Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος γεννήθηκε τὸ 1506 στὰ Τρίκαλα τῆς Κορινθίας καὶ ἦταν ἀπόγονος τῆς ἀριστοκρατικῆς οἰκογενείας τῶν Νοταράδων. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Δημήτριος καὶ Καλή, ἐνῶ προπάππος του ἦταν ὁ Λουκᾶς Νοταρᾶς, τελευταῖος πρωθυπουργὸς τοῦ Βυζαντίου καὶ συγγενὴς ἐκ μητρὸς μὲ τὸν Κωνσταντῖνο Παλαιολόγο, τὸν μαρτυρικὸ Αὐτοκράτορα τοῦ Βυζαντίου.
Ἀφοῦ ἔλαβε πλουσιοτάτη παιδεία, περιόδευσε σὲ ὅλους τοὺς ἱεροὺς τόπους τῆς Ἑλλάδας. Πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, προσκύνησε τοὺς τάφους τῶν προγόνων του καὶ στὴ συνέχεια, ἀφοῦ ἐκάρη μοναχὸς στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀσκήτευσε μέσα σὲ σπήλαιο, στὴν ἔρημο τῆς Καψάλας (Κελλίον Μεγάλου Βασιλείου).
Τὸ 1540 περίπου μετέβη γιὰ προσκύνημα στοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἀφοῦ παρέμεινε ἐκεῖ ὑπηρετῶντας ὡς κανδηλανάπτης στὸν Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως καὶ ἀσκούμενος στὶς Μονὲς πλησίον τοῦ Ἰορδάνου ἐπὶ 12 ἔτη, χειροτονήθηκε ἱερεὺς ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Γερμανό. Ἐπιθυμῶντας ὡστόσο, περισσότερη ἡσυχία, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Πατριάρχη ἀφήνοντας τὰ Ἱεροσόλυμα μετέβη στὴν Κρήτη καὶ ἀπὸ κεῖ στὴν Ζάκυνθο, ἐγκαταβιώνοντας πάντα σὲ σπήλαια, ἔρημες ἀπότομες καὶ κρημνώδεις τοποθεσίες.
Τὸ 1555
κατέληξε στὴν Κεφαλλονιὰ, ἐπιλέγοντας καὶ πάλι νὰ ζήσει ἀσκητικά, μέσα
σὲ ἕνα σπήλαιο, στὴν περιοχὴ "Λάσση" τῆς πόλης τοῦ Ἀργοστολίου, ἐπὶ
πέντε ἔτη.
Τὸ 1560 ἀνακαινίζοντας ἕνα ἐξωκκλῆσι τῆς
Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στὴν περιοχὴ τῶν Ὁμαλῶν καὶ ὑποκύπτοντας στὶς
παρακλήσεις πιστῶν τῆς περιοχῆς, ἵδρυσε γυναικεία κοινοβιακὴ Μονὴ μὲ
πολυμελῆ ἀδελφότητα ὀνομάζοντάς την "Νέα Ιερουσαλήμ".
Λειτουργῶντας μάλιστα καὶ σχολεῖο μέσα στὴν Μονή, δίδασκε ὁ ἴδιος στὰ παιδιὰ τὰ ἑλληνικὰ γράμματα, ἀνάγνωση καὶ γραφή, ἔτσι διετέλεσε -ἐκτὸς τῶν ἄλλων- καὶ ὡς «διδάσκαλος» ὁ Ἅγιος Γεράσιμος, ὅπως χαρακτηριστικὰ ἀναφέρεται στὸ πρακτικὸ τῆς ταφῆς του.
Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ φράση τοῦ Ἁγίου μὲ τὴν ὁποία νουθετοῦσε ἕως ἐσχάτου ἀναπνοῆς: "Τεκνία εἰρηνεύετε ἐν ἐαυτοῖς καὶ μὴ τὰ ὑψηλὰ φρονεῖτε".
Ἐκοιμήθη ἀνήμερα τῆς Παναγίας, τοῦ ἔτους 1579, ἔτσι γιὰ λόγους ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας, ἡ μνήμη τῆς κοιμήσεώς του μετετέθη τὴν ἑπομένη στὶς 16 Αὐγούστου.
Μετὰ
2 ἔτη, στὶς 29 Ὀκτωβρίου, ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ λειψάνου του, μὲ τὴν
ἐπέμβαση ὅμως τῶν παπικῶν, οἱ Βενετσιάνοι διέταξαν τὴν ἐπαναταφή του.
Ἡ ἀνακομιδὴ ἔγινε ξανά, γιὰ δεύτερη φορά, στὶς 20 Ὀκτωβρίου τοῦ ἑπόμενου ἔτους, ἡμερομηνία ποὺ καὶ κυρίως καθιερώθηκε νὰ ἑορτάζεται ἡ μνήμη του πανηγυρικά.
Τὸ ἱερό του λείψανο παραμένει ἄφθαρτο καὶ εὐωδιάζον καὶ ἐκτίθεται πρὸς προσκύνηση καὶ ἁγιασμὸ τῶν πιστῶν μέσα σὲ τζαμένια λειψανοθήκη ποὺ ἐνσωματώνεται σὲ μεγαλύτερη, ἀσημένια, περίτεχνη λάρνακα, τοποθετημένη πάνω ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου