά τέσσερα αὐτά πάθη σκοτώνουν τήν συνείδησι αὐτῶν τῶν τεσσάρων μερῶν. Ἡ ἀργία σκοτώνει τήν συνείδησι ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ. Ἡ περιέργεια σκοτώνει τήν συνείδησι ἀπέναντι στά πράγματα, τά ὁποῖα χρησιμοποιοῦμε γιά τήν καταστροφή μας καί ὄχι γιά τήν σωτηρία μας. Ἡ φιλαρχία, ἡ ὁποία δέν ὑπολογίζει τόν ἄνθρωπο, σκοτώνει τήν συνείδησι ἀπέναντι στόν πλησίον καί ἡ ἀργολογία σκοτώνει τήν συνείδησι ἀπέναντι στόν ἑαυτό μας, μέσῳ τῆς σπατάλης τοῦ μεγάλου θεϊκοῦ χαρίσματος τοῦ λόγου.

Ἔτσι, τά τέσσερα αὐτά πάθη δείχνουν μιά κατάστασι γενικῆς ψυχικῆς ἀσθένειας, ἡ ὁποία ἀλλοτριώνει τήν συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου πρός ὅλα αὐτά πού τόν περιβάλλουν: πρός τόν Θεόν, πρός τόν πλησίον, πρός τά πράγματα καί πρός τόν ἑαυτό του. Ὁ ἀδιάφορος γιά τήν σωτηρία του ἄνθρωπος, ὁ τυρβάζων περί πολλά, ὁ δυναστικός πρός τόν πλησίον του καί ὁ ἀθυρόστομος εἶναι ὁ τύπος αὐτῆς τῆς ψυχικῆς ἀσθένειας, ὁ τύπος τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου. Καταλαβαίνουμε τώρα γιατί ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ἀκριβῶς αὐτά τά πάθη ἐπέλεξε στήν προσευχή του.

Ἀντίθετα, στό δεύτερο μέρος τῆς προσευχῆς τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ βλέπουμε ποιά εἶναι τά χαρακτηριστικά τῆς ὑγιοῦς ψυχῆς. Στό δεύτερο αὐτό μέρος ζητοῦμε ἀπό τόν Θεόν νά μᾶς χαρίση πνεῦμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καί ἀγάπης. Ἐπάνω σ᾿ αὐτά σταματᾶμε τώρα.

Πνεῦμα σωφροσύνης, δέν πρέπει νά τό ἐννοήσουμε ἁπλῶς σάν σωματική ἀγνότητα ἀπό τά ἀμαρτήματα τῆς ἀκολασίας. Ἡ ἁγνότητα εἶναι τό πρῶτο βῆμα τῆς ἀπαθείας, ἡ κατάστασις τῆς καθαρισμένης ἀπό τά πάθη ψυχῆς, τῆς ἕτοιμης γιά τήν ἐργασία τῶν ἀρετῶν. «Πῶς ἄσομεν τήν ὠδήν Κυρίου ἐπί γῆς ἀλλοτρίας;» (Ψαλμ. 136, 4), ἔλεγαν οἱ ἑβραῖοι κατά τήν αἰχμαλωσία Βαβυλῶνος.  

Ἑρμηνεύοντας αὐτό τόν ψαλμό οἱ Πατέρες μᾶς διδάσκουν ὅτι δέν μποροῦμε νά φέρουμε οὔτε ἕναν καρπό καλῶν ἔργων, ὅσον καιρό εὑρισκόμεθα στήν δουλεία τῶν παθῶν. Γι᾿αὐτό καί ὁ ἅγιος Ἐφραίμ βάζει τήν ἁγνότητα ἐπικεφαλῆς ὅλων τῶν ἀρετῶν.

Πνεῦμα ταπεινοφροσύνης, εἶναι ἡ τοποθέτησις τῆς ὑπάρξεώς μας σέ φυσική κατάστασι: ἀπό τήν μιά μεριά σώματα ἀδύνατα καί ἀνίκανα, ἀπό τήν ἄλλη καί τήν ἴδια τήν ὕπαρξί καί ὅλα τά ἄλλα τά ἔχουμε λάβει κατά δωρεάν ἀπό τόν Θεόν.

Γι᾿ αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες ἔλεγαν ὅτι ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι νά θεωρῆ ὁ ἄνθρωπος τόν ἑαυτό του κατώτερο ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀκόμη κι ἀπό τά κτήνη καί νά ἀποδίδη στόν Θεό ὅλες τίς καλές του πράξεις.

Ἡ ὑπομονή, εἶναι κάτι φυσικό γιά τόν ταπεινό ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἀναγνωρίζει τά ἁμαρτήματά του καί ἀντιλαμβάνεται ὅτι εἶναι ἄξιος ἀπείρων τιμωριῶν ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, σάν ἕνας ὀκνηρός δοῦλος, ὁ ὁποῖος ἀθετεῖ τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου του. Γι᾿ αὐτό καί ὑπομένει μέ χαρά τίς ἀντιξοότητες καί τίς δοκιμασίες τῆς ζωῆς, ἐπειδή εἶναι πεπεισμένος ὅτι «διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν είς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. 14, 22) καί ὅτι μόνον «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος σωθήσεται».

Ἡ ἀγάπη, εἶναι ἡ ὁλοκλήρωσις ὅλων τῶν ἀρετῶν. Ὅποιος ἔχει σωφροσύνηγ, ταπεινοφροσύνη καί ὑπομονή, αὐτός ἀγαπᾶ καί τόν Θεό καί τόν πλησίον. Γιατί σέ ὅποιον κατοικεῖ ἡ ἀγάπη, κατοικεῖ ὁ ἴδιος ὁ Θεός πού εἶναι Ἀγάπη. (Α΄Ἰωάν. 4, 8).

Ἄν τά τέσσερα αὐτά πάθη σχηματίζουν μιά κατηφόρα ἀπό τήν ἀργία καί ὅλο πρός τά κάτω, οἱ τέσσερεις ἀρετές σχηματίζουν μιά σκάλα ἀπό τήν ἁγνότητα μέχρι τόν Θεό. Ταυτόχρονα αὐτές εἶναι ἀντίθετες ἀπό αὐτά τά κακά πνεύματα καί μᾶς δείχνουν πῶς μποροῦμε νά θεραπεύσουμε τήν ἀσθενοῦσα ἀπ᾿ αὐτά ψυχή μας.

Ἡ ἁγνότητα θεραπεύει τήν ἄρρωστη ἀπό ἀργολογία ψυχή, ἡ ταπεινοφροσύνη συσφίγγει τούς δεσμούς μέ τόν πλησίον, ἡ ὑπομονή μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό τήν ὑποδούλωσι ἀπέναντι στά πράγματα καί ἡ ἀγάπη θεραπεύει τήν ἀδιαφορία γιά τήν σωτηρία, μέσῳ τῆς εὐγνωμοσύνης καί τῆς ἀγάπης ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ.

Γιατί ὅλα στόν ἁγνό εἶναι ἁγνά, συνεπῶς καί ἡ γλῶσσα. Ὁ ταπεινόφρων ὑπολογίζει τόν πλησίον του περισσότερο ἀπό τόν ἑαυτό του. Ὁ ὑπομονετικός δέν ἐναποθέτει τίς ἐλπίδες του στά πράγματα καί ὁ ἀγαπῶν τόν Θεόν προσπαθεῖ συνεχῶς νά ἐκτελῆ τίς ἐντολές Του.

Ἔτσι, ὁ ἐγκρατής κατά τήν γλῶσσα ἄνθρωπος, ὁ ταπεινόφρων, ὁ βαθειά ὑπομονετικός καί ὁ ἀγαπῶν τόν Θεόν, μᾶς παρουσιάζει τήν εἰκόνα τοῦ ἐξαγνισμένου ἀπό τά πάθη πνευματικοῦ ἀνθρώπου.

Ὅπως βλέπουμε, ἡ ἐπιλογή αὐτῶν τῶν δύο σειρῶν ἀπό «πνεύματα», στήν Προσευχή τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ, ἔχει ἕνα βαθύ πνευματικό νόημα. Αὐτή μᾶς φέρνει μπροστά σέ δύο εἰκόνες: αὐτήν τοῦ διεφθαρμένου ἀπό τά πάθη ἀνθρώπου καί αὐτήν τοῦ ἀναγεννημένου μέσω τῶν ἀρετῶν τοῦ ἀνθρώπου: ἀπό τήν μιά μεριά ἡ ἁμαρτωλή κατάστασις στήν ὁποία εὑρισκόμεθα καί παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς ἀπαλλάξη ἀπ᾿ αὐτήν. Κι ἀπό τήν ἄλλη μεριά ἡ πνευμαιτκή κατάστασις πρός τήν ὁποία τείνουμε παρακαλώντας τόν Θεό νά μᾶς τήν χαρίση.

Τό τρίτο μέρος τῆς εὐχῆς τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ: «Ναί, Κύριε, Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου…», εἶναι μία ἀνακεφαλαίωσις αὐτῶν πού ζητήσαμε στό δεύτερο μέρος τῆς προσευχῆς, μέ μιά πιό συντετμημένη μορφή.

Πράγματι, τό ὁρᾶν τά ἴδια πταίσματα εἶναι μία ἔνδειξις ταπεινοφροσύνης καί τό μή κατακρίνειν τόν πλησίον εἶναι ἔνδειξις ἀγάπης, ἡ ὁποία «πάντα στέγει καί οὐκ ἀσχημονεῖ» (Α΄Κορ.13). Οἱ δύο μεγάλες αὐτές ἀρετές εἶναι στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους. «Ἡ ἁγία δυάς», ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος «εἶναι ἡ ἀγάπη καί ἡ ταπεινοφροσύνη. Ἡ πρώτη ὑψώνει καί ἡ δεύτερη στηρίζει τούς ὑψωμένους καί δέν τούς ἀφήνει νά πέσουν» (Κλῖμαξ 25,37).

Τό τέλος τῆς προσευχῆς μέ τήν αἴτησι τῶν δύο κορυφῶν τῆς πνευματικῆς ζωῆς: Ταπείνωσις καί ἀγάπη, θέλει νά μᾶς δείξη ὅτι γιά τόν λυτρωμένο ἀπό τά πάθη καί πορευόμενο τόν δρόμο τῆς ἀρετῆς, ἀνοίγεται ἀτελείωτος ὁ δρόμος τῆς τελειώσεως, τῆς ὁμοιώσεως πρός τόν Θεόν, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Ἴδιος ταπεινοφροσύνη καί ἀγάπη.

Μετά τήν ἀπαγγελία τῆς προσευχῆς μέ τίς τρεῖς μετάνοιες, γίνονται δώδεκα γονυκλισίες μέχρι τό ἔδαφος, λέγοντας μυστικά καί ἐπαναλαμβάνοντας τρεῖς φορές τούς παρακάτω τέσσερεις στίχους:

-Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῶ ἁμαρτωλῶ. (Λουκ. 18, 14).
-Ὁ Θεός, καθάρισόν με τόν ἁμαρτωλό. (Πρβλ. Ψαλμ. 50, 4)
-Ὁ Θεός, ἐσύ πού μέ ἐδημιούργησες, σῶσε με.
-Ἥμαρτον ὑπέρ ἀριθμόν, Κύριε, συγχώρεσέ με!

Παρατηροῦμε ὅτι οἱ τέσσερεις αὐτοί στίχοι διακατέχονται ἀπό δύο αἰσθήματα: ἀπό τήν μιά μεριά ἡ θλίψις τῆς συνειδήσεως γιά τά διαπραχθέντα ἁμαρτήματα: εἶμαι ἁμαρτωλός, ρυπαρός, ἔχω πταίσει ὑπέρ ἀριθμόν. Καί ἀπό τήν ἄλλη ἡ ἐμπιστοσύνη στήν εὐσπλαγχνία καί φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ: ἐλέησόν με, κάθαρόν με, συγχώρεσέ με! Εἶναι οἱ δύο ψυχικές καταστάσεις, γιά τίς ὁποῖες λέγουν οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅτι πρέπει πάντοτε νά μᾶς συντροφεύουν στήν ὁδό τῆς σωτηρίας: ὁ φόβος καί ἡ ἐλπίδα, χωρίς νά μᾶς ἀφήνουν νά κυριευώμεθα ἀπό φόβο μόνο ἤ ἀπό ἐλπίδα, ἀλλά πάντοτε συνδιάζοντας τόν φόβο μέ τήν ἐλπίδα. (Φιλοκαλία Πέτρος Δαμασκηνός). Αὑτά τά αἰσθήματα ὕψωσαν τόν Τελώνη, ἔφεραν στό πατρικό σπίτι τόν ἄσωτο υἱό καί ἄνοιξαν στόν ληστή τόν παράδεισο.

Ἄν τώρα ρίξουμε μιά ματιά πάνω σ᾿ ὁλόκληρη τήν προσευχή καί τήν τάξι μέ τήν ὁποία γίνεται ἡ προσευχή τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ, τί παρατηροῦμε; Πρῶτα-πρῶτα κυττάζουμε τόν τύπο τοῦ διεφθαρμένου ἀπό τά τέσσερα κακά πνεύματα ἀνθρώπου καί προσευχόμεθα στόν Θεό νά μᾶς λυτρώση ἀπ᾿αὐτόν.
Κυττάζουμε μετά τήν εἰκόνα τοῦ ἀνανεωμένου μέσω τῶν τεσσάρων χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀνθρώπου καί ζητοῦμε νά μᾶς βοηθήση ὁ Θεός νά προχωρήσουμε σ᾿ αὐτόν τόν δρόμο. Μετά ἀπ᾿ αὐτό, ἐπιμένουμε στήν σιωπηλή προσευχή, ταπεινώνοντας ἑαυτούς γιά τίς ἀδυναμίες καί τίς ἁμαρτίες μας καί μέ μεγάλη ἐμπιστοσύνη καί ἐλπίδα στήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά τά αἰσθήματα τά συνοδεύουμε μέ μετάνοιες καί γονυκλισίες. Τί θέλει ἄραγε νά δηλώση ὅλη αὐτή ἡ τάξις τῆς προσευχῆς;

Ἡ σωματική μετάνοια, τό σκύψιμο τῆς κεφαλῆς μέχρι τό ἔδαφος, εἶναι τό ὁρατό σημεῖο τῆς μετανοίας: μέ τό σκύψιμο ἐξομολογούμεθα τήν πτῶσι μας στήν ἁμαρτία, τήν κατάστασι τῆς παρακμῆς στήν ὁποίαν εὑρισκόμεθα. Μέ τό ἀνασήκωμα δείχνουμε τήν θέλησί μας νά ὑψωθοῦμε, νά λυτρωθοῦμε ἀπό τήν ἁμαρτία, νά ἀναγεννηθοῦμε ψυχικά. Ἀλλά ἡ λέξις μετάνοια (μετά-νοια) σημαίνει καί ἀναγέννησι τοῦ νοῦ, ἀλλαγή, πρᾶξις μετασχηματισμοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου στόν νέον ἄνθρωπο, πνευματικοποίησις πού συντελεῖται μέ τήν μετάνοια.

Νά, συνεπῶς, τί θαυμαστό πρᾶγμα δείχνει αὐτή ἡ πρακτική τῆς προσευχῆς τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ συνοδευομένη ἀπό μετάνοιες: ὅ,τι λέγουμε μέ τό στόμα στήν προσευχή, τό κάνουμε ταυτόχρονα καί μέ τό σῶμα, μέ ὅλη μας τήν ὕπαρξι δηλαδή. Ἀναγνωρίζουμε τήν ἁμαρτωλότητά μας καί πέφτουμε ταπεινά στό ἔδαφος, ἀλλά ἀνασηκωνόμαστε ἀμέσως, δείχνοντας τήν ἐπιθυμία μας γιά γρήγορη διόρθωσι.

Εἶναι σάν νά λέγουμε στόν Χριστό: «Κύριε, ξέχασε, πῶς ἔχω πέσει καί πόσο ἀχρεῖος εἶμαι δοῦλος τῶν παθῶν καί ἀποξενωμένος ἀπό Σένα καί ὅλο μου τό σῶμα! Ἀλλά, δέν θέλω νά μείνω ἔτσι. Εἶμαι δικός Σου. Σῶσον με καί κάνε με κατοικία τοῦ Ἁγίου Σου Πνεύματος!»

Ἐδῶ εἶναι κάτι περισσότερο ἀπό προσευχή, εἶναι ἡ ἴδια ἡ πρᾶξις τῆς μετανοίας, ἡ ὁποία μετασχηματίζει καί ἀνανεώνει τόν ἄνθρωπο. Εἶναι μιά πραγματική μεταμόρφωσις, ἡ ὁποία μᾶς ὁδηγεῖ νοερά στήν μεταμόρφωσι κατά τήν Θεία Εὐχαριστία ἐπάνω στό Ἱερό Θυσιαστήριο.

Εἶναι ἡ εὐχαριστία τῆς μετανοίας τοῦ ἀνθρώπου. Γιατί ὅπως στήν Θεία Λειτουργία μέ τήν ἐπίκλησι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό τόν ἱερέα, ὁ ἄρτος καί ὁ οἶνος πού προσφέρονται, μεταβάλλονται σέ Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Κυρίου, ἔτσι ἀκριβῶς καί ἐδῶ: μέ τήν ταπεινή ἱκεσία πρός τόν Θεό, μέ τήν βαθειά μεταμέλεια καί τήν ἀσάλευτη πίστι, ὁ ἁμαρτωλός ἄνθρωπος μεταμορφώνεται σέ πνευματικό ἄνθρωπο.

Καί ὅπως ἡ ἐπίκλησις τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἀκούεται καί ἱκανοποιεῖται ἀμέσως ἀπό τόν Θεό, ἔτσι ἀκριβῶς καί ἡ ἀναγέννησις μέσω τῆς βαθειᾶς μεταμέλειας συντελεῖται σύντομα. Μᾶς διαβεβαιώνει γι᾿ αὐτό τό ἴδιο τό Ἱερό Εὐαγγέλιο. Ὁ Τελώνης ἀναστέναξε ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς του: «Ἱλάσθητί μοι, τῶ ἁμαρτωλῶ!» καί ἀμέσως διορθώθηκε.

Ὁ ληστής ἐπάνω στόν σταυρό ἔκραξε: «Μνήσθητί μου, Κύριε», καί ἀμέσως ἄκουσε: «Σήμερον μετ᾿ ἐμοῦ ἔση ἐν τῶ παραδείσῳ» (Λουκ. 23, 43). Μετά μᾶς διαβεβαιώνουν καί οἱ ἀποκαλύψεις ἀπό τήν ζωή τῶν μεγάλων Ἁγίων: τοῦ Ὁσίου Παύλου τοῦ Ἁπλοῦ, τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ διά Χριστόν σαλοῦ κ.ἄ. Καί οἱ διδασκαλίες τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἄν ἡ Λειτουργία τῆς Εὐχαριστίας εἶναι λειτουργία φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ, ἡ Λειτουργία τῆς Μετανοίας εἶναι ἡ ἀνταπόκρισις τοῦ ἀνθρώπου στήν θεϊκή ἀγάπη, μέσω τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀφοσιώσεως στόν Θεό. Καί ὁ Θεός δεχόμενος τήν θυσία τῆς μετανοίας, καθαρίζει καί ἀνανεώνει τόν ἄνθρωπο μέ βαθειά ἀλλαγή. «Καί ἐάν ὦσιν αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ» (Ἡσ. 1, 18). Τόσο βαθειά καί ὁλοκληρωτική εἶναι ἡ ἀνανεωτική δύναμις τῆς μετανοίας. Γι᾿ αὐτό καί ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καθώρισε γιά κάθε χριστιανό μιά ὡρισμένη περίοδο τοῦ ἔτους, τήν ἁγία Τεσσαρακοστή, νά ἀσχολεῖται ἰδιαίτερα μ᾿ αὐτήν τήν καθαρτική καί καθαγιαστική πρᾶξι.

Ἄν ἡ μετάνοια εἶναι ἀναγκαία γιά κάθε χριστιανό, τότε γιά τόν μοναχό αὐτή εἶναι ἡ βασική του ἀπασχόλησις. Γιατί ὅλη ἡ ζωή τοῦ μοναχοῦ εἶναι μία ἐνασχόλησις μετανοίας καί μοναχός εἶναι αὐτός πού καλλιεργεῖ τήν μετάνοια σ᾿ ὅλη τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας (π. Γεώργιος Καψάνης).

Γι᾿ αὐτό δέν θά ἤθελα νά τελειώσω, πρίν ἐπιστήσω τήν προσοχή καί ἐπάνω σέ μιά ἄλλη ἄποψι τῆς προσευχῆς τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ σέ ἄμεση σχέσι μέ τήν μοναχική ζωή. Ἄν λάβουμε ὑπ᾿ ὅψιν τά τέσσερα «πνεύματα» τῆς προσευχῆς, θά ἀναγνωρίσουμε εὔκολα σ᾿ αὐτά τίς βασικές ἐπαγγελίες τῆς μοναχικῆς ζωῆς: στό πνεῦμα τῆς σωφροσύνης τήν παρθενία, στό πνεῦμα τῆς ταπεινοφροσύνης τήν ὑπακοή, στό πνεῦμα τῆς ὑπομονῆς τήν πτωχεία καί στό πνεῦμα τῆς ἀγάπης τόν βασικό νόμο τῆς κοινοβιακῆς ζωῆς. Ἔτσι, γιά τόν μοναχό ἡ προσευχή τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ εἶναι ταυτόχρονα προσευχή μετανοίας καί προσευχή γιά τήν τελείωσι τοῦ μοναχοῦ.

Τά χαρακτηριστικά τοῦ μέσω τῆς μετανοίας ἀνανεωμένου ἀνθρώπου εἶναι καί χαρακτηριστικά τοῦ τελείου μοναχοῦ. Συνεπῶς, ὁ ἀληθινός μοναχός εἶναι ὁ ἀκούραστος ἐργάτης τῆς μετανοίας. Καταλαβαίνουμε τώρα καλλίτερα τόν παραπάνω λόγο τοῦ Γέροντος π. Γεωργίου, ὅτι «ὅλη ἡ ζωή τοῦ μοναχοῦ εἶμαι μία ἐνασχόλησις μετανοίας», καί γιατί αὐτός ὁ πνευματικός πατήρ, τόν ὁποῖον ἐμνημόνευσα στήν ἀρχή, προσευχόταν ὅλες τίς ἡμέρες τοῦ ἔτους μέ τήν προσευχή: «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου…».

 

 Γέρων Πετρώνιος Τανάσε

______________________

(*) Πρόκειται γιά τό τυπικό τῆς Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας, πού κατά κανόνα ἀκολουθεῖται καί ἀπό τίς Ὀρθόδοξες Σλαυικές Ἐκκλησίες μέ μικρές διαφορές.

 

Μετάφρασις ἀπό τὸν Μοναχό Δαμασκηνό Γρηγοριάτη.

Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν ἄδεια δημοσίευσης.

 
Πηγή:  anavaseis.blogspot.com

Τετάρτη 3 Μαρτίου 2021

Περί μετανοίας - Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης




 
Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν γνωρίσει πόσο κακὸ εἶναι ἡ ἁμαρτία, δὲν μπορεῖ νὰ μετανοήσει.


Ἐὰν ἥθελες νὰ ταξιδέψεις στὴν Ἰνδία, θὰ ἔπρεπε νὰ προετοιμάσεις μὲ μεγάλη φροντίδα, ὅλα τὰ ἀπαραίτητα γιὰ ἕνα τόσο μεγάλο ταξίδι καὶ τώρα ποὺ πρόκειται νὰ περάσεις στὴν μελλοντική ζωή, ἀντέχει ἡ καρδιά σου, νὰ κάνεις αὐτὸ τὸ μεγάλο ταξίδι ἀνέτοιμος;


Ἀποφάσισε νὰ ἀλλάξεις τὴ ζωή σου, νοιώσε ντροπή, ποὺ στερήθηκες τόσο καιρὸ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ὁμολόγησε μπροστὰ στὸν Θεὸ τὶς ἁμαρτίες σου, εὐχαρίστησέ Τον γιὰ τὴν μεγάλη ὑπομονή, μὲ τὴν ὁποία σὲ περίμενε μέχρι τώρα καὶ δὲν σὲ καταδίκασε στὸν Ἅδῃ.


Ἐσὺ ποὺ ἀκολούθησες τὸ παράδειγμα τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, μὲ τὸ νὰ ἁμαρτήσεις, ἀκολούθησε ἀκόμη καὶ τὸ παράδειγμά του, μὲ τὸ νὰ μετανοήσεις.


Νὰ ξέρεις, ὅτι τὰ μέρη τῆς μετανοίας εἶναι τρία: α) Συντριβή β)Ἐξομολόγηση καὶ γ) Ἰκανοποίηση.

 

 Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης

 

Πηγή: ἐδῶ 


Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2021

Πήγαινε πάνω καί θά σοῦ πῶ, τί δέν ἔχεις πειράξει! - Δημήτριος Παναγόπουλος

 



Στήν Ἱερά μονή Πετράκη τῶν Ταξιαρχῶν, γινόταν κάποτε μιά ἀγρυπνία. Καί ἀνάμεσα στά ἄτομα πού βρίσκονταν στήν ἀγρυπνία, ἦταν καί μία δαιμονισμένη.



Αὐτή σέ μιά στιγμή γυρίζει καί λέει σέ μία εὐσεβέστατη κυρία:
-Χά, τί τραβᾶς αὐτό τό σχοινί; (ἔκανε προσευχή μέ τό κομποσχοίνι ἡ κυρία). Σέ κρατάω σέ 3.


Αὐτή δέν ἔδωσε κἄν σημασία, γιατί εἶχε τακτοποιηθεῖ μέ τήν ἐξομολόγηση. Ἡ δαιμονισμένη ὅμως συνέχιζε νά λέει τά ἴδια πράγματα γιά πολύ ὥρα, ὥσπου μία ἄλλη κυρία, πού καθόταν δίπλα στήν εὐσεβή κυρία, τῆς λέει:


-Σέ σένα μιλάει, σέ σένα ἀπευθύνονται τά λόγια αὐτά!
-Γιά μένα, ἀναρωτήθηκε, ἡ εὐσεβής κυρία.
- Ναί γιά σένα τά λέω, εἶπε μεσολαβώντας ἡ δαιμονισμένη. Μά ναί εἶμαι ἁμαρτωλή, ἀλλά τά ἔχω ὅλα ἐξομολογηθεῖ, ἀπάντησε ἡ εὐσεβής κυρία.
Σέ 3 σέ κρατάω, συνέχισε νά λέει ἡ δαιμονισμένη. Τώρα πῶς οἰκονόμησε ὁ Θεός καί ἀποκάλυψε ἡ δαιμονισμένη τά ἁμαρτήματα, δέν ξέρω.
Πάντως ἡ δαιμονισμένη μίλησε καί εἶπε: Ἐσύ δέν ἤσουν νοσοκόμα; Τό οἰνόπνευμα πού εἶχες ξοδέψει γιά νά ζεσταθεῖς, ποιός θά τό πληρώσει; Τό ὑπεραστικό τηλέφωνο πού ἔκανες καί χρεώθηκε γιά ἀστικό ποιός θά τό πληρώσει; Καί τό τρίτο, πού ἄφησες τόν ξάδερφό σου μέ τήν ἄλλη καί ἔφυγες ἀπό τό σπίτη σου, γιά νά ἁμαρτήσουν αὐτοί σαρκικά, αὐτό ποιός θά τό πληρώσει;
Σέ κρατάω λοιπόν σέ 3. Κόκκαλο ἡ εὐσεβής κυρία! 

Παράξενα πράγματα συμβαίνουν, πού δέν τούς δίνουμε σημασία. Ποιός θά ἀπολογηθεῖ γιά τήν ψυχή μας;
 

Ἐμεῖς συνήθως λέμε: Κουνούπι δέν ἔχω πειράξει.

Πήγαινε πάνω καί θά σοῦ πῶ, τί δέν ἔχεις πειράξει!

 Δημήτριος Παναγόπουλος

Ἱεροκήρυκας

 

Πηγή: ἐδῶ

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2021

Διδαχές τοῦ Ἁγίου Ἀνθίμου τοῦ ἐν Χίῳ

 

* Ἡ ἐξομολόγησις εἶναι τὸ δεύτερον βάπτισμα. Καὶ καθῶς γίνεται καθαρὸς ὁ ἄνθρωπος, ὅταν βαπτισθεῖ, ἔτσι καὶ ἡ καθαρὰ ἐξομολόγησις ξαναβαπτίζει τὴν ψυχήν, ἡ δὲ χεὶρ τοῦ πνευματικοῦ, τὴν ὁποία θέτει εἰς τὴν κεφαλήν του, τοῦ μεταδίδει τὴν θείαν χάριν, γιὰ νὰ τὸν φωτίζη, νὰ τὸν ἁγιάζη καὶ νὰ τὸν στηρίζη καὶ νὰ τὸν ἐνδυναμώνη.

 

* Ἡ στοργή τοῦ πνευματικοῦ πατρὸς εἶναι πολὺ ἀνωτέρα ἀπὸ τὴν τοῦ σαρκικοῦ. Διότι πολλάκις ὁ σαρκικὸς πατὴρ μπορεῖ νὰ σὲ παραδώση στὴν Κόλασι, ἐνῶ ὁ πνευματικὸς πατὴρ ἔχει νὰ σὲ πάη εἰς ζωὴν αἰώνιον.



Παναγία ἡ Βοήθεια


* Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς νὰ μὴ παύσωμεν νὰ τρέχωμεν καὶ νὰ παρακαλοῦμεν τὴν Παναγία μας. Ἐκείνη εἶναι ἡ σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου. Ἐκείνη εἶναι ἡ ὁλόφωτη λαμπάδα ποὺ λάμπει καὶ φωτίζει μὲ τὴν λάμψιν της ὅλην τὴν οἰκουμένην. Ὅταν τρέξωμεν κοντά της μὲ πίστι, μὲ εὐλάβεια, μὲ ἀγάπη, δὲν θὰ μᾶς ἀπορρίψη ποτέ.

 

 Ἅγιος Ἄνθιμος ὁ ἐν Χίῳ

Πηγή: agiosanthimos.gr


 


Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2021

Ποτὲ μὴ λὲς ἔλα αὔριο γιὰ ἐξομολόγηση

 

 


Ὁ ἡγούμενος Φίλιππος Λαυριώτης εἶπε στὸν παπα-Βασίλη τὸν Πνευματικό: «Ποτέ σου νὰ μὴν πῆς σὲ κάποιον ποὺ θέλει νὰ ἐξομολογηθῆ, ἔλα αὔριο. Ὅταν ἤμουν στὴν Ἁγία Τριάδα Πειραιῶς, τὸ βράδυ, μόλις πῆγα νὰ κλείσω τὴν Ἐκκλησία, ἦρθε μία γυναῖκα, ζήτησε νὰ ἐξομολογηθῆ καὶ τὴν ἐξωμολόγησα. Στὸ τέλος μοῦ εἶπε:

-Πάτερ, κάνετε καλὰ ἔργα;

-Προσπαθῶ, ἀπάντησα.

-Καί τίποτε ἄλλο νὰ μὴν ἔχης κάνει, αὐτὸ ποὺ ἔκανες σήμερα σὲ μένα, φθάνει. Εἶχα σκοπὸ νὰ πέσω στὶς γραμμὲς τοῦ ἠλεκτρικοῦ καὶ μὲ ἔσωσες. Σ' εὐχαριστῶ».

 

(ἀπὸ τὸ πάνυ ψυχωφέλιμο βιβλίο: «Ἀπὸ τὴν Ἀσκητικὴ καὶ Ἡσυχαστικὴ Ἁγιορείτικη Παράδοση», Ἅγιον Ὅρος 2011, σελ. 654)

 

Πηγή: analogion.gr

 

 

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2021

Ἀλίμονο - Ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος

 


 

Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ ἀφήνουν ἀνεκμετάλλευτο τὸν καιρὸ τοῦτο τῆς μετάνοιας καὶ παραδίνονται σὲ πράγματα ἄσκοπα καὶ γελοία. Θὰ ζητήσουν τότε τὸ χρόνο ποὺ ξόδεψαν μάταια, καὶ δὲν θὰ τὸν βροῦν.


Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ δίνουν σημασία σὲ πνεύματα πλάνης καὶ διδασκαλίες δαιμονικές, γιατί αὐτὰ θὰ τοὺς ἐξασφαλίσουν τὴν καταδίκη στὴν ἄλλη ζωή.


Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ μαντεῖες καὶ ἀνηθικότητες.


Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ στεροῦν ἀπὸ τοὺς ἐργάτες τὸν δίκαιο μισθό τους, γιατί εἶναι ὅμοιοι μ' αὐτοὺς ποὺ χύνουν αἷμα.


Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ κρίνουν ἄδικα, δικαιώνοντας τὸ φταίχτη καὶ καταδικάζοντας τὸν ἀθῷο.


Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ μολύνουν τὴν ἅγια πίστη μας μ' αἱρετικὲς διδασκαλίες ἢ συναναστρέφονται μ' αἱρετικούς.

Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ ἔχουν τ' ἀνόητα πάθη τοῦ φθόνου καὶ τοῦ μίσους.


Καὶ γιὰ νὰ μὴ λέω πολλά: Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ θὰ βρεθοῦν στ' ἀριστερὰ τὴ φοβερὴ μέρα τῆς Κρίσεως. Θὰ κλάψουν πικρὰ ἀλλ' ἀνώφελα, ὅταν θ' ἀκούσουν τὴν ὀδυνηρὴ ἐκείνη ἀπόφαση: «Φύγετε ἀπὸ μπροστά μου, καταραμένοι• πηγαίνετε στὴν αἰώνια φωτιά» (Ματθ. 25:41).

Ὅσοι ἔχετε δάκρυα καὶ κατάνυξη, θρηνῆστε μαζί μου.

. . . 

 

Ἂς μὴν ἀπελπιστοῦμε, ἀδελφοί μου, γιὰ τὴ σωτηρία μας.
Ἁμαρτήσαμε; Ἂς μετανοήσουμε.
Μύριες φορὲς ἁμαρτήσαμε; Μύριες φορὲς ἂς μετανοήσουμε.
Γιὰ κάθε ἔργο ἀγαθὸ χαίρεται ὁ Θεός, ἐξαιρετικὰ ὅμως χαίρεται γιὰ μία ψυχὴ ποὺ μετανοεῖ.

Ἐλᾶτε λοιπόν, ἂς πέσουμε στὰ πόδια Του κι ἃς ἐξομολογηθοῦμε τὶς ἁμαρτίες μας.
Δόξα στὴ φιλανθρωπία Του.
Δόξα στὴ μακροθυμία Του.
Δόξα στὴν ἀγαθότητα καὶ τὴ συγκατάβασή Του.
Δόξα στὴν εὐσπλαχνία Του.
Δόξα στὴ βασιλεία Του.
Δόξα καὶ τιμὴ καὶ προσκύνηση στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

 

Ὅσιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος  


Δύο ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ κεφάλαιο «Ἡ Δευτέρα Παρουσία»

Πηγή: orthodoxfathers.com

 

Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2021

Εὐαγγέλιον τῆς Κυριακῆς μετά τὰ Φῶτα

  


 

Κατὰ Ματθαῖον, δ΄12-17.

12 Ἀκούσας δὲ ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν. 

13 καὶ καταλιπὼν τὴν Ναζαρὲτ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς Καπερναοὺμ τὴν παραθαλασσίαν ἐν ὁρίοις Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ· 

14 ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ Ἠσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· 

15 Γῆ Ζαβουλὼν καὶ γῆ Νεφθαλείμ, ὁδὸν θαλάσσης, πέραν τοῦ Ἰορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, 

16 ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει φῶς εἶδεν μέγα, καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς. 

17 Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν καὶ λέγειν· Μετανοεῖτε· ἤγγικεν γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. 

 

Ἅγιος Ἀπόστολος & Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος

 

Πηγή: Καινὴ Διαθήκη σελ.:14-15 & myriobiblos.gr 

 

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2020

Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἐλευθερία

 



  ὑπερήφανος δέν ἀναζητεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά προτιμᾶ νά κατευθύνει ὁ ἴδιος τή ζωή του. Καί δέν καταλαβαίνει πῶς, χωρίς τόν Θεό, δέν ἐπαρκεῖ τό λογικό του ἀνθρώπου γιά νά τόν καθοδηγεῖ. Κι ἐγώ , ὅταν ἐζοῦσα στόν κόσμο προτοῦ νά γνωρίσω τόν Κύριο καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἐστηριζόμουν στό λογικό μου. Ὅταν ὅμως ἐγνώρισα μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, τότε παραδόθηκε ἡ ψυχή μου στόν Θεό καί δέχομαι ὁτιδήποτε θλιβερό μου συμβεῖ καί λέω: «Ὁ Κύριος μέ βλέπει. Τί νά φοβηθῶ;» Προηγουμένως ὅμως δέν μποροῦσα νά ζῶ κατ’ αὐτό τόν τρόπο .

Γιά ὅποιον παραδόθηκε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἡ ζωή γίνεται πολύ εὐκολότερη, γιατί στίς ἀρρώστιες, στή φτώχεια καί στό διωγμό σκέφτεται: «Ἔτσι εὐδόκησε ὁ Θεός καί πρέπει νά ὑπομείνω γιά τίς ἁμαρτίες μου».

Νά, ἐδῶ καί πολλά χρόνια πάσχω ἀπό πονοκέφαλο καί δύσκολα τόν ὑποφέρω, ἀλλά μέ ὠφελεῖ, γιατί μέ τήν ἀσθένεια ταπεινώνεται ἡ ψυχή. Ἡ ψυχή μου ἐπιθυμεῖ διακαῶς νά προσεύχεται καί νά ἀγρυπνεῖ, ἀλλά ἡ ἀσθένεια μέ ἐμποδίζει, διότι τό ἄρρωστο σῶμα ἀπαιτεῖ ἀνάπαυση. Καί παρακάλεσα πολύ τόν Κύριο νά μέ θεραπεύσει, ἀλλά δέν μέ ἄκουσε. Κι αὐτό σημαίνει πῶς αὐτό δέν θά ἦταν πρός ὄφελός μου.

Νά ὅμως καί μία ἄλλη περίπτωση, πού ὁ Κύριος μέ ἄκουσε καί μέ ἔσωσε. Σέ μία γιορτή πρόσφεραν στήν τράπεζα ψάρι. Ἐνῶ λοιπόν ἔτρωγα, ἕνα κόκαλο μπῆκε πολύ βαθιά στό λαιμό μου. Ἐπικαλέστηκα τόν Ἅγιο Παντελεήμονα, παρακαλώντας νά μέ θεραπεύσει, γιατί ὁ γιατρός τοῦ Μοναστηριοῦ δέν θά μποροῦσε νά μοῦ βγάλει τό κόκαλο ἀπό τό φάρυγγα. Καί μόλις εἶπα: «γιάτρεψέ με», ἡ ψυχή μου πῆρε ἀπάντηση: «Βγές, ἔξω ἀπό τήν τράπεζα, κᾶνε μία βαθιά εἰσπνοή καί μία ἀπότομη ἐκπνοή καί τό κόκαλο θά βγεῖ μέ αἷμα». Ἔτσι κι ἔκαμα καί βγῆκε ἕνα μεγάλο κόκαλο μέ αἷμα. Καί κατάλαβα πῶς, ἄν ὁ Κύριος δέν μέ θεραπεύει ἀπό τόν κεφαλόπονο, αὐτό σημαίνει ὅτι εἶναι ὠφέλιμο γιά τήν ψυχή μου νά ὑποφέρω τόν πόνο.

Ὅταν ἡ Χάρη εἶναι μαζί μας, εἴμαστε δυνατοί στό πνεῦμα. Ὅταν ὅμως τήν χάσουμε, βλέπουμε τήν ἀδυναμία μας , βλέπουμε πώς χωρίς τόν Θεό δέν μποροῦμε οὔτε νά σκεφτοῦμε τό καλό.

Πῶς μπορεῖς νά ξέρεις ἄν ζεῖς σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ;

Νά ἡ ἔνδειξη: Ἄν στενοχωριέσαι γιά κάτι, αὐτό σημαίνει πώς δέν παραδόθηκες τελείως στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔστω κι ἄν σοῦ φαίνεται πώς ζεῖς σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Ὅποιος ζεῖ κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτός δέν μεριμνᾶ γιά τίποτε. Κι ἄν κάτι τοῦ χρειάζεται, παραδίνει τόν ἑαυτό του καί τήν ἀνάγκη του στόν Θεό. Κι ἄν δέν πάρει ὅτι θέλει, μένει ἤρεμος, σάν νά τό εἶχε.

Ψυχή πού παραδόθηκε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ δέν φοβᾶται τίποτε: οὔτε θύελλες οὔτε ληστές οὔτε τίποτα ἄλλο. Ὅτι κι ἄν ἔλθει, λέγει: «Ἔτσι εὐδοκεῖ ὁ Θεός», κι ἔτσι διατηρεῖται ἡ εἰρήνη στήν ψυχή καί στό σῶμα.

Τό καλύτερο ἔργο εἶναι νά παραδοθοῦμε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί νά βαστάζουμε τίς θλίψεις μέ ἐλπίδα. Ὁ Κύριος βλέποντας τίς θλίψεις μας δέν θά ἐπιτρέψει ποτέ κάτι πού νά ξεπερνᾶ τίς δυνάμεις μας. Ἄν οἱ θλίψεις μᾶς φαίνονται ὑπερβολικές, αὐτό σημαίνει πώς δέν ἔχουμε παραδοθεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Ὅποιος κάνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι εὐχαριστημένος μέ ὅλα, ἔστω κι ἄν εἶναι φτωχός καί ἴσως ἀσθενής καί πάσχει, γιατί τόν εὐφραίνει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος ὅμως δέν εἶναι ἱκανοποιημένος μέ τήν μοίρα του καί γογγύζει γιά τήν ἀρρώστια του ἤ ἐναντίον ἐκείνου πού τόν προσέβαλε, αὐτός νά ξέρει πώς κατέχεται ἀπό ὑπερήφανο πνεῦμα καί ἔχασε τήν εὐγνωμοσύνη γιά τόν Θεό. Ἄλλ’ ἀκόμα καί σέ μία τέτοια περίπτωση μή στενοχωριέσαι, ἀλλά ζήτησε μ’ ἐπιμονή ἀπό τόν Κύριο πνεῦμα ταπεινό. Κι ὅταν ἔλθει σ’ ἐσέ τό ταπεινό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ πού ἀναζητᾶς, τότε θά Τόν ἀγαπήσεις καί θά ἔχεις βρεῖ ἀνάπαυση, παρ’ ὅλες τίς θλίψεις σου.

Ψυχή πού ἀπέκτησε τήν ταπείνωση θυμᾶται πάντα τόν Θεό καί ἀναλογίζεται: «Ὁ Θεός μέ ἔκτισε, ἔπαθε γιά μένα, συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες μου καί μέ παρηγορεῖ· μέ τρέφει καί φροντίζει γιά μένα. Γιατί λοιπόν νά μεριμνῶ ἐγώ γιά τόν ἑαυτό μου ἤ τί ἔχω νά φοβηθῶ, ἔστω κι ἄν μέ ἀπειλῆ ὁ θάνατος».

Κάθε ψυχή πού ταράζεται ἀπό ὁποιαδήποτε αἰτία πρέπει νά καταφεύγει στόν Κύριο καί ὁ Κύριος θά τήν καθοδηγήσει. Αὐτό ὅμως γίνεται κυρίως σέ καιρό συμφορᾶς καί ἀπροσδόκητου συγχύσεως –κανονικά πρέπει νά ρωτᾶμε τόν πνευματικό, γιατί αὐτό εἶναι ταπεινότερο.

Καί ὅλα δίνουν τότε ἀγάπη στήν καρδιά, διότι ὅλα εἶναι τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Κύριος νουθετεῖ μέ τό ἔλεος Του τόν ἄνθρωπο, γιά νά δέχεται μ’ εὐγνωμοσύνη τίς θλίψεις. Ποτέ σ’ ὅλη μου τή ζωή, οὔτε μία φορά δέν ἐγόγγυσα γιά τίς θλίψεις, ἀλλά τά δεχόμουν ὅλα σάν φάρμακο ἀπό τά χέρια τοῦ Θεοῦ καί πάντα Τόν εὐχαριστοῦσα καί γι’ αὐτό ὁ Κύριός μου ἔδωσε νά ὑπομένω ἐλαφρά τόν ἀγαθό ζυγό Του.

Ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς γῆς ὑφίστανται ἀναπόφευκτα θλίψεις. Καί παρόλο πού δέν εἶναι μεγάλες οἱ θλίψεις πού παραχωρεῖ ὁ Κύριος, ὅμως φαίνονται στούς ἀνθρώπους ἀφόρητες καί συντριπτικές. Κι αὐτό γίνεται, διότι οἱ ἄνθρωποι δέν θέλουν νά ταπεινωθοῦν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί νά παραδοθοῦν στό θέλημά Του. Ὅσοι ὅμως ἄφησαν τόν ἑαυτό τους στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτούς τούς καθοδηγεῖ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος μέ τή χάρη Του καί ὑπομένουν μέ ἀνδρεία τά πάντα γιά χάρη τοῦ Θεοῦ, τόν Ὁποῖο ἀγάπησαν καί μέ τόν Ὁποῖο θά δοξάζονται αἰώνια.

Ὅταν ἡ Παναγία βρισκόταν κοντά στόν Σταυρό, ἡ θλίψη Της ἦταν ἀκατάληπτα μεγάλη, ἐπειδή Αὐτή ἀγαποῦσε τόν Υἱό της περισσότερο ἀπ’ ὅτι μπορεῖ κανείς νά φαντασθεῖ. Κι ἐμεῖς ξέρουμε πώς ὅσο μεγαλύτερη εἶναι ἡ ἀγάπη, τόσο μεγαλύτερη εἶναι καί ἡ λύπη. Κατά τήν ἀνθρώπινη φύση ἡ Θεοτόκος δέν θά μποροῦσε μέ κανένα τρόπο νά μήν ὑποκύψει στίς θλίψεις Της παραδόθηκε ὅμως στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τό Ἅγιο Πνεῦμα Τήν ἐνίσχυσε νά ἀντέξει στόν πόνο της.

Μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου ἡ Παναγία ἔγινε ἡ μεγάλη παρηγοριά στίς θλίψεις γιά ὅλο τόν λαό τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Κύριος ἔδωσε ἐπί γῆς τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ὅσοι Τό ἔλαβαν αἰσθάνονται τόν παράδεισο μέσα τους.

Ἴσως πεῖς: Γιατί λοιπόν δέν ἔχω κι ἐγώ μία τέτοια χάρη; Διότι σύ δέν παραδόθηκες στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ζεῖς κατά δικό σου θέλημα.

Παρατηρῆστε ἐκεῖνον πού ἀγαπᾶ τό θέλημά του. Αὐτός δέν ἔχει ποτέ εἰρήνη στήν ψυχή καί δέν εὐχαριστιέται μέ τίποτε· γι’ αὐτόν ὅλα γίνονται ὅπως δέν ἔπρεπε. Ὅποιος ὅμως δόθηκε ὁλοκληρωτικά στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔχει τήν καθαρή προσευχή καί ἡ ψυχή τοῦ ἀγαπᾶ τόν Κύριο .

Ἔτσι δόθηκε στόν Θεό ἡ Ὑπεραγία Παρθένος: «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου» . Ἄν λέμε κι ἐμεῖς τό ἴδιο: «Ἰδού ὁ δοῦλος Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου», τότε τά Εὐαγγελικά λόγια τοῦ Κυρίου, πού ἐγράφτηκαν μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, θά ζοῦσαν μέσα στίς ψυχές μας, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θά βασίλευε’ ὅλο τόν κόσμο καί ἡ ζωή στή γῆ θά ἦταν ἀπερίγραπτα ὡραία. Ἀλλά παρόλο πού τά λόγια τοῦ Κυρίου ἀκούγονται τόσους αἰῶνες σ’ ὅλη τήν οἰκουμένη, οἱ ἄνθρωποι ὅμως δέν τά καταλαβαίνουν καί δέν θέλουν νά τά παραδεχθοῦν. Ὅποιος ὅμως ζεῖ σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτός θά δοξασθεῖ καί στόν οὐρανό καί στή γῆ.

Ὅποιος παραδόθηκε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀπασχολεῖται μόνο μέ τόν Θεό. Ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ τόν βοηθᾶ νά παραμένει στήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Κι ὅταν ἀκόμα ἐργάζεται ἤ μιλάει, ἡ ψυχή του εἶναι ἀπορροφημένη ἀπό τόν Θεό καί γι’ αὐτό ὁ Κύριος τήν πῆρε ὑπό τήν προστασία Του.

Ἡ Παράδοση λέει πώς κατά τή φυγή στήν Αἴγυπτο ἡ Ἁγία Οἰκογένεια συνάντησε στό δρόμο ἕνα ληστή, ἀλλά δέν Τούς ἔκαμε κανένα κακό. Ὅταν μάλιστα ὁ ληστή εἶδε τό Νήπιο, εἶπε πώς, ἄν γινόταν ὁ Θεός ἄνθρωπος, δέν θά ἦταν ὡραιότερος ἀπό αὐτό τό Νήπιο, καί τούς ἄφησε νά φύγουν ἀνενόχλητοι.

Ἀξιοθαύμαστο πράγμα : Ληστής πού δέν σπλαχνίζεται κανένα σάν θηρίο, οὔτε προσέλαβε οὔτε λύπησε τήν Ἁγία Οἰκογένεια. Ἡ ψυχή τοῦ ληστῆ σάν εἶδε τό Νήπιο καί τήν ταπεινή Μητέρα Του συγκινήθηκε καί τήν ἄγγιξε ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ .

Τό ἴδιο συνέβαινε καί στά ἄγρια θηρία, πού μόλις ἀντίκριζαν τούς ἅγιους Μάρτυρες ἤ τούς Ὅσιους καταπραΰνονταν καί δέν τούς ἔκαναν κακό. Ἀλλά κι οἱ δαίμονες ἀκόμα φοβοῦνται τήν πράη καί ταπεινή ψυχή, πού τούς νικᾶ μέ τήν ὑπακοή, τήν ἐγκράτεια καί τήν προσευχή.

Καί πάλι πράγμα παράδοξο: ὁ ληστής λυπήθηκε τό Νήπιο–Κύριο, ἐνῶ οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ πρεσβύτεροι Τόν παρέδωσαν στόν Πιλάτο γιά νά σταυρωθεῖ. Κι αὐτό γιατί δέν προσεύχονταν καί δέν ζητοῦσαν ἀπό τόν Θεό σύνεση, πῶς καί τί νά κάνουν.

Ἔτσι, πολλές φορές οἱ κυβερνῆτες καί γενικά οἱ ἄνθρωποι ζητοῦν μέν τό ἀγαθό, ἀλλά δέν ξέρουν πού εἶναι αὐτό τό ἀγαθό. Δέν ξέρουν πώς τό ἀγαθό βρίσκεται στόν Θεό καί μᾶς δίνεται ἀπό τόν Θεό.

Εἶναι ἀνάγκη νά προσευχόμαστε πάντοτε, γιά νά μᾶς νουθετεῖ ὁ Κύριος τί καί πῶς πρέπει νά κάνουμε, καί ὁ Κύριος δέν θά ἐπιτρέψει νά παραπλανηθοῦμε.

Ὁ Ἀδάμ δέν εἶχε τή σύνεση, νά ρωτήσει τόν Κύριο γιά τόν καρπό πού τοῦ ἔδωσε ἡ Εὔα, καί γι’ αὐτό ἔχασε τόν Παράδεισο.

Ὁ Δαβίδ δέν ἐρώτησε τόν Κύριο: «Θά ἦταν ἄραγε καλό γιά μένα νά πάρω τή γυναίκα τοῦ Οὐρία;» κι ἔπεσε στά ἁμαρτήματα τοῦ φόνου καί τῆς μοιχείας.

Ἔτσι κι ὅλοι οἱ ἅγιοι πού ἁμάρτησαν, ἁμάρτησαν γιατί δέν ἐπεκαλοῦντο τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ γιά νά τούς φωτίσει. Ὁ Ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ εἶπε: «Ὅταν μιλοῦσα ἀπό τό νοῦ μου, συνέβαιναν λάθη».

Ὑπάρχουν ὅμως καί ἀναμάρτητα λάθη πού ὀφείλονται στήν ἀτέλεια τοῦ ἀνθρώπου. Τέτοια βλέπουμε ἀκόμη καί στήν Παναγία. Λέγεται στό Εὐαγγέλιο πώς ὅταν ἐπέστρεφε ἡ Παναγία μέ τόν Ἰωσήφ ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ, ἐνόμισε πῶς ὁ Υἱός Της βάδιζε μαζί μέ τούς συγγενεῖς ἤ τούς γνωστούς. Καί μόνο μετά τριῶν ἡμερῶν ἀναζήτηση Τόν βρῆκαν στό Ἱερό τῶν Ἱεροσολύμων νά συνομιλεῖ μέ τούς πρεσβυτέρους.

Συνεπῶς, μόνον ὁ Κύριος εἶναι παντογνώστης, ἐνῶ ὅλοι ἐμεῖς, ὅποιοι κι ἄν εἴμαστε, πρέπει νά προσευχόμαστε στόν Θεό ζητώντας σύνεση καί νά ρωτᾶμε τόν πνευματικό μας, γιά ν΄ ἀποφύγουμε τά λάθη.

Πόσο φανερό εἶναι γιά μένα πώς ὁ Κύριος μᾶς κατευθύνει. Χωρίς Αὐτόν δέν μποροῦμε οὔτε νά σκεφθοῦμε τό ἀγαθό.

Ὅπου ὑπάρχει ἄφεση ἁμαρτιῶν, ἐκεῖ βρίσκεται ἡ ἐλευθερία τῆς συνειδήσεως καί ἡ ἀγάπη, ἔστω καί λίγη.

Στενοχωροῦμε καί θρηνῶ καί ὀδύρομαι γιά τούς ἀνθρώπους. Πολλοί σκέφτονται μέ ἀπόγνωση: «Ἁμάρτησα πολύ: σκότωσα, λήστεψα, ἐβίασα, ἐσυκοφάντησα, ἤμουν ἄσωτος κι ἔκανα κι ἄλλα πολλά». Κι ἀπό τήν ντροπή τους δέν ἔρχονται στή μετάνοια. Λησμονοῦν ὅμως ὅτι ὅλες οἱ ἁμαρτίες τους εἶναι σάν σταγόνα μπροστά στό πέλαγος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.

Ὤ ἀδελφοί μου, μετανοεῖτε, ὅσο ἀκόμα εἶναι καιρός. Ὁ Κύριος γεμάτος ἔλεος περιμένει τή μετάνοιά μας. Καί ὅλος ὁ οὐρανός, ὅλη ἡ γῆ καί ὅλοι οἱ ἅγιοι περιμένουν ἐπίσης τήν ἐπιστροφή μας.

Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε τήν ἐντολή ν’ ἀγαποῦμε ἀλλήλους. Σ’ αὐτό ἔγκειται ἡ ἐλευθερία: στήν ἀγάπη γιά τόν Θεό καί γιά τόν πλησίον. Ἐδῶ βρίσκεται καί ἡ ἐλευθερία καί ἡ ἰσότητα. Στήν κοσμική τάξη εἶναι ἀδύνατο νά ὑπάρξει ἰσότητα –αὐτό ὅμως δέν ἔχει σημασία γιά τήν ψυχή. Δέν μπορεῖ νά εἶναι ὁ καθένας βασιλιάς ἤ ἄρχοντας, πατριάρχης ἤ ἡγούμενος ἤ διοικητής. Μπορεῖς ὅμως σέ κάθε τάξη ν’ ἀγαπᾶς τόν Θεό καί νά εἶσαι εὐάρεστος σ’ Αὐτόν –κι αὐτό εἶναι τό σπουδαῖο. Κι ὅσοι ἀγαποῦν περισσότερο τόν Θεό ἐπί γῆς , θά ἔχουν μεγαλύτερη δόξα στή Βασιλεία καί θά εἶναι πιό κοντά στόν Κύριο. Ὁ καθένας θά δοξασθεῖ κατά τό μέτρο τῆς ἀγάπης του.

Ἔμαθα πώς ἡ ἀγάπη ποικίλλει ὡς πρός τήν ἔντασή της. Ὅποιος φοβᾶται τόν Θεό, φοβᾶται νά Τόν λυπήσει μέ κάτι· αὐτός εἶναι ὁ πρῶτος βαθμός. Ὅποιος ἔχει τό νοῦ καθαρό ἀπό ἐμπαθεῖς λογισμούς, αὐτό εἶναι ὁ δεύτερος βαθμός, μεγαλύτερος ἀπό τόν πρῶτο. Ὅποιος αἰσθητά ἔχει τή Χάρη στήν ψυχή του, αὐτός εἶναι ὁ τρίτος βαθμός τῆς ἀγάπης, ὁ ἀκόμα μεγαλύτερος.

Ἡ τέταρτη βαθμίδα, ἡ τέλεια ἀγάπη γιά τόν Θεό εἶναι ὅταν ἔχει κανείς τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί στήν ψυχή καί στό σῶμα. Αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων ἁγιάζουν τά σώματα καί μετά τόν θάνατό τους γίνονται ἅγια λείψανα. Ἔτσι γίνεται μέ τά σώματα τῶν ἁγίων μαρτύρων, τῶν προφητῶν καί τῶν Ὁσίων ἀνδρῶν.

Ἅγιος Σιλουανός Ὁ Αθωνίτης

 Πηγή: imaik.gr 

Τρίτη 25 Αυγούστου 2020

Διδαχὲς Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ

δῶ ὅπου ἦλθα, χριστιανοί μου, ἔλαβα μίαν χαράν μεγάλην, μά ἔλαβα καί μίαν λύπην μεγάλην. Χαράν μεγάλην ἔλαβα βλέποντας τήν καλήν σας γνώμην, τήν καλήν σας μετάνοιαν, λύπην ἔλαβα στοχαζόμενος τήν ἀναξιότητά μου, πώς δέν ἔχω καιρόν νά σᾶς ἐξομολογήσω ὅλους ἕνα πρός ἕνα, νά μοῦ εἰπῆ τό παράπονό του ὁ καθένας, νά τοῦ εἰπῶ καί ἐγώ ἐκεῖνο ὁποῦ μέ φωτίση ὁ Θεός. Θέλω καί ἀγαπῶ, ἀμά δέν ἠμπορῶ, παιδιά μου. Καθώς ἕνας πατέρας εἶναι ἄρρωστος, πηγαίνει τό παιδί του νά τό παρηγορήση, ἐκεῖνος μήν μπορώντας τό διώχνει, μά πῶς τό διώχνει; Μέ τήν καρδίαν καμμένην. Θέλει νά τό παρηγορήση, μά δέν ἠμπορεῖ. Πατέρας ἀνάξιος εἶμαι ἐγώ. Πνευματικά παιδιά μου εἴσαστε ἡ εὐγενεία σας. Τώρα ἔρχεται ἕνας νά ἐξομολογηθῆ εἰς τοῦ λόγου μου νά μοῦ εἰπῆ τό παράπονόν του, νά τοῦ εἰπῶ καί ἐγώ ἐκεῖνο ὁποῦ μέ φωτίση ὁ Θεός. Ἐγώ μήν ἠμπορώντας τόν διώχνω, μά πῶς τόν διώχνω; Τόν διώχνω καί καίεται ἡ καρδία μου καθώς ὁ πατέρας μέ τό παιδί του. Τί νά σᾶς κάμω; Μά πάλιν, νά μήν ὑστερηθῆτε παντελῶς, σᾶς λέγω ἐγώ παραμικρόν. Ὅταν θέλετε νά ἰατρεύσετε τήν ψυχή σας, τέσσαρα πράγματα σᾶς χρειάζονται. Κάνομέ τε ἕνα παζάρι; Ἀπό τόν καιρόν ὁποῦ ἐγεννηθήκετε ἕως τώρα ὅσα ἁμαρτήματα ἐκάμετε νά τά πάρω ὅλα εἰς τόν λαιμόν μου καί ἡ εὐγενεία σας νά μοῦ πάρετε τέσσαρες τρίχες. Βαρύ νά ἀσηκώσετε τέσσαρες τρίχες ἀπό αὐτά τά γένεια καί νά σᾶς πάρω ἐγώ ὅλα σας τά ἁμαρτήματα; Καί τί νά τά κάμω; Ὡστόσον ἔχω μίαν καταβόθρα καί τά ρίχνω ὅλα μέσα ὡσάν χωνευτήρι. Ποία εἶναι ἡ καταβόθρα; Εἶναι ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Χριστοῦ μας.

Πρώτη τρίχα εἶναι ὅταν θέλετε νά ἐξομολογᾶσθε τό πρῶτον θεμέλιον εἶναι αὐτό ὁποῦ εἴπαμε, νά συγχωρᾶτε τόν ἐχθρόν σας. Τό κάμνετε;

‒ Τό κάμνομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ.

Ἐπήρετε τήν πρώτην τρίχα. Δευτέρα τρίχα εἶναι νά εὑρίσκετε πνευματικόν καλόν, γραμματισμένον, σοφόν, ἐνάρετον, εὐλαβῆ νά ἐξομολογᾶσθε. Καί νά ἐξομολογᾶσαι καί νά εἰπῆς ὅλα σου τά ἁμαρτήματα. Νά ἔχης ἑκατό ἁμαρτίες καί εἰπῆς τίς ἐνενῆντα ἐννέα εἰς τόν πνευματικόν καί μίαν νά μή φανερώσης, ὅλες ἀσυγχώρητες μένουν. Καί ὅταν κάνης τήν ἁμαρτίαν, τότε πρέπει νά ἐντρέπεσαι, ἀλλά ὅταν ἐξομολογᾶσαι, νά μήν ἔχης καμμίαν ἐντροπήν.

Μία γυναῖκα ἐπῆγε νά ἐξομολογηθῆ εἰς ἕνα ἀσκητήν. Ὁ ἀσκητής εἶχεν ἕνα ὑποτακτικόν ἐνάρετον. Λέγει τοῦ ὑποτακτικοῦ του ὁ ἀσκητής: πήγαινε παρέκει νά ἐξομολογήσω τήν γυναῖκα. Ὁ ὑποτακτικός ἐμάκρυνεν ἕως ὁποῦ ἔβλεπε, μά δέν ἤκουε τίποτε. Ἐξομολόγησε τήν γυναῖκα, ἔφυγε. Ὕστερα ἔρχεται ὁ ὑποτακτικός καί λέγει: «Γέροντά μου, εἶδα ἕνα παράδοξον θαῦμα: ἐκεῖ πού ἐξομολογοῦσες τήν γυναῖκα ἔβλεπα ὁποῦ ἔβγαιναν μέσα ἀπό τό στόμα της ὀφίδια μικρά. Βλέπω καί κρεμιέται ἕνα μεγάλο. Ἔκανε νά ἔβγη καί πάλιν ἐτραβήχθη εἰς τά ὀπίσω.» Λέγει ὁ ἀσκητής: «Πήγαινε νά τήν κράξης νά ἔλθη ὀπίσω ὀγλήγορα.» Πηγαίνοντας ὁ ὑποτακτικός τήν εὗρεν ἀποθαμένην. Γυρίζει ὀπίσω καί τό λέγει τοῦ γέροντός του. Αὐτός μήν ἠμπορώντας νά καταλάβη τό θαῦμα ἐπαρακάλεσε τόν Θεόν νά τοῦ φανερώση ἡ γυναῖκα ἐσώθη ἤ ἐκολάσθη; Καί φαίνεται ἐμπρός του μία ἀρκούδα μαύρη καί λέγει τοῦ ἀσκητή: «Ἐγώ εἶμαι ἐκείνη ἡ ταλαίπωρος γυναῖκα, ὁποῦ ἐξομολογήθηκα καί δέν σοῦ ἐφανέρωσα ἕνα θανάσιμον ἁμάρτημα ὁποῦ εἶχα κάμει καί διά τοῦτο ὅλα μου τά ἁμαρτήματα ἔμειναν ἀσυγχώρητα καί μέ ἐπρόσταξεν ὁ Κύριος νά πηγαίνω εἰς τήν Κόλασιν νά καίωμαι πάντοτε.» Καί ἐνταυτῷ ἔγινε μία βρῶμα ὡσάν καπνός καί ἐχάθη ἀπ᾽ ἔμπροσθέν του.

Διά τοῦτο, χριστιανοί μου, ὅταν ἐξομολογᾶσθε, νά λέγετε ὅλα σας τά ἁμαρτήματα παστρικά καί καλά. Καί πρῶτον νά εἰπῆς τοῦ πνευματικοῦ σου: «Πνευματικέ μου, ἐγώ θέ νά κολαστῶ, διατί δέν ἀγαπῶ τόν Θεόν καί τούς ἀδελφούς μου μέ ὅλην μου τήν καρδίαν καί μέ ὅλην μου τήν ψυχήν ὡσάν τόν ἑαυτόν μου.» Καί νά εἰπῆς ἐκεῖνο πού σέ τύπτει τό συνειδός σου ἤ ἐφόνευσες ἤ ἐπόρνευσες ἤ ἐμοίχευσες ἤ ὅρκον ἔκαμες ἤ εἶπες ψεύματα ἤ τόν πατέρα σου ἤ τήν μητέρα σου δέν ἐτίμησες ἤ ἀδελφός τόν ἀδελφόν ἤ γείτονας τόν γείτονα ἤ γυναῖκα τόν ἄνδρα ἤ ἄλλο κακόν ὁποῦ νά ἔκαμες. Βαρύ εἶναι νά τό κάμης αὐτό;

‒ Ὄχι, ἅγιε διδάσκαλε.

Ἰδού ἐπῆρες τήν δευτέραν τρίχα. Ἡ τρίχα ἡ τρίτη εἶναι φυσικά ὡσάν ἐξομολογηθῆς θέ νά σέ ἐρωτήση ὁ πνευματικός νά σοῦ εἰπῆ: «Διατί, παιδί μου, νά κάμης αὐτά τά ἁμαρτήματα;» Ἐσύ νά προσέχης νά μήν κατηγορήσης ἄλλον, ἀλλά τοῦ λόγου σου καί νά εἰπῆς: «Αὐτά τά ἔκαμα ἀπό τό κακόν μου κεφάλι, ἀπό τήν κακήν μου προαίρεσιν.» Βαρύ εἶναι νά κατηγορήσης τοῦ λόγου σου;

‒ Ὄχι.

Λοιπόν ἐπῆρες καί τήν τρίτην τρίχα. Ἔχομεν τήν τετάρτην. Ὅταν σέ δώση ἄδειαν ὁ πνευματικός σου καί ἀναχωρήσης, νά ἀποφασίσης μέ στερεάν γνώμην, μέ στερεάν ἀπόφασιν καλύτερα νά χύσης τό αἷμα σου, μά εἰς ἄλλην φοράν ἁμαρτίαν νά μή κάμης. Τό κάμνεις καί αὐτό;

‒ Μάλιστα.

Ἐπῆρες καί τήν τετάρτην τρίχα. Αὐτά τά τέσσαρα εἶναι τά ἰατρικά σου καθώς εἴπαμε καί ὄχι ἄλλα. Τό πρῶτον εἶναι νά συγχωρᾶτε τούς ἐχθρούς σας. Τό δεύτερο νά ἐξομολογᾶσθε παστρικά καί καλά. Τό τρίτο νά κατηγορᾶτε τοῦ λόγου σας. Τό τέταρτο νά ἀποφασίζετε νά μή κάμετε ἁμαρτίαν. Καί ἄν ἠμπορεῖτε νά ἐξομολογᾶσθε κάθε ἡμέραν, καλόν καί ἅγιον εἶναι. Εἰδέ καί δέν ἠμπορεῖτε καθ᾽ ἡμέραν, ἄς εἶναι μία φορά τήν ἑβδομάδα καί μία φορά τόν μῆνα ἤ τό ὀλιγώτερον τέσσαρες φορές τόν χρόνον. Καί νά συνηθίζετε τά παιδιά σας ἀπό μικρά, διά νά συνηθίζουν εἰς τόν καλόν δρόμον, νά ἐξομολογοῦνται.

Ἰδού ὁπού σᾶς ἐξομολόγησα ὅλους παρρησίᾳ, διά νά μήν ὑστερηθῆτε. Αὐτά ὁπού σᾶς εἶπα εἶναι τά ἰατρικά σας εἰδέ ἐκεῖνο ὁπού δίνουν οἱ πνευματικοί, σαρανταλείτουργα, μετάνοιες, νηστεῖες καί ἄλλα, δέν εἶναι ἰατρικά, ἀλλά διά νά μήν τύχη καί ξεπέσετε ἄλλην φοράν εἰς τήν ἁμαρτίαν σᾶς τά δίδουν καί ὅποιος τά βάλη μέσα εἰς τήν καρδίαν του αὐτά τά τέσσαρα, νά ἀποθάνη ἐκείνη τήν ὥραν, σώνεται. Εἰδέ χωρίς αὐτά τά τέσσαρα χίλιες χιλιάδες καλά νά κάμη ὁ ἄνθρωπος, ἄν ἀποθάνη, εἰς τήν Κόλασιν πηγαίνει.

 

 Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς

Πηγή: imaik.gr 

 

Πέμπτη 7 Μαΐου 2020

Ἡ Ἐκκλησία συνεχίζει τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ - Μητροπολίτης π. Ἰωήλ



Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς ποὺ δὲ σταματᾶ ποτέ. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος φέρνει τὸ παράδειγμα τῆς κολυμβήθρας. Μέσα στὴν κολυμβήθρα τῆς Ἐκκλησίας ὄχι ἕνας καὶ δύο, ἀλλ’ ὁλόκληρη ἡ Οἰκουμένη κι ἂν μπεῖ, θὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὶς ἀρρώστιες τῆς ἁμαρτίας. Ὄχι μία φορὰ τὸ χρόνο, ἀλλὰ κάθε μέρα θεραπεύει τοὺς ἀσθενεῖς ἀπὸ τὶς ψυχικὲς ἀρρώστιες. 

Ἡ χάρη τοῦ θεοῦ δὲ δαπανᾶται ποτέ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ κοινὸς τρόπος καθάρσεως τῶν ἀνθρώπων. Μὲ τὴ μετάνοια, τὴν ἐξομολόγηση καὶ μὲ τὴ θεία Εὐχαριστία καθαριζόμαστε ἀπὸ τὰ πολυπληθῆ καὶ πολυειδῆ πάθη μας. 

Ὀφείλουμε νὰ δώσουμε τὴ διάθεσή μας καὶ τὸν ἑαυτό μας στὸ Χριστὸ ποὺ ψάχνει εὐκαιρίες νὰ μᾶς θεραπεύσει. Στὸν καθένα μας ἀκούγεται ἡ ἐρώτηση τοῦ Σωτῆρος «θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (Ἰωάν. 5,6). 

Στὸ φιλάργυρο, στὸν ἐγωιστή, στὸν ἐνεργούμενο ἀπὸ τὸ πονηρὸ πάθος τοῦ θυμοῦ ἢ τῆς πορνείας ἢ τῆς μνησικακίας ἀπευθύνεται τὸ ἐρώτημα τοῦ Χριστοῦ. 

Βεβαίως ὀφείλουμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε ὁλοκάρδια στὴν πρόσκλησή Του καὶ νὰ μὴν ἐξοικειωθοῦμε μὲ μία χρονίζουσα κατάσταση ἀθλιότητας καὶ ἁμαρτίας. Νὰ ἀποκολληθοῦμε ἀπὸ τὰ πράγματα ἐκεῖνα ποὺ μᾶς κρατοῦν παράλυτους πνευματικά. Νὰ ἀφήσουμε τὸ Θεὸ νὰ ἐνεργήσει ἀνεμπόδιστα, γιατί ἡ ἁμαρτωλὴ θέλησή μας παρεμποδίζει τὴ χάρη Του.


π. Ἰωὴλ
Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας
 
Πηγή: agiazoni.gr

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020

Ἡ καρδιὰ καὶ ὁ Θεὸς (B΄) - Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος




Ταπείνωση! Ἡ βάση κάθε ἀρετῆς καὶ ἡ προϋπόθεση τῆς πνευματικῆς καρποφορίας! Ἔχετε ταπείνωση; Ἔχετε τὸ Θεό. Τὰ ἔχετε ὅλα! Δὲν ἔχετε ταπείνωση; Τὰ χάνετε ὅλα! Νὰ συντηρεῖτε, λοιπόν, στὴν καρδιὰ σας τὸ αἴσθημα τῆς ταπεινοφροσύνης. Ἡ φυσικὴ καὶ ὁμαλὴ σχέση μας μὲ τὸ Θεὸ προϋποθέτει καρδιὰ ἔμπονη, συντριμμένη καὶ ὁλοκληρωτικὰ ἀφοσιωμένη σ’ Αὐτόν, καρδιὰ ποὺ μυστικὰ ἀναφωνεῖ κάθε στιγμή: “Κύριε, ἐσὺ τὰ γνωρίζεις ὅλα· σῶσε με!”. Ἂν παραδοθοῦμε στὰ χέρια Του, ἡ σοφὴ καὶ ἅγια βουλή Του θὰ κάνει μ’ ἐμᾶς καὶ σ’ ἐμᾶς ὅ,τι εἶναι πρόσφορο γιὰ τὴ σωτηρία μας…

Τὸ ἔργο τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς δὲν εἶναι μόνο γιὰ τοὺς ἡσυχαστές, ἀλλὰ γιὰ ὅλους τοὺς χριστιανούς, στοὺς ὁποίους ὁ Κύριος, μέσω τοῦ ἁγίου ἀποστόλου, παραγγέλλει: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Ὑπάρχουν διάφορες βαθμίδες προσευχῆς μέχρι τὴν ἀδιάλειπτη. Ὅλες εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ, ποὺ παρακολουθεῖ τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων ἐξίσου, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἰδιότητά τους ὡς μοναχῶν ἢ κοσμικῶν. Καὶ ὅταν μία καρδιά, ὅποια κι ἂν εἶναι, στρέφεται σ’ Αὐτόν, τὴν πλησιάζει μὲ ἀγάπη καὶ ἑνώνεται μαζί της.

Πῶς διατηρεῖται στὴν καρδιὰ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι γέννημα τῆς πίστεως καὶ προϋπόθεση τῆς πνευματικῆς προκοπῆς. Ὅταν ἐγκατασταθεῖ στὴν καρδιά, σὰν τὸν καλὸ νοικοκύρη τὰ ταχτοποιεῖ ὅλα. Ἔχουμε φόβο Θεοῦ; Ἂν ναί, ἂς εὐχαριστήσουμε τὸν Κύριο, ποὺ μᾶς τὸν ἔδωσε, καὶ ἂς τὸν φυλάξουμε σὰν πολύτιμο θησαυρό. Ἄν, ὅμως, δὲν τὸν ἔχουμε, ἂς κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε γιὰ νὰ τὸν ἀποκτήσουμε, γνωρίζοντας ὅτι γιὰ τὴν ἔλλειψή του εὐθύνονται ἡ ἀπροσεξία καὶ ἡ ἀμέλειά μας.

Ἀπὸ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ γεννιέται ἡ μετάνοια, ἡ συντριβή, τὸ πένθος γιὰ τὶς ἁμαρτίες. Μακάρι τὸ αἴσθημα αὐτό, ὁ πρόδρομος τῆς σωτηρίας, νὰ μὴν ἀπομακρύνεται ποτὲ ἀπὸ τὴν καρδιά! Γιὰ νὰ διατηρηθεῖ μέσα μας ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ κρατᾶμε ἀδιάλειπτη τὴ μνήμη τοῦ θανάτου καὶ τῆς Κρίσεως, ἑνωμένη μὲ τὴ συναίσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου: Ὁ Θεὸς εἶναι πάντα κοντά μας καὶ μέσα μας, βλέποντας, ἀκούοντας καὶ γνωρίζοντας τὰ πάντα, ἀκόμα καὶ τοὺς πιὸ κρυφοὺς λογισμούς μας.

Ὅταν αὐτὴ ἡ τριάδα -φόβος Θεοῦ, μνήμη θανάτου, συναίσθηση θείας παρουσίας- ἐγκατασταθεῖ μέσα μας, τότε ἡ προσευχὴ ξεχύνεται ἀπὸ τὴν καρδιὰ αὐθόρμητα· τότε ἡ ἐλπίδα τῆς σωτηρίας γίνεται στερεή. Τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ τίποτα δὲν τὸν διατηρεῖ τόσο, ὅσο ἡ μνήμη τῆς φοβερῆς Κρίσεως. Ἡ μνήμη, ὅμως, αὐτὴ δὲν πρέπει νὰ μᾶς δημιουργεῖ ἀθυμία, ἀλλὰ νὰ μᾶς ἐμπνέει ἀγωνιστικότητα καὶ μετάνοια.

Ἂς προσπαθοῦμε νὰ μένουμε ἀμόλυντοι ἀπὸ τὸ ρύπο τῆς ἁμαρτίας. Κι ἂν κάποτε-κάποτε ἁμαρτάνουμε, ἂς καθαριζόμαστε μὲ τὴν Ἐξομολόγηση. Ἔτσι, ἐλπίζοντας πάντα στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ λιποψυχοῦμε. Ὁ Κριτής μας, ἄλλωστε, εἶναι σπλαχνικὸς καὶ φιλάνθρωπος. Δὲν ψάχνει νὰ βρεῖ κάτι γιὰ νὰ μᾶς καταδικάσει. Ἀπεναντίας, ψάχνει κάτι, τὸ παραμικρό, γιὰ νὰ μᾶς δικαιώσει. Θεὸς καὶ συνείδηση. Ἂν ἐγκάρδια ἀποφασίσετε νὰ ὑπακούετε πάντοτε στὸν Κύριο καὶ μ’ ὁλόκληρη τὴν πολιτεία σας νὰ εὐαρεστεῖτε Ἐκεῖνον μόνο, κι ἂν ὕστερα, σὲ κάθε ἀδιέξοδο καὶ κάθε ἀνάγκη σας, στρέφεστε μὲ πίστη καὶ ἀφοσίωση πάλι σ’ Ἐκεῖνον μόνο, τότε νὰ εἶστε βέβαιος ὅτι ὅλα στὴ ζωή σας, τόσο τὴν πνευματικὴ ὅσο καὶ τὴν ἐγκόσμια, θὰ ἐξελίσσονται μὲ ἐπιτυχία. Εἶναι μεγάλο πράγμα νὰ συνειδητοποιήσει κανεὶς ὅτι χωρὶς τὸ Θεὸ τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ κάνει καί, ἀφοῦ τὸ συνειδητοποιήσει, νὰ καταφεύγει μὲ ἐμπιστοσύνη στὴ βοήθειά Του.

Ἐκεῖνον μόνο, κι ἂν ὑστέρα, σὲ κάθε ἀδιέξοδο καὶ κάθε ἀνάγκη σας, στρέφεστε μὲ πίστη καὶ ἀφοσίωση πάλι σ’ Ἐκεῖνον μόνο, τότε νὰ εἶστε βέβαιος ὅτι ὅλα στὴ ζωή σας, τόσο τὴν πνευματικὴ ὅσο καὶ τὴν ἐγκόσμια, θὰ ἐξελίσσονται μὲ ἐπιτυχία. Εἶναι μεγάλο πράγμα νὰ συνειδητοποιήσει κανεὶς ὅτι χωρὶς τὸ Θεὸ τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ κάνει καί, ἀφοῦ τὸ συνειδητοποιήσει, νὰ καταφεύγει μὲ ἐμπιστοσύνη στὴ βοήθειά Του. Ἡ συνείδηση πρέπει νὰ κατευθύνει σωστὰ τὴ ψυχὴ καὶ νὰ τὴν πληροφορεῖ ἀλάθητα γιὰ τὸ ἀγαθὸ σὲ κάθε περίσταση. Αὐτό, ὅμως, δὲν μπορεῖ νὰ τὸ κάνει, ἂν δὲν εἶναι καθαρὴ καὶ φωτισμένη.

Ἂς τὴν καθαρίσουμε, λοιπόν, μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου, ποὺ ἀπαλλάσσουν τὴν καρδιὰ ἀπὸ τὰ πάθη, καὶ ἂς τὴ φωτίσουμε μὲ τὸ θεῖο φῶς, μελετώντας τὸ Εὐαγγέλιο. Ἀπὸ κεῖ θὰ ἀντλήσουμε τοὺς σοφοὺς κανόνες, μὲ τοὺς ὁποίους θὰ χειραγωγήσουμε τὴ συνείδησή μας στὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος
Πηγή: agiazoni.gr


Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2020

Ἡ καρδιὰ καὶ ὁ Θεὸς (Α΄) - Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος



Ὁ Θεὸς βρίσκεται παντοῦ. 

Καὶ σὰν βρεῖ καρδιὰ ποὺ δὲν Τοῦ ἐναντιώνεται, 

καρδιὰ ταπεινή, μπαίνει μέσα της 

καὶ τὴ γεμίζει χαρά. 

Τόση εἶναι ἡ χαρὰ τῆς καρδιᾶς 

ποὺ ἔχει μέσα της τὸν Θεό,

 ὥστε κολλάει πάνω Του καὶ 

δὲν θέλει ποτὲ νὰ Τὸν ἀποχωριστεῖ. 

Σὲ καρδιὰ φουσκωμένη ἀπὸ ἐγωισμὸ 

δὲν πλησιάζει ὁ Κύριος. 

Κι ἔτσι αὐτὴ καταθλίβεται, μαραζώνει καὶ 

σιγολιώνει, βυθισμένη στὴν ἄγνοια, 

τὴ λύπη καὶ τὸ σκοτάδι.

 

Ὅσο ἁμαρτωλοὶ κι ἂν εἴμαστε, 
 μόλις στραφοῦμε μὲ μετάνοια καὶ πόθο πρὸς τὸν Κύριο, 
 ἡ θύρα τῆς καρδιᾶς μας ἀνοίγει σ’ Ἐκεῖνον. 
Ἡ ἐσωτερικὴ ἀκαθαρσία ξεχύνεται ἔξω, 
γιὰ νὰ παραχωρήσει τὴ θέση της στὴν καθαρότητα, 
τὴν ἀρετή, τὸν ἴδιο τὸν Σωτήρα, 
τὸν μεγάλο Ἐπισκέπτη τῆς ψυχῆς, 
τὸν κομιστὴ τῆς χαρᾶς, τοῦ φωτός, τοῦ ἐλέους. 
Θεῖο δῶρο εἶναι αὐτὴ ἡ εὐλογημένη κατάσταση, 
ὄχι δικό μας κατόρθωμα. Καὶ ἀφοῦ εἶναι δῶρο, 
πρέπει νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν δωρητὴ μὲ ταπείνωση...
 (Συνέχεια στὸ Β΄μέρος) 

Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος
Πηγή: agiazoni.gr

 


Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2020

Τὸ λουτρὸ τοῦ θεϊκοῦ Βαπτίσματος - π. Ἐφραίμ Φιλοθεΐτης



Πολλοὶ Χριστιανοὶ μὲ εὐλαβὴ πόθο, ἐπιζητοῦν νὰ πᾶνε στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ νὰ βαπτισθοῦν.  Ἀλλ᾿ ὅσες φορὲς καὶ ἂν μποῦνε στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ καὶ ὅσα μπουκάλια ἁγιασμοῦ καὶ ἂν πιοῦμε, ἂν δέν μετανοήσουμε δὲν σωζόμεθα. 

Κοντά μας, δίπλα μας, εἶναι ὁ Ἰορδάνης ποταμός. Κυλάει μέσα στὴν Ἐκκλησία. Εἶναι ἡ γλυκειὰ μετάνοια καὶ ἡ ἐξομολόγησις. 

Ἂν λουσθοῦμε μέσα στὴ μετάνοια, σβήνουν ὅλα τὰ ἁμαρτήματα. Καὶ τὸ λουτρὸ τῆς μετανοίας εἶναι τὸ δεύτερο Βάπτισμα. 

Αὐτὸ δὲ τὸ λουτρὸ τοῦ θεϊκοῦ Βαπτίσματος, ποὺ λέγεται μετάνοια, δὲν γίνεται ἀσυνείδητα, ὅπως ὁ νηπιοβαπτισμὸς στὰ μικρὰ βρέφη, ἀλλὰ γίνεται συνειδητὰ καὶ ἀποφασιστικά. Πλένομαι, γιὰ νὰ μὴ ξαναλερωθῶ, ἀσχέτως ἂν δὲν τὰ καταφέρω. 

Πλήν, πλένομαι μὲ τὴν ἀπόφασι νὰ μὴ ξαναλερώσω τὸν χιτώνα τῆς ψυχῆς μου. 

 π. Ἐφραίμ Φιλοθεΐτης 

Πηγή: Πατρικὲς ὁδηγίες καὶ ἐμπειρικὲς ὑποθήκες γιὰ πνευματικὴ τελείωση, Γέροντος Ἐφραὶμ Φιλοθεΐτου, «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», σελ. 78.